Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τις πρώτες επιστολές για τους δασμούς στέλνει σήμερα ο Ντόναλντ Τραμπ

    Οι αμερικανικοί δασμοί θα τεθούν σε ισχύ την 1η Αυγούστου εάν οι εμπορικοί εταίροι από την Ταϊβάν έως την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν συνάψουν συμφωνίες με την Ουάσινγκτον, δήλωσε χθες ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ ​​Μπέσεντ...


Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανήγγειλε αργά το βράδυ της Κυριακής (τοπική ώρα) μέσω Truth Social ότι οι πρώτες ενημερωτικές επιστολές του για τους «ανταποδοτικούς», τιμωρητικούς δασμούς που εννοεί να επιβάλει σε άλλες χώρες θα αρχίσουν να επιδίδονται στις κυβερνήσεις τους από τις 12:00 σήμερα (ώρα ανατολικής ακτής· 19:00 ώρα Ελλάδας).

Αμέσως μετά, απείλησε όσες χώρες ευθυγραμμίζονται με «τις αντιαμερικανικές πολιτικές» της συμμαχίας BRICS θα υποστούν «επιπρόσθετο δασμό 10%», πληκτρολογώντας τη λέξη «επιπρόσθετο» με κεφαλαία, όπως συνηθίζει για έμφαση.

«Δεν θα υπάρξουν εξαιρέσεις σε αυτή την πολιτική», συμπλήρωσε.

Δεν ξεκαθάρισε τι εννοούσε με τον όρο «αντιαμερικανικές πολιτικές».

Η συμμαχία αυτή, στην οποία αρχικά συμμετείχαν η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία και η Κίνα όταν συστήθηκε το 2009, πρόσθεσε κατόπιν τη Νότια Αφρική και πέρυσι την Αίγυπτο, την Αιθιοπία, την Ινδονησία, το Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Ινδονησία.

Νωρίτερα χθες, η συμμαχία αυτή αναπτυσσόμενων χωρών, η οποίοα διεξήγαγε σύνοδο κορυφής στη Βραζιλία, εξέφρασε τη «σοβαρή ανησυχία» της για την επιβολή «μονομερών» δασμών από τις ΗΠΑ, χωρίς να τις κατονομάσουν, τονίζοντας πως τα μέτρα αυτής της φύσης «πλήττουν τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης».

Handelsblat: «Η ανάπτυξη στην Ελλάδα δεν είναι βιώσιμη»

    Ρεπορτάζ της γερμανικης εφημερίδας Handelsblatt (HB) για το ελληνικό αναπτυξιακό μοντέλο που γεννά ερωτήματα βιωσιμότητας....


Mια ακτινογραφία του ελληνικού μοντέλου ανάπτυξης και των ερωτημάτων που γεννά ως προς τη βιωσιμότητά του διαβάζουμε σε ρεπορτάζ από την Αθήνα της οικονομικής εφημερίδας Handelsblatt. Η ελληνική οικονομία μετά την πανδημία έχει αναπτυχθεί με διπλάσιο ρυθμό ταχύτητας σε σχέση με τον μέσο όρο των 27 κρατών-μελών της ΕΕ, όμως το ελληνικό δημόσιο χρέος παραμένει τεράστιο, υπενθυμίζει το ρεπορτάζ.

«Η Ελλάδα χρειάζεται σημαντικά υψηλότερες επενδύσεις για τη βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας της. Η αύξηση όμως των των επενδύσεων υπολείπεται των προσδοκιών. Έτσι, σύμφωνα με τα στοιχεία του τελευταίου τριμήνου, οι επενδύσεις στην Ελλάδα υποχώρησαν κατά 3,2% σε σχέση με πέρυσι» αναφέρει το δημοσίευμα μεταξύ άλλων στοιχείων που αποτυπώνουν τη συνολική εικόνα.

«Το χάσμα με τα υπάλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ μεγαλώνει. Η Ελλάδα έχει το χαμηλότερο ποσοστό επενδύσεων στην ΕΕ. Το πρώτο τρίμηνο του 2025 κινήθηκε στο 14,8% του ΑΕΠ. Πέρυσι ήταν ακόμη στο 15,34%, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ανέρχεται στο 21,2%. Το γεγονός ότι η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται ακόμη έντονα (παρά την υποχώρηση) οφείλεται κυρίως στην αυξανόμενη τουριστική ανάπτυξη και την ιδιωτική κατανάλωση».

Σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν, στα οποία παραπέμπει το ρεπορτάζ, ο χαμηλός ρυθμός συνολικής ανάπτυξης οφείλεται σε διάφορους παράγοντες: «την πολυνομία, τις χρονοβόρες αδειοδοτικές διαδικασίες, τα υψηλό κόστος ενέργειας, τα ελλείμματα στις υποδομές, την έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού και τις δύσκολες συνθήκες χρηματοδότησης».

Ενδιαφέρον έχει επίσης το γεγονός ότι μέχρι σήμερα «σύμφωνα με αναλυτές της ελληνικής Eurobank, το επενδυτικό κενό από τα χρόνια της κρίσης εκτιμάται στα 87 δις ευρώ. Μέχρι στιγμής έχουν καλυφθει μόλις 13,2 δις ευρώ». Όπως παρατηρεί το ρεπορτάζ, αυτό ακριβώς το επενδυτικό κενό φέρνει στην επιφάνεια «χρόνιες διαρθρωτικές αδυναμίες της οικονομίας, που επηρεάζουν κυρίως μικρές επιχειρήσεις», οι οποίες αντιμετωπίζουν προβλήματα χαμηλών κεφαλαίων και ρευστότητας.

Όπως σημειώνει το ρεπορτάζ, τα τελευταία χρόνια «η ελληνική αγορά ακινήτων προσελκύει ξένους επενδυτές (...) Όμως αυτή η ανάπτυξη δεν είναι βιώσιμη» και είναι κυρίως αποτέλεσμα «του προγράμματος Golden Visa, που υπόσχεται βίζα Σένγκεν σε αγοραστές από χώρες εκτός της ΕΕ». Παρόλα αυτά, η Κομισιόν σημειώνει στην τελευταία της έκθεση ότι «το ελληνικό επιχειρηματικό περιβάλλον γίνεται 'ολοένα πιο φιλικό'» χάρη στη μεταρρύθμιση του πτωχευτικού δικαίου και την ψηφιοποίηση της διοίκησης.

Η Σαουδική Αραβία θα είναι η χώρα υποδοχής για το SPIEF-2026

    Ο Προεδρικός Σύμβουλος και Εκτελεστικός Γραμματέας της Οργανωτικής Επιτροπής του SPIEF, Άντον Κομπάκοφ, ανακοίνωσε επίσης ότι το δεύτερο Φόρουμ Υπουργών Εξωτερικών Ρωσίας-Αφρικής αναμένεται να πραγματοποιηθεί στο Κάιρο.


Η Σαουδική Αραβία θα είναι η χώρα-προσκεκλημένη στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης (SPIEF) το 2026, ανακοίνωσε ο Προεδρικός Σύμβουλος και Εκτελεστικός Γραμματέας της Οργανωτικής Επιτροπής του SPIEF, Άντον Κομπάκοφ, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που έληξε το φόρουμ.

«Η Σαουδική Αραβία θα είναι η χώρα-προσκεκλημένη στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης το 2026», δήλωσε ο Κομπάκοφ.

Ανακοίνωσε επίσης ότι το δεύτερο Φόρουμ Υπουργών Εξωτερικών Ρωσίας-Αφρικής αναμένεται να πραγματοποιηθεί στο Κάιρο. «Προετοιμαζόμαστε γι' αυτό», δήλωσε ο Κομπάκοφ.

Σχετικά με το φόρουμ

Το Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης (SPIEF) πραγματοποιείται από τις 18 έως τις 21 Ιουνίου. Φέτος, η εκδήλωση πραγματοποιείται με θέμα «Κοινές Αξίες: Τα Θεμέλια της Ανάπτυξης σε έναν Πολυπολικό Κόσμο». Θεματικές ζώνες όπως το «Επικράτειο των Καινοτομιών» και ο εθνικός χώρος επωνυμίας «Αγοράστε Ρωσικά!» θα λειτουργήσουν στο Φόρουμ.

Το πρόγραμμα περιλαμβάνει το Φόρουμ ΜΜΕ, το Φόρουμ Δημιουργικών Βιομηχανιών, το Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ Νέων «Ημέρα του Μέλλοντος», το Φόρουμ για την Ασφάλεια στα Ναρκωτικά και την πλατφόρμα συζήτησης Roscongress Urban Hub. Στο πλαίσιο του πολιτιστικού προγράμματος, θα πραγματοποιηθεί το φεστιβάλ Petersburg Seasons και οι Αθλητικοί Αγώνες SPIEF.

Το Ίδρυμα Roscongress είναι ο διοργανωτής του Διεθνούς Οικονομικού Φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης. Το TASS είναι ο συνεργάτης πληροφόρησης.
πηγή: TASS

Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ: «Η Ελλάδα είναι η δεύτερη φτωχότερη χώρα της ΕΕ» - Έκθεση 2025

    Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ την περίοδο 2019-2023 το καθαρό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά περίπου 8,3 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ η πραγματική καταναλωτική τους δαπάνη αυξήθηκε κατά 7,9 δισεκατομμύρια ευρώ.


15 χρόνια μετά την έναρξη της οικονομικής κρίσης, οι μισθοί εξακολουθούν να παραμένουν σε επίπεδα που δεν εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς συνθήκες.

Η Ελλάδα κατατάσσεται ως το δεύτερο πιο φτωχό κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το έτος 2024, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, η οποία αξιολογεί τα επίπεδα εισοδήματος σε συνάρτηση με το κόστος ζωής.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, την περίοδο 2019-2023 το καθαρό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε κατά περίπου 8,3 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ η πραγματική καταναλωτική τους δαπάνη αυξήθηκε κατά 7,9 δισεκατομμύρια ευρώ.

Ωστόσο, την ίδια χρονική περίοδο, η συνολική αύξηση των πραγματικών μισθών ήταν μόλις 130 εκατομμύρια ευρώ. Αντίθετα, το πραγματικό εισόδημα από μη μισθωτή εργασία αυξήθηκε κατά 2,6 δισ. ευρώ και από περιουσιακά στοιχεία κατά 4,5 δισ. ευρώ. Η συμβολή των μισθών στην αύξηση των πραγματικών πρωτογενών εισοδημάτων των ελληνικών νοικοκυριών ήταν η δεύτερη χαμηλότερη στην ΕΕ.

Επιπλέον, η μέση μηνιαία πραγματική κατανάλωση των νοικοκυριών με κύρια πηγή εισοδήματος τη μισθωτή εργασία παρέμεινε αμετάβλητη, ενώ για τους αυτοαπασχολούμενους μειώθηκε και για τους εργοδότες αυξήθηκε σημαντικά, φτάνοντας σχεδόν το διπλάσιο της κατανάλωσης των μισθωτών.

Η έκθεση σημειώνει επίσης πως, παρότι έχουν βελτιωθεί ορισμένοι δείκτες στην αγορά εργασίας, η Ελλάδα εξακολουθεί να έχει το δεύτερο χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης στην ΕΕ, ξεπερνώντας μόνο την Βουλγαρία, η οποία είναι πρώτη στη λίστα. Το ίδιο ισχύει και για τη διαφορά απασχόλησης μεταξύ ανδρών και γυναικών, όπου η χώρα παρουσιάζει τη δεύτερη μεγαλύτερη ανισότητα στην ΕΕ των 27. Η Ελλάδα βρίσκεται επίσης στην τρίτη θέση όσον αφορά τη διαφορά στο ποσοστό απασχόλησης μεταξύ των ηλικιών 40-64 και 15-39 ετών. Επιπλέον, το 2024, η Ελλάδα είχε το χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης πτυχιούχων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην ΕΕ, με 80,3%.

Παράλληλα, περισσότερο από 15 χρόνια μετά την έναρξη της οικονομικής κρίσης, οι μισθοί στη χώρα εξακολουθούν να παραμένουν σε επίπεδα που δεν εξασφαλίζουν αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για μεγάλο μέρος των εργαζομένων. Από το 2009 έως το 2024, ο μέσος ετήσιος πραγματικός μισθός μειώθηκε κατά 32,8%, ενώ την περίοδο 2019-2024 η μείωση ήταν 1,1%, παρά την αύξηση κατά 2,9% που σημειώθηκε την τελευταία διετία (2023-2024).

Κατά την ίδια πενταετία (2019-2024), η συνολική πραγματική παραγωγικότητα εργασίας αυξήθηκε κατά 1,2%, αλλά το μέσο πραγματικό ωρομίσθιο μειώθηκε κατά 4,7%. Από τους έντεκα κύριους τομείς της οικονομίας, η παραγωγικότητα αυξήθηκε στους οκτώ, όμως το πραγματικό ωρομίσθιο βελτιώθηκε μόνο σε δύο. Δηλαδή, η αύξηση της παραγωγικότητας δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη αύξηση των αμοιβών. Αυτό είχε ως συνέπεια την ενίσχυση του μεριδίου των κερδών και τη μείωση του μεριδίου των μισθών. Tο 2024 τα κέρδη αντιστοιχούσαν στο 50,2% του ΑΕΠ της Ελλάδας, σε αντίθεση με το 41% που ήταν ο μέσος όρος στην ΕΕ.

ΙΝΕ - ΓΣΕΕ: Έκθεση 2025 για την Ελληνική οικονομία και την απασχόληση

πηγή:rosa.gr

Οι δασμοί Τραμπ μπορούν να παραμείνουν προς το παρόν, λέει το εφετείο χορηγώντας αναστολή

     Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να συνεχίσει να εισπράττει δασμούς εισαγωγής προς το παρόν, δήλωσε εφετείο, μια ημέρα αφότου μια εμπορική απόφαση έκρινε ότι το μεγαλύτερο μέρος των παγκόσμιων δασμών του ήταν παράνομο.


Η τελευταία τροπή στο "σήριαλ" των δασμών του Τραμπ οδήγησε το Ομοσπονδιακό Εφετείο των ΗΠΑ να επαναφέρει το σχέδιο δασμών του αφότου το Δικαστήριο Διεθνούς Εμπορίου είχε αποφασίσει την Τετάρτη ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ δεν είχε την εξουσία να επιβάλει δασμούς σχεδόν σε κάθε χώρα.

Το Ομοσπονδιακό Εφετείο έκανε δεκτή την έφεση του Λευκού Οίκου κατά της προηγούμενης απόφασης - αυτής που ζητούσε να σταματήσουν τους δασμούς τους εντός 10 ημερών - λέγοντας ότι τα σχέδια δασμών θα μπορούσαν να παραμείνουν σε ισχύ όσο το δικαστήριο «εξετάζει τα έγγραφα των αιτήσεων».

Ενώ ο Τραμπ δεν έχει ακόμη σχολιάσει άμεσα - την χθεσινή απόφαση του εμπορικού δικαστηρίου ή την απόφαση του εφετείου - ένας από τους κορυφαίους συμβούλους του, ο Πίτερ Ναβάρο, πήγε στην είσοδο του Λευκού Οίκου για να πει ότι η κυβέρνηση ήταν έτοιμη να προχωρήσει στην υπόθεση «ανώτερα στην ιεραρχία» μετά το εφετείο, εάν χρειαστεί. Αυτό θα σήμαινε ότι θα ζητούσε από το Ανώτατο Δικαστήριο να αποφανθεί επί της συνταγματικότητας του δασμολογικού του σχεδίου.

Το Δικαστήριο Διεθνούς Εμπορίου των ΗΠΑ μπλόκαρε τους περισσότερους δασμούς του Τραμπ

     Το Δικαστήριο Διεθνούς Εμπορίου των ΗΠΑ μπλόκαρε τους περισσότερους δασμούς του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ με μια σαρωτική απόφαση χθες Τετάρτη, η οποία έκρινε ότι ο πρόεδρος υπερέβη την εξουσία του επιβάλλοντας οριζόντιους δασμούς στις εισαγωγές από εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ.


Το Δικαστήριο Διεθνούς Εμπορίου δήλωσε ότι το Σύνταγμα των ΗΠΑ δίνει στο Κογκρέσο αποκλειστική εξουσία να ρυθμίζει το εμπόριο με άλλες χώρες, η οποία δεν παρακάμπτεται από τις εξουσίες έκτακτης ανάγκης του προέδρου για την προστασία της οικονομίας των ΗΠΑ.

«Το δικαστήριο δεν υποτιμά τη σοφία ή την πιθανή αποτελεσματικότητα της χρήσης δασμών από τον Πρόεδρο ως μοχλό πίεσης», δήλωσε μια τριμελής επιτροπή δικαστών στην απόφαση να εκδώσει μόνιμη διαταγή για τα γενικά διατάγματα επιβολής δασμών που εξέδωσε ο Τραμπ από τον Ιανουάριο. «Αυτή η χρήση είναι απαράδεκτη όχι επειδή είναι άσοφη ή αναποτελεσματική, αλλά επειδή [ο ομοσπονδιακός νόμος] δεν την επιτρέπει».

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές χαιρέτισαν την απόφαση. Το αμερικανικό δολάριο σημείωσε άνοδο μετά την απόφαση του δικαστηρίου, σημειώνοντας άνοδο έναντι νομισμάτων όπως το ευρώ, το γιεν και το ελβετικό φράγκο ειδικότερα. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης της Wall Street αυξήθηκαν και οι μετοχές σε όλη την Ασία επίσης σημείωσαν άνοδο.

Οι δικαστές διέταξαν επίσης την κυβέρνηση Τραμπ να εκδώσει νέες διαταγές που να αντικατοπτρίζουν την μόνιμη διαταγή εντός 10 ημερών. Η κυβέρνηση Τραμπ λίγα λεπτά αργότερα υπέβαλε έφεση και αμφισβήτησε την εξουσία του δικαστηρίου.

Το δικαστήριο ακύρωσε με άμεση ισχύ όλα τα διατάγματα του Τραμπ για τους δασμούς από τον Ιανουάριο, τα οποία βασίζονταν στον Νόμο περί Διεθνών Οικονομικών Εξουσιών Έκτακτης Ανάγκης (IEEPA), έναν νόμο που αποσκοπεί στην αντιμετώπιση «ασυνήθιστων και έκτακτων» απειλών κατά τη διάρκεια εθνικής έκτακτης ανάγκης.

Το δικαστήριο δεν κλήθηκε να εξετάσει ορισμένους δασμούς που έχει επιβάλει ο Τραμπ σε αυτοκίνητα, χάλυβα και αλουμίνιο, χρησιμοποιώντας διαφορετικό νόμο.

Οι αποφάσεις του Δικαστηρίου Διεθνούς Εμπορίου με έδρα το Μανχάταν, το οποίο εκδικάζει διαφορές που αφορούν το διεθνές εμπόριο και τους τελωνειακούς νόμους, μπορούν να προσβληθούν στο Εφετείο των ΗΠΑ για το Ομοσπονδιακό Περιφερειακό Δικαστήριο στην Ουάσινγκτον και, τελικά, στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ.

Εμπορική αναταραχή

Ο Τραμπ έχει καταστήσει την επιβολή δασμών σε Αμερικανούς εισαγωγείς σε προϊόντα από ξένες χώρες την κεντρική πολιτική των συνεχιζόμενων εμπορικών πολέμων του, οι οποίοι έχουν διαταράξει σοβαρά τις παγκόσμιες εμπορικές ροές και έχουν προκαλέσει αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

Εταιρείες όλων των μεγεθών έχουν πληγεί από την ταχεία επιβολή δασμών από τον Τραμπ και τις ξαφνικές ανατροπές, καθώς επιδιώκουν να διαχειριστούν τις αλυσίδες εφοδιασμού, την παραγωγή, το προσωπικό και τις τιμές.

Ένας εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου δήλωσε την Τετάρτη ότι τα εμπορικά ελλείμματα των ΗΠΑ με άλλες χώρες συνιστούν «εθνική έκτακτη ανάγκη που έχει αποδεκατίσει τις αμερικανικές κοινότητες, έχει αφήσει πίσω τους εργαζομένους μας και έχει αποδυναμώσει τη βιομηχανική μας βάση στον αμυντικό τομέα - γεγονότα που το δικαστήριο δεν αμφισβήτησε».

«Δεν είναι δουλειά μη εκλεγμένων δικαστών να αποφασίζουν πώς να αντιμετωπίσουν σωστά μια εθνική έκτακτη ανάγκη», δήλωσε ο εκπρόσωπος Κους Ντεσάι.

Η απόφαση, εάν επικυρωθεί, δημιουργεί ένα τεράστιο κενό στη στρατηγική του Τραμπ να χρησιμοποιήσει υψηλούς δασμούς για να αποσπάσει παραχωρήσεις από τους εμπορικούς εταίρους. Δημιουργεί βαθιά αβεβαιότητα γύρω από πολλαπλές ταυτόχρονες διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Κίνα και πολλές άλλες χώρες.

Ωστόσο, οι αναλυτές της Goldman Sachs σημείωσαν ότι το διάταγμα δεν εμποδίζει τους ειδικούς ανά τομέα δασμούς και υπήρχαν άλλες νομικές οδοί για τον Τραμπ να επιβάλει οριζόντιους και ειδικούς ανά χώρα δασμούς.

«Αυτή η απόφαση αποτελεί οπισθοδρόμηση για τα δασμολογικά σχέδια της κυβέρνησης και αυξάνει την αβεβαιότητα, αλλά ενδέχεται να μην αλλάξει το τελικό αποτέλεσμα για τους περισσότερους σημαντικούς εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ», έγραψε σε σημείωμα ο αναλυτής Άλεκ Φίλιπς.

Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί στους Αμερικανούς ότι οι δασμοί θα επαναφέρουν τις θέσεις εργασίας στον μεταποιητικό τομέα στις ακτές των ΗΠΑ και θα μειώσουν το έλλειμμα του αμερικανικού εμπορικού ισοζυγίου αγαθών κατά 1,2 τρισεκατομμύρια δολάρια, κάτι που ήταν μεταξύ των κεντρικών προεκλογικών του υποσχέσεων.

Χωρίς την άμεση μόχλευση που παρέχουν οι δασμοί, η κυβέρνηση Τραμπ θα έπρεπε να βρει νέες μορφές μόχλευσης ή να ακολουθήσει μια πιο αργή προσέγγιση στις διαπραγματεύσεις με τους εμπορικούς εταίρους.

Η αρχική αντίδραση μεταξύ των ασιατικών υπευθύνων χάραξης πολιτικής ήταν συγκρατημένη, με τον υπουργό Οικονομίας της Ιαπωνίας να δηλώνει ότι θα εξετάσει τις λεπτομέρειες της απόφασης, ενώ η Τράπεζα της Κορέας δήλωσε ότι βλέπει τον πραγματικό δασμολογικό συντελεστή στις νοτιοκορεατικές εξαγωγές βάσει της απόφασης να μειώνεται στο 9,7% από 13,3%.

Ο υπουργός Οικονομικών του Χονγκ Κονγκ δήλωσε ότι η απόφαση του δικαστηρίου «τουλάχιστον θα φέρει τον πρόεδρο Τραμπ στη λογική».

Επιχειρηματική ζημιά

Η απόφαση ελήφθη μετά από δύο αγωγές, η μία κατατέθηκε από το μη κομματικό Κέντρο Δικαιοσύνης Liberty εκ μέρους πέντε μικρών αμερικανικών επιχειρήσεων που εισάγουν αγαθά από χώρες που στοχοποιούνται οι δασμοί και η άλλη από 12 πολιτείες των ΗΠΑ.

Οι εταιρείες, οι οποίες κυμαίνονται από έναν εισαγωγέα κρασιών και οινοπνευματωδών ποτών στη Νέα Υόρκη έως έναν κατασκευαστή εκπαιδευτικών κιτ και μουσικών οργάνων με έδρα τη Βιρτζίνια, έχουν δηλώσει ότι οι δασμοί θα βλάψουν την ικανότητά τους να δραστηριοποιούνται επιχειρηματικά.

«Δεν τίθεται εδώ ζήτημα στενά προσαρμοσμένης ανακούφισης· εάν οι προσβαλλόμενες δασμολογικές διαταγές είναι παράνομες ως προς τους ενάγοντες, είναι παράνομες ως προς όλους», έγραψαν οι δικαστές στην απόφασή τους.

Τουλάχιστον πέντε άλλες νομικές προσφυγές κατά των δασμών εκκρεμούν.

Ο Γενικός Εισαγγελέας του Όρεγκον, Νταν Ρέιφιλντ, Δημοκρατικός, του οποίου το γραφείο ηγείται της αγωγής των πολιτειών, χαρακτήρισε τους δασμούς του Τραμπ παράνομους, απερίσκεπτους και οικονομικά καταστροφικούς.

«Αυτή η απόφαση επιβεβαιώνει ότι οι νόμοι μας έχουν σημασία και ότι οι εμπορικές αποφάσεις δεν μπορούν να λαμβάνονται με βάση την ιδιοτροπία του προέδρου», δήλωσε ο Ρέιφιλντ.

Ο Τραμπ έχει διεκδικήσει ευρεία εξουσία για τον καθορισμό δασμών βάσει του IEEPA. Ο νόμος έχει ιστορικά χρησιμοποιηθεί για την επιβολή κυρώσεων σε εχθρούς των ΗΠΑ ή για το πάγωμα των περιουσιακών τους στοιχείων. Ο Τραμπ είναι ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ που τον χρησιμοποιεί για να επιβάλει δασμούς.

Το Υπουργείο Δικαιοσύνης δήλωσε ότι οι αγωγές πρέπει να απορριφθούν επειδή οι ενάγοντες δεν έχουν υποστεί ζημία από δασμούς που δεν έχουν ακόμη πληρώσει και επειδή μόνο το Κογκρέσο, όχι οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, μπορεί να αμφισβητήσει μια εθνική έκτακτη ανάγκη που κηρύχθηκε από τον πρόεδρο βάσει του IEEPA.

Επιβάλλοντας τους δασμούς στις αρχές Απριλίου, ο Τραμπ χαρακτήρισε το εμπορικό έλλειμμα ως εθνική έκτακτη ανάγκη, γεγονός που δικαιολογούσε την επιβολή δασμών 10% σε όλες τις εισαγωγές, με υψηλότερους συντελεστές για τις χώρες με τις οποίες οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τα μεγαλύτερα εμπορικά ελλείμματα, ιδίως την Κίνα.

Οι ειδικοί για κάθε χώρα δασμοί ανεστάλησαν για 90 ημέρες την εβδομάδα αργότερα, αν και ο βασικός δασμός 10% τέθηκε σε ισχύ για τις περισσότερες χώρες. Η κυβέρνηση Τραμπ στις 12 Μαΐου δήλωσε ότι μειώνει επίσης προσωρινά τους αυστηρότερους δασμούς στην Κίνα, ενώ παράλληλα εργάζεται για μια μακροπρόθεσμη εμπορική συμφωνία. Και οι δύο χώρες συμφώνησαν να μειώσουν τους δασμούς η μία στην άλλη για τουλάχιστον 90 ημέρες.

Ο Ντόναλντ Τραμπ απειλεί με δασμούς 50% στα προϊόντα της ΕΕ από τον Ιούνιο

"Οι συζητήσεις μας μαζί τους δεν οδηγούν πουθενά", έγραψε ο Τραμπ στο Truth Social. "Ως εκ τούτου, συνιστώ έναν άμεσο δασμό 50% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αρχής γενομένης από την 1η Ιουνίου 2025. Δεν υπάρχει δασμός εάν το προϊόν κατασκευάζεται ή κατασκευάζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες".


Δασμοί 25% και στην Apple αν δεν μεταφέρει την παραγωγή των iPhone στην Αμερική

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ συνέστησε την Παρασκευή την επιβολή δασμών 50% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού παραπονέθηκε ότι οι διαπραγματεύσεις δεν πήγαιναν καλά και ότι οι Βρυξέλλες ήταν «δύσκολες στη διαπραγμάτευση».

Ο Τραμπ δημοσίευσε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να μοιραστεί τις σκέψεις του, προτείνοντας ο αυξημένος δασμός να ξεκινήσει την 1η Ιουνίου, σε λιγότερο από 10 μέρες.

Ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι θέλει να επιβάλει υψηλότερους φόρους εισαγωγής σε αγαθά από την ΕΕ, έναν μακροχρόνιο σύμμαχο των ΗΠΑ, παρά από την Κίνα, έναν γεωπολιτικό αντίπαλο που είχε μειώσει τους δασμούς του στο 30% αυτόν τον μήνα, ώστε η Ουάσινγκτον και το Πεκίνο να μπορέσουν να διεξάγουν διαπραγματεύσεις.

Ο Τραμπ ενοχλήθηκε από την έλλειψη προόδου στις εμπορικές συνομιλίες με την ΕΕ, η οποία επέμεινε να μηδενίσει τους δασμούς, ακόμη και όταν ο πρόεδρος επέμεινε δημοσίως στη διατήρηση ενός βασικού φόρου 10% στις περισσότερες εισαγωγές.

"Οι συζητήσεις μας μαζί τους δεν οδηγούν πουθενά", έγραψε ο Τραμπ στο Truth Social. "Ως εκ τούτου, συνιστώ έναν άμεσο δασμό 50% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αρχής γενομένης από την 1η Ιουνίου 2025. Δεν υπάρχει δασμός εάν το προϊόν κατασκευάζεται ή κατασκευάζεται στις Ηνωμένες Πολιτείες".




Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι Ηνωμένες Πολιτείες διαπραγματεύονται μια νέα εμπορική συμφωνία και το Euronews έμαθε ότι πρόσφατα μοιράστηκαν έγγραφα θέσεων που απείχαν ριζικά μεταξύ τους.

Όπως αναφέρει η ανταποκρίτια του euronews στις Βρυξέλλες, η Κομισιόν λέει πως το βράδυ αναμένεται να υπάρξει τηλεφωνική επαφή μεταξύ του Επιτρόπου Σέφτσοβιτς (Εμπόριο) και την Επιτροπή Εμπορίου των ΗΠΑ. Αυτή η κλήση είχε προγραμματιστεί πριν τις ανακοινώσεις Τραμπ αλλά είναι δεδομένο πως θα συζητηθεί αυτή η τελευταία εξέλιξη.
Η Apple ξανά στο στόχαστρο για δασμούς 25%

Της εν λόγω ανάρτησης είχε προηγηθεί η απειλή για επιβολή φόρων εισαγωγής κατά του αμερικανικού τεχνολογικού κολοσσού Apple.

Η Apple έρχεται τώρα μαζί με την Amazon, τη Walmart και άλλες μεγάλες αμερικανικές εταιρείες στο στόχαστρο του Λευκού Οίκου, καθώς προσπαθούν να ανταποκριθούν στην αβεβαιότητα και τις πληθωριστικές πιέσεις που έχουν εξαπολύσει οι δασμοί του.

"Έχω ενημερώσει εδώ και καιρό τον Τιμ Κουκ της Apple ότι αναμένω ότι τα iPhone τους που θα πωλούνται στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής θα κατασκευάζονται και θα κατασκευάζονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, όχι στην Ινδία ή οπουδήποτε αλλού", έγραψε ο Τραμπ. "Εάν δεν συμβαίνει αυτό, πρέπει να καταβληθεί από την Apple δασμός τουλάχιστον 25% στις ΗΠΑ".

Σε απάντηση στους δασμούς του Τραμπ στην Κίνα, η Apple και ο διευθύνων σύμβουλος Τιμ Κουκ επεδίωκαν να μεταφέρουν την κατασκευή iPhone στην Ινδία, καθώς η εταιρεία προσαρμόζει τις αλυσίδες εφοδιασμού της. Το σχέδιο αυτό έχει γίνει πηγή απογοήτευσης για τον Τραμπ, ο οποίος το έθεσε και την περασμένη εβδομάδα κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στη Μέση Ανατολή.

Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης μετοχών σημείωσαν πτώση μετά τις αναρτήσεις του Τραμπ.

ΗΠΑ-Κίνα: Συνεχίζονται σήμερα Κυριακή οι συνομιλίες για τους δασμούς στη Γενεύη

     Οι πιθανότητες μιας συμφωνίας μοιάζουν αρκετά χαμηλές, αλλά υπάρχει ελπίδα ότι οι δύο χώρες θα μειώσουν τουλάχιστον τους τεράστιους δασμούς. Μία ημέρα νωρίτερα εξάλλου, ο Ντόναλντ Τραμπ πρότεινε τη μείωση των δασμών εις βάρος της Κίνας στο 85%...


Αμερικανοί και Κινέζοι αξιωματούχοι ξεκίνησαν το Σάββατο συνομιλίες με στόχο την αποκλιμάκωση του εμπορικού πολέμου

Ηνωμένες Πολιτείες και Κίνα συμφώνησαν να συνεχίσουν την Κυριακή τις συνομιλίες σε επίπεδο αξιωματούχων για το ζήτημα των δασμών, στη Γενεύη της Ελβετίας.

Οι δύο πλευρές αποφάσισαν κατά το κοινώς λεγόμενο να το συζητήσουν, μετά την κλίμακωση του εμπορικού πολέμου που ξεκίνησε από τον Ντόναλντ Τραμπ και έλαβε αντίστοιχη απάντηση από την κινεζική πλευρά.


Τον περασμένο μήνα, ο Αμερικανός πρόεδρος ανέβασε τους δασμούς σε συνολικό ποσοστό 145%, με την Κίνα να ανταπαντά επιβάλλοντας εισφορά 125% στα αμερικανικά προϊόντα.

Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ και ο κορυφαίος διαπραγματευτής της χώρας για το εμπόριο συναντήθηκαν με υψηλόβαθμους Κινέζους αξιωματούχους στην Ελβετία προκειμένου να βρεθεί μία λύση. Στόχος είναι η αποκλιμάκωση της έντασης που απειλεί να διακόψει το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών και να βλάψει σοβαρά την παγκόσμια οικονομία.

Οι πιθανότητες μίας συμφωνίας μοιάζουν αρκετά χαμηλές, αλλά υπάρχει ελπίδα ότι οι δύο χώρες θα μειώσουν τουλάχιστον τους τεράστιους δασμούς. Μία ημέρα νωρίτερα εξάλλου, ο Ντόναλντ Τραμπ πρότεινε τη μείωση των δασμών εις βάρος της Κίνας στο 85% που όπως ανέφερε του φαίνεται πιο σωστό.
euronews

Ο.Τ. / Κίνα: Πώς διαφοροποιείται «σιωπηλά» από τα αμερικανικά ομόλογα

    Σε δημοσίευμα των Financial Times αναφέρεται πως η Κίνα αποχωρεί σταδιακά για λόγους ασφαλείας από τα αμερικανικά ομόλογα.

 




Σε μια «σιωπηλή» διαδικασία διαφοροποίησης από τα αμερικανικά ομόλογα βρίσκεται η Κίνα καθώς εξετάζει εναλλακτικές επενδύσεις για το τεράστιο χαρτοφυλάκιο ξένων επενδύσεών της, όπως αναφέρουν σε εκτενές δημοσίευμά τους οι Financial Times.

Νωρίτερα φέτος, ένας ειδησεογραφικός τίτλος τράβηξε την προσοχή των ανώτερων αξιωματούχων της κινεζικής ρυθμιστικής αρχής συναλλάγματος (SAFE), που διαχειρίζεται τα πολυτρισεκατομμύρια δολάρια αποθεματικών της χώρας: η κυβέρνηση Τραμπ είχε αναδιαμορφώσει τα διοικητικά συμβούλια των Fannie Mae και Freddie Mac. Οι αξιωματούχοι αντέδρασαν άμεσα, δίνοντας εντολή σε μια ομάδα της SAFE να ξεκινήσει αξιολόγηση των πιθανών επενδυτικών συνεπειών της αναδιάρθρωσης.

Η ανασκόπηση περιελάμβανε λεπτομερή ανάλυση των δύο αυτών κυβερνητικών οργανισμών στήριξης στεγαστικών δανείων, οι οποίοι συγκεντρώνουν στεγαστικά δάνεια που παρέχονται από εμπορικές τράπεζες και τα μετατρέπουν σε τίτλους που πωλούνται σε επενδυτές. Οι οργανισμοί αυτοί είχαν εθνικοποιηθεί από την κυβέρνηση των ΗΠΑ κατά την οικονομική κρίση, αλλά υπήρχαν φήμες ότι ο Ντόναλντ Τραμπ εξετάζει το ενδεχόμενο να τους επιστρέψει σε ιδιώτες.

Αυτό που κέντρισε το ενδιαφέρον των αξιωματούχων της SAFE, σύμφωνα με πηγές των FT, ήταν η αντίληψη ότι τα ενυπόθηκα δάνεια που υποστηρίζονται από την κυβέρνηση — τα οποία συνοδεύονται από μια σιωπηρή εγγύηση της αμερικανικής κυβέρνησης — ή ακόμη και συμμετοχές σε μετοχές των Fannie Mae και Freddie Mac, θα μπορούσαν να αποτελέσουν εναλλακτικές λύσεις έναντι των αμερικανικών κρατικών ομολόγων.



Σε αναζήτηση εναλλακτικών η Κίνα

Τα κρατικά ομόλογα των ΗΠΑ αποτελούσαν για χρόνια τη βάση των 3,2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε ξένα αποθεματικά της Κίνας. Μέχρι στιγμής, δεν έχει υπάρξει δημόσια ένδειξη αλλαγής αυτής της στρατηγικής, παρά την επιβολή δασμών και τις υπόλοιπες αναταράξεις στην αμερικανική πολιτική.

Ο Ζου Λαν, υποδιοικητής της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας, δήλωσε σε ενημέρωση αυτή την εβδομάδα ότι το επενδυτικό χαρτοφυλάκιο της χώρας είναι ήδη επαρκώς διαφοροποιημένο και ότι «ο αντίκτυπος των διακυμάνσεων σε οποιαδήποτε μεμονωμένη αγορά ή περιουσιακό στοιχείο στα συναλλαγματικά αποθεματικά της Κίνας είναι γενικά περιορισμένος».

Ωστόσο, πολλοί σύμβουλοι, μελετητές και ακαδημαϊκοί εκφράζουν ανησυχίες. «Η ασφάλεια των αμερικανικών κρατικών ομολόγων δεν είναι πλέον δεδομένη», έγραψαν οι Γιανγκ Πανπάν και Σου Κιγιουάν, δύο ανώτεροι ερευνητές της Κινεζικής Ακαδημίας Κοινωνικών Επιστημών τον Απρίλιο. «Εκείνη η εποχή ανήκει στο παρελθόν και πρέπει να ανησυχούμε για αυτή την αλλαγή όσον αφορά την προστασία των αποθεμάτων μας σε κρατικά ομόλογα».

Καθώς ο Τραμπ αποδομεί το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα και ασκεί δημόσια κριτική στην Fed, οι επενδυτές διεθνώς αρχίζουν να αμφισβητούν το καθεστώς ασφαλούς καταφυγίου του δολαρίου και των αμερικανικών κρατικών ομολόγων.

Οπλοποίηση ομολόγων

Η πώληση αμερικανικών κρατικών ομολόγων τον Απρίλιο, μετά την ανακοίνωση του Τραμπ για σαρωτικούς δασμούς στους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, ενίσχυσε έναν μακροχρόνιο φόβο στην Ουάσινγκτον και αλλού: ότι η Κίνα θα μπορούσε να επιτεθεί στις ΗΠΑ εκποιώντας εκδικητικά τα κρατικά ομόλογά της. Μια τέτοια ενέργεια θα μπορούσε να προκαλέσει ανησυχητική μεταβλητότητα σε ένα περιουσιακό στοιχείο που προτιμούν οι κεντρικές τράπεζες, οι διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων και τα συνταξιοδοτικά ταμεία παγκοσμίως για τη σταθερότητά του.

Ωστόσο, αξιωματούχοι που γνωρίζουν τη λειτουργία της SAFE αναφέρουν ότι ο οργανισμός δεν θεωρεί τη μαζική εκποίηση ως ρεαλιστική επιλογή, προτιμώντας μια σταδιακή μετάβαση από τα κρατικά ομόλογα σε άλλα βραχυπρόθεσμα περιουσιακά στοιχεία και σε χρυσό, μέσα σε μια περίοδο ετών.





Αυτή η διαδικασία περιγράφεται από ένα άτομο κοντά στη SAFE ως «tengnuo», μια κινεζική φράση που μεταφράζεται ως «ευέλικτοι ελιγμοί σε τεντωμένο σχοινί». Στόχος της είναι να επιτευχθεί ισορροπία μεταξύ ρευστότητας, ασφάλειας και σταθερών, αν και όχι εντυπωσιακών, αποδόσεων.

Ωστόσο, η μεταβλητότητα και η απρόβλεπτη λήψη αποφάσεων στην Ουάσινγκτον δημιουργούν πρόβλημα για μια αργά κινούμενη SAFE, με ορισμένους να υποστηρίζουν ότι το tengnuo φαίνεται πλέον ολοένα και πιο μη βιώσιμο.

Το «Mar-a-lago accord»

«Ανησυχώ βαθιά ότι η συνεχιζόμενη εμπορική διαμάχη ΗΠΑ-Κίνας θα μπορούσε να επεκταθεί στα ξένα περιουσιακά στοιχεία της Κίνας», δήλωσε ο Γιου Γιονγκντίνγκ, πρώην μέλος της Επιτροπής Νομισματικής Πολιτικής της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας και ανώτερος κυβερνητικός σύμβουλος, σε συνέδριο στις αρχές Απριλίου.

Αναφέρθηκε σε εικασίες των μέσων ενημέρωσης για μια «συμφωνία Mar-a-Lago», παρόμοια με τη Συμφωνία Plaza του 1985. Βασισμένη σε δοκίμιο του Στίβεν Μίραν, νυν προέδρου των Οικονομικών Συμβούλων του Τραμπ, ο στόχος ενός τέτοιου σχεδίου θα ήταν να αποδυναμωθεί το δολάριο και να πειστούν άλλες κυβερνήσεις να ανταλλάξουν τις συμμετοχές τους σε κρατικά ομόλογα με 100ετή ομόλογα μηδενικού κουπονιού, με αντάλλαγμα πιο ήπιους εμπορικούς δασμούς.

Λίγοι στις χρηματοπιστωτικές αγορές πιστεύουν ότι αυτό το σχέδιο θα εφαρμοστεί ποτέ. Ωστόσο, για τον Γιου, παραμένει ανησυχητικό. Μια τέτοια ανταλλαγή θα ισοδυναμούσε με χρεοκοπία, υποστήριξε. «Αυτό αποτελεί τεράστια απειλή για την Κίνα και μπορεί να καταλήξουμε να πληρώσουμε βαρύ τίμημα», πρόσθεσε.

Η Κίνα, το εξαγωγικό μοντέλο και το αμερικανικό έλλειμμα

Η μεγάλη έκθεση του Πεκίνου σε περιουσιακά στοιχεία σε δολάρια είναι κληρονομιά της εξαγωγικής οικονομικής άνθησης και του πολυετούς εμπορικού πλεονάσματος με τη Δύση. Καθώς οι καταναλωτές του εξωτερικού ξόδευαν τρισεκατομμύρια σε κινεζικά προϊόντα, τα δολάρια που κατευθύνονταν προς την Κίνα συχνά ανακυκλώνονταν σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα, βοηθώντας την Ουάσινγκτον να χρηματοδοτήσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα.

Τα αποθέματα της Κίνας σε δολάρια κορυφώθηκαν σχεδόν στα 4 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2014, σύμφωνα με στοιχεία της κεντρικής τράπεζας, και παρέμειναν πάνω από 3 τρισεκατομμύρια δολάρια από το 2016. Παρά τις σχετικά χαμηλές αποδόσεις τους, τα κρατικά ομόλογα αποτελούσαν μεγάλο μέρος του συνόλου επειδή ήταν ασφαλή, ρευστοποιήσιμα και (σε αντίθεση με τον χρυσό) προσέφεραν κάποια απόδοση, σημειώνουν οι FT.




Τα δεδομένα της SAFE δείχνουν ότι τα περιουσιακά στοιχεία σε δολάρια αποτελούσαν το 60% των συνολικών αποθεματικών της από το 2014 έως το 2018. Η διασταύρωση με τα στοιχεία των ΗΠΑ υποδηλώνει ότι το μεγαλύτερο μέρος αυτών των περιουσιακών στοιχείων ήταν σε κρατικά ομόλογα, όπως σημειώνουν οι Financial Times.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία έδωσε ένα «μάθημα» στην Κίνα

Πιο πρόσφατα, οι περιορισμοί ενός χαρτοφυλακίου που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα κρατικά ομόλογα έχουν γίνει πιο εμφανείς. Τεράστιες, συγκεντρωμένες συμμετοχές περιουσιακών στοιχείων χαμηλής απόδοσης «ενδέχεται να υποστούν σημαντικές απώλειες αγοραστικής δύναμης σε ένα περιβάλλον υψηλότερου πληθωρισμού», σημειώνει ο Γιου Κιάο, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Τσινγκχούα και κυβερνητικός σύμβουλος.

Η SAFE άρχισε να μεταβάλλει τη σύνθεση του χαρτοφυλακίου της σε δολάρια το 2017 και ο ρυθμός αυτής της αλλαγής επιταχύνθηκε μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία το 2022. Παρόλο που η Μόσχα είχε μειώσει τα αποθέματά της σε δολάρια μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, οι Κινέζοι αξιωματούχοι είδαν πόσο εύκολα πάγωσαν τα υπερπόντια περιουσιακά στοιχεία της Ρωσίας σε δολάρια — και ανησύχησαν ότι, σε περίπτωση σοβαρής αντιπαράθεσης με τις ΗΠΑ, οι πολύ μεγαλύτερες συμμετοχές της Κίνας θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν παρόμοια μοίρα.

Μελετητές όπως οι Παν Λιου και Ζανγκ Γουέιγουαν από το Πανεπιστήμιο Τσινγκχούα προειδοποίησαν σε ερευνητικό έγγραφο του 2024 ότι το πάγωμα των υπερπόντιων περιουσιακών στοιχείων της Μόσχας «είναι μια έντονη υπενθύμιση της χρηματοοικονομικής ηγεμονίας που ασκούν οι ΗΠΑ μέσω του διεθνούς συστήματος που βασίζεται στο δολάριο» και ότι «το μάθημα για την Κίνα είναι σαφές».

Μεταξύ Ιανουαρίου 2022 και Δεκεμβρίου 2024, η Κίνα μείωσε τις επίσημες συμμετοχές της σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα κατά περισσότερο από 27%, στα 759 δισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, ξεπερνώντας κατά πολύ τη μείωση του 17% που είχε σημειωθεί μεταξύ 2015 και 2022.

Οι νέες κινήσεις της SAFE

Μια στρατηγική ήταν η αύξηση των συμμετοχών σε λεγόμενα ομόλογα οργανισμών που εκδίδονται από κυβερνητικούς φορείς όπως η Fannie Mae. Αυτά προσφέρουν παρόμοιες πιστωτικές αξιολογήσεις με τα κρατικά ομόλογα, αλλά ελαφρώς υψηλότερες αποδόσεις. Μεταξύ 2018 και αρχών 2020, οι συμμετοχές της Κίνας σε ομόλογα αμερικανικών οργανισμών αυξήθηκαν κατά 60%, φτάνοντας τα 261 δισεκατομμύρια δολάρια.




Σε άλλες κινήσεις, η SAFE έχει μειώσει τη διάρκεια των συμμετοχών της στις ΗΠΑ και έχει μεταφέρει διαχείριση περιουσιακών στοιχείων σε διαχειριστές εκτός ΗΠΑ. «Αυτό γίνεται για να διαφοροποιηθεί ο κίνδυνος σε επίπεδο εκτέλεσης», αναφέρει Ευρωπαίος διαχειριστής κεφαλαίων, ο οποίος έλαβε κατανομές της SAFE που προηγουμένως διαχειρίζονταν αμερικανικές εταιρείες φέτος.

Πλέον, περισσότερα αποθέματα διαχειρίζονται εκτός των ΗΠΑ και άλλων δυτικών χωρών όπου τα περιουσιακά στοιχεία θα μπορούσαν εύκολα να παγώσουν. Τον Ιανουάριο, ο Παν Γκονγκσένγκ, διοικητής της Λαϊκής Τράπεζας της Κίνας και επόπτης της SAFE, δήλωσε ότι θα «αυξήσει σημαντικά» την κατανομή των αποθεμάτων της χώρας στο Χονγκ Κονγκ.

Ενώ οι λεπτομέρειες παραμένουν ασαφείς, κάποιοι εκτιμούν ότι η κίνηση αυτή θα μπορούσε να επεκταθεί σε περιουσιακά στοιχεία εκτός ΗΠΑ στην Ασία — τα οποία παραμένουν σε δολάρια, αλλά πιθανώς εκδίδονται από άλλες χώρες και διαχειρίζονται σε περιοχές που βρίσκονται πιο μακριά από την επιρροή της Ουάσινγκτον.

Ανταποδοτικοί δασμοί

Οι σταδιακές προσπάθειες αναπροσαρμογής της SAFE δέχθηκαν ένα σοκ στις 2 Απριλίου, όταν ο Τραμπ ανακοίνωσε το νέο καθεστώς δασμών στον Κήπο των Ρόδων του Λευκού Οίκου. Οι αγορές παγκοσμίως αναστατώθηκαν από την ανακοίνωση ενός γενικού δασμού 34% σε όλες τις κινεζικές εισαγωγές, ποσοστό που αργότερα αυξήθηκε στο 145% και δεν μετριάστηκε από την 90ήμερη αναστολή των «αντίστοιχων» δασμών που δόθηκε στους άλλους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ.

Οι φόβοι για μια βαθύτερη ρήξη στις σχέσεις ΗΠΑ-Κίνας έχουν αφήσει τους παγκόσμιους επενδυτές να αναρωτιούνται αν οι εμπορικές διαμάχες θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε οικονομική αντιπαράθεση, με το Πεκίνο να χρησιμοποιεί τις τεράστιες συμμετοχές του σε κρατικά ομόλογα ως εργαλείο εκδίκησης.

Οι ειδικοί που γνωρίζουν πώς λειτουργεί η SAFE έχουν σε μεγάλο βαθμό απορρίψει αυτό το ενδεχόμενο, όπως και ανώτεροι αξιωματούχοι στην Ουάσινγκτον. «Αν η Ομοσπονδιακή Τράπεζα πίστευε ότι ένας ξένος αντίπαλος όπλιζε την αγορά κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ ή προσπαθούσε να την αποσταθεροποιήσει για πολιτικό όφελος, είμαι σίγουρος ότι θα αντιδρούσαμε συντονισμένα», δήλωσε ο Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, σε πρόσφατη συνέντευξη. «Αλλά απλά δεν έχουμε δει κάτι τέτοιο».

Οποιαδήποτε επιθετική πώληση κρατικών ομολόγων θα μπορούσε να εξουδετερωθεί γρήγορα από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, η οποία διαθέτει πλήρες οπλοστάσιο εργαλείων, συμπεριλαμβανομένης της έκτακτης ποσοτικής χαλάρωσης, για να σταθεροποιήσει τις τιμές και να μειώσει τις αποδόσεις.



Οι αγορές παρακολουθούν τις κινεζικές κινήσεις

Η θέση της Κίνας στην αγορά παρακολουθείται στενά από κρατικά επενδυτικά ταμεία, διαχειριστές συνταξιοδοτικών ταμείων και άλλους θεσμικούς επενδυτές. Ένα κορυφαίο στέλεχος σε μεγάλο ευρωπαϊκό συνταξιοδοτικό ταμείο αναφέρει ότι, λόγω της κατάστασης μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, «έχει απόλυτο νόημα για εμάς να διαφοροποιηθούμε στην Ευρώπη και τον Καναδά. Παρόλο που η Κίνα μπορεί να μην κάνει τίποτα, η απλή ιδέα ότι θα μπορούσε να εκποιήσει αμερικανικά κρατικά ομόλογα έχει εισάγει μια νέα αβεβαιότητα».

Ωστόσο, στους κινεζικούς ακαδημαϊκούς και πολιτικούς κύκλους, η πρόταση μιας επιλεκτικής χρεοκοπίας από τις ΗΠΑ προκαλεί τη μεγαλύτερη ανησυχία — και ορισμένοι επιδραστικοί μελετητές πλέον υποστηρίζουν μια πλήρη αποδολαριοποίηση, αντί για σταδιακές προσαρμογές στη σύνθεση των περιουσιακών στοιχείων σε δολάρια.

Τους τελευταίους μήνες έχουν κατατεθεί μια σειρά από προτάσεις που στοχεύουν στην επίτευξη αυτού του στόχου. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται η αύξηση των τοποθετήσεων σε κρατικό χρέος άλλων προηγμένων οικονομιών, καθώς και η αξιοποίηση μέρους των αποθεματικών για την ενίσχυση του υποχρηματοδοτούμενου συνταξιοδοτικού συστήματος της Κίνας. Παράλληλα, η διαφοροποίηση των νομισμάτων και η αύξηση των αγορών χρυσού κερδίζουν επίσης έδαφος.

Το πρόβλημα της διαφοροποίησης

Ένα γνωστό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Κίνα στις προσπάθειές της για διαφοροποίηση είναι ότι ακόμη και σημαντικές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων, όπως τα κρατικά ομόλογα της Ιαπωνίας, του Ηνωμένου Βασιλείου ή της Γερμανίας, δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τη μεγάλη ρευστότητα που προσφέρει η αγορά κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ. Οι αναλυτές προειδοποιούν ότι οποιαδήποτε σημαντική μετακίνηση εκτός των αμερικανικών κρατικών ομολόγων θα πρέπει να γίνει πολύ σταδιακά, λόγω του τεράστιου μεγέθους των κινεζικών τοποθετήσεων.

«Αυτή η στρατηγική πιθανότατα φτάνει στα όριά της, απλώς επειδή υπάρχει έλλειψη εναλλακτικών περιουσιακών στοιχείων υψηλής ποιότητας», προειδοποιεί ο Έσβαρ Πρασάντ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ, ο οποίος συχνά συνομιλεί με Κινέζους ρυθμιστές.

Ωστόσο, για τους Κινέζους αξιωματούχους, τα διακυβεύματα είναι πλέον πολύ σημαντικά για να αγνοηθούν και η αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων εκτός δολαρίου συνεχίζεται. «Ενδέχεται να θυσιάσουμε μέρος των αποδόσεών μας επενδύοντας σε ομόλογα άλλων χωρών», αναφέρει κυβερνητικός σύμβουλος στο Πεκίνο που ασχολείται με τη διαχείριση των ξένων αποθεμάτων της Κίνας. «Όμως, αν η σύγκρουση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας κλιμακωθεί, η προσκόλληση στα αμερικανικά κρατικά ομόλογα θα μπορούσε να σημαίνει ότι θα χάσουμε ολόκληρη την επένδυσή μας».\

Τα ανάμικτα μηνύματα Τραμπ συγκράτησαν το ράλι της Wall Street

    Η ανάκαμψη στα χρηματιστήρια των ΗΠΑ εξαντλήθηκε μετά από διήμερο ράλι καθώς η κυβέρνηση Τραμπ έστειλε ανάμικτα μηνύματα σχετικά με τα δασμολογικά της σχέδια σε άλλες χώρες, ιδιαίτερα στην Κίνα.


Υψηλότερα, αν και μακριά από τα ενδοσυνεδριακά τους επίπεδα, έκλεισε το αμερικανικό χρηματιστήριο την Πέμπτη, ακόμη κι όταν ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεσμεύθηκε να μειώσει «ουσιαστικά» τους δασμούς προς την Κίνα, ενώ διέψευσε ότι προτίθεται να απολύσει τον πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Τράπεζας Τζερόμ Πάουελ.

Ο S&P 500 σημείωσε άνοδο 3,6% πριν υποχωρήσει απότομα και τερμάτισε 1,67% υψηλότερα, αν και σημείωσε δεύτερη συνεχόμενη αύξηση.

Την Τετάρτη, η Wall Street Journal ανέφερε ότι η κυβέρνηση Τραμπ εξετάζει το ενδεχόμενο μείωσης των δασμών στην Κίνα σε εύρος μεταξύ 50% και 65%. Μπορεί να υιοθετηθεί κλιμακωτή προσέγγιση με εισφορές 35% σε αγαθά που θεωρούνται μη κρίσιμα για την εθνική ασφάλεια, διατηρώντας παράλληλα δασμούς τουλάχιστον 100% στις βασικές κινεζικές εισαγωγές. Μολονότι τα στοιχεία αυτά αντιπροσωπεύουν μια απότομη μείωση από το σημερινό 145%, οι προτεινόμενοι εμπορικοί φραγμοί παραμένουν σημαντικοί.

Ωστόσο, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ δήλωσε στους δημοσιογράφους ότι δεν υπήρξε μονομερής προσφορά για μείωση των δασμών στην Κίνα, προσθέτοντας ότι η κυβέρνηση εξετάζει μέτρα πέρα από τους δασμούς. Μιλώντας στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών στην Ουάσινγκτον, ο Μπέσεντ δήλωσε ότι υπάρχει «μια ευκαιρία για μια μεγάλη συμφωνία» σε εμπορικά ζητήματα μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας.

Υποστήριξε ότι η Κίνα θα πρέπει να «αποφοιτήσει» από το καθεστώς των αναπτυσσόμενων χωρών, δηλώνοντας: «Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για αυτόν τον συνεχιζόμενο δανεισμό (...) Η μεταχείριση της Κίνας - της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο - ως "αναπτυσσόμενης χώρας" είναι παράλογη».

Οι Financial Times ανέφεραν ότι η κυβέρνηση Τραμπ εξετάζει το ενδεχόμενο μείωσης των δασμών στα κινεζικά ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Ωστόσο, ο Τραμπ αρνήθηκε μια τέτοια πρόταση και πρότεινε ότι μπορεί να αυξήσει τους φόρους εισαγωγής στα καναδικά εξαρτήματα αυτοκινήτων. Νωρίτερα αυτό το μήνα, ο πρόεδρος των ΗΠΑ επέβαλε δασμούς 25% σε όλες τις εισαγωγές αυτοκινήτων, χορηγώντας απαλλαγή ενός μηνός για ανταλλακτικά στο πλαίσιο της συμφωνίας ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά (USMCA).

«Ενώ αυτές οι τελευταίες εξελίξεις έχουν προφανώς ανοδικές βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις, όλα μιλούν και πάλι για την ασυνάρτητη και ασταθή φύση με την οποία συνεχίζει να γίνεται πολιτική», έγραψε σε σημείωμά του ο Μάικλ Μπράουν, ανώτερος ερευνητής στο Perpperstone London, «οι συνεχώς μεταβαλλόμενες θέσεις που εμφανίζονται είναι πιθανό να μην κάνουν τίποτα για να σταματήσουν την παλίρροια του εμπορίου «πώλησης Αμερικής».

Μικτές χρηματιστηριακές αγορές

Στις 7 π.μ. ώρα Ελλάδας τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης μετοχών των ΗΠΑ μειώθηκαν κατά τη διάρκεια της ασιατικής συνεδρίασης της Πέμπτης, καθώς η αβεβαιότητα συνέχισε να αυξάνεται. Ο Dow Jones υποχώρησε 0,28%, ο S&P 500 0,14% και ο Nasdaq 0,22%. Οι επενδυτές παραμένουν επιφυλακτικοί εν μέσω πολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας λόγω των ακανόνιστων και απρόβλεπτων δασμολογικών σχεδίων του Τραμπ.

Οι ασιατικές αγορές επέδειξαν ανάμικτες τάσεις. Ο δείκτης Hang Seng του Χονγκ Κονγκ υποχώρησε κατά 1,23%, ο ιαπωνικός Nikkei κέρδισε 0,58%, ο νοτιοκορεατικός Kospi υποχώρησε κατά 0,33%, ενώ ο ASX της Αυστραλίας ανέβηκε κατά 0,66%.

Αντίθετα, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης ευρωπαϊκών μετοχών ήταν οριακά χαμηλότερα, υποδεικνύοντας ένα επίπεδο άνοιγμα σε ολόκληρη την ήπειρο. Συγκεκριμένα, οι ευρωπαϊκές αγορές συνέχισαν να ξεπερνούν τις αντίστοιχες αγορές των ΗΠΑ, υποστηριζόμενες από ένα πιο σταθερό μακροοικονομικό περιβάλλον. Ο DAX στο χρηματιστήριο της Φρανκφούρτης σημείωσε άνοδο 3,14%, επιστρέφοντας σε υψηλό ενός μήνα, ενώ ο Euro Stoxx 600 κέρδισε 1,8% την Τετάρτη.

Το ευρώ υποχωρεί

Το ευρώ έχει αποδυναμωθεί απότομα έναντι του δολαρίου ΗΠΑ κατά τις δύο τελευταίες συνεδριάσεις συναλλαγών. Το δολάριο ενισχύθηκε μετά τις εμφανείς ανατροπές του Τραμπ τόσο για την Κίνα όσο και τον πρόεδρο της Fed, αν και η ανάκαμψη του δολαρίου μπορεί να αποδειχθεί μη βιώσιμη.

Το ζεύγος EUR/USD υποχώρησε λίγο πάνω από το 1,13 στις συναλλαγές στις αρχές της Πέμπτης, κάτω από το υψηλό άνω των τριών ετών στο 1,1566 που επιτεύχθηκε τη Δευτέρα.

Χρυσή... ανάκαμψη

Οι τιμές του χρυσού ανέκαμψαν γρήγορα μετά από διήμερη πτώση, αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα της αγοράς.

Στις 6:55 π.μ. ώρα Ελλάδας/Κύπρου, η τιμή spot του χρυσού αυξήθηκε 1,2% στα 3.329 δολάρια ανά ουγγιά κατά τη διάρκεια της ασιατικής συνεδρίασης, ανακτώντας τις περισσότερες από τις απώλειες της Τετάρτης. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης χρυσού ανέβηκαν 1,3% στα 3.338 δολάρια ανά ουγγιά.
euronews

Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ - WEF, επιβεβαιώνει την παραίτηση και έρευνα για τον ιδρυτή του, Κλάους Σβαµπ

    Σύμφωνα με την Wall Street Journal, η αποχώρηση του Κλάους Σβαµπ επιταχύνθηκε με μια ανώνυμη επιστολή προς το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος. Σε αυτό απαγγέλθηκαν σοβαρές κατηγορίες εναντίον του ίδιου και της συζύγου του Χίλντε Σβαμπ. | Ο Κλάους Σβαμπ, η "Μεγάλη Επανεκκίνηση" και ο Κυρ. Μητσοτάκης.


Ο Κλάους Σβαµπ (Klaus Schwab)   απορρίπτει τους ισχυρισμούς του πληροφοριοδότη σε δήλωσή του. Ο ιδρυτής του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ - WEF, δεν επιτρέπεται πλέον να εισέλθει στις εγκαταστάσεις του WEF στη Γενεύη. Ο μεταβατικός πρόεδρος Πέτερ Μπράμπεκ-Λετμάθε (Peter Brabeck-Letmathe) και ο διευθύνων σύμβουλος Μποργκ Μπρέντε (Borge Brende) ανέλαβαν.

Ο Κλάους Σβαµπ φέρεται να αντιτάχθηκε στην έρευνα, λέγοντας στα μέλη του ΔΣ ότι αρνείται τους ατεκμηρίωτους ισχυρισμούς και ότι θα προσφύγει νομικά

Μετά την αιφνίδια παραίτηση του ιδρυτή του WEF, Κλάους Σβαµπ από τη θέση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (WEF) την Κυριακή του Πάσχα, τα γεγονότα κορυφώνονται την Τετάρτη. Αφού το διοικητικό συμβούλιο του ιδρύματος ανακοίνωσε δημόσια έρευνα για τον παραιτηθέντα πρόεδρό του, ο Σβαµπ πέρασε στην αντεπίθεση.

Ο οργανισμός WEF που είναι περισσότερο γνωστός για την ελίτ συγκέντρωση του Νταβός ξεκινά ανεξάρτητη έρευνα για τον Κλάους Σβαµπ — αλλά τονίζει ότι οι καταγγελίες για κακή συμπεριφορά «παραμένουν αναπόδεικτες».

Το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ (WEF) επιβεβαίωσε την Τετάρτη ότι έχει ξεκινήσει έρευνα για καταγγελίες εναντίον του ιδρυτή του Κλάους Σβάμπ μετά από επιστολή καταγγελίας που φέρεται να προκάλεσε την παραίτησή του.

Σε δήλωση που κυκλοφόρησε την Τετάρτη, το WEF - ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός γνωστός για την ετήσια συγκέντρωση παγκόσμιων ελίτ στο Νταβός της Ελβετίας - ανέφερε ότι το συμβούλιο του υποστήριξε ομόφωνα την απόφαση να ξεκινήσει μια ανεξάρτητη έρευνα, επιβεβαιώνοντας μια προηγούμενη αναφορά της Wall Street Journal (WSJ).

Η επιστολή του πληροφοριοδότη - που φέρεται να στάλθηκε από νυν και πρώην προσωπικό - κατηγορεί τον Σβάμπ για οικονομική ανάρμοστη συμπεριφορά, συμπεριλαμβανομένης της κατάχρησης κεφαλαίων του WEF και της ανάρμοστης μεταχείρισης των εργαζομένων, ανέφερε η WSJ την Τρίτη. Η σύζυγός του, Χίλντε Σβαμπ, κατηγορείται επίσης ότι χρησιμοποίησε πόρους του WEF για προσωπικά ταξίδια. Ο Σβάμπ έχει αρνηθεί κατηγορηματικά όλους τους ισχυρισμούς, ανέφερε η WSJ.


Εκπρόσωπος του WEF ανέφερε σε δήλωση την Τετάρτη ότι το διοικητικό συμβούλιο του οργανισμού «υποστήριξε ομόφωνα την απόφαση της Επιτροπής Ελέγχου και Κινδύνων να ξεκινήσει μια ανεξάρτητη έρευνα μετά από επιστολή καταγγελίας που περιείχε ισχυρισμούς κατά του πρώην προέδρου Κλάους Σβαµπ».

Πρόσθεσαν: «Αυτή η απόφαση ελήφθη μετά από διαβούλευση με εξωτερικούς νομικούς συμβούλους και σύμφωνα με τις καταπιστευματικές αρμοδιότητες του Φόρουμ. Η έρευνα θα διευθύνεται από την Επιτροπή Ελέγχου και Κινδύνων με την υποστήριξη ανεξάρτητων νομικών εμπειρογνωμόνων»

Το WEF είπε ότι, ενώ λαμβάνει «σοβαρά» τις κατηγορίες εναντίον του Schwab, «παραμένουν αναπόδεικτες και θα περιμένει το αποτέλεσμα της έρευνας για περαιτέρω σχολιασμό».

Ο Κλάους Σβαµπ, ο οποίος ίδρυσε το WEF το 1971, ανακοίνωσε την παραίτησή του από πρόεδρος και μέλος του διοικητικού συμβουλίου τη Δευτέρα, χωρίς να δώσει περαιτέρω εξηγήσεις για την απόφασή του.

Αν και είχε παραιτηθεί από εκτελεστικός πρόεδρος πέρυσι, ο Σβαµπ είχε προγραμματίσει να παραμείνει σε μη εκτελεστικό ρόλο μέχρι το 2027. Αντ' αυτού, παραιτήθηκε με άμεση ισχύ μετά από έκτακτη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή.

Ο Σβαμπ, η "Μεγάλη Επανεκκίνηση" και ο Κυρ. Μητσοτάκης

     «Η πανδημία μάς δίνει τη δυνατότητα για μια επανεκκίνηση. Τώρα είναι η ευκαιρία για να επιταχύνουμε όλες τις προ-πανδημίας προσπάθειές μας για μια επαναξιολόγηση εκείνων των οικονομικών συστημάτων που πραγματικά απαντούν στις διεθνείς προκλήσεις, όπως στις ακραίες μορφές φτώχιας, ανισότητας και κλιματικής αλλαγής.»


Ο Κλάους Σβαμπ, στο βιβλίο του "COVID-19: The Great Reset" παρουσίασε τα τρία βασικά στοιχεία της «Μεγάλης Επανεκκίνησης»: Το πρώτο περιλαμβάνει τη δημιουργία συνθηκών για μια "οικονομία ενδιαφερομένων μερών". Το δεύτερο στοιχείο περιλαμβάνει την οικοδόμηση με έναν τρόπο πιο «ανθεκτικό, δίκαιο και βιώσιμο» που θα ενσωματώνει περισσότερα πράσινα δημόσια έργα και υποδομές. Το τρίτο στοιχείο είναι η αξιοποίηση των καινοτομιών της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης. Στην κεντρική ομιλία, η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα είχε απαριθμήσει... τις τρεις βασικές πτυχές της βιώσιμης ανάκαμψης: πράσινη ανάπτυξη, έξυπνη ανάπτυξη και δίκαιη ανάπτυξη.

Το "COVID-19: The Great Reset" είναι ένας οδηγός για όποιον θέλει να κατανοήσει πώς ο COVID-19 διέκοψε τα κοινωνικά και οικονομικά μας συστήματα και ποιες αλλαγές θα χρειαστούν για να δημιουργηθεί ένας κόσμος που θα περιλαμβάνει περισσότερους, ανθεκτικούς και βιώσιμους στο μέλλον.

Η ανάλυση του  Κλάους Σβαμπ ήταν ανησυχητική, αλλά ελπιδοφόρα για τους νεοφιλελεύθερους οπαδούς του, ο COVID-19 είχε δημιουργήσει μια μεγάλη ανατρεπτική επαναφορά των παγκόσμιων κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών μας συστημάτων που θα περιλαμβάνει "νέους κανόνες περισσότερο ανθεκτικούς και βιώσιμους στο μέλλον"

Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι και ο πρωθυπουργός μας, Κυριάκος Μητσοτάκης, είναι οπαδός και μαχητής των ιδεών του Κλάους Σβαµπ, και υπενθυμίζουμε ότι το βιβλίο "COVID-19: The Great Reset" φιγουράριζε μέχρι πρόσφατα και στο γραφείο του Κυριάκου Μητσοτάκη.
με πληροφορίες από Politico.euwsj.com και ΝΖΖ

Η φθίνουσα ακμή της Αμερικής: φυγή κεφαλαίων, δασμοί και αποδολαριοποίηση

    Η οικονομική πολιτική του Τραμπ για δεύτερη θητεία έχει διπλασιάσει την κοσμοθεωρία που βλέπει το εμπόριο ως ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος και τους δασμούς ως ένα εργαλείο αμβλείας δύναμης για τη διεκδίκηση μόχλευσης.


Η παγκόσμια οικονομική τάξη μετατοπίζεται και το κεφάλαιο ψηφίζει με τα πόδια του. Την περασμένη εβδομάδα, γίναμε μάρτυρες ενός κύματος φυγής κεφαλαίων από τις χρηματοπιστωτικές αγορές των ΗΠΑ που προκλήθηκε από την επιθετική κλιμάκωση των δασμών από την κυβέρνηση Τραμπ. Οι αγορές μετοχών και ομολόγων ξεπούλησαν καθώς οι επενδυτές αφομοίωσαν τις συνέπειες μιας ανανεωμένης ατζέντας προστατευτισμού - και ακόμη και η επακόλουθη αναβολή 90 ημερών των δασμών εκτός Κίνας δεν έκανε τίποτα για να αντιστρέψει τη ζημιά. Η απλή ανακοίνωση τέτοιων σαρωτικών εμπορικών μέτρων έχει ήδη προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημιά στο κλίμα της αγοράς και τώρα βρίσκεται σε εξέλιξη μια ευρύτερη επαναξιολόγηση: εξακολουθούν να είναι οι ΗΠΑ ασφαλές και στρατηγικό μέρος για επενδύσεις;

Η απάντηση, όλο και περισσότερο, φαίνεται να είναι αρνητική.

Η οικονομική πολιτική του Τραμπ για δεύτερη θητεία έχει διπλασιάσει την κοσμοθεωρία που βλέπει το εμπόριο ως ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος και τους δασμούς ως ένα εργαλείο αμβλείας δύναμης για τη διεκδίκηση μόχλευσης. Αλλά στην πραγματικότητα, αυτά τα μέτρα λειτουργούν ως φόρος τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους παραγωγούς των ΗΠΑ. Τα πρόσφατα ανακοινωθέντα τιμολόγια -με ευρεία βάση και τιμωρητικά- έχουν αρχίσει να αυξάνουν το κόστος εισροών, να νεφελώνουν την ορατότητα των εταιρικών κερδών και να τροφοδοτούν τις πληθωριστικές πιέσεις. Σε συνδυασμό με την ήδη αυστηρή πολιτική της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, οι ΗΠΑ πλησιάζουν επικίνδυνα σε ένα στασιμοπληθωριστικό περιβάλλον: υποτονική ανάπτυξη σε συνδυασμό με επίμονο πληθωρισμό. Αυτό είναι το χειρότερο δυνατό μείγμα για τους επενδυτές και οι αγορές έχουν ανταποκριθεί ανάλογα.

Αυτή η μετατόπιση δεν αφορά μόνο τα οικονομικά — έχει να κάνει με την αξιοπιστία. Για δεκαετίες, οι Ηνωμένες Πολιτείες κάθονταν στην κορυφή της παγκόσμιας αλυσίδας αξίας, εξάγοντας υπηρεσίες, πνευματική ιδιοκτησία και βιομηχανίες υψηλής ποιότητας, ενώ εισήγαγαν φθηνά αγαθά που κρατούσαν υπό έλεγχο τις τιμές καταναλωτή. Ήταν ένα σύστημα που επιβράβευσε την αμερικανική καινοτομία και επιχειρηματικότητα ενώ αγκυροβόλησε το δολάριο ΗΠΑ ως το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Αλλά αυτό το σύστημα βασιζόταν στο άνοιγμα, τους κανόνες και την προβλεψιμότητα. Αυτό που βλέπουμε τώρα είναι το ξετύλιγμα αυτού του συμπαγούς.

Ακόμη και πριν από αυτό το τελευταίο δασμολογικό σοκ, οι αμερικανικές αγορές είχαν χαμηλότερες επιδόσεις από τις αντίστοιχες διεθνείς τους. Οι επενδυτές προσαρμόζονται σταδιακά σε μια νέα πραγματικότητα όπου η Αμερική, κάποτε παγκόσμιος σημαιοφόρος για ανοιχτές αγορές και σταθερή διακυβέρνηση, λειτουργεί όλο και περισσότερο με μια εσωστρεφή, ασταθή οικονομική στάση. Η «Αμερική του Τραμπ» έχει φτάσει να συμβολίζει την αβεβαιότητα, τον εξαναγκασμό και τη θεσμική πίεση. Και οι επενδυτές αναβαθμονομούν αναλόγως.

Το ευρώ έχει αναδειχθεί ως ο μεγαλύτερος ωφελούμενος αυτής της επαναξιολόγησης στις αγορές συναλλάγματος. Την περασμένη εβδομάδα, σημείωσε τα ισχυρότερα κέρδη μεταξύ των βασικών νομισμάτων και το τρίτο μεγαλύτερο στην ιστορία —όχι λόγω της αναζωπύρωσης της ευρωζώνης, αλλά επειδή αποτελεί πλέον τη μόνη αξιόπιστη εναλλακτική λύση έναντι του δολαρίου ΗΠΑ στα χαρτοφυλάκια αποθεματικών. Οι επιλογές για τις παγκόσμιες κεντρικές τράπεζες και τα κρατικά ταμεία περιορίζονται: συνεχίστε να βασίζεστε σε ένα σύστημα δολαρίων που καθοδηγείται από παρορμητική εμπορική πολιτική και τιμωρητικούς δασμούς ή διαφοροποιηθείτε σε ένα νομισματικό μπλοκ που, αν και ατελές, εξακολουθεί να δίνει προτεραιότητα σε πλαίσια βασισμένα σε κανόνες και συντονισμό πολιτικών.

Η βαθύτερη επίπτωση αυτών των αλλαγών είναι η εξής: οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να μην είναι πλέον σε θέση να εισπράττουν το «υπερβολικό προνόμιο» της υπερβολικής απόδοσης των επενδύσεων. Για δεκαετίες, οι επενδυτές ήταν πρόθυμοι να δεχτούν χαμηλότερες αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων και υψηλότερες αποτιμήσεις σε αμερικανικές μετοχές επειδή θεωρούσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες ως μοναδικά ασφαλείς, ρευστοποιημένες και στρατηγικά κυρίαρχες. Αλλά αυτές οι υποθέσεις αμφισβητούνται τώρα. Εάν οι επενδυτές πρέπει να αποτιμήσουν την επίμονη αστάθεια των πολιτικών, τις εμπορικές τριβές και την αποδυνάμωση της θεσμικής αξιοπιστίας, θα απαιτήσουν υψηλότερο ασφάλιστρο κινδύνου για να κατέχουν περιουσιακά στοιχεία των ΗΠΑ.

Αυτό είναι ένα επικίνδυνο μέρος για μια χώρα που βασίζεται σε παγκόσμιο κεφάλαιο για να χρηματοδοτήσει τα ελλείμματα, να στηρίξει το νόμισμά της και να εδραιώσει τη γεωπολιτική της επιρροή. Μια μειωμένη όρεξη για περιουσιακά στοιχεία των ΗΠΑ θα μπορούσε να σημαίνει υψηλότερο κόστος δανεισμού, διαρκή αδυναμία του δολαρίου και αντιστροφή της μεταπολεμικής τάξης με την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες έθεσαν τους κανόνες και άλλες ακολουθούσαν.

Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε τι διακυβεύεται. Η διάβρωση της εμπιστοσύνης των επενδυτών δεν αφορά μόνο τα κέρδη αυτού του τριμήνου ή τον πληθωρισμό του επόμενου μήνα. Πρόκειται για τη θεμελιώδη αφήγηση της αμερικανικής αξιοπιστίας. Η αυτοπεποίθηση, όταν χαθεί, είναι δύσκολο να ανακτηθεί.

Η διοίκηση μπορεί να ισχυριστεί ότι υπερασπίζεται την αμερικανική βιομηχανία. Στην πραγματικότητα, υπονομεύει τις συνθήκες που επέτρεψαν στην αμερικανική βιομηχανία —και στις αμερικανικές αγορές— να κυριαρχούν για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Εάν αυτή η τροχιά συνεχιστεί, η ζημιά δεν θα είναι κυκλική. Θα είναι δομικό. Και ο υπόλοιπος κόσμος, όπως υποδηλώνουν οι ροές κεφαλαίων της περασμένης εβδομάδας, ήδη προετοιμάζεται για το επόμενο.
Ιγκόρ Ντεσιάτνικοφ / geopoliticalmonitor.com
Ο Ιγκόρ Ντεσιάτνικοφ (Igor Desyatnikov) είναι μεταπτυχιακός φοιτητής στο Τμήμα Διακυβέρνησης στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, όπου ειδικεύεται στη Διεθνή Ασφάλεια, την Ανατολική Ευρώπη, τα μετασοβιετικά κράτη και τις διατλαντικές σχέσεις. Πριν από την επίσημη εκπαίδευσή του στη διεθνή ασφάλεια και τις εξωτερικές υποθέσεις, πέρασε πάνω από δύο δεκαετίες ως διαχειριστής κεφαλαίων που δραστηριοποιείται σε παγκόσμιες μακροοικονομικές αγορές, επιβλέποντας στρατηγικές στενά συνδεδεμένες με μακροοικονομικές και εξωτερικές πολιτικές κορυφαίων οικονομιών.

«ΕΜΠΟΡΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ» / Παζάρια και πιέσεις σε «συμμάχους» και αντιπάλους από ΗΠΑ και Κίνα

    Σε αυτό το πλαίσιο, Ουάσιγκτον και Πεκίνο, πέρα από το «πινγκ πονγκ» επιβολής νέων δυσθεώρητων δασμών, εντείνουν στοχευμένες κινήσεις επιδιώκοντας να μεγαλώσουν δυσκολίες ή να αφαιρέσουν πλεονεκτήματα της άλλης πλευράς.


Η έκταση και το βάθος της ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης ΗΠΑ - Κίνας για τη διεθνή πρωτοκαθεδρία, η προσπάθεια και των δύο να εντείνουν πιέσεις σε «συμμάχους» και αντιπάλους προκειμένου να ενισχύσουν τη θέση τους, οι «δυσκολίες» στην εξεύρεση συμβιβασμών στα συνεχή παζάρια μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, αλλά και οι ενδοαστικές αντιθέσεις στο εσωτερικό των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών, αποτυπώνονται στις ολοένα και πιο πυκνές εξελίξεις του «εμπορικού πολέμου».

«Η Κίνα είναι και ο μεγαλύτερος οικονομικός ανταγωνιστής μας και ο μεγαλύτερος στρατιωτικός αντίπαλός μας», επεσήμανε ο Αμερικανός υπουργός Εμπορίου Σκοτ Μπέσεντ, ενώ από την πλευρά του το Πεκίνο, μέσω του εκπροσώπου του υπουργείου Εξωτερικών, επανέλαβε ότι «η Κίνα δεν θέλει να πολεμήσει, αλλά ούτε φοβάται να πολεμήσει».

Σε αυτό το πλαίσιο, Ουάσιγκτον και Πεκίνο, πέρα από το «πινγκ πονγκ» επιβολής νέων δυσθεώρητων δασμών, εντείνουν στοχευμένες κινήσεις επιδιώκοντας να μεγαλώσουν δυσκολίες ή να αφαιρέσουν πλεονεκτήματα της άλλης πλευράς.

Ενδεικτικά είναι σε αυτό το πλαίσιο δημοσιεύματα όπως αυτό του «Bloomberg» για την πίεση που ασκεί η Ουάσιγκτον σε δεκάδες χώρες με τις οποίες διαπραγματεύεται γύρω από νέους όρους διμερών εμπορικών συνεργασιών: Τους ζητάει να μεγαλώσουν τα εμπόδια απέναντι σε κινεζικές εταιρείες και εισαγωγές, επιβάλλοντας και δικούς τους «δευτερογενείς δασμούς» εναντίον του Πεκίνου και «συμμάχων» του, προκειμένου να εξασφαλίσουν εξαιρέσεις ή μειώσεις από τους μεγάλους δασμούς που επέβαλε και στη συνέχεια «πάγωσε» προσωρινά (για 90 μέρες) η κυβέρνηση Τραμπ.

Και όπως δήλωσε ο Αμερικανός Πρόεδρος μιλώντας στο «Fox News», «ναι, μπορεί να πρέπει να διαλέξουν ανάμεσα στις αμερικανικές επενδύσεις και στο κινεζικό επενδυτικό σχέδιο "Belt and Road"». Επίσης, οι ΗΠΑ φέρονται να πιέζουν «εταίρους» τους και να πάψουν να «απορροφούν πλεονάζοντα αγαθά» από την Κίνα.

Οι πιέσεις της Ουάσιγκτον για μια τέτοια συστράτευση απέναντι στο Πεκίνο προσθέτουν εμπόδια στην έτσι κι αλλιώς δύσκολη αναζήτηση συμβιβασμών με «συμμάχους» της στην Ευρώπη και την Ασία οι οποίοι, εκτός των άλλων αντιθέσεων με τις ΗΠΑ, διατηρούν ισχυρά συμφέροντα από τις μπίζνες των μονοπωλίων τους με την Κίνα.

«Ελάχιστη πρόοδος» στα παζάρια ΗΠΑ - ΕΕ

Σε ένα τέτοιο φόντο, δημοσιεύματα έκαναν λόγο για «ελάχιστη πρόοδο» στις διαπραγματεύσεις ΗΠΑ - ΕΕ, μετά τις επαφές που πραγματοποίησε στην Ουάσιγκτον με Αμερικανούς αξιωματούχους ο επίτροπος Εμπορίου και Ανταγωνιστικότητας της ΕΕ Μ. Σέφκοβιτς.

Επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά τα εν λόγω δημοσιεύματα, ο εκπρόσωπος της ΕΕ Ολαφ Γκιλ είπε μεν ότι αυτό που έγινε «δεν ήταν ένας διάλογος κωφών, ήταν μια πολύ επικεντρωμένη και παραγωγική συνάντηση», σπεύδοντας ωστόσο να προσθέσει ότι «όταν λέμε ότι χρειάζεται να ακούσουμε περισσότερα από τους Αμερικανούς, το εννοούμε (...) Περιμένουμε μια σαφέστερη εικόνα για τους στόχους που έχουν από αυτές τις διαπραγματεύσεις».

Ο Γκιλ ανέφερε επίσης ότι η συνάντηση «εστίασε στην εξερεύνηση τομέων και πλαισίων πιθανών συμφωνιών», ξεκαθαρίζοντας ωστόσο πως αυτή δεν ήταν «διαπραγμάτευση συγκεκριμένης συμφωνίας». Καταλήγοντας, είπε ότι «η ΕΕ αναλαμβάνει το μερίδιο που της αναλογεί. Τώρα πρέπει και οι ΗΠΑ να καθορίσουν την θέση τους. Σε κάθε διαπραγμάτευση χρειάζεται να διανυθεί πορεία διπλής κατεύθυνσης, να υπάρξει δέσμευση δύο πλευρών (...) Στην ΕΕ συνεχίζουμε τη προπαρασκευαστική εργασία για περαιτέρω αντίμετρα, στην περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ δεν καταλήξουν θετικά. Και όλα παραμένουν στο τραπέζι».

Ρεπορτάζ του ιταλικού «Agenzia Nova» τόνιζε ότι ο Σέφκοβιτς μετέφερε την κατηγορηματική αντίθεση των Βρυξελλών στην επιβολή νέων δασμών ειδικά σε τομείς όπως οι ημιαγωγοί και το Φάρμακο, που έχουν κομβική σημασία στο εμπόριο ΗΠΑ - ΕΕ.

Στις αρχές του μήνα (7/4), μιλώντας σε συνεδρίαση των υπουργών της ΕΕ για το εξωτερικό εμπόριο (πριν το 90ήμερο «πάγωμα» των αυξημένων ανταποδοτικών δασμών για δεκάδες εταίρους - αλλά όχι την Κίνα), ο Σέφκοβιτς είχε επισημάνει για τους παράγοντες που σήμερα καθορίζουν «το εμπόριο με τον πιο σημαντικό μας εταίρο, τις ΗΠΑ» ότι εξακολουθεί να «βαραίνει» σημαντικά η αυξανόμενη απειλή που συνιστούν οι κινεζικοί όμιλοι: «Αντιμετωπίζουμε παρόμοιες προκλήσεις, π.χ. την παγκόσμια πλεονασματική παραγωγή που διαμορφώνουν πρακτικές αντίθετες στην αγορά, την κούρσα για την ηγετική θέση στον τομέα των ημιαγωγών, ή τη διασφάλιση κρίσιμων ορυκτών. Αν ενωθούμε, θα μπορούσαμε να οικοδομήσουμε μια αληθινά διατλαντική αγορά, που ωφελεί και τους δύο».

Παράλληλα όμως, σημειώνοντας ότι ένας συμβιβασμός παραμένει δύσκολος και καθόλου βέβαιος, είχε τονίσει ότι τίποτα δεν μπορεί να αποκλείσει μια νέα επιδείνωση στις σχέσεις ΗΠΑ - ΕΕ: «Ας είμαστε ξεκάθαροι, ωστόσο, μια δέσμευση με τις ΗΠΑ θα χρειαστεί χρόνο και προσπάθεια. Προς το παρόν, βρισκόμαστε στα πρώτα στάδια των συζητήσεων, γιατί οι ΗΠΑ αντιμετωπίζουν τους δασμούς όχι ως βήμα τακτικής αλλά ως διορθωτικό μέτρο».

Συμπλήρωνε δε ότι «ενώ η ΕΕ παραμένει ανοιχτή στη διαπραγμάτευση και σαφώς την προτιμά σημαντικά, δεν θα περιμένουμε για πάντα. Μέχρι να δούμε διακριτή πρόοδο, θα εργαζόμαστε με βάση τρεις άξονες: Θα υπερασπιζόμαστε τα συμφέροντά μας με αντίμετρα, θα διαφοροποιούμε το εμπόριό μας μέσα από νέες συμφωνίες και θα αποτρέπουμε επιβλαβείς εμπορικές εκτροπές».

Και ξεκαθάριζε ότι «είναι προς το συμφέρον μας να ενισχύσουμε τους εμπορικούς και επενδυτικούς μας δεσμούς με εταίρους σε όλη την υφήλιο, όπως Ινδία, Ινδονησία, Ταϊλάνδη, Φιλιππίνες, ή με την περιοχή του Κόλπου», αλλά και ότι οι Βρυξέλλες προσπαθούν να ανιχνεύσουν και «ευκαιρίες» στην κατάσταση που διαμορφώνουν οι αυξημένοι δασμοί των Αμερικανών: «Ενώ οι ΗΠΑ αποφάσισαν να αποσυρθούν από μέρη του παγκόσμιου εμπορικού συστήματος, αυτό το σύστημα παραμένει κρίσιμο για την ΕΕ και τον υπόλοιπο κόσμο. Οι ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν το 13% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών. Δική μας προτεραιότητα, μαζί με τα υπόλοιπα μέλη του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, είναι η υπεράσπιση του υπόλοιπου 87% και το να βεβαιωθούμε ότι το παγκόσμιο εμπορικό σύστημα θα επικρατήσει για εμάς τους υπόλοιπους».

Περαιτέρω, αναφερόμενος στις επίσημες επαφές που είχε τέλη Μάρτη στην Κίνα, είχε εξηγήσει ότι οι επαφές του εκεί εστίασαν στην «προώθηση της συνεργασίας για την επανεξισορρόπηση της εμπορικής και επενδυτικής μας σχέσης με απτά αποτελέσματα. Καλύψαμε μακροχρόνια ζητήματα, όπως η πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα και οι επιδοτήσεις, τα εμπόδια στην πρόσβαση στην αγορά πολλών ευρωπαϊκών προϊόντων, την ανάγκη να "ανέβει" το "επίπεδο παιχνιδιού" για τις ευρωπαϊκές εταιρείες στην Κίνα».

Τέλος, επιβεβαιώνοντας ότι και οι Βρυξέλλες «πιέζουν» το Πεκίνο για ανταλλάγματα, είχε πει ότι συζητήθηκαν «οι κινεζικές επενδύσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα της ηλεκτροκίνησης στην ΕΕ, για να δοθεί ώθηση στην ανταγωνιστικότητα και στη δημιουργία θέσεων εργασίας στην ΕΕ, με επίκεντρο τη μεταφορά τεχνολογίας, R&D (Ερευνα και Ανάπτυξη)» κ.λπ.

Εντείνει τις κινήσεις του και το Πεκίνο

Την ίδια ώρα το Πεκίνο εντείνει τις δικές του κινήσεις απέναντι στις ΗΠΑ, πέρα από την «ανταλλαγή» δασμών.

Χαρακτηριστικοί ήταν οι περιορισμοί που ανακοίνωσε το Πεκίνο ότι θέτει στην εξαγωγή 7 κρίσιμων σπάνιων γαιών, που έχουν καθοριστικό ρόλο σε πολύ σημαντικούς τομείς της βιομηχανίας και των ΗΠΑ, περιλαμβανομένης της στρατιωτικής.

Καθόλου τυχαία, το αμερικανικό Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (Center of Strategic and International Studies - CSIS) προειδοποίησε ότι οι κινεζικοί περιορισμοί μπορεί να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στις ΗΠΑ, ακόμα και στην «άμυνά» τους, διαταράσσοντας παραγγελίες εταιρειών που φτιάχνουν υποβρύχια, πυραύλους, συστήματα ραντάρ, drones.

Αναφέρει επίσης ότι «ακόμα και πριν από τους τελευταίους περιορισμούς η βιομηχανική βάση του αμυντικού εξοπλισμού των ΗΠΑ αντιμετώπιζε προβλήματα, με περιορισμένη χωρητικότητα, και δεν είχε την ικανότητα να αυξήσει την παραγωγή για να καλύψει τις απαιτήσεις αμυντικής τεχνολογίας», προσθέτοντας πως «περαιτέρω απαγορεύσεις σε εισροές κρίσιμων ορυκτών το μόνο που θα πετύχουν θα είναι να διευρύνουν το χάσμα, επιτρέποντας στην Κίνα να ενισχύσει τις στρατιωτικές της δυνατότητες πιο γρήγορα από τις ΗΠΑ», όταν μάλιστα - όπως αναφέρεται - ήδη η Κίνα αποκτά προηγμένα οπλικά συστήματα και εξοπλισμό 5-6 φορές ταχύτερα από τις ΗΠΑ.

Ο δε Κινέζος Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ πραγματοποίησε πολυήμερη περιοδεία στη Νοτιοανατολική Ασία (σε Βιετνάμ, Μαλαισία και Καμπότζη), μια περιοχή ιδιαίτερα κρίσιμη για την αντιπαράθεση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας.

Καθόλου τυχαία, οι τρεις χώρες που επέλεξε να επισκεφτεί ο Σι έχουν στενές οικονομικές σχέσεις με το Πεκίνο, ενώ η κυβέρνηση Τραμπ τούς επέβαλε ιδιαίτερα υψηλούς δασμούς (που έχουν επίσης «παγώσει» για 90 μέρες), κατηγορώντας τις μεταξύ άλλων ότι λειτουργούν ως «προέκταση» για το κινεζικό εμπόριο και ως μέσο αποφυγής των δασμών που επιβάλλονται εναντίον του Πεκίνου.

Κίνα και Βιετνάμ υπέγραψαν 45 συμφωνίες κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Σι και μεταξύ άλλων συζητήθηκε η στενότερη σύνδεση του Βιετνάμ με τους BRICS, ενώ ο Τραμπ σχολίασε ότι οι συζητήσεις τους επικεντρώνονται στο «πώς να βλάψουν τις ΗΠΑ»...

«Στον αφρό» οι ενδοαστικές αντιθέσεις στις ΗΠΑ

Στο μεταξύ, επιφυλάξεις και «ανησυχίες» για τη δασμολογική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ εκφράζονται και εντός ΗΠΑ, αποτυπώνοντας όλο και πιο καθαρά ενδοαστικές αντιθέσεις και διαφοροποιήσεις σε τμήματα του κεφαλαίου.

Μεταξύ άλλων, ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής Μπιλ Ακμαν επανήλθε με νέες δηλώσεις του, χαρακτηρίζοντας μάλιστα τη συνέχιση των δασμών «κήρυξη οικονομικού πυρηνικού πολέμου».

Ο διευθύνων σύμβουλος της JP Morgan Chase, Τζέιμι Ντάιμον, αφού περιέγραψε τις ΗΠΑ ως «έναν παράδεισο» λόγω της οικονομικής και στρατιωτικής τους ισχύος, μιλώντας στους «Financial Times» είπε ότι η προσπάθεια της κυβέρνησης Τραμπ να αναμορφώσει το παγκόσμιο εμπόριο γεννά απειλές και για την αμερικανική οικονομία. «Ενα μεγάλο μέρος αυτής της αβεβαιότητας δημιουργεί προκλήσεις γι' αυτήν», ανέφερε.

Και η διοίκηση του τεχνολογικού κολοσσού της Nvidia ανησυχεί ότι θα υποστεί «πλήγμα» 5,5 δισ. δολαρίων, μετά το «μπλόκο» των ΗΠΑ στις εξαγωγές τσιπ Τεχνητής Νοημοσύνης στην Κίνα, για την αγορά της οποίας η εταιρεία έχει ειδικά σχεδιάσει το τσιπ H20.

Στα τέλη της βδομάδας ο Δημοκρατικός κυβερνήτης της Πολιτείας της Καλιφόρνιας, Γκάβιν Νιούσομ, ανακοίνωσε ότι θα προσφύγει στα δικαστήρια κατά της κυβέρνησης Τραμπ και των δασμών που επιβάλλει, υποστηρίζοντας ότι ο νόμος που αξιοποιεί προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη του Κογκρέσου. Τονίζοντας ότι «η Καλιφόρνια είναι η μεγαλύτερη βιομηχανική Πολιτεία» των ΗΠΑ και «παράγει το 14% του αμερικανικού ΑΕΠ», επεσήμανε ότι η πολιτειακή αρχή θα επιδιώξει χωριστές εμπορικές συμφωνίες με τον υπόλοιπο κόσμο, ώστε να εξαιρεθεί από αντίποινα προς τις ΗΠΑ.

Την Πέμπτη ο Τραμπ επέκρινε ξανά τους χειρισμούς της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), χαρακτηρίζοντας «ολοκληρωτικό χάος» την έκθεση που δημοσίευσε ο διοικητής της, Τζερόμ Πάουελ, τον οποίο χαρακτήρισε «υπερβολικά αργό (...) και λάθος», σχολιάζοντας μάλιστα ότι η λήξη της θητείας του «δεν μπορεί να περιμένει άλλο».

Στην έκθεσή του ο Πάουελ εκτίμησε ότι οι εμπορικές πολιτικές της κυβέρνησης δημιουργούν προκλήσεις για τη Fed και τους στόχους της για την ανάπτυξη. Περιέγραψε τις νέες εμπορικές πολιτικές ως «σημαντική αλλαγή» και συμπλήρωσε ότι «οι επιπτώσεις τους είναι πιθανό να μας απομακρύνουν από τους στόχους μας, οπότε η ανεργία είναι πιθανό να αυξηθεί, καθώς η οικονομία κατά πάσα πιθανότητα επιβραδύνεται».
Αναδημοσίευση από τον «Ριζοσπάστη»

© all rights reserved
customized with από: antikry.gr