Η κυβέρνηση σε μία εποχή έξαρσης της πανδημίας και των ιώσεων και
διόγκωσης της ακρίβειας, αντί να εξασφαλίσει επάρκεια φαρμάκων, προωθεί
αύξηση των τιμών τους τους, ικανοποιώντας τις σχετικές απαιτήσεις των
φαρμακοβιομηχάνων, αδιαφορώντας εάν αυτή η πολιτική της οδηγήσει σε
αδυναμία μεγάλου αριθμού πολιτών να τα προμηθευτεί.
Η έλλειψη βασικών φαρμάκων που παρατηρείται στη χώρα μας – και μάλιστα σε μια περίοδο ιδιαίτερης έξαρσης των λοιμώξεων – είναι συνέπεια του τρόπου λειτουργίας της καπιταλιστικής οικονομίας. Σύμφωνα με αυτή το φάρμακο είναι εμπόρευμα, το οποίο παράγεται και διακινείται με κίνητρο το επιχειρηματικό κέρδος και με τιμές που ρυθμίζονται με τους ανεξέλεγκτους νόμους της αγοράς, και όχι κοινωνικό αγαθό, στο οποίο πρέπει να έχουν πρόσβαση όλοι οι πολίτες.
Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο, δηλαδή για να αυξήσουν την κερδοφορία τους, οι πολυεθνικές και οι μεγάλες φαρμακαποθήκες αποσύρουν πολλά φάρμακα και κάνουν “παράλληλες εξαγωγές” τους, δημιουργώντας τις τεράστιες ελλείψεις τους ή κάνουν ανεξέλεγκτες αυξήσεις των τιμών τους.
Αυτός, λοιπόν, είναι ο βασικός λόγος της έλλειψης των φαρμάκων. Οι φαρμακοβιομηχανίες που λειτουργούν και παράγουν στη χώρα μας, των οποίων τα προϊόντα είναι το δεύτερο εξαγώγιμο προϊόν της Ελληνικής οικονομίας και τα εξάγουν σε 147 χώρες, προτιμούν να κάνουν εξαγωγές από τις οποίες έχουν μεγαλύτερα κέρδη, παρά να τροφοδοτούν την ελληνική κοινωνία.
Την κύρια ευθύνη όμως έχει η σημερινή κυβέρνηση, η οποία ανεχόμενη ή και στηρίζοντας την πολιτική των παράλληλων εξαγωγών, στερεί φάρμακα αναγκαία για την υγεία του λαού, προκειμένου να ενισχύσει τα κέρδη των μεγάλων φαρμακοβιομηχανιών και φαρμαποθηκών.
Η επιχειρηματολογία της κυβέρνησης Μητσοτάκη, με την οποία προσπαθεί να επιρρίψει την ευθύνη στην υπερσυνταγογράφηση των γιατρών ή στις δήθεν πολύ χαμηλές τιμές των φαρμάκων στη χώρα μας, είναι απολύτως ψευδής.
Οι ελλείψεις αφορούν σε μεγάλο βαθμό και μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, ενώ οι τιμές των φαρμάκων στη χώρα μας δεν είναι χαμηλές, ιδιαίτερα σε σχέση με την αγοραστική δύναμη των λαϊκών εισοδημάτων. Η ετήσια ιδιωτική φαρμακευτική δαπάνη ανέρχεται στα 1,8 δις ευρώ και είναι κατά 58% υψηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Η κυβέρνηση σε μία εποχή έξαρσης της πανδημίας και των ιώσεων και διόγκωσης της ακρίβειας, αντί να εξασφαλίσει επάρκεια φαρμάκων, προωθεί αύξηση των τιμών τους τους, ικανοποιώντας τις σχετικές απαιτήσεις των φαρμακοβιομηχάνων, αδιαφορώντας εάν αυτή η πολιτική της οδηγήσει σε αδυναμία μεγάλου αριθμού πολιτών να τα προμηθευτεί.
Δεν πρέπει να το επιτρέψουμε. Το φάρμακο είναι κοινωνικό αγαθό στο οποίο όλοι πρέπει να έχουν πρόσβαση.
Απαιτείται να απαγορευτούν οι παράλληλες εξαγωγές. Να δημιουργηθεί Εθνικός φορέας φαρμακοβιομηχανίας και εθνική φαρμακαποθήκη ώστε να καλύπτονται οι κοινωνικές ανάγκες σε βασικά φάρμακα. Να διενεργούνται από αρμόδιο δημόσιο φορέα συνεχείς και αξιόποιστοι έλεγχοι στο κύκλωμα παραγωγής, τιμολόγησης, ποιοτικού ελέγχου και επάρκειας των αναγκαίων φαρμάκων. Να εφαρμοστεί τιμολογιακή πολιτική στα φάρμακα, που να εξασφαλίζει τον έλεγχο στο πραγματικό κόστος παραγωγής τους και να βάζει τέλος στις αυθαίρετες ανατιμήσεις των πολυεθνικών φαρμάκου. Η κυβέρνηση να σταματήσει να αξιοποιεί την δραματική κατάσταση ελλείψεων φαρμάκων για αύξηση των τιμών τους.
Η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη είναι κοινωνικό αγαθό που διασφαλίζει και αναβαθμίζει την υγεία και τη ζωή του λαού και γι’ αυτό ό ίδιος θα πρέπει να το υπερασπιστεί με συλλογικούς και ενωτικούς αγώνες του. Να μην υπάρξει κανείς ασθενής συμπολίτης μας, που να μην έχει δωρεάν ή σε προσιτή τιμή το φάρμακο που χρειάζεται στην ώρα που το έχει ανάγκη.
_________________________________
(*) Ο Δημήτρης Στρατούλης είναι Γραμματέας της ΛΑΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ – ΑΝΥΠΟΤΑΚΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ, π. Βουλευτής και Υπουργός
Δεν υπάρχουν σχόλια
Δημοσίευση σχολίου