Η ανεργία σε τρώει πολύ πιο βαθιά από την πιο μεγάλη άδεια τσέπη σου

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη εθνική μελέτη νοσηρότητας και παραγόντων κινδύνου που έγινε από την Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 2014, τα ποσοστά συμπτωμάτων άγχους φτάνουν το 24% και κατάθλιψης το 16%. «Τα ποσοστά είναι ανησυχητικά υψηλά και, σύμφωνα με τη μελέτη, συνδέονται με την ανεργία»....



Σε έξαρση οι κρίσεις πανικού και η κατάθλιψη


«Κάθομαι στην καρέκλα του γραφείου, στέλνω βιογραφικά και ονειρεύομαι. Έτσι, στο μυαλό μου, σηκώνομαι το πρωί, πλένω το πρόσωπό μου, φοράω καθαρά ρούχα, κλειδώνω πίσω μου την πόρτα του σπιτιού και ξεκινάω για τη δουλειά. Δουλεύω. Με έχω φανταστεί σε αυτές τις δουλειές, έχω κατεβάσει ιδέες για να βοηθήσω, να δημιουργήσω, αναμασώ φανταστικούς διαλόγους, πότε-πότε φωναχτά. Όμως πάλι είμαι κολλημένη σε αυτήν την καρέκλα του γραφείου μου. Κοιτάζω την πόρτα που με καλεί να βγω, ρε παιδί μου, έξω, μου λέει αυτή η αναθεματισμένη πόρτα ότι εκεί είναι το μέλλον μου. Μου το λέει πάνω από έναν χρόνο τώρα. Αλλά εγώ ακόμη εδώ, βυθισμένη στην καρέκλα, τη μικρή μου φυλακή. Δεν είναι μόνο τα χρήματα. Η ανεργία σε τρώει πολύ πιο βαθιά από την πιο μεγάλη άδεια τσέπη σου. Υπάρχουν φορές που πιστεύω ότι είμαι σακάτης, ότι κάποιος μου έχει σπάσει τα πόδια. Άλλοτε νιώθω ανεπαρκής και πληγώνομαι. Και τότε θυμώνω. Ο θυμός μου γίνεται διαρκής.

Η Μαρία είναι 28 χρόνων, με μεταπτυχιακές σπουδές, μιλάει άριστα δύο ξένες γλώσσες και είναι μία από τους 1,5 εκατομμύριο ανέργους. Η Μαρία δεν παύει να ονειρεύεται αλλά θυμώνει. Θυμός, απελπισία, άγχος, αβεβαιότητα, είναι τα κυρίαρχα συναισθήματα που βιώνει πλήθος ανθρώπων που, μεσούσης της κρίσης, έχουν βρεθεί ή τεθεί εκτός εργασίας. Κρίσεις πανικού, κατάθλιψη, ακόμη και αυτοκτονίες, είναι το αποτέλεσμα μιας μακράς έκθεσης στην αβεβαιότητα και την οικονομική επισφάλεια.

Η φτώχεια καταστρέφει την υγεία


Άλλωστε, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει καταδείξει ότι τον πιο σημαντικό ρόλο στην υγεία των ανθρώπων διαδραματίζουν οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. Δυσμενείς οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες διπλασιάζουν, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, τον κίνδυνο να αρρωστήσει κάποιος, σωματικά ή ψυχικά. «Οι καταστάσεις στρες καταστρέφουν την υγεία, καθώς καθιστούν τους ανθρώπους ευάλωτους σε καταστάσεις όπως λοιμώξεις, διαβήτης, η υψηλή αρτηριακή πίεση, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, η κατάθλιψη και οι αγχώδεις διαταραχές» εξηγεί η Μαρία Ξανθάκη, ψυχολόγος Msc, γνωσιακή συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεύτρια, ειδικός σε θέματα μείωσης της βλάβης.

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη εθνική μελέτη νοσηρότητας και παραγόντων κινδύνου που έγινε από την Ιατρική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών το 2014, τα ποσοστά συμπτωμάτων άγχους φτάνουν το 24% και κατάθλιψης το 16%. «Τα ποσοστά είναι ανησυχητικά υψηλά και, σύμφωνα με τη μελέτη, συνδέονται με την ανεργία» παρατηρεί η κ. Ξανθάκη.

