Γ. Σταθάκης*: Η «θεραπεία-σοκ» σε πλήρες αδιέξοδο

Η αποτυχία του ΔΝΤ στην περίπτωση της Ελλάδας μετατρέπεται σε υπαρξιακό πρόβλημα για τον διεθνή οργανισμό...

Το ΔΝΤ μετά το 2001 έμεινε πρακτικά χωρίς αντικείμενο. Οταν κατέρρευσε η Αργεντινή, το ΔΝΤ έχασε το σύνολο των χωρών από την Ανατολική Ευρώπη, τη Λατινική Αμερική και την Αφρική με τις οποίες είχε κάποιας μορφή συνεργασία, πάνω από 100 χώρες στο σύνολό τους.

Η εμπλοκή του στην Ευρώπη μετά την κρίση του 2008 από πολλούς κρίθηκε ως εντελώς ακατάλληλη. Στη δεκαετία του 1990 το ΔΝΤ είχε γίνει γνωστό για τη «θεραπεία-σοκ» που εφάρμοζε αδιακρίτως στις χώρες που δραστηριοποιούνταν. Πόσο κατάλληλες ήταν αυτές για τη διαχείριση των ευρωπαϊκών χωρών του Νότου ήταν ένα ερώτημα.

Το «ελληνικό πρόγραμμα» έχει φτάσει πλέον σε πλήρες αδιέξοδο και ο λόγος είναι σχετικά απλός. Η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν πολύ σύντομη, είχε οριζόντιο χαρακτήρα και στα έσοδα και στις δαπάνες και κυρίως υποτίμησε τον τρόπο προσδιορισμού των τιμών στον ιδιωτικό τομέα. Ως εκ τούτου οι μειώσεις μεταφέρονταν άμεσα στη ζήτηση και η σταθερότητα των τιμών οδηγούσε κάθε μείωση δαπανών σε μείωση της ζήτησης και αυτή με τη σειρά της σε μείωση της απασχόλησης. Οι πολλαπλασιαστές επιδείνωναν το πρόβλημα, οι αποκλίσεις στους δημοσιονομικούς στόχους ήταν ακραίες και το πρόγραμμα έμεινε από ιδέες.

Τώρα η εκτίναξη του χρέους, οι αστοχίες στους δημοσιονομικούς στόχους, η ύφεση και η ανεργία καθιστούν κάθε προσαρμογή εξαιρετικά δύσκολη, πρακτικά αδύνατη. Η νέα ιδέα του ΔΝΤ επικεντρώνεται στο χρέος.

Λόγω καταστατικού το ΔΝΤ δεν μπορεί να χρηματοδοτεί μη βιώσιμο χρέος, συνεπώς ζητάει άμεσα την αναδιάρθρωσή του - ένα νέο κούρεμα, επιμήκυνση, μείωση των επιτοκίων ή έναν συνδυασμό τους. Οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν επιθυμούν μεμονωμένη λύση, αλλά ενδιαφέρονται για την κρίση της Ισπανίας και της Ιταλίας, που θέτει νέα δεδομένα στα εργαλεία για την αντιμετώπισή της. Το ελληνικό ζήτημα, ακόμα και αν προφανώς δεν είναι διαχειρίσιμο, πρέπει να περιμένει.

Η έκθεση της τρόικας είναι απόλυτα κομβικό σημείο στη διαμάχη αυτή. Ετσι το ΔΝΤ επιθυμεί να προστατευτεί θέτοντας το ζήτημα της μη βιωσιμότητας. Οι εταίροι θέλουν να μη θιγεί το θέμα. Σε κάθε περίπτωση, η διαμάχη θα ατονήσει εν μέσω της επιταχυνόμενης κατάρρευσης του ελληνικού προγράμματος και του αδιεξόδου που αντιμετωπίζουν η τρόικα και η κυβέρνηση στην εφαρμογή του νέου πακέτου μέτρων ή στην ανακάλυψη νέων εργαλείων ανάσχεσης της ύφεσης.

Ο κίνδυνος αποτυχίας του ΔΝΤ στην ελληνική περίπτωση μετατρέπεται σε υπαρξιακό πρόβλημα για τον ίδιο τον οργανισμό αναφορικά με τον νέο ρόλο, που μάλλον ατυχώς ανέλαβε στην Ευρώπη.

Η εκτίναξη του χρέους, οι αστοχίες στους δημοσιονομικούς στόχους, η ύφεση και η ανεργία καθιστούν κάθε προσαρμογή εξαιρετικά δύσκολη, πρακτικά αδύνατη.

* Ο Γιώργος Σταθάκης είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ στα Χανιά