Bundesbank: Η Γερμανία εξοικονόμησε 290 δισ. ευρώ από το 2008 λόγω της κρίσης

Υπολογισμοί της Bundesbank κάνουν λόγο για 290 δισ. ευρώ. Από το 2008, το γερμανικό δημόσιο εξοικονόμησε συνολικά 290 δισ. ευρώ σε τόκους...

Χάρη στα χαμηλά επιτόκια, η Γερμανία κατέβαλε τα τελευταία χρόνια πολύ λιγότερα χρήματα από τα προβλεπόμενα για την εξυπηρέτηση του χρέους της. Υπολογισμοί της Bundesbank κάνουν λόγο για 290 δισ. ευρώ. Από το 2008, το γερμανικό δημόσιο εξοικονόμησε συνολικά 290 δισ. ευρώ σε τόκους. Μόνον το 2017, η ομοσπονδία, τα κρατίδια, οι δήμοι και τα ασφαλιστικά ταμεία πλήρωσαν 50 δισ. ευρώ λιγότερα επιτόκια, σε σύγκριση με την εποχή προ κρίσης. Αυτό δείχνουν προσωρινοί υπολογισμοί της γερμανικής ομοσπονδιακής τράπεζας (Bundesbank) που επικαλείται η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt.

Για την ανάλυσή της αυτή, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα συνέκρινε το επίπεδο των επιτοκίων του 2007, τη χρονιά δηλαδή πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση, με τα εκάστοτε επίπεδα των χρόνων που ακολούθησαν. Ενώ η Γερμανία δανείζονταν το 2007 με επιτόκια μέσης απόδοσης 4,23%, έφτασε να δανείζεται το 2017 έναντι επιτοκίων μόλις 1,86%. Η συνεχής πτώση των επιτοκίων δανεισμού είχε φυσικά ως αποτέλεσμα το γερμανικό δημόσιο να καταβάλει όλο και λιγότερα χρήματα για την εξυπηρέτηση του χρέους. Ενώ για παράδειγμα η ομοσπονδία κατέβαλε το 2008 40,2 δις ευρώ σε τόκους, το 2016 πλήρωσε μόλις 17,5 δις ευρώ, λιγότερα δηλαδή από τα μισά.

Η τεράστια αυτή εξοικονόμηση ωφελεί φυσικά και τους Γερμανούς φορολογούμενους και αποταμιευτές, επισημαίνει η Handelsblatt. Διότι, τα χρήματα στους προϋπολογισμούς της κεντρικής κυβέρνησης, των κρατιδίων και των δήμων και κοινοτήτων που έπρεπε να καταβληθούν παλαιότερα για την αποπληρωμή επιτοκίων μπορούν να επενδύονται, για παράδειγμα, στην εκπαίδευση ή στις υποδομές. Ή και για τη μείωση της φορολογίας την οποία διαπραγματεύονται τα δυο μεγάλα κόμματα στις εν εξελίξει διερευνητικές.

Πολλοί οικονομολόγοι προειδοποιούν πάντως τους δυνητικούς εταίρους να μην εκμεταλλευτούν την ευνοϊκή συγκυρία για αύξηση των κοινωνικών δαπανών. Διότι όταν ανέβουν και πάλι τα επιτόκια -και αυτό σύμφωνα με τους ίδιους είναι απλά θέμα χρόνου- τότε θα αυξηθεί και το κόστος δανεισμού για τα δημόσια ταμεία. Εάν αυξανόταν το επιτόκιο δανεισμού της Γερμανίας κατά μόλις μια ποσοστιαία μονάδα, το δημόσιο θα έπρεπε να καταβάλλει κάθε χρόνο 20 δισ. ευρώ περισσότερα για την εξυπηρέτηση του χρέους.

Η Ζίγκριντ Σκαρπέλη-Σπερκ (SPD) στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τα αποτελέσματα των διερευνητικών συνομιλιών

Την ανάγκη η ηγεσία του SPD να επιβάλει πολιτικές για περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη προκειμένου να επιτευχθεί η κυβερνητική συνεργασία με την Χριστιανική Ένωση και να αποφευχθούν νέες εκλογές αναδεικνύει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στην Φαίη Καραβίτη η Ζίγκριντ Σκαρπέλη-Σπερκ….


 
Την ανάγκη η ηγεσία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) να επιβάλει πολιτικές για περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη προκειμένου να επιτευχθεί η κυβερνητική συνεργασία με την Χριστιανική Ένωση και να αποφευχθούν νέες εκλογές και ενίσχυση της Εναλλακτικής για την Γερμανία (AfD), αναδεικνύει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στην Φαίη Καραβίτη η Ζίγκριντ Σκαρπέλη-Σπερκ, βουλευτής του SPD επί 25 χρόνια, πρώην μέλος του Προεδρείου του και Πρόεδρος των Γερμανοελληνικών Εταιριών.

Η κυρία Σκαρπέλη-Σπερκ τονίζει ότι αυτή τη στιγμή δεν μπορεί κανείς να προβλέψει πώς θα αποφασίσουν το Συνέδριο, που θα πραγματοποιηθεί στις 21 Ιανουαρίου προκειμένου να δώσει την συγκατάθεσή του για την έναρξη διαπραγματεύσεων για την συγκρότηση κυβέρνησης και την κατάρτιση κυβερνητικού προγράμματος, ή ακόμη και τα μέλη του SPD, εφόσον φθάσουμε τελικά σε προγραμματική συμφωνία με την Χριστιανική Ένωση.

Σε ό,τι αφορά την κατ'αρχήν συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ των δυνητικών εταίρων κατά τις διερευνητικές συνομιλίες και το 28σέλιδο κείμενο στο οποίο καταγράφεται, το ιστορικό στέλεχος του SPD καλωσορίζει τις αλλαγές πολιτικής που αφορούν την Ευρώπη ως «μεγάλη πρόοδο», εκφράζει ωστόσο επιφυλάξεις για τα σημεία που αφορούν την φορολογία υψηλών εισοδημάτων και το θέμα του μέλλοντος της εργασίας, ενώ εκτιμά πως σε ό,τι αφορά την μετανάστευση και το προσφυγικό, έχουν «περάσει» οι θέσεις της συντηρητικής πλευράς.

«Οι συνομιλίες οριοθέτησαν οκτώ μεγάλα ζητήματα για την ανανέωση και την αλλαγή της Γερμανίας, τα οποία από τη μία πλευρά πρέπει να λύσουν τα μεγάλα προβλήματα και από την άλλη πλευρά να λύσουν όλα αυτά τα προβλήματα, τα οποία αφορούν τους πολλούς δυσαρεστημένους και όχι μόνο εκείνους που βρίσκονται στην ακροδεξιά», σημειώνει η κυρία Σκαρπέλη-Σπερκ και τονίζει ότι «πρώτα από όλα χρειάζεται:

- Ένα νέο ξεκίνημα για την ευρωπαϊκή πολιτική

- Να ενισχύσουμε την κοινωνική συνοχή και να ξεπεράσουμε τις διασπάσεις που δημιουργήθηκαν

- Να αναζωογονήσουμε την δημοκρατία, να φέρουμε περισσότερη ασφάλεια και ευκαιρίες, να ενισχύσουμε τις οικογένειες, να επενδύσουμε στο μέλλον, να διαμορφώσουμε θετικά για όλους την ψηφιακή μετάβαση, να συμβάλουμε περισσότερο προκειμένου να βελτιωθούν οι συνθήκες διαβίωσης και οι ευκαιρίες παγκοσμίως».

Όπως εξηγεί, «τα αιτήματα για ένα νέο ξεκίνημα στην Ευρώπη είναι μια ουσιαστική στροφή από την μέχρι τώρα πολιτική λιτότητας και μια στενή συνεργασία με τη νέα γαλλική κυβέρνηση και τον Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν», καθώς, συνεχίζει, «το θέμα είναι η ασφάλεια των κοινωνικών θεμελιωδών δικαιωμάτων, όπως η αρχή του ίσου μισθού για την ίδια δουλειά στο ίδιο μέρος στην Ευρώπη, οι ευκαιρίες και οι καλές δουλειές για τους νέους και κυρίως για τους άνεργους στη Νότια Ευρώπη». Η ίδια πάντως χαρακτηρίζει «μεγάλη πρόοδο» το αίτημα που καταγράφεται για μεγαλύτερη συνεργασία στην Ευρώπη, για περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη και για περισσότερες ευκαιρίες για τους νέους ανθρώπους στην Ευρώπη. «Θα χρειαστεί ωστόσο μεγάλη προσπάθεια προκειμένου να υλοποιηθούν όλα αυτά στην Ευρώπη», επισημαίνει.

Στο ζήτημα της μετανάστευσης και της αντιμετώπισης των προσφύγων, η Ζίγκριντ Σκαρπέλη-Σπερκ θεωρεί ότι επεβλήθησαν οι απόψεις της συντηρητικής πλευράς, δηλαδή του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) και της Χριστιανοκοινωνικής Ένωσης (CSU) της Βαυαρίας, η οποία είχε αναδείξει το θέμα σε μείζον κατά την διαπραγμάτευση.

«Στα άλλα ζητήματα - όπως η ενίσχυση των επενδύσεων, η παιδεία, οι συντάξεις, οι οικογένειες και η προστασία του περιβάλλοντος - δίδονται μάλλον μικρές απαντήσεις σε μεγάλα προβλήματα. Οι απαντήσεις είναι σύντομες και τα οικονομικά μέσα πολύ χαμηλά ή δεν αναφέρονται. Επίσης το θέμα του μέλλοντος της εργασίας, κυρίως των συνθηκών εργασίας, παραβλέπεται», διαπιστώνει και προσθέτει ότι «οι φόροι για τα μεσαία εισοδήματα θα μειωθούν ελαφρώς και οι φόροι για τα μεγάλα εισοδήματα και τους πολύ πλούσιους δεν αγγίζονται ή μετατίθενται σε μελλοντικές ευρωπαϊκές ή διεθνείς συμφωνίες», αλλά εκτιμά ότι «με τον Πρόεδρο Τραμπ κάτι τέτοιο αποτελεί μάλλον ψευδαίσθηση».

Καταλήγοντας, το στέλεχος του SPD εξηγεί ότι ακόμη δεν μπορεί κανείς να προβλέψει πώς θα αποφασίσουν είτε το συνέδριο είτε τα μέλη του κόμματος. «Εδώ θα πρέπει η ηγεσία του SPD να καταστήσει σαφές ότι θέλει μια θεμελιώδη νέα βάση και περισσότερη δικαιοσύνη για την κοινωνία - κυρίως στα σημεία όπου οι διατυπώσεις δεν είναι ακόμη πολύ δεσμευτικές. Διαφορετικά, είναι πιθανές νέες εκλογές, ίσως και αναπόφευκτες, με μια ορατή ενίσχυση της ριζοσπαστικής δεξιάς AfD», δηλώνει.
ΑΠΕ-ΜΠΕ

Ενάντια στους στρατηγικούς κακοπληρωτές και τους προστάτες τους - Να χαράξουμε μια ιστορική τομή

«Η αντιμετώπιση των μεγάλων στρατηγικών κακοπληρωτών οφείλει να αποτελέσει μία εθνικής σημασίας προτεραιότητα κατά το επόμενο διάστημα» τονίζει σε άρθρο του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιάννης Δραγασάκης. 


Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Γιάννης Δραγασάκης, σημειώνει πως ναι μεν το φαινόμενο των στρατηγικών κακοπληρωτών είναι παγκόσμιο, ωστόσο στη χώρα μας «αποτελεί ένα διακριτό διαχρονικό γνώρισμα του ελληνικού καπιταλισμού» και η αντιμετώπισή του δεν θα είναι εύκολη. Όμως, όπως επισημαίνει, «το θεσμικό πλαίσιο που διαμόρφωσε και συνεχώς ενισχύει η σημερινή κυβέρνηση αναδεικνύει το πρόβλημα και διευκολύνει την αντιμετώπιση του».

Ο κ. Δραγασάκης κάνει λόγο για ανάγκη ευρύτερων συνεργειών, όλων των εμπλεκομένων, διαρκή και συντονισμένη προσπάθεια ακόμη και νομοθετικές πρωτοβουλίες εφόσον χρειαστεί, σημειώνοντας πως οι στρατηγικοί κακοπληρωτές «όσο ισχυρούς προστάτες και αν έχουν, όσο και αν υποβοηθούνται από δυνάμεις της αδράνειας, και της ανοχής είναι χρέος της Πολιτείας και των θεσμών, να υπερασπιστούν την κοινωνία και το δημόσιο συμφέρον».

Επίσης σημειώνει ότι δεν μπορούν να μπαίνουν στην ίδια ζυγαριά οι μικρομεσαίοι που δίνουν αγώνα επιβίωσης, με τους στρατηγικούς κακοπληρωτές και πως η αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων είναι όρος για την έξοδο από την κρίση αλλά και προϋπόθεση ώστε να μπορούν οι τράπεζες να χορηγούν και πάλι δάνεια σε όσους τα έχουν ανάγκη.

Ολόκληρο το άρθρο του Γιάννη Δραγασάκη στο ΑΠΕ-ΜΠΕ:


Την Τετάρτη 10 Ιανουαρίου, από το βήμα δημόσιας εκδήλωσης, αναφερόμενος στο πρόβλημα των κόκκινων δανείων, υποστήριξα ότι: «... δεν μπορούν να "μπαίνουν στην ίδια ζυγαριά" οι μικρομεσαίοι που δίνουν πραγματικό αγώνα επιβίωσης και έχουν να διαχειριστούν αντικειμενικές δυσχέρειες, με τους στρατηγικούς κακοπληρωτές που αποδεδειγμένα πλέον, όπως μπορούν να αποδείξουν οι τράπεζες, χρεοκοπούσαν τις επιχειρήσεις τους στο εσωτερικό και αποθησαύριζαν στο εξωτερικό... Άλλωστε, η Τράπεζα της Ελλάδος έχει πλήρη στοιχεία για τα χρήματα που φυγαδεύτηκαν στο εξωτερικό. Πρέπει, επομένως, να συμβάλει και αυτή ώστε να εντοπιστούν και να υποστούν τις συνέπειες οι πραγματικοί συνειδητοί κακοπληρωτές και να ξεχωρίσει η "ήρα από το στάρι"...».

Ακολούθησε μια απάντηση, το ύφος της οποίας δεν θα ήθελα να σχολιάσω, από ανώνυμους «κύκλους» της ΤτΕ σύμφωνα με την οποία: «ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης όφειλε να γνωρίζει ότι όλα τα στοιχεία για την αποστολή εμβασμάτων βρίσκονται στα χέρια της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων... η ΤτΕ ανταποκρίνεται άμεσα στα αιτήματα αποστολής στοιχείων σχετικά με τα εμβάσματα που προέρχονται μεταξύ άλλων από δικαστικές και εισαγγελικές αρχές».

Η απάντηση αυτή είναι σε πλήρη αναντιστοιχία τόσο με την πραγματικότητα όσο και με τη σοβαρότητα του προβλήματος. Η Αντιπροεδρία της κυβέρνησης όχι μόνο γνωρίζει ότι τα στοιχεία για την αποστολή εμβασμάτων στο εξωτερικό είναι στα χέρια της ΑΑΔΕ, αλλά ως Αντιπροεδρία πρωτοστατήσαμε, ήδη από το Φεβρουάριο του 2015, στο συντονισμό της προσπάθειας για τη συγκέντρωση και διασταύρωση των εν λόγω και άλλων στοιχείων, ώστε να υπάρχει μια ισχυρή βάση δεδομένων, υπό την ευθύνη της ΑΑΔΕ, για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Και πράγματι η βάση δεδομένων που έχει διαμορφωθεί συμβάλλει στην αποτελεσματικότητα των ελέγχων για την πάταξη της φοροδιαφυγής.

Όμως, τα στοιχεία αυτά δεν περιλαμβάνουν τα δάνεια προς τις τράπεζες και πληροφορίες για την εξυπηρέτηση τους. Η ΑΑΔΕ δεν είναι σε θέση να γνωρίζει ποιοι από εκείνους που έχουν φυγαδεύσει χρηματικά ποσά στο εξωτερικό είναι συγχρόνως οφειλέτες και κακοπληρωτές προς τις τράπεζες.

Για αυτόν το λόγο ακριβώς χρειάζονται ευρύτερες συνέργειες, όλων των εμπλεκομένων, διαρκής και συντονισμένη προσπάθεια ακόμη και νομοθετικές πρωτοβουλίες εφόσον χρειαστεί. Διότι η αντιμετώπιση των μεγάλων στρατηγικών κακοπληρωτών οφείλει να αποτελέσει μία εθνικής σημασίας προτεραιότητα κατά το επόμενο διάστημα. Σε μια τέτοια συντονισμένη προσπάθεια η Τράπεζα της Ελλάδας μπορεί να έχει, «και αυτή», όπως είπα στην ομιλία μου, τη δική της συμβολή με ποικίλους τρόπους.

Και όντως το πρόβλημα είναι στρατηγικής σημασίας.

Πρόκειται για ένα θέμα τόσο οικονομικής βιωσιμότητας όσο και κοινωνικής δικαιοσύνης, καθώς η αντιμετώπιση του προβλήματος των κόκκινων δανείων είναι όρος για την έξοδο από την κρίση αλλά και προϋπόθεση ώστε να μπορούν οι τράπεζες να χορηγούν και πάλι δάνεια σε όσους τα έχουν ανάγκη. Όμως, πίσω από κάθε δάνειο σε καθυστέρηση μπορεί να κρύβεται ένας συνειδητός κακοπληρωτής, μια αντικειμενική δυσκολία ή ακόμη και ένα ανθρώπινο δράμα. Και δυστυχώς, όσο δεν ξεχωρίζει η «ήρα από το στάρι», όσο δεν εντοπίζονται και δεν υποχρεώνονται να πληρώσουν οι στρατηγικοί κακοπληρωτές, δηλαδή αυτοί που ενώ έχουν, συνειδητά δεν πληρώνουν, το «λογαριασμό» τον πληρώνουν όσοι έχουν πραγματικό πρόβλημα και το κοινωνικό σύνολο.

Η αντιμετώπιση του προβλήματος των στρατηγικών κακοπληρωτών συνδέεται επίσης με το παραγωγικό υπόδειγμα τη χώρας και τις επιχειρηματικές πρακτικές. Το φαινόμενο των στρατηγικών κακοπληρωτών είναι παγκόσμιο. Όμως, ειδικά στη χώρα μας αποτελεί ένα διακριτό διαχρονικό γνώρισμα του ελληνικού καπιταλισμού. Εάν στην Ελλάδα της δραχμής ο εγχώριος πληθωρισμός «κούρευε» τα χρέη στο εσωτερικό κι ενίσχυε παράλληλα όσους διακρατούσαν περιουσιακά στοιχεία στο εξωτερικό, στην Ελλάδα του ευρώ, ειδικά στην περίοδο της κρίσης, πολλοί είδαν μια «χρυσή ευκαιρία» για να προστατεύσουν και να αυξήσουν τον προσωπικό πλούτο τους, μεταφέροντας τα κέρδη τους στο εξωτερικό και τα βάρη στα τραπεζικά ιδρύματα και τους Έλληνες φορολογούμενους. Πρόκειται για μια βασική πτυχή του ελληνικού κρατικοδίαιτου και πελατειακού καπιταλισμού που γιγαντώθηκε ιδιαίτερα στην ύστερη φάση της μεταπολίτευσης, σε οργανική σχέση και στενή διαπλοκή με τα κόμματα του δικομματισμού ΠΑΣΟΚ και ΝΔ.

Η αντιμετώπιση του προβλήματος δεν είναι εύκολη. Διαπλοκές, πελατειακές σχέσεις, κενά νομοθεσίας, αδράνειες θεσμών, ολιγωρίες κυβερνήσεων στο σύνολο τους εξ αντικειμένου λειτούργησαν ως ένα σύστημα προστασίας και αναπαραγωγής των στρατηγικών κακοπληρωτών. Για αυτό και μέχρι πρόσφατα δεν είχε γίνει σχεδόν τίποτα στο πεδίο αυτό.

Είναι ενθαρρυντικό ότι τελευταία κάποιες τράπεζες, έστω και επιλεκτικά, προβαίνουν σε έρευνες που αποκαλύπτουν εντυπωσιακά όσο και προκλητικά ευρήματα. Ωστόσο, το θέμα δεν πρέπει να μείνει στην επιλεκτική διάθεση ή στην τόλμη κάποιων μεμονωμένων τραπεζικών στελεχών. Τέτοιες προσπάθειες πρέπει να αποκτήσουν συστηματικό χαρακτήρα και να στηριχτούν θεσμικά, ηθικά και πολιτικά.

Το θεσμικό πλαίσιο που διαμόρφωσε και συνεχώς ενισχύει η σημερινή κυβέρνηση αναδεικνύει το πρόβλημα, διευκολύνει την αντιμετώπιση του.

Η δημιουργία και αξιοποίηση του εξωδικαστικού διακανονισμού αποτελεί ήδη ένα πλαίσιο που αποκλείει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, ενώ δίνει τη δυνατότητα για δεύτερη ευκαιρία και νέο ξεκίνημα για επιχειρήσεις που όντως αντιμετώπισαν απρόβλεπτες καταστάσεις και αντικειμενικές δυσκολίες, έχουν όμως δυνατότητες και προοπτικές. Ανάλογες βελτιώσεις αναμένεται να επέλθουν και στο νόμο Κατσελη-Σταθάκη, η ισχύς του οποίου, αν χρειαστεί, θα μπορούσε ενδεχομένως να παραταθεί. Η δημιουργία ενός «Τειρεσία» του Δημοσίου, ιδέα που βρίσκεται υπό επεξεργασία, θα διευκόλυνε ακόμη περισσότερο να ξεχωρίσουν εκείνοι που δεν εξυπηρετούν τα δάνεια τους επειδή δεν μπορούν, διότι χρωστούν «παντού», και θα μπορούσε η πολιτεία να φανεί πιο γενναιόδωρη σε όσους το έχουν πράγματι ανάγκη. Θα χρειαστεί όμως πολλή δουλειά για να ενισχυθούν οι θεσμικές δυνατότητες και τα εργαλεία ελέγχου και αποκάλυψης κρυμμένων περιουσιακών στοιχείων, ιδίως στο εξωτερικό, για χρέη τόσο προς το δημόσιο όσο και προς τις τράπεζες. Αλλά αξίζει αυτή η προσπάθεια να γίνει, αφού για τη χώρα μας θα αποτελεί, για τους λόγους που ήδη είπα, μια ιστορική τομή.

Όσο ισχυρούς προστάτες και αν έχουν, λοιπόν, οι στρατηγικοί κακοπληρωτές, όσο και αν υποβοηθούνται από δυνάμεις της αδράνειας, και της ανοχής, η Πολιτεία και οι θεσμοί της έχουν χρέος να υπερασπιστούν την κοινωνία και το δημόσιο συμφέρον. Η κυβέρνηση, ελεύθερη από κάθε εξάρτηση, έχει την ισχυρή βούληση και την αποφασιστικότητα να πράξει το καθήκον της χωρίς διακρίσεις, με κανόνες διαφανείς, με σεβασμό του κράτους δικαίου. Και στην προσπάθεια αυτή, είμαι βέβαιος, θα έχουμε τη στήριξη της μεγάλης πλειοψηφίας της κοινωνίας αλλά και την απρόσκοπτη συνεργασία όλων των εμπλεκομένων φορέων και θεσμών.
πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Κυνική ομολογία Ντάισελμπλουμ:« Όλα έγιναν ευκολότερα με Τσίπρα και Τσακαλώτο»

«Ο πρωθυπουργός, κ. Τσίπρας και, φυσικά, ο (νυν υπουργός Οικονομικών) Ευκλείδης Τσακαλώτος, έχουν αλλάξει παντελώς τη σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους. Σχεδόν τα πάντα ήταν πιο εύκολα από τότε «είναι μια εντελώς διαφορετική κατάσταση» υποστήριξε ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, μιλώντας, χθες, στο London School of Economics.... 


 


Όλα έγιναν πιο εύκολα με την Ελλάδα με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα και υπουργό Οικονομικών τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, ομολογεί ο απερχόμενος πρόεδρος του συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης Γερούν Ντάισελμπλουμ.

«Ο πρωθυπουργός Τσίπρας και φυσικά ο σημερινός υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος έχουν αλλάξει εντελώς τη σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους. Σχεδόν όλα ήταν ευκολότερα από τότε… Είναι μια εντελώς διαφορετική κατάσταση»!

Αυτό δήλωσε χαρακτηριστικά ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, στην τελευταία του συνέντευξη ως επικεφαλής του Eurogroup, που δημοσιεύεται σήμερα στους Financial Times.

Ο ίδιος παραδέχεται ότι κάποια από τα μέτρα που χρειάστηκε να πάρει η Ελλάδα κατά τη διάρκεια των προγραμμάτων ήταν «ακραία» και «υπερβολικά», αλλά εκτιμά πως πλέον οι συζητήσεις προσανατολίζονται στις μεταρρυθμίσεις και όχι στη λιτότητα.

Ο απερχόμενος πρόεδρος του Eurogroup αναφέρεται και στα γεγονότα του καλοκαιριού του 2015, σημειώνοντας πως παρά τα όσα έχουν λεχθεί σχετικά με την «επιθυμία» των Γερμανών για προσωρινό Grexit, περισσότερο έχασαν την υπομονή τους με την Αθήνα χώρες της κεντρικής και νοτιοανατολικής Ευρώπης, πολλές από τις οποίες έχουν χαμηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα από την Ελλάδα.

«Πίσω από τη στάση της Γερμανίας ήταν μια σειρά χώρες που απλώς έλεγαν «ως εδώ». Δεν έχουμε άλλη εμπιστοσύνη. Δεν θέλουμε άλλες συζητήσεις με την ελληνική κυβέρνηση. Θέλουμε να μιλήσουμε για το plan B»» ανέφερε, και τόνισε ότι ο ίδιος ποτέ δεν υπήρξε υπέρμαχος του Grexit, το οποίο θεωρεί «πραγματικά ζημιογόνο» και «τεράστιο λάθος».

Διασώθηκαν οι τράπεζες σε βάρος των φορολογουμένων


«Ο πρωθυπουργός, κ. Τσίπρας και, φυσικά, ο (νυν υπουργός Οικονομικών) Ευκλείδης Τσακαλώτος, έχουν αλλάξει παντελώς τη σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους. Σχεδόν τα πάντα ήταν πιο εύκολα από τότε «είναι μια εντελώς διαφορετική κατάσταση» υποστήριξε ο Γερούν Ντάισελμπλουμ, μιλώντας, χθες, στο London School of Economics,

Όπως μεταφέρει στον «Real fm 97,8» ο ανταποκριτής στο Λονδίνο, Ισαάκ Καριπίδης, ο Ολλανδός πολιτικός, μια μόλις μέρα πριν από την ολοκλήρωση της θητείας του, παραδέχθηκε ότι έχει κάνει λάθη και τόνισε ότι έχει μετανιώσει για ορισμένα πράγματα, ενώ ζήτησε συγγνώμη για παλιότερη δήλωσή του, με την οποία υποστήριζε ότι οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου ξοδεύουν τα χρήματα τους σε ποτά και γυναίκες.

Αναφερόμενος στο γεγονός, ότι σε ολόκληρη την Ευρωζώνη διασώθηκαν οι τράπεζες σε βάρος των φορολογουμένων, ο κ. Ντάισελμπλουμ σημείωσε, ότι «η διάσωση των τραπεζών με αυτό τον τρόπο είχε μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο».
Επιπλέον δήλωσε, ότι ήταν λάθος του που επέτρεψε τα δύσκολα μέτρα να μην μπουν στην αρχή του μνημονίου. «Όταν το δεύτερο πρόγραμμα έφτασε στο τέλος του, δηλαδή στο τέλος του ’14, υπήρχαν ακόμη πολλά αμφιλεγόμενα πράγματα να γίνουν. Η κυβέρνηση Σαμαρά δεν είχε το πολιτικό σθένος να τα προωθήσει» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Ντάισελμπλουμ.
πηγή: iskra.gr

Προγραμματική συμφωνία CDU-SPD για μη ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε. - Αντιδράσεις Ομέρ Τσελίκ

“Χαστούκι” για Τουρκία η προγραμματική συμφωνία στη Γερμανία των τριών κυβερνητικών εταίρων για μη ένταξη της στην Ε.Ε. - Ο Ομέρ Τσελίκ επικρίνει τη συμφωνία για τη μη ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ....


 

Ο Ομέρ Τσελίκ, υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Τουρκίας, επέκρινε το γεγονός ότι Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες τάχθηκαν υπέρ της σκληρής γραμμής απέναντι στην χώρα του αναφορικά με την ένταξή της στην ΕΕ, όπως μεταδίδει το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (dpa) από την Κωνσταντινούπολη.

Στη συμφωνία των δύο δυνητικών κυβερνητικών εταίρων για μια νέα κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού στο Βερολίνο αναφέρεται συγκεκριμένα ότι «η κατάσταση της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει επιδεινωθεί στην Τουρκία. Γι' αυτό και δεν θέλουμε να κλείσει κανένα ενταξιακό κεφάλαιο και να ανοίξει κανένα νέο. Όσο η Τουρκία δεν εκπληρώνει τις αναγκαίες προϋποθέσεις, δεν μπορεί να φιλελευθεροποιηθεί η βίζα για τους Τούρκους πολίτες ούτε να διευρυνθεί η Τελεωνειακή Ενωση».

Ομέρ Τσελίκ, υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Τουρκίας
Ο Τσελίκ δήλωσε ακόμη σε τουρκική τηλεοπτική εκπομπή ότι πρόκειται για ένα «σημείο καμπής» και υποστήριξε ότι «μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για "αυστριοποίηση" της Γερμανίας, η οποία ακολουθεί την άνευ οράματος πολιτική της Αυστρίας». Υπενθυμίζεται ότι η αυστριακή κυβέρνηση, η οποία απαρτίζεται από το συντηρητικό «Λαϊκό Κόμμα» και το ακροδεξιό «Κόμμα Ελευθερίας» έχει συμπεριλάβει στη συμφωνία συνασπισμού τον στόχο να σταματήσουν οι συνομιλίες για την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.

Ο Τούρκος υπουργός τόνισε επίσης ότι η Τουρκία εξακολουθεί να επιδιώκει την ένταξή της στην ΕΕ και ότι εναλλακτικές λύσεις του τύπου της προνομιακής σχέσης με αυτήν δεν συζητούνται από τη χώρα του.

Αλλαγή δεν γίνεται χωρίς κοινωνικά κινήματα

Η κοινωνική αλλαγή όμως είναι αναπόφευκτη. Οι παράγοντες που την προκαλούν είναι η ανακάλυψη, το αναπόφευκτο της κοινωνικής σύγκρουσης, ο τεχνολογικός ντετερμινισμός, οι τεχνολογικές εφευρέσεις, η γνώση, οι πεποιθήσεις και οι αξίες, οι πολιτιστικές επαφές, η πολιτισμική διάχυση και η ύπαρξη κοινωνικών κινημάτων...


της Φωτεινής Μαστρογιάννη (*)

Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι σε όλες τις συζητήσεις που ασχολούνται μονοδιάστατα (δυστυχώς) με την οικονομία αλλά και την πολιτική δεν λαμβάνουν υπόψη τους την κοινωνία και τον βαθμό που έχει αλλάξει τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Η ολιστική θεώρηση του θέματος μπορεί να οφείλεται σε απλή άγνοια (που δεν παύει όμως να είναι απαράδεκτη εάν όχι εγκληματική) ή/και σε κακώς εννοούμενους τεχνοκράτες με έλλειψη στρατηγικής σκέψης.

Η κοινωνική αλλαγή όμως είναι αναπόφευκτη. Οι παράγοντες που την προκαλούν είναι η ανακάλυψη, το αναπόφευκτο της κοινωνικής σύγκρουσης, ο τεχνολογικός ντετερμινισμός (σημ. με πολύ απλά λόγια είναι η θεωρία που υποστηρίζει ότι η κοινωνία δεν μπορεί να επιδράσει στην τεχνολογία) οι τεχνολογικές εφευρέσεις, η γνώση, οι πεποιθήσεις και οι αξίες, οι πολιτιστικές επαφές, η πολιτισμική διάχυση και η ύπαρξη κοινωνικών κινημάτων.

Ζούμε ήδη την τέταρτη κοινωνική επανάσταση που είναι η επανάσταση που βασίζεται στις τεχνολογικές ανακαλύψεις, είναι η επανάσταση του μικροτσιπ και τις επιπτώσεις της δεν τις έχουμε δει πλήρως ακόμα.

Η διάχυση της επικοινωνίας μέσω της τεχνολογίας έχει αλλάξει ήδη τις σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων. Η ανταλλαγή πληροφοριών είναι πιο εύκολη, οι άνθρωποι επικοινωνούν με όλο τον κόσμο χωρίς να χρειάζεται να ταξιδέψουν. Σύμφωνα δε με τον κοινωνιολόγο Ογκμπουρν (Ogburn), πρώτα αλλάζει η τεχνολογία και στη συνέχεια αλλάζει η κοινωνία δηλαδή με άλλα λόγια τρέχουμε να προλάβουμε την τεχνολογία και προσαρμόζουμε τη ζωή μας αντίστοιχα.

Η σύγκρουση είναι και αυτή ένας παράγοντας αλλαγής και στην ανάλυση των συγκρούσεων βλέπουμε να ακολουθείται, από τους ειδικούς επιστήμονες, η μαρξιστική συλλογική της θέσης- αντίθεσης- σύνθεσης. Η θέση είναι ο διαχωρισμός των κρατών σε φτωχά και πλούσια ανάλογα με την πρόσβαση που έχουν στις αγορές και στους πόρους. Η μνησικακία των φτωχών κρατών για την έλλειψη αυτής της πρόσβασης αποτελεί την αντίθεση. Εάν ένα από τα λιγότερο βιομηχανοποιημένα κράτη αποκτήσει σχετικό πλούτο ή πολεμική ισχύ τότε θα πιέσει για αναδιανομή των πόρων (πιθανόν μία τέτοια περίπτωση να είναι το Ιράν). Η ανακατανομή ισχύος είναι πολύ πιθανόν να δημιουργήσει κοινωνικά κινήματα τα οποία είτε προωθούν είτε αντιτίθενται στην αλλαγή.

Τα κοινωνικά κινήματα, ως παράγοντας κοινωνικής αλλαγής, παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Οι κοινωνιολόγοι υποστηρίζουν ότι τα κοινωνικά κινήματα έχουν τρία στάδια. Το πρώτο στάδιο είναι η ανησυχία και η αναταραχή, το δεύτερο στάδιο είναι η κινητοποίηση, οργάνωση και θεσμοθέτηση ενώ το τελευταίο στάδιο αφορά την παρακμή χωρίς όμως να αποκλείουν την αναζωπύρωση όπου οι αντιτιθέμενες πλευρές αναζωογονούν η μία την άλλη βλ. το κίνημα υπέρ και κατά των εκτρώσεων στην Αμερική.

Το πρώτο στάδιο είναι και αυτό στο οποίο πολλά κοινωνικά κινήματα αποτυγχάνουν. Στο στάδιο αυτό (δηλ. της ανησυχίας και της αναταραχής) οι άνθρωποι είναι δυσαρεστημένοι με την κατάσταση που επικρατεί και αναδύονται ηγέτες που εκφράζουν αυτή τη δυσαρέσκεια. Ο λόγος αποτυχίας των κινημάτων στο στάδιο αυτό είναι ότι δεν έχουν αρκετή υποστήριξη. Πιθανό παράδειγμα να είναι στην περίπτωση της Ελλάδας το Κίνημα των Αγανακτισμένων, το πρώτο μαζικό κίνημα στην Ευρώπη (κάτι που έχουν ξεχάσει οι περισσότεροι).

Μέσα από το κίνημα αυτό αναδείχτηκαν κάποιες ηγετικές μορφές, πολλές από αυτές επεδίωξαν θέσεις εξουσίας και τελικά τις απέκτησαν, κάνοντας πολλούς να αμφιβάλλουν για την αγνότητα των τότε προθέσεών τους. Ο λόγος αποτυχίας του Κινήματος των Αγανακτισμένων, δεν είναι μόνο η έλλειψη υποστήριξης που αναφέρουν οι κοινωνιολόγοι αλλά κυρίως οι πράξεις βίας (βλ. δολοφονία των ανθρώπων στη Μαρφίν) και η ίδια η αδυναμία των ηγετικών μορφών του που αποδείχτηκαν αρκετά ευάλωτοι στα θέλγητρα της εξουσίας.

Όχι μόνο αυτό αλλά αποδείχτηκαν ανεπαρκείς σε ένα βασικό παράγοντα που είναι αυτός της κινητοποίησης των πόρων δηλαδή της οργάνωσης και απόκτησης πόρων όπως είναι χρήματα αλλά και σωστής εκμετάλλευσης του χρόνου και των δεξιοτήτων των ανθρώπων που τους ακολούθησαν. Θα πρόσθετα επίσης και την έλλειψη επαρκούς χρησιμοποίησης, από την πλευρά τους, της τεχνολογίας ως μέσου επικοινωνίας ειδικότερα ως αντίβαρου της έλλειψης υποστήριξης από τα ΜΜΕ (στο σημείο αυτό να αναφέρω ότι ήταν και είναι άκρως απογοητευτική η έλλειψη γνώσεων επικοινωνίας από τους ηγέτες των κινημάτων, δεν δόθηκε η πρέπουσα προσοχή στο άκρως σημαντικό αυτό θέμα για την επιτυχία ενός κινήματος). Υπήρξε με άλλα λόγια σαφέστατη έλλειψη ικανούς ηγεσίας στο Κίνημα των Αγανακτισμένων και το Κίνημα οδηγήθηκε σε πλήρη αποτυχία και απογοήτευση.

Η θεσμοθέτηση που αφορά το επόμενο στάδιο, στην περίπτωση που το κίνημα δεν έχει αποτύχει στο πρώτο στάδιο, είναι η δημιουργία επίσημης ιεραρχίας που βρίσκεται στα χέρια κάποιων που ενδιαφέρονται περισσότερο για την εξουσία και την προβολή παρά για το ίδιο το κίνημα. Αυτό το είδαμε και με το πλήθος κινημάτων και μικρών κομμάτων που δημιουργήθηκαν μετά το Κίνημα των Αγανακτισμένων και δεν είναι απορίας άξιον που οδηγήθηκαν στην παρακμή που είναι και το τελευταίο εάν και όχι αναπόφευκτο στάδιο. Δεν είναι αναπόφευκτο γιατί μπορεί να αναδειχθούν νέοι ηγέτες οι οποίοι να είναι πιο ιδεαλιστές αλλά και με μεγαλύτερο πείσμα κάτι που θα οδηγήσει στην αναζωπύρωση του κινήματος. Δυστυχώς στην χώρα μας δεν έχει προκύψει κάτι τέτοιο, μέχρι στιγμής, κάτι που φαίνεται και από τη γενική απογοήτευση για το έλλειμμα ηγεσίας.

Το ερώτημα όμως παραμένει για το εάν θα προκύψουν νέα δυναμικά κινήματα αλλαγής στη χώρα μας ή η παρακμή θα είναι οριστική με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για τη βιωσιμότητα της κοινωνίας.
 
Η Φωτεινή Μαστρογιάννη είναι Οικονομολόγος, καθ. ΜΒΑ, συγγραφέας
(πηγή: f. mastroyanni.blog)