Τηλεοπτικές άδειες: Μια ερμηνεία της απόφασης του ΣτΕ

Είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση είχε δώσει μεγάλο επικοινωνιακό βάρος στο ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών, το μόνο, ίσως, πεδίο που της είχε αφήσει ελεύθερο η τρόικα. Είχε σηκώσει ψηλά το θέμα και είχε κάνει σημαία της το «χτύπημα στη διαπλοκή». Το χρησιμοποιούσε ως αντίβαρο απέναντι στη βάρβαρη νεοφιλελεύθερη πολιτική που ακολουθεί και ως απόδειξη ότι εφαρμόζει εν μέρει τις προεκλογικές της υποσχέσεις... 



του Γιάννη Ανδρουλιδάκη*

Η απόφαση του ΣτΕ για τις τηλεοπτικές άδειες, μάλλον, δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Το αποτέλεσμα ήταν αναμενόμενο από τη στιγμή που σε προηγούμενη συνεδρίαση του είχε κάνει αποδεκτές τις προσφυγές των καναλιών και δέχτηκε να μπει σε συζήτηση η συνταγματικότητα ή μη του νόμου Παππά. Έτσι δε φάνηκε να αιφνιδιάζεται ούτε η κυβέρνηση , αλλά ούτε και η αξιωματική αντιπολίτευση οι οποίες είχαν ήδη προετοιμάσει τις επόμενες κινήσεις τους.

Είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση είχε δώσει μεγάλο επικοινωνιακό βάρος στο ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών, το μόνο, ίσως, πεδίο που της είχε αφήσει ελεύθερο η τρόικα. Είχε σηκώσει ψηλά το θέμα και είχε κάνει σημαία της το «χτύπημα στη διαπλοκή». Το χρησιμοποιούσε ως αντίβαρο απέναντι στη βάρβαρη νεοφιλελεύθερη πολιτική που ακολουθεί και ως απόδειξη ότι εφαρμόζει εν μέρει τις προεκλογικές της υποσχέσεις. Πανηγύριζε, γιατί μπήκαν στα κρατικά ταμεία 256 εκατομμύρια ευρώ. Τα σίγουρο είναι ότι δεν ήρθε σε ρήξη με τη διαπλοκή συνολικά, αλλά με ένα μικρό μέρος της. Έτσι ήλπιζε ότι θα γίνει συμπαθητική στο λαό, αφού έχαναν τις άδειες τους τηλεοπτικοί σταθμοί, που είχαν προκαλέσει με την απροκάλυπτη στήριξη των μνημονίων, που γεννήθηκαν και γιγαντώθηκαν μέσα στο τριγωνικό σύστημα διαπλοκής καναλαρχών , πολιτικών και τραπεζιτών. Προσπάθησε, επιπλέον, να βάλει στο παιχνίδι νέους μιντιάρχες που, πιθανώς , θα ήταν πιο φιλικοί προς αυτήν. Προχθές με μια άθλια δήλωση η κυβερνητική εκπρόσωπος κα Γεροβασίλη βγήκε να «κλάψει», γιατί χάθηκαν τα χρήματα με τα οποία θα προσλαμβάνονταν 4000 νοσηλευτές και θα πήγαιναν σε βρεφονηπιακούς σταθμούς 15000 παιδιά. Τέτοια πρόκληση για τα αυτονόητα δικαιώματα των πολιτών από τους υπηρέτες του χειρότερου μνημονίου την ώρα μάλιστα που συζητούν με το ΔΝΤ και την περίπτωση τέταρτου(!!!).

Δηλωτική της πολιτικής της, ωστόσο, ήταν και η στάση της ΝΔ και του αρχηγού της, κ. Μητσοτάκη. Πολέμησαν λυσσαλέα το νόμο Παππά και υπερασπίστηκαν όχι τους εργαζόμενους, που έχαναν τις δουλειές τους από το κλείσιμο των καναλιών, αλλά τους ιδιοκτήτες των σταθμών και τα συμφέροντα τους. Το κόμμα και τα στελέχη του που για 27 χρόνια μαζί με το ΠΑΣΟΚ επέτρεψαν τη δημιουργία, την ανάπτυξη και τη γιγάντωση ενός καθεστώτος ανομίας στο τηλεοπτικό τοπίο και προσωπικά ο ίδιος ο αρχηγός του, για τον οποίο υπάρχουν σκιές για τις σχέσεις του με τη Siemens, δε θα έπρεπε να πανηγυρίζουν. Είναι τουλάχιστον υποκριτικό να ισχυρίζονται ότι υπερασπίστηκαν τη νομιμότητα και τη συνταγματική τάξη εκείνοι που έχουν κουρελιάσει, κατ επανάληψη, το Σύνταγμα και έχουν παίξει επικίνδυνα με τους θεσμούς. Ούτε η Ν.Δ. με τη δοκιμασμένη πολιτική συνταγή της μεταπολίτευσης δικαιούται να εμφανίζεται χωρίς πολιτικό παρελθόν, ούτε ο κ. Μητσοτάκης, ο υπουργός των απολύσεων, μπορεί να έρχεται σαν ένας νέος Μεσσίας.

Η απόφαση του ΣτΕ με ψήφους 14-11 από κάποιους χαρακτηρίζεται οριακή από άλλους δίκαιη και από ορισμένους απαράδεκτη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό το συντηρητικό δικαστικό σώμα στηρίζει τα συμφέροντα μιας πολιτικοοικονομικής ελίτ που κυβερνά τη χώρα πολλές δεκαετίες. Ας μην ξεχνάμε ότι έβγαλε συνταγματικά τα μνημόνια, τις περικοπές που έχουν γίνει σε μισθούς και συντάξεις, το κλείσιμο της ΕΡΤ κ. α. Αντισυνταγματικό, λοιπόν, θεώρησε και το νόμο Παππά, όχι γιατί χτυπούσε συνολικά τη διαπλοκή, αλλά γιατί έθετε εκτός παιχνιδιού μεγάλα ονόματα που έχουν πρωταγωνιστήσει στην πολιτική και οικονομική ζωή της χώρας. Ήταν μια ενδοδιαπλεκόμενη κόντρα που για την ώρα αναδεικνύει νικητές τους παλιούς παίκτες, εκείνους που μέχρι προχτές η κυβέρνηση θεωρούσε χαμένους.

Η κυβερνητική αντίδραση στην προαναφερόμενη απόφαση είναι για γέλια και για κλάματα. Σε μια προσπάθεια να ρεφάρει τη ζημιά, αλλά και να δείξει συναίνεση και σεβασμό στις υποδείξεις του ΣτΕ πρότεινε για πρόεδρο του ΕΣΡ τον κ Βύρωνα Πολύδωρα(!!), ο οποίος έχει προκαλέσει δικαιολογημένες αντιδράσεις με τις δηλώσεις του. Τελικά ένα ακόμη δικομματικό παιχνίδι βρίσκεται σε εξέλιξη με συμπαίκτες παλιούς και νέους παράγοντες, οι οποίοι ακουμπούν τα εκατομμύρια τους για την «αντικειμενική ενημέρωση» του ελληνικού λαού(!) και θεατή την κοινωνία, η οποία επιτρέπει να ξεπηδούν για πολλοστή φορά σωτήρες και προστάτες που μιλούν για λογαριασμό της.

Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας

Βελτίωση του οικονοµικού κλίµατος στην Ελλάδα, διπιστώνει το ΙΟΒΕ

Βελτίωση του οικονοµικού κλίµατος στην Ελλάδα και περαιτέρω ανάκαµψη της καταναλωτικής εµπιστοσύνης καταγράφηκε τον Οκτώβριο σύμφωνα με το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ)...

 

Βελτιώθηκε τον Οκτώβριο, σε σχέση µε τον Σεπτέµβριο, ο ∆είκτης Οικονοµικού Κλίµατος στην Ελλάδα, κινούµενος στις 93,8 (από 91,4) µονάδες, σε επίδοση υψηλότερη έναντι της αντίστοιχης περυσινής (87,1 µονάδες).

Σύμφωνα με το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), η εξέλιξη αυτή προκύπτει ως αποτέλεσµα της σχετικής βελτίωσης των προσδοκιών στις Υπηρεσίες και την καταναλωτική εµπιστοσύνη και οριακά στη Βιοµηχανία. Αντίθετα, στο Λιανικό εµπόριο και στις Κατασκευές σηµειώνεται επιδείνωση του κλίµατος.

«Συνολικά, καθώς το οικονοµικό πρόγραµµα εκτελείται, µε καθυστερήσεις αλλά χωρίς ουσιαστικές εκπλήξεις, τουλάχιστον ως προς τις κύριες του γραµµές, φαίνεται ότι οι οικονοµικές προσδοκίες που είχαν υποχωρήσει βίαια µε επίκεντρο τον Ιούλιο του 2015 οδηγούνται προς σταδιακή οµαλοποίηση. Η ολοκλήρωση και των τελευταίων εκκρεµοτήτων της πρώτης αξιολόγησης, αµβλύνει την αβεβαιότητα στο οικονοµικό πεδίο. Η σταδιακή βελτίωση του δείκτη του οικονοµικού κλίµατος φαίνεται ότι λειτουργεί έτσι ως πρόδροµο µέγεθος για την άµβλυνση της ύφεσης και στην πραγµατική οικονοµία και την επιστροφή σε οριακά θετικούς ρυθµούς στο δεύτερο εξάµηνο του τρέχοντος έτους, όπως αναµένεται και από τις σχετικές αναλύσεις και τα έως τώρα διαθέσιµα δεδοµένα. Παρατηρείται προσαρµογή σε ένα νέο επίπεδο ισορροπίας για τις προσδοκίες των πολιτών και επιχειρήσεων, που ενσωµατώνει τις επιβαρύνσεις στο φορολογικό και ασφαλιστικό, αλλά είναι συνολικά υψηλότερο από το καλοκαίρι του 2015, αλλά και οριακά χαµηλότερο από το 2014» επισημαίνει το ΙΟΒΕ.

Αναλυτικότερα: 

Στη Βιοµηχανία, οι θετικές προβλέψεις για την παραγωγή τους προσεχείς µήνες ενισχύονται ελαφρά, το ισοζύγιο στις εκτιµήσεις για τα αποθέµατα αποκλιµακώνεται ήπια, ενώ διευρύνονται οι αρνητικές εκτιµήσεις για τις παραγγελίες και τη ζήτηση.

— Στις Υπηρεσίες, τόσο οι εκτιµήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων και την τρέχουσα ζήτηση, όσο και οι προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσµη εξέλιξή της βελτιώνονται.

— Στο Λιανικό Εµπόριο, οι θετικές εκτιµήσεις για τις τρέχουσες πωλήσεις αποκλιµακώνονται, ενώ και οι αισιόδοξες προβλέψεις για τη βραχυπρόθεσµη εξέλιξή τους παραµένουν αµετάβλητες, µε το δείκτη των αποθεµάτων να κινείται προς τα κάτω.

— Στις Κατασκευές, αµβλύνονται οι πολύ απαισιόδοξες προβλέψεις για το πρόγραµµα εργασιών των επιχειρήσεων όµως επιδεινώνονται σηµαντικά οι προβλέψεις για την απασχόληση.

— Στην Καταναλωτική Εµπιστοσύνη, ο σχετικός δείκτης ανακάµπτει ως αποτέλεσµα των λιγότερο δυσµενών προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονοµική τους κατάσταση και για την οικονοµική κατάσταση της χώρας το επόµενο 12-µηνο, της βελτίωσης της πρόθεσης για αποταµίευση, αλλά και των λιγότερο δυσµενών προβλέψεων για την εξέλιξη της ανεργίας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Eυρωσκεπτικισμός: Η αυτοκριτική εγρήγορση

O συνεπέστερος και διαυγέστερος ορισμός του «ευρωσκεπτικισμού» συνοψίστηκε, από τη δεκαετία κιόλας του ’70, στον τίτλο κύριου άρθρου της γαλλικής εφημερίδας «Le Monde»: «Nαι στην ενωμένη Eυρώπη, όχι στην ευρωμαρμελάδα»....



του Χρήστου Γιανναρά*

Αποψη, και κατατίθεται για να κριθεί. H χώρα μας επιτροπεύεται ταπεινωτικά (αλλά δικαιολογημένα), μπορούμε ωστόσο να εκφραζόμαστε, ακόμα, χωρίς λογοκρισία.

H άποψη λέει: Tο πιο αισιόδοξο σύμπτωμα στην Eυρώπη σήμερα είναι ο ευρωσκεπτικισμός. Oπως ακριβώς και στην προσωπική τού καθενός μας ζωή: το γονιμότερο και πιο ελπιδοφόρο σύμπτωμα (τόσο στην αποτυχία όσο και στην επιτυχία) είναι η αυτοκριτική εγρήγορση.

Eχει τόσο κατασυκοφαντηθεί ο «ευρωσκεπτικισμός», ώστε κάθε υπεράσπισή του να διακινδυνεύει την αβασάνιστη a priori απόρριψή της ή τον χλευασμό. Mας έχουν μεθοδικά βομβαρδίσει με τη μικρονοϊκή ρετσινιά ότι ευρωσκεπτικισμός σημαίνει εθνικιστικός επαρχιωτισμός, ακροδεξιά ξενοφοβία, φασιστοειδής πατριδοκαπηλία. H ευτέλεια των κακόβουλων χαρακτηρισμών φανερώνει πόσο επικίνδυνος είναι ο ευρωσκεπτικισμός για κάποιους πανίσχυρους συνασπισμούς συμφερόντων.

O συνεπέστερος και διαυγέστερος ορισμός του «ευρωσκεπτικισμού» συνοψίστηκε, από τη δεκαετία κιόλας του ’70, στον τίτλο κύριου άρθρου της γαλλικής εφημερίδας «Le Monde»: «Nαι στην ενωμένη Eυρώπη, όχι στην ευρωμαρμελάδα». Που σημαίνει: Θέλουμε τη συνεργασία και σύμπραξη των ευρωπαϊκών κοινωνιών και κρατών, θέλουμε τη θεσμική κατασφάλιση ειρηνικής συνύπαρξης, σχεδιασμένο συντονισμό παραγωγής και διακίνησης αγαθών, θέλουμε κοινά ερευνητικά και επιχειρησιακά προγράμματα για την ισορροπημένη (συγκλίνουσα) ανάπτυξη και άνοδο του βιοτικού επιπέδου. Oμως, αυτά όλα, ποτέ σε βάρος των ιδιαιτεροτήτων κάθε ευρωπαϊκής κοινωνίας, ποτέ με θυσία ή αλλοίωση των θεσμικών μορφωμάτων κάθε εθνικής ιδιοπροσωπίας, ποτέ ισοπεδώνοντας ιστορικές συνειδήσεις, νοο-τροπίες, συλλογικούς χαρακτήρες.

Yπήρχε στην Eυρώπη εκτίμηση, συχνά και θαυμασμός, για το κατόρθωμα των «τέκνων» της Eυρώπης (πληθυσμικών ομάδων από όλα τα ευρωπαϊκά κράτη) που μετανάστευσαν στον «Nέο Kόσμο» (Aμερική) και έστησαν εκεί μια καινούργια κρατική υπόσταση (HΠA) γεννώντας, η πανσπερμία των εποίκων, μιαν εκπληκτική και πρωτόγνωρη στην Iστορία πολυφυλετική «εθνική» συνοχή. Δεν εξαφανίστηκαν ούτε εξομοιώθηκαν προγραμματικά οι καταγωγικές διαφορές των εποίκων, υποτάχθηκαν απλώς στην ενοείδεια του στόχου της αποδημίας, που ήταν το χρήμα. Tόσο οι πρώτοι, απίστευτης τόλμης μετανάστες, όσο και τα διαδοχικά κύματα που ακολούθησαν, επί τρεις περίπου αιώνες, έφτασαν εκεί με λαχτάρα για πλούτο, ατομική οικονομική επιτυχία, συνθήκες απόλυτης ελευθερίας στις παραγωγικές και ανταλλακτικές σχέσεις τους.

Tην ευόδωση του τολμήματος υπηρέτησαν δύο κυρίως παράγοντες: H προτεσταντική Hθική (ο άτεγκτος πουριτανισμός των πρώτων εποίκων που όρισε και τις προδιαγραφές της πανσπερμικής συνύπαρξης) και η αγγλική γλώσσα, που προσφέρεται για απεριόριστες νοηματικές απλουστεύσεις και κακοποιήσεις της προφορικής εκφοράς της. H σύζευξη της νηπιώδους μεταφυσικής ωφελιμοθηρίας με τον ρεαλισμό του πάθους για οικονομική επιτυχία αποτυπώθηκε επιγραμματικά σε κάθε χαρτονόμισμα δολαρίου: «In God we trust»!

Tο κοινωνικο-πολιτικό μόρφωμα των HΠA είναι ο πιο εντυπωσιακός ώς τώρα θρίαμβος του Iστορικού Yλισμού, η πληρέστερη μάλλον δικαίωση του Mαρξ – έστω και αν το όνομά του προκαλεί αλλεργική απέχθεια και αποτροπιασμό στους δημιουργούς του «αμερικανικού θαύματος». Πουθενά αλλού (ούτε καν στη Σοβιετία) η οικονομία δεν λειτούργησε τόσο απόλυτα ως «βάση» (Basis) νοήματος και στόχων του ανθρώπινου βίου, ενώ η θρησκεία, η Tέχνη, η καλλιέργεια απλώς ως «εποικοδόμημα» (Überbau).

O «ευρωσκεπτικισμός» λέει: H Eυρώπη είναι αδύνατο να προσαρμοστεί στους όρους και στις προδιαγραφές του αμερικανικού μοντέλου, παρ’ όλο που αυτή το γέννησε. Aδύνατο, γιατί η Eυρώπη, αν και δικό της γέννημα είναι ο Iστορικός Yλισμός, αντλεί την ταυτότητά της (νόημα και στόχους της ανθρωπιάς του ανθρώπου) όχι αποκλειστικά από την οικονομία, όχι από το αυτονομημένο σαν αυταξία χρήμα. Tο μέγα προνόμιο της Eυρώπης, το δικό της «θαύμα», είναι ότι κάθε ευρωπαϊκή κοινωνία έχει τη δική της πολιτισμική ιδιομορφία, μια ξεχωριστή και ανόμοια ιστορία, γλώσσα, λαϊκή παράδοση. Eχει τους δικούς της κάθε γλώσσα μεγάλους ποιητές και φιλοσόφους, είναι άλλη η φλαμανδική ζωγραφική και άλλη η ισπανική ή η ιταλική, άλλο πράγμα οι Γερμανοί και Aυστριακοί μουσουργοί και άλλο οι Aγγλοσάξονες, άλλη η σκανδιναβική αρχιτεκτονική και άλλη η μεσογειακή – μύρια όσα τα ανάλογα.

Oι πρώτοι χαρισματικοί οραματιστές της ευρωπαϊκής ενοποίησης, Σουμάν, Mονέ, Aντενάουερ, Σπάακ, Nτε Γκάσπερι, ώς τον τελευταίο των μεγάλων Zακ Nτελόρ, σίγουρα έβλεπαν στην οικονομική συνεργασία και συνανάπτυξη μια καίρια προϋπόθεση ειρήνης, σταθερότητας, προόδου των ευρωπαϊκών κοινωνιών – αλλά δεν μοιάζει να απολυτοποίησαν ποτέ τον ιστορικο-υλιστικό παράγοντα. H ριζική μετάλλαξη της E.E. συντελέστηκε μετά την κατάρρευση της Σοβιετίας, όταν η ιερή λέξη «ελευθερία» εγκλωβίστηκε αποκλειστικά στον μονόδρομο της ασυδοσίας των κερδοσκόπων, σε παγκόσμια κλίμακα.

Eίναι οδύνη να διαπιστώνει κανείς την κακοποίηση και παραφθορά του οράματος. Tις τύχες και το μέλλον των ευρωπαϊκών κοινωνιών, τον ιστορικό δυναμισμό του πολιτισμού της Eυρώπης, να τα διαχειρίζεται μια υπαλληλία με μάλλον αδιευκρίνιστη προέλευση, πάντως όχι με λαϊκή εντολή, σε ρόλο διεκπεραιωτή εντολών από τα αδιαφανή κέντρα του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος. Mετριότητες τραπεζικής καριέρας εκβιάζουν, απειλούν, τιμωρούν σαδιστικά κυβερνήσεις λαών εκλεγμένες με δημοκρατικές διαδικασίες, επιτροπεύουν τη λειτουργία «ανεξάρτητων» κρατών – αποφασίζουν ποιες κοινωνίες θα επιβιώσουν, ποιες θα λιμοκτονούν.

H «ποινή» που οι νικητές του B΄ Παγκοσμίου Πολέμου επέβαλαν στη Γερμανία, για να τιθασεύσουν τη μόνιμη επιθετικότητα των κατακτητικών της ορέξεων, ήταν η απαγόρευση επανεξοπλισμού της. Kαι η ποινή αποδείχθηκε μπούμερανγκ: Aπαλλαγμένη η Γερμανία από το οικονομικό πελώριο βάρος των εξοπλισμών, αναδείχθηκε βιομηχανική υπερδύναμη υποτάσσοντας τις οικονομίες όλων των ευρωπαϊκών κρατών – πειθαρχεί στα θελήματά της εκλεγμένες από τους λαούς τους κυβερνήσεις, σαν μαέστρος σε ορχήστρα από αναπηρικό καροτσάκι. Eτσι φτάσαμε να σημαίνει η ευρωπαϊκή ενοποίηση τον στανικό μετασχηματισμό της Eυρώπης σε άβουλο πιόνι στα παιχνίδια των απρόσωπων «αγορών» και των απάνθρωπων συμφερόντων που τις κινούν.

O «ευρωσκεπτικισμός» είναι η αμφιβολία για την ευρωπαϊκότητα της πολιτικής που ασκεί η E.E., η αντίσταση στον ιστορικο-υλιστικό λήθαργο που εξουδετερώνει την ευρωπαϊκή πολιτισμική δυναμική. Mακάρι να γίνει κίνημα.
______________________________________________________________ 

* Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Βόννης και της Σορβόννης (Παρίσι).
Δίδαξε Φιλοσοφία, Πολιτιστική Διπλωματία και Συγκριτική Οντολογία σε πανεπιστήμια της Γαλλίας, της Ελβετίας, της Ελλάδας.

Επιφυλλιδογραφεί σε εφημερίδες παρεμβαίνοντας στην πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα.

Νέα πρόταση Ν. Βούτση για το ΕΣΡ με πρόεδρο τον Ροδόλφο Μορώνη - Ποιος είναι ο Ρ. Μορώνης (vid)

Με νέα πρόταση για το ΕΣΡ επανέρχεται ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης αιφνιδιάζοντας τη ΝΔ. Ο πρόεδρος της Βουλής προτείνει για πρόεδρο του ΕΣΡ τον Ροδόλφο Μορώνη, για αντιπρόεδρο τον Βασίλη Μουλόπουλο και για μέλος τον Νίκο Κιάο...



Απέσυρε ο πρόεδρος της Βουλής, Νίκος Βούτσης, την πρόταση του Βύρωνα Πολύδωρα για την προεδρία του ΕΣΡ κατά τη Διάσκεψη των Προέδρων που βρίσκεται σε εξέλιξη.

Για πρόεδρο του ΕΣΡ προτείνει τον Ροδόλφο Μορώνη και για αντιπρόεδρο τον Βασίλη Μουλόπουλο. Για να συμπληρωθεί η σύνθεση του ΔΣ του ΕΣΡ πρότεινε ως μέλος τον πρώην πρόεδρο της ΕΣΗΕΑ, Ν. Κιάο.


Τα άλλα προτεινόμενα μέλη του ΕΣΡ θα είναι:

Πόπη Διαμαντάκου, δημοσιογράφος
Βασίλης Καραποστόλης, καθηγητής πανεπιστημίου
Λίλιαν Μήτρου, καθηγήτρια πανεπιστημίου
Δήμητρα Παπαδοπούλου, καθηγήτρια πανεπιστημίου
Αγγελική Σγώρα, διδάκτωρ Δικτύων Υπολογιστών
Γιάννης Τζανετάκος, δημοσιογράφος

Ο κ. Βούτσης ζήτησε να διακοπεί η συνεδρίαση και να συνεχιστεί σε λίγη ώρα.

Ποιος είναι ο Ροδόλφος Μορώνης



Ο Ξενοφών - Ροδόλφος Μορώνης είναι Έλληνας δημοσιογράφος και συγγραφέας. 

Γεννήθηκε το 1943 στην Αθήνα και σπούδασε στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες, "Μεσημβρινή", "Τα Νέα", "Βραδυνή", ενώ κατά καιρούς έχει αναλάβει διευθυντικές θέσεις σε τηλεοπτικά κανάλια. Υπήρξε συντονιστής ειδήσεων στην Eurovision, Γενικός Διευθυντής της ΕΤ-1 (1989 - 1990), μέλος του ΕΣΡ (1991 - 1993, 2002 - 2005), υπουργός Επικρατείας στην κυβέρνηση Καραμανλή προκειμένου να διεξαχθούν οι εκλογές του 2007, καθώς και αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της ΝΕΡΙΤ (20/5/2014 - 11/9/2014). Σήμερα είναι πρόεδρος του Ινστιτούτου Οπτικοακουστικών Μέσων (ΙΟΜ).

Την περίοδο 1995 - 2000 δίδαξε τηλεοπτική δημοσιογραφία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Στις 28 Αυγούστου 2015, κατά τον διορισμό της Υπηρεσιακής Κυβέρνησης Βασιλικής Θάνου από τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου, ανέλαβε τη θέση του Κυβερνητικού Εκπροσώπου και Υπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, μέχρι τη διενέργεια εκλογών στις 20 Σεπτεμβρίου 2015.

Έχει συγγράψει δύο βιβλία και έχει μεταφράσει θεατρικά έργα.

Γιατί «σφάζονται» στην ποδιά των ΜΜΕ, πατέρα;

«Σφάζονται» κυβέρνηση, αντιπολίτευση και καναλάρχες στην ποδιά των ΜΜΕ. «Σκοτώνονται» καθημερινά για το πόσα κανάλια χωράει και αντέχει η αγορά. Τέσσερα ή περισσότερα; Με ποιους όρους, άραγε; Και για πόσα χρόνια; 



του Γιώργου Παυλόπουλου *

Επιχειρώντας κανείς να δώσει απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα (και πολλά ακόμη, φυσικά), θα ήταν χρήσιμο να μην παρασύρεται από τα επιχειρήματα της μίας ή της άλλης πλευράς. Να γνωρίζει τους πραγματικούς αριθμούς, να κάνει τις αναγκαίες προσθέσεις και αφαιρέσεις και στη συνέχεια, συνυπολογίζοντας τις παραμέτρους του επιχειρηματικού ρίσκου, καθώς και της σχέσης πολιτικού κόστους και οφέλους, να καταλήγει στα συμπεράσματά του.

Πρώτο ερώτημα, λοιπόν: Πόσο μεγάλη είναι, άραγε, η διαφημιστική «πίτα» που αφορά τα τηλεοπτικά κανάλια και αποτελεί το βασικό, αν όχι μοναδικό έσοδό τους, μιας και τα κανάλια δεν πουλάνε φύλλα στα περίπτερα; Ως εκ θαύματος, όσο κι φαίνεται παράδοξο στους περισσότερους, επίσημα στοιχεία γύρω από αυτή τη δαπάνη δεν υπάρχουν εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια και μάλιστα με πρωτοβουλία των ίδιων των καναλαρχών και συνυπευθυνότητα της κυβέρνησης. Έτσι, ο καθένας κάνει τις δικές του εκτιμήσεις και στηρίζει την επιχειρηματολογία του σε αυτές. Οι υπόλοιποι αναγκαζόμαστε να καταφεύγουμε σε… αλχημείες, καταλήγοντας στο συμπέρασμα (με πάσα επιφύλαξη) ότι μιλάμε για ένα ποσό της τάξης των 250 εκατ. ευρώ ετησίως.

Δεύτερο καίριο ερώτημα: Πόσο είναι το κόστος λειτουργίας ενός τηλεοπτικού σταθμού γενικού περιεχομένου, με 400 τουλάχιστον εργαζόμενους; Κατά σύμπτωση, ούτε εδώ υπάρχει επίσημη εκτίμηση ή άλλο ακριβές στοιχείο, έτσι ώστε να είμαστε σε θέση και εμείς οι αδαείς να έχουμε σαφέστερη εικόνα. Προφανώς, το συγκεκριμένο ποσό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως είναι το ιδιόκτητο ή μη κτίριο, αλλά και το ύψος των αποδοχών για τους εργαζόμενους. Όμως, δεν μπορεί, κάπου κάποιοι θα έχουν φτιάξει ένα μοντέλο που θα μας δίνει τον μέσο όρο, αλλά μας το κρατούν μυστικό. Είναι γύρω στα 50 εκατ., όπως ισχυρίζονται ορισμένοι ειδικοί του κλάδου, λιγότερα ή περισσότερα;

Τρίτο ερώτημα (που πηγάζει ευθέως από τα δύο πρώτα): Αφού τα στοιχεία για τα κόστος είναι άγνωστα, πώς θα διαμορφώσουμε άποψη για τον αριθμό των καναλιών που «χωράει» η αγορά; Και παράλληλα, πώς θα ερμηνεύσουμε τις ομηρικές συγκρούσεις ανάμεσα σε ορισμένους από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της ελληνικής ολιγαρχίας, με σκοπό να πάρουν θέση στο νέο τηλεοπτικό τοπίο – και μάλιστα, μετά από μια πενταετία που συσσώρευσαν τεράστιες ζημιές στους ισολογισμούς τους, γεγονός που αποδεικνύει ότι η ενασχόληση με το συγκεκριμένο «άθλημα» δεν προσφέρει χρηματικά κέρδη;

Τελευταίο ερώτημα (πηγάζει επίσης από τα δύο πρώτα): Γιατί δεν μας δίνουν τα στοιχεία αυτά οι καθ’ ύλην αρμόδιοι, οι επιχειρηματίες-ιδιοκτήτες. Γιατί μας αναγκάζουν να αυθαιρετούμε σε ένα τόσο κρίσιμο θέμα που, αν πιστέψουμε το πολιτικό ρεπορτάζ, δημιουργεί ακόμη και ζήτημα πολιτικής επιβίωσης της κυβέρνησης και έχει αναγορευτεί στη μητέρα των μαχών στον «πόλεμο κατά ης διαπλοκής»;

Ε, λοιπόν, ας συνειδητοποιήσουμε ότι δεν μας δίνουν τα στοιχεία γιατί δεν θέλουν να ξέρουμε. Αλλά και επειδή το βασικό διακύβευμα στην υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών είναι αναμφίβολα πολύ σημαντικό, ωστόσο δεν έχει πρωτίστως να κάνει με τα οικονομικά δεδομένα του κλάδου των ΜΜΕ.

Έχει να κάνει, όμως, με την αδυσώπητη σύγκρουση που διεξάγεται εδώ και καιρό στους κόλπους της ελληνικής ολιγαρχίας για το ποιος από τους εκπροσώπους της θα πεθάνει και ποιος θα επιβιώσει, καθώς και από ποια θέση, στην εποχή της κρίσης και αφού θα έχουν όλοι μαζί συνθλίψει τα δικαιώματα των εργαζομένων και τις κατακτήσεις της κοινωνίας.

Έχει να κάνει με το γεγονός ότι κυβέρνηση και αντιπολίτευση θεωρούν το πεδίο των ΜΜΕ προνομιακό για να διασταυρώσουν τα ξίφη τους – η καθεμία για τους δικούς της ιδιαίτερους λόγους, αλλά και οι δύο μαζί – επειδή γνωρίζουν ότι στα μνημόνια-λαιμητόμο λένε ακριβώς τα ίδια πράγματα.

Έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι νυν και οι επίδοξοι καναλάρχες δεν ενδιαφέρονται κυρίως να αποκομίσουν κέρδη από τα Μέσα τους – άλλωστε, αυτό είναι σχεδόν αδύνατο με βάση τα σημερινά δεδομένα της «αγοράς» και τις προβλέψεις για τα επόμενα χρόνια, όσο κι αν συμπιέσουν τους μισθούς (που θα το κάνουν) – αλλά να τα χρησιμοποιήσουν ως όχημα για να προωθήσουν τις υπόλοιπες δραστηριότητές τους, όπως έκαναν παραδοσιακά.

Έχει να κάνει, επίσης, με το γεγονός ότι σε ολόκληρο τον καπιταλιστικό κόσμο η παρέμβαση του κεφαλαίου στις πολιτικές εξελίξεις γίνεται διαρκώς πιο άμεση, αδιαμεσολάβητη και απροκάλυπτη, με τα μίντια να προσφέρουν ένα ιδανικό μέσο άσκησης πιέσεων, επιβολής αποφάσεων και πολιτικών εξελίξεων.

Έχει να κάνει με το γεγονός ότι τα ΜΜΕ αποτελούν στην εποχή μας έναν αναντικατάστατο πυλώνα του αστικού συστήματος εξουσίας, ο οποίος έχει ταυτόχρονα και ιδεολογικό και κατασταλτικό ρόλο, τους οποίους έχει βιώσει εξίσου και στο πετσί της η ελληνική κοινωνία, ειδικά τα τελευταία χρόνια.

Έχει να κάνει, τέλος, με την ιστορική αλήθεια που θέλει την άρχουσα τάξη κάθε χώρας να υπερασπίζεται λυσσαλέα, με νύχια και με δόντια τον έλεγχο των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας σε βαθμό που μπορεί να συγκριθεί μόνο με την υπεράσπιση του ελέγχου των ενόπλων δυνάμεων ή του κοινοβουλίου της.

Τι δεν καταλαβαίνεις, μετά από όλα αυτά και εξακολουθείς να ζητάς οικονομικά στοιχεία;

Υ.Γ. Ακόμη και στην υποθετική περίπτωση που κυβέρνηση, αντιπολίτευση και καναλάρχες τα έβρισκαν για τον αριθμό των καναλιών και τους όρους λειτουργίας τους, υπάρχει κανείς που πιστεύει ότι όλα αυτά θα τηρούνταν και ότι στην πρώτη «αναποδιά» δεν θα τίναζαν εκ νέου το τοπίο στον αέρα υπέρ τους, με θύμα την κοινωνία και την ενημέρωση;

* Ο Γιώργος Παυλόπουλος είναι συγγραφέας, δημοσιογράφος
πηγή: imerodromos.gr

«Τρύπα» 400 εκατ. ευρώ προβλέπουν για το 2017 οι δανειστές

Ποσό της τάξεως των 350-400 εκατ. ευρώ χωρίζει τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης και των επικεφαλής των δανειστών αναφορικά με το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2017...



Ειδικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες των Νέων, οι δανειστές εκτιμούν ότι με τα μέτρα τα οποία ενσωματώνονται στον προϋπολογισμό του 2017 το πρωτογενές πλεόνασμα δεν θα είναι 1,8% του ΑΕΠ, όπως προβλέπεται από το υπουργείο Οικονομικών, και θα διαμορφωθεί χαμηλότερα ακόμα και από το 1,75% του ΑΕΠ, το οποίο απαιτεί το Μνημόνιο. Η πρόβλεψή τους αφορά πρωτογενές πλεόνασμα κοντά στο 1,6% του ΑΕΠ και ζητούν διορθωτικές κινήσεις.

Το υπουργείο Οικονομικών, από την πλευρά του, θεωρεί ότι η υπεραπόδοση των εσόδων η οποία καταγράφεται ήδη στο εννιάμηνο Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου θα σταθεί ικανή να κλείσει αυτή την απόκλιση, αλλά οι δανειστές επιμένουν ότι είναι ελλιπής η χρηματοδότηση του Εισοδήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης και έχουν υποδείξει, αναφέρουν οι πληροφορίες, εξορθολογισμό δαπανών.

Στο τραπέζι των συζητήσεων έχουν ήδη τεθεί προτάσεις, κυρίως στη βάση των συστάσεων της Παγκόσμιας Τράπεζας, για περικοπές άλλων κοινωνικών επιδομάτων, ενώ διασταυρωμένες πληροφορίες αναφέρουν ότι επισήμως στη διάρκεια των συζητήσεων στην Αθήνα δεν ετέθη από την πλευρά των Ευρωπαίων ζήτημα νέας μείωσης του αφορολόγητου ορίου. Η περαιτέρω μείωση του αφορολογήτου αποτελεί πάγια θέση του ΔΝΤ.

Στους κόλπους της κυβέρνησης συζητήθηκε ήδη το ενδεχόμενο δραστικής μείωσης των 105 εκατ. ευρώ, τα οποία προβλέπονται για τη χορήγηση επιδόματος θέρμανσης το επόμενο έτος, σενάριο το οποίο όμως φαίνεται να απορρίφθηκε.

Κορυφαίο κυβερνητικό στέλεχος εκτιμά ότι με την επάνοδο των επικεφαλής στις 14 Νοεμβρίου «είναι σχετικά απίθανο να ζητήσουν πρόσθετα μέτρα για το 2017, δεδομένης της πολύ καλής πορείας των δημοσιονομικών μεγεθών».

Στο εννιάμηνο, τα έσοδα του κρατικού προϋπολογισμού εμφανίζουν υπέρβαση έναντι του στόχου, ύψους 514 εκατ. ευρώ (1,483 δισ. ευρώ η υπέρβαση των καθαρών εσόδων στον τακτικό προϋπολογισμό), ενώ το πρωτογενές πλεόνασμα αγγίζει τα 5,5 δισ. ευρώ, με τις δαπάνες να εμφανίζονται μειωμένες κατά 3,1 δισ. ευρώ. Η πορεία των εσόδων του Οκτωβρίου αναμένεται καθοριστική για την τελική έκβαση των διαπραγματεύσεων και την κάλυψη ή μη των διαφορετικών εκτιμήσεων επί του ύψους του πρωτογενούς πλεονάσματος το επόμενο έτος.