ΠΑΣΟΚ / Η τροπολογία για την προστασία των δανειοληπτών από τα funds

ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Βουλή, Τροπολογία, προστασία κύριας κατοικίας,

Κατατέθηκε στη Βουλή η τροπολογία του ΠΑΣΟΚ για την προστασία της κύριας κατοικίας, το βράδυ της Παρασκευης (10/2). Η ρύθμιση προβλέπει την επαναφορά του νόμου του ΠΑΣΟΚ του 2010 με επικαιροποιημένα κριτήρια, με το ΠΑΣΟΚ να αναφέρει πως πρέπει να μπει ένα τέλος στην ασυδοσία των εταιρειών διαχείρισης δανείων και να προστατευτούν όσοι έχουν πραγματικά ανάγκη.

To ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ καταθέτει τροπολογία στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού: «Εκσυγχρονισμός της μουσειακής πολιτικής και ζητημάτων διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς: ίδρυση μουσείων-ν.π.δ.δ., κρατική ασφάλιση της κινητικότητας των πολιτιστικών αγαθών, δράσεις του Ο.Δ.Α.Π. και του Μουσείου Ακρόπολης, ρυθμίσεις ποινικής προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, Συμβούλια του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, Μητρώο Προσωπικού Αρχαιολογικών Εργασιών και λοιπές διατάξεις σχετικά με το προσωπικό του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας στον πολιτισμό».
 

Θέμα: «ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΠΡΟΑΙΡΕΣΗΣ ΤΟΥ ΔΑΝΕΙΟΛΗΠΤΗ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΔΑΝΕΙΟΥ ΤΟΥ»

Αιτιολογική Έκθεση

Μέσα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης τα νοικοκυριά είχαν ένα σημαντικό εργαλείο να ρυθμίσουν, με βάση τις πραγματικές τους δυνατότητες, τα χρέη τους και να προστατεύσουν την κυρία κατοικία τους, τον Ν. 3869/2010. Ο υπερχρεωμένος οφειλέτης, εφόσον συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις της δικαστικής ρύθμισης, είχε δηλαδή περιέλθει χωρίς δόλο σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής, μπορούσε να ζητήσει την προστασία της κύριας κατοικίας του, υπό την προϋπόθεση ότι σε μία μακρόχρονη ρύθμιση θα αποπλήρωνε, με το χαμηλό επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου, το ποσόν που οι τράπεζες θα εισέπρατταν από τη ρευστοποίησή της.

Η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ έθεσε ημερομηνία λήξης στην προστασία της κύριας κατοικίας του Ν. 3869/2010, αναπληρώνοντάς την, στη συνέχεια, από το πρόσκαιρης ισχύος και αποτυχημένο σχήμα του Ν. 4605/2019.

Η σημερινή κυβέρνηση κατήργησε ολοσχερώς το Ν. 3869/2010, θεσπίζοντας έναν πτωχευτικό κώδικα που εστίαζε στην ταχύτερη δυνατή ρευστοποίηση της περιουσίας του οφειλέτη, συμπεριλαμβανομένης της κατοικίας.

Σήμερα, η ακρίβεια, ο πληθωρισμός, οι αυξήσεις επιτοκίων, οι αποτυχημένες απαντήσεις στις προκλήσεις της ενεργειακής κρίσης, η απουσία ουσιαστικών πολιτικών στήριξης ή διευθέτησης των χρεών, δοκιμάζουν ακόμη μία φορά τις αντοχές των νοικοκυριών και επιχειρήσεων και καθιστούν σε πολλές περιπτώσεις αδύνατη την αποπληρωμή των δανείων.

Οι τράπεζες, αντί της διευκόλυνσης των ρυθμίσεων με βάση τις δυνατότητες των δανειοληπτών, προβαίνουν μαζικά στην πώληση των δανείων. Χιλιάδες πλειστηριασμοί κατοικιών επισπεύδονται, πλέον από τις εταιρίες που έχουν αγοράσει ή αγοράζουν τα δάνεια αποβλέποντας στο γρήγορο κέρδος τους. Ο εξωδικαστικός μηχανισμός του πτωχευτικού κώδικα που ψήφισε πριν από δύο χρόνια η Κυβέρνηση και έχει εφαρμοστεί εδώ και 18 μήνες έχει αποτύχει πανηγυρικά.

Σε όλα αυτά ήρθε να προστεθεί η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, η οποία λήφθηκε με ταχύτητα ασφαλιστικών μέτρων -εντός 14 ημερών από την εκδίκαση της υπόθεσης- και η οποία ανοίγει διάπλατα το δρόμο στις Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις να επισπεύδουν πλειστηριασμούς.

Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν οι πολίτες δεν απειλούνταν με τόσο μαζικούς πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας. Ποτέ, όμως, δεν ήταν και τόσο απροστάτευτοι όσο σήμερα.

Είναι γι’ αυτό επιβεβλημένο, προκειμένου να αποφευχθούν τραγικά αδιέξοδα των ευάλωτων νοικοκυριών, να αποκατασταθεί το πλέγμα προστασίας της κύριας κατοικίας που προέβλεπε ο Ν. 3869/2010.

Σε αυτή τη εξαιρετικά δυσχερή για τα νοικοκυριά συγκυρία δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει την αναγκαιότητα προστασίας της κύριας κατοικίας. Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, έχοντας μεριμνήσει για την προστασία της κατοικίας των νοικοκυριών στα δύσκολα χρόνια των μνημονίων, αναλαμβάνει σήμερα την πρωτοβουλία να επαναφέρει τα θεμέλια της προστασίας της κατοικίας του Ν.3869/2010, αξιοποιώντας και τις προτάσεις που έχουν υποβληθεί από κοινωνικούς φορείς και επιστημονικές ενώσεις.

Οι συνθήκες, άλλωστε, για την επανεισαγωγή της προστασίας της κύριας κατοικίας είναι πλέον περισσότερο ώριμες από κάθε άλλη φορά, λαμβάνοντας υπόψη και τη διασφαλισμένη πλέον πρόσβαση των πιστωτών σε όλα τα κρίσιμα οικονομικά δεδομένα του δανειολήπτη, γεγονός που αποκλείει τους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Η αποκατάσταση της προστασίας της κύριας κατοικίας θα προσφέρει στα υπερχρεωμένα νοικοκυριά μία στοιχειώδη διαπραγματευτική δύναμη για την επιδίωξη μίας ουσιαστικής, ρεαλιστικής και κατάλληλης ρύθμισης.

Με τα άρθρα που ακολουθούν επαναφέρεται η προστασία της κύριας κατοικίας, όπως κατά βάση προβλεπόταν κατά το χρόνο που έληξε η προστασία της. Κάθε φυσικό πρόσωπο, ανεξαρτήτως επαγγελματικής ιδιότητας, που βρίσκεται σε αποδεδειγμένη αδυναμία πληρωμής μπορεί να σώσει την κατοικία του, ρυθμίζοντας οφειλές μέχρι το ύψος της αξίας της. Έτσι, η προστασία της κατοικίας κατοχυρώνεται κατά τρόπο που δεν ζημιώνει τους πιστωτές. Συγχρόνως, όμως, για την περίπτωση που ο οφειλέτης αδυνατεί να καταβάλλει τη δόση του, ρυθμίζεται, υπό προϋποθέσεις, η δυνατότητα συνεισφοράς του Δημοσίου.

Με την προτεινόμενη διάταξη, επίσης, προστατεύεται για τον αγρότη με αντίστοιχους όρους όση έκταση αγρών είναι αναγκαία για να εξακολουθεί να ασκεί το επάγγελμά του και να καλύπτει τις βιοτικές του ανάγκες.

Τέλος, επαναφέρουμε, με την τροπολογία, την πρόταση του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής για την κατοχύρωση του δικαιώματος του οφειλέτη στην αγορά του δανείου, η σημασία της οποίας έχει αναδειχθεί πλέον κατά τρόπο εμφαντικό, τόσο για την προστασία των οφειλετών όσο τελικά και της περιουσίας των ίδιων των τραπεζών.

Ειδικότερα:

Η προστασία της κύριας κατοικίας

Με το άρθρο 1 προβλέπεται το δικαίωμα του οφειλέτη να ζητήσει την εξαίρεση της κύριας κατοικίας του από τη ρευστοποίηση, εφόσον αυτή δεν υπερβαίνει σε αντικειμενική αξία τα προκαθορισμένα στη διάταξη όρια. Η αξία της κατοικίας που μπορεί να εξαιρεθεί από τη ρευστοποίηση δεν μπορεί να υπερβαίνει για έναν άγαμο οφειλέτη τις 200.000 ευρώ, αυξάνεται όμως ανάλογα με τα μέλη της οικογένειας και μπορεί να ανέλθει μέχρι τις 300.000 ευρώ για μία τετραμελή οικογένεια.

Για την εξαίρεση της κύριας κατοικίας από τη ρευστοποίηση, ο οφειλέτης υποχρεούται να καταβάλλει σε μία μακρόχρονη ρύθμιση το ποσό που αντιστοιχεί στην αξία ρευστοποίησης της κατοικίας. Για τον καθορισμό της διάρκειας αποπληρωμής λαμβάνονται υπόψη οι δυνατότητες του οφειλέτη, σε συνάρτηση με το συμφέρον των πιστωτών για τη βέλτιστη διάρκεια εφικτής αποπληρωμής. Η διάρκεια της ρύθμισης μπορεί έτσι να φθάνει τα 35 έτη. Προβλέπεται, ωστόσο, η δυνατότητα των πιστωτών να αιτούνται ανά πέντε έτη τη σύντμηση του χρόνου αποπληρωμής, εφόσον έχει βελτιωθεί σημαντικά το εισόδημα του οφειλέτη, όπως άλλωστε και η δυνατότητα του οφειλέτη να ζητήσει την παράταση της ρύθμισης μέχρι τα 35 έτη, εφόσον έχει επιδεινωθεί το εισόδημά του.

Ειδικά για την πρώτη τριετία, λόγω της αδυναμίας του οφειλέτη, το δικαστήριο μπορεί να θεσπίσει μειωμένες δόσεις καταβολής. Η ρύθμιση είναι έντοκη, το δε επιτόκιο δεν μπορεί να υπερβαίνει το μέσο επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου ή το περιθώριο των 1,20 ποσοστιαίων μονάδων πέρα από το παρεμβατικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Δυνατότητα συνεισφοράς του Δημοσίου

Το άρθρο 2 ρυθμίζει τη δυνατότητα συνεισφοράς του Δημοσίου στις περίπτωση που ο οφειλέτης αδυνατεί να καλύψει πλήρως τη δόση της ρύθμισης.

Σκοπός της προστασίας της κατοικίας είναι να δημιουργήσει ένα δίχτυ ασφάλειας, ώστε οι οφειλέτες να είναι σε θέση να εκπληρώνουν από μόνοι τους, δίχως κρατική υποστήριξη, τις υποχρεώσεις που προκύπτουν για τη διάσωση της κύριας κατοικίας τους. Έχοντας απαλλαγεί από το υπέρμετρο χρέος και έχοντας διασφαλίσει αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, οι οφειλέτες έχουν πλέον όλα τα κίνητρα και τις προϋποθέσεις να ανακτήσουν το εισόδημα που θα τους επιτρέπει να είναι συνεπείς στη ρύθμιση. Άλλωστε, η δυνατότητα αποπληρωμής μέσα σε χρονικό διάστημα έως και 35 έτη οδηγεί σε προσιτές καταβολές, ενώ η σχετική διάταξη επιτρέπει, για την αρχική τουλάχιστον περίοδο, τη δυνατότητα μειωμένων καταβολών υπό προϋποθέσεις.

Παρά ταύτα δεν αποκλείεται, μία κατηγορία αδύναμων συμπολιτών να μην είναι σε θέση να ανταποκριθεί για μία ορισμένη περίοδο στη ρύθμιση για την εξαίρεση της κατοικίας από τη ρευστοποίηση. Για τις περιπτώσεις αυτές προβλέπεται η δυνατότητα συνεισφοράς του Δημοσίου. Ας μην παραβλέπεται, άλλωστε, ότι η βίαιη ρευστοποίηση της κατοικίας αδύναμων νοικοκυριών αναπόφευκτα θα οδηγούσε τα νοικοκυριά αυτά, έτσι κι αλλιώς, στο κοινωνικό σύστημα της παροχής επιδότησης ενοικίου. Έτσι, προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής αίτησης επιδότησης των δόσεων αποπληρωμής, με βάση τα κοινωνικά κριτήρια της νομοθετικής ρύθμισης για την επιδότηση ενοικίου, όπου η τοκοχρεολυτική δόση για την εξαίρεση της κατοικίας από τη ρευστοποίηση θα επέχει τη θέση του αντίστοιχου ενοικίου.

Προστασία αγροτικής περιουσίας

Το άρθρο 3 παρέχει τη δυνατότητα προστασίας της αγροτικής περιουσίας με αντίστοιχους με την προστασία της κατοικίας όρους.

Προϋπόθεση για την οικονομική και κοινωνική επανένταξη του υπερχρεωμένου οφειλέτη είναι αυτός να παραμείνει παραγωγικός, δηλαδή να μπορεί να καλύπτει τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης του ίδιου και της οικογένειάς του.

Ωστόσο, υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία τα οποία, αν ρευστοποιηθούν, ουσιαστικά αποκλείουν τον οφειλέτη από την άσκηση του μοναδικού επαγγέλματος, το οποίο με βάση την πείρα και τα προσόντα του είναι σε θέση να ασκήσει.

Τέτοια περίπτωση είναι αυτή των γεωργών ή των κτηνοτρόφων. Η ρευστοποίηση της ακίνητης αγροτικής περιουσίας ουσιαστικά οδηγεί στην περιθωριοποίηση των οφειλετών, οι οποίοι δυσχερώς θα μπορούσαν να ενσωματωθούν σε άλλη αγορά εργασίας. Ως εκ τούτου είναι εύλογο, με βάση τους σκοπούς της πτώχευσης του φυσικού προσώπου, να υπάρχει δυνατότητα εξαίρεσης των περιουσιακών στοιχείων που εξασφαλίζουν τη συνέχιση της παραγωγικότητας και την εργασιακή υπόσταση του οφειλέτη. Άλλωστε, στις περισσότερες περιπτώσεις, η αναγκαστική ρευστοποίηση της αγροτικής περιουσίας, ενόψει και των ηθών που επικρατούν στις αντίστοιχες περιοχές, είναι εξαιρετικά δυσχερής. Η δυνατότητα ρύθμισης με την αποπληρωμή ενός εύλογου για την εξαίρεση αυτή ποσού διασφαλίζει τελικά και την καλύτερη ικανοποίηση των πιστωτών.

Με το άρθρο 3 της τροπολογίας προβλέπεται, λοιπόν, η δυνατότητα του αγρότη οφειλέτη να ζητήσει την εξαίρεση από τη ρευστοποίηση τόσης αγροτικής ακίνητης περιουσίας του όσης θα του επιτρέπει να εξακολουθεί να ασκεί το επάγγελμά του και να διαφυλάττει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για τον ίδιο και την οικογένειά του. Το δικαστήριο κρίνει, με βάση τις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής, την έκταση που θα μπορούσε να προσλάβει η εξαίρεση ρευστοποίησης. Η διάσωση της αγροτικής περιουσίας συντελείται με ανάλογους όρους με αυτούς της κύριας κατοικίας, δηλαδή με την καταβολή μέσα από μία μακρόχρονη ρύθμιση της αξίας ρευστοποίησης των ακινήτων.

Προσωρινή προστασία

Το άρθρο 4 προβλέπει την προσωρινή προστασία της κατοικίας μέχρι την κήρυξη της πτώχευσης και τη ρύθμιση από το πτωχευτικό δικαστήριο της οφειλής του άρθρου 1. Εφόσον πιθανολογείται η αποδοχή του αιτήματος ο δικαστής αναστέλλει οποιαδήποτε διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης έχει εκκινήσει ή ήθελε προκύψει.

Δικαίωμα προαίρεσης του δανειολήπτη στην αγορά του δανείου

Με το άρθρο 5 της τροπολογίας κατοχυρώνεται το δικαίωμα προαίρεσης του δανειολήπτη στην αγορά του δανείου. Η πώληση των δανείων είναι μία δυσμενής εξέλιξη για τον οφειλέτη. Ο τελευταίος χάνει τη σχέση του με την τράπεζα την οποία εμπιστεύτηκε για τη λήψη του δανείου του και είναι υποχρεωμένος να έχει ως συνομιλητή μία ξένη, κατά κανόνα, μικρότερη εταιρία, η οποία, δίχως κοινωνική ευθύνη και εκτός ουσιαστικού εποπτικού πλαισίου, ενδιαφέρεται μόνο για το γρήγορο κέρδος και τη ρευστοποίηση των ασφαλειών του δανείου και ουδόλως για τη διατήρηση ή αποκατάσταση μίας ισορροπημένης και μακρόχρονης πιστωτικής σχέσης με τον οφειλέτη. Από την άλλη, η τράπεζα προκειμένου να μειώσει κινδύνους και να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις για κεφαλαιακή επάρκεια οδηγείται συχνά σε απαξίωση των δανειακών της χαρτοφυλακίων και τελικά των περιουσιακών της στοιχείων.

Η προτεινόμενη ρύθμιση λαμβάνει υπόψη τόσο τα συμφέροντα των τραπεζών όσο και των δανειοληπτών και περιλαμβάνει ασφαλιστικές δικλείδες για την αποτροπή πρόκλησης εικονικά ‘’κοκκινισμένων’’ δανείων.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τη ρύθμιση η τράπεζα υποχρεούται, πριν την πώληση του δανείου στα funds να δώσει στο δανειολήπτη τη δυνατότητα να αγοράσει ο ίδιος το δάνειο. Μάλιστα, όχι απαραίτητα στην ίδια τιμή με την τιμή πώλησης στο fund αλλά και σε υψηλότερη, γεγονός που εξασφαλίζει στην τράπεζα καλύτερες τιμές πώλησης που αντισταθμίζουν και τις ενδεχόμενες επιπτώσεις στην ομάδα των δανείων που προορίζονταν για πώληση. Συγχρόνως, ο δανειολήπτης, έχοντας πλέον μία σημαντική ελάφρυνση της οφειλής και καλύτερη προοπτική αποπληρωμής, μπορεί, αν όχι με τις δικές του δυνάμεις, να επιδιώξει είτε από πιστωτικά ιδρύματα είτε από το προσωπικό του περίγυρο, με ευνοϊκότερους όρους, την αναχρηματοδότηση της οφειλής του.

Το εν λόγω δικαίωμα προαίρεσης κατοχυρώνεται και όταν η πώληση επιχειρείται από το fund, δηλαδή την Εταιρεία Απόκτησης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις. Μόνο που στην περίπτωση αυτή η πρόσκληση προς τον οφειλέτη γίνεται στο ίδιο ποσόν με αυτό στο οποίο πρόκειται να προσφερθεί προς πώληση απαίτηση στην τράπεζα, δεδομένου ότι το fund έχει συμπεριλάβει στην τιμή αυτή το κέρδος 
του.
πηγή: thesocialist.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου