Το ότι ο αμίαντος είναι επικίνδυνος και καρκινογόνος είναι ευρέως γνωστό. Ωστόσο λίγοι γνωρίζουν ότι το επικίνδυνο υλικό μπορεί να βρίσκεται στον τοίχο τους ή κάτω από τα πλακάκια του μπάνιου.
Για το θάνατο 100.000 ανθρώπων ετησίως κατηγορούνται οι ίνες αμιάντου. Η χρήση του στην ΕΕ έχει απαγορευθεί από το 2005. Στην Γερμανία έχουν κατηγορήσει τον αμίαντο ως αιτία για πολλές σοβαρές ασθένειες όπως μεσοθηλίωμα (είδος καρκίνου), πνευμονοκονίαση αμιάντου, καρκίνο του λάρυγγα και των πνευμόνων και ασθένειες του υπεζωκότα...
Πολλοί νομίζουν ότι η χρήση αμιάντου στην κατασκευή ή ανακαίνιση
σπιτιών έχει σταματήσει προ πολλού. Αυτό μπορεί να ισχύει μεν, δεν
σημαίνει όμως ότι δεν συνεχίζουν να υπάρχουν ίνες αμιάντου στα πιο
απίθανα σημεία. Ακόμη και μια απλή ανακαίνιση στο σπίτι μπορεί να
ελευθερώσει τις επικίνδυνες ίνες οι οποίες καταλήγουν μέσω του αέρα
στους πνεύμονες. Γι' αυτό θα πρέπει να εξετάζεται κατ' αρχήν εάν υπάρχει
αμίαντος στο σπίτι και πως μπορεί να αποφευχθεί η επαφή μαζί του.
Ωστόσο ο εντοπισμός του υλικού δεν είναι πάντα εύκολος. Υπάρχουν για παράδειγμα περιπτώσεις όπου ο αμίαντος βρίσκεται στην κόλλα που συγκρατεί τα πλακάκια του μπάνιου, στον σοβά στους τοίχους ή κάτω από το δάπεδο. Ακόμη και ειδικοί τεχνίτες αντιμετωπίζουν δυσκολίες να αναγνωρίσουν σ' αυτές τις περιπτώσεις την ύπαρξη αμιάντου, λέει ο Φραν Γιάνσεν από τον Σύλλογο Γερμανών Μηχανικών.
Στη Γερμανία ο κίνδυνος αυτός υφίσταται θεωρητικά σε κάθε κτίριο που χτίστηκε πριν από την αλλαγή της χιλιετίας. «Επιπλέον δεν υπάρχει σπίτι στο οποίο δεν επισκευάστηκε κάποια στιγμή κάτι» επισημαίνει ο Γιάνσεν.
Μπορεί στη Γερμανία ο προκαλούμενος από αμίαντο καρκίνος του πνεύμονα να αναγνωρίστηκε ήδη το 1942 ως επαγγελματική ασθένεια, αλλά το κατασκευαστικό υλικό απαγορεύθηκε στη χώρα μόλις το 1995 και στην Ευρώπη το 2005.
Ωστόσο ο εντοπισμός του υλικού δεν είναι πάντα εύκολος. Υπάρχουν για παράδειγμα περιπτώσεις όπου ο αμίαντος βρίσκεται στην κόλλα που συγκρατεί τα πλακάκια του μπάνιου, στον σοβά στους τοίχους ή κάτω από το δάπεδο. Ακόμη και ειδικοί τεχνίτες αντιμετωπίζουν δυσκολίες να αναγνωρίσουν σ' αυτές τις περιπτώσεις την ύπαρξη αμιάντου, λέει ο Φραν Γιάνσεν από τον Σύλλογο Γερμανών Μηχανικών.
Στερνή γνώση…
Μόλις πριν από μια δεκαετία άνθρωποι του κλάδου διαπίστωσαν ότι σε πολλές κόλλες, στόκους και σοβάδες χρησιμοποιούνταν επί χρόνια ίνες αμιάντου. Μπορεί το ποσοστό περιεκτικότητας να μην είναι μεγάλο αλλά αρκεί για να βλάψει σημαντικά τους πνεύμονες. Αυτό μπορεί να συμβεί εάν για παράδειγμα τροχιστεί ένας τοίχος και οι ίνες βγουν στην ατμόσφαιρα. Οι κόκκοι της σκόνης που δημιουργούνται σε τέτοιες εργασίες είναι τόσο μικροί που διαπερνούν τα πάντα.Στη Γερμανία ο κίνδυνος αυτός υφίσταται θεωρητικά σε κάθε κτίριο που χτίστηκε πριν από την αλλαγή της χιλιετίας. «Επιπλέον δεν υπάρχει σπίτι στο οποίο δεν επισκευάστηκε κάποια στιγμή κάτι» επισημαίνει ο Γιάνσεν.
Μπορεί στη Γερμανία ο προκαλούμενος από αμίαντο καρκίνος του πνεύμονα να αναγνωρίστηκε ήδη το 1942 ως επαγγελματική ασθένεια, αλλά το κατασκευαστικό υλικό απαγορεύθηκε στη χώρα μόλις το 1995 και στην Ευρώπη το 2005.
Μέτρα προστασίας
Η ομάδα που απειλείται περισσότερο από τις βλαβερές συνέπειες του αμιάντου είναι φυσικά οι άνθρωποι που εργάζονται σε οικοδομές και ήρθαν ή έρχονται σε επαφή με το υλικό. Συνήθως περνάει πολύς καιρός μετά την έκθεση των εργατών στις ίνες μέχρι να εκδηλώσουν κάποια ασθένεια. «Τώρα έχουμε περιπτώσεις θανάτου ανθρώπων που εκτέθηκαν στο υλικό πριν από 40 χρόνια» επισημαίνει ο Τόμας Κούλμπους από την ομάδα Διαχείρισης Επικίνδυνων Υλικών του Ιδρύματος Προστασίας Εργαζομένων και Εργασιακής Υγείας. Οι μικροσκοπικές ίνες μένουν για πάρα πολύν καιρό στις πνευμονικές κυψελίδες καθότι ο οργανισμός δεν μπορεί να τις αποβάλει. Έτσι μπορούν να προκαλέσουν ασθένειες ακόμη και δεκαετίες αργότερα.Ως εργαζόμενος τεχνίτης ή ακόμη και απλός ενοικιαστής ή ιδιοκτήτης σπιτιού είναι σημαντικό να γνωρίζει κανείς πώς διαπιστώνεται η ύπαρξη αμιάντου και κυρίως πώς μπορεί να αποφευχθεί η επαφή, δηλώνει ο Τόμας Κούλμπους. Σε αυτή την περίπτωση η γνώση είναι η κατάλληλη προφύλαξη. Έτσι μπορούν να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα προστασίας, όπως είναι για παράδειγμα η χρήση ειδικών μηχανημάτων που απορροφούν την επικίνδυνη σκόνη. Με αυτόν τον τρόπο μπορεί κανείς να μειώσει σημαντικά τον κίνδυνο.