ΜΕΛΕΤΗ ΙΝΕ-ΓΣΕΕ: Σε κατάρρευση έως το 2015 οδηγεί τα Ταμεία η αύξηση-ρεκόρ της ανεργίας

Οριακό για τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων αναμένεται να είναι το 2015 (αντί του 2025, που προβλεπόταν αρχικά), λόγω της παρατεταμένης και βαθιάς ύφεσης, σε συνδυασμό με την εκρηκτική ανεργία (η οποία αυξήθηκε κατά 200% από το 2009 έως σήμερα!). Αυτές οι αρνητικές εξελίξεις αντισταθμίζουν την επίδραση στο Ασφαλιστικό από τις περικοπές των συντάξεων και την αύξηση των ορίων ηλικίας, όπως υποστηρίζει σε μελέτη του, με την οποία κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, το Ινστιτούτο Εργασίας (ΙΝΕ) της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ).

Φωτίζοντας τις δυσμενείς εξελίξεις στη βιωσιμότητα του Ασφαλιστικού, η νέα μελέτη τού ΙΝΕ-ΓΣΕΕ για την κοινωνική ασφάλιση και τις επιπτώσεις τής γήρανσης του πληθυσμού στο ασφαλιστικό σύστημα της Ελλάδας για την περίοδο 2013-2050, αναδεικνύει την αναγκαιότητα για ένα νέο πλαίσιο χρηματοδότησης του συνταξιοδοτικού συστήματος, με την ανεύρεση νέων πόρων εκτός του κρατικού προϋπολογισμού (αύξηση αντικειμενικών αξιών δημόσιας περιουσίας, τυχερά παιχνίδια, κερδοφορία τραπεζών και δημόσιων επιχειρήσεων, κρατικές προμήθειες, δημόσια έργα, καζίνο κοκ.), με στόχο τη μακροχρόνια οικονομική βιωσιμότητα και την κοινωνική αποτελεσματικότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.

Δυστυχώς(!) ζούμε περισσότερο...

Ειδικότερα, το ενδιαφέρον τής εισήγησης των κ.κ Σάββα Ρομπόλη και Βασίλη Μπέτση επικεντρώνεται στη διερεύνηση των επιδράσεων του προσδόκιμου ζωής, της γήρανσης του πληθυσμού, της ανεργίας, της μείωσης των μισθών, της αναιμικής ανάκαμψης, των χρηματοοικονομικών κινδύνων και της μείωσης των συντάξεων στη μακροχρόνια βιωσιμότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα.
Σημαντικό γεγονός, το οποίο θα έπρεπε να τονιστεί, είναι ότι οι εκτιμήσεις των προηγούμενων ετών για το προσδόκιμο ζωής έχουν διαφοροποιηθεί, με αποτέλεσμα η γήρανση του πληθυσμού να δημιουργεί πλέον σοβαρά προβλήματα στη χρηματοδότηση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Όπως διαπιστώνει το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, η δημογραφική μεταβολή του πληθυσμού λόγω της αύξησης του προσδόκιμου ζωής και της ταυτόχρονης μείωσης των γεννήσεων (γήρανση του πληθυσμού) συμβάλλει σήμερα στην αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών κατά 15%.
Γεγονός που επιβαρύνει σε πολύ μεγάλο βαθμό τα έσοδα των φορέων κοινωνικής ασφάλισης και τα αποθεματικά τους είναι και το ότι μετά από τέσσερα έτη η ανεργία κινείται (το 2013) στο 28%-29% και η οικονομία παραμένει σε ύφεση, με ρυθμούς της τάξης του -4,5%.

Σε ποσοστό 200% αυξήθηκε η ανεργία από το 2009

Όπως σημειώνεται στην ανάλυση, λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι το 2013 ο δείκτης ανεργίας είναι στα 
επίπεδα του 28%-29% (εκτιμήσεις ΙΝΕ/ ΓΣΕΕ), παρατηρείται ότι η ανεργία αυξήθηκε κατά περίπου 200% σε σχέση με τα επίπεδα του 2009. Το ανησυχητικό φαινόμενο, όπως προστίθεται, είναι ότι, εκτός από τις εκτιμήσεις του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, και οι εκτιμήσεις διεθνών οργανισμών (ILO, IMF κοκ.) προβλέπουν ότι η ανεργία θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα (άνω του 15%) τουλάχιστον μέχρι το 2020: «Φαινόμενο το οποίο θα επιβαρύνει σε μεγάλο βαθμό το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης της χώρας...» όπως υπογραμμίζουν με νόημα οι μελετητές.

Αυξάνεται η ανεργία, μειώνονται οι παροχές!
 
Στον αντίποδα της ραγδαίας αύξησης του ποσοστού ανεργίας υπήρξε σημαντική μείωση στις συνταξιοδοτικές παροχές (βάσει της ανάγκης για δημοσιονομική πειθαρχία, σύμφωνα με το 1ο και το 2ο μνημόνιο). Έτσι, ο δείκτης παροχών (benefit ratio), ο οποίος εκφράζει το επίπεδο παροχών του συνταξιοδοτικού συστήματος, έχει μειωθεί αισθητά το 2013 σε σχέση με τις παροχές του 2009.
Από τα στοιχεία της έκθεσης του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ συνάγεται ότι οι δαπάνες για συντάξεις μειώθηκαν από τα επίπεδα των 33 δισ. ευρώ το 2009 στα 22,5 δισ. το 2013 (μείωση 32%). Το συμπέρασμα αυτό αποτυπώνεται και στη μέση σύνταξη γήρατος, η οποία, σύμφωνα με στοιχεία Νοεμβρίου 2013 του Ενιαίου Συστήματος Ελέγχου και Πληρωμής Συντάξεων «Ήλιος», εκτιμάται στα επίπεδα των 927 ευρώ (ακαθάριστα), όταν σε μελέτη των ΙΝΕ της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ (του 2009) η μέση σύνταξη εκτιμήθηκε σε περίπου 1.350 ευρώ (ακαθάριστα). Η μεταβολή αυτή αντιστοιχεί σε ποσοστιαία μείωση της τάξης του 31,5%.

Το δια ταύτα

Όπως τονίζεται, η συγκεκριμένη μεθοδολογική προσέγγιση δεν αποσκοπεί στον προσδιορισμό του οργανικού ελλείμματος ως κορυφαίου προβλήματος του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα: αντίθετα, στόχο έχει την αποτύπωση της εξέλιξης των στοιχείων ενεργητικού του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης ως ποσοστού του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2013-2050.
Στο πλαίσιο αυτό, οι προβληματισμοί που διατυπώνονται στα συμπεράσματα της εισήγησης (ως προϋποθέσεις προτεραιοτήτων παρέμβασης και άσκησης δημόσιων κοινωνικοασφαλιστικών πολιτικών) κινούνται προς την κατεύθυνση της σύνθετης κοινωνικοοικονομικής αντιμετώπισης των προβλημάτων της μακροχρόνιας βιωσιμότητας και της κοινωνικής αποτελεσματικότητας του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα.
Στον επίλογο, λοιπόν, της εισήγησης αυτής αναφέρεται ότι από τη μελέτη των επιδράσεων του προσδόκιμου ζωής, της γήρανσης του πληθυσμού, της ανεργίας, της μείωσης των μισθών, της αβεβαιότητας και των χρηματοοικονομικών κινδύνων, της αναιμικής ανάκαμψης και των μέτρων περικοπής των συνταξιοδοτικών παροχών προκύπτουν τα εξής:
- Η οριακή ισορροπία εισροών-εκροών την περίοδο 2014-2015 και από το τέλος του 2015 και μετά ανατρέπεται -ακόμη και αυτή η οριακή ισορροπία στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα της χώρας.
- Η δημογραφική μεταβολή του πληθυσμού, λόγω της αύξησης του προσδόκιμου ζωής και της ταυτόχρονης μείωσης των γεννήσεων (γήρανση του πληθυσμού), συμβάλλει σήμερα στην αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών κατά 15%. Με διαφορετικά σενάρια εκτίμησης της θνησιμότητας, αυτή η επιβάρυνση προσεγγίζει το 27% έως το 2050.
- Οι περικοπές των συντάξεων και η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, αν δεν συνοδεύονταν από εκρηκτική αύξηση της ανεργίας, θα καθιστούσαν οριακό έτος για την εξέλιξη των αποθεματικών το 2025: η παρατεταμένη και βαθιά ύφεση, ωστόσο, από κοινού με την ανεργία μετατόπισαν το λεγόμενο «οριακό έτος» δέκα χρόνια νωρίτερα (το 2015).
- Οι δυσμενείς εξελίξεις περί τη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος στην Ελλάδα αναδεικνύουν την αναγκαιότητα για ένα νέο πλαίσιο χρηματοδότησης του συνταξιοδοτικού συστήματος, με την ανεύρεση νέων πόρων εκτός του κρατικού προϋπολογισμού, με στόχο τη μακροχρόνια οικονομική βιωσιμότητα και κοινωνική αποτελεσματικότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.