ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΣ Νόμος: Ψήφισμα-καταπέλτης από την Ένωση Διοικητικών Δικαστών

Το νέο Ασφαλιστικό (ν. 4387/2016) θίγει για μία ακόμη φορά τους μισθωτούς, τους μικρούς επαγγελματίες και τους συνταξιούχους, ενώ πλήττει ιδιαίτερα και καταφανώς άδικα τους δικαστικούς λειτουργούς, επισημαίνεται σε ψήφισμα της Tακτικής Γενικής Συνέλευσης της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών...


Η Ένωση Διοικητικών Δικαστών, μετά το πέρα της σημερινής γενικής συνέλευσης των μελών της, εξέδωσε ψήφισμα στο οποίο επισημαίνει ότι ο νέος ασφαλιστικός νόμος θίγει για μία ακόμη φορά τους μισθωτούς, τους μικρούς επαγγελματίες και τους συνταξιούχους, ενώ πλήττει ιδιαίτερα και καταφανώς άδικα τους δικαστικούς λειτουργούς.

Ακόμα, αντιτίθενται οι διοικητικοί δικαστές στην μείωση τόσο το αποδοχών όσο και των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών, δηλώνουν κατηγορηματικά ότι δεν επιτρέψουν τη δημιουργία δικαστών δυο ταχυτήτων και ζητούν την εφαρμογή των αποφάσεων του μισθοδικείου.

Το πλήρες κείμενο του ψηφίσματος έχει ως εξής:

«ΨΗΦΙΣΜΑ της Tακτικής Γενικής Συνέλευσης της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών της 11ης/2/2017

Το νέο Ασφαλιστικό (ν. 4387/2016) θίγει για μία ακόμη φορά τους μισθωτούς, τους μικρούς επαγγελματίες και τους συνταξιούχους, ενώ πλήττει ιδιαίτερα και καταφανώς άδικα τους δικαστικούς λειτουργούς. Η, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 26, 87 και 88 του Συντάγματος, αλλά και αμετάκλητων δικαστικών αποφάσεων δραστική μείωση των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών καθιστά πλέον δυσανάλογη την συμμετοχή των τελευταίων στα δημόσια βάρη από την άποψη της ισότητας.


Τις συνέπειες του νέου ασφαλιστικού επιτείνει το γεγονός ότι τα σχετικά μέτρα προστίθενται στα αντίστοιχα που επιβλήθηκαν κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης και αφορούν μειώσεις μισθών, αυξήσεις φόρων, υποβάθμιση της δημόσιας παιδείας, της δημόσιας υγείας και της πρόνοιας. Σε αυτές τις συνθήκες η κυβέρνηση σχεδιάζει περαιτέρω μείωση των αποδοχών των μισθοδοτούμενων από το Δημόσιο με βάση ειδικά μισθολόγια στα οποία εντάσσει και εκείνο των δικαστικών λειτουργών, παραγνωρίζοντας τις αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις Ανωτάτων Δικαστηρίων της χώρας μας σύμφωνα με τις οποίες οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών δεν μπορούν να υποστούν νέες μειώσεις πέραν των ήδη σε σημαντικο ύψος επιβληθεισών

Παράλληλα, στα χρόνια της οικονομικής κρίσης έλαβε χώρα σημαντική υποβάθμιση των δικονομικών δικαιωμάτων των πολιτών που κατέστησε απρόσιτη την πρόσβαση στα δικαστήρια για την πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Η κυβέρνηση όχι μόνο δεν αναίρεσε ουσιωδώς το προϋφιστάμενο πλαίσιο των υπέρμετρων παραβόλων, των δικονομικών βαρών και περιορισμών, αλλά, για πρώτη φορά στα χρονικά, θεσπίστηκε η καταβολή παραβόλου και μάλιστα όταν το δικαστήριο κρίνει νόμιμο το αίτημα χορήγησης αναβολής, μέτρο που εξυπηρετεί ταμειακές ανάγκες του ΤΑΧΔΙΚ και όχι τον σκοπό του νόμου που είναι η επιτάχυνση εκδίκασης των υποθέσεων

Η Ένωση Διοικητικών Δικαστών έχει επισημάνει επανειλημμένως την ασχεδίαστη τακτική της κυβέρνησης για τα προβλήματα της Δικαιοσύνης, τα οποία διογκώνονται συνεχώς και λόγω υποστελεχωσης και υποχρηματοδότησης, με σοβαρές συνέπειες στην καθημερινή λειτουργία των δικαστηρίων, την ποιοτική εξυπηρέτηση του πολίτη αλλά και την καθυστέρηση απονομής της δικαιοσύνης

Έχει αναδείξει επανειλημμένως τις αιτίες συμφόρησης των δικαστηρίων από υποθέσεις και της για τον λόγο αυτό βραδύτητας της απονομής της διοικητικής δικαιοσύνης., στην οποία μεταφέρονται τα προβλήματα δυσλειτουργίας του κρατικού μηχανισμού. Η διαρκής άδικη κατανομή των φορολογικών βαρών, η αναντιστοιχία των κοινωνικών παροχών με το επίπεδο της προόδου, η πολυνομία, η κακή νομοθέτηση η γραφειοκρατία, οι εγγενείς αδυναμίες της δημόσια διοίκησης, οι ελλείψεις των δικαστηρίων σε προσωπικό και υποδομές λόγω της διαχρονικής υποχρηματοδότησης της Δικαιοσύνης, είναι μερικές από τις βασικές αιτίες συμφόρησης των δικαστηρίων από υποθέσεις για τις οποίες ευθύνεται η ίδια Πολιτεία.

Διεκδικεί εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων για όλους τους έλληνες πολίτες, βελτίωση των συντάξεων των δικαστικών λειτουργών, ανάκτηση βασικών ασφαλιστικών δικαιωμάτων που χάθηκαν ή υποτιμήθηκαν την περίοδο της κρίσης, κρατική χρηματοδότηση των ασφαλιστικών ταμείων και της δημόσιας υγείας. Δεν νοείται οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι κατέβαλαν τις εισφορές τους κατά τον εργασιακό βίο τους, να καλύπτουν συνεχώς τα ελλείμματα του Ασφαλιστικού Συστήματος.

Δεν θα αποδεχθεί παραβίαση των δικαστικών αποφάσεων που έκριναν αντισυνταγματικές τις ήδη πέραν επιβληθείσες μειώσεις των αποδοχών των δικαστικών λειτουργών και την σχεδιαζόμενη δημιουργία δικαστών δυο ταχυτήτων όσον αφορά το θέμα αυτό

Απαιτεί την κάλυψη των ελλείψεων σε προσωπικό και υποδομές και την επίλυση του κτιριακού προβλήματος πολλών διοικητικών δικαστηρίων».

Υπόθεση της Αριστεράς το αντιμνημονιακό μέτωπο

Το δίλημμα μνημόνιο –αντιμνημόνιο, όσο και αν κάποιοι το θεώρησαν ξεπερασμένο και ευκαιριακό, είναι υπαρκτό και μοιάζει ικανό να αποτελέσει τη βάση συνεννόησης των δημοκρατικών και αριστερών αντιμνημονιακών δυνάμεων...


του Γιάννη Ανδρουλιδάκη (*)

Η Ελλάδα βρίσκεται ήδη στον 7ο χρόνο της κρίσης, έχει υπογράψει τρία μνημόνια και ετοιμάζεται για το 4ο.παρά τους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης ότι θα βγούμε από το τούνελ και ότι δε θα απαιτηθούν πρόσθετα μέτρα. Η κοινωνία έχει γονατίσει, ο κόσμος βρίσκεται σε απόγνωση και φαίνεται πως όλο και μεγαλύτερα τμήματα των πολιτών συνειδητοποιούν ότι ο δρόμος αυτός, όποια κυβέρνηση και αν είναι στην εξουσία, οδηγεί σε αδιέξοδο και σε καταστροφική πορεία τη χώρα. Ο προβληματισμός και η συζήτηση για μια άλλη εναλλακτική λύση είναι περισσότερο επίκαιρη από ποτέ. Το δίλημμα μνημόνιο –αντιμνημόνιο, όσο και αν κάποιοι το θεώρησαν ξεπερασμένο και ευκαιριακό, είναι υπαρκτό και μοιάζει ικανό να αποτελέσει τη βάση συνεννόησης των δημοκρατικών και αριστερών αντιμνημονιακών δυνάμεων.

Η ιστορική αυτή ευκαιρία δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να χαθεί. Η συγκρότηση ενός τέτοιου Μετώπου θα δημιουργήσει μια νέα δυναμική, η οποία μπορεί να εμπνεύσει τα λαϊκά στρώματα, να κινητοποιήσει τις δημιουργικές δυνάμεις, να οδηγήσει σε ένα νέο διαφωτισμό και στην αναγέννηση του τόπου. Αυτή η συνεργασία θα ακυρώσει τα μνημόνια, θα κατευθύνει τη χώρα εκτός ευρώ και Ε.Ε. και με ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα, το οποίο θα είναι προς όφελος των πολλών, θα ανοίξει ένα παράθυρο ελπίδας και αισιοδοξίας για τον ελληνικό λαό έχοντας, βεβαίως, απόλυτη επίγνωση των τεράστιων δυσκολιών που θα συναντήσει αυτό το εγχείρημα.

Το Μέτωπο αυτό πρέπει να έχει μόνιμα χαρακτηριστικά και, ας μη φοβόμαστε να το λέμε, πατριωτικό προσανατολισμό. Η ιστορική πορεία της αριστεράς είναι ένας αγώνας προσφοράς στην πατρίδα. Η συγκρότηση του ΕΑΜ το αποδεικνύει περίτρανα. Αυτή η κίνηση, ωστόσο, δεν μπορεί να έχει συγκυριακό εκλογικό χαρακτήρα, ούτε να αποτελεί μια απλή συγκόλληση ετερόκλητων δυνάμεων που αυτοαποκαλούνται αντιμνημονιακές. Στόχο, επομένως, δεν αποτελεί μόνο η είσοδος στη Βουλή, όσο και αν αυτός είναι σημαντικός. Ασφαλώς μια γνήσια αντιμνημονιακή φωνή λείπει σήμερα από το Κοινοβούλιο. Όμως, απαιτείται η συνεργασία αυτή να έχει προοπτική, διαφορετικά ελλοχεύει ο κίνδυνος μιας διάλυσης με ό, τι αυτό συνεπάγεται για τον ήδη απογοητευμένο κόσμο της αριστεράς.

Εξυπακούεται ότι ένα διαφορετικό, σαφές και κατανοητό από τον απλό κόσμο πρόγραμμα αποτελεί σημαντικό εργαλείο για το Μέτωπο. Οι πολίτες σήμερα απογοητευμένοι από τα ψέματα και την κοροϊδία ούτε θα ψηφίσουν και κυρίως ούτε θα συμμετέχουν, αν δεν κατανοήσουν. Χρειάζεται να είναι ξεκάθαρο πώς θα βγάλει τη χώρα από την κρίση. Με ποιους θα συγκρουστεί. Ποια είναι τα βήματα του άλλου δρόμου. Ποιοι είναι οι κίνδυνοι. Ας μη λησμονούμε ότι η πλύση εγκεφάλου, που έγινε από τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ, είναι τόσο ισχυρή, που δε σπάει με συνθηματικό λόγο, απλές ρητορείες και ασαφείς διακηρύξεις. Αναμφισβήτητα οι ιδεολογικές διαφορές των δυνάμεων είναι υπαρκτές και σεβαστές, όμως, δε νοείται σε βασικά ζητήματα, όπως π.χ. το ευρώ, η ευρωζώνη, το χρέος κ.α. να εκφράζονται δημόσια διαφορετικές προσεγγίσεις. Η σύγχυση και η εκπομπή θολών μηνυμάτων αφαιρούν αντί να προσθέτουν.

Στην κίνηση αυτή δεν έχουν θέση όλες οι δυνάμεις. Μπορεί, κατά την άποψη μου, να συμμετέχουν πρόσωπα και κινήσεις από τις παρυφές του κέντρου ως την αριστερά, τίμιες φωνές που δε συνεργάστηκαν με τις κυβερνήσεις των τελευταίων 7 ετών, δε συμμετείχαν σ αυτές και δεν ψήφισαν μνημόνια. Δεν γίνεται να συμπεριληφθούν, όμως, όσοι κάτω από το μανδύα του αντιμνημονιακού κρύβουν ρατσιστικές και εθνικιστικές αντιλήψεις και στοχεύουν στην ικανοποίηση ατομικών φιλοδοξιών. Εδώ δε χωράνε προσωπικές στρατηγικές και μικροκομματικά παιχνίδια. Ας μην επιτρέψει η αριστερά ποτέ ξανά να αναδειχθεί από τους κόλπους της ένας νέος Τσίπρας .

Η κοινωνία, λοιπόν, περιμένει πρωτοβουλίες, ζητά λύσεις γι αυτό και δεν είναι η ώρα να επικαλείται κανείς ιδεολογική καθαρότητα και να μένει οχυρωμένος στο κάστρο του. Δεν υπάρχουν συνταγές-απαντήσεις. Η περιπλοκότητα των ζητημάτων και οι ραγδαίες εξελίξεις καθιστούν αναγκαία την αναθεώρηση αναλύσεων και στρατηγικών. Είναι προφανές ότι για να πετύχει αυτό το εγχείρημα πρέπει πρωτίστως να γίνει υπόθεση μεγάλου μέρους του ελληνικού λαού. Η κρισιμότητα των στιγμών είναι μεγάλη και γι αυτό η ευθύνη της αριστεράς τεράστια. Η ιστορία δε θα συγχωρήσει ολιγωρίες, δικαιολογίες, ηγεμονισμούς, δειλία που θα οδηγήσουν στην ακύρωση της ιδέας του Μετώπου για μια ακόμη φορά.

(*) O Γιάννης Ανδρουλιδάκης είανι εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας

Αλ. Τσίπρας: «Η αξιολόγηση θα κλείσει και θα κλείσει θετικά, χωρίς υποχωρήσεις…» (vid)

«Όσοι παλεύουν για να μην κλείσει η αξιολόγηση, θα απογοητευτούν», υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας στην ομιλία του από το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ....



«Όσοι παλεύουν για να μην κλείσει η αξιολόγηση, θα απογοητευτούν», υπογράμμισε ο Αλέξης Τσίπρας από το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ. «Και θα κλείσει και θα κλείσει θετικά, χωρίς υποχωρήσεις σε ακραίους παραλογισμούς, χωρίς υποχωρήσεις σε ζητήματα αρχών και χωρίς υποχωρήσεις που αφορούν στο ευρωπαϊκό κεκτημένο», τόνισε, προσθέτοντας ότι δεν ξέρει αν θα κλείσει με το ΔΝΤ σε κεντρικό ρόλο χρηματοδότη ή σε άλλο ρόλο, «αλλά η αξιολόγηση θα κλείσει γιατί η Ευρώπη δεν μπορεί να παίξει παιχνίδια ούτε να δεχτεί πειραματισμούς». «Η χώρα μας θα γυρίσει σελίδα με κάποιους πάλι να βρίσκονται βαριά εκτεθειμένοι» υπογράμμισε.

Ο πρωθυπουργός περιέγραψε την περίπλοκη εικόνα των διαπραγματεύσεων και το περιβάλλον, ευρωπαϊκό και διεθνές, εντός του οποίου αυτές εξελίσσονται, υπογραμμίζοντας ότι το 2017 θα είναι κρίσιμος χρόνος όχι μόνο για την πορεία της Ευρώπης, αλλά για την ύπαρξη της. Έστειλε μηνύματα πανταχόθεν αναφορικά με την αξιολόγηση, τόσο στο ΔΝΤ, το οποίο κατηγόρησε για «πόκερ» μέσω κωλυσιεργίας, όσο και στις συντηρητικές ευρωπαϊκές δυνάμεις και κυρίως προς τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών. Μάλιστα απηύθυνε έκκληση προς την Γερμανίδα Καγκελάριο να αποθαρρύνει την διαρκή επιθετικότητα και τις υποτιμητικές αναφορές του κ. Σόιμπλε εναντίον της Ελλάδας. Εξαπέλυσε δριμεία επίθεση στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη στάση της ΝΔ, σημειώνοντας ότι στην επικείμενη επίσκεψη του στη Γερμανία και τις επαφές του με την Ά. Μέρκελ και τον Β. Σόιμπλε, υποθέτει πως η «γραμμή» του θα είναι αυτή που δημόσια έχει διατυπώσει ο αντιπρόεδρος του κόμματος, για αποτυχία της αξιολόγησης ώστε να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ και να ανέβει στην εξουσία η ΝΔ. Σημείωσε ότι ο κ. Μητσοτάκης δεν αρκεί με τις θέσεις του να γίνει αρεστός στον κ. Σόιμπλε, αλλά στον ελληνικό λαό και με αυτόν τον τρόπο αυτό δεν θα γίνει.

Ο Αλέξης Τσίπρας εκφράζοντας τη βεβαιότητα ότι «θα καταφέρουμε να βγάλουμε τη χώρα και την κοινωνία από την κρίση, έθεσε στόχο για το κόμμα και την κυβέρνηση την προσήλωση σε ένα σχέδιο για την μεταμνημονιακή Ελλάδα με ισχυρό κοινωνικό αποτύπωμα. Ζήτησε από τα αρμόδια κομματικά όργανα και τους υπουργούς να επιδείξουν μηδενική ανοχή σε τυχόν περιπτώσεις παρατυπιών έστω και σε νομιμοφανές πλαίσιο που θα μπορούσαν να πλήξουν το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς.

Η διεθνής συγκυρία

Ξεκινώντας ο πρωθυπουργός περιέγραψε τις μεγάλες ανοικτές προκλήσεις στην Ελλάδα, την Ευρώπη, τον κόσμο, επισημαίνοντας ότι πρέπει να τις ζυγίσουμε, να τις υπολογίσουμε, και να λάβουμε τις αποφάσεις μας με γνώμονα το συμφέρον του τόπου μας. Επισήμανε ότι το 2017 θα είναι χρόνος κρίσιμος για την Ευρώπη δεδομένων των εκλογικών αναμετρήσεων σε κρίσιμες χώρες και πως «οι εξελίξεις το 2017 δεν θα κρίνουν απλά την πορεία της Ευρώπης, αλλά την ίδια της την ύπαρξη». Μίλησε για το διαρκώς διοογκούμενο ρεύμα ακροδεξιού ευρωσκεπτικισμού, τους μεγάλους κινδύνους και τις σημαντικές προκλήσεις διεθνώς αλλά και ειδικότερα στη γειτονιά μας, για να σημειώσει ότι η Ελλάδα παραμένει πυλώνας σταθερότητας και πως σε όλο αυτό το πλαίσιο, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ «καταβάλλει τεράστια προσπάθεια να ξαναστήσει τη χώρα στα πόδια της, να βγάλει τη χώρα από την πολυετή ύφεση και παρά τις διαρκείς πιέσεις από τους πιστωτές μας να προστατεύσει τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα».

Η κατάσταση στην αξιολόγηση

Ο πρωθυπουργός είπε ότι την αξιολόγηση την κάνει δύσκολη η διαρκής διαφωνία ανάμεσα στους πιστωτές μας. Είπε ότι το ΔΝΤ έχοντας χάσει την επιστημονική αξιοπιστία του από τις διαρκώς λαθεμένες προβλέψεις και συνταγές του, βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία να υποστηρίξει χρηματοδοτικά ένα πρόγραμμα δίχως γενναία απομείωση του χρέους, κάτι που έγινε απολύτως σαφές και στην τελευταία συνεδρίαση του ΔΣ του.

Από την άλλη, είπε, στην Ευρώπη, ενώ όλοι κατανοούν ότι η γενναία απομείωση του χρέους είναι κάτι αυτονόητο και αργά ή γρήγορα θα συμβεί, αρνούνται να το αποφασίσουν πριν από τις κρίσιμες αναμετρήσεις σε Ολλανδία, Γαλλία, Γερμανία φοβούμενοι την άνοδο της ακροδεξιάς. «Πρόκειται για στενόμυαλη λογική γιατί η ακροδεξιά θα ανεβαίνει όσο θα υιοθετείται από τις κυρίαρχες δυνάμεις η δική της ατζέντα». Τόνισε ότι, όμως, και το ΔΝΤ δεν δείχνει να έχει το θάρρος της γνώμης του, και πως δεν θα φοβόταν να πει ο ίδιος ότι ορισμένα στελέχη του προτιμούν να παίζουν προσωπικά παιχνίδια. Σημείωσε ότι το Ταμείο δειλιάζει να πει την αλήθεια στους Ευρωπαίους εταίρους, και προτιμά να παίζει ένα διαρκές παιχνίδι πόκερ κωλυσιεργώντας. Υποστήριξε ότι επειδή δεν θέλουν να ρίξουν το φταίξιμο στην αδιαλλαξία του Γερμανού ΥΠΟΙΚ για τα μέτρα απομείωσης του χρέους που πρέπει να ληφθούν, προσπαθούν να εφεύρουν νέες απαιτήσεις από την Ελλάδα, παράλογες, αρκεί να είναι εκείνη που θα χρεώνεται την κωλυσιεργία, και την προδιαγεγραμμένη, όπως είπε μεταφέροντας την προσωπική του άποψη, απόφαση του Ταμείου να μην χρηματοδοτήσει το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα.

Τόνισε ότι σε αυτή τη διελκυστίνδα η Ελλάδα δεν είναι μόνη της «ούτε έχει κυβέρνηση πρόθυμη να παραδώσει τη χώρα σαν το σκύλο στο αμπέλι». Σημείωσε ότι σύμμαχος της είναι και τα θετικά αποτελέσματα της ελληνικής οικονομίας, με τους ευρωπαίους εταίρους να αναγνωρίζουν την εντυπωσιακή υπερκάλυψη των εσόδων και τους τεχνοκράτες του ΔΝΤ να έχουν την πραγματικότητα ως τη μεγάλη δυσκολία για να στηρίξουν τις επιδιώξεις τους.

«Αυτό που περιμένουμε είναι να αναθεωρήσουν αυτές τις εκτιμήσεις. Δεν μπορεί να υπάρξει διαπραγμάτευση αν δεν βρισκόμαστε στην ίδια σελίδα. Περιμένουμε το συντομότερο να τις αναθεωρήσουν ώστε να μπορέσει να συνεχιστεί η διαπραγμάτευση σε τεχνικό επίπεδο».

Παίζουν με τη φωτιά όποιοι παίζουν παιχνίδια για Ευρωζώνη 2 ταχυτήτων

Ο κ. Τσίπρας επανέλαβε ότι «δεν πρόκειται να δεχτούμε άλλα παιχνίδια στην πλάτη της Ελλάδας και του λαού. Δεν θα επιτρέψουμε στους συμμάχους μας στην Ευρώπη άλλα παιχνίδια με τη φωτιά για τη συνοχή και το μέλλον της Ευρώπης. Όποιοι παίζουν παιχνίδια για Ευρωζώνη 2 ταχυτήτων, διασπάσεων και διαιρέσεων, παίζουν με τη φωτιά». Μιλώντας ουσιαστικά για τη Γερμανία, εξέφρασε τη βεβαιότητα του ότι η ίδια τους η κυβέρνηση «δεν θα αφήσει τους πυρομανείς να παίζουν με τα σπίρτα στην αποθήκη με τα πυρομαχικά».

Από το βήμα της ΚΕ, ο Αλέξης Τσίπρας απηύθυνε θερμή έκκληση προς την Άγγελα Μέρκελ «να αποθαρρύνει τον ΥΠΟΙΚ της από αυτή τη διαρκή επιθετικότητα εναντίον της Ελλάδας και από αναφορές υποτιμητικές». «Δεν μπορεί», υπογράμμισε, «η προεκλογική περίοδος σε μια χώρα να επηρεάσει τη ζωή σε μια άλλη χώρα». Σχολίασε ότι δικαίως το SPD εγκάλεσε τον κ. Σόιμπλε ότι επιχειρεί να συντηρήσει την ένταση γύρω από το ελληνικό πρόγραμμα για να φορτώσει στην Ελλάδα τα δικά του αδιέξοδα.

Δεν συζητάμε απαιτήσεις εκτός συμφωνίας και εκτός λογικής»

«Εμείς τηρούμε τα συμφωνηθέντα, να τηρήσουν κι οι εταίροι μας όσα έχουν συμφωνηθεί», είπε και έστειλε το μήνυμα ότι «είμαστε πρόθυμοι να συζητήσουμε οτιδήποτε είναι στο πλαίσιο της συμφωνίας και της λογικής» αλλά «απαιτήσεις που δεν υποστηρίζονται από τους αριθμούς και τη λογική δεν πρόκειται να συζητήσουμε». Όσοι κωλυσιεργούν το κάνουν για άλλους λόγους και οφείλουν να το εξηγήσουν.

Σφοδρή επίθεση στον Κυρ. Μητσοτάκη

Ασκώντας δριμεία κριτική στον πρόεδρο της ΝΔ, είπε ενόψει της επίσκεψης του στη Γερμανία για επαφές με Μέρκελ και Σόιμπλε, πως δεν γνωρίζει τι θα τους πει, διότι ο κ. Μητσοτάκης δεν ήρθε σε επαφή μαζί του και δεν ζήτησε καμία ενημέρωση. «Το μόνο που δεν θα αναφέρει είναι το ζήτημα της έκδοσης του κ. Χριστοφοράκου», σχολίασε δηκτικά. Τόνισε ότι το μόνο που ξέρουμε για τις θέσεις του κ. Μητσοτάκη, είναι αυτά που έχει πει δημόσια ο αντιπρόεδρος του κόμματος, 'Α. Γεωργιάδης ότι δεν θέλουν να κλείσει η αξιολόγηση, θέλουν να πέσει η κυβέρνηση για να έρθουν στα πράγματα. «Υποθέτω με αυτή τη γραμμή πάει στη Γερμανία», είπε και τόνισε ότι πρέπει να γίνει απολύτως σαφές ποιος παλεύει για την έξοδο από την κρίση και ποιος δίνει διαρκώς διαπιστευτήρια υποταγής μήπως και καταφέρει να έρθει στην εξουσία με τη στήριξη των πιστωτών μας. Είπε ότι η ΝΔ είναι η μόνη στην Ευρώπη που εγκαλεί την κυβέρνηση για καθυστέρηση και πως το πρόβλημα δεν είναι το χρέος αλλά το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας. Το ίδιο νομίζω λέει και ο κ. Σόιμπλε, είπε ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε: «Φαντάζομαι θα του το πει κι από κοντά τώρα στη Γερμανία», για να σχολιάσει «μόνο που δεν αρκεί να γίνει αρεστός στον κ. Σόιμπλε, αλλά στον ελληνικό λαό».

Κατηγόρησε τη ΝΔ ότι ποντάρει στην αβεβαιότητα για να κρύψει το πραγματικό σχέδιο της για πρόσδεση της οικονομίας στα ισχυρά συμφέροντα, παλινόρθωση του πελατειακού κράτους, εγκαθίδρυση της διαρκούς λιτότητας. «Τους περιμένει πολύ μεγάλη απογοήτευση γιατί όσο και αν το απεύχονται, η αξιολόγηση θα κλείσει, και θετικά». Είπε ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη οι μεγάλες αλλαγές σε διεθνές επίπεδο, όπου το «παιχνίδι είναι ανοικτό», επισημαίνοντας συμμαχίες (όπως αυτή των χωρών του Νότου) που μέχρι πρότινος θα φάνταζαν αδύνατες.

Έχουμε διανύσει το μεγαλύτερο μέρος του δρόμου

«Έχουμε διανύσει το μεγαλύτερο μέρος του δρόμου. Είμαστε πολύ κοντά στο σημείο που θα μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι η κρίση είναι παρελθόν», τόνισε ο κ. Τσίπρας και μίλησε ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο. «Δεν ισχυρίζομαι ότι τα πράγματα είναι εύκολα και ότι υπάρχουν μαγικές λύσεις, η προοπτική όμως μιας αριστερής εναλλακτικής στην Ευρώπη παραμένει απολύτως ανοικτή».

Τόνισε πως «είναι και στο δικό μας χέρι να ξεπεράσουμε παθογένειες να διαμορφώσουμε συνθήκες ενότητας μέσα από ειλικρινή διάλογο, να χτίσουμε πάνω σε σταθερές βάσεις νέες κοινωνικές συμμαχίες.

Οι πρωτοβουλίες που ξεπερνούν τον ορίζοντα της αξιολόγησης

Ο πρωθυπουργός είπε ότι «οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι δεν θα κριθούμε από τους συμβιβασμούς και τις αντιστάσεις μας στη διαπραγμάτευση, αλλά από το αν θα καταφέρουμε να πάρουμε πρωτοβουλίες που θα στηρίζουν την κοινωνική πλειοψηφία, αν θα στηρίξουμε την παραγωγική ανασυγκρότηση, αν θα ενεργοποιήσουμε την κοινωνία γύρω από την ανάγκη να υπάρχουν μεγάλες θεσμικές τομές, το αίσθημα δικαιοσύνης, να θωρακίσουμε θεσμικά την διαφάνεια».

Σε αυτό το πνεύμα έδωσε τον τόνο να ενταθούν οι προσπάθειες για την αποτελεσματικότητα στην ανάκτηση της εργασίας με κατοχύρωση των εργασιακών δικαιωμάτων, αναβάθμιση του κοινωνικού κράτους, με αποτελεσματικότητα και ανθρωπισμό και στο μεγάλο ζήτημα της διαχείρισης του προσφυγικού, μαθαίνοντας από τα λάθη και τις παραλείψεις, συνεχίζοντας το μέτωπο απέναντι στη διαφθορά και τη διαπλοκή.

Σημείωσε ότι «οι μεγάλες πρωτοβουλίες μας για το επόμενο διάστημα ξεπερνούν τον ορίζοντα της αξιολόγησης και αφήνουν προοδευτικό αποτύπωμα». Ανέφερε τις σημαντικότερες εξ αυτών: εκκίνηση και εδραίωση της μεταρρύθμισης στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, τη μεταρρύθμιση στην εκπαίδευση, μεταρρύθμιση στον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, επεξεργασία του περιφερειακού σχεδίου για την παραγωγική ανασυγκρότηση, έναρξη ενός δημόσιου και ανοικτού διαλόγου για την αναγκαία συνταγματική αναθεώρηση που θα καταλήξει μέχρι το τέλος του έτους σε συγκεκριμένες προτάσεις.

Ο κ. Τσίπρας δήλωσε αισιόδοξος ότι τα δύσκολα θα τελειώσουν και πως η διέξοδος είναι πλέον ορατή, όχι μόνο γιατί θα κλείσει η αξιολόγηση και σύντομα θα έρθει και ο στόχος της ενίσχυσης της ρευστότητας, αλλά γιατί η οικονομία ήδη εμφανίζει ορατά αποτελέσματα ανάκαμψης. Σημείωσε ότι σε αυτές τις συνθήκες πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας στόχο όχι μόνο την εξέλιξη της διαπραγμάτευσης, αλλά και την επόμενη μέρα και να σκεφτούμε όχι πια με όρους συμφωνίας και μέτρων αλλά με όρους στρατηγικού αναπροσανατολισμού της οικονομίας και της κοινωνίας.

«Έχω βαθειά εμπιστοσύνη στο κριτήριο τόσο της ΚΕ όσο και της ΚΟ, έχω τη βεβαιότητα ότι θα καταφέρουμε να βγάλουμε τη χώρα και την κοινωνία από την κρίση και να σχεδιάσουμε μαζί την μεταμνημονιακή Ελλάδα". 

Η ΝΔ δεν έχει να αντιτάξει απαντήσεις 

Απέναντι σε αυτά, είπε ο πρωθυπουργός η ΝΔ δεν έχει να αντιτάξει απαντήσεις, αντίθετα αντιτάσσει σχέσεις με τη διαπλοκή, κραυγές στα τηλεοπτικά παράθυρα και το φλερτ με την ακροδεξιά και την ξενοφοβία. Είπε ότι δεν έχει να υποσχεθεί στον λαό τίποτε περισσότερο από τα μνημόνια και μια υποτίθεται καλύτερη διαχείριση της εφαρμογής της προς όφελος όμως των λίγων.

Ο πρωθυπουργός είπε ότι με το τέλος του προγράμματος αλλάζει ο χάρτης της πολιτικής αντιπαράθεσης και επανέρχεται η διαχωριστική γραμμή που υπήρχε πάντα: πρόοδος-συντήρηση, αριστερά-δεξιά, υπεράσπιση των συμφερόντων των πολλών-υπεράσπιση των συμφερόντων των λίγων. «Αυτό μας δίνει από τώρα το περιθώριο να σχεδιάσουμε την επόμενη μέρα, τον ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ που εκπροσωπεί το στρώμα των από κάτω και της μεσαίας τάξης.

Το ΠΑΣΟΚ θα είναι το μόνο που θα επιμένει στη συμμαχία με τη δεξιά

Ο κ. Τσίπρας επεφύλασσε κριτική και προς το ΠΑΣΟΚ, λέγοντας ότι η κεντροαριστερά οφείλει να κοιτάξει τι συμβαίνει με την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία που κάνει βήματα προς τα αριστερά, «το ΠΑΣΟΚ όμως επιμένει να θέλει να είναι στην Ελλάδα η ουρά της ΝΔ και του κ. Μητσοτάκη». Σημείωσε ότι είχε πολλές ευκαιρίες να υπερβεί αυτές τις εσωτερικές αγκυλώσεις, να πάρει αποστάσεις από τις περιόδους διακυβέρνησης και όσα έχουν αυτές φορτώσει στον λαό, και να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων: εκλογικός νόμος, το θέμα της διαπλοκής, η στάση στη διαπραγμάτευση. «Επιμένει όμως σε μια αδιέξοδη εμμονή», είπε και τους κάλεσε «να συνειδητοποιήσουν ότι τα πράγματα αλλάζουν» και πως σε λίγο «θα είναι οι μόνοι στην Ευρώπη που επιμένουν στη συμμαχία με τη δεξιά και μάλιστα με μια δεξιά ακραία και νεοφιλελεύθερη». Αυτό, σχολίασε, δεν θα τους βγει σε καλό, αλλά δεν θα βοηθήσει ούτε και τον τόπο.

Κανένας πονηρούλης δεν θα ακυρώσει το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς»

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε ότι στον δύσκολο δρόμο η συμβολή των κομματικών δυνάμεων είναι σημαντική, ότι χρειάζεται να εισακούονται οι προβληματισμοί της βάσης να απαντώνται τα ερωτήματα της, μελετημένη δουλειά.

Ξεκαθάρισε ότι δεν θα υπάρξει καμιά ανοχή σε τυχόν φαινόμενα λιγοστά που ακυρώνουν το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς. «Κανένας πονηρούλης δεν θα αφήσουμε να χρησιμοποιήσει κανένα νομιμοφανές μέσο για ίδιον όφελος. Αυτά έχουν τελειώσει». Ζήτησε από τους υπουργούς και τα αρμόδια όργανα του κόμματος να μη δείξουν καμιά επιείκεια, καμιά ανοχή. Είπε πως δεν αναφέρεται σε πεπραγμένα, αλλά ότι και μόνο που κάποιοι σκέφτηκαν να προσβάλλουν τους ηθικούς κώδικες της Αριστεράς δεν τους επιτρέπεται να έχουν τον τιμητικό ρόλο του μέλους του κόμματος.

Ολόκληρη η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ

Συντρόφισσες και Σύντροφοι

Η Κεντρική μας Επιτροπή, αν και άργησε να συγκληθεί, εντούτοις λαμβάνει χώρα σε μια συγκυρία ιδιαίτερα κρίσιμη, με πολλαπλές ανοιχτές προκλήσεις στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Προκλήσεις που πρέπει με νηφαλιότητα να αναλύσουμε, να ζυγίσουμε και εν τέλει να συνυπολογίσουμε στις αποφάσεις μας, πάντοτε με γνώμονα το γενικότερο συμφέρον του τόπου, το συμφέρον του ελληνικού λαού.
Το 2017 θα είναι ένας χρόνος κρίσιμος για την Ευρώπη. Θα είναι ένας χρόνος κρίσιμος για την Ευρώπη δεδομένου ότι μέσα σε αυτό τον χρόνο έχουμε σημαντικές εκλογικές αναμετρήσεις σε κρίσιμες χώρες για την Ευρώπη, σε χώρες που διαμορφώνουν εν πολλοίς την οικονομική και την πολιτική πορεία της Ευρώπης.
Υπ’ αυτή την έννοια, δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι οι πολιτικές εξελίξεις το 2017 δεν θα κρίνουν απλά την πορεία της Ευρώπης. Θα κρίνουν την ίδια της την ύπαρξη.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση πορεύεται πια χωρίς τη Μεγάλη Βρετανία αλλά και με ένα διαρκώς ογκούμενο ρεύμα ακροδεξιού ευρωσκεπτικισμού στο εσωτερικό της.
Και την ίδια στιγμή η αλλαγή κυβέρνησης αλλά και πολιτικής κατεύθυνσης στις ΗΠΑ, δημιουργεί ένα πρωτόγνωρο πολιτικό περιβάλλον, καθώς για πρώτη φορά μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου κλονίζεται η ευρωατλαντική σχέση και ο προσανατολισμός της. Και κλονίζεται, απ’ ότι φαίνεται, μονομερώς.
Θα έλεγα ότι πρόκειται για τεκτονικού χαρακτήρα μετατοπίσεις που, σε συνδυασμό με την συνεχιζόμενη ένταση στην ευρύτερη περιοχή μας, στη γειτονική μας Τουρκία, στη Συρία, στη Μέση Ανατολή αλλά και στις χώρες της Βόρειας Αφρικής, διαμορφώνουν ένα περιβάλλον σύνθετο, με μεγάλους κινδύνους αλλά και με σημαντικές προκλήσεις. Και πρέπει να αναλογιστούμε ότι η χώρα μας, η Ελλάδα, παρά τις μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισε εξ αιτίας της χρεοκοπίας της από τις δυνάμεις που κυβέρνησαν τον τόπο και τις πολιτικές αποφάσεις στο πλαίσιο της Ε.Ε., εντούτοις παραμένει σ’ αυτό το ασταθές πλαίσιο στην ευρύτερη περιοχή πυλώνας σταθερότητας.
Σε αυτό λοιπόν το διεθνές και ευρωπαϊκό περιβάλλον η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ καταβάλλει μια τεράστια προσπάθεια να ξαναστήσει τη χώρα στα πόδια της, να βγάλει την οικονομία από την πολυετή ύφεση και, παρά τις διαρκείς πιέσεις από την πλευρά των πιστωτών μας, να προστατεύσει, ταυτόχρονα, τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα.
Οι δυσκολίες είναι γνωστές σε όλους. Δυσκολίες που βεβαίως δεν οφείλονται μόνο στην κατάσταση της χώρας. Αλλά οι δυσκολίες αυτές δεν μας πτοούν, ούτε, βεβαίως μας φοβίζουν. Πορευόμαστε με αποφασιστικότητα, αλλά και με σεβασμό στην αξιοπρέπεια του λαού μας. Έχουμε μπροστά μας μια αξιολόγηση που δεν είναι από μόνη της δύσκολη.Αλλά την κάνει δύσκολη η διαρκής το τελευταίο διάστημα διαφωνία ανάμεσα στους πιστωτές μας.
Το ΔΝΤ, έχοντας χάσει σχεδόν κάθε επιστημονική αξιοπιστία από την επτάχρονη παραμονή του στην Ελλάδα, από τις διαρκώς λαθεμένες προβλέψεις του και από τις λάθος συνταγές του –λάθη τα οποία έχει παραδεχτεί και το ίδιο- βρίσκεται σε πραγματική αδυναμία να υποστηρίξει χρηματοδοτικά ένα πρόγραμμα δίχως γενναία απομείωση του χρέους.
Αυτό νομίζω ότι έγινε απολύτως σαφές και στην τελευταία συζήτηση για την Ελλάδα για το τρίτο πρόγραμμα στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου, την προηγούμενη εβδομάδα.
Από την άλλη πλευρά, στην Ευρώπη, ενώ όλοι κατανοούν στην Ευρώπη ότι η γενναία απομείωση είναι κάτι αυτονόητο και αργά ή γρήγορα θα συμβεί, εντούτοις αρνούνται να το αποφασίσουν πριν από τις κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις σε Ολλανδία, Γαλλία και κυρίως Γερμανία, φοβούμενοι την άνοδο της ακροδεξιάς.
Πρόκειται για μια στενόμυαλη λογική, διότι η ιστορική εμπειρία μας έχει αποδείξει ότι η ακροδεξιά θα ανεβαίνει όσο θα υιοθετείται από τις κυρίαρχες δυνάμεις η δική της ατζέντα. Κι αυτό δυστυχώς το είδαμε και πρόσφατα στην Ευρώπη, σε αρκετές χώρες.
Όσο η Ευρώπη θα παραμένει άβουλη, αδύναμη, ανίσχυρη, τόσο θα ενισχύονται οι δυνάμεις του ευρωσκεπτικισμού σε κρίσιμες χώρες και θα ανεβαίνει η ακροδεξιά.
Από την άλλη όμως και το ΔΝΤ δεν δείχνει να έχει το θάρρος της γνώμης του. Και δεν θα φοβόμουνα να πω, γιατί πρέπει να μιλήσουμε ανοιχτά και ειλικρινά σ’ αυτές τις κρίσιμες ώρες, και ορισμένα στελέχη του φαίνεται ότι προτιμούν να παίζουν προσωπικά παιχνίδια.
Το Ταμείο δειλιάζει να πει την αλήθεια, κοιτώντας στα μάτια τους Ευρωπαίους εταίρους του. Προτιμά να παίζει ένα διαρκές παιχνίδι πόκερ, κωλυσιεργώντας. Ή αλλιώς όπως το λέμε εδώ στην Ελλάδα να παίζει το μουτζούρη. Και νομίζω ότι ήρθε η ώρα να τα πούμε ανοιχτά :
Επειδή δεν θέλουν να δυσαρεστήσουν ή να ρίξουν το φταίξιμο στην αδιαλλαξία του Γερμανού υπουργού Οικονομικών σε σχέση με τα μέτρα που πρέπει να παρθούν για την απομείωση του χρέους, προσπαθούν να εφεύρουν διαρκώς νέες απαιτήσεις από την Ελλάδα.
Παράλογες, φανταστικές, εξωπραγματικές.. δεν έχει σημασία.
Αρκεί να είναι η Ελλάδα αυτή η οποία θα χρεώνεται την κωλυσιεργία και εν τέλει την προδιαγεγραμμένη -κατά την άποψή μου, την άποψή μου λέω- απόφαση του Ταμείου να μη χρηματοδοτήσει το 3ο ελληνικό πρόγραμμα.
Η Ελλάδα όμως σε αυτή τη διελκυστίνδα ούτε είναι ούτε αισθάνεται μόνη της, ούτε έχει μια κυβέρνηση πρόθυμη όπως οι προηγούμενες να παραδώσει τον ελληνικό λαό σαν το σκυλί στο αμπέλι.
Και το κυριότερο: έχει ως σύμμαχο την ίδια την πραγματικότητα και την αδιάψευστη απόδοση των δεικτών της ελληνικής οικονομίας.
Το 2016, παρά τις ως συνήθως καταστροφικές προβλέψεις του ΔΝΤ, τις οποίες έσπευσε να υιοθετήσει και η αντιπολίτευση στην Ελλάδα, το 2016 έκλεισε με θετικό πρόσημο ανάπτυξης.
Τα έσοδα είχαν μια εκπληκτική υπεραπόδοση. Μεταξύ άλλων και εκ εξαιτίας του γεγονότος ότι επιτέλους στη χώρα μας τελείωσε το μεγάλο φαγοπότι στην Ελλάδα.
Το φαγοπότι της φοροδιαφυγής και των σκανδάλων τύπου SIEMENS, NOVARTIS κ.λπ.
Και έτσι, όχι μόνο πιάσαμε, αλλά υπερκαλύψαμε τον στόχο των πλεονασμάτων.
Και έτσι, αντί να ενεργοποιηθεί ο κόφτης που όλοι είχαν προεξοφλήσει, ενεργοποιήθηκε ο «δότης», και δώσαμε την 13η σύνταξη εφάπαξ πριν τις γιορτές, 620 εκατομμύρια σε πάνω από ένα εκατομμύριο συνταξιούχους.
Οι Ευρωπαίοι εταίροι μας αναγνώρισαν αυτήν την εντυπωσιακή υπερκάλυψη των στόχων.
Και έτσι σήμερα οι τεχνοκράτες, τα στελέχη του ΔΝΤ που ασχολούνται με την Ελλάδα, έχουν μια μεγάλη δυσκολία για να στηρίξουν τις απόψεις και τις επιδιώξεις τους.

Και η δυσκολία αυτή είναι η ίδια η πραγματικότητα.
Επικαλούνται στοιχεία για την ελληνική οικονομία που όλοι, αλλά και οι ίδιοι, γνωρίζουν ότι δεν είναι έγκυρα.
Το επισήμανε και η Κομισιόν, άλλωστε, το προηγούμενο διάστημα.
Αυτό λοιπόν που περιμένουμε, και μάλιστα το περιμένουμε το γρηγορότερο δυνατό, είναι να αναθεωρήσουν αυτές τις εκτιμήσεις. Δεν μπορεί να υπάρξει διαπραγμάτευση αν δεν βρισκόμαστε στην ίδια σελίδα, αν δεν ξεκινάμε από την ίδια βάση. Τι να συζητάμε;
Περιμένουμε λοιπόν το συντομότερο να αναθεωρήσουν αυτές τις εκτιμήσεις ώστε να μπορέσει να συνεχιστεί η διαπραγμάτευση σε τεχνικό επίπεδο.
Εμείς από την πλευρά μας επαναλαμβάνουμε με σταθερότητα, νηφαλιότητα αλλά και αποφασιστικότητα: Δεν πρόκειται να δεχτούμε άλλα παιχνίδια στην πλάτη της Ελλάδας και του ελληνικού λαού. Δεν θα επιτρέψουμε, μαζί με τους συμμάχους μας στην Ευρώπη, όχι μόνοι μας, μαζί με, τις συνεπείς ευρωπαϊκές προοδευτικές δυνάμεις, άλλα παιχνίδια με τη φωτιά για τη συνοχή και το μέλλον της Ευρώπης.
Όποιοι παίζουν παιχνίδια για ευρωζώνη δύο ταχυτήτων, για διασπάσεις και διαιρέσεις, να ξέρουν ότι παίζουν με τη φωτιά.Και είμαι απόλυτα βέβαιος ότι η ίδια τους η κυβέρνηση δεν θα αφήσει τους πυρομανείς να παίζουν με τα σπίρτα στην αποθήκη με τα πυρομαχικά.
Και γι αυτό θέλω να αξιοποιήσω την παρουσία μου σ’ αυτό εδώ το βήμα της Κεντρικής Επιτροπής και να παρακαλέσω θερμά την Καγκελάριο να αποθαρρύνει τον υπουργό των Οικονομικών της, απ’ αυτή τη διαρκή επιθετικότητα εναντίον της Ελλάδας.
Και από αναφορές υποτιμητικές, του τύπου «η Ελλάδα και οι Έλληνες ζουν πάνω από τις δυνατότητές τους».
Δεν ξέρω αν αυτού του είδους οι αφορισμοί συγκινούν τους Γερμανούς ακροδεξιούς και βοηθάνε τη συγκράτηση των διαρροών προς το κόμμα της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία».
Αυτό είναι δικό τους πρόβλημα. Και δεν μπορεί η προεκλογική περίοδος σε μια χώρα να επηρεάσει τη ζωή και τις εξελίξεις σε μια άλλη χώρα της Ευρώπης.
Αυτό όμως που ξέρω είναι ότι η κοινή ευρωπαϊκή αξιοπρέπεια, και ειδικά σε συγκυρίες σαν αυτήν, αξίζει να είμαστε πιο προσεκτικοί.
Και ειδικά απέναντι σε μια χώρα που έχει λεηλατηθεί και έναν λαό που έχει κάνει τόσες θυσίες και συνεχίζει να κάνει στο όνομα της Ευρώπης. Σε έναν λαό που έχει δείξει μια εκπληκτική συμπεριφορά απέναντι στην προσφυγική κρίση που είναι ευρωπαϊκή κρίση και έχει κάνει θυσίες, οικονομικές και κοινωνικές, για τη διατήρηση της συνοχής της ευρωζώνης.
Και πιστεύω ότι δικαίως το SPD, το Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, επισήμως μετά από αυτές τις δηλώσεις, εγκάλεσε τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών ότι επιχειρεί να συντηρήσει ένταση γύρω από το ελληνικό πρόγραμμα, προσπαθώντας να φορτώσει στην Ελλάδα τα δικά του αδιέξοδα.
Εμείς λοιπόν επαναλαμβάνουμε: Τηρούμε τα συμφωνηθέντα.
Να τηρήσουν και οι εταίροι μας, από τη δική τους πλευρά, όσα έχουν συμφωνήσει.
Είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε οτιδήποτε είναι στο πλαίσιο της συμφωνίας και της λογικής. Αλλά όχι πράγματα που είναι έξω από το πλαίσιο της Συμφωνίας και κυρίως έξω από το πλαίσιο της λογικής. Απαιτήσεις που δεν υποστηρίζονται από τη λογική και από τους αριθμούς, δεν πρόκειται να συζητήσουμε.
Για πρώτη φορά από το 2010, η χώρα υλοποιεί ένα πρόγραμμα που πιάνει τους στόχους του. Για πρώτη φορά η Ελλάδα τηρεί με συνέπεια όσα έχουν συμφωνηθεί. Συνεπώς, δεν δεχόμαστε από κανέναν παρατηρήσεις ότι είμαστε απρόθυμοι να συνεργαστούμε. Όποιος επιστρατεύει την κωλυσιεργία, είναι προφανές ότι το κάνει για άλλους λόγους και οφείλει έντιμα να τους εξηγήσει αυτούς τους λόγους.
Και εδώ επιτρέψτε μου να αναφερθώ και στην τακτική της αξιωματικής αντιπολίτευσης, της Νέας Δημοκρατίας.
Ακούω ότι ο κ. Μητσοτάκης θα ταξιδεύσει στη Γερμανία αύριο για να επισκεφθεί τη Δευτέρα την κυρία Μέρκελ και τον κ. Σόιμπλε. Ειλικρινά δεν γνωρίζω τι θα τους πει. Το μόνο που είμαι βέβαιος ότι δε θα αναφέρει είναι το ζήτημα της έκδοσης του κ. Χριστοφοράκου. Γι αυτό είμαι βέβαιος.
Για την οικονομία και την αξιολόγηση, δεν ξέρω ειλικρινά τι θα πει.
Δεν ήρθε σε επαφή μαζί μου, δεν ζήτησε καμία ενημέρωση.
Το μόνο που ξέρουμε για τις θέσεις της ΝΔ σε σχέση με το ζήτημα της αξιολόγησης είναι αυτό που είπε δημοσίως ο αντιπρόεδρος του κόμματος, ο κ. Γεωργιάδης: Ότι δεν τους ενδιαφέρει να κλείσει η αξιολόγηση. Για την ακρίβεια δεν θέλουν να κλείσει η αξιολόγηση. Το μόνο που τους ενδιαφέρει, το μόνο που θέλουν είναι να πέσει η κυβέρνηση και να έρθουν αυτοί στα πράγματα.
Υποθέτω λοιπόν ότι με αυτή την ατζέντα, με αυτή τη γραμμή ταξιδεύει στη Γερμανία ο κ. Μητσοτάκης. Κι αυτό ας το λάβει καλά υπ όψιν του ο ελληνικός λαός. Για να γίνει απολύτως σαφές ποιος παλεύει για την έξοδο της χώρας από την κρίση. Και ποιος δίνει διαρκώς διαπιστευτήρια υποταγής μήπως και καταφέρει να έρθει στην εξουσία από τη στήριξη των πιστωτών μας.
Άλλωστε νομίζω ότι η ΝΔ δεν προσπαθεί καν να κρυφτεί.
Ο κ. Μητσοτάκης και το κόμμα του είναι οι μόνοι στην Ευρώπη που μας εγκαλούν για καθυστερήσεις.
Και ισχυρίζεται ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι, το χρέος, αλλά το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας
– δηλαδή η λύση στο ελληνικό πρόγραμμα δεν είναι η απομείωση του χρέους, αλλά το να ξηλώσουμε ό,τι έχει απομείνει όρθιο στο κοινωνικό κράτος, τις συντάξεις και τις εργασιακές σχέσεις.
Νομίζω ότι το ίδιο έχει πει και ο κ. Σόιμπλε. Και το λέει με την ίδια ακριβώς διατύπωση και ο κ. Μητσοτάκης, ενδεχομένως για να το ακούσει ο κ. Σόιμπλε και να χαρεί.
Φαντάζομαι ότι τώρα που θα πάει στη Γερμανία θα του το πει και από κοντά. Και θα έχει, έτσι, μια μεγαλύτερη ευκαιρία να γίνει αρεστός.
Θα ήθελα να του δώσω προκαταβολικά τα συγχαρητήρια μου. Μόνο που θα’ θελα να του πω ότι δεν αρκεί για να κερδίσεις την εξουσία στην Ελλάδα, τη διακυβέρνηση, να γίνει αρεστός στον κ. Σόιμπλε. Πρέπει να γίνει αρεστός στον ελληνικό λαό. Κι αυτό, μ’ αυτή την συμπεριφορά, δεν θα το καταφέρει ποτέ.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Θα ήθελα να πω ακόμα δυο λόγια γι αυτή τη στάση που κρατάει η ΝΔ πριν περάσω στο πιο σημαντικά. Και θα ήθελα να αναρωτηθούμε μαζί γιατί, πέρα από την προσπάθεια να γίνει αρεστός στους δανειστές, ο κ. Μητσοτάκης, ο κ. Γεωργιάδης που είναι μαρτυριάρης, λέει ότι δεν θέλει να κλείσει η αξιολόγηση.
Πιστεύω ότι το λένε αυτό και το πιστεύουν γιατί καταλαβαίνουν ότι μόνο μέσα από την αβεβαιότητα μπορούν να προωθήσουν το πολιτικό τους σχέδιο.
Γιατί θεωρούν –κι ίσως να έχουν δίκιο- ότι μόνο σε φάση αβεβαιότητας και υπό την ασφυκτική πίεση των δανειστών και των προγραμμάτων, μπορούν να κρύψουν από τον ελληνικό λαό το πραγματικό τους σχέδιο και τις πραγματικές τους προθέσεις.
Δηλαδή την πρόσδεση της χώρας και της οικονομίας στα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, την παλινόρθωση της διαπλοκής και του πελατειακού κράτους, την εγκαθίδρυση της διαρκούς λιτότητας αλλά και του νεοφιλελευθερισμού, ως μόνιμου καθεστώτος για τη χώρα μας.
Φοβάμαι όμως ότι τελικά τους περιμένει πολύ μεγάλη απογοήτευση.
Γιατί όσο και αν το απεύχονται, όσο κι αν εργάζονται για το αντίθετο, η αξιολόγηση θα κλείσει. Και θα κλείσει θετικά.
Γιατί στην Ευρώπη σήμερα δεν υπάρχει μονάχα μια παράταξη. Γιατί στην Ευρώπη σήμερα δεν υπάρχει η ηγεμονία της της δεξιάς. Και διότι η Ευρώπη σήμερα βρίσκεται πράγματι σε μεγάλο σταυροδρόμι εξαιτίας κι αυτών των κρίσιμων εκλογικών αναμετρήσεων. Αλλά, αν πριν από λίγους μόνο μήνες ήταν για κάποιους σχεδόν βέβαιη η επικράτηση νεοφιλελεύθερων και δεξιών δυνάμεων σε κρίσιμες χώρες της Ευρώπης, και το δίλημμα ήταν μόνο ανάμεσα στη δεξιά και την ακροδεξιά, σήμερα βλέπουμε ότι τα πράγματα αλλάζουν. Και σήμερα βλέπουμε ότι οι ακραία νεοφιλελεύθερες δυνάμεις χάνουν δυνάμεις, δεν κερδίζουν. Ακόμα και στη Γαλλία ο εκπρόσωπος της δεξιάς είναι πίσω στις δημοσκοπήσεις, αλλά και στη Γερμανία έχουμε ένα απόλυτα νέο περιβάλλον, μια νέα κατάσταση που δίνει την προοπτική μιας μεγάλης πολιτικής αλλαγής και εκεί.
Πιστεύω λοιπόν ότι πρέπει να λάβουμε υπόψη μας αυτές τις μεγάλες αλλαγές. Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας αυτή τη νέα πολιτική πραγματικότητα αλλά και τις τεκτονικές αλλαγές σε διεθνές επίπεδο.
Δεν ισχυρίζομαι ότι αυτή τη στιγμή είναι βέβαιο πως τα πράγματα οδηγούνται στον πλανήτη και στην Ευρώπη σε μια ευθύγραμμη προοδευτική κατεύθυνση. Ισχυρίζομαι όμως ότι το παιχνίδι είναι απολύτως ανοιχτό. Και ισχυρίζομαι ότι αυτό το κρίσιμο σύνθημα με το οποίο κερδίσαμε τις εκλογές το 2015, Ανατροπή στην Ελλάδα, Αλλαγή στην Ευρώπη.
Εδώ και δύο χρόνια μένει να το δούμε σε ότι αφορά το δεύτερο σκέλος του συνθήματος. Η ανατροπή στην Ελλάδα έγινε. Η αλλαγή στην Ευρώπη με αργούς ρυθμούς συντελείται.
Πριν από δύο χρόνια, κανείς δεν θα πίστευε ότι θα μπορούσαμε να μιλάμε ως γεγονός για τη συμμαχία των κρατών των χωρών του Νότου. Για μια συμμαχία που προσπαθεί να βάλει τις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας και κυρίως του Νότου στο παιχνίδι των ευρωπαϊκών συσχετισμών με όρους διεκδίκησης και προστασίας της κοινωνικής συνοχής. Και βεβαίως κανείς δεν θα πίστευε πριν δυο μήνες, όχι πριν δύο χρόνια, ότι είναι ανοιχτό το πολιτικό παιχνίδι σε κρίσιμες χώρες, όπως αυτές που προανέφερα.
Όσοι λοιπόν παλεύουν για να μην κλείσει η αξιολόγηση, θα απογοητευτούν.
Και θα κλείσει. Και θα κλείσει θετικά.
Χωρίς υποχωρήσεις σε ακραίους παραλογισμούς.
Χωρίς υποχωρήσεις σε ζητήματα αρχών, και κυρίως χωρίς υποχωρήσεις σε ζητήματα που αφορούν το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Δε ξέρω αν θα κλείσει με το ΔΝΤ σε ζητήματα αρχών, και κυρίως χωρίς υποχωρήσεις σε ζητήματα που αφορούν το ευρωπαϊκό κεκτημένο. κεντρικό ρόλο χρηματοδότη ή σε κάποιο διαφορετικό ρόλο.
Αλλά η αξιολόγηση θα κλείσει.
Γιατί η Ευρώπη, ειδικά σε αυτή τη φάση, δεν μπορεί να παίξει παιχνίδια ούτε να δεχθεί πειραματισμούς.
Και η χώρα μας θα γυρίσει σελίδα.
Με κάποιους για άλλη μια φορά να βρίσκονται βαθιά και βαριά εκτεθειμένοι.
Συντρόφισσες και σύντροφοι,
Έχουμε διανύσει το μεγαλύτερο μέρος του δρόμου.
Είμαστε πολύ κοντά στο σημείο όπου θα μπορούμε να πούμε με σιγουριά ότι η κρίση είναι παρελθόν.
Και η εξέλιξη αυτή, επαναλαμβάνω, δεν είναι σημαντική μόνο για την χώρα μας και την ελληνική οικονομία, αλλά συνολικά για την σταθερότητα στην Ευρώπη.
Γιατί βρισκόμαστε, όπως είπα αρχικά, σε μια περίοδο διεθνών ανακατατάξεων.
Και δεν είναι μόνο το Brexit.
Είναι που αμφισβητείται πλέον ανοιχτά η δομή του ευρωπαϊκού συστήματος από πολλές και διάφορες μεριές.
Είναι που οι πολίτες χάνουν την εμπιστοσύνη τους στους θεσμούς και το δείχνουν, πλέον, κάθε φορά που καλούνται να ψηφίσουν.
Είναι και οι πολιτικές εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.
Το πρόβλημα, όμως, στην Ευρώπη είναι ότι οι υποστηρικτές της πολιτικής της ακραίας λιτότητας που οδήγησε σε αυτά τα αδιέξοδα και αποτελεί τη βασική αιτία της ανόδου της ακροδεξιάς αρνούνται να βάλουν μυαλό.
Είναι οι δικές τους πράξεις, οι δικές τους παραλείψεις, που κλονίζουν το οικοδόμημα, που οδηγούν σε εθνικές αναδιπλώσεις και εν τέλει αναδεικνύουν τον κίνδυνο της διάλυσης.
Είναι η απουσία ελπίδας για το μέλλον, που ανοίγει χώρο στο σκοτάδι και στο μίσος.
Και μπροστά σ’ αυτό αδιέξοδο, εμφανίστηκαν πρόσφατα και τα σχέδια διάλυσης.
Ακροβασίες και πολιτικές εμμονές, που αποσκοπούν κοντόφθαλμα σε ένα καλό εκλογικό αποτέλεσμα.
Και από τις οποίες, όμως, είναι βέβαιο ότι οι μόνοι χαμένοι θα είναι οι λαοί.
Είμαστε λοιπόν ξεκάθαρα σε μια μεταβατική φάση, όπου η αμφισβήτηση εκφράζεται πλέον ανοιχτά.
Και το ερώτημα είναι τί χαρακτήρα και τί πρόσημο θα λάβει αυτή η αμφισβήτηση.
Αν θα επικρατήσουν οι αντιλήψεις του οικονομικού εθνικισμού, του απομονωτισμού και του ακροδεξιού λαϊκισμού. Ή, αν θα εκφραστεί ένα νέο προοδευτικό ρεύμα, ικανό να διασφαλίσει την οικονομική και πολιτική σταθερότητα, υπερασπιζόμενο παράλληλα τις αξίες της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας, της αξιοπρέπειας.
Και οφείλω εδώ να επισημάνω ότι η δυναμική των πραγμάτων δεν είναι πάντα όπως φαίνεται στην επιφάνεια.
Ας θυμηθούμε ότι στις προκριματικές εκλογές των ΗΠΑ, γύρω από το αίτημα της κοινωνικής δικαιοσύνης, εκδηλώθηκε ένα τεράστιο προοδευτικό ρεύμα που διεκδίκησε με αξιώσεις το χρίσμα των Δημοκρατικών. Έχασε για λίγο. Αν δεν έχανε, θα ήταν διαφορετικές σήμερα οι εξελίξεις στον κόσμο.
Να προσέξουμε –όπως είπα και πιο πριν- τις διεργασίες στη Γερμανία. Τα αρχικά δημοσκοπικά δεδομένα έχουν ανατραπεί. Και η προοπτική κυβερνητικής συνεργασίας ανάμεσα στη Σοσιαλδημοκρατία, την Αριστερά και τους Πράσινους γίνεται πλέον μια απολύτως ρεαλιστική προοπτική.
Και να επισημάνουμε, τέλος, και σε σχέση με τις εξελίξεις στη Γαλλία, ότι η ανοιχτή εκλογική διαδικασία που οργάνωσε το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα ανέδειξε μια έκπληξη, έναν αριστερό υποψήφιο για την Προεδρία.
Και ότι η συνεργασία ανάμεσα στους Σοσιαλιστές και την Αριστερά σ’ αυτή την κρίσιμη χώρα θα μπορούσε –και εδώ είναι και η ευθύνη της αριστεράς, που πρέπει να ξεκαθαρίσει αν αναλαμβάνει την ευθύνη της διακυβέρνησης στα δύσκολα ή αρέσκεται με την καταγγελία- θα μπορούσε, λοιπόν, να δημιουργήσει μια ακόμα μεγαλύτερη δυναμική σε μια τέτοια πιθανή εξέλιξη.
Δεν ισχυρίζομαι ότι τα πράγματα είναι εύκολα. Ούτε ότι υπάρχουν μαγικές λύσεις. Λέω όμως ότι η προοπτική μιας αριστερής εναλλακτικής στην Ευρώπη και τον κόσμο παραμένει απολύτως ανοιχτή.
Είναι, λοιπόν και στο δικό μας χέρι το να ξεπεράσουμε παθογένειες.
Να διαμορφώσουμε, μέσα από ειλικρινή διάλογο συνθήκες ενότητας.
Να χτίσουμε πάνω σε γερές και σταθερές βάσεις νέες κοινωνικές συμμαχίες.
Και να είναι το δικό μας σχέδιο, που θα ανοίξει τους εναλλακτικούς δρόμους για την υπέρβαση της ευρωπαϊκής κρίσης.
Είναι σε αυτή την ιστορική συγκυρία που βρισκόμαστε στην κυβέρνηση, γιατί επιλέξαμε να αναλάβουμε δύσκολες ευθύνες.
Και οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι δεν θα κριθούμε μόνο από τους συμβιβασμούς και τις αντιστάσεις μας στη διαπραγμάτευση.
Αλλά, κυρίως, θα κριθούμε από το αν θα καταφέρουμε να πάρουμε πρωτοβουλίες που θα στηρίζουν την κοινωνική πλειοψηφία.
Αν θα προωθήσουμε την παραγωγική ανασυγκρότηση του τόπου, γύρω από το ζητούμενο της αξιοπρεπούς εργασίας.
Αν θα ενεργοποιήσουμε την κοινωνία γύρω από την ανάγκη να υπάρξουν στη χώρα μεγάλες δημοκρατικές θεσμικές δημοκρατικές τομές.
Αν θα καταφέρουμε να εμπεδώσουμε το αίσθημα της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Αν θα θωρακίσουμε θεσμικά τη διαφάνεια.
Και αυτό στην πράξη σημαίνει ότι πρέπει να κάνουμε πιο ουσιαστική την πολιτική μας.
Να εντείνουμε την προσπάθεια και την πολιτική μας αποτελεσματικότητα απέναντι πρώτα και κύρια στο μεγάλο θέμα της εργασίας, της ανάκτησης της εργασίας, τον μεγάλο εφιάλτη της ανεργίας.
Κατοχυρώνοντας όμως εργασιακά δικαιώματα και εργασιακή αξιοπρέπεια.
Ανασυγκροτώντας και αναβαθμίζοντας το κοινωνικό κράτος.
Δίνοντας δείγματα αποτελεσματικότητας και ανθρωπισμού στο μεγάλο και δύσκολο έργο της διαχείρισης του προσφυγικού.
Και μαθαίνοντας από τα λάθη και τις παραλείψεις μας.
Και βεβαίως, συνεχίζοντας και βαθαίνοντας με αποφασιστικότητα το μέτωπό μας απέναντι στη διαφθορά και στη διαπλοκή, ένα μέτωπο κι έναν πόλεμο τον οποίο μπορούμε και οφείλουμε να κερδίσουμε.
Έχουμε κάνει –δεν υπάρχει αμφιβολία- σημαντικό έργο σε όλους τους τομείς.
Αλλά πρέπει να συνεχίσουμε ακόμα πιο συστηματικά.
Στο πλαίσιο αυτό, οι μεγάλες πρωτοβουλίες μας για το επόμενο διάστημα είναι πρωτοβουλίες που ξεπερνούν τον ορίζοντα της διαπραγμάτευσης και της αξιολόγησης και που αφήνουν ένα προοδευτικό αποτύπωμα στην ελληνική κοινωνία και στα πολιτικά πράγματα του τόπου.
Αυτές οι πρωτοβουλίες αφορούν:
Την εκκίνηση και εδραίωση μιας σημαντικής μεταρρύθμισης στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.
Την πολύ σημαντική μεταρρύθμιση στην εκπαίδευση, που ξεκινάει με έναν ουσιαστικό διάλογο κι έχει στόχο να αλλάξει την εικόνα του σχολειού ως εξεταστικό κέντρο και με ένα νέο σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση
Την προοδευτική μεταρρύθμιση στο χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Την επεξεργασία του σχεδίου για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και των περιφερειών, του περιφερειακού σχεδίου ανασυγκρότησης που θα συγκροτεί το εθνικό σχέδιο ανάπτυξης
Τέλος, την έναρξη ενός δημόσιου και ανοιχτού διαλόγου για την συνταγματική αναθεώρηση, που μέχρι τέλους του έτους θα καταλήξει σε συγκεκριμένες προτάσεις που θα έρθουν στη Βουλή.
Απάντηση στις πολιτικές αυτές πρωτοβουλίες, στις μεγάλες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που θα αφήσουν ένα σημαντικό προοδευτικό αποτύπωμα στον τόπο, η αξιωματική αντιπολίτευση, η ΝΔ δεν έχει να αντιτάξει.
Το μόνο που έχει να αντιτάξει είναι εκλεκτικές σχέσεις με τη διαπλοκή.
Τα απλήρωτα δάνεια και το κομματικό χρέος.
Τις κραυγές στα τηλεοπτικά παράθυρα και το φλερτ με την ακροδεξιά και την ξενοφοβία.
Αυτά όμως δεν είναι αρκετά, ακόμα και αν τους στηρίζουν τα πιο ισχυρά και τα πιο επιδραστικά μέσα ενημέρωσης, δεν είναι αρκετά για να επηρεάσουν τα πράγματα.
Η αλήθεια είναι ότι η Νέα Δημοκρατία δεν έχει να υποσχεθεί στον ελληνικό λαό τίποτα περισσότερο από τα μνημόνια και μια υποτίθεται καλύτερη διαχείριση της εφαρμογής τους, προς όφελος όμως των λίγων και σε βάρος των πολλών.
Με το τέλος, όμως, των μνημονίων, το κλείσιμο της αξιολόγησης και το τέλος της επιτροπείας στα μέσα του 2018, τελειώνει οριστικά η ρητορική τους.
Και αλλάζει και ο τόπος της πολιτικής αντιπαράθεσης στον τόπο.
Η διαχωριστική γραμμή επανέρχεται εκεί που πάντοτε ήταν. Πρόοδος-συντήρηση, δεξιά-αριστερά. Υπεράσπιση των κοινωνικών δυνάμεων, υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης, του εργαζόμενου λαού, υπεράσπιση των συμφερόντων των ολίγων. Ξαναέρχεται η διαχωριστική γραμμή στο πολιτικό της και ταξικό της πρόσημο.
Κι αυτό μας δίνει από τώρα το περιθώριο να σχεδιάσουμε την επόμενη μέρα. Το ρόλο του ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα, παράταξη που εκφράζει παραδοσιακά την αριστερά αλλά και εκπροσωπεί αυτό που ονομάζουμε το στρώμα των «από κάτω», των κατώτερων τάξεων και της μεσαίας τάξης.
Και βεβαίως μας ανοίγει και τον ορίζοντα να σκεφτούμε και την επόμενη μέρα στην Ελλάδα. Τη διαμόρφωση ενός πολιτικού συστήματος με δεδομένο ένα νέο εκλογικό νόμο που έχουμε ψηφίσει.
Κι εδώ θα ήθελα να πω και δυο λόγια για τη λεγόμενη Κεντροαριστερά, το ΠΑΣΟΚ, που οφείλουν επιτέλους να κοιτάξουν γύρω τους τι συμβαίνει. Όλη η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία κάνει βήματα προς τα αριστερά, αναζητά καινούργιο στρατηγικό σχέδιο, αυξάνοντας τις αποστάσεις από την πολιτική του νεοφιλελευθερισμού και της ασύδοτης αγοράς.
Το ΠΑΣΟΚ όμως επιμένει να θέλει να είναι στην Ελλάδα η ουρά της ΝΔ του κ. Μητσοτάκη.
Είχε πολλές ευκαιρίες αυτό το διάστημα να υπερβεί τις εσωτερικές αγκυλώσεις, να πάρει αποστάσεις από τις περιόδους διακυβέρνησης και όσα αυτές έχουν φορτώσει στις πλάτες του ελληνικού λαού.
Και να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων.
Ο εκλογικός νόμος, το θέμα της διαπλοκής, η στάση απέναντι στη διαπραγμάτευση είναι κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Επιμένει όμως σε μια αδιέξοδη εμμονή.
Τους καλούμε λοιπόν να συνειδητοποιήσουν ότι τα πράγματα αλλάζουν.
Σε λίγο θα είναι οι μόνοι στην Ευρώπη που επιμένουν σε συμμαχία με τη δεξιά. Και μάλιστα με μια δεξιά νεοφιλελεύθερη και ακραία ταυτόχρονα. Τη δεξιά που συνδυάζει το νεοφιλελευθερισμό του κ. Μητσοτάκη με την ακροδεξιά ρητορική του κ. Γεωργιάδη.
Αυτό δεν θα τους βγει σε καλό. Αλλά δεν θα είναι καλό και για τον τόπο. Δεν θα βοηθήσει στην πιο γρήγορη και ομαλή μετάβαση στις πραγματικές διαχωριστικές γραμμές.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι,
Ο δρόμος μπροστά μας παραμένει δύσκολος γι αυτό και η συμβολή των κομματικών δυνάμεων σ’ αυτές τις προσπάθειες που καταβάλλουμε είναι ιδιαίτερα σημαντική.
Θα πρέπει όμως να έχουμε υπ όψη μας το εξής:
Η κομματική βάση δεν υπάρχει μόνο για να την επιστρατεύουμε, όπου υπάρχει ανάγκη για χέρια ή για εκλογή οργάνων.
Η κομματική βάση χρειάζεται φροντίδα.
Χρειάζεται να παρακολουθούμε τους προβληματισμούς της, να απαντάμε στα ερωτήματά της.
Και κυρίως να την ακούμε.
Χρειάζεται έναν σοβαρό και μελετημένο προσανατολισμό δουλειάς που θα ανταποκρίνεται όχι μόνο στις δυνατότητες, αλλά και στις αρχές και τις αξίες της.
Και περισσότερο απ’ όλα, χρειάζεται να την στηρίζουμε.
Έχοντας πάντοτε στο μυαλό μας ότι υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος που νοιώθει υπεύθυνος για το τί κάνει και τί δεν κάνει η κυβέρνηση.
Που νοιώθει υπερήφανος όταν δημιουργούμε υποδείγματα αριστερής διακυβέρνησης.
Και απογοητεύεται όταν βλέπει στην πολιτική μας λάθη και παραλείψεις.
Γι αυτό θέλω εδώ να πω ξεκάθαρα ότι δεν θα υπάρξει, δεν πρέπει να υπάρξει και δεν θα υπάρξει καμία ανοχή σε φαινόμενα λιγοστά, αλλά πρέπει να τα ξεδιαλύνουμε, σε φαινόμενα που ακυρώνουν το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς.
Κανένας πονηρούλης δεν θα αφήσουμε να χρησιμοποιήσει κανένα «νομιμοφανές» μέσο για ίδιον όφελος
Αυτά έχουν τελειώσει.
Και θέλω να ζητήσω τόσο από τους υπουργούς όσο και από τα αρμόδια όργανα του κόμματος, να μη δείξουν καμία επιείκεια, καμία ανοχή.
Και προσέξτε: δεν αναφέρομαι σε πεπραγμένα. Αλλά και μόνο στη σκέψη, και μόνο που σκέφτηκαν κάποιοι να προσβάλουν τους ηθικούς κώδικες της αριστεράς, δεν τους επιτρέπει να έχουν τον τιμητικό του μέλους του κόμματος, του μέλους του ΣΥΡΙΖΑ. Τελεία και παύλα.
Συντρόφισσες και Σύντροφοι
Διανύουμε μια δύσκολη φάση, αλλά έχω πλέρια αισιοδοξία ότι τα δύσκολα τελειώνουν. Δεν ξέρω αν είναι μια ακαταμάχητη διαίσθηση. Ίσως είναι η σωστή ανάγνωση της συγκυρίας, των συσχετισμών δύναμης στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο.
Πιστεύω ότι η διέξοδος είναι πλέον ορατή.
Όχι μόνο γιατί η αξιολόγηση θα κλείσει, σύντομα θα έρθει και ο στόχος της ενίσχυσης της ρευστότητας.
Κυρίως, όμως, γιατί η οικονομία ήδη εμφανίζει ορατά αποτελέσματα ανάκαμψης. Κι αυτό δεν μπορεί κανείς να το παραβλέψει.
Δεν θα είχα την ίδια αισιοδοξία αν είχαμε μια οικονομία που κατρακυλούσε διαρκώς στην ύφεση, που δεν μπορούσε να έχει έσοδα, που δεν μπορούσε να λειτουργήσει.
Σύντομα πιστεύω ότι τα αποτελέσματα αυτά θα γίνουν αισθητά και στο κόσμο, και κυρίως σε εκείνον τον κόσμο, σε εκείνες τις κοινωνικές κατηγορίες που σήκωσαν στους ώμους τους το βάρος της κρίσης.
Στις συνθήκες αυτές, λοιπόν, πιστεύω, όπως άφησα να εννοηθεί και από την αφιέρωση του μεγαλύτερου μέρους της παρέμβασής μου, πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας, όχι μονάχα την εξέλιξη της διαπραγμάτευσης. Να έχουμε στο μυαλό μας, κυρίως, την επόμενη ημέρα.
Και να σκεφτούμε, όχι πια με όρους συμφωνίας και μέτρων, αλλά με όρους στρατηγικού αναπροσανατολισμού της οικονομίας, της κοινωνίας, της χώρας.
Με το μυαλό μας στην πολιτική και το σχέδιο εκείνο που θα επανεκκινήσει την πραγματική οικονομία, και θα ξαναστήσει όρθια την κοινωνία.
Αλλά και στις αναγκαίες τομές. αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις που θα κατοχυρώνουν την κοινωνική δικαιοσύνη, τη δημοκρατία και τη διαφάνεια.
Αυτή η επόμενη ημέρα είναι πια πολύ κοντά.
Και οφείλουμε να είμαστε προσανατολισμένοι, προετοιμασμένοι για να τη διαχειριστούμε. Να την οργανώσουμε με τον καλύτερο τρόπο.
Και θέλω να κλείσω λέγοντας ότι έχω βαθιά εμπιστοσύνη στο κριτήριο τόσο της Κεντρικής Επιτροπής όσο και της Κοινοβουλευτικής μας Ομάδας
Έχω τη βεβαιότητα ότι θα καταφέρουμε να βγάλουμε τη χώρα αλλά και την κοινωνία από τη κρίση και να σχεδιάσουμε μαζί τη μεταμνημονιακή Ελλάδα, γιατί έχει έρθει πια ο καιρός, μετά από εφτά χρόνια σκοτάδι, να σχεδιάσουμε μαζί τη μεταμνημονιακή Ελλάδα.
Σας ευχαριστώ
left.gr

Δ. ΚΑΖΑΚΗΣ: Μετάβαση σε Εθνικό νόμισμα και να μην πληρώσουμε τίποτα! (vid)

 
Ο Γ.Γ. του Ενιαίου Παλλαϊκού Μετώπου - ΕΠΑΜ-, οικονομολόγος, Δημήτρης Καζάκης σε μια εφ΄όλης της ύλης συνέντευξη στον δημοσιογράφο Αιμίλιο Λιάτσο, στο KONTRA Channel....
 
 
Ο Γενικός Γραμματέας του ΕΠΑΜ, οικονομολόγος, Δημήτρης Καζάκης, στην εκπομπή “KONTRA24” με τον δημοσιογράφο Αιμίλιο Λιάτσο στο Kontra Channel, σε μια εφ΄όλης της ύλης συνέντευξη, για την ελληνική και παγκόσμια οικονομία, το ευρώ και το εθνικό νόμισμα, ελληνική και διεθνή πολιτική, τον Τραμπ και τις ΗΠΑ…

Το πρόγραμμα της ΛΑ.Ε για τη μετάβαση από το ευρώ στο εθνικό νόμισμα

Φυλλάδιο της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ για τη μετάβαση από το ΕΥΡΩ στο ΕΘΝΙΚΟ νόμισμα. Τα βήματα, τα μέτρα, το πρόγραμμα...


Το φυλλάδιο της Λαϊκής Ενότητας (ΛΑ.Ε) για το πέρασμα από το ευρώ στο εθνικό νόμισμα στη βάση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος της παράταξης παρουσίασε χθες στην κατάμεστη αίθουσα της ΕΣΗΕΑ σε συνέντευξη Τύπου ο Παν. Λαφαζάνης Γραμματέας του Π.Σ της ΛΑ.Ε και τα μέλη της ΠΓ της ΛΑ.Ε Παν. Μαντάς, Παν. Σωτήρης, Μαρ. Τσίχλη και Γιάννης Τόλιος.

Ολόκληρο το κείμενο του φυλλαδίου της ΛΑ.Ε έχει ως εξής:


ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ
ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΥΡΙΑΡΧΗ ΚΑΙ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ,ΧΩΡΙΣ ΜΝΗΜΟΝΙΑ ΚΑΙ ΛΙΤΟΤΗΤΑ, ΜΕ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Τα ευρωπαϊκά και διεθνή κέντρα του κατεστημένου και κυρίως το εγχώριο πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο ασκούν πλύση εγκεφάλου και τρομοκρατούν τον ελληνικό λαό, παρουσιάζοντας ως καταστροφή την εγκατάλειψη του ευρώ και τη μετάβαση της Ελλάδας σε εθνικό νόμισμα.

Με το φυλλάδιο αυτό η Λαϊκή Ενότητα (ΛΑ.Ε) επιχειρεί με σύντομο και όσο το δυνατό πιο εύληπτο τρόπο να αναδείξει και να θέσει σε συζήτηση τα βήματα και τα μέτρα της μετάβασης της Ελλάδας στο εθνικό νόμισμα, στη βάση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος. Να αναδείξει, επίσης, ότι αυτή η μετάβαση από το ευρώ στο νέο εθνικό νόμισμα με ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα αποτελεί μια ρεαλιστική και βιώσιμη επιλογή και ότι είναι η μόνη που μπορεί να βγάλει τη χώρα από την κρίση, τα μνημόνια και τη λιτότητα και να τη θέσει σε τροχιά ανάπτυξης και παραγωγικού μετασχηματισμού με κοινωνική δικαιοσύνη.

Για να προχωρήσει η χώρα μας στην καθιέρωση εθνικού νομίσματος είναι αναγκαία τα εξής βήματα, τα οποία χρειάζεται να υλοποιηθούν άμεσα.

ΤΑ ΒΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ

ΠΡΩΤΟΝ: Η Τράπεζα της Ελλάδας περιέρχεται σε δημόσια ιδιοκτησία, τελεί υπό εθνικό και κοινωνικό έλεγχο, αποκτά πλήρως και κατ’ αποκλειστικότητα το προνόμιο να εκδίδει εθνικό νόμισμα και η πολιτική της κινείται στο πλαίσιο που χαράσσει η κυβέρνηση και η πολιτική της.

ΔΕΥΤΕΡΟΝ: H χώρα αποκαθιστά την νομισματική της κυριαρχία, η οποία εκ των πραγμάτων αποτελεί το θεμέλιο και ένα μεγάλο βήμα για την κατάκτηση της εθνικής της κυριαρχίας. Η κυβέρνηση ασκεί κυρίαρχα και κάτω από κοινωνικό έλεγχο τη νέα εθνική νομισματική πολιτική της χώρας σε όλες τις εκφάνσεις της, λαμβάνοντας υπόψη της την γνώμη της Τράπεζας της Ελλάδας.

ΤΡΙΤΟΝ: Θεσμική ρύθμιση αυξημένης ισχύος κατοχυρώνει ότι η νομισματική πολιτική της χώρας ασκείται με κύρια κριτήρια την ανάπτυξη, την ενίσχυση της κοινωνικής δικαιοσύνης και την διεύρυνση των θέσεων εργασίας στην κατεύθυνση της πλήρους απασχόλησης.

ΤΕΤΑΡΤΟΝ: Η κυβέρνηση μετά από γνώμη της Τράπεζας της Ελλάδας καθορίζει την ισοτιμία μετατροπής του ευρώ στο νέο εθνικό νόμισμα.

Αυτή καθ’ αυτή η ισοτιμία, σε όποιο μέτρο και αν καθοριστεί δεν επηρεάζει την λειτουργία της οικονομίας. Για πρακτικούς και μόνο λόγους και αποκλειστικά για τις ανάγκες του παρόντος, ορίζουμε ως ισοτιμία μετατροπής το ένα ευρώ προς μια μονάδα νέου εθνικού νομίσματος.

ΠΕΜΠΤΟΝ: Με νομοθετική διάταξη το ευρώ αποσύρεται και το νέο εθνικό νόμισμα τίθεται σε υποχρεωτική κυκλοφορία. Με βάση το νέο αυτό εθνικό νόμισμα πραγματοποιούνται όλες οι εγχώριες οικονομικές λειτουργίες και συναλλαγές.

H OIKONOMIA ΣΤΟΝ ΡΥΘΜΟ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ

Στο πλαίσιο αυτών των ρυθμίσεων και στην βάση της επίσημης ισοτιμίας του νέου εθνικού νομίσματος προς το ευρώ:
  • Τα ευρώ που κατέχουν οι πολίτες και τα νομικά πρόσωπα μετατρέπονται μέσω των τραπεζών σε εθνικό νόμισμα.
  • Όλες οι καταθέσεις στις τράπεζες μετατρέπονται στο νέο εθνικό νόμισμα, ενώ τα ευρώ που κατέχουν οι τράπεζες (σε κέρματα και χαρτονομίσματα) αποθεματοποιούνται στην Κεντρική Τράπεζα για την ενίσχυση των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας. Το κράτος με ειδική νομοθετική ρύθμιση αυξημένης ισχύος εγγυάται πλήρως και απολύτως όλες τις καταθέσεις στις τράπεζες και μεριμνά για την ασφάλεια και την καλύτερη δυνατή απόδοση τους.
  • Όλοι οι μισθοί και οι συντάξεις, από την ώρα θέσπισης του εθνικού νομίσματος, καταβάλλονται στο νέο εθνικό νόμισμα με βάση τη θεσμοθετούμενη ισοτιμία (π.χ μισθωτός που λάμβανε 800 ευρώ μισθό καθαρά, τώρα θα λαμβάνει 800 μονάδες νέου εθνικού νομίσματος, συνταξιούχος που λάμβανε 800 ευρώ σύνταξη, τώρα θα λαμβάνει σύνταξη 800 νέες μονάδες εθνικού νομίσματος).
  • Όλες οι δανειακές υποχρεώσεις κάθε μορφής και ειδικότερα προς τις τράπεζες καθώς και οι υποχρεώσεις προς το δημόσιο, στενό και ευρύτερο, ιδιωτών και νομικών προσώπων, μετατρέπονται στο νέο εθνικό νόμισμα, στη βάση των ίδιων συμβάσεων χωρίς επιβαρύνσεις. Πολίτης, για παράδειγμα, που οφείλει στην τράπεζα 1.000 ευρώ, θα οφείλει 1.000 μονάδες νέου εθνικού νομίσματος, με την ίδια δανειακή σύμβαση. Πολιτική μας είναι να εφαρμόσουμε, όπως εξηγούμε παρακάτω, ευρεία διαγραφή (σεισάχθεια) και γενναία ρύθμιση των ιδιωτικών χρεών.
  • Οι τιμές στην αγορά μετατρέπονται σε εθνικό νόμισμα, αναγράφονται εις διπλούν για ένα ικανό χρονικό διάστημα, ενώ γίνεται αυστηρότατος έλεγχος με βαρύτατες κυρώσεις απέναντι σε φαινόμενα παράνομων συναλλαγών και αισχροκέρδειας.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η οικονομία, με το νέο εθνικό νόμισμα, εισέρχεται ομαλά σε μια νέα λειτουργία που θα επιτρέψει να εφαρμοσθεί μια νέα ριζοσπαστική πολιτική ανασυγκρότησης και μετασχηματισμού της οικονομίας.

ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ;

Η εισαγωγή του εθνικού νομίσματος είναι επίκαιρη και εξαιρετικά αναγκαία, διότι:

H Ελλάδα, μέσα στην ευρωζωνική φυλακή και στο πλαίσιο της ”ενιαίας αγοράς” της ΕΕ, όχι μόνο δεν μπορεί να σταθεί οικονομικά και κοινωνικά όρθια αλλά και χάνει ακατάπαυστα έδαφος από ισχυρότερες και πιο ”ανταγωνιστικές” οικονομίες και πρώτα απ’ όλα την Γερμανία.

Η νεοφιλελεύθερη μονεταριστική δομή και η φιλοσοφία της ευρωζώνης δεν ευνοεί τις συγκλίσεις ανάμεσα στις άνισες οικονομίες, με διαφορετικά επίπεδα παραγωγικότητας και αποδοτικότητας που συμμετέχουν στον ευρωζωνικό χώρο. Αντίθετα, ενισχύει τις ανισότητες και τις αποκλίσεις, ενώ εκ των πραγμάτων καθιστά σφοδρότερους τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς.

Το εθνικό νόμισμα μέσα σε αυτές τις συνθήκες που κυριαρχούν στην ευρωζώνη γίνεται απόλυτα αναγκαίο και αναντικατάστατο εργαλείο για τη χώρα μας. Γίνεται απαραίτητο και αναντικατάστατο, επίσης, και για ένα πολύ σημαντικό πρόσθετο λόγο. Διότι οι εργαζόμενες λαϊκές τάξεις στην Ελλάδα πνίγονται από ένα παράνομο, απεχθές, επονείδιστο και κυρίως μη βιώσιμο χρέος, στο όνομα του οποίου λαμβάνονται από το κράτος πιστώσεις από ΕΕ και ΔΝΤ, οι οποίες διατίθενται αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση του και συνοδεύονται από αποτυχημένα μνημονιακά προγράμματα λιτότητας και καταλήστευσης που πλήττουν βάναυσα το λαό και καταστρέφουν τον τόπο.

Η εισαγωγή εθνικού νομίσματος θα βοηθήσει την την ελληνική οικονομία να απεμπλακεί από τον άνισο και εξουθενωτικό ανταγωνισμό που υφίσταται εντός της ευρωζώνης, χωρίς να έχει καμιά δυνατότητα να τον αντιμετωπίσει εντός της, παρά μόνο περικόπτοντας τις κοινωνικές δαπάνες και εξανεμίζοντας τους μισθούς της εργατικής τάξης, συνολικά των εργαζομένων και συνταξιούχων.

Το κυριότερο, όμως και πιο επίκαιρο: η εισαγωγή του εθνικού νομίσματος είναι αναντικατάστατη προϋπόθεση για να μπορέσει η χώρα να σταθεί στα πόδια της χωρίς τις πιστώσεις (δόσεις) της ΕΕ και του ΔΝΤ και χωρίς την ρευστότητα της ΕΚΤ προς τις εγχώριες τράπεζες, πράγματα που συνιστούν θανάσιμα εργαλεία επιβολής και εκβιασμών των πιστωτών, όπως είδαμε παλιότερα στην Κύπρο και τον Ιούλιο του 2015 στη χώρα μας, με το κλείσιμο της στρόφιγγας από την ΕΚΤ προς το τραπεζικό σύστημα.

Επομένως, το εθνικό νόμισμα, δίνοντας την ρεαλιστική δυνατότητα στη χώρα να απεμπλακεί από τις πιστώσεις ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ, μας επιτρέπει κάτι που συνιστά ζήτημα επιβίωσης για τη χώρα είναι αδύνατο να επιτευχθεί μέσα στην ευρωζώνη: να προχωρήσουμε αποφασιστικά στην απαλλαγή μας από τα μνημόνια και στη διαγραφή του χρέους με όπλο την αμετάκλητη διακοπή αποπληρωμής του, χωρίς οι τράπεζες και η οικονομία να διατρέχουν τον κίνδυνο κατάρρευσης λόγω των εκβιαστικών μεθοδεύσεων των πιστωτών.

Αντίθετα, με αυτές τις επιλογές της ακύρωσης και εγκατάλειψης των μνημονίων, της διαγραφής του χρέους και του εθνικού νομίσματος, οικονομία και τράπεζες μπορούν να στηριχτούν και να ανακάμψουν σε όφελος του τόπου και του λαού.

Το εθνικό νόμισμα, απαραίτητος όρος για τη διαγραφή του χρέους, θα επιτρέψει, ταυτόχρονα, στο δημόσιο να προχωρήσει στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών τόσο για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στο νέο ρόλο τους χωρίς την ρευστότητα της ΕΚΤ όσο και κυρίως για να μπορέσουν να προχωρήσουν σε μια αποφασιστική πολιτική που θα αντιμετωπίζει ριζοσπαστικά σε όφελος των δανειοληπτών το άγος των δυσβάσταχτων ιδιωτικών χρεών, τα οποία στραγγαλίζουν την οικονομία μας.

Οι τράπεζες, επίσης, με την μετατροπή των χρημάτων της ανακεφαλαιοποίησης σε μετοχές, μέσω αύξησης του μετοχικού τους κεφαλαίου, θα φύγουν από τα ληστρικά χέρια του ιδιωτικού κεφαλαίου και των fund, θα περάσουν στη δημόσια ιδιοκτησία και εθνικοποιημένες θα τεθούν υπό κοινωνικό έλεγχο, με στόχο να εφαρμόσουν μια εντελώς διαφορετική χρηματοπιστωτική πολιτική με αποκλειστικά αναπτυξιακά, παραγωγικά, επενδυτικά και κοινωνικά κριτήρια.

Στη βάση αυτή και στο πλαίσιο της νέας εθνικής νομισματικής πολιτικής, οι τράπεζες θα μπορέσουν να προχωρήσουν, βάση κριτηρίων και ελέγχων, την ευρεία “σεισάχθεια” (διαγραφή) χρεών για τα πιο αδύνατα νοικοκυριά και τις μικρές επιχειρήσεις. Αλλά και τη γενναία ρύθμιση των δανείων των υπόλοιπων επιχειρήσεων μετά από σε βάθος διαχειριστικό έλεγχο προσώπων και εταιρειών. Ταυτόχρονα η διαγραφή ή απομείωση του χρέους των μεγάλων επιχειρήσεων, εφ όσον απαιτηθεί για να κρατηθούν και να διατηρηθούν οι θέσεις εργασίας, θα προχωρήσει με τη ανάλογη συμμετοχή των εθνικοποιημένων τραπεζών στο μετοχικό κεφάλαιο τους έναντι του διαγραφόμενου χρέους.

Χωρίς εθνικό νόμισμα, η οποιαδήποτε απόπειρα απομείωσης του χρέους και απεμπλοκής της χώρας από τα μνημόνια, τη λιτότητα και την υποτέλεια είναι μάταιη υπόθεση και η επαγγελία της εξαπάτηση και δημαγωγία.

ΤΙ ΘΕΛΟΥΜΕ ΝΑ ΠΕΤΥΧΟΥΜΕ ΜΕ ΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ;

Για την ΛΑ.Ε το εθνικό νόμισμα δεν είναι αυτοσκοπός ούτε φετίχ. Δεν συνιστά απλώς μια διαφορετική, εθνική τώρα, νομισματική μονάδα για να συνεχίσουμε με άλλη μορφή τις ίδιες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, να υπηρετήσουμε τα ίδια ολιγαρχικά κεφαλαιακά συμφέροντα, τις ίδιες αμαρτωλές διαπλεκόμενες σχέσεις, τις ίδιες πελατειακές λογικές, τα ίδια παρασιτικά κυκλώματα και τις ίδιες πρακτικές της μίζας και της διαφθοράς.

Το εθνικό νόμισμα, αντίθετα, αποτελεί για μας ένα εργαλείο, μια αφετηρία, μια πρόκληση και μια ευκαιρία για να καταστήσουμε, σε συνδυασμό με την εφαρμογή του συνολικού αλληλοεξαρτώμενου μεταβατικού μας προγράμματος, όλες αυτές τις καταστάσεις παρελθόν. Για να κάνουμε παρελθόν την μνημονιακή υποδούλωση, την ευρωζωνική επιτροπεία και ένα μη βιώσιμο χρέος. Για να καταργήσουμε την λιτότητα, να καταπολεμήσουμε τη φτώχεια και την ανεργία, να διασφαλίσουμε ως δημόσιες και καθολικές τις κοινωνικές ανάγκες σε υγεία – παιδεία – πολιτισμό Για να σταματήσουμε το ξεπούλημα της χώρας, να εθνικοποιήσουμε τις στρατηγικές επιχειρήσεις και να προχωρήσουμε στον παραγωγικό μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας, πράγματα απαγορευτικά μέσα στην ευρωζώνη και στο πλαίσιο της νεοφιλελεύθερης ΕΕ.

ΣΤΗΡΙΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ, ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΠΡΩΤΟΝ: Με το εθνικό νόμισμα μπορούμε να ενισχύσουμε την εθνική παραγωγική βάση και την αποδοτικότητα (ανταγωνιστικότητα) της ελληνικής οικονομίας, απαντώντας στην ανάγκη να προσφέρουμε ένα μεγάλο κύμα ρευστότητας στην οικονομία και την κοινωνία με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους.

Με το εθνικό νόμισμα θα μπορέσουμε, μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος, να αξιοποιήσουμε τη δυνατότητα, για να παράσχουμε ισχυρή ρευστότητα στην οικονομία και την κοινωνία με ευνοϊκούς όρους και πολύ χαμηλά επιτόκια, δυνατότητα η οποία δεν υφίσταται εντός ευρώ.

Αυτήν την δυνατότητα ισχυρής ρευστότητας, θέλουμε να την κατευθύνουμε τόσο στην οικονομία για παραγωγικές επενδύσεις όσο και στην κοινωνία για την καταπολέμηση της φτώχειας, την στήριξη κοινωνικών αναγκών και κρίσιμων κοινωνικών τομέων.

Ειδικότερα το εθνικό εκδοτικό προνόμιο και ο εθνικός έλεγχος της νομισματικής πολιτικής θα αξιοποιηθούν για να χρηματοδοτήσουν μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος και μέσω των εθνικοποιημένων τραπεζών ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα στη χώρα τόσο στο σκέλος των δημοσίων επενδύσεων όσο και στην χρηματοδοτική στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων..

Αναφερόμαστε σε ένα νέο ευρύτατο σε μέγεθος και ποικιλία, ποιοτικά προσανατολισμένο και κάτω από ουσιαστικό δημοκρατικό και κοινωνικό έλεγχο χρηματοδοτικό πρόγραμμα με πολύ χαμηλά επιτόκια, τα οποία θα καθορίζονται στο πλαίσιο ενός κυβερνητικού αναπτυξιακού σχεδιασμού. Ένα χρηματοδοτικό πρόγραμμα που εκτός των άλλων θα αποβλέπει σε ένα διπλάσιο, τουλάχιστον, παραγωγικά επανασχεδιασμένο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων. Σε ένα ευρύτατο πρόγραμμα στήριξης της αγροτιάς και αναβάθμισης της πρωτογενούς παραγωγής, και σε ένα μεγάλο χρηματοδοτικό πρόγραμμα για επενδύσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που θα στοχεύουν την παραγωγική και τεχνολογική αναβάθμιση της χώρας, την αύξηση των θέσεων εργασίας, την στήριξη και διεύρυνση των εργατικών κατακτήσεων. Στο πλαίσιο αυτό ιδιαίτερη προσπάθεια θα επιδειχθεί για την ανασυγκρότηση επιχειρήσεων υπό δημόσιο έλεγχο και τη στήριξη συνεταιριστικών και συνεργατικών επιχειρήσεων και βεβαίως επιχειρήσεων που οι καινοτόμες, τεχνολογικά σύγχρονες, οργανωτικές επιδόσεις τους υποβοηθούν τον δημοκρατικό αναπτυξιακό σχεδιασμό και τον παραγωγικό μετασχηματισμό της οικονομίας.

Το εκδοτικό προνόμιο και ο εθνικός έλεγχος της νομισματικής πολιτικής θα αξιοποιηθούν, ταυτόχρονα, στο έπακρο για να στηρίξουν και να ενισχύσουν την κοινωνική Ελλάδα και τον κοινωνικό προϋπολογισμό. Το εθνικό νόμισμα και η νέα επεκτατική νομισματική πολιτική θα αξιοποιηθούν για να ανακεφαλαιοποιήσουν τα ασφαλιστικά ταμεία, θα στηρίξουν και θα ενισχύσουν μισθούς και συντάξεις, πρώτα απ’ όλα τον κατώτατο μισθό, την κατώτατη σύνταξη, θα χρησιμοποιηθούν για την κοινωνική στήριξη των αδυνάτων και των ΑΜΕΑ για την καταπολέμηση της φτώχειας και την ενίσχυση των κοινωνικών δαπανών.

Ο κρατικός προϋπολογισμός μιας Ελλάδας με εθνικό νόμισμα, απαλλαγμένος από τα δεσμά της δημοσιονομικής λιτότητας, από τον στραγγαλισμό των υπέρογκων πρωτογενών πλεονασμάτων και τις περιοριστικές προδιαγραφές του Συμφώνου Σταθερότητας και έχοντας τη δυνατότητα νομισματικής αναχρηματοδότησης των ελλειμμάτων του με ιδιαίτερα ευνοϊκούς και προνομιακούς όρους, μπορεί, στη βάση μιας μεγάλης διοικητικής μεταρρύθμισης του κράτους και συνολικά της δικής μας πρότασης, να αναδειχθεί ως ο μεγάλος κεντρικός μοχλός για το παραγωγικό μετασχηματισμό, την αποδοτική αναδιαμόρφωση της οικονομίας και την κοινωνική δικαιοσύνη.

ΕΘΝΙΚΟ ΝΟΜΙΣΜΑ: ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΒΙΩΣΙΜΟ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ

ΔΕΥΤΕΡΟΝ: Στη βάση του εθνικού νομίσματος θα εφαρμόσουμε μια ευέλικτη συναλλαγματική πολιτική, που θα λαμβάνει υπόψη της τα εγχώρια οικονομικά δεδομένα, ειδικότερα τις εξελίξεις στο ισοζύγιο πληρωμών αλλά και τις ευρωπαϊκές και διεθνείς συγκυρίες.

Αυτή η εθνική συναλλαγματική πολιτική δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να διακατέχεται από κανένα δογματισμό ή προκατασκευασμένα σχήματα, θα πρέπει να διαμορφώνεται και να εξελίσσεται μέσα από διευρυμένο και ουσιαστικό κοινωνικό διάλογο και να έχει ως αποκλειστικό γνώμονα της ανάπτυξη στη χώρα, την διεύρυνση των θέσεων εργασίας με στόχο την πλήρη απασχόληση και την προώθηση ενός νέου δίκαιου και βιώσιμου οικονομικού προτύπου.

Τα κατεστημένα κέντρα κινδυνολογούν με μια ενδεχόμενη επιλογή υποτίμησης του εθνικού νομίσματος και μιλούν για καταστροφικές επιπτώσεις, προεξοφλώντας, μάλιστα, ότι αυτή η υποτίμηση θα προσλάβει ανεξέλεγκτες διαστάσεις με συνέπεια η χώρα να παρουσιάσει, τάχα, ελλείψεις σε πρώτες ύλες, αναγκαία είδη διατροφής, φάρμακα κλπ, ελλείψεις που, έτσι κι αλλιώς, τις θεωρούν δεδομένες με εθνικό νόμισμα.

Αυτή η κινδυνολογία δεν έχει καμιά απολύτως βάση και είναι παντελώς αστήρικτη.

Εάν κριθεί αναγκαίο, για το συμφέρον της οικονομίας και του ελληνικού λαού είναι ενδεχόμενο να επιλεγεί σε κάποια χρονική στιγμή μια περιορισμένη και σχεδιασμένη υποτίμηση του νομίσματος.

Αυτή η υποτίμηση θα αποβλέπει στην αξιοποίηση από τη χώρα ενός εργαλείου που δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί μέσα στο ευρώ, με στόχο να τονωθεί η εγχώρια παραγωγή και η οικονομία, ιδιαίτερα σε στοχευμένους κλάδους και με έλεγχο για την επίτευξη μετρήσιμων στόχων, προκειμένου να εφαρμοσθεί ένας ευρύτερος σχεδιασμός οικονομικής ανάπτυξης.

Μια ενδεχόμενη υποτίμηση, σε μια οικονομία όπως η δική μας, η οποία, κάτω από την μπότα των μνημονίων, βρίσκεται επί πολλά χρόνια σε ύφεση και στασιμότητα, έχει μεγάλη ανεργία και αργό και ανεκμετάλλευτο αλλά εν δυνάμει αποδοτικό, παραγωγικό δυναμικό, εφ’ όσον σε κάποια στιγμή κριθεί σκόπιμη, θα έχει θετικό ισοζύγιο οικονομικοκοινωνικών επιπτώσεων.

Μια περιορισμένη και λογική υποτίμηση, εφ’ όσον χρειαστεί και κριθεί σκόπιμη, θα αποτελεί μια θετική και όχι αμυντική, επιλογή, που θα έχει ως στόχο να ενισχύσει και να δώσει ώθηση στο υπό εφαρμογή αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας.

Μια τέτοια υποτίμηση θα βοηθήσει ουσιωδώς να γίνουν σχετικά πιο φτηνά τα εγχώρια και πιο ακριβά τα εισαγόμενα προϊόντα και επομένως θα βοηθήσει στην τόνωση της εθνικής παραγωγής, στην υποκατάσταση εισαγωγών από εγχώρια παραγωγή, στην ενίσχυση των εξαγωγών, την ενδυνάμωση του τουριστικού ρεύματος, και στη σημαντική και συνολική αύξηση της απασχόλησης, υποστηρίζοντας, έτσι, την σχεδιασμένη προσπάθεια που πρέπει να καταβληθεί ώστε η χώρα να μπει σε μια νέα αναπτυξιακή τροχιά και στη διαμόρφωση ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου.

Μια περιορισμένη και λογική υποτίμηση, στο πλαίσιο μιας οικονομίας που βρίσκεται επί χρόνια σε ύφεση, θα έχει μικρές και φθίνουσες συνέπειες στον πληθωρισμό, οι οποίες σε κάθε περίπτωση θα διασφαλισθεί να μην έχουν καμιά αρνητική συνέπεια στους μισθούς και τις συντάξεις. Οι μισθοί και οι συντάξεις, άλλωστε, θα ενισχυθούν έτσι και αλλιώς στη βάση των νέων πολιτικών κατά της λιτότητας, οι οποίες θα εφαρμοσθούν με την υποβοήθηση του εθνικού νομίσματος.

Από μια υποτίμηση με αυτά τα χαρακτηριστικά δεν πρόκειται να σημειωθεί, όπως λέγεται, κάποια υποτιθέμενη αθρόα και επιζήμια εισαγωγή κερδοσκοπικών κεφαλαίων στη χώρα, πολύ περισσότερο που παράλληλα με την εισαγωγή εθνικού νομίσματος θα εφαρμοσθεί ουσιαστικός έλεγχος στην κίνηση κεφαλαίων από την χώρα στο εξωτερικό και αντιστρόφως, προς αποτροπή επιζήμιων μεθοδεύσεων σε βάρος του νομίσματος και της εθνικής οικονομίας.

Ο έλεγχος αυτός δεν θα έχει καμιά σχέση με τους σημερινούς περιορισμούς στις τραπεζικές συναλλαγές (Capital Control) και την άντληση χρημάτων από τις τράπεζες. Αντίθετα, με την εισαγωγή του εθνικού νομίσματος οι συναλλαγές με τις τράπεζες, το άνοιγμα λογαριασμών και οι αναλήψεις θα είναι απόλυτα ελεύθερες και δεν θα τελούν υπό κανένα περιορισμό.

Δεν έχει την παραμικρή βάση η ευρώπληκτη προπαγάνδα η οποία διατείνεται ότι με την εισαγωγή του εθνικού νομίσματος θα ακολουθήσει ανεξέλεγκτη υποτίμηση του και ακόμα χειρότερα θα παρουσιαστούν, έτσι κι αλλιώς, ελλείψεις και μάλιστα τεράστιες, πρώτων υλών, φαρμάκων, πετρελαίου, τροφίμων κλπ. Πολύ περισσότερο δεν έχει καμιά επαφή με την πραγματικότητα ο ισχυρισμός, που συχνά ακούγεται, πως η Ελλάδα δεν μπορεί να μεταβεί σε εθνικό νόμισμα γιατί δεν παράγει τίποτα.

Κατ’ αρχάς η διαδεδομένη πεποίθηση πως η Ελλάδα, παρά την μεγάλη παραγωγική υποβάθμιση που υπέστη ιδιαίτερα τα χρόνια του ευρώ, έχει καταντήσει παραγωγική έρημος, δεν είναι σωστή. Η Ελλάδα διαθέτει ακόμα, παρά τα βαριά πλήγματα που έχει υποστεί από τις ασκούμενες νεοφιλελεύθερες πολιτικές και την ευρωζωνική πίεση, μια αξιοσημείωτη παραγωγική βάση και σημαντικές υποδομές. Το εθνικό νόμισμα στη βάση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος όχι μόνο επιβάλλεται αλλά και καθίσταται απόλυτα αναγκαίο ακριβώς για να ανακόψει την παραγωγική συρρίκνωση, να ενθαρρύνει την παραγωγική ανάκαμψη του τόπου σε όφελος της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας και στο πλαίσιο ενός νέου οικονομικού και κοινωνικού προτύπου.

Πέραν των πολλών άλλων, θα πρέπει να τονίσουμε ακόμα, ότι, μετά από πολλά χρόνια, το ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών της χώρας, κυρίως λόγω μνημονιακών πιέσεων, είναι ισοσκελισμένο ή και πλεονασματικό. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα του εθνικού νομίσματος θα μπορεί, με τις συναλλαγματικές εισπράξεις που θα αποκομίζει από τις εξαγωγές της, το τουριστικό συνάλλαγμα και σειρά άλλων συναλλαγματικών εσόδων, να αποπληρώνει όλες τις εισαγωγές που πραγματοποιεί στα σημερινά επίπεδα. Και αυτή η θετική αποτίμηση θα καταστεί πιο ευνοϊκή αφού το εθνικό νόμισμα με την εισαγωγή του και την πολιτική που θα ακολουθήσουμε θα προσδώσει ώθηση στην παραγωγή και στις εξαγωγές της χώρας, ενώ θα μειώσει και θα υποκαταστήσει τις εξαγωγές με εγχώρια παραγόμενα αγαθά και προσφερόμενες υπηρεσίες. Τέλος ο συνδυασμός ισορροπημένου ισοζυγίου εξωτερικών πληρωμών και η εφαρμογή ουσιαστικών ελέγχων στις εισροές και εκροές κεφαλαίων, ιδίως για βραχυπρόθεσμες κερδοσκοπικές επενδύσεις περιορίζει σημαντικά τους κινδύνους κερδοσκοπικών επιθέσεων που θα μπορούσαν να θέσουν σε ανεπιθύμητη τροχιά το εθνικό μας νόμισμα, ενώ ευκαιριακές διακυμάνσεις στην ζήτηση και προσφορά εθνικού νομίσματος είναι διαχειρίσιμες με τα υπάρχοντα συναλλαγματικά αποθέματα. Αυτονόητο είναι ότι τα αποθέματα χρυσού της χώρας μας πρέπει να έλθουν και να φυλάσσονται στην πατρίδα μας.

ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ ΚΥΡΙΑΡΧΗ, ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ, ΒΑΘΙΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ,
ΑΣΦΑΛΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΗ

Με το παρόν φυλλάδιο επιχειρήσαμε να σκιαγραφήσουμε πολύ συνοπτικά την πορεία μετάβασης στο εθνικό νόμισμα με βάση το ριζοσπαστικό μας πρόγραμμα. Με το φυλλάδιο αυτό δεν κλείνουμε αλλά επιχειρούμε να δώσουμε μια νέα ώθηση στην επεξεργασία και την συζήτηση για το πέρασμα από το ευρώ στο εθνικό νόμισμα, συζήτηση που στην ουσία δεν επετράπη να γίνει ποτέ από τα μέσα ενημέρωσης. Η επεξεργασία που καταθέτουμε δεν κλείνει αλλά ανοίγουμε ένα κεφάλαιο κοινωνικού διαλόγου για τη συνέχιση της.

Ο δρόμος του εθνικού νομίσματος στη βάση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος, όπως αυτό που προτείνει η ΛΑ.Ε., ανταποκρίνεται στα συμφέροντα και τις προοπτικές της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας, πρώτα απ’ όλα της εργατικής τάξης και συνολικά του κόσμου της εργασίας. Εξυπηρετεί τις ανάγκες των ανέργων για την εξεύρεση δουλειάς με πλήρη δικαιώματα. Τα συμφέρονται της νεολαίας για ένα καλύτερο μέλλον στην πατρίδα μας. Τα συμφέροντα της μικρομεσαίας αγροτιάς και των μικρομεσαίων στρωμάτων της κοινωνίας μας, όποια δραστηριότητα κι ασκούν. Ο δρόμος του εθνικού νομίσματος στη βάση ενός ριζοσπαστικού προγράμματος, όπως αυτό που προτείνει η ΛΑ.Ε, θα πλήξει μόνο μια κεφαλαιακή ολιγαρχία συνδεδεμένη με τα ευρωπαϊκά και διεθνή ιμπεριαλιστικά οικονομικά και πολιτικά κέντρα.

Αντίθετα, η μετάβαση σε εθνικό νόμισμα και ένα μεταβατικό προοδευτικό πρόγραμμα μετασχηματισμών με σοσιαλιστικό ορίζοντα, σαν και αυτό που προτείνουμε, είναι μια πορεία βιώσιμη, που διασφαλίζει την έξοδο από την κρίση, μειώνει δραστικά τις ανισότητες και την ανεργία και διαμορφώνει ένα νέο παραγωγικό και αποδοτικό οικονομικό πρότυπο.

Η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα για την εφαρμογή ενός ριζοσπαστικού προγράμματος είναι μια πορεία συμμετοχής και μεγάλων ενωτικών εργατικών και λαϊκών αγώνων. Είναι μια πορεία μεγάλων οικονομικών και δημοκρατικών μετασχηματισμών. Είναι μια πορεία σύγκρουσης και ρήξης με τους νεοφιλελεύθερους κανόνες της ΕΕ, σύγκρουση και ρήξη που ανοίγει τις διαδικασίες, με την θέληση και τους αγώνες του λαού, για την αποδέσμευση και την έξοδο της χώρας και από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι, τέλος, μια πορεία εφαρμογής μιας νέας πολυδιάστατης στρατηγικής εξωτερικών και διεθνών οικονομικών προσανατολισμών, η οποία θα θωρακίζει και θα ενισχύει τους νέους δρόμους της χώρας.

Το έπαθλο της νικηφόρας αυτής πορείας θα είναι μια νέα Ελλάδα κυρίαρχη, ασφαλής, ανεξάρτητη, βαθύτατα δημοκρατική, κοινωνικά δίκαιη και ευημερούσα.

Μια Ελλάδα που για πρώτη φορά ο λαός της θα είναι κυρίαρχος στην χώρα μας και με συμμέτοχο τα νιάτα της πατρίδας μας, θα κτίζει ένα μέλλον αντάξιο των προσδοκιών τους.

© all rights reserved
customized with από: antikry.gr