Δέσποινα Σπανού: Η Ελλάδα ως τουριστικός προορισμός δεν είναι για τους Έλληνες και τα κέρδη από τον τουρισμό είναι για λίγους

Δέσποινα Σπανού, Τουρισμός,

Σύμφωνα με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού Ινστιτούτου που δημοσίευσε η ΓΣΕΕ 1.629.245 έλληνες εργαζόμενοι, δηλαδή 43,4% του εργατικού δυναμικού της χώρας, δεν μπορεί να πάει διακοπές, διότι οι χαμηλοί μισθοί και η ακρίβεια δεν το επιτρέπουν. Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο του 2019, που ήταν 41,3%.




Δέσποινα Σπανού*

Τους τελευταίους μήνες, ιδιαίτερα τους θερινούς, η κυβέρνηση με την βοήθεια των Μ.Μ.Ε. προσπαθεί να μας πείσει για την τεράστια επιτυχία που έχει η λεγόμενη «βαριά βιομηχανία» της Ελλάδας, δηλαδή ο τουρισμός.

Η προπαγάνδα που αναπτύσσεται έχει στόχο να προβάλλει τις επιτυχίες της, να εμπεδώσει την αντίληψη ότι μόνο ο τουρισμός είναι και πρέπει να είναι η μοναδική οικονομική δραστηριότητα σε αυτόν τον τόπο, αλλά και να δικαιολογήσει τις όποιες «παροχές», ότι τάχα δεν είναι προεκλογικές κινήσεις, αλλά λόγω τουρισμού υπάρχουν τα έσοδα για να δοθούν.

Η αλήθεια είναι ότι ο τουρισμός δεν δίνει τα έσοδα που παρουσιάζουν, αλλά ούτε συμβάλλει, με τον τρόπο που αναπτύσσεται στην βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων.

Ο τουρισμός ούτως ή άλλως είναι ένας μεταβλητός παράγοντας, που εξαρτάται από πολλούς λόγους και με κανένα τρόπο δεν μπορεί να αποτελέσει την κύρια οικονομική δραστηριότητα μιας χώρας. Η μεταβλητότητα αυτή φάνηκε καθαρά τα δύο προηγούμενα χρόνια, που λόγω της πανδημίας έπεσε η τουριστική κίνηση, έκλεισαν ξενοδοχεία για μεγάλο χρονικό διάστημα, μειώθηκαν τραγικά τα έσοδα από τον τουρισμό και οι απασχολούμενοι στον τομέα αυτόν αντιμετώπισαν κυριολεκτικά πρόβλημα επιβίωσης. Το γεγονός λοιπόν ότι έχει διαλυθεί ο παραγωγικός ιστός της χώρας και οι νέοι της Ελλάδας, ή μεταναστεύουν ή γίνονται γκαρσόνια, μόνο αρνητικές συνέπειες έχει για τον τόπο και για το πολιτιστικό επίπεδο γενικότερα του λαού. Προσωπικά αισθάνομαι ντροπή όταν βλέπω τις διαφημίσεις των νησιών και την προσπάθεια των κατοίκων να προσελκύσουν ξένους επισκέπτες.

Υπόκλιση και δουλοπρέπεια, που σε παραπέμπουν σε άλλες χώρες. Τα ερωτήματα που ανακύπτουν είναι:

  • Πόσο συμβάλλει ο τουρισμός στο ΑΕΠ της χώρας;
  • Πόσους κλάδους της οικονομίας επηρεάζει; Η αύξηση της τουριστικής κίνησης αντανακλάται σε όλους τους τομείς;
  • Ποια είναι η κατάσταση στην εστίαση;
  • Οι Έλληνες πολίτες, εργαζόμενοι και συνταξιούχοι, μπορούν να κάνουν διακοπές στον τόπο τους και να απολαύσουν τις ομορφιές του, με βάση το εισόδημά τους;
  • Δημιουργεί θέσεις εργασίας και τι είδους θέσεις;

Η αλήθεια είναι:

- 1) Ο ισχυρισμός ότι ο τουρισμός συμβάλλει στο ΑΕΠ της χώρας σε ποσοστό 25-30% δεν αληθεύει. Όσοι τον υποστηρίζουν, χρησιμοποιούν ένα τουριστικό πολλαπλασιαστή των στοιχείων της τάξης του 2,5%. Τα υπόλοιπα στοιχεία όμως τον διαψεύδουν, π.χ. σύμφωνα με την έκθεση του ΚΕΠΕ, την περίοδο 2008-2019 υπήρξε αύξηση των τουριστικών εισπράξεων 56,2%, όταν την ίδια περίοδο μειώθηκε συνολικά το ονομαστικό ΑΕΠ 24,2%. Όπως επίσης το 2020 το ΑΕΠ προσγειώθηκε από τα 183,4 δις το 2019 στα 165,8 δις. Αν το ποσοστό του τουρισμού στο ΑΕΠ ήταν μεγαλύτερο, θα είχαμε ύφεση 20%, πράγμα που δεν συνέβη. Ακόμη και ο ίδιος ο αρμόδιος υπουργός διέψευσε ουσιαστικά αυτόν τον ισχυρισμό, όταν δήλωσε στην αρχή της τουριστικής περιόδου, ότι το 2021 είχαμε 10,65 δις έσοδα από τον τουρισμό, όταν το ΑΕΠ της χώρας το 2021 έφθασε τα 182 δις.

Η αλήθεια είναι ότι η συμβολή του τουριστικού τομέα στην ελληνική οικονομία είναι 12% και το καθαρό μερίδιο του τουρισμού στο ΑΕΠ 6-7,5% (έκθεση ΚΕΠΑ). Φέτος προβλέπονται περισσότερα έσοδα από τον τουρισμό, θα φανεί στο τέλος της περιόδου, όμως η μέχρι τώρα αύξηση των εσόδων (5,5 δις) στην περίοδο Ιανουαρίου – Ιουνίου δεν οφείλονται στον τουρισμό, αλλά στην αύξηση των εσόδων από την έμμεση φορολογία, που την επιβαρύνονται οι πολίτες (καύσιμα κ.ά.). Η προπαγάνδα για τον τουρισμό και τα τεράστια οφέλη του εξυπηρετεί την πολιτική τους, που θέλουν την Ελλάδα εξηρτημένη και μόνο τόπο διακοπών.

- 2) Η αύξηση των αφίξεων και η πληρότητα στα ξενοδοχεία δεν αντανακλάται και σε άλλους κλάδους, όπως είναι η εστίαση, που σύμφωνα με τα στοιχεία της ΓΕΣΕΒΕ φέτος παρουσιάζει μείωση τζίρου που ξεπερνά το 40% σε σχέση με πέρυσι. Αυτό οφείλεται στην αύξηση των τιμών κατά 25% σε σχέση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο και στην μείωση των εισοδημάτων λόγω της ακρίβειας.
Οι ξένοι τουρίστες έχουν περιορίσει τις παραγγελίες (με σαλάτα την …. βγάζουν λένε οι μαγαζάτορες), οι δε Έλληνες που μένουν σε εξοχικά δεν επισκέπτονται τα εστιατόρια, προσπαθώντας να κάνουν οικονομία. Ακόμη και σε περιοχές με μεγάλη επισκεψιμότητα τις καθημερινές πολλά καταστήματα εστίασης είναι άδεια.

Οι επιχειρήσεις εστίασης βέβαια αντιμετωπίζουν πρόβλημα και λόγω της αύξησης του λειτουργικού κόστους, η τιμή της κιλοβατώρας είναι αυξημένη κατά 50% σε σχέση με το 2021, το κόστος των πρώτων υλών κατά 44%, ενώ σε κάποια είδη οι αυξήσεις φθάνουν και το 150%. Συνολικά η τόσο διαφημισμένη αύξηση των αφίξεων, όχι μόνο δεν συνέλαβε θετικά στην αύξηση των πελατών των καταστημάτων εστίασης και άρα των εσόδων, αλλά αντιθέτως υπάρχει μείωση του τζίρου, που σε συνδυασμό με την αύξηση του κόστους λειτουργίας θα οδηγήσει πολλά καταστήματα σε κλείσιμο το Φθινόπωρο.

- 3) Σύμφωνα με την έκθεση του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού Ινστιτούτου που δημοσίευσε η ΓΣΕΕ 1.629.245 έλληνες εργαζόμενοι, δηλαδή 43,4% του εργατικού δυναμικού της χώρας, δεν μπορεί να πάει διακοπές, διότι οι χαμηλοί μισθοί και η ακρίβεια δεν το επιτρέπουν. Το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο του 2019, που ήταν 41,3%. Η Ελλάδα είναι η τρίτη χώρα στην Ευρώπη, μετά την Ρουμανία και την Λιθουανία, που ένα μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων δεν μπορεί να πάει διακοπές, παρά το γεγονός ότι οι μεγάλες εταιρείες έχουν αυξήσει τα κέρδη τους, που σημαίνει ότι η κερδοφορία τους αυξάνεται από την συμπίεση των εισοδημάτων των εργαζομένων. Ο αριθμός αυτός θα ήταν πολύ μεγαλύτερος, αν ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων δεν εύρισκε καταφύγιο στα πατρικά σπίτια ή σε συγγενικά για να κάνει διακοπές, προκειμένου να μειώσει τα έξοδα. Όταν όμως το μισό σχεδόν ή και παραπάνω εργατικό δυναμικό της χώρας δεν μπορεί να πάει διακοπές, σημαίνει ότι η Ελλάδα ως τουριστικός προορισμός δεν είναι για τους Έλληνες.

- 4) Το επιχείρημα ότι ο τουρισμός δημιουργεί θέσεις εργασίας και άρα βελτιώνεται το επίπεδο ζωής είναι αναληθές.

Ούτως ή άλλως οι θέσεις εργασίας στον τουρισμό είναι εποχικές, όμως η αυθαιρεσία και η παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας είναι μεγαλύτερη και πιο συχνή από οποιονδήποτε άλλο κλάδο.
Τα Σωματεία Εργαζομένων στον Τουρισμό καταγγέλλουν άθλιες συνθήκες εργασίας, 10, 12, ή 14 ώρες, παρακράτηση χρημάτων, εκβιασμούς, ή εξαναγκασμό να δώσουν πίσω χρήματα που έχουν λάβει, απλήρωτες υπερωρίες και απλήρωτη υπεργασία, ακόμη και χρηματικές ποινές (100 €) για κάθε ρεπό που παίρνει ο εργαζόμενος. Πραγματικές συνθήκες γαλέρας εξαιτίας των οποίων υπάρχει απροθυμία πολλών νέων να εργαστούν στον κλάδο, διότι δεν αντέχουν, γεγονός που φάνηκε και στην αρχή της τουριστικής περιόδου. Όλα αυτά αποδεικνύουν ότι η πολυδιαφημιζόμενη βαριά βιομηχανία είναι μια φούσκα, που δίνει τεράστια κέρδη στους επιχειρηματίες των μεγάλων ξενοδοχείων και των μεγάλων τουριστικών γραφείων, ενώ ο υπόλοιπος λαός γίνεται υπηρέτης στον τόπο του, χωρίς να ο ίδιος να έχει τη δυνατότητα να χαρεί τις ομορφιές του.

Είναι πολλά χρόνια που η Ελλάδα μετατρέπεται σε ένα μεγάλο ξενοδοχείο, ενώ υποβαθμίζονται όλες οι άλλες παραγωγικές δυνατότητες.

Μετά τα μνημόνια όμως η κατάσταση έχει επιδεινωθεί. Αν όμως συνεχισθεί και παγιωθεί, σημαίνει ότι δεν υπάρχει μέλλον ούτε για τον τόπο, αλλά ούτε και για τον λαό. Η παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας σε συνδυασμό με νομισματική αυτοτέλεια και αύξηση των εισοδημάτων, ώστε να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο του λαού, είναι αδήριτη ανάγκη.

Δέσποινα Σπανού είναι πρώην αντιπρόεδρος της ΑΔΕΔΥ, στέλεχος της ΛΑΕ.

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου