Το κυρίαρχο όμως πρόβλημα ήταν, είναι και παραμένει το δημόσιο χρέος. Και το χειρότερο είναι ότι ο τρόπος αναχρηματοδότησής του, μέσω κυρίως του βραχυχρόνιου δανεισμού με repos από το «Κοινό Κεφάλαιο Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ασφαλιστικών Φορέων», που διατηρεί η Τράπεζα της Ελλάδας σύμφωνα με τον καταχρηστικό ν. 2469/97 του Σημίτη, έχει πλέον εξαντληθεί.
To 2024 πιθανότητα θα είναι ένα νέο 2010 για την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Αν και πολύ χειρότερο γιατί η χώρα μας είναι σε πολύ πιο δεινή θέση απ’ ότι τότε. Τόσο σε επίπεδο χρέους, το οποίο παραμένει το κυρίαρχο πρόβλημα, όσο και σε επίπεδο εισοδήματος, επενδύσεων και απασχόλησης.
Η κυβέρνηση επιχείρησε τους προηγούμενους μήνες κυρίως με πληρωμένα από τον κρατικό προϋπολογισμό δημοσιεύματα στο εσωτερικό και εξωτερικό, να δημιουργήσει μια πλαστή εικόνα «οικονομικού θαύματος» για την καταρρέουσα Ελλάδα. Για το λόγο αυτό δαπάνησε υπερδιπλάσια ποσά απ’ ότι π.χ. θα απαιτούσε η εγκατάσταση ενιαίου συστήματος διεύθυνσης και ελέγχου του σιδηροδρομικού διχτύου της χώρας, προκειμένου να αποφύγουμε νέα Τέμπη.
Ταυτόχρονα, επέβαλε ομερτά στα ΜΜΕ και τους δημοσιογραφικούς κύκλους σχετικά με την καταρρέουσα οικονομία της Ελλάδας. Με την άρρητη συμπαράσταση του συνόλου της αντιπολίτευσης. Κι έτσι κανείς δεν τολμά να πει την αλήθεια. Κανείς δεν αμφισβητεί το κυρίαρχο αφήγημα. Εκτός βέβαια από αντιπολιτευτικές καντρίλιες σχετικά με το «μίγμα πολιτικής». Τίποτε άλλο.
Δεν πρέπει ο μέσος Έλληνας να αντιληφθεί αυτό που επίκειται. Όπως δεν έπρεπε να το αντιληφθεί και το 2008-2009, έστω κι αν είχε ήδη δρομολογηθεί η επίσημη χρεωκοπία της χώρας. Πρέπει για μια ακόμη φορά να πιαστεί εξ απήνης, ώστε εν μέσω κρίσης πληρωμών να εκβιαστεί για να σκύψει το κεφάλι στα πολύ χειρότερα.
Για το λόγο αυτό και με κάλυψη του ευρωπαϊκών οργάνων η κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε μια πρωτοφανή – ακόμη και για τα ελληνικά δεδομένα – «δημιουργική λογιστική».
Έτσι εμφανίζει το ΑΕΠ του 2023 να παρουσιάζει πραγματική αύξηση γύρω στο 2% σε σχέση με το 2022. Την ίδια όμως ώρα ο Κύκλος Εργασιών για το Σύνολο των Επιχειρήσεων της Ελληνικής Οικονομίας με υποχρέωση τήρησης Διπλογραφικών Βιβλίων, σημείωσε πτώση σε τρέχουσες τιμές για το 2023 της τάξης του 3,8%! Η πτώση αυτή συνεχίζεται και τον Ιανουάριο 2024 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023 κατά 1,5% σε τρέχουσες τιμές.
Πώς λοιπόν γίνεται ο τζίρος του συνόλου των Επιχειρήσεων της Ελληνικής οικονομίας να παρουσιάζει πτώση το 2023 και μάλιστα σε τρέχουσες τιμές, αλλά το ΑΕΠ να παρουσιάζει πραγματική άνοδο; Πρόκειται φυσικά για «δημιουργική λογιστική».
Ταυτόχρονα, εμφανίζουν τον επίσημο πληθωρισμό να κινείται το 2023 σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από το 2022, αλλά η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Στο διάγραμμα βλέπουμε την εξέλιξη του επίσημου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) σε σύγκριση με τον τιμάριθμο λιανικών πωλήσεων για όλη την περίοδο 2001-2023.
Τι παρατηρούμε; Ο ΔΤΚ παρακολουθεί τον τιμάριθμο των λιανικών πωλήσεων για όλα τα χρόνια, εκτός από το 2023! Το 2023 εμφανίζεται να μειώνεται δυσανάλογα με τον τιμάριθμο λιανικών πωλήσεων, ο οποίος κινείται στο 7,2%!
Το κυρίαρχο όμως πρόβλημα ήταν, είναι και παραμένει το δημόσιο χρέος. Και το χειρότερο είναι ότι ο τρόπος αναχρηματοδότησής του, μέσω κυρίως του βραχυχρόνιου δανεισμού με repos από το «Κοινό Κεφάλαιο Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ασφαλιστικών Φορέων», που διατηρεί η Τράπεζα της Ελλάδας σύμφωνα με τον καταχρηστικό ν. 2469/97 του Σημίτη, έχει πλέον εξαντληθεί. Ήδη στα τέλη του 2023 το δημόσιο χρέος που έχουν επωμιστεί τα ΝΠΔΔ και οι Ασφαλιστικοί Φορείς έφτασε σχεδόν τα 69 δις ευρώ!
Ταυτόχρονα και παρά τα εκατοντάδες εκατομμύρια προβολής του δήθεν «οικονομικού θαύματος» της Ελλάδας, οι διεθνείς αγορές χρήματος και κυρίως οι θεσμικοί επενδυτές εξακολουθούν να μην εμπιστεύονται τους ελληνικούς τίτλους χρέους, αλλά και την κατάσταση των εγχώριων τραπεζών. Γι’ αυτό και δεν αγοράζουν.
Προκειμένου λοιπόν να αντιμετωπιστεί η υφέρπουσα κρίση πληρωμών, η ΕΕ εξανάγκασε για μια ακόμη φορά την Ελλάδα να κυνηγήσει πρωτογενή πλεονάσματα, προκειμένου να περιοριστούν, οριακά έστω, οι τεράστιες ανάγκες αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους. Κι έτσι η καταρρέουσα και υπερχρεωμένη ελληνική οικονομία υπόκειται σε νέα, ακόμη πιο αδίστακτη «εσωτερική υποτίμηση» σε συνθήκες όπου η φυγή χρήματος και κεφαλαίου φτάνει σε νέα ύψη.
Το καθαρό έλλειμμα διατραπεζικών συναλλαγών Target-2 το 2023 σημείωσε νέο ιστορικό υψηλό ξεπερνώντας τα 114,6 δις ευρώ από 110,1 δις ευρώ το 2022, το οποίο συνιστούσε επίσης ετήσιο ρεκόρ για όλη την περίοδο ένταξης στο ευρωσύστημα! Την ίδια ώρα που το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε στα 14,1 δις ευρώ το 2023 από 21,2 δις ευρώ το 2022. Λόγω κυρίως των μέτρων εμπάργκο κατά της Ρωσίας.
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι θα αντιμετωπίσει αυτή την επιδείνωση της κρίσης πληρωμών με την φορολεηλασία ενός εισοδήματος που συρρικνώνεται ραγδαία, αλλά και την επιτάχυνση του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, απ’ όπου ελπίζει να αντλήσει 7,2 δις ευρώ φέτος. Θα τα καταφέρει; Και μάλιστα εν μέσω μιας όλο και βαθύτερης πανευρωπαϊκής κρίσης που επιδεινώνει η κλιμάκωση του πόλεμου, η επιβολή εμπάργκο και ενός πανάκριβου ενεργειακού μοντέλου προς όφελος των χρηματιστικών αγορών;
Το θέμα δεν είναι τι θα κάνει η κυβέρνηση. Τόσο το κυβερνών κόμμα, όσο και τα υπόλοιπα της Βουλής – μηδενός εξαιρουμένου – έχουν αποδείξει στην πράξη ότι δεν θέλουν με τίποτε να συζητήσει η ελληνική κοινωνία εναλλακτικές του έξωθεν και άνωθεν δεδομένου ενός απόλυτα καταστροφικού μονόδρομου. Το θέμα είναι τι θα κάνουμε εμείς οι υπόλοιποι. Θα ανεχτούμε για μια ακόμη φορά να μας πιάσουν κότσους; Θα πούμε ξανά «ωχ, αδερφέ, δεν γίνεται τίποτε» και θα γυρίσουμε πλευρό; Ή αυτή τη φορά θα τους τελειώσουμε, πριν μας τελειώσουν;
Ταυτόχρονα, εμφανίζουν τον επίσημο πληθωρισμό να κινείται το 2023 σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από το 2022, αλλά η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Στο διάγραμμα βλέπουμε την εξέλιξη του επίσημου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) σε σύγκριση με τον τιμάριθμο λιανικών πωλήσεων για όλη την περίοδο 2001-2023.
Το κυρίαρχο όμως πρόβλημα ήταν, είναι και παραμένει το δημόσιο χρέος. Και το χειρότερο είναι ότι ο τρόπος αναχρηματοδότησής του, μέσω κυρίως του βραχυχρόνιου δανεισμού με repos από το «Κοινό Κεφάλαιο Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και Ασφαλιστικών Φορέων», που διατηρεί η Τράπεζα της Ελλάδας σύμφωνα με τον καταχρηστικό ν. 2469/97 του Σημίτη, έχει πλέον εξαντληθεί. Ήδη στα τέλη του 2023 το δημόσιο χρέος που έχουν επωμιστεί τα ΝΠΔΔ και οι Ασφαλιστικοί Φορείς έφτασε σχεδόν τα 69 δις ευρώ!
Ταυτόχρονα και παρά τα εκατοντάδες εκατομμύρια προβολής του δήθεν «οικονομικού θαύματος» της Ελλάδας, οι διεθνείς αγορές χρήματος και κυρίως οι θεσμικοί επενδυτές εξακολουθούν να μην εμπιστεύονται τους ελληνικούς τίτλους χρέους, αλλά και την κατάσταση των εγχώριων τραπεζών. Γι’ αυτό και δεν αγοράζουν.
Προκειμένου λοιπόν να αντιμετωπιστεί η υφέρπουσα κρίση πληρωμών, η ΕΕ εξανάγκασε για μια ακόμη φορά την Ελλάδα να κυνηγήσει πρωτογενή πλεονάσματα, προκειμένου να περιοριστούν, οριακά έστω, οι τεράστιες ανάγκες αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους. Κι έτσι η καταρρέουσα και υπερχρεωμένη ελληνική οικονομία υπόκειται σε νέα, ακόμη πιο αδίστακτη «εσωτερική υποτίμηση» σε συνθήκες όπου η φυγή χρήματος και κεφαλαίου φτάνει σε νέα ύψη.
Το καθαρό έλλειμμα διατραπεζικών συναλλαγών Target-2 το 2023 σημείωσε νέο ιστορικό υψηλό ξεπερνώντας τα 114,6 δις ευρώ από 110,1 δις ευρώ το 2022, το οποίο συνιστούσε επίσης ετήσιο ρεκόρ για όλη την περίοδο ένταξης στο ευρωσύστημα! Την ίδια ώρα που το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε στα 14,1 δις ευρώ το 2023 από 21,2 δις ευρώ το 2022. Λόγω κυρίως των μέτρων εμπάργκο κατά της Ρωσίας.
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι θα αντιμετωπίσει αυτή την επιδείνωση της κρίσης πληρωμών με την φορολεηλασία ενός εισοδήματος που συρρικνώνεται ραγδαία, αλλά και την επιτάχυνση του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας, απ’ όπου ελπίζει να αντλήσει 7,2 δις ευρώ φέτος. Θα τα καταφέρει; Και μάλιστα εν μέσω μιας όλο και βαθύτερης πανευρωπαϊκής κρίσης που επιδεινώνει η κλιμάκωση του πόλεμου, η επιβολή εμπάργκο και ενός πανάκριβου ενεργειακού μοντέλου προς όφελος των χρηματιστικών αγορών;
Το θέμα δεν είναι τι θα κάνει η κυβέρνηση. Τόσο το κυβερνών κόμμα, όσο και τα υπόλοιπα της Βουλής – μηδενός εξαιρουμένου – έχουν αποδείξει στην πράξη ότι δεν θέλουν με τίποτε να συζητήσει η ελληνική κοινωνία εναλλακτικές του έξωθεν και άνωθεν δεδομένου ενός απόλυτα καταστροφικού μονόδρομου. Το θέμα είναι τι θα κάνουμε εμείς οι υπόλοιποι. Θα ανεχτούμε για μια ακόμη φορά να μας πιάσουν κότσους; Θα πούμε ξανά «ωχ, αδερφέ, δεν γίνεται τίποτε» και θα γυρίσουμε πλευρό; Ή αυτή τη φορά θα τους τελειώσουμε, πριν μας τελειώσουν;
_____________________________________________
*Ο Δημήτρης Καζάκης, είναι πολιτικός και οικονομολόγος-αναλυτής. Ιδρυτής και πρόεδρος του Ενιαίου Πατριωτικού Μετώπου – Ε.ΠΑ.Μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου