Η βίαιη απολιγνιτοποίηση που επέλεξε να ακολουθήσει ο κ. Μητσοτάκης αποφασίστηκε τη στιγµή που η χώρα δεν είχε –και δεν φαίνεται ότι θα αποκτήσει σύντοµα– αυτάρκεια από τις ανανεώσιµες πηγές ενέργειας.
του Γιώργου Αδαμίδη*
Στη συζήτηση που πραγµατοποιήθηκε την προηγούµενη Τρίτη στη Βουλή και αφορούσε την ουκρανική κρίση υπήρξαν µεταξύ των άλλων αναφορές και εκτιµήσεις για την ενεργειακή κατάσταση της Ελλάδας. Ηταν µάλιστα τόση η πολιτική ευψυχία του πρωθυπουργού που ενώ θα έπρεπε λόγω της θεσµικής του ιδιότητας και των χαρακτηριστικών που απαιτεί το αξίωµά του να παρουσιάσει τις θέσεις του για τα ενεργειακά θέµατα στην πρωτολογία ή έστω τη δευτερολογία του, επέλεξε να επιχειρηµατολογήσει γι’ αυτά στην τριτολογία του. Τότε δηλαδή που κανένας δεν µπορεί να του απαντήσει και να τον καταστήσει υπόλογο της ακατάσχετης προπαγάνδας του κατά του ελληνικού λιγνίτη και υπέρ του εισαγόµενου φυσικού αερίου. Ετσι κι αλλιώς αυτά τα αισθήµατα κατωτερότητας που τον κατατρέχουν από την αρχή της θητείας του καθώς και η στάση του υπέρ του φυσικού αερίου υπήρξαν οι κύριες αιτίες της ισχυρογνωµοσύνης και της επιµονής του σε µια λάθος επιλογή, από τη στιγµή που εξήγγειλε την απολιγνιτοποίηση της παραγωγής ενέργειας της χώρας στην 76η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη.
Η καύση άνθρακα θα συνεχιστεί για µεγάλο ακόµη χρονικό διάστηµα αν θέλουµε να παραµείνουµε ενεργειακά ασφαλείς ως χώρα. Το επόµενο επίπεδο προάσπισης των συµφερόντων του φυσικού αερίου ήταν η φτηνότερη τιµή του σε σχέση µε τον εγχώριο λιγνίτη. Οµως, δυστυχώς για τον κ. Μητσοτάκη, όσο πίσω κι αν γυρίσουµε, ακόµη και την ακηδία της απεµπόλησης των δικαιωµάτων ρύπων από την κυβέρνηση Σαµαρά – Βενιζέλου να αποδεχθούµε, και πάλι ο λιγνίτης παραµένει εκκωφαντικά φτηνότερος από το φυσικό αέριο. Τους τελευταίους έξι µήνες η τιµή κόστους της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύµατος από λιγνίτη δεν ξεπέρασε τα 140 €/ΜWh µε αγορά δικαιωµάτων ρύπων 100 €/t, ενώ την ίδια ώρα η αντίστοιχη τιµή από µονάδες φυσικού αερίου κυµαίνεται από 250 έως 415 €/ΜWh, εκτινάσσοντας στα ύψη τους λογαριασµούς ηλεκτρικής ενέργειας και οδηγώντας τους καταναλωτές σε απόγνωση. Και αυτά τη στιγµή που η Ευρώπη µειώνει στο ελάχιστο τη χρήση του φυσικού αερίου και αυξάνει τη χρήση λιγνίτη και άνθρακα. Το ενεργειακό µείγµα της Ελλάδας σήµερα είναι περίπου 55% φυσικό αέριο και 8% λιγνίτης, όταν η Γερµανία κάνει χρήση 40% άνθρακα-λιγνίτη και η Πολωνία 87% λιγνίτη.
ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ/ΔΕΗ, Γιώργος Αδαμίδης |
Τίποτε από όλα αυτά δεν συνέβη. Ο κ. Μητσοτάκης είχε επιλέξει πριν ακόµη εκλεγεί πρωθυπουργός µε ποια πλευρά της κοινωνίας θα συµπορευτεί. Τριτολογώντας την προηγούµενη Τρίτη στη Βουλή ισχυρίστηκε πως ήρθε η ώρα να γκρεµίσει τους µύθους της αξιωµατικής αντιπολίτευσης. Αντ’ αυτού έχτισε τοίχους προστασίας για τα συµφέροντα του φυσικού αερίου στηρίζοντας µε αδιαλλαξία και δογµατισµό τις πολιτικές εκείνες που εκτίναξαν τον πληθωρισµό τους δύο πρώτους µήνες του χρόνου σε επίπεδα που είχαµε να δούµε από την εποχή της δραχµής. Και δεν φταίει γι’ αυτό ο πόλεµος.