Ο κανιβαλισμός της εποχής στη δουλειά


Για τη λεπτή κλωστή που συνδέει την περίοδο της ανεργίας με εκείνη της εργασίας μάς μιλά και ο 31χρονος Γιακουμής, που εδώ και λίγους μήνες συγκαταλέγεται στους «τυχερούς». «Δεν ξέρω αν η παρατεταμένη ανεργία με έκανε να σιχαθώ τον καπιταλισμό περισσότερο από τα νεανικά αναγνώσματα που έχει κανείς όταν σπουδάζει. Είναι το βίωμά σου που σε καταστρέφει από μέσα προς τα έξω. Όσο περνούν οι μέρες νιώθεις ότι δεν αξίζεις, ότι είσαι άχρηστος. Μετράς και ξαναμετράς τα χρόνια σου και έχεις ενοχές ότι δεν προσπάθησες αρκετά και ότι όλο σε κάτι υστερείς. Έπειτα είναι οι φίλοι, που δουλεύουν και φαίνονται να προχωρούν στη ζωή τους, ενώ εσύ είσαι στάσιμος. Σύντομα δεν θες να τους βλέπεις, τουλάχιστον όχι μέχρι να πιάσεις δουλειά». Και ο έρωτας; «Για έρωτα ούτε κουβέντα» απαντά. «Όταν νιώθεις παράσιτο στο ίδιο σου το σπίτι, δεν μπορείς να θεωρήσεις ότι θα είσαι δοτικός σε άλλους ανθρώπους. Έτσι η μοναξιά σε τρώει μέρα με τη μέρα. Περιμένεις να μαζέψεις μόρια μπας και σε πάρουν σε κανένα πεντάμηνο. Εκεί καταλαβαίνεις πόσο θεατρινίστικη είναι η ανάγκη του φαίνεσθαι. Αργείς να πληρωθείς, εργασιακά δικαιώματα μηδέν, αλλά λες έχω δουλειά. Μετά ξανά τα ίδια. Ο κανιβαλισμός της εποχής περνάει και μέσα από τη δουλειά. Τρέμεις τον άλλον, τον άγνωστο άνεργο που θα ‘ναι πιο νέος και πιο σβέλτος. Έτσι κάνεις πίσω στην καφρίλα του αφεντικού μέχρι που να σε αφήσει το σώμα σου ή το μυαλό σου και να μην μπορείς να κάνεις άλλο πίσω. Τότε, ξανά από την αρχή. Μέχρι να βρεις μια δουλειά ανθρώπινη».

Οι «τυχεροί» εργαζόμενοι


Η Μαρία Ξανθάκη σημειώνει ότι «η πρόσβαση στην αγορά εργασίας ήταν πάντα μια πολυτέλεια για τους ανθρώπους που είναι υγιείς. Ψυχικά ασθενείς, με χρόνια νοσήματα, ειδικές ομάδες, όπως οι Ρομά, είναι πιο ευάλωτες, η δυσκολία στη νομική αναγνώριση του φύλου, που άνθρωποι αποκλείονται τώρα ακόμη περισσότερο από την εργασία. Στα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ καταγράφεται ο αριθμός των εργαζομένων, αλλά όπως σημειώνει η κ. Ξανθάκη, ακόμη και για αυτούς τους «τυχερούς», τους καταγεγραμμένους ως απασχολούμενους, αξίζει να σταθούμε στις σχέσεις εργασίας τους: «Πληρώνονται με 200 ευρώ; 300 ευρώ; Ημιαπασχολούμενοι ενώ δουλεύουν 10 ώρες; Με τρίμηνες ή 6μηνες συμβάσεις;

Ακόμη και οι εργαζόμενοι, οι οποίοι θεωρούνται τυχεροί κοινωνικά», σημειώνει, «βάλλονται πάρα πολύ από επαγγελματική εξουθένωση, οικονομική ανασφάλεια, βιώνουν συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους λόγω του χαμηλού εισοδήματος, γιατί έχουν κι εκείνοι περικοπές, ή το εισόδημά τους είναι πολύ χαμηλότερο από αυτό που απαιτούν οι συνθήκες ζωής. Αν έχεις οικογένεια και παίρνεις 700 ευρώ, είναι πάρα πολύ δύσκολο να τη συντηρήσεις».

Ραγδαία αύξηση στις κρίσεις πανικού


Μετρώντας τουλάχιστον έξι χρόνια λιτότητας, «οι κρίσεις πανικού έχουν εξαπλωθεί» σημειώνει η κ. Ξανθάκη. «Μέχρι το 2013, υπήρχε έξαρση και στα κρούσματα αυτοκτονιών. «Όλο αυτό με τα χρήματα, με την εξουθένωση, την απελπισία, δεν βρίσκω δουλειά, δεν θα τα καταφέρω, σε οδηγεί στο ότι δεν υπάρχει ελπίδα, τρία χρόνια προσπαθώ, γκρεμίζονται όλα, έχω χρέη, δεν μπορώ να συντηρήσω την οικογένειά μου, καλύτερα να πεθάνω. Και δυστυχώς δεν ήμασταν έτοιμοι ούτε ως ειδικοί υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας ούτε ως χώρα να στηρίξουμε τους ανθρώπους αυτούς». Μας υπενθυμίζει ότι «η επιβολή των μέτρων λιτότητας από το 2011 και μετά οδήγησε στην αύξηση των αυτοκτονιών κατά 35%. Και αυτές είναι μόνο οι επιτυχημένες αυτοκτονίες. Πολλές φορές», τονίζει, «ο θάνατος δεν καταγράφηκε ως αυτοκτονία, λόγω των θρησκευτικών πεποιθήσεων, του στίγματος κ.λπ.». Σύμφωνα με πιο πρόσφατα στοιχεία, ο αριθμός των αυτοκτονιών «από το 2015 έχει αρχίσει να μειώνεται, παρ’ όλο που η κατάθλιψη είναι σε έξαρση και αυξάνεται. Μια εξήγηση που μπορούμε να δώσουμε είναι ότι λόγω της διάρκειας της οικονομικής κρίσης, τώρα υπάρχουν κάποιοι τρόποι να το διαχειριστούν οι άνθρωποι, βλέπουν ότι όλοι περνάμε τα ίδια» προσθέτει η κ. Ξανθάκη.

Ιδιαίτερη μνεία κάνει και στις δομές αλληλεγγύης που δημιουργήθηκαν, αλλά και σε συλλογικότητες πολιτών, πρωτοβουλίες όπως η τράπεζα χρόνου, το εμπόριο χωρίς μεσάζοντες, κοινωνικά φαρμακεία και ιατρεία κ.λπ., γιορτές και εκδηλώσεις που διοργανώνονται από αυτοδιαχειριζόμενους χώρους που «δυναμώνουν τον κόσμο, αφού έχουν καταστήσει δυνατόν οι ευχάριστες δραστηριότητες και η έξοδος να μην ταυτίζονται με έξοδα οικονομικά. Υπάρχει μια τάση να πηγαίνει πια ο κόσμος σε τέτοια μέρη ενώ πριν ήταν ντροπή και σήμαινε αποτυχία».

Προσοχή στα φάρμακα χωρίς συνταγή


Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται ότι μεγάλο ποσοστό ανθρώπων καταναλώνει αγχολυτικά και αντικαταθλιπτικά, χωρίς συνταγή γιατρού και χωρίς ιατρική παρακολούθηση. «Έχουμε έξαρση στα φάρμακα αυτά στην Ελλάδα» λέει η Μ. Ξανθάκη. «Ο κόσμος όμως τα παίρνει χωρίς ιατρική παρακολούθηση, με προβλήματα μακροχρόνιας εξάρτησης, δεν θεραπεύεσαι ουσιαστικά. Αν νοσήσεις, είναι πολύ σημαντικό να θεραπευτείς, όμως δεν θεραπεύεις την πηγή, την αιτία, η νόσος είναι η κατάθλιψη» επισημαίνει.

Ελπίδες για τη μεταρρύθμιση


Μιλώντας για την επικείμενη μεταρρύθμιση για την Ψυχική Υγεία, η Μ. Ξανθάκη σχολιάζει ότι «ελπίζουμε να ενδυναμωθεί η τριτοβάθμια και η πρωτοβάθμια περίθαλψη, η επανένταξη των χρόνιων ψυχικά σθενών, η αποϊδρυματοποίησή τους» και υπενθυμίζει ότι, κατά την οικονομική κρίση, πάρα πολλές δομές πρόληψης αντί να υποστηρίζονται έχουν κλείσει, όπως η γραμμή βοήθειας για την κατάθλιψη του ΕΠΙΨΥ.
Μαρία Καλυβιώτου/ΑΥΓΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου