Η αμερικανική ανοχή προς τον Ερντογάν έχει ημερομηνία λήξεως

Η αμερικανική ανοχή στον Ερντογάν έχει εκ των πραγμάτων ημερομηνία λήξεως. Με άλλα λόγια, η Ουάσιγκτον καλείται να λάβει αποφάσεις...


του Σταύρου Λυγερού (*)

Οι εξελίξεις τόσο στο ελλαδοτουρκικό όσο και στο κυπριακό μέτωπο θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από την εξέλιξη των σχέσεων Ουάσιγκτον-Άγκυρας. Η αντικατάσταση του Τίλλερσον δεν είναι ακόμα σαφές εάν και πόσο θα δρομολογήσει αλλαγές στην αμερικανική εξωτερική πολιτική. Ο Πομπέο, πάντως, είναι δεδηλωμένος υποστηρικτής της σκληρής γραμμής κι όχι μόνο έναντι της Τεχεράνης. Σε ανύποπτο χρόνο είχε χαρακτηρίσει «ισλαμική δικτατορία» το καθεστώς Ερντογάν. Το επόμενο διάστημα, πάντως, θα φανεί εάν θα συνεχίσει στη γραμμή του προκατόχου του, ή θα εγκαινιάσει μία άλλη πολιτική.

Υπενθυμίζουμε πως ο Τίλλερσον υποστήριζε –εκφράζοντας την κύρια τάση στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ– την ανάγκη να εξαντληθούν όλα τα περιθώρια για να βρεθεί ένα modus vivendi με την Τουρκία. Η απώλεια του Ιράν πριν 40 σχεδόν χρόνια έχει στοιχειώσει τη θεσμική μνήμη της αμερικανικής διπλωματίας, με αποτέλεσμα να εκδηλώνεται όλο αυτό το διάστημα μία πρωτοφανής ανοχή στις ρητορικές, αλλά και πρακτικές προκλήσεις του Ερντογάν.

Το άνοιγμά του προς τη Ρωσία, όμως, έχει μετατραπεί σχεδόν σε γεωπολιτικό εναγκαλισμό. Η Άγκυρα έκλεισε συμφωνία για την αγορά των S-400. Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, ο Ερντογάν απάντησε με την εισβολή στο Αφρίν στην αμερικανική ανακοίνωση ότι θα συγκροτηθεί δύναμη 30.000 κυρίως από μαχητές του κουρδικού YPG με αποστολή τη φύλαξη των συνόρων Συρίας-Τουρκίας. Και απειλεί πως μετά θα πάρει σειρά το Μανμπίτζ και όλη η συνοριακή ζώνη μέχρι το Ιράκ, στην οποία οι Αμερικανοί έχουν βάσεις!
 
Όπως προαναφέραμε, η ανοχή των Αμερικανών πηγάζει από το γεγονός ότι δεν θέλουν να χάσουν την Τουρκία. Γι’ αυτό και στην πρόσφατη συνάντηση Ερντογάν-Τίλλερσον συμφωνήθηκε μία φόρμουλα, η οποία θα απομακρύνει τους Κούρδους ανατολικά του Ευφράτη, αφήνοντας την πόλη Μανμπίτζ σε ένα ειδικό καθεστώς εποπτευόμενο από τους Αμερικανούς. Υπενθυμίζουμε ότι οι Κούρδοι έχυσαν πολύ αίμα για να καταλάβουν την Μπανμπίτζ από τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους.

Ανοχή σημαίνει κόστος

Σύντομα θα φανεί εάν ο Πομπέο θα εφαρμόσει την άτυπη αυτή συμφωνία. Είναι, ωστόσο, σαφές πως με την πάροδο του χρόνου ολοένα και περισσότεροι στην Ουάσιγκτον οδηγούνται στη θέση πως όσο οι ΗΠΑ ανέχονται τον Ερντογάν τόσο χάνουν:
  • Πρώτον, επειδή η ανοχή της ερμηνεύεται σαν «πούλημα» των συμμάχων Κούρδων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αξιοπιστία της.
  • Δεύτερον και σημαντικότερο, επειδή εκλαμβάνεται διεθνώς σαν γεωπολιτική αδυναμία.
  • Τρίτον, επειδή η ατιμωρησία τροφοδοτεί τον τυχοδιωκτισμό του Τούρκου προέδρου.
Ο ίδιος έθεσε ως όρο για να συνεργαστεί με τους Αμερικανούς ουσιαστικά να εγκαταλείψουν τον κουρδικό παράγοντα. Τα συμφέροντα ΗΠΑ-Τουρκίας στη Μέση Ανατολή, όμως, είναι σε μεγάλο βαθμό συγκρουόμενα. Ενώ για την Άγκυρα ο κουρδικός παράγοντας είναι ο απόλυτος εχθρός που πρέπει να εξαλειφθεί, για την Ουάσιγκτον, όπως επίσης και για το Ισραήλ, είναι ο φυσικός σύμμαχος.
Έτσι όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, χωρίς τους Κούρδους ως τοπικό έρεισμα, οι Αμερικανοί θα βρεθούν ουσιαστικά απομονωμένοι, εάν όχι εκτοπισμένοι γεωπολιτικά από την καρδιά της Μέσης Ανατολής. Θα κυριαρχήσει εκεί το ιδιότυπο τρίγωνο Ρωσία-Ιράν-Τουρκία.

Πληθαίνουν οι φωνές

Είναι αξιοσημείωτο ότι πληθαίνουν τα δημοσιεύματα και οι φωνές στο κατεστημένο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που θεωρούν ότι η εγκατάλειψη των Κούρδων δεν αρκεί για να επιστρέψει η Τουρκία στο δυτικό στρατόπεδο. Καταλήγουν στο συμπέρασμα πως όσο ο Ερντογάν θα βρίσκεται στο τιμόνι δεν πρόκειται να συμβεί αυτό, επειδή δεν εμπιστεύεται τους Αμερικανούς. Είναι πεπεισμένος πως επιδιώκουν να τον ανατρέψουν. Γι’ αυτό και ο εναγκαλισμός του με τον Πούτιν δεν είναι κίνηση τακτικού χαρακτήρα, αλλά στρατηγικού, με την έννοια της δικής του επιβίωσης.

Εκτός όλων των παραπάνω, η χωρίς επιπτώσεις επιθετική στάση του Ερντογάν δημιουργεί πολιτικό προηγούμενο, το οποίο αργά ή γρήγορα θα βρει μιμητές. Ο λόγος της Ουάσιγκτον δεν θα είναι εφεξής ικανός από μόνος του να υποχρεώνει άλλα κράτη σε άμεση προσαρμογή. Το πλήγμα στο κύρος και στην αξιοπιστία της είναι σε τελευταία ανάλυση πολύ μεγαλύτερης εμβέλειας από το πως θα διαμορφωθούν τελικώς οι συσχετισμοί δυνάμεως και οι ισορροπίες στη Συρία.

Το συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ότι μπορεί η μπίλια ακόμα να γυρίζει, αλλά η ορθολογική ανάλυση δείχνει πως η αμερικανική ανοχή στον Ερντογάν έχει εκ των πραγμάτων ημερομηνία λήξεως. Με άλλα λόγια, η Ουάσιγκτον καλείται να λάβει αποφάσεις. Μένει να αποδειχθεί εάν ο διορισμός του Πομπέο είναι κίνηση που προαναγγέλλει ότι η Ουάσιγκτον κινείται προς αυτή την κατεύθυνση.

(*) Ο Σταύρος Λυγερός είναι Δημοσιογράφος και Συγγραφέας, δ/ντης της ιστοσελίδας slpress.gr
πηγή:  slpress.gr

H Γερμανική Βουλή ενέκρινε την δόση των 6,7 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα

«Πράσινο φως» της Γερμανικής Βουλής για την εκταμίευση 6,7 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα...


Η Επιτροπή Προϋπολογισμού της Ομοσπονδιακής Βουλής έδωσε «πράσινο φως» για την εκταμίευση 6,7 δισ. ευρώ ως βοήθεια για την Ελλάδα, όπως αναφέρεται σε τηλεγράφημα του Γερμανικού Πρακτορείου Ειδήσεων.

Η χρηματοδότηση αποτελεί μέρος του τρίτου πακέτου βοήθειας ύψους 86 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα, το οποίο αποφασίστηκε το 2015, σύμφωνα με το τηλεγράφημα.

Ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς μπορεί πλέον να συμφωνήσει για την εν λόγω πληρωμή στο Συμβούλιο Διοικητών του ΕΜΣ, όπου εκπροσωπούνται οι 19 χώρες του ευρώ από τους υπουργούς Οικονομικών τους, σημειώνει το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Επικίνδυνα παιχνίδια πολέμου στο Αιγαίο και την Κύπρο

Οξύνεται ο ανταγωνισμός Αθήνας-Λευκωσίας με την Άγκυρα. Η κυβέρνηση ποντάρει, μάταια, στη στήριξη ΗΠΑ-ΕΕ...


«Ό,τι είναι για εμάς το Αφρίν είναι και το Αιγαίο και η Κύπρος», είπε ο Ερντογάν, προειδοποιώντας Αθήνα και Λευκωσία να προσέχουν, καθώς «οι μαγκιές τους είναι μέχρι να δουν τον στρατό, τα καράβια και τα αεροπλάνα μας». Οι φράσεις αυτές ειπώθηκαν την Τρίτη, λίγες ώρες μετά το σοβαρό επεισόδιο του εμβολισμού ελληνικού σκάφους από τουρκικό στα Ίμια – και στην ίδια ομιλία με την οποία ο πρόεδρος της Τουρκίας απείλησε τους Αμερικανούς με ένα… «οθωμανικό χαστούκι». Μην αφήνοντας, έτσι, αμφιβολία για το γεγονός ότι η Άγκυρα και η ηγετική της ομάδα αντιμετωπίζει όλα τα μέτωπα που έχει ανοιχτά –και είναι πολλά– στη βάση ενιαίου σχεδιασμού.

Το πιο σημαντικό, όμως, όσον αφορά τα ελληνοτουρκικά, είναι ότι η κλιμάκωση της έντασης έρχεται σε μία κρίσιμη συγκυρία. Αφενός, όπως δείχνουν τα όσα συμβαίνουν στη Συρία (αναλυτικά στη σελ. 23), οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην ευρύτερη περιοχή επιταχύνονται και λαμβάνουν ολοένα πιο βίαιη και επικίνδυνη μορφή. Αφετέρου, επιβεβαιώθηκε πρόσφατα η ύπαρξη ενός σημαντικού κοιτάσματος φυσικού αερίου, που περιέχει τουλάχιστον 8 τρις κυβικά μέτρα, στη θαλάσσια περιοχή την οποία η κυβέρνηση της Κύπρου θεωρεί ότι ανήκει στην ΑΟΖ της και επιδιώκει να προχωρήσει άμεσα στην εκμετάλλευσή του – με τη συγκατάθεση, φυσικά, της Ελλάδας.

Υπό αυτό το πρίσμα, τα όσα συμβαίνουν τις τελευταίες ημέρες και φέρνουν πολύ πιο κοντά ένα νέο «θερμό επεισόδιο», με απρόβλεπτη εξέλιξη και συνέπειες, κάθε άλλο παρά έκπληξη συνιστούν. Αναδεικνύουν δε τις πραγματικές επιδιώξεις των αστικών τάξεων και κυβερνήσεων Τουρκίας και Ελλάδας, η υλοποίηση των οποίων ενέχει τεράστιους κινδύνους, ειδικά καθώς γίνεται στο φόντο της όξυνσης των αντιθέσεων ανάμεσα στα καπιταλιστικά ιμπεριαλιστικά κέντρα.

Ειδικά όσον αφορά την ελληνική πλευρά, η στάση της στα ελληνοτουρκικά βρίσκεται σε άμεση σύνδεση με την αντίστοιχη στο Μακεδονικό. Σε αυτό το μέτωπο, Τσίπρας και Κοτζιάς επιχειρούν να φτάσουν σε μία συμφωνία από θέση ισχύος (και όχι αδυναμίας, όπως ισχυρίζονται οι πάσης φύσης Μακεδονομάχοι), εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη της πΓΔΜ για στοιχειώδη πολιτική σταθερότητα και τις πιέσεις των Αμερικανών για άμεση ένταξή της στο ΝΑΤΟ, αλλά και τον σχεδιασμό των Βρυξελλών για τα δυτικά Βαλκάνια, ώστε να ανακοπεί η ρωσική επιρροή.

Στο Κυπριακό, από την άλλη, ελπίζουν στη στήριξη της ΕΕ και των ηγεμονικών κρατών της,καθώς και των ευρωπαϊκών μεγαθηρίων στον κλάδο της ενέργειας, για να επιβάλλουν ντε φάκτο τα συμφέροντα της όμορης κυπριακής αστικής τάξης. Αυτό, ακριβώς, είναι που προκαλεί τη λυσσαλέα αντίδραση της Άγκυρας, η οποία κάνει επίδειξη δύναμης αποκλείοντας το ιταλικό πλωτό γεωτρύπανο της ΕΝΙ να φτάσει στον προορισμό του και να αρχίσει τις έρευνες και την άντληση, ενώ ταυτόχρονα επιχειρεί να πείσει το Βερολίνο, το Παρίσι (που επίσης έχει άμεση εμπλοκή με την Total, όπως έχουν και οι Ολλανδοί με την Shell) και φυσικά τη Ρώμη ότι θα εξυπηρετήσει καλύτερα τα συμφέροντά τους, εάν τα συνδυάσουν με τα τουρκικά.

Στο Αιγαίο, τέλος, είναι φανερό ότι επιλογή της Αθήνας, τόσο της κυβέρνησης όσο και της ΝΔ –που δεν είναι τυχαίο ότι εδώ δεν σηκώνει ιδιαιτέρως τους τόνους– είναι να τηρηθούν χαμηλοί τόνοι, καθώς έχουν συνείδηση ότι σήμερα βρίσκονται σε θέση αδυναμίας απέναντι στην Τουρκία. Οι «ημέτεροι» ποντάρουν στη στήριξη των ΗΠΑ και του Τραμπ, λόγω της εκδούλευσης που τους προσφέρουν με τα Σκόπια και της εκρηκτικής αντιπαράθεσής τους με τον Ερντογάν στη Μέση Ανατολή, αλλά και των Ευρωπαίων, που επίσης δεν τα πάνε αυτή την περίοδο πολύ καλά με τον «σουλτάνο».

Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι το πρώτο μήνυμα της Ουάσινγκτον –«βρείτε τα!»– αποτέλεσε ένα σοκ, που μάλλον τους προσγείωσε απότομα, αναγκάζοντάς τους να θυμηθούν τα όσα συνέβησαν κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 και στο επεισόδιο του 1996 στα Ίμια. Όσο για τους Ευρωπαίους, παρά τις αρχικές επικριτικές για τον Ερντογάν δηλώσεις της Κομισιόν, η επίσκεψη Γιλντιρίμ στη Μέρκελ και η γενικότερη στάση τους μάλλον δεν δικαιολογούν ιδιαίτερη αισιοδοξία.

Ποντάρισμα στα χαρτιά του ΝΑΤΟ και της ΕΕ είναι χαμένο από χέρι!
 Γιώργος Παυλόπουλος/prin.gr

Ανταγωνισμός Ελλάδας-Τουρκίας. Οι κομμουνιστές και το ενδεχόμενο πολέμου

Η πρώτη θέση που έχουν οι κομμουνιστές απέναντι στην προοπτική ενός πολέμου, δε μπορεί να είναι παρά τούτη: Όχι άλλη σφαγή των λαών! Πάλη ενάντια στους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς, για την αποτροπή του πολεμικού κινδύνου.

 
του Παναγιώτη Μαυροειδή (*)

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει αυξηθεί ο κίνδυνος για θερμό πολεμικό επεισόδιο, μικρής ή μεγαλύτερης έκτασης με την Τουρκία. Η δυναμική αυτή αναπτύσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο των ανταγωνισμών (Ειρηνικός, Αφρική, Βαλτική) που προκαλεί η αξεπέραστη καπιταλιστική κρίση παγκόσμια. Ο εμπορικός πόλεμος είναι η μία όψη τους, αλλά όχι η μοναδική. Ιδιαίτερους παράγοντες παροξυσμού αποτελούν τόσο ο «τοπικός» ανταγωνισμός Ελλάδας-Τουρκίας, όσο και η γεωστρατηγική αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας στην περιοχή.

Να φοβόμαστε; Να φύγουμε από την Ελλάδα; Ή να αφήσουμε όλα τα άλλα στην άκρη, να ετοιμαζόμαστε για πόλεμο και να γεμίζουμε από υπερηφάνεια που επιτέλους μας δίνεται η ευκαιρία να αποδείξουμε την αγάπη μας για την πατρίδα;

Αγώνας για την αποτροπή της σφαγής των λαών


Οι κομμουνιστές, ωστόσο, δεν θεωρούν μοιρολατρικά αναπότρεπτες τις πολεμικές συρράξεις και την αλληλοσφαγή των λαών. Αντίθετα, ιεραρχούν ψηλά την πάλη για την ειρήνη και τη συναδέλφωση των λαών, ενάντια στην πολεμική ψύχωση, τους τυχοδιωκτισμούς που προετοιμάζουν και «δικαιολογούν» τον πόλεμο και τελικά ενάντια στον ίδιο τον πόλεμο.

Η πρώτη θέση που έχουν οι κομμουνιστές απέναντι στην προοπτική ενός πολέμου, δε μπορεί να είναι παρά τούτη: Όχι άλλη σφαγή των λαών! Πάλη ενάντια στους πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς, για την αποτροπή του πολεμικού κινδύνου.

Όσο επικρατεί ο καπιταλισμός, ο ανταγωνισμός, η αδικία, η καταπίεση και η άνιση ανάπτυξη, διαρκώς θα υπάρχει βάση για να ξεσπούν πόλεμοι. Οι κομμουνιστές υποχρεούνται, επομένως, μέσα στο γενικό αντιπολεμικό τους στίγμα, αλλά και κυρίως με εφαλτήριο την επαναστατική κομμουνιστική στρατηγική που αποτελεί οδηγό για τη δράση τους, να εκτιμούν τον συγκεκριμένο χαρακτήρα του συγκεκριμένου κάθε φορά πολέμου και με βάση αυτό να καθορίζουν τη στάση τους.

Ποιος φουσκώνει τα πανιά  του πολεμικού  ανταγωνισμού Ελλάδας-Τουρκίας;


Το σχήμα «επιτιθέμενη Τουρκία, αμυνόμενη Ελλάδα», τυπικό της «εθνικής ρητορικής» των αστικών κομμάτων και των κυβερνήσεών τους, δεν περιγράφει σωστά την πραγματικότητα. Φυσικά, το ίδιο ισχύει και με το συμμετρικό ανάλογο αυτής της προσέγγισης, δηλαδή το σχήμα «επιτιθέμενη Ελλάδα, απέναντι σε μια αδύναμη Τουρκία της οποίας η εδαφική ακεραιότητα απειλείται ταυτόχρονα “απ’ έξω” και “από μέσα”». Το δεύτερο αποτελεί την στερεοτυπική άποψη των αστικών και ιδιαίτερα των εθνικιστικών κομμάτων στην Τουρκία, αλλά και ρευμάτων μιας αόριστα και μονόπλευρα «αντιεθνικιστικής» Αριστεράς στην Ελλάδα. Μισές αλήθειες, τεράστια ψέματα…
Γενικά μιλώντας, τον κίνδυνο πολεμικού τυχοδιωκτισμού μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, τον πυροδοτούν τρείς αλληλένδετοι παράγοντες:

Πρώτον, υπάρχει ο ευρύτερος αυξανόμενος πολιτικός, οικονομικός, στρατιωτικός ανταγωνισμός μεταξύ καπιταλιστικών ιμπεριαλιστικών μπλοκ και βασικά -σε ό,τι αφορά την περιοχή μας- των ΗΠΑ (αυτοτελώς αλλά και μέσω του ΝΑΤΟ) και της Ρωσίας. Αυτός είναι ο λόγος, άλλωστε, που ανακινήθηκε το θέμα του ονόματος της Μακεδονίας.

Ο ανταγωνισμός αυτός αυξάνεται ως συνέχεια αλλά και ως συνέπεια της διαπάλης αυτών των δυνάμεων στη Συρία, με την Ρωσία να οξύνει εκεί την τωρινή σχετική σύγκρουση συμφερόντων ΗΠΑ-Τουρκίας και με την Ελλάδα να προσπαθεί να εμφανιστεί ως ο σταθερός σύμμαχος των ΗΠΑ, έναντι μιας «ασταθούς και απρόβλεπτης» Τουρκίας.

Δεύτερον, αναπτύσσεται ο ανταγωνισμός των αστικών τάξεων σε Ελλάδα και Τουρκία, που επιδιώκουν να αναβαθμίσουν η καθεμιά τη δική της θέση, μέσω πάντα και της κλιμάκωσης και της βαθύτερης πρόσδεσης σε συμμαχίες με τους μεγάλους παίκτες.

Ιδιαίτερο στοιχείο εδώ αποτελεί η ανακάλυψη εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου στις ΑΟΖ των χωρών της Ανατολικής Μεσογείου (που δεν έχουν καθοριστεί με συμφωνία), αλλά και οι αντιπαραθέσεις για τη διέλευση των ενεργειακών αγωγών, όπως και η χάραξη των μεγάλων εμπορικών δρόμων κυρίως για τα κινέζικα προϊόντα.

Οι δύο χώρες, χρησιμοποιούν ως διαπραγματευτικό χαρτί και τη διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος. Η Ελλάδα αξιοποιεί τη θέση της ως κρίκου στον άξονα πολέμου με ΗΠΑ-Ισραήλ και Αίγυπτο, για να κερδίσει πόντους στον πόλεμο των ΑΟΖ και την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. Η Τουρκία απειλεί με επαναχάραξη των χερσαίων, εναέριων, αλλά κυρίως των θαλάσσιων συνόρων με Ελλάδα, μπαίνοντας δυναμικά στη διεκδίκηση της εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων, ενθυμούμενη ξαφνικά την ενιαία Κύπρο και τα δικαιώματα και των δύο κοινοτήτων από τα κέρδη τους.

Οι λαοί στις δύο χώρες πληρώνουν ήδη πολύ ακριβά αυτόν τον φιλοπόλεμο ανταγωνισμό με τις υψηλότατες «αμυντικές» δαπάνες και την έξαρση των εξοπλισμών. Η Ελλάδα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δρομολογεί ήδη την αγορά ακόμη τεσσάρων φρεγατών από τη Γαλλία με κόστος περίπου 1 δις. για καθεμία. Η εθνικιστική, πολεμοκάπηλη υστερία του Ερντογάν, δολοφονεί τους Κούρδους εκτός και εντός της Τουρκίας και αλυσοδένει τον τούρκικο λαό, καταργώντας στοιχειώδεις δημοκρατικές ελευθερίες.

Τρίτον, εκτός από τους ανταγωνισμούς μεταξύ των στρατιωτικοπολιτικών και οικονομικών οργανισμών των ηγεμονικών καπιταλιστικών κρατών και αυτούς των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας, ειδικό ρόλο παίζουν οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες εξόρυξης. Αυτές είναι, άλλωστε, που θα καρπωθούν τη μερίδα του λέοντος από την εκμετάλλευση των νέων κοιτασμάτων. Αλήθεια, σε ένα καθεστώς επιβολής παγκοσμίως του «δίκαιου του κεφαλαίου» και των πολυεθνικών πολυκλαδικών μονοπωλίων, σε ποια χώρα του κόσμου αποδείχθηκε ευλογία και όχι κατάρα η ανακάλυψη κοιτασμάτων πετρελαίου;

Οι τρεις παραπάνω αλληλένδετοι παράγοντες, «φωνάζουν» πως έχουν μια κοινή βάση: Ο πολεμικός κίνδυνος δεν πηγάζει μόνο από κάποιο επεκτατισμό ή αόριστο εθνικισμό μόνο της Τουρκίας ή μόνο της Ελλάδας ή έστω και των δύο. Δεν εκπορεύεται μόνο από την «έξωθεν» ιμπεριαλιστική ανάμιξη, ούτε οι φρεγάτες πλέουν δίπλα στα γεωτρύπανα της ExxonMobil, απλά για να μη παραβιαστούν οι ευθείες γραμμές των ΑΟΖ.

Υπάρχουν αντικειμενικές, υλικές, οικονομικές συνθήκες, που σχετίζονται τόσο με τις νέες δυνατότητες καπιταλιστικής κερδοφορίας στην περιοχή, όσο και με τη «στενότητα» της καπιταλιστικής κρίσης που δεν επιτρέπει ειρηνικές μοιρασιές.

Αν έτσι έχουν τα πράγματα, η στάση του εργατικού κινήματος και της κομμουνιστικής αριστεράς απέναντι στον πολεμικό κίνδυνο και τον πόλεμο, πρέπει να μείνει μακριά τόσο από την «εθνική ρητορική» της «αμυνόμενης» Ελλάδας και της «υπεράσπισης της εδαφικής ακεραιότητας», όσο και από μια αβαθή στερεοτυπική παπαγαλία όσον αφορά στη στάση απέναντι σε πολέμους παλιότερης εποχής με διαφορετικό χαρακτήρα (π.χ. Ιταλική και Γερμανική εισβολή στην Ελλάδα το 40-41 ή εθνικο-απελευθερωτικοί πόλεμοι).

Αν ξεσπάσει πόλεμος, τότε αυτός θα είναι αντιδραστικός, επιθετικός και από τις δύο πλευρές! Έχει αίτιο, κίνητρο και σκοπό την άνοδο και διανομή αιματοβαμμένων καπιταλιστικών κερδών, στηριγμένων στην εργατική γενοκτονία και στις δύο χώρες, την περιστολή της δημοκρατίας, το κυνηγητό των εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων, την περιβαλλοντική καταστροφή στις θάλασσες του Αιγαίου και της Μεσογείου. Οποιοδήποτε πολεμικό επεισόδιο δε θα έχει ως στόχο τελικά κάποια βραχονησίδα (αυτό μπορεί να είναι αφορμή), ούτε το «εθνικό γόητρο», αλλά την κατάχτηση χώρων οικονομικής εκμετάλλευσης και άρα την ενίσχυση της θέσης του καπιταλιστικού σχηματισμού τόσο μέσα στις ίδιες τις χώρες, καθώς και στη διεθνή σκακιέρα.

Το καθήκον μας είναι η πάλη (από τώρα) για την αποτροπή του πολέμου και τη νίκη των λαών σε βάρος των αστικών τάξεων και στις δύο χώρες.

Κοινό συμφέρον των δύο λαών είναι η αποτροπή αυτού του πολέμου, με άμεσους πολιτικούς στόχους την αποχώρηση των χωρών από ΝΑΤΟ, ΕΕ (για την Ελλάδα), την άμεση και δραστική μείωση των εξοπλισμών, την ανατροπή του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης στην Τουρκία, τον αγώνα για την ανατροπή των αντεργατικών πολιτικών και κυβερνήσεων και στις δύο χώρες. Κανένας λαός, καμία εθνική, θρησκευτική μειονότητα, στην Ελλάδα και σε οποιαδήποτε χώρα με την οποία συνορεύει η Ελλάδα, δεν έχουν συμφέρον από μια αιματοβαμμένη, ένοπλη, αστική και ιμπεριαλιστική επαναχάραξη των συνόρων. 

«Τι θα κάνετε λοιπόν, όταν η Τουρκία ορμήσει στο Καστελόριζο; Θα πολεμήσετε, θα έχετε μεταναστεύσει ή δεν θα πολεμήσετε και θα μοιράζετε αντιεθνικιστικές προκηρύξεις στους Τούρκους στρατιώτες;» Η ερώτηση αυτή αποτελεί εύγλωττο δείγμα της αστικής εθνικιστικής ηγεμόνευσης, ακόμη και πάνω σε δυνάμεις της κομμουνιστικής αριστεράς.

Πρέπει να έχουμε πλήρη συναίσθηση της ανάγκης και υποχρέωσης να αναμετρηθούμε με αυτή την ηγεμονία και όχι απλά να την καταγγείλουμε «αγαναχτισμένοι». Απορρίπτοντας την προσχώρηση στην «εθνική ρητορική», που δυστυχώς από πλείστες δυνάμεις της παραδοσιακής Αριστεράς παρουσιάζεται ως απαύγασμα σωφροσύνης και …λενινισμού, επισημαίνουμε πως η πάλη για την αποτροπή του πολέμου ή/και για την ήττα και των δύο αστικών τάξεων, θα δοθεί σε πολλά πεδία, τα οποία δε διαλέγει μόνος του ο λαϊκός παράγοντας και μέσα από ένα συνδυασμό μεθόδων πάλης ανάλογα με το συσχετισμό δύναμης.

Υπόκλιση ΚΚΕ και ΛΑΕ για τα ελληνοτουρκικά


Η Ελλάδα θεωρείται αμυνόμενη, ενισχύοντας την κυρίαρχη λογική
 «Οι κομμουνιστές (…) θα πρωτοστατήσουμε στον αγώνα για την υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας, των κυριαρχικών δικαιωμάτων μας. Για να συντριβεί ο όποιος ξένος εισβολέας, εάν τολμήσει και επιτεθεί στην Ελλάδα» (Δ. Κουτσούμπας, ΓΓ ΚΕ του ΚΚΕ). Προεξοφλείται ο αναπότρεπτος πόλεμος Ελλάδας-Τουρκίας με διακύβευμα την «αμφισβήτηση της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας» και με εισβολή από την Τουρκία.

Σε αντίστοιχο κλίμα ο Π. Λαφαζάνης από τη ΛΑΕ, σε δήλωσή του στις 12 Φλεβάρη δήλωνε: «Αυτήν την ώρα όλοι πρέπει να αντιληφθούν ότι η άμεση και πιο μεγάλη απειλή για την Ελλάδα στην περιοχή μας προέρχεται από το καθεστώς Ερντογάν και τις κατεστημένες δυνάμεις της Άγκυρας και ότι αυτή η απειλή (…) επιδιώκει τον ακρωτηριασμό της χώρας και τον πλήρη έλεγχο της Κύπρου (…)».

Δηλώνεται ή υπονοείται ότι η Ελλάδα, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα είναι αμυνόμενη και ότι στον πόλεμο αυτό οι κομμουνιστές θα πολεμήσουν, για την «υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας». Στο κομματικό δυναμικό του ΚΚΕ, η θέση αυτή δικαιολογείται με τον παράλληλο στόχο για μετατροπή αυτού του πολέμου σε κοινωνικό και επαναστατικό με ανατροπή της αστικής κυβέρνησης στην Ελλάδα.

Η σωστή θέση για το απαραβίαστο των συνόρων ενάντια σε κάθε ένοπλη ιμπεριαλιστική επαναχάραξή τους, για τη συγκεκριμένη περιοχή και ιστορική εποχή, υφίσταται την αναστροφή του νοήματός της με τη φιλολογία για «υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας».

Η πρώτη θέση, είναι ένα διεθνιστικό κάλεσμα μαζικής πάλης για αποτροπή του πολέμου ή για ήττα και των δύο αστικών τάξεων, αν καταφέρουν να σύρουν τους λαούς στον πόλεμο. Αντίθετα, η δεύτερη θέση, λειτουργεί ως κάλεσμα πολεμικής προετοιμασίας και στοίχισης των λαών πίσω από τις κυβερνήσεις τους, σε έναν άδικο πόλεμο και από τις δύο πλευρές.

Πόλεμο στον πόλεμο που ετοιμάζουν και στις δύο χώρες


Πολλοί, άλλοι από σκοπιμότητα, άλλοι από αφέλεια, ταυτίζουν την πολιτική εναντίωση σε ένα πόλεμο, με την αντιπολεμική λιποταξία. Σίγουρα θα αναπτυχθεί αυθόρμητα και αυτή η στάση, δε μπορεί όμως να είναι η μοναδική, ούτε η κυρίαρχη…

Πάλη κατά του πολέμου είναι ένας παλλαϊκός συντονισμένος αγώνας με συνθήματα όπως, «κανένας φαντάρος έξω από τα σύνορα» ή «πόλεμο στον πόλεμο για τα πετρέλαια».
Πάλη κατά του πολέμου είναι η κλιμάκωση των κοινωνικών, ταξικών και δημοκρατικών δράσεων στις δύο χώρες, ακόμη και σε εποχή πολέμου, για το αδυνάτισμα των αστικών τάξεων και των κυβερνήσεων.

Πάλη κατά του πολέμου, είναι η οικοδόμηση των ευρύτερων δυνατών δεσμών μεταξύ των εργαζομένων, της νεολαίας και των μαχόμενων αριστερών δυνάμεων σε Ελλάδα και Τουρκία.
Πάλη κατά του πολέμου, είναι και η αντιπολεμική δράση ακόμη και μέσα στον στρατό που πολεμάει.
Ας θυμηθούμε εδώ τη δράση των Μπολσεβίκων στο ρωσικό στρατό που τελικά επέβαλε και την ειρήνη και τη σοσιαλιστική επανάσταση.

Ας θυμηθούμε την ανοιχτή αντιπολεμική δράση του ΚΚΕ μέσα στον ελληνικό στρατό στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Όχι μόνο δεν το απομόνωσε, αλλά αντίθετα το μετέτρεψε σε μαζικό εργατικό κόμμα με εισροή κόσμου από τις τάξεις των στρατιωτών «παλαιοπολεμιστών», αλλά και τους ξεριζωμένους Μικρασιάτες, τα θύματα εκείνου του πολέμου στον οποίο η ελληνική αστική τάξη θεωρούσε πως είναι καβάλα στο άλογο της «συμμάχου Αγγλίας».

Είναι καιρός η Αριστερά να γυρίσει σελίδα στη στάση της απέναντι στον πόλεμο για την εργατική και λαϊκή ανεξαρτησία από την φιλοπόλεμη και επικίνδυνη αστική στρατηγική.
  
_____________________________

(*) Ο Παναγιώτης Μαυροειδής, είναι κορυφαίο στέλεχος της κομμουνιστικής αριστεράς, μέλος του ΠΣΟ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και υποψήφιος ευρωβουλευτής και βουλευτής στην Αττική με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Αρθρογραφεί στον ιστοχώρο pandiera.gr και άλλες ιστοσελίδες του χώρου..
  πηγή: pandiera.gr

Η Ελλάδα «πρωταθλήτρια» στην ΕΕ στις μειώσεις μισθών το 2010-2017

Κατά την περίοδο 2010-2015, οι μέσες πραγματικές αποδοχές στην Ελλάδα υποχώρησαν σε ποσοστό 20,1%, ενώ στις χώρες της Ευρωζώνης σημειώθηκε αύξηση της τάξης του 2,8%...


Τη δυσάρεστη πρωτιά ως προς τις μειώσεις μισθών στην Ευρώπη την περίοδο 2010-2017 κατακτά η Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία που περιλαμβάνονται σε έκθεση του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού Ινστιτούτου (ETUI).

Όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση της ΓΣΕΕ, οι εργαζόμενοι σε 9 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κέρδισαν λιγότερα το 2017 από το 2010. Οι 9 χώρες είναι οι εξής: Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία, Βέλγιο, Ελλάδα, Πορτογαλία, Φινλανδία, Κροατία και Κύπρος.

Επιπλέον, οι εργαζόμενοι σε 6 από τις παραπάνω χώρες – Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ισπανία, Βέλγιο, Ελλάδα και Φινλανδία – κέρδισαν λιγότερα το 2017 από το 2016.

Τα στοιχεία περιλαμβάνονται σε μία νέα έκθεση με τίτλο «Συγκριτική Αξιολόγηση της εργασίας στην Ευρώπη 2018» και έχουν υπολογιστεί από το ΕΣΙ, από ανεξάρτητα δεδομένα που δημοσιεύτηκαν τον Φεβρουάριο του 2018 και αφορούν τους «πραγματικούς μισθούς» - την αξία των μισθών όταν λαμβάνεται υπόψη το κόστος ζωής.

Η απώλεια στην περίπτωση της χώρας μας είναι της τάξης του 19,1% στην περίοδο 2010-2017, και 0,4% στην περίοδο 2016-2017.

Ως προς το 2010-2017, ακολουθούν η Κύπρος, με 10,2% και η Πορτογαλία, με 8,3%.

Ακολουθεί ο πλήρης πίνακας:


«Παρά την όλη συζήτηση περί οικονομικής ανάκαμψης, οι εργαζόμενοι σε πολλές μεγάλες χώρες παραμένουν σε ακόμη χειρότερη θέση απ’ ότι πριν την κρίση και εξακολουθούν να χάνουν. Δεν αποτελεί έκπληξη το ότι ακόμα και η Κομισιόν και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κάνουν έκκληση για μεγαλύτερες αυξήσεις μισθών. Είναι κάτι ουσιαστικό όχι μόνο για την κοινωνική δικαιοσύνη αλλά και για την επίτευξη της ανάπτυξης και τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας», δήλωσε η συνομοσπονδιακή γραμματέας της ΣΕΣ, Έσθερ Λιντς.

«Είναι η κατάλληλη στιγμή να εξετάσουμε ισχυρότερες δράσεις για την προώθηση των καλύτερων μέσων προς την επίτευξη δίκαιων και λογικών αυξήσεων των αμοιβών και διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε εργοδότες και συνδικάτα. Οι κοινοτικοί κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις πρέπει να απαιτούν να προσφέρονται συμβάσεις μόνο σε εταιρείες που καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να θέσουν στόχους για την αύξηση των εργαζομένων που θα καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να απαιτήσει άμεσα από τα Κράτη - Μέλη να αναφέρουν τα μέτρα που θα λάβουν ώστε να αυξηθεί η κάλυψη των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις εργασίας» πρόσθεσε.

ΙΤΑΛΙΑ: Όλοι εναντίον όλων

Η Δεξιά αντιμετωπίζει κρίση συνοχής, το Δημοκρατικό Κόμμα διαμηνύει ότι προτιμά την αντιπολίτευση, ενώ το Κίνημα Πέντε Αστέρων βάζει διαρκώς νερό στο κρασί του...


Η νέα Ιταλία που ανέδειξε ο εκλογικός σεισμός της 4ης Μαρτίου αρχίζει να κατανοεί ότι η διαμόρφωση των τριών πόλων δεν περιόρισε τον κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος και ότι, παρόλο που υπάρχουν δύο μεγάλοι νικητές και ένας μεγάλος ηττημένος, φαίνεται αδύνατος ο σχηματισμός κυβέρνησης.

Το πρόβλημα είναι ότι δεν βρισκόμαστε στην παλιά Ιταλία των πεντακομματικών κυβερνήσεων, αλλά σε μια εντελώς νέα πραγματικότητα, όπου οι αντικρουόμενοι λαϊκισμοί του Κινήματος Πέντε Αστέρων και της Λέγκας του Βορρά συνοδεύονται από τον κατακερματισμό και τις αντιθέσεις ανάμεσα στις δυνάμεις της Κεντροδεξιάς, ενώ το Κίνημα Πέντε Αστέρων μπορεί και αυτό να μην έχει κάνει το εμβόλιο εναντίον του κατακερματισμού. Αυτό θα φανεί όταν στις 23 Μαρτίου θα συγκληθεί η Βουλή και θα πρέπει να εκλεγούν οι πρόεδροι της Βουλής και της Γερουσίας και όταν αμέσως μετά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλα θα αρχίσει τις διαβουλεύσεις για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης.

Ο Λουίτζι Ντι Μάιο και ο Ματέο Σαλβίνι διεκδικούν την πρωθυπουργία, ενώ το Δημοκρατικό Κόμμα (πλειοψηφία και μειοψηφία, και μάλιστα με ελάχιστες εξαιρέσεις) συμφωνούν προς το παρόν μόνο σε ένα θέμα: το κόμμα θα παραμείνει στην αντιπολίτευση και δεν θα συνεργαστεί με κανέναν.

Ο Ματέο Ρέντζι αναγκάστηκε να παραιτηθεί πραγματικά και τα ηνία του κόμματος ανέλαβε προσωρινά ο Μαουρίτσιο Μαρτίνα, που παραιτήθηκε από υπουργός Αγροτικής Πολιτικής. Ο Μαρτίνα, ο πρόεδρος του κόμματος Ματέο Ορφίνι και ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Αντρέα Ορλάντο συμφωνούν ότι το Δημοκρατικό Κόμμα δεν θα πρέπει να κάνει συμμαχίες ούτε με το Κίνημα Πέντε Αστέρων ούτε με τη Δεξιά.

Η αδιαλλαξία του Δημοκρατικού Κόμματος για μια πιθανή συνεργασία του ή ανοχή προς μια κυβέρνηση του Κινήματος Πέντε Αστέρων ίσως στοχεύει σε ένα εντελώς διαφορετικό αποτέλεσμα, λειτουργώντας ως πίεση προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ώστε να ζητήσει τη δημιουργία μιας “κυβέρνησης σκοπού”. Μιας “προσωρινής” κυβέρνησης με στόχο την τρέχουσα διαχείριση των κυβερνητικών δεσμεύσεων, την αλλαγή του εκλογικού νόμου και τη διεξαγωγή με αυτόν νέων εκλογών.

Ο μόνος που δεν κουράζεται να λέει ότι δεν θέλει νέες εκλογές είναι ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος φοβάται ότι η Λέγκα του Βορρά θα προχωρήσει σε μια οριστική και αμετάκλητη λεηλασία των ψηφοφόρων της Φόρτσα Ιτάλια, με τον καναλάρχη να χάνει στην πράξη κάθε ηγετικό πολιτικό έρεισμα.

Η Κεντροδεξιά αντιμετωπίζει μια κρίση συνοχής γιατί τις αντιευρωπαϊκές κορώνες και την αλαζονική - πρωθυπουργική παρουσία του Σαλβίνι σε συνέντευξη Τύπου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ακολούθησε ένα μπαράζ δηλώσεων από τον Μπερλουσκόνι και το κόμμα - επιχείρησή του, που έδειξε ότι τα τρία βασικά κόμματα του δεξιού συνασπισμού θα δρομολογήσουν ξεχωριστές διαβουλεύσεις με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και ότι ο Σαλβίνι αποτελεί απλώς τον ηγέτη της Λέγκας. Οι ξεχωριστές διαβουλεύσεις μπορεί να αποτελέσουν ακόμη μια ευκαιρία για τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να θέσει σε εφαρμογή το αρχικό σχέδιο για σχηματισμό κυβέρνησης υπό την ευθύνη του. Η αρχηγός των φασιστοειδών Αδελφών της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι πρότεινε στον Σαλβίνι να “βολευτεί” με τη θέση του προέδρου της Γερουσίας, αφού η Κεντροδεξιά έχει τις ψήφους ώστε να επιβάλει την εκλογή του στις διαδοχικές ψηφοφορίες, κάτι που μπορεί να αποφευχθεί μόνο εάν οι άλλες κοινοβουλευτικές ομάδες ψηφίσουν κατά, πράγμα εντελώς αδύνατο. Ο Σαλβίνι δεν έχει απαντήσει, παίζοντας ακόμη το χαρτί του υποψήφιου πρωθυπουργού.

Για το Κίνημα Πέντε Αστέρων, το Δημοκρατικό Κόμμα φαίνεται προς το παρόν να αποτελεί το μόνο κόμμα με το οποίο θα μπορούσε να κάνει μια συμφωνία. Ο Ντι Μάιο και οι επικεφαλής των κοινοβουλευτικών ομάδων της Βουλής και της Γερουσίας του Κινήματος Πέντε Αστέρων θα πρέπει να επιστρατεύσουν όλη τη διαλλακτικότητά τους για να μπορέσουν να εκλεγούν οι πρόεδροι των δύο σωμάτων του κοινοβουλίου με κάποιες συνεργασίες, από το να εκλεγούν διαμέσου επαναλαμβανόμενων ψηφοφοριών με δεδομένη τη μάχη όλων εναντίον όλων. Το Κίνημα Πέντε Αστέρων έχει πραγματοποιήσει μια πραγματικά συστημική στροφή και φαίνεται πως διψά να αποδείξει ότι αποτελεί πόλο σταθερότητας και εφησυχασμού. Ο Γκρίλο εμφανίστηκε και αυτός ακόμη πιο συστημικός και μάλιστα διαμέσου της... φορολογικής του δήλωσης, καθώς δήλωσε για το 2017 εισοδήματα περίπου 400.000 ευρών, κατά 350.000 ευρώ περισσότερα από τις 50.000 ευρώ που είχε δηλώσει το 2016.

Η Αριστερά στα αριστερά του Δημοκρατικού Κόμματος προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές της. Οι Ελεύθεροι και Ίσοι προσπαθούν να κατανοήσουν τις νέες ισορροπίες και την πιθανή πρόταση του Προέδρου της Δημοκρατίας να στηρίξουν μια “κυβέρνηση σκοπού”, ενώ η Εξουσία στον Λαό μετά την εορταστική μέθη από το εκλογικό αποτέλεσμα θα πρέπει να αντιμετωπίσει σήμερα την πραγματικότητα κατά τη διάρκεια της διοργάνωσης της εθνικής συνέλευσής της στη Ρώμη.
Αργύρης Παναγόπουλος/avgi.gr