Εθνικό νόμισμα, παραγωγική ανασυγκρότηση και κοινωνικός μετασχηματισμός

Για να καταστεί δυνατή η αντιστροφή της καταστροφικής πορείας της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας πρέπει να εφαρμοστεί ένα εναλλακτικό σχέδιο και να ακολουθηθεί μία πολιτική ριζικά διαφορετική από αυτή που υποστηρίζει το κυρίαρχο μπλοκ εξουσίας...

 
Η αντιμετώπιση της κρίσης αυτής από τους εκπροσώπους της κυρίαρχης τάξης ως συγκυριακής, με βάση τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και με αιχμή τα μνημόνια και τα μέτρα που αυτά συνεπάγονται, όξυναν ακόμη περισσότερο την κρίση αποδιαρθρώνοντας πλήρως την ελληνική οικονομία και κοινωνία....
του Ηλία Ι. Νικολόπουλου*

1. Ο χαρακτήρας της κρίσης και οι επιπτώσεις από τον τρόπο αντιμετώπισής της 

 

Η κρίση της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, που εκδηλώθηκε το 2008 στο πλαίσιο της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής κρίσης, βαθαίνει όλο και περισσότερο. Πρόκειται για κρίση δομικού χαρακτήρα η οποία έχει προσβάλλει τα θεμέλια της κοινωνίας μας.

Η αντιμετώπιση της κρίσης αυτής από τους εκπροσώπους της κυρίαρχης τάξης ως συγκυριακής, με βάση τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές και με αιχμή τα μνημόνια και τα μέτρα που αυτά συνεπάγονται, όξυναν ακόμη περισσότερο την κρίση αποδιαρθρώνοντας πλήρως την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Το αποτέλεσμα των νεοφιλελευθέρων αυτών επιλογών και πολιτικών ήταν η φτωχοποίηση και περιθωριοποίηση του μεγαλύτερου τμήματος της κοινωνίας μας και, κυρίως, των εργαζομένων, των συνταξιούχων, της νεολαίας και των ενδιάμεσων κοινωνικών στρωμάτων.

Δυστυχώς, η κυβέρνηση Αλ. Τσίπρα με την απομάκρυνσή της από τις προγραμματικές θέσεις, αποφάσεις και επεξεργασίες του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. προσχώρησε σε νεοφιλελεύθερες επιλογές και πολιτικές, αποδεχόμενη στις 13 Ιουλίου 2015 να εφαρμόσει ένα τρίτο μνημόνιο ιδιαίτερα επιβαρυντικό για τα συμφέροντα του εργαζόμενου λάου και της χώρας. Η μετατροπή της χώρας, στο πλαίσιο της ευρωζώνης, σε μόνιμη αποικία χρέους και των μη προνομιούχων κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων σε φόρου υποτελείς είναι πλέον γεγονός.

Η κρισιμότητα της σημερινής κατάστασης επιβάλλει άμεσα την ανάγκη λήψης μέτρων ριζοσπαστικού χαρακτήρα στη βάση ενός εναλλακτικού σχεδίου οικονομικής και κοινωνικής ανόρθωσης και ανάπτυξης ώστε η χώρα να απεμπλακεί από τις μνημονιακές δεσμεύσεις και περιορισμούς που τη βυθίζουν σε μεγαλύτερη κρίση και την οδηγούν σε καθολική καταστροφή. 



2. Οι βασικοί άξονες ενός εναλλακτικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης και αναδιάρθρωσης της κοινωνίας και του κράτους σε προοδευτική κατεύθυνση 

 

Για να καταστεί δυνατή η αντιστροφή της καταστροφικής πορείας της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας πρέπει να εφαρμοστεί ένα εναλλακτικό σχέδιο και να ακολουθηθεί μία πολιτική ριζικά διαφορετική από αυτή που υποστηρίζει το κυρίαρχο μπλοκ εξουσίας. Ένα τέτοιο εναλλακτικό σχέδιο πρέπει να βασίζεται στους ακόλουθους άξονες:

α) Παραγωγική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη της οικονομίας

Κάθε κοινωνία για να μπορεί να αναπαράγεται και να αναπτύσσεται είναι υποχρεωμένη να εξασφαλίζει τα αγαθά και τους πόρους που απαιτούνται για το σκοπό αυτό. Συνεπώς, η παραγωγική διαδικασία αποτελεί θεμελιώδη λειτουργία κάθε κοινωνίας, όπως και το σημαντικότερο αφετηριακό σημείο προσέγγισης και αντιμετώπισης των οικονομικών, και όχι μόνον, προβλημάτων.

Η καταστροφή του παραγωγικού δυναμικού της χώρας μας από τις επιλογές και τις πολιτικές των κυρίαρχων κοινωνικοπολιτικών δυνάμεων απαιτεί την άμεση δραστηριοποίηση του κοινωνικού και του δημόσιου τομέα.

Η εισαγωγή και η καθιέρωση θεσμών αυτοδιαχείρισης και συνεργατισμού μπορεί να απορροφήσει και να ενεργοποιήσει, σε μεγάλη έκταση, το αξιόλογο εργασιακό δυναμικό που διαθέτει η χώρα μας και το οποίο έχει περιθωριοποιηθεί και παραμένει ανενεργό. Ποσοστά ανεργίας 30% περίπου στον ενεργό πληθυσμό και 65% στη νεολαία είναι ιδιαίτερα δύσκολο να απορροφηθούν με διαφορετικό τρόπο. Ιδιαίτερα, η μαζική μετανάστευση των καταρτισμένων επιστημονικοτεχνικά νέων έχει προσλάβει καταστρεπτικές για το μέλλον της χώρας διαστάσεις.

Οι αυτοδιαχειριστικές και συνεργατικές μορφές δίνουν τη δυνατότητα στους άμεσους παραγωγούς να αναπτύσσουν παραγωγικές δραστηριότητες ευρύτατου φάσματος αξιοποιώντας τα σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η χώρα μας στον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα.

Ταυτόχρονα με την ενεργοποίηση του κοινωνικού τομέα επιβάλλεται η άμεση δραστηριοποίηση του δημόσιου τομέα. Ο δημόσιος τομέας με την οικονομική και επενδυτική του δραστηριότητα και λειτουργία μπορεί να δώσει την απαραίτητη ώθηση για την επανεκκίνηση, την παραγωγική ανασυγκρότηση και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Για να μπορέσει να παίξει το ρόλο αυτό ο δημόσιος τομέας, θα πρέπει να διευρυνθεί τόσο το πεδίο δράσης των δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών όσο και να περιέλθει άμεσα στην ιδιοκτησία του το σύνολο των τραπεζών, εκτός από τις συνεταιριστικές, οι οποίες ανακεφαλαιοποιούνται και ενισχύονται συνεχώς με χρήματα των υποτελών κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων. Με την απόκτηση των τραπεζών από το δημόσιο η τραπεζική χρηματοδότηση της οικονομίας θα πάψει να καθορίζεται από τα συμφέροντα και τις επιλογές του διεθνούς, του ευρωπαϊκού και του εγχώριου χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και θα στραφεί στην εξυπηρέτηση των αναγκών της οικονομίας μας.

Στην προσπάθεια για την επανενεργοποίηση και την παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας σημαντικό ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν, επίσης, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν να προσφέρουν πολλά στους περισσότερους τομείς. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορούν να συντελέσουν στην κάλυψη άμεσων αναγκών (διατροφή, ένδυση, υπόδηση), στην μείωση της ανεργίας, στην εφαρμογή καινοτομιών, στη βελτίωση του τουρισμού, στην αύξηση των εξαγωγών και στον περιορισμό των εισαγωγών, στην παραγωγή εξαρτημάτων κ.ά.

Η πολιτεία οφείλει να συμπαραστέκεται και να μεριμνά για τα προβλήματα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και να συμβάλλει στην επίλυσή τους, ιδιαίτερα, όταν αυτές αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες και δράσεις κοινοπρακτικού χαρακτήρα. Η ενεργοποίηση του κοινωνικού και του δημόσιου τομέα, όπως και η δραστηριοποίηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, θα έχουν ως άμεσο αποτέλεσμα την παραγωγή νέου πλούτου και τη δραστική μείωση της ανεργίας. Είναι αυτονόητο ότι ο συντονισμός των βασικών αυτών τομέων απαιτεί την καθιέρωση του αποκεντρωμένου κοινωνικού σχεδιασμού και προγραμματισμού, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται τόσο η επιθυμητή κατεύθυνση όσο και η κοινωνικοοικονομική αποτελεσματικότητά της.

Ειδικότερα σε ότι αφορά το ζήτημα της παραγωγικής ανασυγκρότησης και ανάπτυξης πρέπει να επισημανθεί ότι στις απαρχές κάθε αναπτυξιακής προσπάθειας, ιδιαίτερα σε συνθήκες δομικής κρίσης του κυριάρχου συστήματος, βρίσκεται η αναγκαία μεταβολή των οικονομικών δομών της κοινωνίας ώστε οι υφιστάμενες σχέσεις παραγωγής να μετασχηματιστούν και να πάψουν να κρατούν σε εξαρτημένη θέση τους εργαζόμενους και τους άλλους παραγωγούς, δηλαδή τα πιο δυναμικά στοιχεία του πληθυσμού. Άλλωστε, η αποτελεσματική χρησιμοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων που έχει στη διάθεση της η κοινωνία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί εάν δεν αντιμετωπιστούν και εξαφανιστούν οι υπάρχουσες μορφές παρασιτικής δραστηριότητας και κατανάλωσης. Για το λόγο αυτό σε μια εναλλακτικού τύπου οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη πρέπει να δίνεται προτεραιότητα στην ικανοποίηση των συλλογικών αναγκών. Δηλαδή, εάν θέλουμε να επιτύχουμε ταχεία οικονομική ανόρθωση και ανάπτυξη είναι απαραίτητο η προσπάθεια να επικεντρώνεται στην κάλυψη των κοινωνικών αναγκών και στην ανάπτυξη επωφελών για την κοινωνία δραστηριοτήτων.

β) Διαγραφή του μεγαλύτερου, τουλάχιστον, μέρους του δημόσιου χρέους

Η διαγραφή του μεγαλύτερου, τουλάχιστον, μέρους του δημόσιου χρέους, κατά προτίμηση μετά από συνεννόηση με τους δανειστές ή στην ανάγκη μονομερώς, θα εξασφαλίσει τους απαραίτητους πόρους για την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας, όπως και πόρους για την παραγωγική ανασυγκρότηση και την ανάπτυξή της.

Η διαγραφή αυτή θα δώσει τη δυνατότητα το πλεόνασμα που θα παράγεται στο πλαίσιο της οικονομίας μας να κατευθύνεται, αφενός, στη χρηματοδότηση παραγωγικών δραστηριοτήτων του κοινωνικού και του δημόσιου τομέα όπως και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και, αφετέρου, στην ανασυγκρότηση και την ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας. Άλλωστε, μία τέτοια επιλογή και πολιτική θα θέσει τέρμα στην απομύζηση του παραγόμενου πλεονάσματος από το διεθνές χρηματιστικό και χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο. Δεν είναι ασφαλώς τυχαίο ότι και το τρίτο μνημόνιο κινείται στην ίδια κατεύθυνση εντείνοντάς την μάλιστα.

Η διατήρηση του καθεστώτος αποικίας χρέους στο οποίο έχει περιέλθει η χώρα μας, εντός της ευρωζώνης, εάν δεν τερματιστεί το συντομότερο είναι φανερό ότι την οδηγεί σε πλήρη οικονομική και κοινωνική καταστροφή. Η επιστροφή σε συνθήκες αυτοδύναμου ελέγχου και διαχείρισης της πραγματοποιούμενης συσσώρευσης στο πλαίσιο της ελληνικής οικονομίας είναι η μόνη βάση στην οποία μπορεί να στηριχτεί μία γνήσια πολιτική παραγωγικής ανασυγκρότησης και ανάπτυξης

Ταυτόχρονα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν υπάρχει διαδικασία συσσώρευσης που να είναι απαλλαγμένη από αντιθέσεις, ο χαρακτήρας και η μορφή των οποίων καθορίζεται από τις υφιστάμενες ή δημιουργούμενες παραγωγικές δομές και τους υφιστάμενους, κάθε φορά, συσχετισμούς ταξικής δύναμης. Για το λόγο αυτό η ανάλυση των συγκεκριμένων διαδικασιών στο πλαίσιο των οποίων εμφανίζονται οι αντιθέσεις αυτές παραμένει ο καλύτερος τρόπος για το πώς πρέπει να τις αντιμετωπίζουμε.

γ) Εισοδηματική ενίσχυση των εργαζομένων και των συνταξιούχων

Η άμεση εισοδηματική ενίσχυση των κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων που δέχτηκαν τη νεοφιλελεύθερη και μνημονική επίθεση στα εισοδήματα, την απασχόληση και στα κοινωνικά δικαιώματά τους δεν αποτελεί μόνο μέτρο κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά και μέσο άμεσης ενίσχυσης της ζήτησης για την αναζωογόνηση της ελληνικής οικονομίας.

Στο πλαίσιο αυτό η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, της φοροαποφυγής και της εισφοροδιαφυγής αποτελεί πρώτη προτεραιότητα ώστε να σταματήσει η ιδιοποίηση δημόσιων και κοινωνικών πόρων από ιδιωτικά συμφέροντα. Η καθιέρωση ενός δίκαιου κοινωνικά και αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος είναι περισσότερο από αναγκαία για να μην πληρώνουν φόρους, κυρίως, οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι και να φοροδιαφεύγουν τα κυρίαρχα κοινωνικά στρώματα και τάξεις με αποτέλεσμα να πλήττεται σοβαρά η ελληνική οικονομία και κοινωνία και να υπονομεύεται η αναπτυξιακή της διαδικασία.

Ταυτόχρονα, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με ουσιαστικό τρόπο, από οικονομική και κοινωνική άποψη, το συνταξιοδοτικό ζήτημα με τη θέσπιση ενός ορθολογικού, κοινωνικά δίκαιου και βιώσιμου συστήματος. Ενός συστήματος το οποίο θα θεραπεύει τις ανισότητες και τις αδικίες που είχαν δημιουργήσει δεκαετίες πελατειακών παρεμβάσεων και ρυθμίσεων, λεηλασιών των αποθεματικών των ταμείων και μνημονιακών πολιτικών με τις οριζόντιες περικοπές που επέβαλλαν, με αποτέλεσμα την καθίζηση των κύριων και επικουρικών συντάξεων βυθίζοντας στη δυστυχία το μεγαλύτερο τμήμα των σημερινών συνταξιούχων και το σύνολο των μελλοντικών συνταξιούχων.

δ) Μετασχηματισμός του κράτους

Για να μπορεί να συμβάλλει το κράτος και το δημόσιο στην ανασυγκρότηση και την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας πρέπει να πάψει να λειτουργεί γραφειοκρατικά και πελατειακά. Η στελέχωση του κράτους και του δημοσίου πρέπει να γίνεται με καταρτισμένο προσωπικό και, αποκλειστικά, με αξιοκρατικά κριτήρια και τρόπο. Με δεδομένο, αφενός, ότι ο χαρακτήρας και η λειτουργία του κράτους προσδιορίζονται από τις σχέσεις παραγωγής και τις ταξικές σχέσεις που επικρατούν και, αφετέρου, ότι το κράτος εκφράζει τα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων και τη σχέση που τα συμφέροντα αυτά διαμορφώνουν με τα συμφέροντα των υποτελών τάξεων, όπως η σχέση αυτή διαμορφώνεται μέσα από την ταξική πάλη και τους συσχετισμούς κοινωνικοπολιτικής δύναμης που προκύπτουν από αυτή, η αλλαγή του χαρακτήρα και της λειτουργίας του κράτους αποτελεί κεντρικό στόχο και, ταυτόχρονα, διακύβευμα. Για το λόγο αυτό στη διαδικασία του κοινωνικού μετασχηματισμού, από την πρώτη στιγμή, ο εκδημοκρατισμός και ο μετασχηματισμός του κράτους πρέπει να βασιστεί στην εισαγωγή θεσμών και διαδικασιών άμεσης δημοκρατίας. Οι θεσμοί και οι διαδικασίες αυτές θα ενεργοποιούν το ανθρώπινο δυναμικό του κρατικού μηχανισμού μετατρέποντάς τον σε αποφασιστικό παράγοντα εξυπηρέτησης, και όχι καταδυνάστευσης, της κοινωνίας και των πολιτών. Ταυτόχρονα, η εισαγωγή και η ανάπτυξη αμεσοδημοκρατικών θεσμών και διαδικασιών θα παρεμποδίζει τη γραφειοκρατικοποίηση του κράτους και των μηχανισμών του.

Στον ευρύτερο δε δημόσιο τομέα, δηλαδή στις δημόσιες επιχειρήσεις και τους οργανισμούς όπως και στις τράπεζες, επιβάλλεται, άμεσα, να καθιερωθούν θεσμοί και διαδικασίες εργατικού και κοινωνικού ελέγχου.

ε) Επανάκτηση της νομισματικής ανεξαρτησίας

Η ανάκτηση της ανεξαρτησίας στο νομισματικό τομέα και τη νομισματική πολιτική είναι απαραίτητη για να διευκολυνθεί η παραγωγική ανασυγκρότηση και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Για να επιτευχθεί ο μεγάλος αυτός στόχος και να αποδεσμευθεί η χώρα από τις καταστροφικές συνέπειες των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων επιβάλλεται να έχει κατάλληλη νομισματική πολιτική. Έτσι, η επιστροφή στο εθνικό μας νόμισμα είναι αναγκαία από τη στιγμή κατά την οποία το ευρώ δεν λειτουργεί ως κοινό νόμισμα που να εκφράζει τη συνισταμένη των δυνατοτήτων και των αναγκών των κρατών- μελών της ευρωζώνης.

Σχετικά, είμαστε υποχρεωμένοι να επισημάνουμε, αφενός, τη βεβιασμένη επιλογή των κυρίαρχων κύκλων για την ένταξή μας στην ευρωζώνη με τις γνωστές καταστροφικές συνέπειες για την παραγωγή και την οικονομία μας και, αφετέρου, ότι το ευρώ με τον τρόπο που καθιερώθηκε και λειτουργεί παίζει αρνητικό ρόλο για τις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης. Η μοναδική, σχεδόν, χώρα που ευνοήθηκε και ευνοείται από το ευρώ είναι η Γερμανία, της οποίας η οικονομία δεν θα μπορούσε να έχει τα οφέλη που έχει εάν είχε το μάρκο σαν νόμισμα της. Σε περίπτωση που η Γερμανία αναγκαζόταν να επιστρέψει στο μάρκο θα έβλεπε μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, να εκμηδενίζονται τα αποτελέσματα της εσωτερικής υποτίμησης που είχε επιβάλλει στους γερμανούς εργαζόμενους και συνταξιούχους και να αποδυναμώνεται σημαντικό τμήμα του παραγωγικού της δυναμικού.

Το ευρώ, αντίθετα από ότι υποστηρίζεται από τις κυρίαρχες ελίτ, δεν συνέβαλε στη σύγκλιση των οικονομιών των χωρών της ευρωζώνης αλλά στην απόκλισή τους. Διαπιστώνεται, δηλαδή, ότι στην ευρωζώνη επιβάλλεται μία ενιαία πολιτική σε ετερογενείς οικονομίες επιδεινώνοντας τις διαφορές τους, αφού δεν εφαρμόζονται πολιτικές και μηχανισμοί άμβλυνσης και υπέρβασής τους.

Συνεπώς, από τη στιγμή που δεν υπάρχει ένα κοινό νόμισμα και ένα κατάλληλο πλαίσιο, που να είναι σε θέση να εξυπηρετούν τις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες των λαών της ευρωζώνης, η επανάκτηση της νομισματικής αυτονομίας μας, ώστε να μπορούμε να εφαρμόζουμε τις πολιτικές και τα κοινωνικοοικονομικά μέτρα που είναι απαραίτητα για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού, είναι επιβεβλημένη. Μονάχα με την επιστροφή στο εθνικό μας νόμισμα και την κατοχύρωση της νομισματικής μας ανεξαρτησίας μπορούμε να εξασφαλίζουμε την απαιτούμενη ρευστότητα για την διευκόλυνση της χρηματοδότησης τόσο της παραγωγικής ανασυγκρότησης και ανάπτυξης της οικονομίας μας όσο και την ανασυγκρότηση του κράτους πρόνοιας και την αναδιάρθρωση της δημόσιας διοίκησης σε προοδευτικές βάσεις και κατεύθυνση.

3. Η αναγκαιότητα της ρήξης και της ανατροπής

 

Η υλοποίηση των αξόνων που εκθέσαμε προηγουμένως, σε γενικές γραμμές, μπορεί να αποτελέσει την αφετηρία υπέρβασης της δομικής κρίσης στην οποία έχει περιέλθει η οικονομία και η κοινωνία μας. Μία κρίση η οποία θα βαθαίνει ακόμη περισσότερο μετά την αποδοχή ενός βαρύτερου, του τρίτου, μνημονίου εάν δεν σημειωθούν μεγάλης κλίμακας αλλαγές σε όλα τα επίπεδα.

Είναι πλέον περισσότερο από φανερό ότι μονάχα με την εισαγωγή και καθιέρωση νέων σχέσεων παραγωγής, θεσμών και διαδικασιών με σοσιαλιστικό προσανατολισμό μπορούν η οικονομία και η κοινωνία να ξεφύγουν από τα κρίσιμα αδιέξοδα στα οποία τις οδήγησαν οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές των εκπροσώπων της κυρίαρχης τάξης σε άμεση συνεργασία με τα ξένα συμφέροντα και με αιχμή τα επαχθή μνημόνια.

Για τους λόγους αυτούς η λύση του γόρδιου δεσμού της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας απαιτεί ρήξεις και ανατροπές με τη θεσμοθέτηση και εφαρμογή μέτρων και πολιτικών ριζοσπαστικού χαρακτήρα. Σε αντίθετη περίπτωση η κρίση θα επιδεινώνεται με ακόμη πιο καταστροφικά αποτελέσματα για τον εργαζόμενο λαό και τη χώρα.
* Ηλίας Ι. Νικολόπουλος
καθηγητής της Οικονομικής της Διοίκησης,
πρώην αντιπρόεδρος του Τ.Ε.Ι. Χαλκίδας.
Μέλος του Δ.Σ. του ΜΑ.ΧΩ.Μ.Ε.
Την εισήγηση αυτή, παρουσιάστηκε στο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο που οργάνωσε ο Μαρξιστικός Χώρος Μελέτης και Έρευνας στις 15,16 και 17 Γενάρη στην Αθήνα με θέμα: ΕΥΡΩΖΩΝΗ ΛΑΪΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ.

πηγή: ΜΑΧΩΜΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου