Ζωή Κωνσταντοπούλου: «Διαγραφή χρεών των πολιτών τώρα»!

Ο τίτλος, ο υπέρτιτλος και οι υπότιτλοι σηματοδοτούν τους άξονες στους οποίους κινείται η εξαίρετη νομικός και μία από τις μεγάλες ελπίδες της νέας πολιτικής σκηνής της χώρας, η Ζωή Κωνσταντοπούλου... Με τον τεκμηριωμένο αλλά και πολύ μαχητικό λόγο της κέρδισε ήδη το ακροατήριο-κοινό και δεν της κάνουν χάρη τα ΜΜΕ, τα οποία αναγκάζονται να της παραχωρήσουν το βήμα τους. Αναγκάζονται, γιατί και έχει κάτι να πει και το λέει την κατάλληλη στιγμή με τρόπο που δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει.

Την περασμένη εβδομάδα με δηλώσεις της ξεγύμνωσε τους Γιώργο Παπανδρέου και Γιώργο Παπακωνσταντίνου για εγκληματικούς χειρισμούς συγκάλυψης της φοροδιαφυγής. Παρενέβη δυναμικά στο θέμα της είσπραξης του χαρατσιού από τη ΔΕΗ και καταγγέλλει ότι οι περικοπές στους μισθούς των δικαστικών λειτουργών αποσκοπούν στο να κάνουν τους δικαστές ενδεείς, περιδεείς και, εντέλει, δικαστές πρόθυμους να «υπογράψουν αποφάσεις που άλλοι γράφουν». Βαριές κουβέντες, αλλά βαρύτατα είναι και όσα συμβαίνουν στη ζωή των Ελλήνων που είναι για χιλιάδες ένας «Γολγοθάς».

Ακολουθεί το Α΄ Μέρος της Συνέντευξης στο Γιάννη Ντάσκα στο Paraskhnio.gr

Προχθές δηλώσατε ότι η κυβέρνηση περιφρονεί τη δικαστική εξουσία με αφορμή την υπόθεση για το χαράτσι και την είσπραξή του από τη ΔΕΗ. Μιλήστε μας γι’ αυτό.

Δεν αναφέρθηκα στη δικαστική εξουσία γενικά, αλλά στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, στην ανεξάρτητη δικαστική λειτουργία, ως πυλώνα της δημοκρατικής λειτουργίας του πολιτεύματος. Δεν ανήκω σε αυτούς που υποστηρίζουν ότι οποιοσδήποτε οφείλει σεβασμό στην εξουσία μόνον και μόνον λόγω της υπεροχής και της ισχύος που αυτή εξασφαλίζει. Η δικαστική εξουσία είναι άξια σεβασμού όταν λειτουργεί με βάση το Σύνταγμα, ανεξάρτητα, αμερόληπτα, με νηφαλιότητα, ευθυκρισία και κοινωνική ευαισθησία. Όταν, δηλαδή, εκπληρώνει την κοινωνική και δημοκρατική της αποστολή, όταν πραγματώνει, υπηρετεί και δίνει περιεχόμενο στην ίδια την έννοια της Δικαιοσύνης.

Η κυβέρνηση, με επιδεικτικό τρόπο, επιχειρεί να στραγγαλίσει την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και να θέσει τη δικαστική λειτουργία υπό τον έλεγχό της. Σε αυτή την επιχείρηση, επιστρατεύει ως όπλο την περικοπή των αποδοχών των δικαστών, η οποία τους υποτιμά, τους εξουθενώνει, τους καθιστά ευάλωτους και ευεπίφορους σε επιρροές και παρεμβάσεις.

Την ίδια ώρα, περιφρονεί κάθε δικαστική απόφαση ή κρίση που δεν την εξυπηρετεί, όπως η γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενός από τα τρία Ανώτατα Δικαστήρια της χώρας μας, που έκρινε αντισυνταγματικά τα νέα μέτρα, η γνωμοδότηση της διοικητικής ολομέλειας του Αρείου Πάγου, επίσης Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας, που ομοίως έκρινε αντισυνταγματικά τα μέτρα και, εντελώς πρόσφατα, η απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που έκρινε παράνομη την είσπραξη του ΕΕΤΗΔΕ από τη ΔΕΗ.

Ο υπουργός Οικονομικών κάλεσε τους υπαλλήλους της ΔΕΗ να μην εφαρμόσουν την απόφαση αυτή, αν και ήταν εκτελεστή. Αντίθετα, δήλωσε ότι θα σεβαστεί την απόφαση του Αρείου Πάγου, που, ικανοποιώντας το αίτημά του, ανέστειλε την εκτέλεση της πρωτοδίκου αποφάσεως. Στο σημείο ακριβώς αυτό εγείρεται μείζον ζήτημα, άρρηκτα συνδεδεμένο με την επιταγή ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης: για ποιον λόγο ο υπουργός επέλεξε να παρακάμψει τον δεύτερο βαθμό δικαιοδοσίας, το Εφετείο, παραιτούμενος της εφέσεως, και να αποταθεί απευθείας στον Άρειο Πάγο; Αντίστοιχο ερώτημα ανακύπτει και με τη συμπεριφορά ενός άλλου υπουργού της κυβέρνησης, πρώην δικαστικού: του αναπληρωτή υπουργού Εσωτερικών, ο οποίος, πριν καν εκδοθεί απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, προκατέλαβε το περιεχόμενό της και κάλεσε, με έγγραφό του, τη διοίκηση να μην εφαρμόζει νόμο του κράτους «ενόψει εκδόσεως δικαστικής αποφάσεως». Τα ζητήματα αυτά δεν είναι ρητορικά, αλλά, δυστυχώς, έντονα πολιτειακά: γιατί, χωρίς ανεξάρτητη δικαιοσύνη, δεν υπάρχει δημοκρατία.

Αν μια οικογένεια ερχόταν στο γραφείο και σας έλεγε ότι «έχω 800 ευρώ μισθό, δύο ανήλικα παιδιά και έναν παππού χωρίς σύνταξη. Και μαζί με όλα τα έξοδα και το χαράτσι. Δεν βγαίνω να το πληρώσω» τι θα συμβουλεύατε;

Δυστυχώς, το παράδειγμά σας δεν είναι υποθετικό. Είναι η ζώσα πραγματικότητα για εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, οι οποίοι βιώνουν την επιδρομή στις αποταμιεύσεις μιας ζωής, τη λεηλασία των δικαιωμάτων τους, τη διακύβευση της επιβίωσής τους, την επίθεση στην αξιοπρέπειά τους. Η ανθρώπινη ζωή και η ανθρώπινη αξιοπρέπεια είναι πάνω από οποιοδήποτε χαράτσι. Και κανείς δεν ζητά αυτή την αυτονόητη συμβουλή, γιατί ο καθένας ξέρει ότι όταν το δίλημμα είναι να θρέψεις το παιδί σου ή να το αφήσεις να πεθάνει, η δεύτερη επιλογή αποτελεί έγκλημα. Το ίδιο ισχύει για αυτούς που μας κυβερνούν: αυτοί αποφασίζουν για όλα τα παιδιά της χώρας μας, αλλά και για τους νέους, τους μεγαλύτερους, τους ηλικιωμένους, που βρίσκονται στη δύση της ζωής τους: και, δυστυχώς, επιλέγουν σταθερά να αφήνουν εκείνους που τελούν υπό την ευθύνη και την προστασία τους να πεθάνουν, προτιμώντας να πληρώσουν τους δανειστές. Και αυτό αποτελεί έγκλημα. Ταυτόχρονα, αποτελεί παραβίαση των διεθνών υποχρεώσεων της χώρας να προστατεύει την ανθρώπινη ζωή, να εξασφαλίζει αξιοπρεπή διαβίωση στους πολίτες της, να σέβεται τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα για υγεία, παιδεία, κοινωνική ασφάλιση, κοινωνική πρόνοια.

Αναφέρετε ότι η κυβέρνηση έχει εναλλακτικές πηγές εσόδων και το συσχετίσατε με τη «λίστα Λαγκάρντ» για την οποία είπατε, εν πολλοίς, ότι η κυβέρνηση κοροϊδεύει διά της κωλυσιεργίας. Θα θέλαμε να μας το εξηγήσετε…

Η κυβέρνηση, τα τρία κόμματα που τη στηρίζουν και οι βουλευτές τους συμμετέχουν απροκάλυπτα στη συγκάλυψη, στην παρακώλυση και στην παρέλκυση της διερεύνησης αυτής της όζουσας υπόθεσης. Η «λίστα Λαγκάρντ», γνωστή ως «λίστα Falciani», χρησιμοποιήθηκε από τις κυβερνήσεις μιας σειράς ευρωπαϊκών κρατών, μεταξύ των οποίων η Γερμανία και η Γαλλία, και απέδωσε αρκετά δισεκατομμύρια ευρώ σε φόρους. Τα κράτη αυτά, μάλιστα, αγόρασαν τη λίστα, καταβάλλοντας εκατομμύρια ευρώ, ακριβώς με την προσδοκία της είσπραξης πολλαπλάσιων φόρων, που έγινε πράξη χάρη στην πολιτική βούληση των εκεί πολιτικώς υπευθύνων.

Στη χώρα μας, ενώ η λίστα αυτή φέρεται να μας παραχωρήθηκε άνευ ανταλλάγματος από την κυβέρνηση της Γαλλίας, όχι απλώς δεν αξιοποιήθηκε για την είσπραξη έστω και ενός ευρώ, αλλά κρατήθηκε επιμελώς στο συρτάρι των δύο υπουργών και των εμπλακέντων στη διαχείριση του περιεχομένου της υπηρεσιακών παραγόντων, μεταξύ των οποίων οι επικεφαλής του ΣΔΟΕ. Το χειρότερο είναι ότι ενώ από τις αρχές Οκτωβρίου έχει αποκαλυφθεί επισήμως η ύπαρξη της λίστας αυτής, κάποιοι σφυρίζουν αδιάφορα και δεν εξαντλούν τα μέσα ανάκτησης και αξιοποίησής της. Είναι όχι απλώς ανεξήγητη, αλλά θεσμικά και υπηρεσιακά αδικαιολόγητη και εξοργιστική η καθυστέρηση ανάκτησής της από τον υπουργό Οικονομικών. Είναι θεσμικά και συνταγματικά αδικαιολόγητη η καθυστέρηση διαβίβασης της σχετικής δικογραφίας από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου: τρεις εβδομάδες, όταν το Σύνταγμα επιτάσσει την αμελλητί διαβίβαση. Είναι θεσμικά και ηθικά απαράδεκτη, και εγείρει ζητήματα αυτοτελών ευθυνών, η κωλυσιεργία στη χορήγηση αντιγράφων της δικογραφίας στους βουλευτές και τα κόμματα, που εξακολουθούν να μην έχουν αντίγραφα, έναν μήνα μετά τη διαβίβασή της στη Βουλή.
Κάποιοι συμμετέχουν στην υπόθαλψη της φοροδιαφυγής μεγάλης κλίμακας και διευκολύνουν τη μη είσπραξη φόρων από τις καταθέσεις του εξωτερικού. Την ίδια ώρα, εισηγούνται και ψηφίζουν την αμείλικτη φορολόγηση των μη εχόντων και μονίμως επιβαρυνόμενων…

Ο Μίκης Θεοδωράκης σε πρόσφατο άρθρο του στο «ΒΗΜΑ» έγραψε για τον ορυκτό μας πλούτο και ότι ο ελληνικός λαός είναι πολύ πλούσιος, αλλά ζητιανεύει, γιατί «κάποιοι ξένοι και Έλληνες του κλείνουν τα μάτια, αφού γνωρίζουν καλά τα κρυμμένα πλούτη αυτής της χώρας και θέλουν να του τα κλέψουν». Ποια εικόνα έχετε εσείς και ποιες οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ;
Θα έλεγα, γενικότερα, ότι η όλη πολιτική των μνημονιακών κυβερνήσεων και κυβερνητικών κοινοπραξιών θα μπορούσε να έχει έναν τίτλο: «Πωλείται η Ελλάς». Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, «Χαρίζεται η Ελλάς». Είναι σκανδαλώδης η απαξίωση της δημόσιας περιουσίας και ιδιοκτησίας και η δρομολόγηση της αντί πινακίου φακής εκποίησής της, σε πρόθυμους και έτοιμους «επενδυτές».

Η πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, κ. Θάνου, σε άρθρο της στο προηγούμενο φύλλο της εφημερίδας μας, έγραψε ανοιχτά ότι η πολιτική εξουσία θέλει να εξουθενώσει οικονομικά τους δικαστές για να τους μετατρέψει, στην ουσία, σε ενδεείς και, άρα, ευάλωτους στις επιθυμίες των ισχυρών της εξουσίας. Πώς το σχολιάζετε;

Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω. Όποιος θέλει δικαστές ενδεείς, θέλει και δικαστές περιδεείς. Θέλει, εντέλει, δικαστές πρόθυμους να «υπογράψουν αποφάσεις που άλλοι γράφουν», κατά τον ίδιο τρόπο που ο υπουργός Δικαιοσύνης δήλωσε ότι «υπέγραψε έναν νόμο που άλλοι έγραψαν» και κατά τον ίδιο τρόπο που βουλευτές οι οποίοι στηρίζουν την κυβέρνηση δήλωσαν ότι «ενώ γνωρίζουν ότι τα μέτρα είναι άδικα και αναποτελεσματικά, ψηφίζουν με το πιστόλι στον κρόταφο».

Όποιος πιστεύει στην ανεξάρτητη λειτουργία της Δικαιοσύνης, γνωρίζει ότι η απονομή της δεν είναι απλώς ζήτημα τήρησης της νομιμότητας, αλλά κυρίως ζήτημα διαφύλαξης των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των πολιτών, της προστασίας τους από την κρατική αυθαιρεσία και της περιφρούρησης των συνταγματικών δημοκρατικών αρχών, της ισότητας, της ισονομίας, της ισοπολιτείας, της ασφάλειας του προσώπου, της προσωπικής ελευθερίας, αλλά και της λαϊκής κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας. Αυτό προϋποθέτει δικαστές με φρόνημα και βαθιά συναίσθηση της κοινωνικής τους αποστολής, που τολμούν να διεκδικούν και να προστατεύουν την αξιοπρέπειά τους, περιφρουρώντας την αυτοεκτίμησή τους και την εκτίμηση των κοινωνών.

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, κ. Κεδίκογλου, μάς είπε ότι με τα χρήματα που πήραμε γλυτώσαμε τον γκρεμό και ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι θα δοθούν στην αγορά περίπου 18 δισ. μέχρι την άνοιξη. Προβλέπουν, μάλιστα, τα ευρωπαϊκά όργανα ανάπτυξη και θετικούς ρυθμούς από το τέλος του 2013, αρχές του 2014. Ποια είναι η δική σας θέση για όσα έγιναν και για τα χρήματα που πήραμε;

Θέλω να είμαι ακριβής: Δεν «πήραμε» χρήματα. Όπως δεν «διαχειριστήκαμε» χρήματα. Κάποιοι έχουν την κακή συνήθεια να κοινωνικοποιούν τα καταστροφικά αποτελέσματα της εκ μέρους τους άθλιας, επί δεκαετίες, κακοδιαχείρισης, διασπάθισης και ιδιοποίησης των οικονομικών και αποθεματικών της χώρας. Η ίδια κακή συνήθεια συνοδεύεται από την ιδιωτικοποίηση των όποιων ωφελειών και την προνομιακή διανομή τους στους «ημέτερους». Ο ελληνικός λαός, η κοινωνία, δεν πρόκειται να έχουν καμία ωφέλεια από αυτά τα ποσά, τα «χρήματα», που κάποιοι, και αρχηγοί κομμάτων, αναφέρονται σε αυτά και έχεις την αίσθηση ότι γεμίζει το στόμα τους. Αν δεν αλλάξουν τα κόμματα και τα πρόσωπα που μας κυβερνούν, αν δεν αποτινάξουμε τον ζυγό της παρεοκρατίας, που απομυζά τους κόπους και τον ιδρώτα του ελληνικού λαού, θα ανακυκλώνεται ο φαύλος κύκλος της διαφθοράς, της διαπλοκής και της αφαίμαξης των αδυνάτων.

Η ελληνική κοινωνία στενάζει και από τις υψηλές τιμές σε βασικά είδη. Μόλις πριν από έναν μήνα ο ΣΥΡΙΖΑ σφυροκόπησε στην Επιτροπή Διαφάνειας τα καρτέλ που πίνουν κυριολεκτικά το αίμα των θυμάτων τους κατά τις δικές μας έρευνες. Ο πρωθυπουργός κάλεσε στο Μαξίμου εκπροσώπους πολυεθνικών με αίτημα «ρίξτε τις τιμές». Ο ΣΥΡΙΖΑ και εσείς στη μάχιμη δικηγορία ποια εικόνα έχετε για τα καρτέλ και σε ποιους τομείς θεωρείτε, αν θεωρείτε, ότι το πρόβλημα είναι υπαρκτό;

Η ύπαρξη και η δράση των καρτέλ στη χώρα μας είναι αδιαμφισβήτητη. Η πάταξη των καρτέλ είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης. Η μη πάταξή τους είναι η ευθεία συνέπεια της έλλειψης πολιτικής βούλησης. Η ελληνική οικογένεια έφτασε, τη δεκαετία του 2000, να δανείζεται, προκειμένου να ικανοποιήσει τις βασικές βιοτικές ανάγκες διατροφής, ένδυσης και αξιοπρεπούς διαβίωσης. Έφτασε να χρεώνεται μέσω καρτών και τραπεζών για να γεμίσει το «καλάθι της νοικοκυράς».
 
Η αισχροκέρδεια και η παραβίαση των κανόνων υγιούς ανταγωνισμού ουδέποτε τέθηκαν στο στόχαστρο της πολιτικής των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και Νέας Δημοκρατίας, αλλά ούτε και των μνημονιακών συγκυβερνήσεων, που παριστάνουν ότι «δεν υπάρχει τρόπος πάταξής της» και αρνούνται να προστατεύσουν τα δικαιώματα των πολιτών και των καταναλωτών. Ωφελημένες, για άλλη μια φορά, είναι και οι τράπεζες, που έβαλαν στο χέρι την κινητή και ακίνητη περιουσία των απλών ανθρώπων, οι οποίοι σήμερα αδυνατούν να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις, έχοντας αποδεκατιστεί οικονομικά από τις περικοπές, την απόλυση και τα αμείλικτα φορολογικά μέτρα. Το πρόβλημα διατρέχει όλο το φάσμα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής της χώρας. Η λύση του δεν βρίσκεται στις υποκριτικές πρωθυπουργικές γονυκλισίες και παρακλήσεις στις πολυεθνικές, αλλά στη νομοθέτηση και θεσμοθέτηση διαδικασιών λογοδοσίας και απόδοσης ευθυνών. Κι ακόμη, στη νομοθετική θέσπιση μιας σύγχρονης σεισάχθειας, με διαγραφή χρεών των υπερχρεωμένων πολιτών. Σχετική πρόταση κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ στη Βουλή τον Αύγουστο, πλην όμως η κοινοβουλευτική πλειοψηφία ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ την καταψήφισε.
 
Το Β' Μέρος της Συνέντευξης στο επόμενο φύλλο