Στην προδημοσίευση του νέου του βιβλίο «Adults in the Room»αυτή, στην εφημερίδα Καθημερινή, ο Γιάνης Βαρουφάκης περιγράφει ένα περιστατικό που έλαβε χώρα στις 11 Μαΐου του 2015, λίγο πριν από το Eurogroup εκείνης της ημέρας. Βασικοί πρωταγωνιστές του ο ίδιος, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και η πρότασή του για Grexit...
Το νέο βιβλίο του Γιάνη Βαρουφάκη «Adults in the Room» αναμενόταν ότι θα ήταν αποκαλυπτικό σχετικά με τις διαπραγματεύσεις της κυβέρνησης με τους δανειστές το 2015. Προδημοσίευση, σχετικά με έναν διάλογο που είχε ο πρώην υπουργός Οικονομικών με τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε πριν από το δημοψήφισμα για το Grexit, επιβεβαιώνει τις εκτιμήσεις αυτές.
Στην προδημοσίευση αυτή, στην εφημερίδα Καθημερινή, ο Γιάνης Βαρουφάκης περιγράφει ένα περιστατικό που έλαβε χώρα στις 11 Μαΐου του 2015, λίγο πριν από το Eurogroup εκείνης της ημέρας. Βασικοί πρωταγωνιστές του ο ίδιος, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και η πρότασή του για Grexit, όπως διατυπώθηκε, πάντα με βάση την αφήγηση του συγγραφέα.
Συγκεκριμένα, ο Γιάνης Βαρουφάκης γράφει:
Πιστός στη συμβουλή «κράτα τους φίλους σου κοντά αλλά τους εχθρούς σου κοντύτερα», όταν κανόνισα να συναντηθώ με τον Βόλφγκανγκ, πήρα μαζί μου τον Θεοχαράκη και τον Χουλιαράκη. Η συνάντηση θα γινόταν στο γραφείο της γερμανικής αντιπροσωπείας στις Βρυξέλλες, λίγο πριν αρχίσει το Eurogroup.
Μας δέχτηκε μαζί με τους υφυπουργούς του και μπήκε κατευθείαν στο ψητό: «Κοίτα», είπε, «είναι λάθος να πιστεύεις οτιδήποτε από αυτά που σου λέει η Επιτροπή. Τι μπορούν να σου δώσουν; Ολο λόγια είναι και τίποτα παραπάνω. Μην τους δίνεις σημασία». Βάσει προηγούμενων εμπειριών, ήξερα ότι είχε απόλυτο δίκιο. Αυτό που δεν ήξερα, όμως, ήταν ότι στον κατάλογο αυτών που με συμβούλευε να αγνοήσω συμπεριλάμβανε και την ίδια την καγκελάριο της Γερμανίας.
«Ξέρω ότι ο πρωθυπουργός σου μιλάει μαζί της όλη την ώρα», είπε. Με φανερή έξαψη συνέχισε ρωτώντας: «Γιατί μιλάει μαζί της τόσο πολύ; Για ποιο πράγμα; Τι περιμένει από κείνη; Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να του δώσει!».
Πιθανώς αντιλαμβανόμενος ότι είχε υπερβεί για λίγο τα όρια της ευπρέπειας, συνέχισε σε πιο ήπιο τόνο: «Χάρηκα πολύ που άκουσα τον πρωθυπουργό σου να αναφέρει την πιθανότητα δημοψηφίσματος. Αυτό θα ’ταν τέλειο! Αλλά πρόσεξε. Πρέπει να είσαστε πολύ πολύ ξεκάθαροι απέναντι στους Ελληνες ως προς το ποιες είναι οι επιλογές τους. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η πλειοψηφία είναι υπέρ του ευρώ. Πρέπει να τους πείτε ότι, αν θέλουν το ευρώ, πρέπει να δεχτούν το μνημόνιο. Αν δε θέλουν το μνημόνιο, δεν πειράζει, ας προχωρήσουν. Ας προχωρήσουν».
Ανταπάντησα ότι η συμμετοχή μιας χώρας στην Eυρωζώνη δεν μπορούσε να έχει ως προϋπόθεση τη συγκατάθεση σε αποτυχημένες πολιτικές που υπονομεύουν το μέλλον της χώρας σε αυτή την ίδια την Eυρωζώνη.
