Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κώστας Λαπαβίτσας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κώστας Λαπαβίτσας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Προετοιμασία για νέο μεγάλο αριστερό συνασπισμό από την «Πρωτοβουλία των 114»

Από Σεπτέμβριο αναμένεται να αρχίσει μια πιο δυναμική προσπάθεια για συνένωση του κατακερματισμένου χώρου της εξωκοινοβουλευτική Αριστεράς που βρίσκεται πέραν του κυβερνώντος κόμματος....


φωτογραφία από παλαιότερη συνέντευξη τύπου της "Πρωτοβουλίας των 114"

«Ετοιμαστείτε για μεγάλο αριστερό συνασπισμό δυνάμεων κατά και της fake αριστεράς και της δεξιάς του Κυριάκου Μητσοτάκη». Αυτό τονίζουν τα κόμματα πέραν του ΣΥΡΙΖΑ που εν αναμονή ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων προετοιμάζονται για εκλογές. Αλλωστε, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης και ο Αλέκος Αλαβάνος βρίσκονται πλέον σε κοινή γραμμή θεωρώντας ότι μόνο με συνένωση δυνάμεων θα καταφέρουν να μπουν στη Βουλή.

Οπως λένε μάλιστα από τη Λαϊκή Ενότητα, τον Σεπτέμβριο θα ξεκινήσει ακόμη πιο ευδιάκριτα η κοινή προσπάθεια με ακόμη πιο δυναμικές παρεμβάσεις κατά της κυβέρνησης του άλλοτε συνοδοιπόρου τους, Αλέξη Τσίπρα, τον οποίον πλέον θεωρούν ξεκάθαρα «προδότη» της αριστεράς ή στην καλύτερη περίπτωση δεν τον θεωρούν καν αριστερό πλέον, αλλά σοσιαλδημοκράτη. Και τονίζουν με νόημα: «Οποιος άλλος θέλει ας μας ακολουθήσει σ’ αυτό που θέλουμε να κάνουμε…».

«Πρωτοβουλία των 114» για τη συνεργασία, την κοινή δράση και την ενότητα της Αριστεράς


Οι αναμενόμενος κινήσεις προετοιμασίας του νέου αριστερού συνασπισμού της Αριστεράς είναι στα πλαίσια της «Πρωτοβουλίας των 114» στην οποία συμμετέχουν 114 πρόσωπα και συλλογικότητες, μεταξύ των οποίων οι Αλέκος Αλαβάνος, Παναγιώτης Λαφαζάνης, Μανώλης Γλέζος, Νάντια Βαλαβάνη, Κώστας Λαπαβίτσας, Περικλής Κοροβέσης, Γιάγκος Ανδρεάδης, Κάτια Γέρου, Κυριάκος Κατζουράκης, Κώστας Ησυχος, Δημήτρης Στρατούλης, Στάθης Λεουτσάκος, Γιώργος Ρωμανιάς, ο ευρωβουλευτής Νίκος Χουντής κ.ά.

Ο νέος αριστερός συνασπισμός θα έχει ως βάση την «αμεσοδημοκρατία, τη σεμνότητα, το πείσμα, τη φιλοδοξία, τη φιλοξενία, τη φιλοπατρία». Επιπλέον, στις θέσεις τους εμπεριέχονται και: η έξοδος από το ΝΑΤΟ, από την Ε.Ε. και από την ευρωζώνη, την διαγραφή χρέους «με αξιοποίηση όλων των δυνατών μέσων», η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, η εθνικοποίηση των ΔΕΚΟ και άλλων στρατηγικών τομέων της οικονομίας, η βαθιά δημοκρατική τομή στη Δημόσια Διοίκηση «με αποτελεσματική καταπολέμηση της αναξιοκρατίας, κομματικοποίησης, διαφθοράς, ατιμωρησίας», η συγκρότηση Συντακτικής Συνέλευσης για την ψήφιση από τον λαό νέου Συντάγματος, η πλήρης ρήξη με τους δανειστές, η μείωση της ανεργίας και η αύξηση της ζήτησης. Ολα τα παραπάνω έχουν στόχο την «ανακοπή και ανατροπή της σημερινή κατάστασης».

Kώστας Λαπαβίτσας: «Η ζωή εν τάφω για την ελληνική οικονομία»

Η πραγματικότητα είναι προφανής και είναι αυτή ακριβώς που οποιοσδήποτε λογικός οικονομολόγος θα προέβλεπε ήδη από το 2013-14. Η ελληνική οικονομία έχει σταθεροποιηθεί σε σχέση με το 2009-10, χωρίς να διαφαίνεται καμία σημαντική δυναμική ανάπτυξης...


 

 του Κώστα Λαπαβίτσα (*)

Οικονομική στασιμότητα, κοινωνική ανισότητα, πολιτική χρεοκοπία

Ο ακριβέστερος χαρακτηρισμός της κατάστασης της ελληνικής οικονομίας είναι η σταθερότητα του νεκροταφείου. Μόλις στις 20 Νοεμβρίου, για παράδειγμα, η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ότι ο κύκλος εργασιών της βιομηχανίας μειώθηκε κατά 0,8% τον Σεπτέμβριο. Ο δείκτης υποχωρεί εδώ και περίπου ένα εξάμηνο. Η πολυθρύλητη βιομηχανική ανάκαμψη, στην οποία τόσες κυβερνητικές ελπίδες ακούμπησαν στο τέλος του 2016 και τις αρχές του 2017, απλώς δεν υπάρχει.

Εύκολα θα μπορούσε κανείς να παραθέσει πλήθος άλλων δεικτών, όπως για τις λιανικές πωλήσεις, τις εξαγωγές και εισαγωγές, τις επενδύσεις, την κατανάλωση, και ούτω καθεξής, αλλά δεν συντρέχει λόγος. Η πραγματικότητα είναι προφανής και είναι αυτή ακριβώς που οποιοσδήποτε λογικός οικονομολόγος θα προέβλεπε ήδη από το 2013-14. Η ελληνική οικονομία έχει σταθεροποιηθεί σε σχέση με το 2009-10, χωρίς να διαφαίνεται καμία σημαντική δυναμική ανάπτυξης.

Μεγάλα κοινωνικά στρώματα έχουν εξουθενωθεί και αποδέχονται καρτερικά την κατάσταση. Η κωλοτούμπα του Αλέξη Τσίπρα το 2015 σκότωσε την ελπίδα για τα λαϊκά, τα εργατικά, τα αγροτικά και τα μικρομεσαία στρώματα. Με κανένα τρόπο όμως δεν συναινούν σε ό, τι συμβαίνει, όπως δείχνει η εξαιρετική τελυταία έρευνα της Public Issue. Αποδέχονται τη μνημονιακή πραγματικότητα χωρίς να αντιδρούν δυναμικά, αλλά δεν συναινούν και έχουν βουβή αποστροφή. Το παράδοξο αυτό έχει μεγάλη σημασία για τις πολιτικές εξελίξεις.

Πιο συγκεκριμένα, η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ έδωσε μεγάλη αυτοπεποίθηση σε όσους πέρασαν την κρίση με τις μικρότερες απώλειες, δηλαδή κυρίως στα ανώτερα στρώματα. Δεν υπάρχει πλέον ούτε αιδώς, ούτε διστακτικότητα στο να προβάλλει κανείς την ευμάρειά του. Μια απλή βόλτα στο κέντρο των Αθηνών αρκεί για να δείξει το ανελέητο ταξικό στρώμα που έφτιαξαν τα μνημόνια, το οποίο χαίρεται την άνεσή του και δε ντρέπεται να τη δείξει στους άνεργους, τους φτωχούς, τη μεγάλη μάζα που συνεχώς προσθέτει και διαιρεί τα λεπτά του κάθε ευρώ.

Παράλληλα, η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στο φορολογικό και το ασφαλιστικό έχει αυξήσει τα βάρη για τη μεγάλη μάζα των μεσαίων στρωμάτων, προσφέροντας όμως σχετική προστασία στα χαμηλότερα. Πρόκειται για μια πολιτική αναδιανομής που δεν έχει τίποτε το αριστερό, καθώς αναδιανέμει τη φτώχεια από το ένα κομμάτι των εργαζομένων στο άλλο. Η κοινωνική πίεση είναι τεράστια, αλλά δίνει κάποια εκλογικά πλεονεκτήματα και, για την ώρα, συμβάλλει στην έλλειψη αντίδρασης.

Τέλος, η αποστροφή προς το πολιτικό σύστημα δεν εκφράζεται πια με θυμό, ή με λεκτικές και άλλες επιθέσεις στους πολιτικούς, όπως γινόταν στις αρχές της κρίσης. Υπάρχει όμως βαθιά απαξίωση, ιδίως ανάμεσα στη νεολαία. Τίποτε δεν είχε τελικά το ελληνικό πολιτικό σύστημα να προσφέρει στη χώρα μετά το ξέσπασμα της κρίσης. Ειδικευμένοι στο καθημερινό μεροδούλι-μεροφάι της συναλλαγής, χωρίς ευρύτερο όραμα για τη χώρα, οι Έλληνες πολιτικοί έγιναν έρμαια των δανειστών. Δυστυχώς η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ ενέταξε και την Αριστερά στην ίδια συνομοταξία, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα ώστε να επανεμφανιστούν και τα φαντάσματα της «Κεντροαριστεράς» διεκδικώντας ρόλο στα πράγματα.

Για την αναγέννηση της ελπίδας

Και τώρα τι; Η πολιτική είναι καταρχήν ο δημόσιος λόγος, αυτός που γίνεται κοινωνική πραγματικότητα. Στην Ελλάδα ο δημόσιος λόγος συνόψισε καθαρά τους δύο δρόμους που είχε μπροστά της η χώρα από την αρχή της κρίσης.

Ο πρώτος ήταν να αποδεχθεί την πολιτική των δανειστών, κάνοντας «εσωτερική υποτίμηση», εφαρμόζοντας πρωτοφανή λιτότητα, ιδιωτικοποιώντας και «μεταρρυθμίζοντας». Ο δεύτερος ήταν να εφαρμόσει δική της πολιτική κάνοντας στάση πληρωμών στο χρέος, βγαίνοντας από το ευρώ και υλοποιώντας βαθιές τομές στην οικονομία και τη δημόσια διοίκηση. Για ένα διάστημα ο Αλέξης Τσίπρας, με τη θερμή σύμπραξη του Γιάνη Βαρουφάκη, ισχυρίστηκε ότι υπήρχε και ένας ακαθόριστος τρίτος δρόμος, κερδίζοντας έτσι τις εκλογές του 2015. Αλλά ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε του εξήγησε τη φύση της πραγματικότητας.

Ο δρόμος της «εσωτερικής υποτίμησης» υποστηρίχθηκε από μια στρατιά τραπεζιτών, βιομηχάνων, πολιτικών, πανεπιστημιακών, δημοσιογράφων – δηλαδή ολόκληρο το ελληνικό κατεστημένο. Δεν υπήρξε ποτέ «κόμμα της δραχμής» στην Ελλάδα, αλλά μόνο «κόμμα του ευρώ», αποφασισμένο, σκληρό και ανυποχώρητο. Ο άλλος δρόμος παρουσιάστηκε από μεμονωμένες φωνές που αρχικά λοιδορήθηκαν, αλλά σταδιακά βρήκε απήχηση. Έδρασε πολιτικά μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς ποτέ να εισχωρήσει στον ηγετικό κύκλο του Αλέξη Τσίπρα. Ηττήθηκε το καλοκαίρι του 2015 και γι’ αυτό έχει και ο ίδιος τις ευθύνες του.

Ο πολιτικός θρίαμβος της «εσωτερικής υποτίμησης» είναι η τραγωδία της χώρας. Παρά τα όσα ισχυρίζονται διάφοροι δημοσιογράφοι – και όχι μόνο – για τη σημερινή κατάσταση δεν φταίει ούτε το στραβό μας το κεφάλι, ούτε η ελληνική ιδιαιτερότητα, η οποία υποτίθεται ότι δεν επιτρέπει τις «μεταρρυθμίσεις» και αποτρέπει το κύμα των ξένων επενδύσεων που είναι έτοιμο να μας εκτοξεύσει. Φταίνε τα ίδια τα μνημόνια που ήταν εξαρχής σχεδιασμένα για να εξυπηρετήσουν τους δανειστές και δεν έχουν ουσιαστικό αναπτυξιακό περιεχόμενο.

Στο ελάχιστο δεν έχει αλλάξει η προβληματική δομή της ελληνικής οικονομίας μετά από επτά χρόνια. Η Ελλάδα παραμένει μια χώρα υπηρεσιών χαμηλής ανταγωνιστικότητας, με αδύναμη βιομηχανία που είναι ιδιαίτερα εκτεθειμένη στις εισαγωγές, και με μη ανταγωνιστική γεωργία που πλέον πνίγεται. Το μόνο που άλλαξε είναι η φτώχεια που έφερε η «εσωτερική υποτίμηση» και η όξυνση των ταξικών διαφορών. Όσο η χώρα θα αποδέχεται το πλαίσιο που έθεσαν οι δανειστές, τόσο θα βολοδέρνει με χαμηλή και ασταθή ανάπτυξη, τη νεολαία να φεύγει στο εξωτερικό, τις ανισότητες να γιγαντώνονται, τη βαριά φορολογία, τις περικοπές στις δημόσιες δαπάνες και τους συνταξιούχους στη φτώχεια.

Για να βγει η Ελλάδα από το αδιέξοδο θα πρέπει να πάρει τον άλλο δρόμο. Αντίθετα με όσα έχουν κατά κόρον γραφεί και λεχθεί, αυτός είναι πάντα παρών και τα βήματά του είναι επεξεργασμένα. Θα χρειαστούν φυσικά περαιτέρω προσαρμογή, καθώς οι συνθήκες στην ΕΕ και γενικότερα μεταβάλλονται συνεχώς, αλλά ο πυρήνας είναι γνωστός και απολύτως εφικτός. Μπορεί να εφαρμοστεί με ομαλότητα, μέσω διαπραγματεύσεων και χωρίς να απομονώσει τη χώρα.

Αυτό που συνεχίζει να λείπει είναι η θαρραλέα και πειστική πολιτική παρουσία που θα τον εκπροσωπήσει. Ευρύτατα λαϊκά στρώματα σιωπούν και υπομένουν, ξέρουν όμως ότι δεν υπάρχει προοπτική για τα παιδιά τους. Δεν συναινούν και θέλουν ελπίδα που μπορεί να έρθει μόνο με ολική αλλαγή πορείας. Στις σημερινές συνθήκες, όσους τακτικούς υπολογισμούς και αν κάνει η κυβέρνηση, δεν υπάρχει η δυνατότητα μακροχρόνιας πολιτικής σταθερότητας. Είναι πιθανό το 2018 και 2019 να δοθεί και πάλι η δυνατότητα στον ελληνικό λαό να διαλέξει. Για τον ίδιο και τη χώρα του, δεν θα πρέπει να γίνει ξανά η λάθος επιλογή.

(*) Ο Κώστας Λαπαβίτσας είναι οικονομολόγος, καθηγητής της Σχολής Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και Πολιτικός...

Τι δηλώνει η έξοδος στις αγορές;

Οι περιβόητες αγορές ομολόγων διαφέρουν πολύ από τις αγορές της καθημερινής ζωής. Πρόκειται για έναν σχετικά στενό κύκλο ανθρώπων που συνήθως γνωρίζονται μεταξύ τους και έχουν άμεση επαφή με τους πολιτικούς και τους ισχυρούς του χρήματος. Αυτοί «προετοιμάζουν» την έκδοση ομολόγων με συνεχείς επαφές και διαβουλεύσεις...



 του Κώστα Λαπαβίτσα (*)
Πανηγυρίζει η κυβέρνηση γιατί με την επιτυχημένη έκδοση του νέου πενταετούς ομολόγου επιστρέφουμε στην «κανονικότητα». Η αντιπολίτευση, κάνοντας άσφαιρη κριτική, διατείνεται ότι πρόκειται απλώς για επιστροφή στην εποχή Σαμαρά. Στην πραγματικότητα σύσσωμο το μνημονιακό στρατόπεδο πανηγυρίζει τον θρίαμβό του. Αλλά η «κανονικότητα» που ήδη διαμορφώνεται είναι πολύ σκληρή και καθόλου αυτό που οι πολιτικοί φαντάζονται.
Τα δεδομένα του ομολόγου, όπως τουλάχιστον έγιναν γνωστά, έχουν ως εξής. Η Ελλάδα άντλησε 3 δισ. ευρώ, με συνολικές προσφορές αγοράς πάνω από 6,5 δισ. και απόδοση για τους αγοραστές 4,625%. Από τα 3 δισ. που αντλήθηκαν, περίπου τα 1,6 δισ. ήταν σε ανταλλαγή ομολόγων που είχαν εκδοθεί από την κυβέρνηση Σαμαρά το 2014 με ημερομηνία λήξης το 2019. Τα υπόλοιπα 1,4 δισ. ήταν «νέο χρήμα».
Σημασία έχει και το ποιος αγόρασε τα ομόλογα. Από τα 1,6 δισ. που ανταλλάχθηκαν, περίπου τα τρία τέταρτα προήλθαν από την Εθνική, την Alpha και την Eurobank. Τα υπόλοιπα ήταν στην κατοχή διαφόρων διεθνών φαντ και ασφαλιστικών εταιρειών. Από τα 1,4 δισ. του «νέου χρήματος», άνω του 80% προήλθε από διάφορα φαντ, τα οποία στη μεγάλη πλειονότητά τους ήταν αμερικανικά και βρετανικά (44% και 26% των αγοραστών, αντιστοίχως).
Οι περιβόητες αγορές ομολόγων διαφέρουν πολύ από τις αγορές της καθημερινής ζωής. Πρόκειται για έναν σχετικά στενό κύκλο ανθρώπων που συνήθως γνωρίζονται μεταξύ τους και έχουν άμεση επαφή με τους πολιτικούς και τους ισχυρούς του χρήματος. Αυτοί «προετοιμάζουν» την έκδοση ομολόγων με συνεχείς επαφές και διαβουλεύσεις.
Η επιτυχία της νέας έκδοσης απαιτούσε καταρχήν προετοιμασία για την ανταλλαγή των ομολόγων Σαμαρά που βρίσκονταν στην κατοχή των ελληνικών τραπεζών. Δεν θα πρέπει να έχουν παράπονο οι τράπεζες. Τα ομόλογά τους ανταλλάχθηκαν στην τιμή των 102,6 ευρώ για κάθε 100, δηλαδή έλαβαν ένα δώρο 2,6% στο ποσόν που διέθεσαν.
Αν προσθέσουμε και τη μεγαλύτερη διάρκεια ζωής (5 έτη, ενώ για τα ομόλογα που επιστράφηκαν απέμεναν μόνο 2 έτη μέχρι το 2019), το κέρδος για τους ισολογισμούς των τραπεζών ήταν τελείως άκοπο και καθόλου αμελητέο. Ευγενικός χορηγός ο ελληνικός λαός, με επικεφαλής την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, που πονάει όταν εφαρμόζει τα μνημόνια.
Παραπονεμένα δεν θα πρέπει να είναι ούτε τα αμερικανικά και βρετανικά φαντ που πρόσφεραν τον κύριο όγκο του «νέου χρήματος». Η απόδοση του 4,625% ήταν υψηλότατη για τις σημερινές συνθήκες της αγοράς. Το αντίστοιχο ισπανικό ομόλογο έχει απόδοση 0,3% και το πορτογαλικό 1,2%, για να μην αναφέρουμε το γερμανικό που έχει -0,2%.
Στην περίπτωση της Ελλάδας υπάρχει βέβαια ο κίνδυνος μη πληρωμής. Αλλά οι ετήσιες αποπληρωμές της χώρας μας μέχρι το 2022, οπότε και λήγει το νέο ομόλογο, είναι σχετικά περιορισμένες (περίπου 5 δισ. τον χρόνο), με εξαίρεση το 2019 που είναι περίπου 12 δισ. Δεδομένου ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει συνολικά αποδεχτεί το μνημονιακό πλαίσιο, πρώτος στόχος του οποίου είναι η αποπληρωμή των ξένων δανειστών, το ρίσκο ήταν μικρό.
Εξάλλου το χρήμα είναι σχεδόν δωρεάν στις παγκόσμιες αγορές, μια και οι κεντρικές τράπεζες εδώ και χρόνια τυπώνουν τρισεκατομμύρια δολάρια και ευρώ, έχοντας οδηγήσει τις αποδόσεις σε κατάρρευση και προκαλώντας χρηματιστηριακή έκρηξη, ιδίως στις ΗΠΑ, από όπου και οι περισσότεροι αγοραστές των ελληνικών ομολόγων.
Γιατί λοιπόν να μη διαθέσουν ένα σχετικά περιορισμένο ποσόν που θα έχει πολύ ευνοϊκή απόδοση, υπό την προστασία της τρόικα και με την ενθουσιώδη συναίνεση της ελληνικής κυβέρνησης; Χορηγός και πάλι ο ελληνικός λαός.
Η κυβέρνηση και ολόκληρο το μνημονιακό στρατόπεδο παραβλέπουν το βαρύ κόστος γιατί, λένε, επιστρέφουμε στην «κανονικότητα». Η ελληνική οικονομία ανακτά την εμπιστοσύνη των επενδυτών και τα δύσκολα είναι πλέον πίσω μας. Λίγη προσοχή και ψυχραιμία δεν θα έβλαπτε.
Είναι γεγονός ότι η κρίση της ευρωζώνης έχει καταλαγιάσει. Από τη μια, επιβλήθηκε ανυποχώρητα η γερμανική συνταγή της λιτότητας, της περικοπής των μισθών, των ιδιωτικοποιήσεων και της απορρύθμισης των αγορών.
Η συνταγή συρρίκνωσε τα εισοδήματα και τη συνολική ζήτηση πετυχαίνοντας έτσι τη σταθεροποίηση. Από την άλλη, η ποσοτική χαλάρωση του κ. Ντράγκι σταδιακά βελτίωσε τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες. Ο συνδυασμός των δύο αυτών παραγόντων έχει επιτρέψει μια μικρή ανάκαμψη της ανάπτυξης και μια σχετική υποχώρηση της ανεργίας στην ευρωζώνη.
Αλλά η νέα Ευρώπη που αναδύεται δεν θα έχει καθόλου την «κανονικότητα» που ονειρεύονται οι Ελληνες μνημονιακοί. Δεν υπάρχει απολύτως καμία προοπτική σύγκλισης με άνοδο των εισοδημάτων και κοινή ευημερία. Αντιθέτως, έχουν εμφανιστεί τεράστιες δυνάμεις απόκλισης που προκαλούν αστάθεια και στο κέντρο και στην περιφέρεια.
Ο αδιαμφισβήτητος ηγεμόνας της Ε.Ε. είναι η Γερμανία, η οποία έχει επιβάλει το θεσμικό πλαίσιο που επιθυμεί στην ΟΝΕ. Η Ιταλία κρατιέται με δυσκολία στο ευρώ, αλλά και η Γαλλία δεν μπορεί να σταθεί οικονομικά μέσα στην ακόμη σκληρότερη ΟΝΕ.
Οσοι νομίζουν ότι η εκλογή Μακρόν σηματοδοτεί την επαναφορά της γαλλικής ισχύος και τη θεσμική αλλαγή της ΟΝΕ υπέρ της «αμοιβαιότητας», δεν καταλαβαίνουν καθόλου τι συμβαίνει στην Ευρώπη. Το πρόγραμμα του Μακρόν βρίσκεται απολύτως εντός των ορίων που έχει θέσει η Γερμανία.
Η γερμανική ηγεμονία έχει επίσης δημιουργήσει δύο τουλάχιστον περιφέρειες στην Ε.Ε. Η μια είναι της Κεντρικής Ευρώπης, με πρώτες την Πολωνία, την Τσεχία και την Ουγγαρία, οι οποίες έχουν αποκτήσει μια σχετική βιομηχανική υποδομή και λειτουργούν ως περιφερειακή προέκταση της γερμανικής οικονομίας. Η άλλη είναι του Νότου, δηλαδή η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα, η οποίες έχουν αδύναμη βιομηχανία, υψηλή ανεργία και εξάγουν εκπαιδευμένο εργατικό δυναμικό προς τη Γερμανία και αλλού.
Η χώρα μας είναι ο πλέον αδύναμος κρίκος του Νότου, με δυσοίωνες προοπτικές. Η σταθεροποίηση που προέκυψε με τη γερμανική συνταγή είχε τεράστιο κοινωνικό κόστος και έπληξε βαριά τον παραγωγικό ιστό. Η «κανονικότητα» μέσα στο νέο ευρωπαϊκό πλαίσιο θα περιλαμβάνει, στην καλύτερη περίπτωση, ανάπτυξη γύρω στο 2% και ανεργία που θα κινείται στο 15-20%.
Για τους δανειστές θα πρόκειται για επιτυχία, αφού θα αποπληρώνονται κανονικά. Για τον ελληνικό λαό και ειδικά για τη νεολαία θα είναι ιστορική καταστροφή.
Στο πλαίσιο αυτό, ο δρόμος για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα είναι δύσβατος. Δεν πρόκειται φυσικά να υπάρξει η αναπτυξιακή έκρηξη και το «συμπιεσμένο ελατήριο» που ονειρεύεται ο πρωθυπουργός.
Η στάση των δανειστών θα παραμείνει πολύ σκληρή, όπως έχει ήδη φανεί από την άρνησή τους να δοθεί ελάφρυνση του χρέους, ή να μπει η χώρα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Το Τρίτο Μνημόνιο τελειώνει τον Αύγουστο του 2018. Αν τότε δεν υπάρχει η δυνατότητα τακτικού δανεισμού από τις αγορές, θα χρειαστεί επίσημη δανειακή στήριξη, άρα Τέταρτο Μνημόνιο, πράγμα που θα σημαίνει πολιτικό θάνατο.
Για την κυβέρνηση είναι αδήριτη ανάγκη να εξασφαλιστεί η τακτική έξοδος στις αγορές. Εδώ ακριβώς εντάσσεται το πενταετές ομόλογο. Το κόστος του είναι το αντίτιμο της πολιτικής επιβίωσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση θα συνεχίσει να εφαρμόζει πειθαρχημένα όλα τα μνημονιακά μέτρα (απορρύθμιση, ιδιωτικοποιήσεις και σκληρή λιτότητα με περικοπές δαπανών και υψηλή φορολογία).
Θα επιδιώξει επίσης να κλείσει την τρίτη και όλες τις επόμενες αξιολογήσεις με όσο το δυνατόν λιγότερες τριβές. Θα δοκιμάσει, τέλος, και άλλες εξόδους στις αγορές, παρά το υψηλό τους κόστος, με την ελπίδα ότι οι συνθήκες θα έχουν κάπως εξομαλυνθεί μέχρι το καλοκαίρι του 2018.
Το άμεσο πρόβλημά της θα είναι η χαμηλή ανάπτυξη σε συνδυασμό με το δημόσιο χρέος που πλέον έχει ύψος 326,5 δισ. και είναι καταφανώς μη βιώσιμο. Δεν θα βρίσκονται εύκολα αγοραστές για νέα ελληνικά ομόλογα, όσα επιπλέον χρήματα και αν πληρώσει η Ελλάδα, αν δεν υπάρχει η πλήρης κάλυψη της τρόικας, δηλαδή της Γερμανίας. Αρα η κυβέρνηση θα κάνει ό,τι της πουν, με την ελπίδα ότι θα της φερθούν μεγαλόψυχα, ώστε να μη χρειαστεί νέο μνημόνιο.
Με αυτόν τον υπολογισμό ο Αλέξης Τσίπρας ίσως μπορέσει να συνθέσει ένα εκλογικό μήνυμα. Θα μπορέσει, για παράδειγμα, να ισχυριστεί ότι τα όσα απίθανα έλεγε μέχρι το καλοκαίρι του 2015 ήταν καλόπιστες «αυταπάτες», αλλά μόλις κατάλαβε την πραγματικότητα, έπραξε συνετά κρατώντας τη χώρα στην «Ευρώπη».
Εφάρμοσε –με πόνο– τα μνημόνια και εφαρμόζοντάς τα μας απάλλαξε από αυτά, άρα δικαιούται να ζητήσει ξανά την ψήφο του ελληνικού λαού. Ετσι κι αλλιώς στην ελληνική Βουλή δεν ακούγεται καμία εφικτή και αισιόδοξη εναλλακτική πρόταση. Η αξιωματική αντιπολίτευση φλυαρεί χωρίς στρατηγικό στόχο και ο κ. Μητσοτάκης δεν πείθει. Παρ’ όλα αυτά, η βουβή απέχθεια του ελληνικού λαού προς την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ δίνει στη Ν.Δ. ένα ισχυρό πλεονέκτημα.
Το σημερινό πολιτικό σύστημα έχει δεσμεύσει τη χώρα σε ένα ιστορικό αδιέξοδο. Δεν είναι τυχαίο ότι η νεολαία απαξιώνει συνολικά την πολιτική. Απομένει να δούμε αν θα υπάρξει αξιόπιστη πολιτική πρόταση στον ελληνικό λαό από δυνάμεις εκτός Βουλής, οι οποίες αντιλαμβάνονται τον δρόμο που πρέπει να πάρει η Ελλάδα, αν θέλει να επιβιώσει.
________________________
* Ο Κώστας Λαπαβίτσας είναι Έλληνας οικονομολόγος, καθηγητής της Σχολής 
Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και πολιτικός.
πηγή: erensep.org

Έξοδος από την ΟΝΕ για νέα οικονομική πολιτική

Η έξοδος από την ΟΝΕ είναι ένας αναγκαίος, αλλά όχι ικανός, όρος για να διαρρήξει η χώρα τον καταστροφικό κύκλο στον οποίο έχει εγκλωβιστεί. Δεν είναι απλή διαδικασία και σίγουρα δεν είναι εύκολη. Είναι όμως απολύτως εφικτή και μπορεί να γίνει με ομαλότητα, αν υπάρξει τεχνική προετοιμασία, κοινωνική συσπείρωση και αποφασιστικότητα...

του ελληνικού οικονομικού τμήματος του ΕΔΕΚΟΠ (*)

Στις 19 Φεβρουαρίου η Καθημερινή δημοσίευσε παρέμβαση δεκατεσσάρων Ελλήνων πανεπιστημιακών οικονομολόγων, με τίτλο: «Το Grexit παραμένει καταστροφικό για την Ελλάδα». Ο τόνος τους ήταν αυστηρός, αλλά η πληροφόρησή τους για τα επιχειρήματα της άλλης πλευράς μάλλον ανύπαρκτη. Παρ’ όλα αυτά, μας διαβεβαίωσαν ότι οι καταστροφές που θα συμβούν, αν η χώρα φύγει από την ΟΝΕ, θα είναι απερίγραπτες. Είναι όντως έτσι; 

Η επιμονή των οικονομολόγων στην πλευρά της προσφοράς

Η ουσία της παρέμβασης των δεκατεσσάρων έγκειται στην αντιμετώπιση της οξείας κρίσης της ελληνικής οικονομίας εντός Ευρωζώνης: «Χρειαζόμαστε έξοδο από αυτή τη μαύρη τρύπα [της ατέλειωτης λιτότητας]. Αυτό απαιτεί αλλαγή πλεύσης και μεταρρυθμίσεις μέσα στο ευρώ, όχι Grexit. Εκτός ευρώ και χωρίς την πίεση των θεσμών, οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις δεν θα γίνουν ποτέ.»

Οι «αναγκαίες μεταρρυθμίσεις», οι οποίες «είναι απαραίτητες ανεξάρτητα από το τι νόμισμα θα έχουμε», έχουν ως εξής: «το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων, η δραστική μείωση της γραφειοκρατίας ιδιαίτερα στο μέτωπο των επενδύσεων, η ιδιωτικοποίηση τομέων της οικονομίας όπου το κράτος απέτυχε […] η εφαρμογή των νόμων και [η] απονομή της δικαιοσύνης».

Ξαφνιάζει η βαθιά και ταυτόχρονη πίστη και στο ευρώ και στη νεοφιλελεύθερη «μεταρρυθμιστική» πανάκεια. Γνήσιοι νεοφιλελεύθεροι οικονομολόγοι, όπως ο Μίλτον Φρίντμαν, ο Άλαν Γουόλτερς, ο Μάρτιν Φέλντσταϊν, έχουν ασκήσει καταλυτική κριτική στην ΟΝΕ, ήδη από τη δεκαετία του 1990. Δεν συμφωνούμε με τη γενικότερη προσέγγισή τους, αλλά δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε ότι στο συγκεκριμένο ζήτημα αποδείχθηκαν προφητικοί.

Η παρέμβαση των δεκατεσσάρων επικεντρώνεται αποκλειστικά στην πλευρά της προσφοράς της ελληνικής οικονομίας. Ακόμη περισσότερο, θεωρούν ότι η πατρίδα τους είναι ανίκανη να προχωρήσει μόνη της στις απαιτούμενες, κατά τους ίδιους, «μεταρρυθμίσεις». Χρειάζεται η εποπτεία των ξένων και το θεσμικό πλαίσιο της ΟΝΕ.

Οι «μεταρρυθμίσεις» που προτείνουν δεν είναι πειστικές. Η βαθύτερη αδυναμία της παρέμβασής τους όμως, είναι ότι οι προτάσεις οικονομικής πολιτικής δεν πρέπει να αναλύονται μόνο με όρους προσφοράς, αλλά και ζήτησης. Ο Μάρσαλ τόνιζε ότι «το ψαλίδι κόβει μόνο και με τις δύο λεπίδες». Δεν είχε άδικο. 

Τα αίτια κατάρρευσης της ανταγωνιστικότητας

Το κεντρικό επιχείρημα όσων προτείνουν έξοδο από την ΟΝΕ είναι απλό. Κατά την περίοδο 1980-2000, ο μέσος ετήσιος ρυθμός ονομαστικής διολίσθησης της δραχμής ήταν ως προς το δολάριο ΗΠΑ περίπου 10%, ως προς το γερμανικό μάρκο επίσης 10%, ως προς την ιταλική λιρέτα 6% και, τέλος, ως προς το ECU 8%. Αυτοί οι ρυθμοί δεν απέκλιναν πολύ από τους αντίστοιχους διαφορικούς ρυθμούς πληθωρισμού της ελληνικής οικονομίας. Άρα η διεθνής ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας (σε όρους πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας) παρέμενε μέσα σε στενά όρια διακύμανσης.

Κατά την περίοδο 2002-2008, όταν η διολίσθηση έγινε αδύνατη, η ετήσια απόκλιση του ονομαστικού μοναδιαίου κόστους εργασίας ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία ήταν της τάξης του 2,5%. Αντίστοιχη – και λίγο μεγαλύτερη – ήταν και η απόκλιση του πληθωρισμού. Ο κύριος λόγος είναι πλέον γενικά αποδεκτός: οι παγωμένοι ονομαστικοί μισθοί στη Γερμανία. Ταυτόχρονα, ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανατίμησης του ευρώ ως προς το δολάριο ήταν 7%.

Πώς θα ήταν δυνατόν να μην αποσταθεροποιηθεί η ελληνική οικονομία, όταν εμφάνισε τέτοιο τεράστιο κενό ανταγωνιστικότητας ως προς τη Γερμανία εντός ΟΝΕ, και όταν χρησιμοποιούσε ένα νόμισμα πιο «σκληρό» και από το δολάριο; Ας μην ψάχνουν οι δεκατέσσερις να βρουν την απάντηση στην εξέλιξη της παραγωγικότητας της εργασίας: στην Ελλάδα αυξήθηκε ταχύτερα από ό,τι στη Γερμανία. Αλλά η κίνηση των τιμών εξουδετέρωσε αυτό το πλεονέκτημα κι έτσι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών ξεπέρασε το 15% του ΑΕΠ το 2008. Η τεράστια διόγκωση του δημόσιου και του εξωτερικού χρέους την ίδια περίοδο ήταν αποτέλεσμα της κατάρρευσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, και όχι η αιτία της κρίσης. 

Η σημασία της ζήτησης και οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις

Μετά το 2010, η εκτόξευση της ανεργίας, η δραματική συρρίκνωση της βιομηχανικής παραγωγής, η έλλειψη δυναμισμού της ελληνικής οικονομίας, οφείλονται εν πολλοίς στη συντριβή της ζήτησης στα πλαίσια της «διάσωσης». Ας συμφωνήσουμε όλοι ότι η πατρίδα μας έχει χίλια στραβά, τα οποία επιθυμούμε να διορθωθούν. Όμως, 1.100.000 ανέργους δεν είχε ποτέ, ούτε ποτέ έδιωξε εκατοντάδες χιλιάδων άριστα εκπαιδευμένους νέους στο εξωτερικό.

Η καταστροφή ήταν το τίμημα όχι μόνο της συμμετοχής αλλά και της πεισματικής παραμονής μας στο ευρώ. Στις συνθήκες αυτές είναι εντελώς παράλογο να ζητάμε από τον ελληνικό λαό ακόμα περισσότερες θυσίες στο όνομα γενικόλογων «μεταρρυθμίσεων» στην πλευρά της προσφοράς. Λάθος στόχος, λάθος μείγμα πολιτικής, λάθος κατεύθυνση. Οι δεκατέσσερις παρακάμπτουν την «κάμηλο», αλλά θέτουν στο κβαντικό μικροσκόπιο τον «κώνωπα».

Η δική μας πρόταση, η οποία εκτίθεται αναλυτικά σε πρόσφατη μελέτη του ΕΔΕΚΟΠ, ξεκινάει από αυτές τις αναλυτικές διαπιστώσεις και προτείνει άλλη πορεία για τη χώρα. Η ανατομή της ελληνικής οικονομίας όντως καταδεικνύει θεμελιώδεις δομικές ανισορροπίες στην πλευρά της προσφοράς. Ο τομέας της βιομηχανίας είναι έντονα εξαρτημένος από τις εισαγωγές. Ο τομέας των υπηρεσιών, αλλά και της αγροτικής παραγωγής, έχει σημαντικά πλεονεκτήματα όσον αφορά τη διεθνή ανταγωνιστικότητα, αλλά κυρίως την ενεργό ζήτηση. Επομένως, απαιτείται ένα μείγμα οικονομικής πολιτικής που θα στοχεύει αρχικά στην αξιοποίηση των υφιστάμενων θετικών δυνατοτήτων προκειμένου να επιτύχει, τελικά, τη διόρθωση των αρνητικών πλευρών.

Η Ελλάδα χρειάζεται εσπευσμένα τόνωση της ζήτησης για τη γρήγορη μείωση της ανεργίας. Αυτό απλώς δεν γίνεται εντός ΟΝΕ. Η έξοδος έχει ακριβώς αυτή τη σημασία. Θα επιτρέψει ανάκτηση κυριαρχίας στη νομισματική πολιτική και νέους βαθμούς ελευθερίας στη δημοσιονομική πολιτική. Η υποτίμηση θα τονώσει την ανταγωνιστικότητα και θα μεταβάλλει θετικά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Στη βάση αυτή η χώρα θα μπορέσει να υιοθετήσει βιομηχανική και αγροτική πολιτική με στοχευμένη τομεακή και κλαδική σύνθεση. Απαραίτητο στοιχείο είναι η εξυγίανση του ουσιαστικά χρεοκοπημένου τραπεζικού συστήματος σε νέα, δημόσια βάση.

Αυτές είναι οι ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται και φυσικά περιλαμβάνουν μεταρρύθμιση και της Δημόσιας Διοίκησης. Μόνοι μας πρέπει να τις κάνουμε. Κανείς άλλος δεν πρόκειται να τις κάνει για μας, ούτε και να μας εποπτεύσει μεγαλόθυμα.

Η έξοδος από την ΟΝΕ είναι ένας αναγκαίος, αλλά όχι ικανός, όρος για να διαρρήξει η χώρα τον καταστροφικό κύκλο στον οποίο έχει εγκλωβιστεί. Δεν είναι απλή διαδικασία και σίγουρα δεν είναι εύκολη. Είναι όμως απολύτως εφικτή και μπορεί να γίνει με ομαλότητα, αν υπάρξει τεχνική προετοιμασία, κοινωνική συσπείρωση και αποφασιστικότητα.

Το ΕΔΕΚΟΠ κατέθεσε το περίγραμμα ενός προγράμματος εξόδου. Οι δεκατέσσερις θα πρόσφεραν εξαιρετικές υπηρεσίες αν εξέταζαν το θέμα με επιστημονικούς όρους. Το ζήτημα δεν πρόκειται να φύγει από το προσκήνιο το επόμενο διάστημα. Εμείς ήδη καταθέσαμε επεξεργασμένες προτάσεις, ενώ έπονται άλλες. Επιζητούμε τον εμπεριστατωμένο αντίλογο. 

Το ελληνικό οικονομικό τμήμα του ΕΔΕΚΟΠ
- Ιωάννης Θεοδοσίου (University of Aberdeen)
- Κώστας Λαπαβίτσας (School of Oriental and African Studies, University of London)
- Θεόδωρος Μαριόλης (Πάντειο Πανεπιστήμιο)
- Στέργιος Σκαπέρδας (University of California, Irvine)
(*) Το ΕΔΕΚΟΠ - Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής - (European Research Network on Social and Economic Policy, EReNSEP) είναι μία ανεξάρτητη αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία με βάση το Λονδίνο και γραφεία στην Ελλάδα. Ιδρύθηκε στις αρχές του 2016 με σκοπό να συμβάλει στην πολιτική συζήτηση στην Ευρώπη.

Μια νέα κατεύθυνση για την Ελλάδα (vid)

Σχεδιάζοντας τη λύση | Ομιλία του Κώστα Λαπαβίτσα (*)


Ομιλία του Κώστα Λαπαβίτσα στην εκδήλωση παρουσίασης της μελέτης του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής για την αποτυχία της Ευρωζώνης και τη νέα κατεύθυνση για την Ελλάδα.
________________________

* Ο Κώστας Λαπαβίτσας είναι Έλληνας οικονομολόγος, καθηγητής της Σχολής 
Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και πολιτικός.

Ορατή η απόγνωση

Η απόγνωση ευρύτατων στρωμάτων της κοινωνίας είναι ορατή δια του γυμνού οφθαλμού. Αντίστοιχη είναι και η κούραση που συνοδεύεται με πλήρη απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Ο κ. Τσίπρας αποδείχθηκε παντελώς αφερέγγυος. Ο κ. Μητσοτάκης περιέρχεται τη χώρα υποσχόμενος τη μείωση του πλεονάσματος....


του Κώστα Λαπαβίτσα*

Η κυβέρνηση Τσίπρα βρίσκεται και πάλι σε δύσκολη θέση και η αιτία είναι το μνημόνιο του Αυγούστου 2015. Οι προβλέψεις του είναι τόσο εξωπραγματικές που το ΔΝΤ έχει αρνηθεί να συμμετάσχει ως δανειστής, ζητώντας πολύ χαμηλότερα πλεονάσματα και άμεση ελάφρυνση του χρέους. Αν μάλιστα ο στόχος του πλεονάσματος για το 2018 παραμείνει στο 3,5%, θεωρεί ότι οπωσδήποτε θα χρειαστούν επιπλέον δημοσιονομικά μέτρα. Μέσα στα πλαίσια της λανθασμένης πολιτικής της λιτότητας, το Ταμείο δείχνει επιτέλους κάποια στοιχεία τεχνοκρατικής λογικής.

Το βαθύτερο πρόβλημα είναι φυσικά ο παραλογισμός της συνεχιζόμενης ελληνικής συμμετοχής στην ΟΝΕ, με ότι αυτό σημαίνει για τον περιορισμό της κυριαρχίας στο οικονομικό, κοινωνικό και εθνικό επίπεδο. Η κυβέρνηση ξέρει ότι οι στόχοι των πλεονασμάτων είναι ανεδαφικοί και επιθυμεί διακαώς μια αποτελεσματική ελάφρυνση του χρέους, αλλά οι δανειστές δεν συναινούν. Από την άλλη, αν πάρει νέα μέτρα για να επιτευχθεί το 3,5%, θα μετατραπεί τάχιστα σε πολιτικό πτώμα. Άρα βραχυπρόθεσμα τη συμφέρει η απόρριψη του ΔΝΤ, για να μπορεί να προσποιείται ότι όλα βαίνουν καλώς. Μετά βλέπουμε...

Οι δανειστές είναι ακόμη κυνικότεροι. Γνωρίζουν ότι τα πλεονάσματα είναι ανέφικτα, αλλά δε μπορούν να δεχθούν ελάφρυνση του χρέους διότι θα υπάρξουν αρνητικές πολιτικές επιπτώσεις στις χώρες τους. Από την άλλη, αν αποχωρήσει πλήρως το ΔΝΤ, οι πολιτικές επιπλοκές για τη Γερμανία, την Ολλανδία και αλλού θα είναι σύνθετες. Το πρόβλημα δεν έχει εύκολη λύση κι έτσι οι δανειστές επιλέγουν την καθυστέρηση. Μετά βλέπουμε...

Η στάση των δανειστών καθορίζει την πορεία της δεύτερης αξιολόγησης, αφού Γερμανία, Ολλανδία και Γαλλία δεν έχουν κανένα συμφέρον να επισπεύσουν. Έχουν εκλογές μέσα στο 2017 και το τελευταίο πράγμα που χρειάζονται, δεδομένης της ανόδου του δεξιού λαϊκισμού, είναι να φανεί ότι κάνουν χάρες στους Έλληνες. Η πίεση μεταβιβάζεται στην κυβέρνηση Τσίπρα, η οποία επιδιώκει να ολοκληρωθεί γρήγορα η δεύτερη αξιολόγηση, ώστε να συνεχιστεί η θεωρία του «πάμε καλά».

Η προσδοκία της κυβέρνησης ότι μια διάσπαση των «θεσμών» θα είχε θετικά αποτελέσματα για την Ελλάδα είναι παιδαριώδης. Οι δανειστές δεν είναι πιο μαλακοί προς τη χώρα μας από το ΔΝΤ, απεναντίας είναι πιο κυριαρχικοί και παρεμβατικοί στη λειτουργία του κράτους. Μέσα στο μνημονιακό πλαίσιο η Ελλάδα δεν έχει τρόπο να τους πιέσει. Αν για οποιονδήποτε λόγο αναγκαστούν να κλείσουν γρήγορα την αξιολόγηση, το κόστος θα το καταβάλλει ο επισπεύδων, δηλαδή η Ελλάδα, με κάποιου είδους μέτρα. Αν αποχωρήσει το ΔΝΤ, το αντίτιμο και πάλι θα το πληρώσει η Ελλάδα, ίσως με νέο μνημόνιο. Η τελική απόληξη μπορεί να είναι ακόμη και ένα αναγκαστικό Grexit μέσα στο 2017.

Καθώς καλά κρατεί ο πολιτικός χορός, η κατάσταση επί του εδάφους δεν εξελίσσεται όπως τα παρουσιάζει η κυβέρνηση Τσίπρα. Η καταιγίδα των φόρων και περικοπών έχει φέρει μεγάλο πλεόνασμα για το 2016, αλλά οι υφεσιακές επιπτώσεις δεν θα αργήσουν. Ήδη τον Οκτώβριο το λιανικό εμπόριο παρουσίασε κάμψη. Όλα τα υπόλοιπα στοιχεία – επενδύσεις, εξωτερικό εμπόριο, τράπεζες, ανταγωνιστικότητα, κλπ. – σηματοδοτούν απλώς μια σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη πραγματικού δυναμισμού, καθώς η «εσωτερική υποτίμηση» έχει νεκρώσει την οικονομία. Αυτό είναι το μακροπρόθεσμο τίμημα της συνεχιζόμενης συμμετοχής στην ΟΝΕ.

Η απόγνωση ευρύτατων στρωμάτων της κοινωνίας είναι ορατή δια του γυμνού οφθαλμού. Αντίστοιχη είναι και η κούραση που συνοδεύεται με πλήρη απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Ο κ. Τσίπρας αποδείχθηκε παντελώς αφερέγγυος. Ο κ. Μητσοτάκης περιέρχεται τη χώρα υποσχόμενος τη μείωση του πλεονάσματος στο 2%, το οποίο μάλιστα θα πετύχει με περιορισμό των δαπανών και μείωση της φορολογίας, ενώ θα προβεί σε «μεταρρυθμίσεις» που θα εκτοξεύσουν την ανάπτυξη, πάντα μέσα στο μνημονιακό πλαίσιο! Λίγη σοβαρότητα δεν θα έβλαπτε, ειδικά μετά την πρόσφατη δήλωση του κ. Τόμσεν ότι η Ελλάδα θα χρειαστεί 21 χρόνια για να μειώσει την ανεργία στα προ κρίσης επίπεδα. Επτά χρόνια μετά το Καστελλόριζο, το ελληνικό πολιτικό σύστημα, όπως οι Βουρβόνοι, δεν έμαθε τίποτε και δεν ξέχασε τίποτε.

Το θετικό είναι ότι, παρά την απογοήτευση, υπάρχει πλέον έντονο ενδιαφέρον για άλλες λύσεις, ακόμη κι αυτές που μέχρι πρόσφατα φάνταζαν απαγορευτικές, όπως η έξοδος από την ΟΝΕ. Πολλοί αντιλαμβάνονται ότι δεν υφίσταται αναπτυξιακή προοπτική, χωρίς την ανάκτηση βασικών εργαλείων οικονομικής πολιτικής που θα συμβαδίζει με ανάκτηση της κυριαρχίας. Μια πραγματική αλλαγή πορείας είναι απολύτως εφικτή και υπάρχει επιστημονική δουλειά που το τεκμηριώνει. Τις επόμενες εβδομάδες θα παρουσιαστεί δημόσια στην Αθήνα.
________________________

* Ο Κώστας Λαπαβίτσας είναι Έλληνας οικονομολόγος, καθηγητής της Σχολής 
Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και πολιτικός.

«Ελλάδα, Ευρώπη, Brexit»: Aνοιχτή εκδήλωση της Λαϊκής Ενότητας

Ελλάδα, Ευρώπη, Brexit: Μεγάλη ανοιχτή εκδήλωση της Λαϊκής Ενότητας την Παρασκευή, 8/7/16 στο ξενοδοχείο «Τιτάνια» - Πανεπιστημίου 52....


Μεγάλη ανοικτή εκδήλωση της Λαϊκής Ενότητας με συμμετοχή και προσωπικοτήτων της Αριστεράς από τη Βρετανία με θέμα: "Ελλάδα, Ευρώπη και Brexit"

Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 8/7/2016 στο ξενοδοχείο «Τιτάνια» (Πανεπιστημίου 52).

- Στις 6.30’ μμ, θα πραγματοποιηθούν σύντομοι χαιρετισμοί αριστερών και αντιμνημονιακών κομμάτων και οργανώσεων.
- Στις 7.30’ μμ, θα ξεκινήσει η κεντρική συζήτηση με χαιρετισμούς και ομιλίες.

Θα χαιρετίσουν:

  • Νίκος Χουντής, ευρωβουλευτής της ΛΑΕ
  • Παναγιώτης Λαφαζάνης, Γραμματέας του Π.Σ. της ΛΑΕ

Θα μιλήσουν:

  • Tariq Ali , από τη Lexit campaign, στέλεχος σύνταξης του περιοδικού «New Left Review», αρθρογράφος και συγγραφέας
  • John Rees, από τη Lexit campaign, πανεπιστημιακός, στέλεχος του δικτύου «Counterfire»,
  • Στάθης Κουβελάκης , καθηγητής πανεπιστημίου Λονδίνου (King College)
  • Κώστας Λαπαβίτσας, καθηγητής πανεπιστημίου Λονδίνου (SOAS),
  • Γιάννης Τόλιος , διδάκτωρ οικονομικών, πρόεδρος του ΜΑΧΩME

Θα συντονίσει: 


  O Πέτρος Παπακωνσταντίνου, δημοσιογράφος

Θα ακολουθήσει συζήτηση

Η οπτική Ντελόρ για Ε.Ε. και η ομοσπονδοποίηση τέλος (audio)

Ο Κώστας Λαπαβίτσας μιλώντας στον Ρ/Σ 98,4 εκτίμησε πως η συζήτηση έχει ανοίξει, οι αλλαγές είναι ιστορικής σημασίας στην Ευρώπη, κατά την γνώμη του η απάντηση «περισσότερη Ευρώπη» είναι λάθος και από την δομή της η Ε.Ε. πατώντας πάνω στο ευρώ, ουσιαστικά αδυνατεί να αλλάξει έχοντας γίνει θεσμικά ο αντιδημοκρατικός μηχανισμός επιβολής στις χώρες μέλη της Ε.Ε....



"Μετά το Brexit, η Ε.Ε. με την οπτική Ντελόρ και η πίεση για ακόμη μεγαλύτερη ομοσπονδοποίηση και ολοκλήρωση, τελειώνουν, εκτιμά ο καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου και πολιτικός Κώστας Λαπαβίτσας μιλώντας στον 98,4. 

Το αποτέλεσμα κατά τον ίδιο έχει σαφές ταξικό πρόσημο αφού τα φτωχά και λαϊκά στρώματα ψήφισαν κυρίως Brexit, όμως το πρόβλημα είναι πως εκφραστές του Brexit κυρίαρχα στη πολιτική σκηνή ,είναι οι ακραίες δεξιές και νεοφιλελεύθερες φυσιογνωμίες της Βρετανίας.

Ο Κ. Λαπαβίτσας εκτίμησε πως η συζήτηση έχει ανοίξει, οι αλλαγές είναι ιστορικής σημασίας στην Ευρώπη, κατά την γνώμη του η απάντηση «περισσότερη Ευρώπη» είναι λάθος και από την δομή της η Ε.Ε. πατώντας πάνω στο ευρώ, ουσιαστικά αδυνατεί να αλλάξει έχοντας γίνει θεσμικά ο αντιδημοκρατικός μηχανισμός επιβολής στις χώρες μέλη της Ε.Ε. 

Αν οι λαοί είπε βγουν στο προσκήνιο υπάρχει ελπίδα για μία άλλη πορεία, διαφορετικά ακόμη και η επιστροφή από τον αντιδραστικό υπερεθνικό οργανισμό της Ε.Ε. σε κυρίαρχα έθνη -κράτη που από μόνο του στις μέρες μας θα ήταν θετικό, μπορεί να οδηγήσει σε «τέρατα» και εθνικισμούς με απρόβλεπτες εξελίξεις."

 Ακολουθεί η τοποθέτηση του Κ. Λαπαβίτσα στον Ρ/Σ 98,4



Είτε με Remain είτε με Brexit, η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζεται

Η απορριπτική στάση του βρετανικού λαού και μεγάλου τμήματος της άρχουσας τάξης του προς την ΕΕ φέρει βαθύτατο συμβολισμό, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι η μεγάλη πλειοψηφία είχε ταχθεί υπέρ της ένταξης το 1973. Επιβεβαιώνει την αποτυχία της ΕΕ μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992. Όποιος ακούει τη φωνή της ιστορίας αντιλαμβάνεται ότι η ιδέα της ομοσπονδιακής Ευρώπης τελείωσε, τονίζει σε άρθρο του ο διαπρεπής Οικονομολόγος, Καθηγητής και Πολιτικός, Κώστας Λαπαβίτσας....



του Kώστα Λαπαβίτσα*

Η στυγερή δολοφονία της Τζο Κοξ θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στο βρετανικό δημοψήφισμα. Οι υπέρμαχοι του Remain υπολογίζουν σε μεταστροφή του εκλογικού σώματος προς όφελός τους. Tο τελικό αποτέλεσμα όμως δεν είναι καθόλου βέβαιο γιατί το δημοψήφισμα έχει προκαλέσει βαθύτατη ταξική αναταραχή στη Βρετανία.

Το ταξικό ρήγμα


Μια έντονη διαμάχη αναμφίβολα υπάρχει ανάμεσα στους έχοντες και κατέχοντες, με το πλειοψηφικό κομμάτι να θέλει την παραμονή και το μειοψηφικό την έξοδο, το καθένα για τα δικά του συμφέροντα. Η διάσπαση είναι ορατή μέσα στο Συντηρητικό Κόμμα, αλλά από μόνη της δεν θα αρκούσε ποτέ για να προκαλέσει γενικευμένη κοινωνική αναταραχή. Το δημοψήφισμα έφερε στην επιφάνεια ένα πολύ βαθύτερο κοινωνικό ρήγμα.

Συγκεκριμένα, η πλειοψηφία των λαϊκών και εργατικών στρωμάτων στη Βρετανία – ιδίως στην Αγγλία – έχει ταχθεί υπέρ της εξόδου. Αλλά δυστυχώς τα πολιτικά οφέλη τα έχει δρέψει μια σκληρή Δεξιά, ακόμη πιο νεοφιλελεύθερη από αυτή που κυβερνάει, η οποία στρέφεται κατά των μεταναστών. Τα αίτια αυτών των σύνθετων και αντιφατικών εξελίξεων απαιτούν προσεκτική ανάλυση.

Η Βρετανία έχει ζήσει σε καθεστώς μόνιμης λιτότητας στα χρόνια που ακολούθησαν τη γιγαντιαία κρίση του 2008-9. Το λαϊκό στοιχείο αντιμετωπίζει συνεχή πίεση στους μισθούς, ανασφάλεια, κακές νέες θέσεις εργασίας, περικοπές στην κοινωνική πρόνοια, στεγαστική κρίση στο Λονδίνο, έλλειψη προοπτικής για τη νεολαία. Υπάρχει διάχυτη αίσθηση κοινωνικής αδικίας και ατιμωρησίας για τους υπεύθυνους της κρίσης. Τα λαϊκά στρώματα θεωρούν ότι το πολιτικό σύστημα, οι μεγάλες τράπεζες και επιχειρήσεις, καθώς και μια κάστα προνομιούχων, κυβερνούν χωρίς να δίνουν λόγο σε κανένα.

Εξίσου σημαντικό είναι ότι κατά τη δεκαετία του 2000 εκτοξεύτηκε η μετανάστευση, με τις καθαρές εισροές να τριπλασιάζονται. Οι πλειοψηφία των νεοφερμένων ήρθε από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης. Τα λαϊκά στρώματα αισθάνονται ότι ποτέ δεν κλήθηκαν να εκφράσουν τη γνώμη τους για την πολιτική αυτή. Με δεδομένη την τεράστια πίεση στις δομές κοινωνικής πρόνοιας που ήδη υπάρχει λόγω της λιτότητας, η κατάσταση έχει γίνει εκρηκτική κατά μήκος και πλάτος της χώρας.

Οι προνομιούχοι απαιτούν παραμονή στην ΕΕ


Το δημοψήφισμα έφερε στην επιφάνεια ακριβώς αυτές τις αντιθέσεις, κάτι που προκάλεσε η ίδια η πλευρά του Remain. Για να στηρίξει τις θέσεις της, κινητοποίησε μια στρατιά μεγάλων επιχειρηματιών, τραπεζιτών, γραφειοκρατών και άλλων που άρχισαν να απειλούν τους ψηφοφόρους με τους υποτιθέμενους κινδύνους της εξόδου για την οικονομία, το Σίτι του Λονδίνου, την ασφάλεια, στο σύστημα υγείας και πολλά άλλα. Από κοντά και τα στρώματα της ανώτερης μεσαίας τάξης, τα οποία συχνά έχουν άμεση επαγγελματική σύνδεση με τους μηχανισμούς της ΕΕ και δε μπορούν να διανοηθούν ότι ίσως μείνουν μόνοι στο νησί με τους «άπλυτους».

Για τα λαϊκά στρώματα το συμπέρασμα προέκυψε αβίαστα: οι κερδισμένοι από τις άδικες πολιτικές των τελευταίων χρόνων επιθυμούν διακαώς την παραμονή της χώρας στην ΕΕ. Άρα το δικό τους συμφέρον είναι το αντίθετο. Όσο πιο πολλές εξωπραγματικές απειλές χρησιμοποίησε ο Πρωθυπουργός, ή ο Υπουργός των Οικονομικών, τόσο πιο πολύ αντέδρασε το λαϊκό στοιχείο. Όταν μπήκαν στο χορό και οι ηγέτες της ΕΕ, με τον ανεκδιήγητο Τουσκ να ισχυρίζεται ότι η έξοδος θα φέρει το τέλος του Δυτικού Πολιτικού Πολιτισμού (!), η αντίδραση άρχισε να παίρνει διαστάσεις χιονοστιβάδας. Εξαπλώθηκε η αίσθηση ότι πρέπει να «πάρουμε τη χώρα μας πίσω».

Τα πολιτικά κέρδη στην ακραία νεοφιλελεύθερη Δεξιά


Δυστυχώς ο κερδισμένος από τη λαϊκή αγανάκτηση είναι η σκληρή δεξιά πτέρυγα του Συντηρητικού Κόμματος, υπό την ηγεσία του Μπόρις Τζόνσον και του Μάικλ Γκόουβ, όπως και το ακροδεξιό κομμάτι του πολιτικού φάσματος, υπό τον Νάιτζελ Φάρατζ. Απαιτώντας ελέγχους για το «πρόβλημα της μετανάστευσης», ισχυριζόμενοι ότι η έξοδος θα φέρει οικονομική ανάπτυξη και απορρίπτοντας τη «γραφειοκρατία των Βρυξελλών» έχουν αναδειχθεί σε εκφραστές της λαϊκής αντίδρασης.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το στρατόπεδο του Brexit είναι ακραία νεοφιλελεύθερο. Το πρόγραμμά του είναι να περιορίσει κι άλλο τα εργατικά δικαιώματα, να επιβάλλει περαιτέρω απορρύθμιση των αγορών και παράλληλα να ενισχύσει το εθνικό κράτος. Πρόκειται για μια λαϊκή Δεξιά με σύγχρονα βρετανικά χαρακτηριστικά. Η πραγματική κοινωνική της στήριξη πηγάζει από το μειοψηφικό τμήμα των εχόντων και κατεχόντων που επιδιώκουν την έξοδο για να εμπορευτούν περισσότερο με χώρες εκτός ΕΕ και να περιορίσουν κι άλλο τα εργατικά δικαιώματα. Πηγάζει επίσης από τα μικρομεσαία στρώματα που νομίζουν ότι η απάντηση στην οικονομική δυστοκία των τελευταίων χρόνων είναι μια συντηρητική εθνική πολιτική.

Ακριβώς για τους λόγους αυτούς τα οργανωμένα συνδικάτα – τα οποία στη Βρετανία είναι αυθεντικοί εκφραστές του εργατικού στοιχείου – έχουν τοποθετηθεί στη μεγάλη τους πλειοψηφία κατά του Brexit. Πιστεύουν ότι εκτός ΕΕ και με κυβέρνηση των σκληρών Συντηρητικών το νομικό καθεστώς της απασχόλησης, των μισθολογικών συμβάσεων και των συνθηκών εργασίας θα τεθεί υπό ευθεία απειλή.

Η ευθύνη του Εργατικού Κόμματος


Πρόκειται για μια εξαιρετικά προβληματική πολιτική εξέλιξη: η σκληρή Δεξιά καρπώνεται τη δικαιολογημένη αγανάκτηση των λαϊκών στρωμάτων και γίνεται εκφραστής της απόρριψης της ΕΕ. Η κύρια ευθύνη ανήκει στο Εργατικό Κόμμα, το οποίο ιστορικά είχε μια ισχυρότατη αριστερή πτέρυγα που ήταν κατά της ΕΕ. Η κυριαρχία του Θατσερισμού και ιδίως η περίοδος του Τόνι Μπλερ εκμηδένισαν αυτή την παράδοση. Η ξαφνική αναρρίχηση του Τζέρεμι Κόρμπυν στην ηγεσία, εκφράζοντας ακριβώς την λαϊκή απογοήτευση για την κατάσταση της χώρας, έφερε εκατοντάδες χιλιάδες νέα μέλη στο Εργατικό Κόμμα με έντονα κριτική στάση προς την ΕΕ. Επανεμφανίστηκε μια αριστερή πτέρυγα κυριολεκτικά από το τίποτε. Αν ο Κόρμπυν είχε προσφέρει μια αυθεντικά ριζοσπαστική πρόταση στη χώρα, με ξεκάθαρα κριτική θέση προς την ΕΕ, η πολιτική κατάσταση της Βρετανίας σήμερα θα ήταν πολύ διαφορετική.

Δυστυχώς ο Κόρμπυν τοποθετήθηκε αμέσως υπέρ του Remain, πιστεύοντας ότι το αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο και νομίζοντας ότι θα εκμεταλλευόταν την εμφύλια διαμάχη των Συντηρητικών. Το Εργατικό Κόμμα διακίνησε ακόμη και ασυνάρτητες πολιτικές φιλολογίες – ελληνικής κοπής – περί «εκδημοκρατισμού της ΕΕ» νομίζοντας ότι έτσι καλύπτει τα νώτα του. Το αποτέλεσμα ήταν ένα τεράστιο πολιτικό πρόβλημα δεδομένου ότι η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του δεν θέλει καν να ακούσει για την ΕΕ.

Η ΕΕ, η ΟΝΕ και η βρετανική έξοδος


Είναι περιττό να ειπωθεί ότι το βρετανικό δημοψήφισμα είναι καθοριστικό για το μέλλον της ΕΕ. Ιστορικά η Βρετανία πάντα λειτούργησε ως «εξωτερικός» παράγων στην Ευρώπη, το ψύχραιμο θαλάσσιο αντίβαρο στις φαντασιώσεις των ηπειρωτικών δυνάμεων.

Η απορριπτική στάση του βρετανικού λαού και μεγάλου τμήματος της άρχουσας τάξης του προς την ΕΕ φέρει βαθύτατο συμβολισμό, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη ότι η μεγάλη πλειοψηφία είχε ταχθεί υπέρ της ένταξης το 1973. Επιβεβαιώνει την αποτυχία της ΕΕ μετά τη συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992. Όποιος ακούει τη φωνή της ιστορίας αντιλαμβάνεται ότι η ιδέα της ομοσπονδιακής Ευρώπης τελείωσε.

Ο κύριος παράγων της αποτυχίας της ΕΕ είναι φυσικά ο ζουρλομανδύας του ευρώ. Η Βρετανία για καλή της τύχη δεν ανήκει στην ΟΝΕ, αλλά ο βρετανικός λαός παρακολούθησε στενά την επιβολή αυταρχικής λιτότητας μετά το 2010 στην Ελλάδα και αλλού, όπως και την παράκαμψη της δημοκρατίας. Δεν έχει ψευδαισθήσεις για τις επιπτώσεις που έχει η απώλεια κυριαρχίας στην οικονομία και την κοινωνία του. Βλέπει ότι το κοινό νόμισμα υπέσκαψε την αλληλεγγύη ανάμεσα στους ευρωπαϊκούς λαούς στον Μεταπόλεμο.

Η ΟΝΕ είναι πλέον η σπονδυλική στήλη της ΕΕ, το σημείο αναφοράς των θεσμικών μηχανισμών και το υπόβαθρο της οικονομικής πολιτικής. Η έξοδος από την ΟΝΕ δεν έχει προβλεφθεί θεσμικά και θα απαιτούσε άμεσα μέτρα παρέμβασης για να στηριχτούν οι τράπεζες και η ρευστότητα της οικονομίας. Παράλληλα, αν μια χώρα φύγει από την ΟΝΕ, το σύστημα θα απειληθεί με βίαιη ρήξη. Απεναντίας, η έξοδος από την ΕΕ προβλέπεται νομικά και δεν θα απαιτούσε επείγοντα μέτρα οικονομικής παρέμβασης. Θα άνοιγε όμως μια διαδικασία διαπραγμάτευσης των διακρατικών συνθηκών για το εμπόριο, τις επενδύσεις, την ελεύθερη διακίνηση της εργασίας. Μια αποχώρηση από την ΕΕ δεν θα έφερνε βίαιη ρήξη στην Ένωση, αλλά θα επιτάχυνε τη διαδικασία αποσύνθεσης.

Μια νίκη του Remain θα επιτρέψει στην ΕΕ να ανασάνει πιστεύοντας ότι κέρδισε χρόνο. Στην πραγματικότητα λίγα πράγματα θα αλλάξουν δεδομένου ότι η ΟΝΕ θα παραμείνει απαράλλακτη και η Γερμανία, όπου λαμβάνονται οι πραγματικές αποφάσεις, δεν πρόκειται να αλλάξει πολιτική. Οι πιέσεις αποσύνθεσης της ΕΕ θα συνεχιστούν. Στην Βρετανία το μεγαλύτερο πρόβλημα θα το αντιμετωπίσει το Εργατικό Κόμμα, το οποίο θα πρέπει επειγόντως να ανανεώσει την πολιτική του ταυτότητα και να βρει το θάρρος να προτείνει ένα πρόγραμμα τομής για τη χώρα σε ευθεία σύγκρουση με τη λογική της ΕΕ. Αν το καταφέρει, θα βοηθήσει και την Ευρωπαϊκή Αριστερά να διαμορφώσει μια πραγματικά ριζοσπαστική πρόταση για την Ευρώπη, πέρα από τις φλυαρίες για «εκδημοκρατισμό».

Μια νίκη του Brexit θα έχει σχετικά περιορισμένο οικονομικό αντίκτυπο, αλλά θα φέρει έντονες πολιτικές εξελίξεις και στη Βρετανία και στην ΕΕ. Είναι πιθανό ότι στο Συντηρητικό Κόμμα θα κυριαρχήσουν οι ακραίοι νεοφιλελεύθεροι, οι οποίοι και θα εμπλακούν σε διαπραγματεύσεις με την ΕΕ που θα πάρουν χρόνο. Θα εμφανιστούν νέες πιέσεις για ανεξαρτησία στη Σκοτία, ίσως μάλιστα επιδιώκοντας την είσοδο στην ΕΕ. Το τεράστιο πλήγμα στο πολιτικό σύστημα και στη σταθερότητα του βρετανικού κράτους θα δημιουργήσει νέες απαιτήσεις για το Εργατικό Κόμμα, το οποίο θα πρέπει να κάνει ρηξικέλευθες προτάσεις για να προσεγγίσει ξανά τα λαϊκά στρώματα.

Στην ίδια την ΕΕ ο κλυδωνισμός θα είναι τεράστιος επιταχύνοντας τη διαδικασία αποσύνθεσης. Θα ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου δίνοντας τη δυνατότητα για βαθιές πολιτικές αλλαγές. Είναι βέβαιο ότι η σκληρή Δεξιά θα εμφανιστεί δυναμικά επιδιώκοντας να πάρει το πάνω χέρι, αλλά η μέχρι τώρα αντίδραση των ευρωπαϊκών λαών στην αποτυχία της ΕΕ δείχνει ότι υπάρχουν και πολλές άλλες δυνατότητες. Οι λαϊκές κινητοποιήσεις στη Γαλλία κατά της κυβέρνησης Ολάντ δεν υποχωρούν, αλλά αντιθέτως εντείνονται. Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια εμφανίστηκε ξανά η οργανωμένη εργατική τάξη, απορρίπτοντας αποφασιστικά τις καταστροφικές πολιτικές της ΕΕ. Η κατεύθυνση που θα πάρει η Ευρώπη, αν φύγει η Βρετανία από την ΕΕ, θα εξαρτηθεί απόλυτα από το τι θα έχει να προτείνει η Ευρωπαϊκή Αριστερά. Θα εξαρτηθεί επίσης από τις μορφές οργάνωσης και κινητοποίησης του εργατικού και λαϊκού στοιχείου. Υπάρχει κάθε δυνατότητα να απαλλαγεί η Ευρώπη από τη θηλιά που την πνίγει.

* Ο Κώστας Λαπαβίτσας είναι Οικονομολόγος, καθηγητής της Σχολής Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και Πολιτικός…

EReNSEP: Ποιο το μέλλον της Ευρώπης;

Ημερίδα με τίτλο «Ποιο το μέλλον της Ευρώπης;» πραγματοποιείται στις 26-27 Απριλίου στη Θεσσαλονίκη με τη συμμετοχή κοινωνικών επιστημόνων και πολιτικών ακτιβιστών από όλη την Ευρώπη.Το βράδυ της ίδια μέρας θα διεξαχθεί ανοιχτή πολιτική εκδήλωση με το ίδιο θέμα και κεντρικούς ομιλητές τον Όσκαρ Λαφοντέν και τον Κώστα Λαπαβίτσα. 


Η ΕΚΔΗΛΩΣΗ σηματοδοτεί τα εγκαίνια του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής, μια νέας πρωτοβουλίας με βάση το Λονδίνο, γραφεία στη Θεσσαλονίκη και μέλη από ολόκληρη την Ευρώπη. Το EReNSEP έχει δύο στόχους:

Πρώτον, να παράγει έργο υψηλού επιπέδου και άρτια τεκμηριωμένο, που θα έχει αντίκτυπο στην πολιτική συζήτηση στην Ευρώπη.

Δεύτερον, να διοργανώνει εκδηλώσεις και πολιτικές δράσεις, οι οποίες θα ανταποκρίνονται στο παραγόμενο έργο.

Με δυο λόγια, επιχειρεί να συνδυάσει την επιστημονική ανάλυση με στοχευμένες πολιτικές παρεμβάσεις αμφισβητώντας τις κυρίαρχες στρατηγικές στην Ευρώπη.

ΥΠΑΡΧΕΙ ήδη μια αναζήτηση για εναλλακτικές στρατηγικές στην Ευρώπη, όπως έχει αποδειχθεί από τα δύο τελευταία συνέδρια - ένα στο Παρίσι και ένα στη Μαδρίτη - όσον αφορά το λεγόμενο Σχέδιο Β. Ανάμεσα στα μέλη του EReNSEP συγκαταλέγονται οικονομολόγοι και πολιτικοί επιστήμονες, οι οποίοι έχουν αναπτύξει εναλλακτικά επιχειρήματα για την Ευρώπη επί σειρά ετών.


Λαφοντέν Λαπαβίτσας 
Στην ημερίδα θα συμμετάσχουν ακαδημαϊκοί από κορυφαία πανεπιστήμια της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και αλλού. Θα συμμετάσχουν επίσης μέλη από ένα ευρύ φάσμα πολιτικών οργανώσεων που επιδιώκουν ενεργά μια νέα στρατηγική, όπως το Candidatura de'Unidad Popular (CUP) στην Καταλονία, το Parti de Gauche στη Γαλλία, η Πρωτοβουλία για τον Δημοκρατικό Σοσιαλισμό (IDS) στη Σλοβενία και το Die Linke στη Γερμανία. Θα υπάρξει επίσης ισχυρή ελληνική πνευματική και πολιτική παρουσία, γεγονός που δεν προκαλεί έκπληξη σε μια χώρα που μαστίζεται από τη λιτότητα και κυβερνάται από τον ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που έχει υποσχεθεί τόσα πολλά και έχει καταφέρει τόσα λίγα.

Το Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής - EReNSEP, σκοπεύει να συμβάλει στη διαμόρφωση μιας πραγματικής εναλλακτικής στρατηγικής για την Ευρώπη. Η λιτότητα έχει αποδειχθεί καταστροφική και απαιτούνται νέες πολιτικές για την ανάπτυξη, την απασχόληση και την αύξηση των εισοδημάτων. Η επιδεινούμενη ανισότητα έχει ενισχύσει το κοινωνικό αίτημα για αναδιανομή. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Νομισματική Ένωση έχει αποτύχει, καθιστώντας απαραίτητη την διαμόρφωση νέων νομισματικών διακανονισμών για τις επιμέρους χώρες της ευρωζώνης, αλλά και για την Ευρώπη στο σύνολό της.

EReNSER: «Ποιο το μέλλον της Ευρώπης;» - Πολιτική Εκδήλωση και Επιστημονική Ημερίδα - 27 Απρίλη στη Θεσσαλονίκη



Στις 27 Απριλίου στη Θεσσαλονίκη θα πραγματοποιηθεί ανοιχτή πολιτική εκδήλωση με θέμα «Ποιο το μέλλον της Ευρώπης;».

Κεντρικοί ομιλητές: Όσκαρ Λαφοντέν και Κώστας Λαπαβίτσας.

Θα προηγηθεί επιστημονική ημερίδα στις 26-27 με το ίδιο θέμα και συμμετοχή κοινωνικών επιστημόνων και πολιτικών ακτιβιστών από όλη την Ευρώπη.

Η εκδήλωση σηματοδοτεί τα εγκαίνια του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής (EReNSEP, European Research Network on Social and Economic Policy, www.erensep.org), μιας νέας επιστημονικής και πολιτικής πρωτοβουλίας με βάση το Λονδίνο, γραφεία στη Θεσσαλονίκη και μέλη από ολόκληρη την Ευρώπη.

το πρόγραμμα της ημερίδας μπορείτε να το δείτε ΕΔΩ