Απόφαση του Π.Σ. της ΛΑΪΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ – Ανυπότακτη Αριστερά

ΛΑΪΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ - Ανυπότακτη Αριστερά, Πολιτικό Συμβούλιο, εκλογικά αποτελέσματα, επόμενα βήματα,

Απόφαση Πολιτικού Συμβουλίου της ΛΑΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ – ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Για τα εκλογικά αποτελέσματα και τα επόμενα βήματα

  1. Το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιουνίου επικύρωσε και εμβάθυνε τις πολιτικές μετατοπίσεις που καταγράφηκαν στις εκλογές του Μαΐου. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποκρυστάλλωσε την κυριαρχία της στο πολιτικό σκηνικό, σε έκταση που παράγει δυνατότητες για την μεσομακροπρόθεσμη διατήρησή της. Η ραγδαία πτώση του ΣΥΡΙΖΑ διευρύνθηκε, ακυρώνοντας στο μεσοπρόθεσμο χρονικό διάστημα την ύπαρξη ενός αντίπαλου εναλλακτικού πόλου που να διεκδικεί την κυβερνητική εξουσία, ανεξάρτητα από το ποιες θα είναι οι εξελίξεις στο εσωτερικό του το επόμενο διάστημα. Το ΠΑΣΟΚ δεν διεύρυνε περαιτέρω την επιρροή του, ενώ, ως ένα κόμμα πλήρως ελεγχόμενο από το κέντρα εξουσίας και με αντιφατικές πολιτικές στρατηγικές στο εσωτερικό του, δεν μπορεί να αποτελέσει μεσοπρόθεσμα ένα αντιπολιτευτικό πόλο που θα διεκδικεί την κυβερνητική εναλλαγή από τη Ν.Δ.. Οι δεύτερες εκλογές αποτυπώνουν μία περαιτέρω αντιδραστική εξέλιξη, με την είσοδο τριών ακροδεξιών κομμάτων, ένα με φασιστικά χαρακτηριστικά και ένα με πλήρως σκοταδιστικές, αντιδραστικές, ανορθολογικές θέσεις. Επίσης, η μη είσοδος στη βουλή του ΜΕΡΑ25 Συμμαχία για τη Ρήξη και η κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της αριστεράς μόνο από το ΚΚΕ, δεν αποτελεί θετική εξέλιξη.

  2. Στις εκλογές του Ιουνίου η δεξιά μαζί με την ακροδεξιά καταγράφουν αθροιστικά σχεδόν 55% των ψήφων και – για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση – συνολικά το μπλοκ τους αποτελεί πλειοψηφία των ψηφισάντων. Η ανασυγκρότηση και η διεύρυνση της επιρροής τους αποτυπώνεται και σε απόλυτους αριθμούς. Ιδιαίτερα ως προς την ακροδεξιά, το άθροισμά της, όπως καταγράφηκε στις εκλογές του Ιουνίου, ξεπερνά τις 725.000 ψήφους. Το δε άθροισμα Σπαρτιατών και Νίκης ανέρχεται σε 440.000 ψήφους περίπου, στα ίδια επίπεδα με το ιστορικό υψηλό της Χρυσής Αυγής. Η επάνοδος της ακροδεξιάς και μάλιστα με τη μορφή της αυτοτελούς έκφρασης νεοναζιστικών, αλλά και σκοταδιστικών, ανορθολογικών μορφωμάτων αντανακλά την σταθεροποίηση – διείσδυση των ρευμάτων αυτών στην κοινωνική και πολιτική σκηνή και την αλλαγή του ιδεολογικού συσχετισμού. Το σημαντικότερο είναι όμως ότι η ανασυγκρότηση της δεξιάς και ακροδεξιάς εκλογικής επιρροής γίνεται υπό συνθήκες ήττας και υποχώρησης της αριστεράς, σε αντίθεση με την περίοδο 2010 – 2015.

  3. Η αύξηση της αποχής είναι σημαντική, η μεγαλύτερη μετά τη μεταπολίτευση, καθώς, σε σχέση με την δεκαετία του 2000 ψηφίζουν 2,5 εκατομμύρια λιγότεροι ψηφοφόροι. Η αποχή κατανέμεται σχετικά αναλογικά μεταξύ όλων των κομμάτων που μπήκαν στη βουλή πλην των τριών νεοεισερχόμενων. Το γεγονός αυτό αποτυπώνει περισσότερο την έλλειψη διακυβεύματος στις εκλογές του Ιούνη για το εκλογικό αποτέλεσμα και λιγότερο μία αποδοκιμασία καθαυτό της πολιτικής διαδικασίας από την κατηγορία των ψηφοφόρων που συμμετείχαν στις εκλογές του Μαΐου και απείχαν από τις εκλογές του Ιουνίου. Η μεγάλη αύξηση της αποχής αντανακλά εν μέρει μία κρίση νομιμοποίησης των πολιτικών κομμάτων, ωστόσο δεν μπορεί να συμπεραίνεται ότι συνιστά μία πολιτική απονομιμοποίηση του κυβερνητικού κέντρου, παρά μόνο υπό την προϋπόθεση της ανόδου του λαϊκού κινήματος. Από τα δεδομένα προκύπτει ότι η αποχή όλη αυτή την περίοδο έπληξε σε μικρότερο βαθμό το ευρύτερο μπλοκ της δεξιάς σε σχέση με το μπλοκ του κέντρου και της κεντροαριστεράς (που είχε και τις μεγαλύτερες διαχρονικά απώλειες) και της αριστεράς.

  4. Στο εκλογικό αποτέλεσμα συγχωνεύθηκαν διάφορες κοινωνικές τάσεις α) οι κοινωνικές αναδιαρθρώσεις που έχουν αλλάξει τον ταξικό συσχετισμό στους επιμέρους χώρους υπέρ του κεφαλαίου, β) η υποχώρηση των οργανωμένων μορφών του εργατικού και λαϊκού κινήματος, γ) η κατοχή του κρατικού μηχανισμού από τη ΝΔ και η αξιοποίησή του για τη σταθεροποίηση του κοινωνικού μπλοκ της αστικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα και τμήματα των εργατικών λαϊκών στρωμάτων, δ) η συστηματική προπαγάνδα υπέρ της κυβέρνησης της Ν.Δ. από το σύνολο των μεγάλων ΜΜΕ, αλλά και την πλειοψηφία των «εναλλακτικών» μέσων ενημέρωσης, που επιχείρησαν συντεταγμένα την ανασυγκρότηση της επιρροής της ΝΔ του Μητσοτάκη μετά τα Τέμπη, αλλά και αποτέλεσαν στυλοβάτες της διάχυσης του κυβερνητικού αφηγήματος. Για πρώτη φορά μετά την μεταπολίτευση όλα τα μεγάλα ΜΜΕ υποστηρίζουν ένα μόνο κόμμα και η αξιωματική αντιπολίτευση δεν έχει κανένα ουσιαστικά έρεισμα σε αυτά. Ιστορικά η διαίρεση μεταξύ των βασικών πόλων του πολιτικού συστήματος (δεξιά/κέντρο/αριστερά προδικτατορικά, δεξιά/ΠΑΣΟΚ την περίοδο της μεταπολίτευσης μέχρι την επιβολή των μνημονίων) αντιστοιχούσε σε μία ανάλογη διαίρεση σε επίπεδο μεγάλων ΜΜΕ. Εξαίρεση αποτέλεσε η περίοδος της εκλογικής ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ το 2012-2015 που μπόρεσε να αντιμετωπίσει την εχθρότητα των ΜΜΕ, όμως επρόκειτο για μία έκτακτη συγκυρία μεγάλων ανατροπών. Το 2015-2019 ο έλεγχος του κρατικού μηχανισμού από το ΣΥΡΙΖΑ λειτουργούσε ως ένα περιορισμένο αλλά υπαρκτό αντίβαρο μέσα στον χώρο των ΜΜΕ, που εξηγεί εν μέρει την διατήρηση της πολιτικής του επιρροής το 2019.

  5. Η ευρεία νίκη της ΝΔ στις δύο συνεχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις και η υπερδιπλάσια διαφορά της από το άλλο κόμμα κυβερνητικής εξουσίας (ΣΥΡΙΖΑ) ήταν πρωτοφανής για τα δεδομένα της Μεταπολίτευσης. Όχι μόνο δεν υπέστη φθορά ως συνέπεια των αντικοινωνικών και αυταρχικών κυβερνητικών πολιτικών της, αλλά ούτε τη φθορά, που αναλογεί συνήθως σε μια απερχόμενη κυβερνητική θητεία. Η Ν.Δ. αξιοποίησε την χαλάρωση των περιορισμών του δημοσιονομικού πλαισίου της ΟΝΕ λόγω της πανδημίας, και την ευνοϊκή στάση των ηγετικών κύκλων της ΟΝΕ, ώστε να διοχετεύσει σημαντικούς πόρους, σταθεροποιώντας τις πολιτικές της εκπροσωπήσεις. Διεύρυνε με επιδοματικές πολιτικές μέσω των διάφορων pass, χωρίς αυτά να αποτελούν κοινωνικές πολιτικές, τις κοινωνικές συμμαχίες της με φτωχοποιημένα κοινωνικά στρώματα ή με την αξιοποίηση του ταμείου ανάκαμψης και του κρατικοπελατειακού δικτύου της και με μικροαστικά στρώματα. Αυτά τα κοινωνικά στρώματα, με μειωμένες έτσι και αλλιώς τις προσδοκίες τους μετά τη μνημονιακή συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αξιολόγησαν, ότι αυτά ήταν τα ψίχουλα μετά το πλούσιο «τάϊσμα» των δυνάμεων του κεφαλαίου, που τα κέρδη τους εκτοξεύτηκαν. Δευτερεύουσα αλλά υπαρκτή επίδραση στο εκλογικό αποτέλεσμα είχαν τα λάθη που έγιναν την προεκλογική περίοδο πρωτίστως από το ΣΥΡΙΖΑ, που δημιούργησαν ανασφάλεια σε ένα τμήμα των ψηφοφόρων που επιδιώκουν «σταθερότητα και κανονικότητα».

  6. Στις εκλογές του Μαΐου διευρύνθηκε η τάση της μεγάλης υποχώρησης του ΣΥΡΙΖΑ, που έφτασε σε μία σωρευτική απώλεια 600.000 ψήφων από το 2019 και πάνω από 1,3 εκ. ψήφων από το 2015. Από αυτήν την σωρευτική απώλεια, μόνο ένα μικρό τμήμα κατευθύνθηκε προς τα αριστερά. Ειδικά την περίοδο 2019 – 2023 το κύριο μέρος των απωλειών του ΣΥΡΙΖΑ στράφηκε προς τα δεξιά του ακόμα και στις εργατικές – λαϊκές συνοικίες και στα πιο χαμηλά κοινωνικά στρώματα. Η ανατροπή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος και η νεοφιλελεύθερη μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ αναμφίβολα διαμόρφωσε το υπόστρωμα για τις ιδεολογικές και πολιτικές τάσεις που καθόρισαν το τωρινό εκλογικό αποτέλεσμα. Την περίοδο 2010 -2015, η μεγάλη κρίση του ελληνικού καπιταλισμού και η άνοδος των κοινωνικών αγώνων οδήγησαν σε κρίση εκπροσώπησης και σε μία ατελή ριζοσπαστικοποίηση. Η στροφή του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, αλλά και η πολιτική που ακολούθησε την τετραετία της διακυβέρνησής του, διέψευσαν τις προσδοκίες και αναίρεσαν σε μεγάλο βαθμό τα ιδεολογικοπολιτικά αποτελέσματα της περιόδου 2010 -2012, αλλά και της κοινωνικής διαίρεσης που ανέδειξε το δημοψήφισμα του 2015. Η αποτύπωση αυτής της διεργασίας έγινε στις εκλογές του 2019. Τότε, ο ΣΥΡΙΖΑ οριοθέτησε τις απώλειές του, κυρίως λόγω της διαχείρισης του κρατικού μηχανισμού. Η απώλεια του το 2019, σε συνδυασμό με την στοχοποίηση από την αστική τάξη και τα κέντρα εξουσίας, που ποτέ δεν επεδίωξαν τη σταθεροποίηση του ως πόλο δυνάμει κυβερνητικής εναλλαγής και ανασυγκρότησης του δικομματισμού, οδήγησε το 2023 σε μία εκλογική συμπίεση που είναι αμφίβολο ότι μπορεί να αντιστραφεί. Μία άλλη πορεία θα προϋπέθετε μία ριζικά διαφορετική επιλογή από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ το 2015. Με αυτή την έννοια, η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ και ως κυβέρνηση και ως αντιπολίτευση, πράγματι ενίσχυσε σημαντικά τη συντηρητική στροφή της κοινωνίας.

  7. Στο βαθμό που ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το δημοψήφισμα εντάχθηκε στο μνημονιακό πολιτικό μπλοκ, ο περιορισμός της πολιτικής και εκλογικής του επιρροής ήταν σε μεγάλο βαθμό δεδομένος, αφού δεν υπήρχε καμία δυνατότητα, παρά τις διαδοχικές δεξιές μετατοπίσεις του, να καταστεί αξιόπιστος πόλος εξουσίας για τμήματα της αστικής τάξης. Η επιμονή στη στροφή προς το κέντρο, στην πλήρη υιοθέτηση της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, αλλά και της ευρωενωσιακής και νατοϊκής κατεύθυνσης, ήταν έτσι καταδικασμένη να αποτύχει και θα αποδυναμώσει περαιτέρω το ΣΥΡΙΖΑ, στο βαθμό που περιορίζεται ο πολιτικός χώρος για «κεντροαριστερά» κόμματα, ιδιαίτερα με την πολιτική καταγωγή του ΣΥΡΙΖΑ, που δεν διαθέτει οργανικές σχέσεις με τις λαϊκές τάξεις, αλλά ούτε και σχέσεις με τμήματα της ολιγαρχίας, όπως το ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε, η πολιτική φθορά των κομμάτων της κεντροαριστεράς δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Στις συνθήκες σταθεροποίησης του νεοφιλελευθερισμού μετά την κρίση του 2008 – 2009, όπου δεν είναι ανεκτές παραχωρήσεις και νέα κοινωνικά συμβόλαια από την πλευρά των αστικών τάξεων, ενώ ακόμα και ήπιες πολιτικές αναδιανομής αντιμετωπίζονται από το κεφάλαιο με πολεμικούς όρους, ο πολιτικός χώρος για τα κόμματα αυτά συρρικνώνεται και τμήματα των μαζών στρέφονται στους αυθεντικούς εκφραστές της νεοφιλελεύθερης πολιτικής ή περιθωριοποιούνται από την πολιτική. Η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα επισφραγίζει το αδιέξοδο στο οποίο βρέθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές του Μαΐου. Χωρίς να την υποτιμούμε, το αδιέξοδο αυτό δεν οφείλεται αποκλειστικά στη συντριπτική ήττα, αλλά επειδή το σχέδιο για την επαναφορά του στην εξουσία (αποδυνάμωση μέχρι εξαΰλωσης της «εσωτερικής αντιπολίτευσης», αποχαλίνωση του ρόλου του Προέδρου, ρευστοποίηση κομματικών – συλλογικών δομών, σύγκλιση με τους χώρους του Κέντρου και της Κεντροδεξιάς με «μεταγραφές» προσωπικοτήτων από εκεί, συνθηματολογική εκφορά – αντιδάνειο από το παλιό ΠΑΣΟΚ, κτλ.) υλοποιήθηκε πλήρως και κατέληξε παταγωδώς. Ο Αλέξης Τσίπρας παραιτήθηκε, επειδή δεν μπορούσε να είναι φορέας οποιασδήποτε νέας εναλλακτικής πορείας, ενώ στα χέρια του, από το τρίτο μνημόνιο και έπειτα, η σχεδιασμένη πορεία μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ από αριστερό κόμμα σε κακέκτυπο αστικού ολοκληρώθηκε πλήρως.

  8. Το ΠΑΣΟΚ, διατήρησε ποσοστά και ψήφους στις δεύτερες εκλογές, επιβεβαιώνοντας πως, μετά τις αρχικές πανηγυρικές προβλέψεις των πρώτων εκλογών, στην πραγματικότητα, δεν μπορεί να αποτελεί τίποτα παραπάνω από τον ανταγωνιστή του ΣΥΡΙΖΑ για τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του ιστορικού συνεχιστή του χώρου του Κέντρου. Ακόμα, ωστόσο, κι αν η επόμενη τετραετία κρύβει συγκλίσεις ή ανταγωνισμούς ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, φαίνεται πως ο χώρος αυτός διέρχεται μεγάλη κρίση. Η αδυναμία συσπείρωσης ενιαίου εναλλακτικού συστημικού πόλου απέναντι σε μια ανόθευτη Δεξιά, αποτελεί σύμπτωμα και όχι αίτιο. Ως αίτια, αντιθέτως, για αυτή την κρίση θα πρέπει να εντοπίσουμε αφενός, την απουσία υλικής βάσης για το κοινωνικοπολιτικό μπλοκ που επιδιώκει να εκφράσει το Κέντρο (διάλυση μεσαίας τάξης και βαθιά ταξική διαφοροποίηση στο εσωτερικό αυτής που απέμεινε, αποσάθρωση παραγωγικού ιστού και μονάδων, περαιτέρω συμπίεση μικροαστικών στρωμάτων από την συγκέντρωση – συγκεντροποίηση κεφαλαίου) ως αποτέλεσμα των πολιτικών λιτότητας των μνημονίων και αφετέρου, τις ιστορικές ευθύνες της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, όπου στα δέκα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης, μετατράπηκε στο γνωστό «Ακραίο Κέντρο» και υπήρξε άλλοτε πρωτεργάτης και άλλοτε πιστός συνεχιστής αυτών των πολιτικών.

  9. Εν όψει των εκλογών, όλες οι μερίδες της αστικής τάξης στην Ελλάδα επιδίωξαν συντεταγμένα με τους μηχανισμούς τους να διαμορφώσουν όρους πολιτικής κυριαρχίας ενός πόλου στην πολιτική σκηνή αλλά και ένα πολιτικό συσχετισμό ενός κυρίαρχου κόμματος και δύο «μισών κομμάτων» που μεσοπρόθεσμα δεν μπορούν να διεκδικήσουν την κυβερνητική εναλλαγή. Στη βάση αυτής της εξέλιξης εκτός των άλλων βρίσκεται η απόλυτη στήριξη στην παρούσα φάση της ελληνικής αστικής τάξης στο πολιτικό πρόγραμμα της Ν.Δ. Αυτή η στήριξη σε συνδυασμό με την ύφεση των κοινωνικών αγώνων και των οργανωμένων εκφράσεων του λαϊκού κινήματος παρήγαγε το εκλογικό αποτέλεσμα. Η ελληνική αστική τάξη μετά την κρίση, την οποία δεν έχει συνολικά ακόμα υπερβεί, την εφαρμογή των μνημονίων και την υποβάθμιση της στην διεθνή ιμπεριαλιστική αλυσίδα έχει αναπροσαρμόσει την στρατηγική της. Η ορατή ανάκαμψη των κερδών και του ποσοστού κέρδους δεν επιτυγχάνεται μέσα από μία σημαντική ανάκαμψη της καπιταλιστικής συσσώρευσης, αλλά από την συμπίεση της αξίας της εργατικής δύναμης και τις ευκαιρίες που διαμορφώνονται από την μείωση της αξίας του φυσικού πλούτου αλλά και των δημόσιων υποδομών εξαιτίας της κρίσης. Οι παράγοντες αυτοί σε συνδυασμό με την εισροή κεφαλαίων από το εξωτερικό, είτε με την μορφή των εξαγορών και των επενδύσεων στο real estate είτε με την μορφή των πόρων της Ε.Ε., δημιουργούν σημαντικές δυνατότητες κερδοφορίας. Αυτή η πολιτική για το κεφάλαιο εξυπηρετείται με τον καλύτερο τρόπο για το μεσοπρόθεσμο διάστημα από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.

  10. Ως προς την αριστερά, τα αποτελέσματα των εκλογών αποτυπώνουν επίσης μία συντηρητική μετατόπιση. Το ΚΚΕ πέτυχε σε πλευρές της πολιτικής του στρατηγικής, τόσο την διεύρυνση της εκλογικής του επιρροής, αλλά και, πρωτίστως, πέτυχε τον στόχο του να αποτελεί τη μόνη δύναμη της αριστεράς με κοινοβουλευτική έκφραση. Σημαντικό στοιχείο που οδήγησε στην αύξηση της εκλογικής του επιρροής είναι το γεγονός ότι διατηρεί οργανωμένες δυνάμεις, γεγονός που του επιτρέπει να έρχεται σε άμεση επαφή με τμήματα των λαϊκών στρωμάτων. Σε μία περίοδο ύφεσης των κοινωνικών αγώνων, όπου το υπόδειγμα των ριζοσπαστικών πρακτικών υποχωρεί και άλλες τάσεις της αριστεράς εμφανίζονται αποδυναμωμένες, η ψήφος στο ΚΚΕ εμφανίζεται ως αμυντική επιλογή σε ένα τμήμα των ψηφοφόρων που αντιδρούν στην κυρίαρχη πολιτική και έχουν αριστερόστροφη ροπή. Το ΚΚΕ ενισχύθηκε από τα ΜΜΕ που επιχείρησαν να το εξωραΐσουν, στο βαθμό που, από το ίδιο το σύστημα, αναγνωρίζεται ως ένα κόμμα διαμαρτυρίας που, σε κάθε κρίσιμη στιγμή, έχει αποτελέσει παράγοντα σταθεροποίησης. Άλλωστε, το ίδιο το ΚΚΕ σε διάφορες φάσεις διατύπωσε τις θέσεις ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ήταν η χειρότερη της μεταπολίτευσης, ότι η παραμονή στο Ευρώ είναι προτιμότερη από την έξοδο, συμβάλλοντας στην επιχειρηματολογία της δεξιάς. Είναι επίσης αποκαλυπτική η ερμηνεία από την πλευρά του ΚΚΕ του εκλογικού αποτελέσματος ως δικαίωση της στρατηγικής του ΚΚΕ την περίοδο 2012 – 2015, δηλαδή, μεταξύ άλλων, τη στάση του για το κίνημα των πλατειών, το δημοψήφισμα, την πολιτική του θέση για την ευρωζώνη. Η προεκλογική εκστρατεία του ΚΚΕ, ιδιαίτερα ενόψει των εκλογών του Ιουνίου, εμπεριείχε στοιχεία συστημικού lifestyle αλλά και πολεμικής απέναντι στις άλλες δυνάμεις της αριστεράς και ιδιαίτερα στο ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη. Η ενίσχυση του ΚΚΕ στις εκλογές του Ιουνίου φτάνει σε μια άνοδο περίπου 100.000 ψήφων από το 2019. Έτσι, δεν κατόρθωσε να προσελκύσει παρά ένα πολύ μικρό τμήμα των ψηφοφόρων που διέρρευσαν από το ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2015 – 2023. Παρά τη σχετική επιτυχία του, όσο θα εμπεδώνονται τα αποτελέσματα των νεοφιλελεύθερων, αυταρχικών μέτρων και όσο θα προχωρούν οι ιδεολογικές μετατοπίσεις, τα πεδία και οι δυνατότητες πολιτικής πρακτικής του θα συρρικνώνονται. Η αρνητική μεταβολή των συσχετισμών και οι ιδεολογικές μεταβολές σε συντηρητική κατεύθυνση επηρεάζουν ήδη την πολιτική επιρροή του και μεσοπρόθεσμα θα του ασκήσουν πιέσεις.

  11. Ένα τμήμα της αριστερόστροφης, αδιαμόρφωτης ψήφου στράφηκε προς την Πλεύση Ελευθερίας, που, όμως, δεν μπορεί να τοποθετηθεί στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ ή και γενικότερα στην αριστερά. Από άποψη πολιτικής τοποθέτησης, παράλληλα με μια θολή κριτική σε πολύ επιθετικές αντιλαϊκές πολιτικές, όπως η διεύρυνση των πλειστηριασμών και των εξώσεων, που δεν συνοδευόταν από καμία πολιτική πρόταση, ο πυρήνας του λόγου της επικέντρωνε σε μια κριτική απέναντι στους «συστημικούς πολιτικούς», όπου ενέτασσε όλες τις κοινοβουλευτικές πολιτικές δυνάμεις, σε μια προσπάθεια να ψαρέψει στα θολά νερά ενός «αντισυστημισμού» χωρίς ιδεολογικό και πολιτικό πρόσημο. Η επιρροή της Πλεύσης Ελευθερίας διογκώθηκε μεταξύ άλλων από τα μεγάλα ΜΜΕ, αφού, μέχρι ενός σημείου, στηρίχθηκε αποφασιστικά από τμήματα των κέντρων εξουσίας και της ολιγαρχίας για να ανακόψει την επιρροή αριστερών σχηματισμών, κυρίως του ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη.
  12. Το εκλογικό αποτέλεσμα του ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη αποτελεί πολιτική αποτυχία για τη συμμαχία, αλλά και για την αριστερά συνολικότερα. Σε μεγάλο βαθμό, το αποτέλεσμα των εκλογών του Ιουνίου είχε ήδη κριθεί από την αρνητική δυναμική που δημιούργησαν οι εκλογές του Μαΐου, κάτι που δεν μπορούσε να αντιστραφεί στον λίγο διαθέσιμο χρόνο. Παρά το γεγονός ότι στις δεύτερες εκλογές το πολιτικό στίγμα της εκλογικής καμπάνιας και η φυσιογνωμία της συνεργασίας τροποποιήθηκε και βελτιώθηκε, τα χρονικά και τα πολιτικά περιθώρια ήταν ανεπαρκή για να αντιστρέψουν την εικόνα. Σε αυτό το πλαίσιο, το γεγονός ότι διατηρήθηκαν σε σημαντικό βαθμό δυνάμεις και ότι υπήρξε σε μεγάλο βαθμό ρεύμα υποστήριξης από παραδοσιακούς ψηφοφόρους της αριστεράς είναι μια παρακαταθήκη μέσα στην ευρύτερη αρνητική συνθήκη. Το εκλογικό αποτέλεσμα συσχετίζεται με τα προβλήματα και τις αδυναμίες που προϋπήρχαν των βημάτων για τη συγκρότηση της συνεργασίας. Ένα από τα βασικότερα είναι ότι το ΜέΡΑ25 δεν κατόρθωσε να συγκροτήσει οργανικούς δεσμούς με τμήματα των λαϊκών τάξεων, έστω και σε μικρή κλίμακα. Αντίστοιχα, το οργανωτικό δίκτυο και οι σχέσεις που διέθετε η ΛΑΕ ΑΑ, μετά το 2019 είχε υποχωρήσει. Επομένως, σε ένα μεγάλο εύρος της επικράτειας δεν ήταν εφικτή η οριοθέτηση και η μείωση των απωλειών που παρήγαγε η στοχοποίησή του από το σύνολο των κομμάτων, της οικονομικής ολιγαρχίας και των μεγάλων ΜΜΕ. Η αδυναμία είναι εμφανής από την απόκλιση της εκλογικής επίδοσης και στις δύο εκλογικές μάχες ανάμεσα στα μεγάλα αστικά κέντρα και στην περιφέρεια, αλλά και από την κοινωνικοταξική ένταξη της εκλογικής βάσης του ΜέΡΑ25-Συμμαχία για τη Ρήξη. Η απεύθυνση του εγχειρήματος στη νεολαία, και ιδιαίτερα στη φοιτητική είναι, σύμφωνα με τα ποιοτικά στοιχεία των exit polls, ιδιαίτερα ισχυρή, μεγαλύτερη από τις εκλογές του 2019, ενώ αυξήθηκε ως ποσοστό στις εκλογές του Ιουνίου έναντι αυτών του Μαΐου. Αντίθετα, η απεύθυνση σε μεγαλύτερες ηλικιακές κατηγορίες και στις πιο δυναμικές – παραγωγικές ηλικίες είναι χαμηλή. Ταυτόχρονα, η εκλογική βάση του εγχειρήματος τοποθετείται συντριπτικά πλειοψηφικά στην ριζοσπαστική αριστερά. Έτσι, τα ποιοτικά στοιχεία δείχνουν σοβαρές αδυναμίες, αλλά και κάποιες δυνατότητες. Με δεδομένες αυτές τις ελλείψεις, η δυσκολία να αντιμετωπιστούν οι διαρκείς πολιτικές επιθέσεις ενόψει των εκλογών του Μαΐου ήταν πολύ μεγάλη και τα λάθη τακτικής είχαν πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα. Τέτοια λάθη τακτικής ήταν ο προσανατολισμός σε ένα οιονεί κυβερνητικό πρόγραμμα, που ακόμα και αν έφερε στοιχεία ρήξεων με βασικούς άξονες της νεοφιλελεύθερης στρατηγικής (πλαίσιο για τα κόκκινα δάνεια, αναπτυξιακή τράπεζα, ανάκτηση δημοσίου ελέγχου του τραπεζικού συστήματος, αμφισβήτηση του δημόσιου χρέους κ.λπ.), ήταν αναντίστοιχος με ένα μικρό, αριστερό σχηματισμό στο όριο του 3%. Ο δημόσιος λόγος ήταν σε ορισμένες περιπτώσεις αντιφατικός και σύνθετος, ενώ το πολιτικό στίγμα ήταν επαμφοτερίζον, κινούμενο από το ένα όριο του «κλεισίματος των τραπεζών» έως την «προοδευτική διακυβέρνηση», ενώ χρειαζόταν να αναδεικνύεται με πιο μεγάλη σαφήνεια η χρησιμότητα της ψήφου στο ΜΕΡΑ25 Συμμαχία για τη Ρήξη ως ενωτικής δύναμης αριστερής αντιπολίτευσης.

  13. Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η επιτυχής αντιμετώπιση του ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη από τους μηχανισμούς των κέντρων εξουσίας. Το εγχείρημα, όπως σωστά είχαμε εκτιμήσει, ήταν εξαρχής στο κέντρο του ενδιαφέροντος των κέντρων εξουσίας για πολλούς λόγους. Ένας εκ των βασικότερων ήταν ότι αποτελούσε απειλή για την αυτοδυναμία Μητσοτάκη, στο βαθμό που τα επιτελεία της ΝΔ δεν μπορούσαν να προβλέψουν ούτε το εύρος της δικής τους εκλογικής επιτυχίας, ούτε της υποχώρησης του ΣΥΡΙΖΑ, που συντελέστηκαν τις δύο τελευταίες βδομάδες των εκλογών του Μαΐου. Επιπλέον, η Συμμαχία αξιοποιήθηκε για να παραχθεί φθορά στο ΣΥΡΙΖΑ αναδεικνύοντας και τους δύο ως αναξιόπιστους εν δυνάμει κυβερνητικούς εταίρους. Ένας πιο μαζικός, λαϊκός λόγος και η επιμονή στην ανάγκη για μια αγωνιστική αριστερή αντιπολίτευση στη βουλή, θα μπορούσε να έχει αντιμετωπίσει εν μέρει αυτή την επίθεση, χωρίς να είναι και σε αυτή την περίπτωση βέβαιη η είσοδος, αλλά σίγουρα θα είχαν επιτευχθεί καλύτεροι όροι για τις δεύτερες εκλογές. Επιπλέον, η Συμμαχία μπήκε στο στόχαστρο και όλων των πολιτικών κομμάτων, από τη ΝΔ έως το ΚΚΕ, αλλά και άλλων δυνάμεων της αριστεράς.

  14. Το ΜΕΡΑ25 Συμμαχία για τη Ρήξη, ενόψει των εκλογών του Ιουνίου, συσπείρωσε ευρύτερα τμήματα του δυναμικού της ριζοσπαστικής αριστεράς, χωρίς και πάλι αυτό να αντιστοιχηθεί στην τροποποίηση της επίσημης στάσης οργανώσεων και ρευμάτων που επέμειναν σε μία γενική προτροπή για ψήφο στην αριστερά, αλλά και χωρίς να μπορεί να ανατρέψει το ευρύτερο αποτέλεσμα. Παρά την μεγάλη παλέτα προγραμματικών προτάσεων και θέσεων σε όλα τα ζητήματα και παρά την αγωνιστική συνέπεια των τελευταίων ετών που έχουν επιδείξει όλες οι συνιστώσες δυνάμεις του «ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη», ο πολιτικός μας λόγος δεν κατάφερε να συνδεθεί με τις διεργασίες που διαμόρφωναν τις λαϊκές συνειδήσεις και πολιτικές εντάξεις. Την ίδια στιγμή, η συμμαχία μας άργησε να συγκροτηθεί, άργησε μέσα σε ακόμα στενότερα χρονικά περιθώρια να θέσει επιτεύξιμους υλικούς στόχους, σημείωσε οργανωτικές ολιγωρίες και δέχτηκε, όπως προαναφέραμε, σφοδρό πόλεμο από το μιντιακό – και όχι μόνο – σύστημα της ολιγαρχίας, το οποίο κατήγγειλε ονομαστικά κιόλας. Επομένως, τα συμπεράσματα που πρέπει να εξάγουμε, όσο επίπονα κι αν είναι, οφείλουν να οδηγήσουν, όχι απλώς σε πιο «ριζοσπαστικό» λόγο ή σε καλύτερη μετρήσιμη «επικοινωνία», αλλά βασικά σε ανώτερου είδους πολιτικοοργανωτική προετοιμασία για τις επόμενες μάχες.

  15. Το εκλογικό αποτέλεσμα αλλά και οι αστοχίες και τα ελλείμματα δεν ακυρώνουν την ορθότητα της επιλογής για τη συγκρότηση του ΜέΡΑ25 Συμμαχία για τη Ρήξη. Παρά τη μη επίτευξη του εκλογικού στόχου μας, αποτιμούμε θετικά την εκλογική συνεργασία και την πολιτική επιλογή μας, με ευρύτατα πλειοψηφικές αποφάσεις των συλλογικών οργάνων μας, για εκλογική συμπόρευση με το ΜέΡΑ25, ως αποτέλεσμα πολιτικής απεύθυνσής μας για εκλογική συνεργασία όλων των δυνάμεων της αντιμνημονιακής Αριστεράς, στην οποία το ΚΚΕ και άλλες δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς δεν ανταποκρίθηκαν. Επιθυμούμε αυτή η συμμαχία να συνεχιστεί και θα προσπαθήσουμε να διευρυνθεί και με τις άλλες δυνάμεις της αγωνιστικής αριστεράς. Ιδιαίτερα στις δεύτερες εκλογές, που το εγχείρημα μας στηρίχθηκε σε τεράστιο βαθμό σε παραδοσιακούς αριστερούς ψηφοφόρους, αναδείχθηκε η σπουδαιότητα μιας συμμαχίας, όπου ενδεχομένως κανένα από τα μέρη της δεν θα μπορούσε αυτοτελώς να τους εμπνεύσει, αλλά ενιαία τα κατάφερε. Η αυταπάρνηση και ανιδιοτέλεια που επέδειξαν τα μέλη της Λαϊκής Ενότητας – Ανυπότακτη Αριστερά σε όλη την Ελλάδα σε μια μακρά προεκλογική περίοδο ήταν συγκινητική.

  16. Πίσω από τα τακτικά λάθη και αδυναμίες αναδεικνύονται λάθη στρατηγικής, τα οποία είναι συνολικότερα, και για τα οποία στεκόμαστε, καθόσον μας αφορά ως ΛΑΕ ΑΑ, αυτοκριτικά. Υπήρξε σοβαρή αδυναμία κατανόησης και επικοινωνίας με τις διεργασίες που συντελούνται μέσα στα λαϊκά στρώματα και του γεγονότος ότι τα όποια πολιτικά καύσιμα υπήρξαν από την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, το δημοψήφισμα του 2015 και την ακόλουθη ρήξη έχουν περιορισθεί. Τα οκτώ χρόνια που έχουν παρέλθει έχουν γίνει σημαντικές κοινωνικές αναδιαρθρώσεις, ενώ η έστω αναιμική και προσωρινή οικονομική ανάπτυξη, σε συνδυασμό με τον μεγάλο όγκο πόρων και τις ακόμα μεγαλύτερες προσδοκίες που δημιουργούν, συγκροτούν ένα κοινωνικό μπλοκ της αστικής τάξης, των ανώτερων μικροαστικών στρωμάτων, αλλά και μεγάλου τμήματος των αυτοαπασχολούμενων. Από την άλλη πλευρά, στις κατώτερες τάξεις, μετά την συντριβή της εναλλακτικής πολιτικής πρότασης την περίοδο του 2015 – 2019 επιδρούν η απογοήτευση, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί της άρχουσας τάξης, αλλά και η λογική του μικρότερου κακού.

  17. Η διαμόρφωση της πολιτικής σκηνής μέσα από το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών αποκρυσταλλώνει υπαρκτές αλλαγές και, το κυριότερο, ενισχύει περισσότερο τις ιδεολογικές τάσεις και συνεπάγεται ευρύτερα αποτελέσματα. Η ΝΔ του Μητσοτάκη θα εφαρμόσει μια επιθετική πολιτική, ενώ παράλληλα θα «πιέζεται από»- «αξιοποιεί» τον χώρο στα δεξιά της όπου με τον παρόντα κοινοβουλευτικό συσχετισμό, μια ακόμα πιο ακροδεξιά «αντιπολίτευση» θα εισάγει στοιχεία της γενικής πολιτικής ατζέντας. Την ίδια στιγμή συγκυριακά υπάρχει απουσία ενός προφανούς εναλλακτικού πολιτικού πόλου που να διεκδικεί μεσοπρόθεσμα την κυβερνητική εξουσία έτσι ώστε να παράγει στοιχεία τροποποίησης της πολιτικής της Ν.Δ.. Ταυτόχρονα η παρουσία της αριστεράς, αλλά και ευρύτερα όποιων δυνάμεων προτάσσουν στοιχεία κάποιας αναδιανομής ή και ηπιότερης διαχείρισης, εμφανίζεται περιορισμένη.

  18. Αυτό δεν σημαίνει ούτε ότι δεν θα υπάρχουν αντιφάσεις ή περιθώρια κοινωνικών αγώνων και μετατοπίσεων, ούτε ότι πρόκειται για έναν πολιτικό συσχετισμό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Ο αντιλαϊκός, νεοφιλελεύθερος, επιθετικός και αυταρχικός χαρακτήρας της πολιτικής της ΝΔ θα διαμορφώσει δυσαρέσκεια. Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια οι πολιτικές και εκλογικές τοποθετήσεις χαρακτηρίζονται από μεγάλη ρευστότητα και έχουν αποδιαρθρωθεί οι οργανικές σχέσεις με τα πολιτικά κόμματα. Ο ελληνικός καπιταλισμός, παρά την ανάκαμψη και τη σχετική σταθεροποίηση, παραμένει αδύναμος και οι αντιφάσεις του θα εξακολουθήσουν να παράγουν αποτελέσματα, ιδιαίτερα στο βαθμό που η αστική στρατηγική προωθεί ένα μοντέλο ανάπτυξης με σημαντικά δομικά προβλήματα. Ωστόσο, από πολλές απόψεις, δεν βρισκόμαστε στο 2009, όταν ο ελληνικός καπιταλισμός εισερχόταν σε μια τεράστια κρίση που οδήγησε, μαζί με την διαχείριση που επέλεξαν τα κέντρα εξουσίας, σε μια πρωτοφανή οικονομική και κοινωνική καταστροφή σε καιρό ειρήνης. Σήμερα, υπάρχει σχετική σταθεροποίηση και ανασυγκρότηση κάποιων κοινωνικών συμμαχιών, ενώ τα πληττόμενα στρώματα έχουν ως ένα βαθμό αποδεχθεί μια συνθήκη πολύ χαμηλών προσδοκιών. Ταυτόχρονα, έχει ενισχυθεί σημαντικά η εξουσία του κεφαλαίου στους χώρους εργασίας, κάτι που παράγει πολιτικά και ιδεολογικά αποτελέσματα, ενώ έχουν προχωρήσει μέτρα αυταρχικής θωράκισης και σταθεροποίησης του συστήματος. Η δυνατότητα συλλογικής έκφρασης και πολιτικής εκπροσώπησης των λαϊκών στρωμάτων έχει υποχωρήσει σημαντικά, ενώ συντελείται η εκτόπιση των συμφερόντων τους από την πολιτική σκηνή. Τέλος, έχει σταθεροποιηθεί σχετικά μία συντηρητική ιδεολογική στροφή, που μάλιστα σε ορισμένες περιοχές της χώρας παίρνει την μορφή της αναφοράς σε συγκροτημένα ακροδεξιά ρεύματα, που αναπτύσσουν οργανωμένη πρακτική μέσω μιας σειράς μηχανισμών και μπορούν να λειτουργήσουν ως υποδοχείς της δυσαρέσκειας τμημάτων των λαϊκών στρωμάτων, καναλιζάροντάς την σε αντιδραστική κατεύθυνση. Από την άλλη πλευρά, έχει αποδειχθεί ότι οι οργανικές σχέσεις των μαζών με τα πολιτικά κόμματα έχουν υποχωρήσει σημαντικά και υπάρχει πολύ μεγαλύτερη ρευστότητα στην πολιτική τοποθέτηση ενός μεγάλου τμήματος των λαϊκών στρωμάτων, κάτι που, δυνητικά, διαμορφώνει δυνατότητες. Όλα αυτά διαμορφώνουν μία νέα συνθήκη, που απαιτεί μια διαφορετική αφήγηση, αλλά και νέες μορφές πρακτικών, με καθοριστικό το ρόλο της ενότητας και της κοινής δράσης των δυνάμεων της Αριστεράς.

  19. Η δυνατότητα πολιτικών παρεμβάσεων σε αυτό το έδαφος απαιτεί επίμονη και επίπονη πολιτική δουλειά. Θα χρειαστεί νέος, μαζικός πολιτικός λόγος, που θα αναγνωρίζει την αμυντική φάση στην οποία βρίσκεται το κοινωνικό κίνημα και θα συνδυάζει τις απαραίτητες πολιτικές οριοθετήσεις με απαντήσεις σε ζητήματα πρώτης γραμμής για τις λαϊκές τάξεις που θα εμφανιστούν την επόμενη περίοδο, όπως η δημόσια υγεία, η δημόσια παιδεία, ο πληθωρισμός και η ακρίβεια, η στεγαστική κρίση. Ταυτόχρονα, είναι απαραίτητη η επεξεργασία προγραμματικών στοιχείων που θα αμφισβητούν το μοντέλο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού, παράλληλα με την αντίθεση στις ιμπεριαλιστικές ολοκληρώσεις και την ενίσχυση της αμερικανοΝΑΤΟΙΚΗς σύνδεσης της χώρας και την οποιαδήποτε εμπλοκή της στον πόλεμο της Ουκρανίας. Είναι πολύ περισσότερο από ποτέ απαραίτητη η ενότητα των δυνάμεων της ανυπότακτης αριστεράς σε μια πολιτική αφήγηση, χωρίς διαιρέσεις πάνω σε ζητήματα που δεν έχουν καμία σχέση με το επίπεδο συνείδησης των μαζών. Μία τέτοια κατεύθυνση θα πρέπει να πάρει και τη μορφή της ενότητας στη δράση και στις κινηματικές πρακτικές, με όρους κοινού σχεδιασμού για το μαζικό κίνημα και τις συνδικαλιστικές και τις αυτοδιοικητικές παρατάξεις και σχήματα, με στόχο να ανασυγκροτηθούν κάποιες παρεμβάσεις και να χτιστούν σχέσεις με τμήματα των λαϊκών τάξεων. Διακριτό μέτωπο με μεγάλη σημασία πρέπει να είναι η αντιφασιστική πάλη, με στόχο μια ευρύτατη συσπείρωση δυνάμεων.

  20. Σε πολιτικό επίπεδο, θα πρέπει να κινηθούμε στην κατεύθυνση της συγκρότησης ενός δικτύου δυνάμεων, οργανώσεων, ανένταχτου δυναμικού, αγωνιστών και αγωνιστριών που έχουν αποσυρθεί από τις πολιτικές διεργασίες και άλλων που ενδέχεται να αναζητήσουν αριστερή διέξοδο στην κρίση του ΣΥΡΙΖΑ. Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ είναι πιθανόν ότι θα τον οδηγήσει σε περαιτέρω συρρίκνωση αλλά και αποδυνάμωση. Αυτό δεν είναι απαραίτητο ότι θα οδηγήσει σε τάσεις αποδέσμευσης προς τα αριστερά του κόσμου που εκφράζει εκλογικά, όπως φάνηκε και με τα αποτελέσματα των εκλογών του 2023. Όπως επίσης είτε σαν επιμέρους τάσεις πολύ περισσότερο σαν σύνολο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να οδηγηθεί σε μία πραγματική αριστερή στροφή. Η εφαρμογή των μνημονίων την περίοδο που ήταν κυβέρνηση, η αντιπολιτευτική τακτική και η συνολική πολιτική φυσιογνωμία του ως μία εκδοχή της δεξιάς σοσιαλδημοκρατίας σε συνδυασμό με την έλλειψη προσβάσεων στο μαζικό κίνημα που θα μπορούσαν να ασκήσουν πιέσεις για μία αριστερή στροφή αποκλείουν κάτι τέτοιο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει η ριζοσπαστική αριστερά – και ιδιαίτερα η ΛΑΕ ΑΑ – να επιχειρήσει να αξιοποιήσει την κρίση εκπροσώπησης του κοινωνικού δυναμικού, που εκφράστηκε την τελευταία δεκαετία από το ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, πρέπει να δείξει ενδιαφέρον για τις πολιτικές εξελίξεις σε αυτό το χώρο επιδιώκοντας να είναι χώρος υποδοχής δυνάμεων που θα αποδεσμευτούν από αριστερά από αυτόν.

  21. Ένας τέτοιος χώρος ενότητας και συνεργασιών θα πρέπει να περιλαμβάνει όλο το εύρος των δυνάμεων από το ΜέΡΑ25 και τη ΛΑΕ ΑΑ έως όλες τις δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς, που είναι διατεθειμένες να συμμετάσχουν σε μία κίνηση με τέτοια χαρακτηριστικά. Μία τέτοια διεργασία θα μπορούσε να δώσει κάποια δείγματα γραφής ήδη από τις αυτοδιοικητικές εκλογές, ιδιαίτερα στις Περιφέρειες, παράλληλα με τη στήριξη ενωτικών κατεβασμάτων στους δήμους, διαμορφώνοντας όρους συνεργασίας και για τις ευρωεκλογές.

  22. Απέναντι σε όλα αυτά, όπλο μας για να οικοδομήσουμε μια ριζοσπαστική αριστερά χρήσιμη για τους αγώνες και την κοινωνία είναι οι άνθρωποι της Αριστεράς και οι αγώνες που διατίθενται να δώσουν. Στο επόμενο διάστημα μετά τις συνεδριάσεις των κεντρικών οργάνων, θα συνεδριάσουν οι οργανώσεις της ΛΑΕ – ΑΑ σε τοπικό επίπεδο, προκειμένου να συζητήσουν διεξοδικά τις εκλογές και την αποτίμηση τους. Στόχος μας θα είναι να δημιουργήσουμε τις συνθήκες, ώστε να εμπλακούν όσοι και όσες μας προσέγγισαν στην προεκλογική περίοδο.
  23. Οι μεγάλες μάχες της επόμενης περιόδου αφορούν τη συμμετοχή της ΛΑΕ ΑΑ με όλες τις δυνάμεις της στους κοινωνικούς αγώνες για τα πραγματικά προβλήματα του λαού και της νεολαίας, τις αυτοδιοικητικές εκλογές, γιατί η συμμετοχή μας σε αυτοδιοικητικές κινήσεις μας δίνουν τη δυνατότητα επαφής με τις τοπικές κοινωνίες και τα προβλήματά τους και τους συλλογικούς φορείς του, ενώ οι περιφερειακές εκλογές είναι πολιτικές εκλογές, και τις ευρωεκλογές, για τις οποίες πρέπει να συζητήσουμε στη συμμαχία μας και να ετοιμάσουμε έγκαιρα την πολιτική προγραμματική μας αφήγηση και παρέμβαση.

Ιούλιος 2023

πηγή: laiki-enotita.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου