Αντίσταση τώρα!

του Βασίλη Βιλιάρδου (*)

ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ να γίνουμε η ντροπή της Ευρώπης , επιτρέποντας στους διεθνείς τοκογλύφους να συνεχίσουν να μας χρησιμοποιούν ως το πειραματόζωο τους, πλέον για την επιβολή των μνημονίων μέσω της αριστερής δικτατορίας τους – οι δύο λύσεις της Ελλάδας.

ΚΡΙΝΟΝΤΑΣ από την εφιαλτική σιω,πή που επικρατεί σε μία κοινωνία που κανένας δεν διαμαρτύρεται, δεν διαδηλώνει, δεν σκέφτεται καν να αντιδράσει επιδεικνύοντας πολιτική ανυπακοή ή αρνούμενος συλλογικά να αποδεχθεί τα μέτρα στραγγαλισμού που επιβάλλουν τα συνεχή μνημόνια, ενώ ακόμη και οι κουκουλοφόροι των Εξαρχείων έχουν αποσυρθεί από το γενικότερο σκηνικό, συμπεραίνει κανείς πως οι Έλληνες έχουν χάσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα – αδυνατώντας να συνειδητοποιήσουν πως η «τοκογλυφική συμμορία» που εισέβαλλε στην πατρίδα τους, θέλει αφενός μεν να την λεηλατήσει, αφετέρου να διεξάγει το μεγαλύτερο πείραμα όλων των εποχών: την πλήρη υποδούλωση και εξαθλίωση μίας χώρας, με τη βοήθεια μίας κατ’ επίφαση αριστερής κυβέρνησης, μίας νέου τύπου αριστερής δικτατορίας.

Η συμμορία δε αυτή, την οποία αποκαλούν χειραγωγούμενοι οι Πολίτες ως «δανειστές» (άρθρο), με τη βοήθεια του προσφυγικού προβλήματος, επιδιώκει πρόσφατα κάτι επί πλέον: τη διχοτόμηση του Αιγαίου, έτσι ώστε να προσφέρει ένα δώρο στη γειτονική της χώρα, με αντάλλαγμα την προστασία της Ευρώπης από τα μεταναστευτικά κύματα.

Περαιτέρω, όταν επιχειρεί κανείς να αναδείξει το πρόβλημα, αναφέροντας πως δεν μπορεί να είναι τόσο ανόητος ένας λαός, ώστε να αποδέχεται τη μείωση της ακίνητης περιουσίας του κατά 2 τρις € (πρόσφατη έρευνα), την απώλεια 600 δις € από τη μεσαία τάξη (μελέτη της Credit Suisse), την εκτόξευση της ανεργίας στα ύψη, το κλείσιμο εκατοντάδων χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, την κατάρρευση του κοινωνικού κράτους (παιδεία, υγεία), την τρομακτική κατεδάφιση συντάξεων, μισθών και εισοδημάτων, το ραγδαίο περιορισμό του προσδόκιμου ζωής κατά 3,5 έτη, την αποδόμηση του χρηματιστηρίου, την πτώχευση των τραπεζών κοκ., έναντι δανείων κατά πολύ χαμηλότερων, με αποικιοκρατικούς όρους, οι Έλληνες αντιδρούν λέγοντας πως δεν έχουν καμία εναλλακτική δυνατότητα – λόγω του δυσθεώρητου ύψους του δημοσίου χρέους, όταν μόνο το 15% των χρημάτων που έτσι και αλλιώς χάθηκαν από την ακίνητη περιουσία, θα έφτανε για να εξοφληθεί ολόκληρο το χρέος!

Δεν κάνουν λοιπόν την απλούστατη σκέψη, με τη βοήθεια της κοινής λογικής, σύμφωνα με την οποία όλα τα μέτρα που λαμβάνονται αφενός μεν αυξάνουν το δημόσιο και το ιδιωτικό χρέος, αφετέρου επιδεινώνουν διαρκώς την οικονομία της χώρας τους – παρά το ότι ακόμη και οι ληστρικοί οργανισμοί, υπηρέτες της παγκόσμιας ελίτ, όπως το ΔΝΤ, προβλέπουν την άνοδο του δημοσίου χρέους σε επίπεδα που θα υπερβούν το 200% του ΑΕΠ, από 180% σήμερα και 112% πριν το ξεκίνημα της κρίσης, ενώ το ιδιωτικό έχει αυξηθεί πάνω από 200 δις € μόνο τα τελευταία χρόνια (κόκκινα δάνεια, χρέη προς το δημόσιο).

Σε κάθε περίπτωση, η δικαιολογία του τύπου «δεν υπάρχουν λύσεις ή/και εναλλακτικές δυνατότητες» είναι αφενός μεν έωλη, αφετέρου δείγμα συλλογικής δειλίας, εάν όχι ανοησίας – αφού όλοι γνωρίζουν πως στην πατρίδα μας συντελείται μία άνευ προηγουμένου γενοκτονία, ενώ δεν είναι απίθανος πια ο «διαμελισμός» της.

Ο ίδιος αυτός οργανισμός πάντως, το ΔΝΤ, είχε αναφερθεί στο πρόβλημα του υψηλού χρέους παλαιότερα (πηγή), το 2002, συμπεραίνοντας σε ελεύθερη απόδοση τα εξής:

«Για τις χώρες-οφειλέτες, η νέα προσέγγιση (πτωχευτικό διαδικασία για κράτη, ανάλογη με αυτήν για τις επιχειρήσεις) θα μειώσει σαφώς το κόστος της αναδιάρθρωσης, ενθαρρύνοντας τες να ακολουθήσουν πιο γρήγορα το συγκεκριμένο δρόμο. Η χρεοκοπία δεν είναι κάτι κακό. Αυτή τη στιγμή πάρα πολλές χώρες, με ανυπέρβλητα προβλήματα δημοσίου χρέους, περιμένουν πάρα πολύ καιρό, επιβαρυνόμενες με άσκοπο οικονομικό κόστος – οπότε η διεθνής κοινότητα είναι υποχρεωμένη να τις βοηθήσει.

Περαιτέρω, θα ήταν γελοίο να ισχυρισθεί κανείς πως η υιοθέτηση της προσέγγισης μας θα έκανε τη διαδικασία της αναδιάρθρωσης μία εύκολη εναλλακτική λύση. Εμείς δεν υποστηρίζουμε πως οι χώρες που μπορούν να πληρώσουν τα χρέη τους, δεν πρέπει να το κάνουν, όπως ο οποιοσδήποτε δανειολήπτης. Αυτές όμως που είναι αδύνατον να πληρώσουν, θα μπορούσαν να εξοικονομήσουν ένα μεγάλο μέρος του κόστους της χρεοκοπίας, εάν είχαν τη δυνατότητα μίας ελεγχόμενης πτώχευσης – διασώζοντας επί πλέον το τραπεζικό τους σύστημα, εάν έχει στην κατοχή του κρατικά ομόλογα.

Για τους δανειστές η προσέγγιση μας μπορεί να φαντάζει μη ελκυστική, εάν πιστεύουν πως τα προβλήματα της υπερχρέωσης μπορούν να επιλυθούν ευκολότερα με τη διάσωση των χωρών, μέσω της παροχής δανείων από άλλους κρατικούς φορείς, όπως η Ευρωζώνη στην περίπτωση της Ελλάδας – αντί με την αναδιάρθρωση.

Οφείλουν όμως να αποδεχθούν ότι, οι κρατικοί πόροι είναι περιορισμένοι – οπότε δεν έχουν να επιλέξουν μεταξύ της εξόφλησης τους από το δημόσιο-οφειλέτη ή μίας διάσωσης του, αλλά μεταξύ μίας ελεγχόμενης ή μίας ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας. Στην περίπτωση δε της ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, πρέπει να γνωρίζουν πως η αξία των απαιτήσεων τους στη δευτερογενή αγορά μπορεί να καταρρεύσει, εάν οι υπερχρεωμένες χώρες αντιμετωπίσουν προβλήματα«.

Οι επιλογές της Ελλάδας


Συνεχίζοντας, μετά την παραπάνω αναφορά του ΔΝΤ, οι επιλογές της χώρας μας είναι προφανείς, ενώ η κατάσταση της δεν επιδέχεται καμία απολύτως καθυστέρηση. Απλούστατα, όπως είναι προτιμότερο κατά την άποψη μας, η Ελλάδα είτε

(α) αποφασίζει να εξυπηρετήσει/χρηματοδοτήσει το χρέος της, με δικούς της πόρους, έτσι ώστε να πάψουν να της επιβάλλονται καταστροφικά μνημόνια, καθώς επίσης να εκδιωχθούν οι νεοφιλελεύθερες «συμμορίες» από την επικράτεια της – κάτι που δεν θα ήταν ανέφικτο εάν διέθετε μία ικανή κυβέρνηση που δεν θα είχε στόχο της να μοιράσει τη φτώχεια, όπως η σημερινή, αλλά να παράγει πλούτο.

Για παράδειγμα, εάν υπήρχε μία κυβέρνηση που θα άξιζε 100% την εμπιστοσύνη των Ελλήνων, ενώ θα γνώριζε επακριβώς την ταχυδακτυλουργική λειτουργία του τραπεζικού συστήματος (ανάλυση), θα μπορούσε να ιδρύσει έναν κρατικό χρηματοπιστωτικό οργανισμό κατά το παράδειγμα της Ρωσίας (άρθρο), εκδίδοντας εθνικά ομόλογα με τη χρησιμοποίηση των καταθέσεων των Πολιτών της (εντός και εκτός της χώρας) – με στόχο αφενός μεν την εξυπηρέτηση των ετήσιων τοκοχρεολυσίων, αφετέρου την αναβίωση του παραγωγικού ιστού της χώρας: την παραγωγική και λοιπή της ανασυγκρότηση.

Φυσικά θα απαιτούνταν σοβαρές μεταρρυθμίσεις με τη διαδικασία του κατεπείγοντος – κυρίως ο μηδενισμός της γραφειοκρατίας, η καταπολέμηση της διαπλοκής και διαφθοράς, ένα φιλικό προς τις επιχειρήσεις περιβάλλον, ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο, η εξάρθρωση του πελατειακού κράτους, καθώς επίσης ο ορθολογισμός του δημοσίου.

Παράλληλα, αντί να εκποιηθεί η δημόσια περιουσία σε εξευτελιστικές τιμές στους διεθνείς τοκογλύφους, θα μπορούσαν να εισαχθούν θυγατρικές επιχειρήσεις του ΤΑΙΠΕΔ στο ελληνικό ή στα ξένα χρηματιστήρια– όπου το δημόσιο θα παρέμενε μέτοχος, χωρίς όμως να συμμετέχει στη διαχείριση τους. Έτσι θα εισπράττονταν πολύ περισσότερα χρήματα για την εξυπηρέτηση του χρέους, καθώς επίσης για παραγωγικές κρατικές επενδύσεις – μέσω των οποίων θα «θεραπευόταν» η πηγή της ασθένειας του ασφαλιστικού συστήματος: η ανεργία, καθώς επίσης το κλείσιμο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Με απλά λόγια, αντί να κρατικοποιηθούν από τη Γερμανία τα 14 ελληνικά αεροδρόμια, μαζί με τις δεκάδες επιχειρήσεις που στεγάζονται εντός τους και πρέπει να αποζημιώσει το δημόσιο (υπολογίζεται πως το κράτος θα πρέπει να διαθέσει συνολικά 2 δις € για να εισπράξει 1,5 δις € – το άκρον άωτο της ανοησίας), θα μπορούσαν να υπαχθούν όλα μαζί σε μία επιχείρηση, η οποία θα εισαγόταν σε κάποιο χρηματιστήριο – πόσο μάλλον αφού τα αεροδρόμια είναι κερδοφόρα, εάν τα συμπεριλάβει κανείς όλα μαζί.

Η επί πλέον ωφέλεια μίας τέτοιας διαδικασίας είναι ασφαλώς ο έλεγχος του τουρισμού από εμάς τους ίδιους και όχι από τη Γερμανία – η οποία, εάν θελήσει να διευκολύνει την προώθηση των τουριστών προς τα ξενοδοχεία της Τουρκίας, πολλά από τα οποία ανήκουν σε δικές της επιχειρήσεις, απλά θα αυξήσει τα τέλη προσγείωσης στα αεροδρόμια μας, καθιστώντας τα ασύμφορα.

Σε κάθε περίπτωση, εάν αποφασίζαμε να χρηματοδοτήσουμε μόνοι μας το δημόσιο χρέος, διαθέτοντας μία ικανή και έντιμη κυβέρνηση που θα μπορούσαμε να εμπιστευθούμε, η ακίνητη περιουσία μας θα αυξανόταν ξανά κατά τα 2 τρις € που χάθηκαν, οι τράπεζες θα απέφευγαν τη χρεοκοπία τους, οι ελληνικές επιχειρήσεις θα εξυγιαινόταν, δεν θα χρειαζόταν να αυξηθούν τα έσοδα του δημοσίου από επί πλέον φόρους, αφού το ΑΕΠ θα ακολουθούσε ανοδική πορεία, δεν θα υπήρχε λόγος να μειωθούν οι συντάξεις επειδή θα επιλυόταν το πρόβλημα του ασφαλιστικού από τον περιορισμό της ανεργίας, μόνο από το χρηματιστήριο θα κερδίζαμε τουλάχιστον 200 δις € κοκ. – είτε

(β) η Ελλάδα δηλώνει στάση πληρωμών, επιλέγοντας ένα οδυνηρό τέλος, αντί μία οδύνη δίχως τέλος– μία διαδικασία που δεν θεωρείται ντροπή από κανέναν, αφού έχουν προηγηθεί δεκάδες χώρες στο παρελθόν, οι οποίες έκαναν τα ίδια ή περισσότερα λάθη, συγκριτικά με εμάς (άρθρο).

Στα πλαίσια αυτά, είναι εντελώς ανόητο να ασχολούμαστε συνεχώς σχετικά με το ποιός ευθύνεται για τη σημερινή κατάσταση της χώρας μας – πόσο μάλλον να μετατρεπόμαστε σε θύματα, θεωρώντας τους εαυτούς μας υπεύθυνους για τα δεινά της Ελλάδας.

Όποιος και αν φταίει, αυτό που μετράει είναι το αποτέλεσμα – σύμφωνα με το οποίο η Ελλάδα έχει πλέον χρεοκοπήσει ολοκληρωτικά, χωρίς καμία απολύτως δυνατότητα να αποφύγει μία κατάσταση που είναι κάτι περισσότερο από οδυνηρή. Όσο πιο σύντομα λοιπόν το παραδεχτούμε, τόσο πιο γρήγορα θα ξεκινήσει η διαδικασία της εξυγίανσης μέσω της χρεοκοπίας – όπως συστήνει ο πατέρας της ελεύθερης οικονομίας (Adam Smith), ενώ αποτελεί ένα δικαιωματικό, θεμελιώδες, αναφαίρετο «εργαλείο» του συστήματος του καπιταλισμού: το ελιξίριο του (άρθρο).

Άλλωστε τα αναμφισβήτητα γεγονότα, σύμφωνα με τα οποία το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του δημοσίου χρέους μας προέρχεται από τους υπερβολικούς τόκους που εκβιασθήκαμε να πληρώνουμε στο παρελθόν, καθώς επίσης από τα εξοπλιστικά προγράμματα που μας επέβαλλαν χώρες όπως η Γερμανία, διαφθείροντας αδιάντροπα τους εκάστοτε αρμόδιους πολιτικούς (άρθρο), είναι αρκετά για να πάψουμε να αναζητάμε αλλού τους ενόχους.

Είναι δε εκνευριστικό να ακούει κανείς πως πάνω από 220 βουλευτές όλων των κομμάτων ψήφισαν το τρίτο μνημόνιο, οπότε συμφωνούν με τους εξευτελιστικούς και αποικιοκρατικούς όρους του – όταν όλοι γνωρίζουμε πως το έφερε την τελευταία στιγμή ο πρωθυπουργός, δεν πρόλαβε καν να το διαβάσει κανένας, ενώ η εναλλακτική λύση ήταν τότε η ανεξέλεγκτη έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.

Όταν με απλά λόγια ο πρωθυπουργός έβαλε το πιστόλι στον κρόταφο όλων των βουλευτών και των κομμάτων, το οποίο ίσως παρέλαβε από τους τοκογλύφους με αντάλλαγμα την καρέκλα του – θυμίζοντας μας εκείνους τους ναζί αξιωματικούς που υποχρεώνονταν να εκτελέσουν τα θύματα τους, για να αποδείξουν πως είχαν την «ποιότητα» που προϋπέθετε η συμμετοχή τους στον υπερήφανο γερμανικό στρατό (στην παγκόσμια ελίτ σήμερα).

Όσον αφορά τώρα αυτούς που έχουν την άποψη πως είναι ενωρίς ακόμη για να καταδικάσει κανείς την κυβέρνηση, αφού ευρίσκεται λίγους μήνες μόνο στην εξουσία (από τον Ιανουάριο ουσιαστικά και όχι από το Σεπτέμβρη), θα απαντούσαμε πως, όταν βλέπει κανείς το εκτελεστικό απόσπασμα να «στοιχίζεται», είναι ανόητο να περιμένει να σκοτωθεί για να πιστέψει πως πράγματι ήταν αυτή η πρόθεση του αποσπάσματος – με την έννοια πως οι διατάξεις των μνημονίων εγγυώνται την εν ψυχρώ εκτέλεση της πλειοψηφίας των Ελλήνων, εάν δεν αντιδράσουν άμεσα.

Συνεχίζοντας, κανένας δεν μπορεί να ισχυρισθεί πως η χρεοκοπία είναι μία ανώδυνη διαδικασία – πόσο μάλλον εάν η Ελλάδα εκβιασθεί στην έξοδο της από την Ευρωζώνη. Εν τούτοις, προσφέρει τουλάχιστον κάποιες προοπτικές για το μέλλον, όπως τεκμηρίωσε η περιπέτεια της Ισλανδίας (άρθρο) – σε σύγκριση με την άνευ όρων σημερινή υποταγή της χώρας μας στη Γερμανία και στους τοκογλύφους, χωρίς καμία απολύτως μελλοντική προοπτική.

Κάποια στιγμή λοιπόν πρέπει να κοιτάζει κανείς την αλήθεια κατάματα, κρίνοντας από τις υφιστάμενες εμπειρίες του – τις οποίες πλέον όλοι έχουμε, μετά από έξι χρόνια συνεχούς εφαρμογής μνημονίων, με διαρκώς οδυνηρότερα αποτελέσματα για την πατρίδα μας.

Το να συνεχίζουμε άλλωστε το γνωστό πείραμα (όπου τοποθετείται ένας βάτραχος σε χλιαρό νερό, ανεβάζει σταδιακά ο θύτης του τη θερμοκρασία, προσέχοντας να τη συνηθίσει, έως ότου τελικά ο βάτραχος καίγεται, χωρίς καν να το καταλάβει), περιμένοντας διαφορετικά αποτελέσματα κάθε φορά, είναι ο ορισμός της ηλιθιότητας κατά τον Αϊνστάιν – κάτι που δεν ταιριάζει σε έναν λαό, με 4.000 χρόνια πολιτισμό και ιστορία.
.

Επίλογος


Ένας αναγνώστης μας έγραψε πολύ σωστά ότι, είναι πολύ εύκολο να γράφει κανείς «βαρύγδουπα» κείμενα στο διαδίκτυο ή αλλού, κατηγορώντας τους συμπολίτες του για έλλειψη θάρρους, για δουλική υποταγή στους διεθνείς τοκογλύφους (δεν οφείλουμε στα άλλα κράτη της Ευρωζώνης επειδή εμείς το επιλέξαμε, αλλά λόγω του ότι μας επιβλήθηκε, με στόχο τη διάσωση των γερμανικών και γαλλικών τραπεζών), για αδιαφορία απέναντι στα παιδιά τους και την πατρίδα τους ή για οτιδήποτε άλλο.

Εν τούτοις πιστεύουμε ότι, ο κάθε ένας από εμάς έχει κάποιες δυνατότητες, ενώ του λείπουν πολλές άλλες– όπως στο παράδειγμα του εθνικού μας ποιητή, ο οποίος δεν είχε την ικανότητα να πολεμήσει τους κατακτητές, όπως οι τότε επαναστάτες. Δυστυχώς λοιπόν, οι δικές μας δυνατότητες περιορίζονται στη ρεαλιστική περιγραφή της κατάστασης που βιώνουμε, καθώς επίσης στην αναζήτηση λύσεων – με την ελπίδα πως θα ακολουθήσουν εκείνες οι ενέργειες που είναι απαραίτητες για να μην αφελληνισθεί η πατρίδα μας.

Δεν αποκλείουμε φυσικά να κάνουμε λάθος με τις διαπιστώσεις μας, οπότε συνειδητά τις κοινοποιούμε δημόσια –έτσι ώστε να αποτελέσουν αντικείμενο κριτικής σκέψης, γνωρίζοντας ότι απευθυνόμαστε σε ώριμους, έμπειρους πλέον Έλληνες, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να λειτουργούν σωστά.

Σε κάθε περίπτωση, έχουμε την άποψη πως εάν δεν μας εγκριθεί άμεσα η ονομαστική διαγραφή του χρέους (άρθρο), θα πρέπει να πάρουμε ριζικές αποφάσεις που θα εξασφαλίζουν την ανάκτηση της εθνικής μας κυριαρχίας – είτε να χρηματοδοτήσουμε λοιπόν μόνοι μας το δημόσιο χρέος, είτε να χρεοκοπήσουμε, αναλαμβάνοντας όλο το κόστος και στις δύο περιπτώσεις. Άλλωστε στη ζωή δεν υπάρχει «δωρεάν γεύμα» – ενώ οι όποιες καθυστερήσεις στη λήψη αποφάσεων, είναι πάντοτε κάτι περισσότερο από πανάκριβες.

Ολοκληρώνοντας, δεν πρέπει να γίνουμε η ντροπή, το μίασμα ίσως της Ευρώπης, επιτρέποντας στους διεθνείς τοκογλύφους να συνεχίσουν να μας χρησιμοποιούν εξευτελιστικά ως το πειραματόζωο τους – σήμερα με τον εκβιαστικό διορισμό μίας κατ’ επίφαση αριστεράς, η οποία θα οδηγήσει τη μεσαία και ανώτερη τάξη στο ικρίωμα, αφού έχει προηγηθεί η ψυχρή εκτέλεση της κατώτερης από τους προκατόχους της του σοσιαλιστικού κέντρου και της δεξιάς.

(*) Ο Βασίλης Βιλιάρδος είναι ένας σύγχρονος οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου.