Εμφάνιση αναρτήσεων ταξινομημένων κατά συνάφεια για το ερώτημα Γιάννης Ανδρουλιδάκης. Ταξινόμηση κατά ημερομηνία Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων ταξινομημένων κατά συνάφεια για το ερώτημα Γιάννης Ανδρουλιδάκης. Ταξινόμηση κατά ημερομηνία Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: Θηλιά στη Δημοκρατία

Στη χώρα, λοιπόν, που γέννησε την ελευθερία του λόγου η Δημοκρατία και ένα από τα κύρια συστατικά της στοιχεία, η πολυφωνία, πολλές φορές δεν είναι δεδομένες. Αν δει κανείς τον τρόπο λειτουργίας των Μ.Μ.Ε., θα καταλάβει πολλά...

Η κυβέρνηση της Ν.Δ. εκμεταλλεύτηκε με τον καλύτερο τρόπο την πανδημία, το μούδιασμα του κόσμου, τον φόβο, την αδράνεια, την απουσία αντιδράσεων και ψήφισε μια σειρά από νόμους, οι οποίοι περιόρισαν τις συνδικαλιστικές ελευθερίες των πολιτών και τα δημοκρατικά τους δικαιώματα.

Οι βουλευτές του κ. Μητσοτάκη πήραν αποφάσεις οι οποίες πέρασαν θηλιά στην ίδια τη Δημοκρατία. Οι επιπτώσεις όλων αυτών δεν ήταν πολύ ορατές στον καιρό της καραντίνας. Τώρα, όμως, που άνοιξε η κοινωνία, γίνεται ολοφάνερο το ιστορικό πισωγύρισμα, καθώς σε λίγα χρόνια χάθηκαν κατακτήσεις αιώνων.

Τρανταχτό παράδειγμα αποτελεί ο νόμος Χατζηδάκη, ο οποίος βάζει τέτοιες προϋποθέσεις για την πραγματοποίηση απεργίας, που σχεδόν την απαγορεύει. Αν εξετάσουμε την περίπτωση της απεργίας - αποχής των εκπαιδευτικών κατά της αυτοαξιολόγησης, θα δούμε δύο πράγματα. Το ένα είναι ότι η υποτιθέμενη ανεξάρτητη δικαιοσύνη για μια ακόμη φορά στηρίζει τις επιλογές της κυβέρνησης, την ίδια στιγμή που αποφυλακίζει με μεγάλη ευκολία στέλεχος της Χ.Α., και χαρακτηρίζει σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα πρωτόδικα και στο εφετείο την απεργία-αποχή παράνομη. Το δεύτερο ότι ψαλιδίστηκε ουσιαστικά το δικαίωμα στην απεργία, αφού σύμφωνα με τον νέο εργατικό νόμο, αν οι ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών αποφάσιζαν να προκηρύξουν ξανά την απεργία – αποχή ακολουθώντας το γράμμα των διατάξεων, τότε χρειαζόταν να παραμείνει ως προσωπικό ασφαλείας σε κάθε σχολείο το 1/3 των εκπαιδευτικών. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι τα 2/3 θα απείχαν από τις διαδικασίες αξιολόγησης, ενώ το 1/3 θα την υλοποιούσε, αφού δεν το κάλυπτε ο νόμος. Τόσο δημοκρατικά!!!

Στη χώρα, λοιπόν, που γέννησε την ελευθερία του λόγου η Δημοκρατία και ένα από τα κύρια συστατικά της στοιχεία, η πολυφωνία, πολλές φορές δεν είναι δεδομένες. Αν δει κανείς τον τρόπο λειτουργίας των Μ.Μ.Ε., θα καταλάβει πολλά. Η μεγάλη πλειοψηφία των εφημερίδων και των τηλεοπτικών σταθμών πρόσκεινται στην κυβέρνηση. Ποτέ κανένας πρωθυπουργός στη μεταπολιτευτική πορεία της χώρας δεν είχε τέτοια στήριξη. Η προπαγάνδα (και δεν αναφέρομαι μόνο στα κρατικά κανάλια) είναι τέτοια, που προσπαθεί να πείσει την κοινή γνώμη ότι αυτή η κυβέρνηση δεν κάνει λάθη, έχει μόνο θετικά και, αν κάτι πάει λίγο στραβά, παρεμβαίνει ο πρωθυπουργός – Μεσσίας και διορθώνει τις αστοχίες. Μια ομάδα ολίγιστων επιχειρηματιών ελέγχουν και κατευθύνουν την κοινή γνώμη. Ούτε στην εποχή του Μπερλουσκόνι στην Ιταλία δε συνέβαιναν αυτά. Στην Ελλάδα η διαπλοκή μεταξύ των ιδιοκτητών των Μ.Μ.Ε. και των κυβερνητικών στελεχών είναι διαχρονική. Το απόστημα δεν έχει σπάσει τόσα χρόνια. Είναι πολύ μεγάλα τα συμφέροντα, πολλά τα κέρδη, σκοτεινές οι διαδρομές του χρήματος και βαθιά ριζωμένα τα πλοκάμια της διαφθοράς, που όλα κουκουλώνονται. Φοβάμαι ότι το ίδιο θα συμβεί, αν δημιουργηθεί εξεταστική επιτροπή για τη διερεύνηση της λίστας Πέτσα.

Πρόκληση, επιπλέον, για τη Δημοκρατία αποτελεί το γεγονός ότι στην κυβερνητική παράταξη βρήκαν καταφύγιο και φώλιασαν ακραία στοιχεία. Αυτοί δεν αποτελούν σταγονίδια για να θυμηθούμε τον μακαρίτη τον Αβέρωφ, αλλά συμπαγή ομάδα με αρκετά μέλη. Κάποιοι μάλιστα ντύθηκαν με το κοστούμι του υπουργού, αν και στο παρελθόν ανοιχτά και απροκάλυπτα πολεμούσαν τη Δημοκρατία. Είδαμε με ποιο τρόπο ενοχλήθηκαν στη διαγραφή του κ. Μπογδάνου από την κοινοβουλευτική ομάδα της Ν.Δ. Παρακολουθήσαμε την προσπάθειά τους από την επόμενη κιόλας ημέρα να κρατήσουν ανοιχτό τον δρόμο για την επιστροφή του. Τους ακούμε κατά καιρούς να υμνούν και να στηρίζουν εκδηλώσεις για ιστορικά γεγονότα του εμφυλίου και για μετεμφυλιακές πρακτικές που πλήγωσαν, δίχασαν και ταλαιπώρησαν για πολλά χρόνια ετούτο τον τόπο. Κανείς, βεβαίως, δε νιώθει την ανάγκη στη Ν.Δ. να αποδώσει ευθύνες σε αυτούς που τους δέχτηκαν και τους προώθησαν σε βουλευτικά αξιώματα και κυβερνητικούς θώκους.

Γίνεται φανερό ότι συχνά η κυβέρνηση σπάει τα όρια του δημοκρατικού παιχνιδιού, προχωράει σε αντιδημοκρατικές πρακτικές και φλερτάρει με τη λογική ότι η λιγότερη Δημοκρατία είναι η καλύτερη Δημοκρατία. Χρέος των πολιτών και των συλλογικών τους εκφράσεων είναι να την υπερασπιστούν και να αγωνιστούν για το πλάτεμα και το βάθεμά της. Για να μη ζήσουμε προμεταπολιτευτικές καταστάσεις που θεωρήσαμε ότι ανήκουν οριστικά στο παρελθόν.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάταςαρθρογραφεί σε ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: «Μέντορες, ενδοσχολικοί συντονιστές… και μεταξωτές κορδέλες»

"Οι εκπαιδευτικοί βρίσκονται υπό διωγμό και αυτό δεν είναι υπερβολή."



   Γιάννης Ανδρουλιδάκης *

Είναι ξαναειπωμένο πολλές φορές και το έχουν ζήσει όλοι όσοι συνδέονται με το σχολείο, γονείς, μαθητές, εκπαιδευτικοί: το μεγάλο θύμα της οικονομικής κρίσης είναι η δημόσια εκπαίδευση. Κοντά στις σημαντικές μισθολογικές περικοπές, την κατάργηση των τριμήνων, των δώρων των Χριστουγέννων και του Πάσχα κ.λπ., που οδήγησαν στο σημείο να θεωρείται ο εκπαιδευτικός ο πιο κακοπληρωμένος δημόσιος υπάλληλος, ήρθε και η διαρκής υποβάθμιση και μείωση του παιδαγωγικού του ρόλου και η προσπάθεια μετάλλαξής του από λειτουργό της εκπαίδευσης σε διεκπεραιωτή και γραφειοκράτη.

Οι εκπαιδευτικοί βρίσκονται υπό διωγμό και αυτό δεν είναι υπερβολή. Οι όποιες δημοκρατικές διαδικασίες υπάρχουν ακόμη στα σχολεία σε λίγο θα αποτελούν παρελθόν. Η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, η υπουργός Παιδείας κ. Κεραμέως και το επιτελείο της αποφασίζουν και διατάζουν. Επέβαλαν με τρόπο αυταρχικό την αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων, ψαλίδισαν κρίσιμες αρμοδιότητες του συλλόγου διδασκόντων και τις μετέφεραν στον διευθυντή του σχολείου και τώρα προετοιμάζουν το έδαφος για την αξιολόγηση των εκπαιδευτικών. Όλα αυτά έγιναν χωρίς να ληφθούν υπόψη οι απόψεις και οι θέσεις των ομοσπονδιών των δασκάλων και των καθηγητών, αλλά και οι ενστάσεις και οι προτάσεις των μαχόμενων εκπαιδευτικών της τάξης. Στο πλαίσιο, λοιπόν, της επερχόμενης αξιολόγησης ανακοινώθηκαν με τυμπανοκρουσίες οι «καινοτομίες» των ομίλων, του μέντορα και του ενδοσχολικού συντονιστή. Ήδη ξεκίνησαν οι απόπειρες επιβολής τους από τον στρατό των προθύμων που υπάρχει. Διευθυντές σχολείων, αρκετοί συνδικαλιστές της Δ.Α.Κ.Ε. και άλλα εκκολαπτόμενα στελέχη είναι έτοιμοι να τα κάνουν πράξη. Μερικοί, μάλιστα, γίνονται βασιλικότεροι του βασιλέως, αφού επιχειρούν να επιβάλλουν καθημερινό ωράριο υποχρεωτικής παρουσίας 8 π.μ -2 μ.μ. στα σχολεία, όπως συμβαίνει ήδη σε σχολικές μονάδες της Μεσσηνίας. Δείχνουν, έτσι, στο υπουργείο ποιος πρέπει να είναι ο επόμενος στόχος.

Οι νέοι «θεσμοί» για μια ακόμη φορά αντιγράφουν αποτυχημένα μοντέλα ξένων χωρών, στη συγκεκριμένη περίπτωση της Αγγλίας. Δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να φορτώνουν γραφειοκρατία στους εκπαιδευτικούς, να επιμηκύνουν το εργασιακό τους ωράριο εντός της σχολικής μονάδας, να θεσμοθετούν την απλήρωτη εργασία και να κατατάσσουν σε κατηγορίες τα σχολεία και τους εκπαιδευτικούς. Γιατί πώς αλλιώς να εξηγηθεί το γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί όμιλοι λειτουργούν μετά τη λήξη του ωρολογίου προγράμματος και μάλιστα τηρούνται βιβλία ενεργειών, απουσιολόγια και στο τέλος γίνεται έκθεση για την αποτίμηση της λειτουργίας τους; Πώς ότι θα έχουν δίωρη μείωση του ωραρίου τους μόνο οι εκπαιδευτικοί των πειραματικών, των προτύπων και των εκκλησιαστικών σχολείων που θα αναλάβουν ομίλους; Το «κέρδος» για τους υπόλοιπους θα είναι μόρια, τα οποία θα συνεκτιμηθούν κατά την αξιολόγησή τους και την επιλογή τους ως στελεχών της εκπαίδευσης!!!!

Το ίδιο ισχύει, βεβαίως, και για τον μέντορα και τον ενδοσχολικό συντονιστή. Απίστευτες υποχρεώσεις, καμιά απαλλαγή από άλλες εξωδιδακτικές εργασίες και εφημερίες, διαρκής ανταγωνισμός για άνοδο στη διοικητική πυραμίδα, με μόνο «έπαθλο» ότι θα συνεκτιμηθεί η προσφορά τους, όταν θα είναι υποψήφιοι για να καταλάβουν ανώτερες θέσεις. Μέντορες και ενδοσχολικοί συντονιστές θα αποτελούν αξιολογικούς βραχίονες στις σχολικές μονάδες, αφού θα συντάσσουν εκθέσεις μέσα από τις οποίες θα κρίνουν τους εκπαιδευτικούς, αν οι τελευταίοι εφάρμοσαν καινοτόμα εργαλεία, αν κάλυψαν τη διδακτέα ύλη, αν βελτίωσαν τις επαγγελματικές τους δεξιότητες, αν…, αν…, αν… Δε θα συμβάλλουν στο ελάχιστο στη βελτίωση του κλίματος στα σχολεία, στην κάλυψη των επιμορφωτικών αναγκών των εκπαιδευτικών, στην καλλιέργεια κλίματος εμπιστοσύνης και ηρεμίας, που είναι απαραίτητα στους χώρους μάθησης. Όχι μόνο δε θα βοηθήσουν την ανάπτυξη της συνεργατικής κουλτούρας, όπως αντιθέτως ισχυρίστηκε ο κ. Κόπτσης, γραμματέας του υπουργείου Παιδείας, αλλά θα καταστρέψουν και την υπάρχουσα.

Την ίδια στιγμή που γράφονταν τούτες οι σκέψεις, εκπαιδευτικοί δε βρίσκουν να νοικιάσουν σπίτια σε νησιά και κοιμούνται σε σκηνές, ενώ τα Μ.Α.Τ. μέσα σε καπνούς και δηλητηριώδη δακρυγόνα «περιποιήθηκαν» φοιτητές και διέλυσαν αναίτια συναυλία του Θ. Παπακωνσταντίνου στο Α.Π.Θ., στην οποία συμμετείχαν πάνω από 5.000 άνθρωποι, οι οποίοι διαμαρτύρονταν για την παρουσία της πανεπιστημιακής αστυνομίας στα Α.Ε.Ι. Ιδού το έμπρακτο ενδιαφέρον της κυβέρνησης για την εκπαίδευση!!! Κατά τα άλλα φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Οι εκπαιδευτικοί, πάντως, δε θα αγοράσουν.
πηγή: alfavita.gr
___________________________________________

Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: Το ήσυχο καλοκαίρι του κ. Ερντογάν


Το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. χαϊδεύουν την Τουρκία και η Ελλάδα συνομιλεί σε επίπεδο διπλωματικών συμβούλων του Έλληνα πρωθυπουργού και του Τούρκου προέδρου. Έτσι, για να μη χαλάσει το ήσυχο καλοκαίρι του κ. Ερντογάν...

γράφει ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης*

Στις 14 του περασμένου Ιουνίου έγινε η πολυαναμενόμενη συνάντηση των κ.κ. Μητσοτάκη και Ερντογάν στις Βρυξέλλες μετά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ. Φαίνεται ότι συμφωνήθηκε άτυπα να μην επαναληφθεί η ένταση που υπήρξε στο Αιγαίο την προηγούμενη χρονιά. Η κυβέρνηση μίλησε για ένα ήσυχο καλοκαίρι στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η Τουρκία για μια ακόμη φορά έκανε ματ στη διπλωματική σκακιέρα, αφού στη σύνοδο των ηγετών της Ε.Ε., η οποία έγινε λίγο αργότερα στις 24 και 25 Ιουνίου, κατάφερε να αποσπάσει θετικά σχόλια και να πετύχει την επίσημη έναρξη της αναθεώρησης της τελωνειακής ένωσης με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Οι τσαμπουκάδες της Τουρκίας στις θάλασσες της Ελλάδας και της Κύπρου ξεχάστηκαν, η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη αλέστηκε για μια ακόμη φορά μπροστά στα συμφέροντα της Γερμανίας και η χώρα μας έπαιξε το παιχνίδι του κ. Ερντογάν, ο οποίος βελτίωσε την εικόνα του στην Ευρώπη.

Τι άλλο ειπώθηκε στη συνάντηση αυτή δε μάθαμε. Ο πρωθυπουργός θεώρησε καλό να μην ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς για την ατζέντα της συζήτησης στην οποία ήταν παρόντες μόνο οι δύο μεταφραστές. Βγήκε, ωστόσο, λίγο αργότερα ο κ. Ερντογάν και δήλωσε ξεκάθαρα ότι πρότεινε στον κ. Μητσότακη σε κάθε πρόβλημα που προκύπτει να μη βάζουν μεταξύ τους τρίτα πρόσωπα, οργανισμούς και κράτη, αλλά ο κ. Ιμπαχήμ Καλίν, ειδικός απεσταλμένος του κ. Ερντογάν, να συνομιλεί με την πρωθυπουργική σύμβουλο κ. Σουρανή και, αφού τους ενημερώνουν, να προγραμματίζουν τα επόμενα βήματά τους. Το σημαντικότερο θέμα που συμφώνησαν ήταν αυτό, όπως είπε ο Τούρκος πρόεδρος. Η δήλωσή του ποτέ δε διαψεύστηκε επίσημα από την ελληνική πλευρά. Έτσι φαίνεται πως η Ελλάδα αποδέχτηκε έναν παράδρομο που βολεύει μόνο την Τουρκία, αφού παρακάμπτει την επίσημη διπλωματική οδό, το υπουργείο Εξωτερικών και τον κ. Δένδια, τους διεθνείς οργανισμούς και μετατρέπει σε διμερές πρόβλημα τις τουρκικές προκλήσεις, οι οποίες αποτελούν ωμή παραβίαση του διεθνούς δικαίου σε Ελλάδα και Κύπρο.

Θα αναρωτηθεί κανείς γιατί τα αναφέρω όλα αυτά ενάμιση μήνα μετά τη συνάντηση. Απλούστατα, επειδή συνδέονται με τις εξελίξεις στην Κύπρο. Πριν από λίγες μέρες ο κ. Ερντογάν επισκέφθηκε το μαρτυρικό νησί, στο πλαίσιο του «εορτασμού» της τουρκικής εισβολής, και, σε ένα αποκορύφωμα παραβίασης του διεθνούς δικαίου, προχώρησε σε νέα τετελεσμένα στα Βαρώσια, γράφοντας στα παλιά του τα παπούτσια τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Ανακοίνωσε ότι θα αποστρατιωτικοποιηθεί το 3,5 της περιοχής και ότι θα επιστραφούν στους ιδιοκτήτες τους οι περιουσίες. Κάλεσε, μάλιστα, τους Ελληνοκύπριους να κάνουν αίτηση, για να τους αποδοθεί η περιουσία τους, αρκεί να αναγνωρίσουν την τουρκοκυπριακή διοίκηση. Ελάχιστα εικοσιτετράωρα μετά, ο επικεφαλής του ψευδοκράτους κ. Ερσίν Τατάρ δήλωνε ότι το άνοιγμα στα Βαρώσια θα συνεχιστεί και δε θα υπάρξουν πισωγυρίσματα.

Η αντίδραση της ελληνικής κυβέρνησης για μια ακόμη φορά ήταν, τουλάχιστον, άτολμη και φοβική. Αφήνει μόνη την Κύπρο και αρκείται σε λεκτικές καταδίκες. Να υπενθυμίσω ότι στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 25 Ιουνίου αναφέρεται πως η Τουρκία δεν πρέπει να κλιμακώσει την ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο και, σε περίπτωση που αυτό συμβεί, η Ε.Ε. θα προχωρήσει σε μέσα και επιλογές, που έχει στη διάθεσή της, για να υπερασπιστεί τα συμφέροντα των κρατών – μελών και για να διαφυλάξει την περιφερειακή σταθερότητα. Προβλέπεται, δηλαδή, αιρεσιμότητα των θετικών αποφάσεων που έλαβε για την τελωνειακή ένωση με Τουρκία. Τι έκανε, λοιπόν, η ελληνική πλευρά για να ενεργοποιήσει τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς; Απολύτως τίποτα. Στο μεταξύ, μεθοδικά και σταθερά ο κ. Ερντογάν προωθεί το σχέδιο διχοτόμησης και δημιουργίας δύο κρατών στην Κύπρο. Ο κ. Μητσοτάκης κομπάζει στο κομματικό του ακροατήριο και στην πρώτη μεγάλη δυσκολία δείχνει αναποφασιστικότητα, αποδεικνύει πόσο λίγος είναι και πόσο πολύ απέχει από το να χαρακτηριστεί ηγέτης. Το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. χαϊδεύουν την Τουρκία και η Ελλάδα συνομιλεί σε επίπεδο διπλωματικών συμβούλων του Έλληνα πρωθυπουργού και του Τούρκου προέδρου. Έτσι, για να μη χαλάσει το ήσυχο καλοκαίρι του κ. Ερντογάν.


Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: «Κινούμενη άμμος το πολιτικό σκηνικό»

Τι θα «γεννήσει» η κάλπη είναι άδηλο. Πιθανώς αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού και σοβαρές πολιτικές εξελίξεις. Ας περιμένουμε λίγο ακόμη.


Λίγες μέρες έμειναν μέχρι τις εκλογές, ίσως τις κρισιμότερες της μεταπολίτευσης. Γενική είναι η εντύπωση ότι, παρά τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, κανείς δεν μπορεί να προδικάσει τις εξελίξεις. Θεωρείται, όμως, πολύ πιθανόν ότι το πολιτικό σκηνικό μετά τις εκλογές δε θα είναι ίδιο. Ανάλογα με τα αποτελέσματα, εκτιμάται πως θα υπάρξουν ανακατατάξεις στα περισσότερα κόμματα, ειδικά αν έχουμε κυβέρνηση από την πρώτη Κυριακή. Βαθιές αλλαγές ή επιφανειακές στον πολιτικό χάρτη της χώρας; Μένει να το δούμε.

Αν η Ν.Δ. κερδίσει τις εκλογές, ο κ. Μητσοτάκης εδραιώνει τη θέση του. Η έγκριση των πεπραγμένων του από τoν ελληνικό λαό θα φουσκώσει για τα καλά τα πανιά του και θα τονώσει την αλαζονεία του. Θα ελέγξει απολύτως το κόμμα του και θα μπει οριστικά τέλος στην εποχή και την ιδεολογία του καραμανλισμού. Αναμένεται η εφαρμογή μιας σκληρότερης οικονομικής πολιτικής, η οποία θα ξεζουμίσει ακόμη περισσότερο τους φτωχούς συμπολίτες μας. Το κοινωνικό κράτος (υγεία, παιδεία, κοινωνική ασφάλιση) θα συρρικνωθεί κι άλλο. Η δημοκρατία και η δικαιοσύνη θα υποστούν μεγαλύτερα πλήγματα. Υπάρχουν, επίσης, βάσιμοι φόβοι ότι θα παραπεμφθούν στο δικαστήριο της Χάγης, πέραν της υφαλοκρηπίδας, διαφορές τις οποίες θέτει η Τουρκία και που καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν αναγνώρισε μέχρι σήμερα. Αν απολέσει την εξουσία το κυβερνητικό κόμμα, θα τεθεί θέμα αρχηγού. Οι δελφίνοι ήδη στα παρασκήνια ακονίζουν τα μαχαίρια τους. Υπάρχει, εντούτοις, στη Ν.Δ. η προσωπικότητα εκείνη που θα καταφέρει να συνενώσει τις διαφορετικές ομάδες; Και επιπλέον, είναι έτοιμος ο κ. Μητσοτάκης να παραδώσει την ηγεσία, την ώρα μάλιστα που θα τίθεται επιτακτικά το αίτημα για ανάληψη ευθυνών (τις οποίες φάνηκε από τα γεγονότα των υποκλοπών και των Τεμπών ότι δεν αναλαμβάνει) ή θα διασπάσει το κόμμα του;

Στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., επίσης, ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ροδοπέταλα. Αν υπάρξει προοδευτική διακυβέρνηση, όπως την ονομάζει, θα χρειαστεί να αποδείξει ότι όλα όσα υπόσχεται στο προεκλογικό του πρόγραμμα (και είναι πολλά) μπορεί να τα κάνει πράξη. Ότι έχει τη δυνατότητα να στηρίξει το κοινωνικό κράτος, να ανακουφίσει τα πιο φτωχά στρώματα, να αντέξει στις αμερικανικές πιέσεις για συνεκμετάλλευση του Αιγαίου, να απαγκιστρώσει τη χώρα από την εμπλοκή της στον πόλεμο της Ουκρανίας κ.α. Αν ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κερδίσει τις εκλογές, αυτό θα γίνει χάρη και στη στήριξη πολιτών, οι οποίοι θα τον ψηφίσουν δίνοντάς του άλλη μια ευκαιρία. Άνθρωποι που είναι υποψιασμένοι και δε θα ανεχτούν να εξαπατηθούν για δεύτερη φορά. Αν, πάλι, χάσει, θα μπει σε πορεία έντονης εσωστρέφειας. Ο ίδιος ο κ. Τσίπρας, και ανάλογα με το μέγεθος της ήττας, αναμένεται να αναλάβει πρωτοβουλίες για εκλογή νέας ηγεσίας. Όμως, ούτε και στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. υπάρχει η ηγετική μορφή που θα συσπειρώσει τις διάφορες τάσεις και θα κρατήσει τον χώρο ενωμένο. Άρα, όλα είναι ρευστά.

Όσο βαδίζουμε προς τις εκλογές, ο χώρος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. θα συμπιέζεται περισσότερο. Η αλήθεια είναι ότι ο κ. Ανδρουλάκης δεν κατάφερε να κάνει σαφή ούτε την σοσιαλδημοκρατική πολιτική του, ούτε τα μετεκλογικά σχέδιά του. Η απαίτησή του να μην είναι πρωθυπουργός ο αρχηγός του πρώτου κόμματος σε μια πιθανή κυβέρνηση συνεργασίας μόνο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του φανερώνει. Αν το ποσοστό που θα λάβει στις εκλογές κινηθεί γύρω στο 12%, δε θα έχει ιδιαίτερα προβλήματα. Αν, ωστόσο, πέσει κάτω από το 10%, αναμένονται σοβαροί κλυδωνισμοί. Έτσι κι αλλιώς, όμως, και ανεξαρτήτως αποτελέσματος, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο βουλευτές του ΠΑ.ΣΟ.Κ. να αποχωρήσουν, είτε στηρίξει κυβέρνηση Ν.Δ., είτε ΣΥ.ΡΙΖ.Α, είτε αρνηθεί συμμετοχή σε κυβέρνηση συνεργασίας.

Στα υπόλοιπα κοινοβουλευτικά κόμματα αναμένονται μικρότερες ή μεγαλύτερες ανακατατάξεις. Στο Κ.Κ.Ε., εξαιτίας των μηχανισμών που διαθέτει, η όποια δυσαρέσκεια για το εκλογικό αποτέλεσμα θα απορροφηθεί. Δεν είναι σίγουρο ότι το ίδιο θα συμβεί με την ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ του κ. Βελόπουλου και το ΜΕΡΑ 25 του κ. Βαρουφάκη. Αρνητικά αποτελέσματα πιθανώς να οδηγήσουν στη συρρίκνωση και στην περιθωριοποίηση των κομμάτων αυτών.

Τι θα «γεννήσει» η κάλπη είναι άδηλο. Πιθανώς αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού και σοβαρές πολιτικές εξελίξεις. Ας περιμένουμε λίγο ακόμη. Απρίλης, Μάης, κοντά είναι το θέρος.

__________________________________________

* Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: «Να μην ξεχάσουμε μπροστά στην κάλπη...»

Η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς σε όλους τους κρίσιμους τομείς. Η πραγματική δημοσκόπηση θα γίνει στην κάλπη. Εκεί που οι πολίτες δεν πρέπει να ξεχάσουν...



Όταν τον Ιανουάριο του 2016 έγινε πρόεδρος της Ν.Δ. ο κ. Μητσοτάκης, ελάχιστοι πίστευαν ότι θα μπορούσε μια μέρα να κυβερνήσει τη χώρα. Το οικογενειακό του παρελθόν και η θητεία του ως υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης, η οποία συνδέθηκε με την απόλυση δημόσιων υπαλλήλων, αποτελούσαν βαρίδια για την πορεία του. Πέτυχε, παρόλα αυτά, σε σύντομο χρονικό διάστημα, χάρη στην προπαγάνδα και τη στήριξη της πλειοψηφίας των μιντιαρχών και εξαιτίας των τραγικών λαθών του τέως πρωθυπουργού, του κ. Τσίπρα, και της κυβέρνησής του, να ανέλθει στην εξουσία τον Ιούλιο του 2019. Σήμερα, αν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις, βρίσκεται κοντά σε μια δεύτερη θητεία.

Μπροστά σε αυτήν την προοπτική, την ώρα της κάλπης, οι πολίτες είναι ανάγκη να θυμηθούν ότι ο κ. Μητσοτάκης, για να γίνει πρωθυπουργός, είπε πολλά από τα οποία ελάχιστα έπραξε. Ούτε η κοινωνία ανακουφίστηκε από την οικονομική κρίση, ούτε ο απαραίτητος εκσυγχρονισμός του κράτους πραγματοποιήθηκε, ούτε η Δημοκρατία πλάτυνε και βάθυνε, ούτε η χώρα θωρακίστηκε περισσότερο απέναντι στις τουρκικές απειλές.

Στους τομείς της άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής, οι οποίοι απουσιάζουν κατά περίεργο τρόπο από την προεκλογική αντιπαράθεση, η κυβέρνηση υπήρξε ο πιο πιστός σύμμαχος των ΗΠΑ, χωρίς, ωστόσο, να λάβει τα απαραίτητα ανταλλάγματα. Ενεπλάκη στον πόλεμο στην Ουκρανία υπέρ το δέον, πράγμα το οποίο η χώρα θα πληρώσει τα επόμενα χρόνια. Απέτυχε να ακυρώσει το τουρκολιβυκό μνημόνιο και δείλιασε να επεκτείνει τα θαλάσσια σύνορα της Ελλάδας, νότια της Κρήτης, στα δώδεκα μίλια. Διευθέτησε μερικώς την ΑΟΖ με την Αίγυπτο, αφήνοντας εκτός μια κρίσιμη για τα εθνικά συμφέροντα μας ζώνη στη Ρόδο και στο Καστελόριζο, την οποία διεκδικεί η Τουρκία. Ηττήθηκε διπλωματικά από τη μη κατασκευή του EastMed, ενός αγωγού ο οποίος θα μετέφερε φυσικό αέριο από κοιτάσματα που βρίσκονται ανοιχτά του Ισραήλ και της Αιγύπτου και θα διερχόταν από την Κύπρο και την Ελλάδα, για να φτάσει στις ευρωπαϊκές αγορές. Ακόμη, δεν τόλμησε να φέρει για κύρωση στη Βουλή τις συμφωνίες με τη Βόρεια Μακεδονία υπό τον φόβο διαρροών από την ομάδα βουλευτών του κ. Σαμαρά. Τέλος, χωρίς πυγμή και αποφασιστικότητα, επέτρεψε στην Τουρκία να διευρύνει τις απαιτήσεις της, να προβάλλει διεθνώς το «όραμα» της γαλάζιας πατρίδας και να ζητάει επιτακτικά και προκλητικά την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών της μεθορίου.

Επιπλέον, ο πρωθυπουργός της χώρας δε σεβάστηκε καθόλου την ονομαζόμενη αστική Δημοκρατία και τον κοινοβουλευτισμό. Αποδεδειγμένα παρακολουθούσε πολιτικούς του αντιπάλους, υπουργούς, τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ και πολλούς άλλους. Οι συνακροάσεις γίνονταν μέσα από το Μέγαρο Μαξίμου, το οποίο είχε τον έλεγχο της Ε.Υ.Π. Άρα ή το γνώριζε ο πρωθυπουργός, όποτε θα έπρεπε να είχε παραιτηθεί ή, εάν το αγνοούσε, θα χρειαζόταν να κάνει το ίδιο, αφού από δική του ανικανότητα στο γραφείο του μέσα λειτουργούσε μια μορφή παρακράτους. Ο κ. Μητσοτάκης πανικόβλητος μετέθεσε αλλού τις ευθύνες και δήλωσε ότι δεν ήξερε. Ποιον πείθει, όμως; Γεγονός, πάντως, παραμένει ότι επί των ημερών του η εικόνα της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας τσαλακώθηκε ανεπανόρθωτα.

Τα Τέμπη. Αυτή η τραγωδία κι αν δεν πρέπει να ξεχαστεί. «Η θυσία», όπως τη χαρακτήρισε ο πρωθυπουργός, προκαλώντας για μια ακόμη φορά την κοινωνία. Οι πενήντα επτά νεκροί και οι οικογένειές τους ζητούν δικαίωση, η οποία δε θα προκύψει από στημένα πορίσματα, μετάθεση ευθυνών (μόνο ο Τρικούπης δε μας είπαν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι ότι έφταιγε) και αποζημιώσεις. Δικαίωση σημαίνει καταδίκη των υπαλλήλων που ευθύνονται, αλλά και πολιτική τιμωρία όσων προΐσταντο και κυβερνούσαν τη χώρα για τέσσερα χρόνια, αφήνοντας το δίκτυο χωρίς σύστημα τηλεδιοίκησης, όσων μετά το δυστύχημα συνέχισαν να λένε ψέματα και να κάνουν τους ανήξερους, δηλαδή των αρμόδιων υπουργών και του πρωθυπουργού.

Η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς σε όλους τους κρίσιμους τομείς. Ο ελληνικός λαός έχει την ευκαιρία να τιμωρήσει την αλαζονεία, την αμετροέπεια, τον λαϊκισμό, τα ψέματα. Να αποδείξει ότι δεν είναι ικανά τα ψίχουλα της επιδοματικής πολιτικής να τον επηρεάσουν. Η πραγματική δημοσκόπηση θα γίνει στην κάλπη. Εκεί που οι πολίτες δεν πρέπει να ξεχάσουν.

πηγή: 2020mag.gr_

__________________________________________

* Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: Με σβηστά φώτα

Η τραγωδία που παίχτηκε στα Τέμπη ήρθε να αποδείξει ότι η χώρα βρίσκεται χιλιόμετρα μακριά από το να θεωρηθεί ευρωπαϊκή. Φανέρωσε την κυβερνητική γύμνια και την υποκρισία. Ως πότε, όμως, θα επιχειρούν να ταΐζουν σανό τους ψηφοφόρους; 


Γιάννης Ανδρουλιδάκης*

Ο σιδηρόδρομος υπήρξε το καμάρι της Βιομηχανικής Επανάστασης, γιατί μπορούσε να μεταφέρει μεγάλο αριθμό εμπορευμάτων και επιβατών γρήγορα, σε μεγάλες αποστάσεις και με μικρό κόστος. Αποτελούσε μια από τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να προχωρήσει μια χώρα στη Βιομηχανική Επανάσταση. Και ενώ οι ευρωπαϊκές χώρες ανέπτυσσαν η μία μετά την άλλη σιδηροδρομικά δίκτυα, στη χώρα μας δημιουργήθηκαν από την εποχή του Τρικούπη καχεκτικές και προβληματικές σιδηροδρομικές γραμμές, οι οποίες βρίσκονταν μακριά από τις ευρωπαϊκές προδιαγραφές. Από τότε μέχρι σήμερα οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν στήριξαν την υπόθεση σιδηρόδρομο. Την θεωρούσαν βαρίδι. Δεν επένδυσαν στην οικονομική ανάπτυξη έχοντας ως σύμμαχο τα τρένα. Έτσι, φτάσαμε στο σημείο το 2017 να αποκρατικοποιηθεί η ΤΡΑΙΝΟΣΕ και να πουληθεί έναντι πινακίου φακής, μόνο για 45.000.000 ευρώ, στους κρατικούς ιταλικούς σιδηροδρόμους.

Οι θιασώτες του λιγότερου κράτους προπαγάνδιζαν ότι επιτέλους θα έρθει ο απαραίτητος εκσυγχρονισμός του ελληνικού σιδηροδρόμου. Βεβαίως, είναι ολοφάνερο ότι κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ, παρά την κατασκευή της διπλής γραμμής στο δρομολόγιο Θεσσαλονίκη - Αθήνα.

Έπρεπε να συμβεί το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη, για να πληροφορηθούμε ότι για πολλά χρόνια το τρένο κινούνταν με σβηστά φώτα. Χωρίς να λειτουργούν τα στοιχειώδη όργανα, ηλεκτρονικά και μη, η τηλεματική, η σήμανση και οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να διορθώσει ένα ανθρώπινο λάθος. Η κατάσταση στη Hellenic Train θύμιζε διαλυμένη εταιρεία. Έλλειψη προσωπικού σε καίριες θέσεις, κλειδούχοι που αλλάζουν την πορεία των συρμών χειροκίνητα, σταθμάρχες χωρίς εμπειρία και εκπαίδευση, ασύρματοι που δεν έχουν σήμα παντού κ.ά. Κανένας αρμόδιος δεν άκουσε τους συνδικαλιστές που προειδοποιούσαν ότι κάτω από αυτές τις συνθήκες δεν θα αργούσε το μοιραίο. Ουδενός κυβερνητικού παράγοντα το αφτί δεν ίδρωσε, όταν η χώρα μας παραπέμφθηκε πρόσφατα από την Κομισιόν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, επειδή, παρά τις επιχορηγήσεις εκατομμυρίων ευρώ που έλαβε από τα ευρωπαϊκά ταμεία, για να αναβαθμίσει και να εκσυγχρονίσει το σιδηροδρομικό δίκτυο, η κατάσταση δεν άλλαξε. Ποιοι ευθύνονται, επομένως, για το έγκλημα των Τεμπών;

Ο πρωθυπουργός της χώρας στο διάγγελμά του απεφάνθη: «Το δράμα οφείλεται, κυρίως, σε τραγικό ανθρώπινο λάθος», είπε και έβγαλε μόνος του το πόρισμα, πριν καν συγκροτηθεί η επιτροπή εμπειρογνωμόνων. Έριξε σχεδόν όλο το φταίξιμο στον σταθμάρχη και αποδέχτηκε την παραίτηση του υπουργού του, ο οποίος φέρει, λέει, την αντικειμενική ευθύνη. Ο κ. Μητσοτάκης έβγαλε τον εαυτό του άλλη μια φορά καθαρό. Ακόμη σε ένα σοβαρό και θλιβερό περιστατικό δεν άκουσε και δεν είδε. Σαν να μη κυβερνά ο ίδιος τη χώρα. Σαν να μην προΐσταται των υπουργών του. Σαν να μην ήξερε ότι δεν πληρούνταν οι στοιχειώδεις κανόνες ασφάλειας για τη μεταφορά των επιβατών. Σαν να είναι έξω και πέρα από πολιτικές ευθύνες. Ήταν, ωστόσο, έτοιμος την ίδια μέρα να πάρει μέρος στη φιέστα που είχε στηθεί για να προβληθεί άλλο ένα εικονικό επίτευγμα της κυβέρνησης: το κέντρο τηλεδιοίκησης και σηματοδότησης του σιδηροδρομικού δικτύου της Β. Ελλάδας!!!

Η τραγωδία που παίχτηκε στα Τέμπη ήρθε να αποδείξει ότι η χώρα βρίσκεται χιλιόμετρα μακριά από το να θεωρηθεί ευρωπαϊκή και μάλλον η εικόνα της, μερικές φορές, ταιριάζει σε χώρες υποανάπτυκτες. Φανέρωσε την κυβερνητική γύμνια και την υποκρισία. Επιβεβαιώθηκε ξανά ότι ο κ. Μητσοτάκης στηρίζεται στις υπεκφυγές, στην απάτη, τον λαϊκισμό και τη μεταστροφή της πραγματικότητας. Τα κορμιά των νέων παιδιών ήταν ακόμη ζεστά, όταν τα πρωθυπουργικά μηρυκαστικά, βγάζοντας λάδι την κυβέρνηση, προκλητικότατα διατυμπάνιζαν ότι αυτό που συνέβη στα Τέμπη είναι μια μεγάλη ευκαιρία να εκσυγχρονιστεί το σιδηροδρομικό δίκτυο! Ως πότε, όμως, θα επιχειρούν να ταΐζουν σανό τους ψηφοφόρους;

Η Ελλάδα δεν πρέπει να συνεχίσει να πορεύεται στις ίδιες ράγες. Ο ελληνικός λαός δικαιούται να ελπίζει σε καλύτερες μέρες. Ξεκαθαρίστηκε οριστικά, με τον πιο οδυνηρό τρόπο, ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί με τον κ. Μητσοτάκη στο τιμόνι και τη Ν.Δ. στην κυβέρνηση. Όλο και περισσότεροι πολίτες συνειδητοποιούν ότι με σβηστά φώτα δεν πήγαινε όλα αυτά τα χρόνια μόνο ο σιδηρόδρομος, αλλά μια χώρα ολόκληρη. Μετά από αυτή τη διαπίστωση οι πολίτες δεν έχουν πια δικαίωμα να λένε ότι δεν γνώριζαν.
πηγή: 2020mag.gr
___________________________________________
 
* Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: Μετεκλογικές εξελίξεις στα κόμματα - Όλα όσα θα καθορίσει η επερχόμενη κάλπη



Η κατάσταση στην οικονομία, τα ελληνοτουρκικά και κυρίως οι αποκαλύψεις στο τεράστιο ζήτημα των υποκλοπών θα καθορίσουν τον χρόνο των εκλογών. Η κυβέρνηση ασφαλώς και επιθυμεί να γίνουν προς το τέλος της τετραετίας. Θα της το επιτρέψουν, ωστόσο, οι εξελίξεις; Ένα πράγμα θεωρείται βέβαιο, ανεξαρτήτως του χρόνου διεξαγωγής τους: ότι το αποτέλεσμά τους, όποιο και αν είναι, θα πυροδοτήσει σοβαρές αλλαγές στα κόμματα.



Στη Ν.Δ. η ηγετική υπό τον κ. Μητσοτάκη ομάδα κάνει απελπισμένες και ανεπιτυχείς προσπάθειες να αλλάξει την ατζέντα και να φύγει από την ημερήσια διάταξη το θέμα των συνακροάσεων. Ο πρωθυπουργός υιοθετώντας τον λαϊκισμό μοιράζει επιδόματα και τάζει λαγούς με πετραχήλια σε δεξαμενές ψηφοφόρων, από τις οποίες ελπίζει να ενισχυθεί στις εκλογές. Από κοντά τα φίλια ΜΜΕ, το διαπλεκόμενο οικονομικό και πολιτικό σύστημα και οι κάθε λογής κηφήνες της εξουσίας που τον στηρίζουν. Δυστυχώς, όμως, γι’ αυτόν οι νέες αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις που συνεχώς βλέπουν το φως της δημοσιότητας και οι ηχηρές διαφοροποιήσεις των κ.κ. Καραμανλή και Σαμαρά για το απόρρητο δεν τον αφήνουν να ησυχάσει. Επιπλέον, η άτακτη φυγή του κ. Μητσοτάκη από τη Βουλή, στην τελευταία συζήτηση που έγινε, φανέρωσε για μια ακόμη φορά την ενοχή του. Φημολογείται ότι όσα θα δουν το φως της δημοσιότητας το επόμενο διάστημα για τις υποκλοπές, πιθανώς, να τον οδηγήσουν σε απόφαση για πρόωρες εκλογές. Η επιλογή, αν τις χάσει, είναι μία: η παραίτηση από την ηγεσία της Ν.Δ. Οι υπόγειες διεργασίες στο κυβερνών κόμμα βρίσκονται από καιρό σε εξέλιξη και οι επίδοξοι διάδοχοι παίρνουν θέσεις μάχης.

Για τον ΣΥΡΙΖΑ η κατάσταση δεν ήταν ποτέ πιο ευνοϊκή για να επιστρέψει στην κυβέρνηση. Ο κ. Μητσοτάκης βυθίζεται κάτω από το βάρος των σκανδάλων, με κορυφαίο εκείνο των υποκλοπών. Αν θεωρούν, εντούτοις, τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι θα πέσει σαν ώριμο φρούτο, κινδυνεύουν να βρεθούν προ εκπλήξεων. Το σύστημα του Μαξίμου και οι υποστηρικτές του θα δώσουν λυσσαλέα τη μάχη για να παραμείνουν στην εξουσία. Θα είναι, απ’ ό,τι φαίνεται, οι πιο πολωτικές και πιο «βρόμικες» εκλογές της μεταπολίτευσης. Ο κ. Τσίπρας και τα στελέχη του έχουν έναν δρόμο: να καταθέσουν, αν έχουν επεξεργαστεί, ένα πρόγραμμα εξόδου από τη κρίση που θα ανακουφίσει τα φτωχά και τα μεσαία κοινωνικά στρώματα και να εξηγήσουν πειστικά στους πολίτες γιατί διαφέρουν από τη Ν.Δ. και τι εναλλακτικό θα κάνουν στην οικονομία, στην παιδεία, στην υγεία, στην κοινωνική πολιτική γενικότερα, σε ζητήματα διαφάνειας και δημοκρατίας, και πώς θα αντιμετωπίσουν την τουρκική προκλητικότητα. Με κραυγές, πολεμικές ιαχές και ρεβανσιστικές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν κερδίζονται οι εκλογές. Επίσης, είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουν ότι το 2023 δεν είναι 2015 και ότι στις παρούσες συνθήκες το κόμμα τους πρέπει να λειτουργήσει ως παράταξη της ευρύτερης κεντροαριστεράς. Αν χαθεί αυτή η εκλογική μάχη, τότε ποια θα είναι νικηφόρα; Μια ήττα θα αποδειχθεί καταστροφική για τον ΣΥΡΙΖΑ, αφού θα αμφισβητηθεί η ηγεσία του κ. Τσίπρα και η διάσπαση του κόμματός του φαίνεται ως σοβαρό ενδεχόμενο.

Για το ΠΑΣΟΚ οι συνθήκες δεν είναι καθόλου ευοίωνες σε μια εκλογική διαδικασία με έντονα τα χαρακτηριστικά του διπολισμού. Σε αυτή τη δυσκολία συμβάλλει και η τακτική των ίσων αποστάσεων προς τη Ν.Δ. και προς τον ΣΥΡΙΖΑ στον διμέτωπο αγώνα που έχει υιοθετήσει ο κ. Ανδρουλάκης και η θολή και ακατανόητη στον πολύ κόσμο πρότασή του για σοσιαλδημοκρατική λύση. Οι μετεκλογικές συμμαχίες, στις οποίες, ίσως, να προχωρήσει το ΠΑΣΟΚ θα κρίνουν πολλά. Δύσκολα, πάντως, οι ψηφοφόροι θα συγχωρήσουν μια δεύτερη συμπόρευση με τη Ν.Δ. Βεβαίως, η ηγεσία του κ. Ανδρουλάκη δεν απειλείται. Παρ’ όλα αυτά, ένα ποσοστό κάτω από το 10% θα προκαλέσει γκρίνιες και ενδεχομένως αποχωρήσεις κάποιων δυσαρεστημένων ήδη στελεχών.

Ανάλογες εξελίξεις αναμένονται και στα υπόλοιπα κόμματα με εξαίρεση το ΚΚΕ, του οποίου τα στεγανά δεν επιτρέπουν ριζικές αλλαγές. Όπως και να έχει, λοιπόν, το πολιτικό τοπίο θα είναι διαφορετικό και ενδιαφέρον μετά τις εκλογές. Αναμένουμε.
πηγή: 2020mag.gr
___________________________________________

* Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης / ΕΠΑ.Λ.: «Η χωματερή της εκπαίδευσης;»

εικόνες από επαρχιακό ΕΠΑ.Λ.

Τα ΕΠΑ.Λ., από την εποχή της ίδρυσής τους μέχρι σήμερα, δεν μπόρεσαν να παίξουν τον ρόλο για τον οποίο συστήθηκαν. Έμειναν όλα αυτά τα χρόνια χωρίς γενναία χρηματοδότηση, χωρίς τις απαραίτητες υποδομές, δίχως τα αναγκαία εργαστήρια για την πρακτική άσκηση των μαθητών...

Τα σοβαρά προβλήματα και οι παθογένειες του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος έρχονται κατά καιρούς στην επιφάνεια. Αυτό συνέβη τελευταία με την επιστολή παραίτησης του αναπληρωτή εκπαιδευτικού, με την οποία κατήγγειλε τους εκβιασμούς και τις πιέσεις που δέχτηκε από μαθητές του σε Επαγγελματικό Λύκειο, αλλά και την αδιαφορία που επέδειξαν οι προϊστάμενοί του στις καταγγελίες του. Το θέμα πήρε μεγάλες διαστάσεις. Γράφτηκαν πολλά ένθεν κακείθεν και δόθηκαν υποσχέσεις ότι θα διερευνηθεί σε βάθος το θέμα από τους υπευθύνους. Κεραυνός εν αιθρία, λοιπόν, όσα ισχυρίζεται ο εκπαιδευτικός; Για κάποιους ίσως. Για τους παροικούντες, όμως, την Ιερουσαλήμ καθόλου.


Τα ΕΠΑ.Λ., από την εποχή της ίδρυσής τους μέχρι σήμερα, δεν μπόρεσαν να παίξουν τον ρόλο για τον οποίο συστήθηκαν. Έμειναν όλα αυτά τα χρόνια χωρίς γενναία χρηματοδότηση, χωρίς τις απαραίτητες υποδομές, δίχως τα αναγκαία εργαστήρια για την πρακτική άσκηση των μαθητών. Οι όποιες αλλαγές, συμπληρώσεις και βελτιώσεις επιχειρήθηκε να γίνουν, ελάχιστα άλλαξαν την άσχημη εικόνα. Τα μπαλώματα πολλαπλασίασαν παρά έλυσαν ζητήματα υπαρκτά και σοβαρά. Τα προβλήματα ήταν και παραμένουν διαχρονικά και ευθύνες έχουν αναλογικά όλες οι κυβερνήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε υφυπουργό μάχιμο εκπαιδευτικό, προερχόμενο από τα σπλάχνα των Επαγγελματικών Λυκείων, η κατάσταση δεν άλλαξε ουσιαστικά. Τα ΕΠΑ.Λ. ακολουθούν τον κατηφορικό δρόμο της απαξίωσης, όπως και όλη η δημόσια εκπαίδευση, και, αν έλειπε το φιλότιμο της μεγάλης πλειοψηφίας των εκπαιδευτικών που υπηρετούν σ’ αυτά, η εικόνα θα ήταν τρισχειρότερη.

Όσοι με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο εμπλέκονται στην εκπαιδευτική διαδικασία, διαπιστώνουν ότι το σχολείο βρίσκεται στη δίνη μιας παρατεταμένης κρίσης. Αντιλαμβάνονται χρονιά με τη χρονιά αλλαγές στη συμπεριφορά των μαθητών. Τα παιδιά γίνονται πιο βίαια, πιο επιθετικά και η αγανάκτησή τους για το αβέβαιο μέλλον που τα περιμένει παίρνει συχνά επικίνδυνους δρόμους. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για τα ΕΠΑ.Λ., στα οποία καταλήγει το μεγαλύτερο ποσοστό των μαθητών που χαρακτηρίζονται, με βάση τις σχολικές τους επιδόσεις, ως «κακοί», ποσοστό το οποίο, επιπλέον, έχει χαμηλές προσδοκίες. Συνήθως ατίθασοι έφηβοι που προέρχονται από τα πιο φτωχά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας και κουβαλούν, εκτός από τη σχολική απόρριψη, και σοβαρά οικογενειακά προβλήματα. Όλα τα παραπάνω αποτελούν ένα εκρηκτικό μείγμα στην πρώτη νεότητα.

Υπάρχουν, λοιπόν, φαινόμενα νταηλικιού και αλητείας στα ΕΠΑ.Λ., σαν κι εκείνα που αναφέρει ο παραιτηθείς εκπαιδευτικός; Ασφαλώς ναι, όμως, ούτε η ένταση ούτε η έκτασή τους είναι για την ώρα τόσο μεγάλη. Γι’ αυτό είναι κρίμα να επικρατούν γενικεύσεις, να τσουβαλιάζονται και να στιγματίζονται συλλήβδην οι μαθητές των ΕΠΑ.Λ. από την άσχημη και παραβατική, σε κάποιες περιπτώσεις, συμπεριφορά μιας μειοψηφίας συμμαθητών τους. Και οι εκπαιδευτικοί; Τι κάνουν σε τέτοιες καταστάσεις; Στη συντριπτική πλειοψηφία προσπαθούν, με παιδαγωγικά κριτήρια και με βάση όσα προβλέπει η νομοθεσία, να αντιμετωπίσουν φαινόμενα που δημιουργούν προβλήματα στην ομαλή σχολική ζωή. Λίγες φορές πάλι, και αυτό πρέπει να το πούμε, κάνουν τα στραβά μάτια, για να συμπληρώσουν το ωράριό τους, για να μην καταργηθούν τμήματα, να μη χαθούν οργανικές θέσεις. Αυτό, ωστόσο, δε μειώνει ούτε στο ελάχιστο την προσφορά της πλειονότητας των εκπαιδευτικών και τη σπουδαία δουλειά που εκείνη κάνει στα δύσκολα σχολεία των ΕΠΑ.Λ.

Επομένως, όσα συνέβησαν σε ΕΠΑ.Λ. της Κεφαλλονιάς δεν αφορούν το σύνολο των Επαγγελματικών Λυκείων. Το περιστατικό αυτό θα έπρεπε να προβληματίσει τους αρμοδίους του υπουργείου Παιδείας, να σκύψουν πάνω από τα χρονίζοντα προβλήματα των ΕΠΑ.Λ. και να δώσουν ριζικές λύσεις. Αντί γι’ αυτό, εντούτοις, βρήκαν ευκαιρία να φορτώσουν ξανά τις ευθύνες στους εκπαιδευτικούς, για να βγουν οι ίδιοι λάδι. Γνωστή, δοκιμασμένη, αλλά αποτυχημένη, πια, τακτική. Γιατί δε χρειάζονται ειδικές γνώσεις για να καταλάβει κάποιος ότι δεν είναι οι εκπαιδευτικοί που θέλουν αμόρφωτους και, σε κάποιες περιπτώσεις, λειτουργικά αναλφάβητους τους αποφοίτους των ΕΠΑ.Λ., ανειδίκευτο και φτηνό εργατικό δυναμικό, χωρίς στόχους και όνειρα, αλλά η κυβέρνηση, η οποία μετατρέπει τα σχολεία αυτά σε πάρκινγκ μαθητών και σε χωματερή της εκπαίδευσης.
πηγή: 2020mag.gr
___________________________________________

Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Learn More: Food Recipies

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: «Όλα θυσία στον βωμό της εκλογικής νίκης»



Στην Ελλάδα ζούμε πρωτοφανείς καταστάσεις. Ο κ. Μητσοτάκης παίζει με τους θεσμούς, με τα εθνικά θέματα, με την πολιτιστική μας κληρονομιά και με την ίδια τη Δημοκρατία τελικά. Δεν ενδιαφέρεται για τίποτε άλλο, παρά μόνο για το πώς θα κουκουλωθούν με κάθε τρόπο τα σκάνδαλα που τσαλάκωσαν την εικόνα του. Πώς θα τα θάψει με το μικρότερο πολιτικό κόστος. Πώς, τελικά, θα κερδίσει τις εκλογές πάση θυσία.

 

Δυστυχώς, όμως, για τον πρωθυπουργό τον τελευταίο καιρό, όσο και να προσπαθεί, δεν του βγαίνει. Το σκάνδαλο των υποκλοπών γεννά διαρκώς νέα στοιχεία, τα οποία αποδεικνύουν την ανάμειξή του. Εσχάτως η έκθεση της ΕΥΠ, η οποία δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Documento», εμπλέκει τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ, τον κ. Φλώρο, σε οικονομικό σκάνδαλο, το οποίο γνώριζε ο πρωθυπουργός, και παρ' όλα αυτά, όχι μόνο τον διατήρησε στη θέση του, αλλά φημολογείται ότι θα του ανανεώσει για έναν ακόμη χρόνο τη θητεία του.

Χαρακτηριστική, επίσης, είναι η παρέμβαση του κ. Ντογιάκου, η οποία έφερε τα αντίθετα από τα σχεδιαζόμενα αποτελέσματα. Ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών, γιατί δικαιολογημένα θεωρήθηκε ως προσπάθεια φίμωσης της ΑΔΑΕ. Καταλυτική η αντίδραση κορυφαίων συνταγματολόγων, οι οποίοι με κείμενό τους εξέφρασαν την απόλυτη διαφωνία τους με τη γνωμοδότηση του κ. Ντογιάκου.  Αναμένεται, πάντως, συνέχεια στην προσπάθεια υπονόμευσης του προέδρου της ΑΔΑΕ, του κ. Ράμμου, παρά την επίγνωση ότι αυτό οδηγεί σε επικίνδυνα παιχνίδια με τους θεσμούς και το Σύνταγμα.

Ακόμη και το ζήτημα της επιστροφής των γλυπτών του Παρθενώνα χρησιμοποιήθηκε για ψάρεμα ψήφων. Ούτε εδώ, ωστόσο, τα κατάφερε ο πρωθυπουργός, αφού έκανε πίσω ολοταχώς μετά τις αντιδράσεις που πυροδότησαν τα δημοσιεύματα των διεθνών και εγχώριων ΜΜΕ. Η αποκάλυψη ότι η κυβέρνηση συζητούσε δανεισμό των γλυπτών από το Μουσείο του Λονδίνου σήμαινε στην ουσία ότι το επίσημο ελληνικό κράτος αναγνώριζε στη Βρετανία νόμιμη κατοχή. Την ίδια στιγμή, άλλα δημοσιεύματα αναφέρονται σε μια νομική φόρμουλα, η οποία θα παρακάμπτει το πρόβλημα της ιδιοκτησίας και η οποία θα προβλέπει την εκ περιτροπής αποστολή των γλυπτών, με ταυτόχρονο δανεισμό ελληνικών αρχαιοτήτων, οι οποίες θα εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο. Η υπουργός πολιτισμού, η κ. Μενδώνη, προσπάθησε ανεπιτυχώς να διορθώσει την κατάσταση. Το πώς, στ’ αλήθεια, αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση το θέμα προκύπτει από δήλωση του πρωθυπουργού, ο οποίος υπόσχεται ότι, εφόσον ο λαός τούς εμπιστευτεί ξανά, θα μπορέσουν να πετύχουν αυτόν τον στόχο, δηλαδή «ψηφίστε μας, να φέρουμε τα γλυπτά πίσω»!!!

Τέλος, η υποχωρητικότητα και η κυβερνητική αλαλία στα εθνικά θέματα δεν έχει προηγούμενο. Η Τουρκία, εκτός από τη «γαλάζια πατρίδα» που προκλητικά προβάλλει σε κάθε ευκαιρία, χώρια από την απαίτηση της αποστρατιωτικοποίησης των νησιών που βρίσκονται στη μεθόριο, πέρα από τις απειλές ότι θα έρθουν βράδυ, ξέχωρα από τη δημιουργία γκρίζων ζωνών στο Αιγαίο, επιχειρεί τώρα να δημιουργήσει τετελεσμένα και στη Νότια Κρήτη, απειλώντας με πόλεμο τη χώρα, αν επεκτείνει τα θαλάσσια σύνορά της στα δώδεκα μίλια. Αντί, λοιπόν, η κυβέρνηση να απαντήσει αποφασιστικά στις τουρκικές προκλήσεις, να δηλώσει ξεκάθαρα ότι μπορούν να έρθουν όποτε επιθυμούν και μέρα και νύχτα, αντί να επεκτείνει τα όρια στα δώδεκα μίλια, ακολουθεί μια αλλόκοτη, φοβισμένη και αναποτελεσματική τακτική, η οποία ενθαρρύνει την Τουρκία. Και μέσα σ’ όλα αυτά, ο υφυπουργός Παιδείας, ο κ. Συρίγος, δηλώνει ότι συμφέρει τη χώρας μας να δοθούν στην Τουρκία τα F16! Πού το πάει, επομένως, η κυβέρνηση; Υπάρχουν κρυφές δεσμεύσεις απέναντι στην Τουρκία; Μέχρι πότε θα συνεχιστεί το παιχνίδι της σιωπής με τα εθνικά μας θέματα, με την αξιοπρέπεια της χώρας, και ο υπολογισμός του πολιτικού κόστους σε περίπτωση θερμού επεισοδίου;

Όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές, όλες οι πολιτικές της κυβέρνησης θα υπηρετούν έναν στόχο: την παραμονή της στην εξουσία με κάθε τρόπο. Αναμένεται, στο πλαίσιο αυτό, να κυριαρχήσει το φαινόμενο των χτυπημάτων κάτω από τη ζώνη και να πολλαπλασιαστούν οι φαυλεπίφαυλες πρακτικές. Εμπόριο ονείρων και ελπίδων, διανομή επιδομάτων, δάνεια για αγορά κατοικίας, διορισμοί στο δημόσιο, γλυπτά του Παρθενώνα, θεσμοί, εθνικά θέματα, ιδανικά κι αξίες, όλα θυσιάζονται στον βωμό της εκλογικής νίκης. Χωρίς καμιά αιδώ, δυστυχώς.
πηγή: 2020mag.gr
______________________________

(*) Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: Το τέλος του ΣΥΡΙΖΑ, όπως τον ξέραμε

Ο ΣΥΡΙΖΑ απονευρώνεται ιδεολογικά και οργανωτικά και χάνει τη ραχοκοκαλιά του. Είναι φανερό πλέον ότι ούτε είναι, ούτε και θα ξαναγίνει ίδιος, όπως ήταν στο παρελθόν.


 
 
 

Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως τον ξέραμε, τελείωσε τόσο οργανωτικά όσο και ιδεολογικά. Μετά την τελευταία Κ.Ε. και όσα συνέβησαν εκεί, οι αποχωρήσεις έγιναν επαναλαμβανόμενο φαινόμενο. Έφυγε η «Ομπρέλα», οι 6+6, μεγάλος αριθμός στελεχών και απλών μελών, ευρωβουλευτές κ.α. Αυτή η μαζική φυγή δημιουργεί ένα νέο σκηνικό: ο ΣΥΡΙΖΑ απονευρώνεται και χάνει τη ραχοκοκαλιά του. Είναι φανερό πλέον ότι ούτε είναι, ούτε και θα ξαναγίνει ίδιος, όπως ήταν στο παρελθόν. 

Επιπλέον, μετά την εκλογή του κ. Κασσελάκη, μετατοπίζεται ιδεολογικά προς τον χώρο του Κέντρου, κάνοντας πράξη το σχέδιο του αρχηγού του για τη δημιουργία ενός πολιτικού σχηματισμού, ο οποίος θα είναι αντίστοιχος με το Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ. Ακόμη, δημιουργείται ένα κόμμα αρχηγικό και λαϊκιστικό, στο οποίο ο επικεφαλής μπορεί να παρακάμπτει το καταστατικό και τις θεσμοθετημένες διαδικασίες, να εκφράζει αντιλήψεις και να υιοθετεί συμπεριφορές που βρίσκονται έξω από την κουλτούρα και την ιστορική πορεία της ανανεωτικής Αριστεράς. Ο κ. Κασσελάκης και η ομάδα του αλλάζουν τη φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ, διατυπώνουν τοξικό πολιτικό λόγο, κατασκευάζουν εσωτερικούς εχθρούς και αποστάτες, συμπεριφέρονται με πολιτικό τσαμπουκά και επιτρέπουν στους διψασμένους για εκδίκηση οπαδούς τους να σκυλέψουν διαδικτυακά όσους τολμούν να διατυπώνουν πολιτικές διαφωνίες. Όλα τα παραπάνω είναι που οδήγησαν στην έξοδο όσους αποχώρησαν και όχι η εκλογή του κ. Κασσελάκη στην αρχηγία, την οποία ουδείς αμφισβήτησε.

Το φαινόμενο Κασσελάκη ξεφούσκωσε γρήγορα, όταν το lifestyle έδωσε τη θέση του στην πραγματική πολιτική. Τότε φανερώθηκε η πολιτική γύμνια του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ. Όχι μόνο δεν έφερε το νέο που υποσχέθηκε, αλλά ο ίδιος και η ηγετική ομάδα που τον στηρίζει οδηγούν το κόμμα τους στη μεγαλύτερη κρίση από την εποχή της ίδρυσής του και, πιθανώς, σε λίγο καιρό να του βάλουν και την ταφόπλακα. Οι δημοσκοπήσεις κατατάσσουν τον ΣΥΡΙΖΑ στην τρίτη θέση, την οποία, ίσως, απολέσει από το ΚΚΕ. Η φυγή έντεκα βουλευτών και η συγκρότηση μιας νέας κοινοβουλευτικής ομάδας τον βυθίζει ακόμη βαθύτερα. Η πολιτική κατρακύλα και η περαιτέρω συρρίκνωσή του μοιάζει αναπόφευκτη.

Από τον κατήφορο και τη φθορά δεν μπόρεσε να τον σώσει ούτε ο κ. Τσίπρας, ο οποίος αποφάσισε να παρέμβει με πολύ μεγάλη καθυστέρηση. Οι συναντήσεις του, ωστόσο, με στελέχη και βουλευτές που αποχώρησαν και η προσπάθειά του να κρατήσει ενωμένο τον κασσελακικό ΣΥΡΙΖΑ δεν απέδωσαν. Φαίνεται ότι το κύρος του έχει εξατμιστεί και η δυνατότητά του να επηρεάζει καταστάσεις και να κρατά εσωκομματικές ισορροπίες ανήκει στο παρελθόν. Όπως και να έχει, όμως, η ευθύνη του για ό,τι έχει συμβεί είναι τεράστια. Στήριξε, τουλάχιστον μέσω των συνεργατών του, τον κ. Κασσελάκη, και του επέτρεψε να χρησιμοποιήσει το όνομά του και να εμφανιστεί ως κληρονόμος και συνεχιστής του. Τον άφησε να ξεφορτωθεί την ενοχλητική «Ομπρέλα», δηλαδή τους παλιούς συνεργάτες και υπουργούς των κυβερνήσεών του, και μετά αποφάσισε να «δράσει», για να προστατεύσει και πάλι τον επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ. Εις μάτην, όμως. Ποιος τον ακούει πια;

Όσοι προβληματίζονται για τη σημερινή εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εξακολουθούν να παραμένουν στο κόμμα τους, γιατί πιστεύουν ότι στο συνέδριο του Φεβρουαρίου θα υπάρξουν ανατροπές, βρίσκονται σε πλάνη. Η ηγετική ομάδα του κ. Κασσελάκη και ο νέος μηχανισμός που χτίζει θα έχει εδραιωθεί και θα ελέγξει κάθε επικίνδυνη εξέλιξη. Όσοι πάλι ελπίζουν ότι μια βαριά ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές θα οδηγήσει σε αλλαγή ηγεσίας, λειτουργούν τυχοδιωκτικά. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο παραμένει αμφίβολο κατά πόσο θα παραιτηθεί ο κ. Κασσελάκης, μα, κι αν αυτό συμβεί, θα αντικατασταθεί από πρόσωπο του στενού πυρήνα των συνεργατών-καθοδηγητών του.

Η εκλογή του κ. Κασσελάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία συνδυάστηκε με αλλαγή στη φυσιογνωμία του ιστορικού αυτού κόμματος, λειτούργησε καταλυτικά στην αλλαγή του πολιτικού σκηνικού στον χώρο της Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να ξεψυχά και κάτι άλλο να γεννιέται. Νέο και ελπιδοφόρο; Μένει να το δούμε.

________________________

* Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης / ΠΑΣΟΚ: Πλεύση σε θολά νερά

Ένα χρόνο και κάτι μήνες μετά την εκλογή του κ. Ανδρουλάκη στην αρχηγία του ΠΑΣΟΚ, όλο και περισσότεροι ψηφοφόροι του αναρωτιούνται πού οδηγείται πραγματικά το κόμμα του Ανδρέα Παπανδρέου.

 

Γιάννης Ανδρουλιδάκης*

Ένα χρόνο και κάτι μήνες μετά την εκλογή του κ. Ανδρουλάκη στην αρχηγία του ΠΑΣΟΚ, το άλλοτε κραταιό κίνημα βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Ο κόσμος που τον στήριξε και τον εξέλεξε με ποσοστό περίπου 68% απογοητεύεται από τις παλινωδίες, την πολιτική θολούρα και τα «ήξεις-αφήξεις» του κ. Ανδρουλάκη. Όλο και περισσότεροι ψηφοφόροι του αναρωτιούνται πού οδηγείται πραγματικά το κόμμα του Ανδρέα Παπανδρέου.

Είναι γεγονός ότι μετά την αποχώρηση του φυσικού του ηγέτη και την ανάληψη της αρχηγίας από τον κ. Σημίτη το ΠΑΣΟΚ υπέστη συστηματικά μεταλλάξεις και κατέληξε να γίνει κυβερνητική ουρά της Ν.Δ. Μετά τις τελευταίες εσωκομματικές εκλογές, οι υποστηρικτές του κινήματος αναθάρρησαν και πίστεψαν ότι ο κ. Ανδρουλάκης, ένας νέος άνθρωπος, είναι ικανός να το επαναφέρει στην ιστορική του κοίτη, ότι θα φέρει φρέσκο αέρα στην πολιτική σκηνή, ότι το κόμμα θα ξαναβρεί την επαφή με την κοινωνία, ότι θα θέσει ξεκάθαρες διαχωριστικές γραμμές από την πολιτική της Ν.Δ. και θα υιοθετήσει ένα σύγχρονο προοδευτικό  λόγο. Γρήγορα διαψεύστηκαν.

Ο κ. Ανδρουλάκης, σαν έτοιμος από καιρό, ενδιαφέρθηκε σε πρώτη φάση να ελέγξει το κόμμα με ανθρώπους της απόλυτης εμπιστοσύνης του και να στήσει τον δικό του μηχανισμό. Φοβάται άραγε και τη σκιά του ή νομίζει ότι έτσι θα μπορέσει να μακροημερεύσει ως πρόεδρος; Σε επόμενο στάδιο επιχείρησε να καταθέσει τη δική του πολιτική πρόταση διακυβέρνησης. Η σοσιαλδημοκρατική λύση στην οποία αναφέρεται είναι τόσο θολή που ούτε ο ίδιος ούτε τα παπαγαλάκια του, που την αναμασούν και την αναπαράγουν στα ΜΜΕ, μπορούν να δώσουν τα βασικά χαρακτηριστικά της. Στο πλαίσιο αυτό μάλιστα κάποια στιγμή αυτοπροτάθηκε ως υποψήφιος πρωθυπουργός!  Πολιτική σύγχυση ή μεγαλομανία;

Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ είχε όλο τον χρόνο στη διάθεσή του να απαντήσει σε ένα βασικό ερώτημα που απασχολεί τους ψηφοφόρους: τι θα κάνει μετεκλογικά. Μα δεν το έπραξε. Υποτίθεται ότι άνοιξε διμέτωπο αγώνα, εναντίον της Ν.Δ. και κατά του ΣΥΡΙΖΑ, για να προβάλλει τη δική του σοσιαλδημοκρατική εκδοχή. Σε κάθε δήλωσή του εναντίον του κ. Μητσοτάκη έμπαινε, χωρούσε δεν χωρούσε μέσα, και ο κ. Τσίπρας. Θεωρούσε, μάλλον, ότι εξισώνοντας τα δύο κόμματα θα είχε σημαντικά εκλογικά οφέλη και θα κατάφερνε στο προσεχές μέλλον να πάρει ο ίδιος τη θέση του κ. Τσίπρα στην κεντροαριστερά και το ΠΑΣΟΚ εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ.  Φάνηκε προσωρινά ότι λόγω των υποκλοπών η προοπτική συνεργασίας με τη Ν.Δ. κάηκε, αλλά ξανάρθε στην επιφάνεια με αφορμή την κόντρα που ξέσπασε ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Έτσι, με μεσολαβητές οικονομικούς παράγοντες, πολιτικούς και δημοσιογράφους ετοιμάζεται το προξενιό ανάμεσα στα δύο κόμματα, τη Ν.Δ. δηλαδή και το ΠΑΣΟΚ. Σενάριο που δεν διαψεύδει ο κ. Ανδρουλάκης.

Βεβαίως όλα αυτά δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Για όσους παρακολουθούν προσεκτικά τις εξελίξεις, στην πραγματικότητα η προοπτική συνεργασίας με τον κ. Μητσοτάκη δεν είχε αποκλειστεί ποτέ. Και μόνο το γεγονός ότι, ενώ βρισκόταν στην κορύφωσή του το σκάνδαλο των υποκλοπών, ο ίδιος ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, θύμα παρακολουθήσεων, κράτησε χαμηλούς τόνους, είναι δηλωτικό των προθέσεών του. Ετοιμάζεται, λοιπόν, να συνεργαστεί με τη Ν.Δ. και να ξαναγίνει το ΠΑΣΟΚ τσιράκι και κυβερνητικός ακόλουθός της; Φαίνεται ότι ο μεγάλος αντίπαλος του κ. Ανδρουλάκη δεν είναι ο πρωθυπουργός και η πολιτική της Ν.Δ. Πρωτίστως, μάλλον, τον ενδιαφέρει η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ, η αποχώρηση του κ. Τσίπρα από την ηγεσία του και η πιθανή διάσπαση του χώρου αυτού, γιατί μόνον με αυτή την εξέλιξη νομίζει ότι θα επιβιώσει πολιτικά. Έτσι, μοιάζει έτοιμος να συμμαχήσει με τον ωτακουστή του, ικανοποιώντας παράλληλα και μια ομάδα στελεχών του που επιδιώκουν τη συνεργασία με τη Ν.Δ. Το ερώτημα είναι τι θα κάνει η άλλη πλευρά, το λεγόμενο «αντιδεξιό μπλοκ» σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Θα προτιμήσει τις κυβερνητικές καρέκλες ή θα αντιδράσει;

Όπως και να έχουν τα πράγματα, οι πολίτες λίγο καιρό πριν από τις εκλογές κρίνουν ήδη τις επιλογές και τη στάση των κομμάτων σε όλα τα ζητήματα και αναμένεται την ώρα της κάλπης να βάλουν στην ζυγαριά πολιτικές για τη στήριξη των πολλών και καλάθια της απάτης. Ξεκάθαρες κουβέντες και απαντήσεις του τύπου «ναι μεν, αλλά». Πρόσωπα και προσωπεία. Πραγματικούς ηγέτες και καρικατούρες                                                                                                                                    πηγή: 2020mag.gr     

(*) Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: «Μετά την πρόταση δυσπιστίας τι; »


Η κυβέρνηση βγήκε απομονωμένη και λαβωμένη από την τριήμερη συζήτηση στη Βουλή. Στην απορία, εντούτοις, πολλών γιατί δεν χάνει την εξουσία και εξακολουθεί να εμφανίζεται ως πρώτο κόμμα στις δημοσκοπήσεις (αν πρέπει να τις πιστέψουμε), η απάντηση δεν είναι απλή.

http://
 
 
Η κυβέρνηση της ΝΔ πήρε για μια ακόμη φορά, όπως ήταν άλλωστε αναμενόμενο, ψήφο εμπιστοσύνης. Αυτό σε καμιά περίπτωση δεν σημαίνει ότι η επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ να καταθέσει πρόταση δυσπιστίας ήταν λαθεμένη ή ότι αποτελούσε ένα άλλο πυροτέχνημα, όπως ισχυρίζονται κάποιοι. Αντιθέτως, δόθηκε η ευκαιρία στα κόμματα της αντιπολίτευσης να φωτίσουν ακόμη περισσότερο το σκάνδαλο των υποκλοπών, να αποδείξουν τις αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις του Μεγάρου Μαξίμου, να στείλουν μήνυμα υπεράσπισης της Δημοκρατίας και των ατομικών ελευθεριών και να υψώσουν τείχος προστασίας στον κ. Ράμμο. Ο κ. Τσίπρας, από τη στιγμή που είχε στα χέρια του επίσημα από την ΑΔΑΕ τα ονόματα έξι επωνύμων, οι οποίοι παρακολουθούνταν, δεν είχε άλλη επιλογή.

Το διάστημα που προηγήθηκε, το πρωθυπουργικό γραφείο και το σύστημα που στηρίζει την κυβέρνηση χρησιμοποίησε πρωτοφανείς μεθοδεύσεις, οι οποίες δεν πέρασαν, για να μη βγουν ονόματα και να θαφτεί το σκάνδαλο. Παράλληλα, στον πρόεδρο της ΑΔΑΕ, ο οποίος με γενναιότητα υπερασπίζεται τους νόμους και το Σύνταγμα, εξαπέλυσαν με σφοδρότητα επιθέσεις, οι οποίες, επίσης, έπεσαν στο κενό. Έτσι ο κ. Μητσοτάκης βρέθηκε στη Βουλή, όπου έζησε δύσκολες ώρες, ίσως τις δυσκολότερες της θητείας του. Εκεί, όχι μόνο δεν απάντησε σε κανένα από τα κρίσιμα ερωτήματα που ετέθησαν, αλλά προσπάθησε ανεπιτυχώς να μεταφέρει τη συζήτηση αλλού. Έτσι, ακούσαμε για τον κ. Παππά, τον προστατευόμενο μάρτυρα κ. Μάξιμο Σαράφη, για τη μικρή Μαρία του Έβρου κ.λπ. Ούτε μια λέξη, όμως, γιατί παρακολουθούνταν ο κ. Ανδρουλάκης, ο κ. Χατζηδάκης, ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ, στελέχη των ενόπλων δυνάμεων, δημοσιογράφοι και άλλοι. Ούτε μια κουβέντα αν ήταν ύποπτοι για χρηματισμό ή επικίνδυνοι για την εθνική ασφάλεια της χώρας.

Θλιβερή και η εικόνα των βουλευτών της πλειοψηφίας. Ασφαλώς δεν περίμενε κανείς, και μάλιστα σε προεκλογική περίοδο, να καταψηφίσουν την κυβέρνηση. Φάνηκε ότι το κόμμα της ΝΔ δεν διαθέτει μηχανισμούς αυτοκάθαρσης, όπως συμβαίνει σε συγγενικά της κόμματα στην Ευρώπη. Δεν ήταν, ωστόσο, αναμενόμενο να υιοθετήσουν με τόση θέρμη τις πρωθυπουργικές ασυναρτησίες και τα επιχειρήματα καφενείου του κ. Μητσοτάκη και να αποθεώνουν τον πανικό και την ενοχή του, που ήταν ολοφάνερη στα λεγόμενα και στη γλώσσα του σώματός του. Στην κοινοβουλευτική ομάδα στης ΝΔ υπάρχουν πολλοί σοβαροί και αξιοπρεπείς άνθρωποι, αλλά, δυστυχώς, χρεώθηκαν και αυτοί το σκάνδαλο των υποκλοπών και στο μέλλον δεν θα μπορούν να πουν ότι δεν άκουσαν και δεν ήξεραν.

Η κυβέρνηση, λοιπόν, βγήκε απομονωμένη και λαβωμένη από την τριήμερη συζήτηση στη Βουλή. Στην απορία, εντούτοις, πολλών γιατί δεν χάνει την εξουσία και εξακολουθεί να εμφανίζεται ως πρώτο κόμμα στις δημοσκοπήσεις (αν πρέπει να τις πιστέψουμε), η απάντηση δεν είναι απλή. Είναι δύσκολο να ξεριζώσεις ένα σύστημα, το οποίο μεθοδικά έχτισε το πρωθυπουργικό επιτελείο και το οποίο διαπλέκεται με οικονομικά συμφέροντα, χρησιμοποιεί την Υπηρεσία Πληροφοριών για παράνομες δραστηριότητες, απαξιώνει τη Βουλή και ελέγχει τα ΜΜΕ και τη Δικαιοσύνη. Στο ερώτημα γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ και γενικότερα η αριστερή αντιπολίτευση δεν φαίνεται να εισπράττουν, στο βαθμό που θα αναμενόταν, την όποια φθορά της ΝΔ, οι εκτιμήσεις είναι πολλές. Η σιωπή της κοινωνίας είναι δυσερμήνευτη. Βολεύεται με τα ψίχουλα της προεκλογικής επιδοματικής πολιτικής, που ακολουθεί η κυβέρνηση, ή δεν υπάρχει η πολιτική δύναμη που θα εκφράσει όλη αυτή τη δυσαρέσκεια; Φταίει, μήπως, ότι οι συλλογικές εκφράσεις τις κοινωνίας (συνδικάτα, ομοσπονδίες, σύλλογοι κ.λπ.) είναι απαξιωμένες και, επομένως, δεν μπορούν να παίξουν καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις;

Όπως και να έχει, ένα είναι βέβαιο. Η λογική της ανάθεσης, η οποία στηρίζεται στη φράση «ψηφίστε μας και θα σας λύσουμε τα προβλήματα σας», δεν βοηθά στην αλλαγή της πολιτικής κατάστασης και στην επίλυση των σύνθετων ζητημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα. Ούτε η εκτίμηση ότι οι ψηφοφόροι θα εκφραστούν σιωπηλά στην κάλπη. Έχει αποδειχθεί πολλές φορές ότι οι λύσεις για το συμφέρον των πολλών δεν έρχονται χωρίς τη συμμετοχή των πολιτών, με την αρχαιοελληνική σημασία της έννοιας. Ότι ο τροχός της Ιστορίας δεν γυρνά δίχως την κινητοποίηση του λαϊκού παράγοντα, ο οποίος για την ώρα κάθεται σιωπηλός στον καναπέ του. Κάνει δηλαδή ό,τι χρειάζεται για να τρίβει από ικανοποίηση τα χέρια του ο κ. Μητσοτάκης.
πηγή: 2020mag.gr
___________________________________________

Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης / Αξιολόγηση εκπαιδευτικών: Προπαγάνδα και πραγματικότητα

Για μια ακόμη φορά το θέμα της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών βρίσκεται στο προσκήνιο, όχι ως ένα σοβαρό ζήτημα που πρέπει να συζητηθεί με νηφαλιότητα και δημοκρατικό τρόπο, αλλά ως ένα τεράστιο πρόβλημα

Οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν ανάγκη από τις αξιολογήσεις που επιβάλλονται από διάφορους ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς, οι οποίοι αγνοούν την ελληνική σχολική πραγματικότητα. Με απειλές, προσπάθειες εκφοβισμού και πολεμικές ιαχές δε θα αλλάξει απολύτως τίποτα προς το καλύτερο.

 

 

Για μια ακόμη φορά το θέμα της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών βρίσκεται στο προσκήνιο, όχι ως ένα σοβαρό ζήτημα που πρέπει να συζητηθεί με νηφαλιότητα και δημοκρατικό τρόπο, αλλά ως ένα τεράστιο πρόβλημα, το οποίο, επειδή δεν έχει επιλυθεί, συσσώρευσε τα μύρια όσα προβλήματα στον χώρο της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Υπεύθυνοι, βεβαίως, για όλη αυτήν την κατάσταση θεωρούνται πάλι οι εκπαιδευτικοί. Έτσι, κάποιοι νομίζουν ότι η εφαρμογή της αξιολόγησης θα δώσει άλλο ένα ράπισμα στους «κακομαθημένους» εκπαιδευτικούς, θα αποτελέσει έναν ακόμη θρίαμβο για τη σημερινή υπουργό Παιδείας και θα θεραπεύσει ούτε λίγο ούτε πολύ όλα τα μεγάλα προβλήματα του δημόσιου σχολείου.

Γράφουν, λοιπόν, ειδικοί και μη, αδαείς και γνώστες, αναλύσεις επί αναλύσεων για την αξιολόγηση. Πολλοί από αυτούς, άλλοι σκόπιμα και άλλοι από άγνοια, δεν κάνουν καμιά αναφορά στη σχολική πραγματικότητα. Αφήνω κατά μέρος τις τεχνικές πλευρές της κατά Κεραμέως αξιολόγησης, την απίστευτη γραφειοκρατία που την ακολουθεί, τον τεράστιο όγκο άχαρης δουλειάς που προστίθεται στις πλάτες των εκπαιδευτικών, και έρχομαι σε βασικά και ουσιαστικά ερωτήματα. Υπάρχουν, άραγε, αντικειμενικά κριτήρια για να αξιολογηθεί ο εκπαιδευτικός της τάξης; Πώς, για παράδειγμα, θα κριθεί το παιδαγωγικό κλίμα που υπάρχει στη σχολική αίθουσα; Με ποια μετρήσιμα μόρια; Με ποια η επάρκεια και η ικανότητά του να διδάσκει, όταν ένα από τα χαρακτηριστικά του σημερινού σχολείου είναι η ανομοιογένεια των μαθητών; Με ποιο τρόπο θα αξιολογηθούν οι παιδαγωγικές μέθοδοι με τις οποίες χειρίζεται τα σύνθετα κοινωνικά προβλήματα, τα οποία βρίσκουν αντανάκλαση στον σχολικό χώρο; Πώς θα αξιολογηθούν άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν επιμορφωθεί ουσιαστικά τα τελευταία τριάντα χρόνια ούτε μία φορά, με ευθύνη του αρμόδιου υπουργείου; Εκτός κι αν θεωρούμε ότι και γι’ αυτό φταίνε οι εκπαιδευτικοί, επειδή δε φρόντισαν να έχουν οικονομικά αποθέματα για να πληρώνουν σεμινάρια, μεταπτυχιακά κ.ά.

Να θυμίσουμε, λοιπόν, εδώ το αυτονόητο, αυτό που κάποιοι «ξεχνάνε», ότι δηλαδή οι δάσκαλοι και οι καθηγητές, εκτός από το διδακτικό τους ωράριο, πέρα από τις άλλες υπηρεσίες που προσφέρουν στον εργασιακό τους χώρο, έχουν φόρτο εργασίας και στο σπίτι και μάλιστα ορισμένες ειδικότητες πολλή δουλειά. Ακόμη κι αν υπήρχαν τα χρήματα για επιμορφώσεις, πού να βρεθεί ο χρόνος; Τέλος, επειδή ζούμε στην Ελλάδα, ποιες δικλίδες ασφαλείας θα αποτρέψουν πολιτικές παρεμβάσεις υπέρ συγκεκριμένων αξιολογούμενων;

Αυτοί που πανηγυρίζουν με χαιρεκακία για το ξεκίνημα της ατομικής αξιολόγησης, αυτοί που θεωρούν τους εκπαιδευτικούς ανεπαρκείς και ετοιμάζονται να τους ρίξουν στην πυρά, οι αυλοκόλακες και οι προπαγανδιστές, προσφέρουν τις χειρότερες υπηρεσίες στην εκπαίδευση. Η συγκεκριμένη αξιολόγηση, όχι μόνο δε θα λύσει προβλήματα, αλλά θα συσσωρεύσει νέα. Οι εκπαιδευτικοί δεν είναι μηχανές, για να κριθούν ανάλογα με τα κομμάτια που παράγουν ανά ώρα. Συχνά η προσφορά τους και η θετική επίδραση που έχουν στη διαμόρφωση της προσωπικότητας του μαθητή φαίνεται μετά από χρόνια. Ούτε είναι φοβισμένα παιδάκια που χρειάζονται μπαμπούλα για να αποδώσουν. Στη συντριπτική πλειονότητά τους προσφέρουν αθόρυβα πολύ περισσότερα από όσα γνωρίζουν οι τεχνοκράτες των γραφείων που σχεδιάζουν αξιολογήσεις και οι αξιολογητές που θα τους κρίνουν με φορμαλιστικό και μηχανιστικό τρόπο.

Οι εκπαιδευτικοί δεν έχουν ανάγκη από τις αξιολογήσεις που επιβάλλονται από διάφορους ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς, οι οποίοι αγνοούν την ελληνική σχολική πραγματικότητα. Με απειλές, προσπάθειες εκφοβισμού και πολεμικές ιαχές δε θα αλλάξει απολύτως τίποτα προς το καλύτερο. Αντιθέτως, οι δάσκαλοι και οι καθηγητές χρειάζονται επιμόρφωση και συμβουλευτική καθοδήγηση για να γίνουν καλύτεροι, κλίμα ελευθερίας, διαλόγου, εμπιστοσύνης και δημοκρατίας, για να μπορέσουν να αναπνεύσουν και να δημιουργήσουν. Στο πλαίσιο αυτό η Ο.Λ.Μ.Ε. θα πρέπει να είναι έτοιμη να προτείνει και να συζητήσει μια μορφή αξιολόγησης στηριγμένη κατά το δυνατόν σε αντικειμενικά κριτήρια. Μια αξιολόγηση στην οποία θα έχει ρόλο και ο Σύλλογος Διδασκόντων και ο Διευθυντής. Μια διαδικασία, η οποία θα βοηθούσε τους εκπαιδευτικούς να βελτιωθούν και να εξελιχθούν επαγγελματικά και θα συνέβαλλε, μαζί με άλλες αλλαγές που είναι απαραίτητες, στην πραγματική αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης. 

(*) Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: «Απλή αναλογική και συνεργασίες»

Η απλή αναλογική ψηφίστηκε σε μια περίοδο που ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α ήταν παντοδύναμος και άρα δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι ήθελε να εμποδίσει την εκλογή του κ. Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία. Την πίστευε και την έκανε νόμο του κράτους. Εξακολουθεί, όμως, ακόμη και σήμερα να την στηρίζει;


 

Γιάννης Ανδρουλιδάκης*

Η απλή αναλογική είναι το δικαιότερο και δημοκρατικότερο σύστημα και θα είναι κρίμα να πεταχτεί οριστικά στα σκουπίδια από την πρώτη κιόλας απόπειρα εφαρμογή της.

Όπως είναι γνωστό, οι εκλογές της 21ης Μαΐου θα γίνουν με το σύστημα της απλής αναλογικής, η οποία ψηφίστηκε το 2016 από την κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ., την Ένωση Κεντρώων και άλλους βουλευτές. Έτσι, ένα αίτημα δεκαετιών, κυρίως της αριστεράς, έγινε πραγματικότητα. Η απλή αναλογική, όμως, σημαίνει συνεργασίες. Υπάρχουν οι προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο; Είναι τα πολιτικά κόμματα που την αποδέχονται έτοιμα να κάνουν την υπέρβαση; Ήρθε η ώρα να δούμε αριστερές δικομματικές ή τρικομματικές κυβερνήσεις και στη χώρα μας;

Οι υποστηρικτές της απλής αναλογικής στην ευρύτερη αριστερά και τον λεγόμενο προοδευτικό χώρο, ενώ συμφωνούν ότι είναι το δικαιότερο εκλογικό σύστημα, διαφωνούν, ωστόσο, στο πιο κρίσιμο και σημαντικό θέμα, σε αυτό δηλαδή των συνεργασιών. Υπάρχουν κόμματα που αντιλαμβάνονται ότι εξ ορισμού η απλή αναλογική οδηγεί σε συναινέσεις, σε ουσιαστικό πολιτικό διάλογο και σε προγραμματικές συγκλίσεις και κάποια που απορρίπτουν εξ αρχής μια τέτοια προοπτική, θεωρώντας ότι απουσιάζει η πολιτική βάση για προγραμματική σύγκλιση. Και όμως, η απλή αναλογική από την ίδια τη φύση της έχει δύο θεμελιώδη χαρακτηριστικά: αποτυπώνει πιστά τη λαϊκή βούληση στην κάλπη και συνήθως οδηγεί σε πολυκομματικές και όχι σε μονοκομματικές κυβερνήσεις. Είναι παράδοξο, λοιπόν, να παίρνεις από αυτήν ό,τι σε συμφέρει. Είναι πολιτική ανωριμότητα και εκ του πονηρού στάση να κατηγορείς τα προηγούμενα εκλογικά συστήματα ότι νοθεύουν την ψήφο των πολιτών και, όταν έρχεται η δίκαιη εκλογική αποτύπωση της απλής αναλογικής, να αρνείσαι τις συνεργασίες, στο όνομα μιας πολιτικής καθαρότητας, δικαιώνοντας έτσι όσους μιλούν για ένα εκλογικό σύστημα που δημιουργεί αδιέξοδα.

Οι πολέμιοι της απλής αναλογικής, ανάμεσά τους και η κυβέρνηση της Ν.Δ., υποστηρίζουν ακριβώς αυτό, ότι δηλαδή οδηγεί σε ακυβερνησία. Μάλιστα συχνά- πυκνά μιλούσαν για πολιτική τερατογένεση, όταν αναφέρονταν στο ενδεχόμενο να είναι ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. δεύτερο κόμμα και να σχηματίσει κυβέρνηση. Αλήθεια, όλα τα προηγούμενα εκλογικά συστήματα, που πριμοδοτούσαν με μπόνους εδρών το πρώτο κόμμα, τι ήταν και πώς πρέπει να τα ονομάσουμε; Αντιπροσωπευτικά και δημοκρατικά; Δεν έκλεβαν τις ψήφους των πολιτών; Δε δημιούργησαν μονοκομματικές κυβερνήσεις, οι πολιτικές των οποίων χαρακτηρίστηκαν από αλαζονεία, σκάνδαλα, διαπλοκή, υποβάθμιση του κοινωνικού κράτους, ρουσφέτια, κ.α., που οδήγησαν τη χώρα στην οικονομική κρίση και στα μνημόνια, οι επιπτώσεις των οποίων εξακολουθούν να ταλαιπωρούν ακόμη τον ελληνικό λαό;

Η απλή αναλογική ψηφίστηκε σε μια περίοδο που ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α ήταν παντοδύναμος και άρα δεν μπορεί να κατηγορηθεί ότι ήθελε να εμποδίσει την εκλογή του κ. Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία. Την πίστευε και την έκανε νόμο του κράτους. Εξακολουθεί, όμως, ακόμη και σήμερα να την στηρίζει; Η δήλωση που έκανε ο κ. Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη, όταν επισκέφθηκε τη Δ.Ε.Θ., δημιούργησε πολλά ερωτηματικά. Είπε ότι, αν δεν είναι πρώτο κόμμα, δε θα σχηματίσει κυβέρνηση των ηττημένων, παρά το γεγονός ότι θεωρητικά θα μπορούσε, και θα πάει σε δεύτερες εκλογές. Προχθές από την Καλαμάτα, απ’ όπου άνοιξε επίσημα την προεκλογική περίοδο, το επανέλαβε με άλλα λόγια, τονίζοντας με έμφαση ότι προϋπόθεση για την προοδευτική διακυβέρνηση αποτελεί η πρωτιά του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στις εκλογές. Σημαίνουν, άραγε, όλα αυτά ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης καίει την απλή αναλογική που ψήφισε και προσχωρεί στην ενισχυμένη του κ. Μητσοτάκη; Απάντηση, βεβαίως, δεν αναμένεται παραμονές των εκλογών. Θα φανεί, ωστόσο, στην πράξη τους επόμενους μήνες.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ισχυρίζομαι ότι η απλή αναλογική είναι το δικαιότερο και δημοκρατικότερο σύστημα και θα είναι κρίμα να πεταχτεί οριστικά στα σκουπίδια από την πρώτη κιόλας απόπειρα εφαρμογή της. Στη χώρα μας θα έπρεπε να υπάρχει παράλληλα με την απλή αναλογική και συνταγματική πρόβλεψη, όχι ολίγων ημερών όπως γίνεται, αλλά μηνών, για να διαβουλευτούν τα κόμματα και να καταλήξουν σε προγραμματική συμφωνία που θα οδηγήσει σε σταθερές κυβερνήσεις συνεργασίας, όπως συμβαίνει στη Γερμανία, για παράδειγμα. Στην Ευρώπη, σε πολλές χώρες, υπάρχουν τέτοιες κυβερνήσεις, οι οποίες μακροημερεύουν. Στη χώρα μας γιατί όχι; Μα γιατί δεν υπάρχει κουλτούρα συνεργασίας, θα απαντήσουν κάποιοι. Εκείνοι που δε θέλουν συγκλίσεις και συναινέσεις, για να κυβερνούν ανεξέλεγκτα, χωρίς ουσιαστικά να λογοδοτούν παρά μόνο στον εαυτό τους.

πηγή: ieidiseis.gr

___________________________________________

* Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης: «ΣΥΡΙΖΑ - Η ήττα και ο κίνδυνος»

Ο ΣΥΡΙΖΑ. ηττήθηκε βαριά. Δεν μπόρεσε να ξεμπροστιάσει μια κυβέρνηση βουτηγμένη στα σκάνδαλα. Οι όποιες εξελίξεις στο εσωτερικό του αναβάλλονται για μετά τις δεύτερες εκλογές, στις οποίες στόχος του πια δεν είναι η πρωτιά, αλλά η διατήρησή του στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Δεν ανανεώθηκε, δεν έκανε αυτοκριτική σε βάθος, ούτε και διόρθωσε παθογένειες ετών. Θα το κάνει άραγε τώρα;




Γιάννης Ανδρουλιδάκης*

Ο μεγάλος χαμένος των εκλογών της 21ης Μαΐου αναμφίβολα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Την εξέλιξη αυτή δεν την περίμενε κανείς. Υπέστη μια ιστορικής σημασίας ήττα, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού. Το κακό είναι διπλό: έχασε από τη Ν.Δ. με διαφορά 20% και είδε τις δυνάμεις του να συρρικνώνονται τόσο, ώστε να απειλείται στη δεύτερη θέση από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Υπέστη ευρεία εκλογική καθίζηση και γι’ αυτό δεν έφταιγε μόνο το κυβερνητικό του παρελθόν και τα όσα έγιναν μετά το δημοψήφισμα του 2015. Ηττήθηκε για πολλούς λόγους.

Πρώτα-πρώτα, όλα αυτά τα χρόνια δεν είχε παρά ελάχιστη αναφορά στις συλλογικές εκφράσεις των πολιτών. Η επιρροή του στην τοπική αυτοδιοίκηση, στα συνδικάτα, στους φοιτητικούς συλλόγους και γενικότερα στα κινήματα ήταν αναιμική. Η παρουσία του στις διεκδικήσεις της αγωνιζόμενης κοινωνίας ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Μετά τη διάσπαση του 2015, όταν αποχώρησε το πιο μαχητικό του κομμάτι, επικράτησε η λογική της ανάθεσης: ψηφίστε μας και εξουσιοδοτήστε μας, για να σας λύσουμε τα προβλήματα. Αυτό κατέστησε τον ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ένα κόμμα άνευρο. Δεν μπορούσε να οσμιστεί τις σύγχρονες ανάγκες και να διατυπώσει αιτήματα. Έχασε τη φρεσκάδα του και μετατράπηκε σε ένα κόμμα μηρυκαστικών αναλύσεων.

Ύστερα, η κεντρική προεκλογική του γραμμή και η πρόταση διακυβέρνησης που διατύπωσε δημιούργησαν ένα θολό τοπίο. Ψήφισε την απλή αναλογική και εγκλωβίστηκε σε αυτήν, χωρίς να μπορέσει να τη στηρίξει. Τη μια θεωρούσε σύμμαχο το Κ.Κ.Ε. και το ΜΕΡΑ 25, την άλλη το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και την τρίτη δεν απέκλειε κυβέρνηση ειδικού σκοπού. Τα παραπάνω κόμματα, όμως, απέρριπταν τις προτάσεις συνεργασίας, παρόλο που κάποια από αυτά ζητούσαν την καθιέρωση της απλής αναλογικής. Έδωσε, έτσι, το πάτημα στη Ν.Δ. να θέσει το δίλημμα «σταθερότητα ή ακυβερνησία» απευθυνόμενη σε ψηφοφόρους με έντονες τις μνήμες από την εποχή των μνημονίων και των capitals control. Σε αυτή τη σύγχυση συνέβαλαν και οι αχρείαστες δηλώσεις του κ. Βαρουφάκη, του εν δυνάμει κυβερνητικού εταίρου του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., για το σχέδιο «ΔΗΜΗΤΡΑ», τις οποίες δεν άφησε ανεκμετάλλευτες ο προπαγανδιστικός μηχανισμός της Ν.Δ.

Επιπλέον, δεν μπόρεσε να επιβάλλει την προεκλογική ατζέντα. Το κεντρικό του σύνθημα «Δικαιοσύνη παντού» δε βρήκε ανταπόκριση. Θέματα όπως οι υποκλοπές και τα Τέμπη, τα οποία δικαιολογημένα ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κράτησε ψηλά, δυστυχώς, δεν άγγιξαν τους ψηφοφόρους. Δε συζητήθηκαν σχεδόν καθόλου η αμυντική πολιτική, τα εθνικά θέματα και οι τουρκικές απειλές. Δεν κατάφερε, επίσης, να υπερασπιστεί τη συμφωνία των Πρεσπών και να προβάλλει τη δική του εναλλακτική πρόταση στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Τέλος, δεν έπεισε ότι το οικονομικό του πρόγραμμα είναι καλύτερο και άφησε τη Ν.Δ., με τα ψίχουλα των κάθε λογής pass και του κάθε είδους «καλαθιού», να καλύψει την αποτυχία της στην οικονομία και να κερδίσει ψήφους από τα φτωχά στρώματα της κοινωνίας.

Στοίχισαν στον ΣΥ.ΡΙΖ.Α., σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, ο ξεπερασμένος πολιτικός λόγος των στελεχών του, οι ρεβανσιστικές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι αρνητικές παρουσίες υποψηφίων στα Μ.Μ.Ε, τα οποία, υπηρετώντας στην πλειοψηφία τους την κυβερνητική προπαγάνδα, δεν άφηναν να πέσει τίποτε κάτω. Δε θα πρέπει να αγνοηθεί η αρνητική εικόνα που δημιουργήθηκε από τις αήθεις επιθέσεις προς τις εταιρείες δημοσκοπήσεων από στελέχη και μέλη του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., ούτε η πολύ μεγάλη ζημιά που έγινε στο παρά πέντε από τις δηλώσεις του κ. Κατρούγκαλου.

Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ηττήθηκε βαριά. Δεν μπόρεσε να ξεμπροστιάσει μια κυβέρνηση βουτηγμένη στα σκάνδαλα. Οι όποιες εξελίξεις στο εσωτερικό του αναβάλλονται για μετά τις δεύτερες εκλογές, στις οποίες στόχος του πια δεν είναι η πρωτιά, αλλά η διατήρησή του στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Επειδή, ωστόσο, η ψήφος θα είναι πιο χαλαρή, αναμένεται να συμπιεστεί τόσο από το ΠΑ.ΣΟ.Κ., όσο και από αριστερά, με υπαρκτό τον κίνδυνο να χάσει και άλλες δυνάμεις. Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είναι φανερό ότι νοσεί πολιτικά. Το 2019, μετά την ήττα του, δεν άλλαξε, παρά την καχεκτική διεύρυνση που έκανε προς το κέντρο και προς τα αριστερά. Δεν ανανεώθηκε, δεν έκανε αυτοκριτική σε βάθος, ούτε και διόρθωσε παθογένειες ετών. Θα το κάνει άραγε τώρα;
πηγή:eidiseis.gr
__________________________________________

* Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας, αρθρογραφεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης. ενημέρωσης.