Ενεργειακές συμφωνίες Τουρκίας – Αιγύπτου; Όχι μόνο!

Ο ΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΟΣ σε θέματα διεθνούς ασφάλειας και στρατιωτικής στρατηγικής, συνεργάτης του περιοδικού "ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ & ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ", Στέλιος Καναβάκης, αναλύει αποκλειστικά για το DEFENCE-POINT.GR το σκηνικό όπως πλέον διαμορφώνεται…
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Τούρκου πρωθυπουργού, Τ. Ερντογάν, υπεγράφη η σύνδεση των δικτύων ηλεκτρικού ρεύματος των δύο χωρών κατά μήκος της Μεσογείου. Όπως δήλωσε και ο υπουργός Ενέργειας της Τουρκίας, Τανέρ Γιλντίζ, ο οποίος επίσης βρίσκεται στην Αίγυπτο, το σχέδιο δημιουργίας δικτύου ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ακόμα σε αρχικό στάδιο, αλλά η Άγκυρα έχει την τεχνολογική ικανότητα να το επιτύχει.

Στόχος της τουρκικής πολιτικής είναι να δημιουργήσει ένα χώρο χωρίς απαίτηση βίζας, με πολλές διευκολύνσεις στο εμπόριο και μεγάλες συμφωνίες στην ενέργεια και τις μεταφορές. Κάτι το οποίο θα αυξήσει την πολιτική της επιρροή στην περιοχή, θα την καταστήσει κόμβο σε πολλούς τομείς, έχοντας δυνατότητες επιρροής των χωρών που εντάσσονται σε αυτό το σχέδιο.

Μέχρι στιγμής αυτές είναι η Συρία, ο Λίβανος, η Παλαιστινιακή Αρχή, η Λιβύη, η Ιορδανία και τώρα η Αίγυπτος.

Τέτοια σχέδια δεν είναι ποτέ αμιγώς επιχειρηματικά. Πρώτα από όλα απαιτούν πολιτική συμφωνία μεταξύ όλων των πλευρών. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να αναλογιστούμε και τις μελλοντικές τους επιπτώσεις στην ισορροπία ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.

Ουσιαστικά η Τουρκία δημιουργεί συνθήκες ισχυρής αλληλεξάρτησης, κρατώντας για τον εαυτό της τον κεντρικό ρόλο στο νέο πολιτικό χώρο που δημιουργεί. Οι επιχειρηματικές αποφάσεις είναι ο εύκολος τρόπος, το δέλεαρ, για να υπάρξει αργότερα και περισσότερη πολιτική εμβάθυνση.

Η Άγκυρα δημιουργεί σιγά-σιγά τη δική της μορφή Ένωσης την οποία είναι δεδομένο ότι θα την εκμεταλλευτεί πολιτικά, με κύριο στόχο τη γεωπολιτική ηγεμονία στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και την απομόνωση των Ισραηλινών. Το ερώτημα είναι αν αυτή η πρώιμη μορφή πολιτικής ενοποίησης είναι σύμφωνη με τη θέση των ΗΠΑ, οι οποίες και το Ισραήλ δεν επιθυμούν να εγκαταλείψουν και προσεγγίζουν την Άγκυρα όσο παραμένει ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύει η Τεχεράνη και οι πολιτικές της φιλοδοξίες. Δηλαδή, ότι η Τουρκία θα πρέπει να είναι το μοντέλο ανάπτυξης για τον μουσουλμανικό κόσμο. Εκτός κι αν μπορεί να θεωρηθεί ότι γίνεται στα πλαίσια ανεξάρτητων βημάτων που ακολουθεί η τουρκική εξωτερική πολιτική, οπότε και δημιουργεί αντισυσπείρωση εναντίον της.

Αν πρόκειται για συμφωνία με τις ευλογίες των ΗΠΑ, τότε θα έπρεπε να μας βάλει σε σκέψεις η δημιουργία του όλου σκηνικού έντασης και η έλλειψη ουσιαστικής αμερικανικής αντίδρασης στις προκλήσεις της Τουρκίας, η οποία μέχρι κάποιο σημείο επιδίδεται σε φτηνή συγκρουσιακή ρητορική εις βάρος του Ισραήλ, δημιουργώντας πόλο συσπείρωσης υπέρ της. Οι χλιαρές αντιδράσεις της κυβέρνησης Ομπάμα, δεν πείθουν.

Ουσιαστικά φαίνεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος βολεύεται από μία τέτοια υπόθεση εργασίας, αφού δε λαμβάνει το μέρος του Ισραήλ ευελπιστώντας να επισημανθεί η στάση του στις αραβικές πρωτεύουσες. Κάτι το οποίο θεωρούνταν δεδομένο σε άλλες περιόδους.

Αν δεν δούμε ουσιαστικότερη αντιπαράθεση μεταξύ Άγκυρας και Τελ Αβίβ θα συνεχίσουμε να διατηρούμε τις επιφυλάξεις μας. Πάντως το σίγουρο είναι ότι «πολεμική» στάση των Τούρκων έχει ως αποδέκτες την Ελλάδα και την Κύπρο.