Νίκη των «κέντρων» η επικράτηση Μητσοτάκη στη ΝΔ

Τεχνητή πόλωση ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ στο κοινό έδαφος των Μνημονίων προαναγγέλλει η αλλαγή ηγεσίας στη ΝΔ. 


Η επικράτηση του 47χρονου Κυριάκου Μητσοτάκη σε βάρος του “παλαιοκομματικού” Βαγγέλη Μεϊμαράκη προβάλλεται από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, ελληνικά και διεθνή, ως αλλαγή όχι απλώς σελίδας, αλλά και ολόκληρου κεφαλαίου στην πορεία της Νέας Δημοκρατίας και συνολικά του πολιτικού μας συστήματος. Πολύπαράξενη, αλήθεια, αυτή η “ανανέωση” που στεφανώνει στο θρόνο της αξιωματικής αντιπολίτευσης τον γαλαζοαίματο γόνο μιας πολιτικής φαμίλιας, η οποίαστοιχειώνει τη δημόσια ζωή εδώ και 75 χρόνια.

Κατά κάποιο τρόπο η Ιστορία επαναλαμβάνεται, σαν φάρσα. Το Σεπτέμβριο του 1984 ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης αναδείχθηκε αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας ως ο “αντι-Ανδρέας”, ο δυναμικός ηγέτης που θα έβγαζε τη Δεξιά από το τέλμα όπου την είχε οδηγήσει η προέλαση του ΠΑΣΟΚ και θα την ξανάβαζε σε τροχιά ιδεολογικήςηγεμονίας και πολιτικής εξουσίας. Τριάντα ένα και πλέον χρόνια αργότερα, ο γιος του, Κυριάκος, επικράτησε ως “αντι-Τσίπρας”, με την υπόσχεση ότι θα ασκήσει μια επιθετική, αποτελεσματική αντιπολίτευση που θα ξαναφέρει την στραπατσαρισμένη από τις αλλεπάλληλες εκλογικές ήττες Νέα Δημοκρατία στα πράγματα.

Σ' αυτό το πεδίο κρίθηκε η εσωκομματική αναμέτρηση και εδώ διαπράχθηκε το μοιραίο λάθος από την πτέρυγα που υποστήριζε τον Μεϊμαράκη. Η εντύπωση που δόθηκε, σωστά ή λαθεμένα, ήταν ότι οι “Καραμανλικοί”, σε συνεννόηση με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο και με την ανοχή τουλάχιστον του Μεϊμαράκη, έχουν δρομολογήσει σενάρια υπόγειας συνεννόησης με τον Αλέξη Τσίπρα και την κυβέρνησή του για κρίσιμα θέματα. Κατ' αυτόν τον τρόπο, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης “κάηκε” τόσο στην παραδοσιακή, αντικομμουνιστική Δεξιά, όσο και σε μεγάλο κομμάτι της “λαϊκής Δεξιάς” την οποία θα ήθελε να εκφράσει με το ολίγον λούμπεν και πολύ παλαιομοδίτικο στιλ καφενείου που συχνά υιοθετούσε.

Ο μεγάλος νικητής της αναμέτρησης ήταν ο συνασπισμός των ελληνικών και ξένων κέντρων ισχύος που στήριξαν αναφανδόν την υποψηφιότητα Μητσοτάκη. Οι ναυαρχίδες του ελληνικού, συστημικού Τύπου, αλλά και εκδοτικά συγκροτήματα του διεθνούς, χρηματιστικού κεφαλαίου, όπως οι Financial Times και η Wall Street Journal, τάχθηκαν αναφανδόν υπέρ του βλαστού της πλέον διαπλεκόμενης πολιτικής οικογένειας στη μετεμφυλιακή Ελλάδα. Ιδιαίτερα τα γερμανικά κέντρα ισχύος, μηδέ της Siemens εξαιρουμένης, έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται σήμερα πανευτυχή.

Ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν άφησε κανένα περιθώριο παρερμηνείας των προθέσεών του. Στις πρώτες, επινίκιες δηλώσεις του αναγόρευσε σε βασικόαντίπαλό του τον “λαϊκισμό”, διαμηνύοντας ότι θα συνεχίσει, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, την ίδια, ακραία νεοφιλελεύθερη και αντιλαϊκή πολιτική φιλοσοφία που ακολουθούσε ως υπουργός, όταν απέλυε καθαρίστριες και πίεζε για τη μετατροπή του ασφαλιστικού συστήματος από αναδιανεμητικό σεκεφαλαιοποιητικό. Η “σκληρή αντιπολίτευση” που εννοεί να ασκήσει θα πιέζει την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ από τα δεξιά, από σκληρότερες, αντιλαϊκές θέσεις, για την πιο πιστή εφαρμογή του Μνημονίου, που αποτελεί το κοινό πρόγραμμα κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ταυτόχρονα, θα βοηθάει εξ αντικειμένου την κυβέρνηση Τσίπρα να στήσει ένα δικομματικό σκηνικό τεχνητής πόλωσης, κάτι που ενδεχομένως θα της ήταν πιο δύσκολο με μια πιο συναινετική Νέα Δημοκρατία του Βαγγέλη Μεϊμαράκη.

Όλα αυτά, βέβαια, έχουν κοντά ποδάρια καθώς δεν θα μπορέσουν να κρύψουν την επί της ουσίας συνενοχή κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης στην εξοντωτική, για τα εργατικά και μεσαία στρώματα, πολιτική των μνημονίων. Άλλωστε, ο ελληνικός λαός έχει ξαναδεί το ίδιο έργο, με πολύ καλύτερους πρωταγωνιστές, Ανδρέας Παπανδρέου και Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, δύο μεγάλου διαμετρήματος αστοί πολιτικοί που συγκρούστηκαν μετωπικά στα Ιουλιανά του 1965 και στην περίοδο της “κάθαρσης” και του ειδικού δικαστηρίου, δεν δυσκολεύτηκαν και πολύ να συμπράξουν στην οικουμενική κυβέρνηση Ζολώτα, που άνοιξε το δρόμο για την επέλαση της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς. Δεν έχουμε κανένα λόγο να υποθέσουμε ότι ο “μικρός Ανδρέας” και ο “μικρός Μητσοτάκης” του σήμερα θα δυσκολευτούν περισσότερο να συμπράξουν, σιωπηρά ή ανοιχτά, αν οι συνθήκες – και οι επικυρίαρχοι που για την ώρα τις καθορίζουν – το επιβάλουν.
 Άρης Θαλασσινός/ΙΣΚΡΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου