Η Επιτροπή προτείνει νέους κανόνες οικονομικής διακυβέρνησης για την μείωση του αυξημένου δημόσιου χρέους

Ευρωπαϊκή Επιτρόπή, νέοι κανόνες οικονομικής διακυβέρνησης, μείωση δημόσιου χρέους,

Οι προτάσεις αυτές σύμφωνα με την Επιτροπή, αντιμετωπίζουν ανεπάρκειες του ισχύοντος πλαισίου. Λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη μείωσης των ιδιαίτερα αυξημένων επιπέδων δημόσιου χρέους, αξιοποιούν τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την απάντηση της ΕΕ στην κρίση COVID-19 με μέτρα πολιτικής... 

Η Επιτροπή παρουσίασε την Τετάρτη, 26 Απριλίου, νομοθετικές προτάσεις για την υλοποίηση της πιο διεξοδικής μεταρρύθμισης των κανόνων οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ μετά την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση. Κεντρικός στόχος των προτάσεων αυτών είναι η ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους και η προώθηση της βιώσιμης και συμπεριληπτικής ανάπτυξης σε όλα τα κράτη μέλη μέσω μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων.

Οι προτάσεις αντιμετωπίζουν ανεπάρκειες του ισχύοντος πλαισίου. Λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη μείωσης των ιδιαίτερα αυξημένων επιπέδων δημόσιου χρέους, αξιοποιούν τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την απάντηση της ΕΕ στην κρίση COVID-19 με μέτρα πολιτικής και προετοιμάζουν την ΕΕ για τις μελλοντικές προκλήσεις στηρίζοντας την πρόοδο προς μια πράσινη, ψηφιακή, συμπεριληπτική και ανθεκτική οικονομία, ενώ παράλληλα καθιστούν την ΕΕ πιο ανταγωνιστική.

Οι νέοι κανόνες θα διευκολύνουν τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις και θα συμβάλουν στη μείωση των υψηλών δεικτών δημόσιου χρέους με ρεαλιστικό, σταδιακό και σταθερό τρόπο, σύμφωνα με την ομιλία για την κατάσταση της Ένωσης το 2022 της προέδρου φον ντερ Λάιεν Η μεταρρύθμιση θα καταστήσει την οικονομική διακυβέρνηση απλούστερη, θα βελτιώσει την εθνική οικειοποίηση, θα δώσει μεγαλύτερη έμφαση στον μεσοπρόθεσμα ορίζοντα και θα ενισχύσει την επιβολή της νομοθεσίας εντός ενός διαφανούς κοινού ενωσιακού πλαισίου.

Οι προτάσεις είναι αποτέλεσμα εκτεταμένης περιόδου προβληματισμού και ευρείας διαδικασίας διαβούλευσης.

Ισχυρότερη εθνική οικειοποίηση με ολοκληρωμένα μεσοπρόθεσμα σχέδια, βάσει κοινών κανόνων της ΕΕ

Τα εθνικά μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά-διαρθρωτικά σχέδια αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο των προτάσεων της Επιτροπής.

Τα κράτη μέλη θα σχεδιάσουν και θα υποβάλουν σχέδια που θα καθορίζουν τους δημοσιονομικούς στόχους τους, μέτρα για την αντιμετώπιση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις προτεραιότητας για περίοδο τουλάχιστον τεσσάρων ετών. Τα σχέδια αυτά θα αξιολογηθούν από την Επιτροπή και θα εγκριθούν από το Συμβούλιο βάσει κοινών κριτηρίων της ΕΕ.

Η ενσωμάτωση των δημοσιονομικών, μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών στόχων σε ένα ενιαίο μεσοπρόθεσμο σχέδιο θα συμβάλει στη δημιουργία μιας συνεκτικής και εξορθολογισμένης διεργασίας. Θα ενισχύσει την εθνική οικειοποίηση παρέχοντας στα κράτη μέλη μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών όσον αφορά τον καθορισμό της δικής τους πορείας δημοσιονομικής προσαρμογής και των μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεων. Τα κράτη μέλη θα υποβάλλουν ετήσιες εκθέσεις προόδου για τη διευκόλυνση της αποτελεσματικότερης παρακολούθησης και επιβολής της υλοποίησης των εν λόγω δεσμεύσεων.

Η νέα διαδικασία δημοσιονομικής εποπτείας θα ενσωματωθεί στο Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, το οποίο θα εξακολουθήσει να αποτελεί το κεντρικό πλαίσιο για τον συντονισμό της οικονομικής πολιτικής και της πολιτικής για την απασχόληση.

Απλούστεροι κανόνες λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών δημοσιονομικών προκλήσεων
 
Η δημοσιονομική κατάσταση, οι προκλήσεις και οι οικονομικές προοπτικές διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των 27 κρατών μελών της ΕΕ. Συνεπώς δεν μπορεί να λειτουργήσει μια ενιαία προσέγγιση. Οι προτάσεις επιδιώκουν τη μετάβαση σε ένα πλαίσιο εποπτείας βασισμένο περισσότερο στον κίνδυνο , το οποίο θέτει τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους στον πυρήνα του, προωθώντας παράλληλα τη βιώσιμη και συμπεριληπτική ανάπτυξη. Η προσέγγιση αυτή θα τηρεί ένα διαφανές κοινό πλαίσιο της ΕΕ.

Τα σχέδια των κρατών μελών θα καθορίζουν την πορεία της δημοσιονομικής προσαρμογής τους. Θα διατυπωθούν σε όρους πολυετών στόχων δαπανών, που θα αποτελέσουν τον ενιαίο επιχειρησιακό δείκτη για τη δημοσιονομική εποπτεία, απλουστεύοντας έτσι τους δημοσιονομικούς κανόνες.

Για κάθε κράτος μέλος με δημόσιο έλλειμμα άνω του 3 % του ΑΕΠ ή δημόσιο χρέος άνω του 60 % του ΑΕΠ, η Επιτροπή θα εκδώσει ειδική για τη χώρα «τεχνική πορεία». Η πορεία αυτή θα επιδιώκει να διασφαλίσει ότι το χρέος θα τεθεί σε εύλογη πτωτική τροχιά ή θα παραμείνει σε συνετά επίπεδα, και ότι το έλλειμμα θα παραμείνει ή θα μειωθεί και θα διατηρηθεί κάτω από το 3 % του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.

Για τα κράτη μέλη με δημόσιο έλλειμμα κάτω του 3 % του ΑΕΠ και δημόσιο χρέος κάτω του 60 % του ΑΕΠ, η Επιτροπή θα τους παράσχει τεχνικές πληροφορίες για να διασφαλιστεί επίσης και μεσοπρόθεσμα η διατήρηση του δημοσίου ελλείμματος κάτω από την τιμή αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ.

Οι εν λόγω τεχνικές πορείες και τεχνικές πληροφορίες θα καθοδηγήσουν τα κράτη μέλη κατά τον σχεδιασμό των πολυετών στόχων δαπανών που θα συμπεριλάβουν στα σχέδιά τους.

Θα εφαρμοστούν κοινές διασφαλίσεις για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους. Οι τιμές αναφοράς του 3 % και του 60 % του ΑΕΠ αντίστοιχα για το έλλειμμα και το χρέος θα παραμείνουν αμετάβλητες. Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ θα πρέπει να είναι χαμηλότερος στο τέλος της περιόδου που καλύπτεται από το σχέδιο απ' ό, τι στην αρχή της εν λόγω περιόδου· επίσης, θα πρέπει να εφαρμόζεται ελάχιστη δημοσιονομική προσαρμογή ύψους 0,5 % του ΑΕΠ ετησίως ως επίπεδο αναφοράς όσο το έλλειμμα παραμένει πάνω από το 3 % του ΑΕΠ. Επιπλέον, τα κράτη μέλη που επωφελούνται από παρατεταμένη περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι η δημοσιονομική προσπάθεια δεν θα αναβληθεί για τα τελευταία έτη.

Οι γενικές και ειδικές ανά χώρα ρήτρες διαφυγής θα επιτρέπουν αποκλίσεις από τους στόχους δαπανών σε περίπτωση σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στην ΕΕ ή στη ζώνη του ευρώ συνολικά ή εξαιρετικών περιστάσεων που εκφεύγουν του ελέγχου του κράτους μέλους με σημαντικό αντίκτυπο στα δημόσια οικονομικά. Το Συμβούλιο, βάσει σύστασης της Επιτροπής, θα αποφασίσει σχετικά με την ενεργοποίηση και την απενεργοποίηση αυτών των ρητρών.

Διευκόλυνση των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων για τις προτεραιότητες της ΕΕ

Τόσο οι μεταρρυθμίσεις όσο και οι επενδύσεις είναι ουσιαστικής σημασίας. Η πράσινη και η ψηφιακή μετάβαση, η ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής ανθεκτικότητας και η ανάγκη ενίσχυσης της ικανότητας ασφάλειας της Ευρώπης θα απαιτήσουν μεγάλες και βιώσιμες δημόσιες επενδύσεις κατά τα επόμενα έτη. Οι μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν τη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη παραμένουν ουσιαστική συνιστώσα των αξιόπιστων σχεδίων μείωσης του χρέους. Η θετική αλληλεπίδραση μεταξύ μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων καταδεικνύει ήδη τα οφέλη της στο πλαίσιο του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας NextGenerationEU.

Ως εκ τούτου, οι προτάσεις έχουν ως στόχο να διευκολύνουν και να ενθαρρύνουν τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν σημαντικά μεταρρυθμιστικά και επενδυτικά μέτρα. Τα κράτη μέλη θα επωφεληθούν από μια πιο σταδιακή πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής εάν δεσμευτούν στα σχέδιά τους για ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων που συμμορφώνονται με συγκεκριμένα και διαφανή κριτήρια.

Πρόνοια για αποτελεσματικά μέτρα επιβολής

Οι κανόνες απαιτούν εφαρμογή. Ενώ οι προτάσεις παρέχουν στα κράτη μέλη τη δυνατότητα μεγαλύτερου ελέγχου στην κατάρτιση των μεσοπρόθεσμων σχεδίων τους, προβλέπουν επίσης ένα αυστηρότερο καθεστώς επιβολής για να διασφαλίσουν ότι τα κράτη μέλη εκπληρώνουν τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν στο πλαίσιο των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών-διαρθρωτικών σχεδίων τους.

Για τα κράτη μέλη που αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις όσον αφορά το δημόσιο χρέος, οι αποκλίσεις από τη συμφωνηθείσα πορεία δημοσιονομικής προσαρμογής θα οδηγήσουν εξ ορισμού στην κίνηση διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος.

Η μη τήρηση των μεταρρυθμιστικών και επενδυτικών δεσμεύσεων που δικαιολογούν την παράταση της περιόδου δημοσιονομικής προσαρμογής θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα τη συντόμευση της περιόδου προσαρμογής.

Επόμενα στάδια

Η ταχεία επίτευξη συμφωνίας για την αναθεώρηση των δημοσιονομικών κανόνων της ΕΕ και άλλων στοιχείων του πλαισίου οικονομικής διακυβέρνησης αποτελεί επείγουσα προτεραιότητα στην τρέχουσα κρίσιμη συγκυρία για την οικονομία της ΕΕ.

Το Συμβούλιο, σε συμπεράσματα που ενέκρινε επίσης το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ζήτησε να ολοκληρωθούν οι νομοθετικές εργασίες το 2023. Η Επιτροπή καλεί το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να καταλήξουν το συντομότερο δυνατό σε συμφωνία σχετικά με τις νομοθετικές προτάσεις που υποβάλλονται σήμερα, ώστε να υπάρξει η κατάλληλη ανταπόκριση στις μελλοντικές προκλήσεις.

Ιστορικό

Το πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ αποτελείται από το πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής της ΕΕ (το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και απαιτήσεις για τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια) και τη διαδικασία μακροοικονομικών ανισορροπιών, που εφαρμόζονται στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για τον συντονισμό των πολιτικών, καθώς και το πλαίσιο για τα προγράμματα μακροοικονομικής χρηματοδοτικής συνδρομής.

Οι νομοθετικές προτάσεις που υποβάλλονται σήμερα αποτελούν συνέχεια συζήτησης σχετικά με την επανεξέταση του πλαισίου οικονομικής εποπτείας που δρομολογήθηκε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο του 2020. Τα ενδιαφερόμενα μέρη συνεισέφεραν ευρέως στη συζήτηση για το μέλλον του πλαισίου μέσω διαφόρων φόρουμ, συμπεριλαμβανομένης μιας διαδικτυακής δημόσιας έρευνας. Η Επιτροπή συνόψισε τα κύρια συμπεράσματά της σχετικά με τη διαδικτυακή διαβούλευση σε έκθεση που δημοσιεύτηκε τον Μάρτιο του 2022. Οι συνεισφορές αυτές χρησίμευσαν ιδιαίτερα για την εκπόνηση των μεταρρυθμιστικών προτάσεων της Επιτροπής.

Τον Νοέμβριο του 2022, η Επιτροπή παρουσίασε κατευθύνσεις για ένα μεταρρυθμισμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης της ΕΕ. Τον Μάρτιο του 2023, το Συμβούλιο Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων (ECOFIN) εξέδωσε συμπεράσματα σχετικά με τους προσανατολισμούς της Επιτροπής, τα οποία στη συνέχεια εγκρίθηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου