Αλέκος Παναγούλης 37 χρόνια μετά

Ξημερώματα 1ης Μαΐου 1976. Η ώρα είναι 01:55. Στην άδεια λεωφόρο Βουλιαγμένης τρία – κατ΄’ άλλους τέσσερα- αυτοκίνητα κινούνται με ιλιγγιώδη ταχύτητα, σκίζουν την ησυχία της νύκτας. Είναι σαν να συμμετέχουν σε αυτοσχέδιους αγώνες προσπαθώντας να κερδίσουν ή σαν να κυνηγά το ένα το άλλο. Ξαφνικά ακούγεται ο τσιριχτός ήχος από το φρενάρισμα κι αστραπιαία ακούγονται δύο τρομακτικοί ήχοι.

Το προπορευόμενο όχημα έχει σταματήσει απότομα. Το δεύτερο πέφτει με ορμή επάνω του. Ο οδηγός επιχειρεί να το συγκρατήσει αλλά φεύγει ανεξέλεγκτο και καταλήγει στην είσοδο ενός φανοποιείου. Σηκώνεται ένα σύννεφο καπνού και σκόνης. Είναι ένα από αυτά τα τροχαία που γράφουν Ιστορία. Στον αριθμό 271 της Λεωφόρου Βουλιαγμένης, στο ύψος του Αγίου Δημητρίου. Σκιές, υποψίες μυστήριο με πρωταγωνιστή και θύμα έναν από τους μεγαλύτερους αγωνιστές κατά της χούντας το Αλέξανδρο (Αλέκο) Παναγούλη.

Ίσως ήταν προφητικό ο στίχος σ’ ένα από το ποιήματα που έγραψε: « Το τέλος μου θα έρθει, όπως το θέλουν αυτοί, που έχουν την εξουσία». Οι διερχόμενοι σπεύδουν να βοηθήσουν, αλλά είναι ήδη αργά. Ο Παναγούλης ξεψυχά κι από την επόμενη ημέρα η Αθήνα γεμίζει με το σύνθημα «ΖΕΙ» γραμμένο στους περισσότερους τοίχους. Σύγχυση και φήμες, όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις κάνουν λόγο για ένα Φόρντ, ένα Πεζώ, μία Άλφα Ρομέο ή μία Τζάγκουαρ τ’ άλλα δύο αυτοκίνητα, που προκάλεσαν το «τροχαίο».

Η ιστορία μοιάζει να επαναλαμβάνεται όπως και στην περίπτωση του Γρηγόρη Λαμπράκη. Τα ερωτήματα πολλά και οι αστικοί μύθοι που δημιουργούνται ακόμη πιο πολλοί. Γιατί ο Παναγούλης δεν προτίμησε την παραλιακή οδό για να πάει από το Παλαιό Φάληρο στη Γλυφάδα, που ήταν η πιο σύντομη διαδρομή για το σπίτι του; Υπήρξε λογομαχία με τους οδηγούς των άλλων αυτοκινήτων; Τελικά πόσα ήταν τα οχήματα; Δύο ή τρία; Ποιός και γιατί εμφάνισε τον Μιχάλη Στέφα δύο ημέρες αργότερα, στις 3 Μαΐου, ν’ αναλαμβάνει την ευθύνη για το δυστύχημα; Γιατί δεν μπορούσε καν κατά την αναπαράσταση να γίνει πειστικός; Ο «δράστης» καταδικάστηκε σε 11μηνη φυλάκιση εξαγοράσιμη προς 150 δρχ. την ημέρα. Μέσα στα σενάρια που ακούγονται εκείνες τις πρώτες ώρες και ημέρες είναι ότι δέχθηκε σφαίρα με αναισθητικό ή ότι η ποσότητα αλκοόλ που ανευρέθη στο αίμα του ήταν υπερβολική.

Οι αποκαλύψεις που δεν πρόλαβε να κάνει

Ο Παναγούλης ήταν πρώην βουλευτής της Ένωσης Κέντρου-Νέες Δυνάμεις. Είχε αποχωρήσει από το κόμμα διαφωνώντας με τον Δημήτρη Τσάτσο. Πλέον ως ασυμβίβαστος κι ανεξάρτητος βουλευτής, μόλις μία ημέρα πριν, είχε δώσει συνέντευξη στην οποίαν καταφερόταν εναντίον του Ανδρέα Παπανδρέου. Το κατηγορούσε ότι ήταν ο υπ’ αριθμόν 1 πράκτορας των Αμερικανών και πως όσο ο ίδιος ζούσε δεν θα του επέτρεπε ποτέ να κυβερνήσει. Ταυτόχρονα κι έχοντας βασανιστεί όσο ελάχιστοι από την χούντα των συνταγματαρχών, ο Παναγούλης έχει στην κατοχή του τον φάκελο ΕΣΑ.

Περιείχε ονόματα πολιτικών και υψηλόβαθμων κρατικών λειτουργών, που στην μεταπολιτευτική περίοδο εμφανίζονταν ως αγωνιστές, αλλά όπως υποστήριζε ο Αλέκος Παναγούλης δεν ήταν τίποτ’ άλλο από στενοί συνεργάτες της δικτατορίας. Είχε ζητήσει ακρόαση από τον τότε Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή. Κατείχε αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία μπορούσαν να κάψουν πολλούς, ισχυρίζονται όσοι βρίσκονταν στο άμεσο περιβάλλον του. Αλλά και πάλι έκτοτε δεν υπήρξε το παραμικρό στοιχείο. Δεν πρόλαβε να εμπιστευτεί αντίγραφα σε κάποιον, δεν εμπιστευόταν κανέναν; Το μόνο δεδομένο ήταν πως δεχόταν απειλές για τ’ αρχεία, τα οποία ισχυριζόταν ότι είχε και φυσιολογικά θα έπρεπε να έχει λάβει τα μέτρα του.

Στην κηδεία του η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία δεν παρίσταται, παρά μόνον αρχηγοί κομμάτων της αντιπολίτευσης. Η μητέρα του, Αθήνα, ζητεί να μην σταυρώσουν τα χέρια του παιδιού της διότι, για πολλά χρόνια ήταν δεμένα με χειροπέδες. Η επιθυμία της γίνεται σεβαστή. Η τελετή λαμβάνει την μορφή μια παλλαϊκής διαδήλωσης με συνθήματα να δονούν την ατμόσφαιρα και τη φράση «πολιτική δολοφονία» να κυριαρχεί στο στόμα των χιλιάδων ανθρώπων, που τον συνόδευσαν στο τελευταίο του ταξίδι.

Βασανιστήρια και ποίηση

Ο Αλέκος Παναγούλης ήταν από εκείνους που επεχείρησαν ν’ ανατρέψουν ακόμη και να εξοντώσουν το δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλο. Δημιουργεί την Εθνική Αντίσταση, αυτοεξορίζεται στην Κύπρο, όπου έρχεται σ’ επαφή με τον Πολύκαρπο Γιωρκατζή για να τον βοηθήσει. Καταστρώνει σχέδιο δολοφονίας του Παπαδόπουλου. Η απόπειρα λαμβάνει χώρα στις 13 Αυγούστου 1968 στη Βάρκιζα. Η αποτυχία σημαίνει και τη σύλληψή του και πλέον όλα αλλάζουν για τον ίδιο. Βασανίζεται ανηλεώς, για πολλές ημέρες και νύκτες, ώσπου ημιθανής διακομίζεται σε νοσοκομείο. Εμφανίζεται στο στρατοδικείο στις 3 Νοεμβρίου 1968 για να καταδικαστεί δύο φορές σε θάνατο στις 17 Νοεμβρίου.

Η εκτέλεσή του αναβάλλεται λόγω διεθνών πιέσεων. Μεταφέρεται στις στρατιωτικές φυλακές Μπογιατίου, Δραπετεύει αλλά συλλαμβάνεται εκ νέου. Αυτή τη φορά του έχουν ετοιμάσει ειδικό κελί απομόνωσης. Θέλει και πάλι να δραπετεύσει, αλλά δεν τα καταφέρνει. Μοναδική του διέξοδος για να μπορέσει ν’ αντέξει τα βασανιστήρια και την ψυχολογική εξόντωση, που επιχειρεί το καθεστώς είναι η ποίηση. Ακόμη κι όταν οι δεσμοφύλακες του παίρνουν τα μολύβια και το χαρτί, χρησιμοποιεί το αίμα του και τους τοίχους του κλουβιού, που τον κρατούν δέσμιο.

«Η πολιτική είναι ένα καθήκον, η ποίηση είναι μια ανάγκη. Είναι ένα ούρλιασμα, μια κραυγή που δεν μπορείς να πνίξεις. Το άγχος μιας στιγμής που δεν θέλεις να ξεχαστεί. Τότε ψάχνεις για χαρτί και μολύβι ζητώντας να ζωγραφίσεις με στίχους αυτή τη στιγμή», θα γράψει ο Αλέκος Παναγούλης στις 5 Ιουνίου 1971 μέσα από τις στρατιωτικές φυλακές Μπογιατίου σημειώνοντας ότι είναι Μετά από Ξυλοδαρμό.

Η Ιταλία αποδεικνύεται φιλόξενη κι ώριμη, όπου κυκλοφορούν οι δύο ποιητικές του συλλογές. Η πρώτη ενώ είναι στη φυλακή και η δεύτερη λίγο μετά την απελευθέρωσή του, όταν η χούντα τον Αύγουστο του 1973 προχωρούσε σε γενική αμνήστευση. Vi scrivo da un carcere in Grecia (Σας γράφω μέσα από μία φυλακή στην Ελλάδα) είναι ο τίτλος της δεύτερης συλλογής το 1974, όπου μεταξύ άλλων ξεχωρίζει η «Υπόσχεση»:
"Τα δάκρυα που στα μάτια μας
θα δείτε ν’ αναβρύζουν,
ποτέ να μην τα πιστέψετε
σημάδια απελπισίας.
Υπόσχεση είναι μονάχα
γι’ Αγώνα υπόσχεση!"
                                   (Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου, Φεβρουάριος 1972)
euronews