Απέρριψε το επιχείρημά μου χωρίς δεύτερη σκέψη: «Το μνημόνιο, το μνημόνιο ως έχει, χωρίς αλλαγές. Ή τη δραχμή. Πρέπει να δεχτείτε το μνημόνιο, αν θέλετε το ευρώ. Αν δε θέλετε το ευρώ, αυτό είναι άλλο ζήτημα. Ο ελληνικός λαός πρέπει να το αποφασίσει αυτό. Γι’ αυτό χάρηκα που άκουσα τον πρωθυπουργό σας να μιλάει για δημοψήφισμα. Πρέπει πραγματικά να το οργανώσετε αυτό το δημοψήφισμα. Και ξέρεις, αν οι Ελληνες χρειάζονται έξι μήνες καιρό για να πάρουν την απόφασή τους μετά από σοβαρό διάλογο και σκέψη, κανένα πρόβλημα. Θα σας χρηματοδοτήσουμε πλήρως για έξι μήνες».
Εδώ ήμασταν λοιπόν. Ολη εκείνη η φιλολογία περί αναντίρρητων κανόνων που –ανεξαρτήτως πολιτικής βούλησης– απαγόρευαν στην ΕΚΤ να μας παράσχει ρευστότητα «επειδή απλά τηρεί τους κανόνες της» αποδεικνυόταν ένα σκέτο ψέμα. Αν ήθελαν, για πολιτικούς λόγους, μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν «πλήρως» τις δανειακές υποχρεώσεις της κυβέρνησής μας.
Στην προδημοσίευση αυτή, στην εφημερίδα Καθημερινή, ο Γιάνης Βαρουφάκης περιγράφει ένα περιστατικό που έλαβε χώρα στις 11 Μαΐου του 2015, λίγο πριν από το Eurogroup εκείνης της ημέρας. Βασικοί πρωταγωνιστές του ο ίδιος, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας και η πρότασή του για Grexit, όπως διατυπώθηκε, πάντα με βάση την αφήγηση του συγγραφέα.
Συγκεκριμένα, ο Γιάνης Βαρουφάκης γράφει:
Η κίνηση του Βόλφγκανγκ
Πιστός στη συμβουλή «κράτα τους φίλους σου κοντά αλλά τους εχθρούς σου κοντύτερα», όταν κανόνισα να συναντηθώ με τον Βόλφγκανγκ, πήρα μαζί μου τον Θεοχαράκη και τον Χουλιαράκη. Η συνάντηση θα γινόταν στο γραφείο της γερμανικής αντιπροσωπείας στις Βρυξέλλες, λίγο πριν αρχίσει το Eurogroup.
Μας δέχτηκε μαζί με τους υφυπουργούς του και μπήκε κατευθείαν στο ψητό: «Κοίτα», είπε, «είναι λάθος να πιστεύεις οτιδήποτε από αυτά που σου λέει η Επιτροπή. Τι μπορούν να σου δώσουν; Ολο λόγια είναι και τίποτα παραπάνω. Μην τους δίνεις σημασία». Βάσει προηγούμενων εμπειριών, ήξερα ότι είχε απόλυτο δίκιο. Αυτό που δεν ήξερα, όμως, ήταν ότι στον κατάλογο αυτών που με συμβούλευε να αγνοήσω συμπεριλάμβανε και την ίδια την καγκελάριο της Γερμανίας.
«Ξέρω ότι ο πρωθυπουργός σου μιλάει μαζί της όλη την ώρα», είπε. Με φανερή έξαψη συνέχισε ρωτώντας: «Γιατί μιλάει μαζί της τόσο πολύ; Για ποιο πράγμα; Τι περιμένει από κείνη; Δεν υπάρχει τίποτα που να μπορεί να του δώσει!».
Aναδίπλωση
Πιθανώς αντιλαμβανόμενος ότι είχε υπερβεί για λίγο τα όρια της ευπρέπειας, συνέχισε σε πιο ήπιο τόνο: «Χάρηκα πολύ που άκουσα τον πρωθυπουργό σου να αναφέρει την πιθανότητα δημοψηφίσματος. Αυτό θα ’ταν τέλειο! Αλλά πρόσεξε. Πρέπει να είσαστε πολύ πολύ ξεκάθαροι απέναντι στους Ελληνες ως προς το ποιες είναι οι επιλογές τους. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η πλειοψηφία είναι υπέρ του ευρώ. Πρέπει να τους πείτε ότι, αν θέλουν το ευρώ, πρέπει να δεχτούν το μνημόνιο. Αν δε θέλουν το μνημόνιο, δεν πειράζει, ας προχωρήσουν. Ας προχωρήσουν».
Ανταπάντησα ότι η συμμετοχή μιας χώρας στην Eυρωζώνη δεν μπορούσε να έχει ως προϋπόθεση τη συγκατάθεση σε αποτυχημένες πολιτικές που υπονομεύουν το μέλλον της χώρας σε αυτή την ίδια την Eυρωζώνη.
Απέρριψε το επιχείρημά μου χωρίς δεύτερη σκέψη: «Το μνημόνιο, το μνημόνιο ως έχει, χωρίς αλλαγές. Ή τη δραχμή. Πρέπει να δεχτείτε το μνημόνιο, αν θέλετε το ευρώ. Αν δε θέλετε το ευρώ, αυτό είναι άλλο ζήτημα. Ο ελληνικός λαός πρέπει να το αποφασίσει αυτό. Γι’ αυτό χάρηκα που άκουσα τον πρωθυπουργό σας να μιλάει για δημοψήφισμα. Πρέπει πραγματικά να το οργανώσετε αυτό το δημοψήφισμα. Και ξέρεις, αν οι Ελληνες χρειάζονται έξι μήνες καιρό για να πάρουν την απόφασή τους μετά από σοβαρό διάλογο και σκέψη, κανένα πρόβλημα. Θα σας χρηματοδοτήσουμε πλήρως για έξι μήνες».
Εδώ ήμασταν λοιπόν. Ολη εκείνη η φιλολογία περί αναντίρρητων κανόνων που –ανεξαρτήτως πολιτικής βούλησης– απαγόρευαν στην ΕΚΤ να μας παράσχει ρευστότητα «επειδή απλά τηρεί τους κανόνες της» αποδεικνυόταν ένα σκέτο ψέμα. Αν ήθελαν, για πολιτικούς λόγους, μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν «πλήρως» τις δανειακές υποχρεώσεις της κυβέρνησής μας.
Και όχι μόνο για δύο ή τρεις εβδομάδες, όπως τους ζητούσαμε εμείς, αλλά για έξι ολόκληρους μήνες, το οποίο πρακτικά σήμαινε την εκταμίευση εκ μέρους τους 11 δισεκατομμυρίων ευρώ για εκείνο το εξάμηνο!
«Ομως, Βόλφγκανγκ», απάντησα σοκαρισμένος ακόμα από τα λόγια του, «ως υπεύθυνοι ηγέτες –και ευρωπαϊστές– πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να αποφύγουμε το Grexit και να προσφέρουμε στους λαούς μας την προοπτική μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης μέσα στην Eυρωζώνη. Το να τους πιέζουμε να διαλέξουν μεταξύ μιας καταστροφικής δημοσιονομικής πολιτικής εντός Eυρωζώνης και μιας καταστροφικής εξόδου από την Eυρωζώνη δεν είναι δείγμα πεφωτισμένης πολιτικής ηγεσίας. Δε βλέπεις ότι το πρόβλημα με το μνημόνιο είναι ότι στερεί κάθε ελπίδα για ένα αξιοπρεπές μέλλον;»
Παραδοχή
Φυσικά και το έβλεπε, το παραδέχτηκε άλλωστε: «Το μνημόνιο είναι κακό για τον λαό σας. Δε θα σας αφήσει να ανακάμψετε. Δε βοηθάει την ανάπτυξη. Γι’ αυτό χρειάζεστε το δημοψήφισμα. Για να γίνει αυτό ξεκάθαρο».
Σοκαρισμένος από την άνεση με την οποία υποστήριζε ουσιαστικά την αποδόμηση της Eυρωζώνης, του απάντησα: «Ας αφήσουμε για λίγο στην άκρη την Ελλάδα, πιστεύεις στ’ αλήθεια ότι μπορείς να ελέγξεις την κατάσταση όταν ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου με το Grexit; Αυτό είναι σκέτη τρέλα. Κανείς δε θα μπορεί να την ελέγξει. Θα είναι ένα λάθος ιστορικών διαστάσεων».
«Μην το λες Grexit τότε», είπε ο Βόλφγκανγκ. «Δεν είναι ανάγκη να το σκέφτεσαι ως μόνιμη έξοδο. Σκέψου το σαν time-out. Οπως το καταλαβαίνω εγώ, βγαίνετε για λίγο, ανακτάτε την ανταγωνιστικότητά σας μέσω της υποτίμησης κι έτσι επανακάμπτετε πολύ γρήγορα. Και μετά από έναν χρόνο περίπου, όταν θα έχετε ανακτήσει το μεγαλύτερο μέρος της χαμένης σας ανταγωνιστικότητας, μπορείτε να ξαναμπείτε».
Αντίδραση
Δεν ήξερα από πού να αρχίσω. «Βόλφγκανγκ, δεν μπορώ να αποδεχτώ την έξοδο της Ελλάδας από μία νομισματική ένωση στην οποία παραδέχομαι ότι δεν έπρεπε να έχουμε μπει. Εφόσον χρειάζεται να περάσει ένας χρόνος αφότου δημιουργήσεις ένα νέο νόμισμα μέχρι να μπορέσεις να το υποτιμήσεις, είναι σαν να ανακοινώνεις μια νομισματική υποτίμηση έναν χρόνο νωρίτερα. Το βραχυπρόθεσμο κόστος θα ήταν τεράστιο. Αν και φοβάμαι λιγότερο αυτό το κόστος από το κόστος της επ’ αόριστον παραμονής στο ευρώ υπό το καθεστώς ενός καταστροφικού μνημονίου, επιμένω ότι το να μας τίθεται το δίλημμα μνημόνιο ή δραχμή δε συνάδει με το συμφέρον της Ευρώπης.
»Ακόμα κι αν δε σε ενδιαφέρει η Ελλάδα, ένα Grexit ή time-out, πες το όπως θες, θα κάνει το ευρώ να σταματήσει να φαίνεται ως κάτι αναπόδραστο. Αυτό θα φέρει ένα άμεσο και γερό χτύπημα στην Ιταλία και στην Ισπανία, πριν οι συνέπειες φτάσουν και στο Παρίσι. Και τότε δε θα υπάρχει τίποτα που να μπορεί να κάνει ο Μάριο Ντράγκι για να περιορίσει τη ζημιά, ακόμα κι αν τυπώσει έναν πακτωλό χρημάτων. Η νομισματική ένωση θα ξηλωθεί από παντού από δυνάμεις που δεν μπορείτε να ελέγξετε».
Ο Βόλφγκανγκ διαφωνούσε. Αλλά εξέφρασε τη διαφωνία του μέσα από ένα περίεργο κομπλιμέντο. «Μέσα στο Eurogroup είσαι ο μόνος που καταλαβαίνει ότι η Eυρωζώνη δεν είναι βιώσιμη», είπε. «Η Eυρωζώνη φτιάχτηκε με λάθος τρόπο. Πρέπει να αποκτήσουμε μια πολιτική ένωση, δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό».
«Πάντα ήξερα ότι είσαι αφοσιωμένος φεντεραλιστής», τον διέκοψα. «Θυμάμαι τη διαφωνία σου με τους συναδέλφους σου στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και τα άρθρα σου με τον Lammers. Είμαι σίγουρος ότι η κ. Μέρκελ δεν έβλεπε με τόσο καλό μάτι όπως εσύ τη δημιουργία ομοσπονδιακής πολιτικής δομής παράλληλα με τη νομισματική ένωση». Προς στιγμήν έδειξε ευχαριστημένος. «Ούτε οι Γάλλοι το έβλεπαν», πρόσθεσε. «Μου αντιτάχθηκαν». «Το ξέρω», είπα. «Ηθελαν να χρησιμοποιούν το μάρκο σας χωρίς να μοιραστούν την κυριαρχία τους!»
Ο Βόλφγκανγκ συμφώνησε εγκάρδια: «Ναι, έτσι είναι. Και δε θα το δεχτώ», διαβεβαίωσε. «Βλέπεις λοιπόν», συνέχισε, «ότι ο μόνος τρόπος να επιβιώσει η ένωση, το μόνο πράγμα που μπορεί να μας κρατήσει, είναι περισσότερη πειθαρχία. Οποιος θέλει το ευρώ πρέπει να αποδεχτεί την πειθαρχία. Η Eυρωζώνη θα δυναμώσει πολύ αν ένα Grexit επιβάλει την πειθαρχία».
Με την άκρη του ματιού μου έβλεπα τον Χουλιαράκη να χλωμιάζει. Ο Θεοχαράκης, από την άλλη, έδειχνε εντυπωσιασμένος αλλά όχι έκπληκτος με τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών, που είχε πάρει φωτιά. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια, επέστρεψα σε αυτό που θεωρούσα την ουσία του θέματος: «Δε θα μπορέσετε να ελέγξετε τη χαοτική διαδικασία που θα πυροδοτήσει ένα Grexit. Ξέχνα το προσωρινό time-out. Απαξ και βγήκαμε, τελείωσε, είμαστε εκτός, και θα ακολουθήσουν κι άλλοι. Σχεδιάζεις να ελευθερώσεις μια δυναμική που δεν μπορείς να ελέγξεις».
«Δε συμφωνώ μαζί σου», απάντησε κουνώντας το κεφάλι ενώ κοίταζε το πάτωμα. «Μπορούμε να θωρακίσουμε καλύτερα το ευρώ όταν φύγετε, με τεράστια βοήθεια από εμάς προς εσάς, και μετά ξαναγυρνάτε». Ηταν φανερό ότι δεν είχε νόημα να προσπαθώ να τον πείσω ότι δεν μπορεί να ελέγξει ένα φαινόμενο τρομερό σαν δύναμη της φύσης. Και όταν ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών προσφέρει στην εξαθλιωμένη χώρα σου «τεράστια βοήθεια», οφείλεις να ζητήσεις διευκρίνιση.
Ετσι τον ρώτησα: «ΟΚ, όταν λες τεράστια βοήθεια, τι εννοείς με τον όρο “τεράστια”; Παρεμπιπτόντως, η καγκελάριος είναι ενήμερη γι’ αυτό;». Κοιτώντας με έντονα και με ένα χαμόγελο γεμάτο σημασία μού είπε: «Αν σου απαντήσω σε αυτή την ερώτηση και το διαρρεύσεις, θα σε σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια!»
«Βόλφγκανγκ», του είπα, «έχω ποτέ διαρρεύσει τίποτα από όσα λέμε στις συναντήσεις μας; Εσύ το έχεις κάνει αλλά, όπως ξέρεις, εγώ όχι!» Γέλασε και είπε: «Ναι, έχεις δίκιο, έχεις δίκιο. Είναι ενήμερη και θα την πείσω ότι είναι καλή ιδέα».
Το «δράμα»
Οπως είχα υποψιαστεί, η καγκελάριος ήξερε το σχέδιο του Βόλφγκανγκ αλλά δεν το ενέκρινε. Εκείνη τη στιγμή με πλημμύρισε η συνειδητοποίηση πως είχαμε κάτι κοινό. Διαφωνούσαμε στα πάντα, συμπεριλαμβανομένου του Grexit, αλλά μοιραζόμασταν ένα δράμα: λειτουργούσαμε υπό ηγέτη, τόσο εκείνος όσο και εγώ, που αυτοσχεδίαζε χωρίς αποφασιστικότητα, χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο.
«Από αυτά που μου λες καταλαβαίνω ότι αυτή είναι μια συζήτηση που δεν έχεις την εξουσιοδότηση να κάνουμε», του είπα, για να ξεχάσω εκείνη τη στενόχωρη σκέψη. «Ναι», συμφώνησε. «Για να κάνουμε αυτή την κουβέντα, εσύ χρειάζεσαι έγκριση από τον πρωθυπουργό σου και εγώ από την καγκελάριο». «ΟΚ», του είπα, «θα σε καλέσω αργότερα».