Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σπύρος Παναγιώτου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σπύρος Παναγιώτου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο Μπάιντεν παίζει με την παγκόσμια ειρήνη - Πυροδοτεί την άμεση εμπλοκή ΗΠΑ-Ε.Ε. στον πόλεμο της Ουκρανίας

    Η απόφαση του Μπάιντεν αποτελεί κίνηση δέσμευσης και δημιουργίας τετελεσμένων στην επερχόμενη διοίκηση Τραμπ. Θα ήταν λοιπόν αναμενόμενο να υπάρξει άμεση αντίδραση από την πλευρά του τελευταίου. Αντί αυτού, μέχρι στιγμής ο Τραμπ έχει επιλέξει μια εκκωφαντική σιωπή…


Σπύρος Παναγιώτου*

Καθώς συμπληρώνονται 1.000 μέρες από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, τα δυτικά ΜΜΕ όλο και πιο συχνά κάνουν αναφορές για τον κίνδυνο κατάρρευσης του ουκρανικού στρατού στα ανατολικά της χώρας υπό την αυξανόμενη πίεση των ρωσικών δυνάμεων. Αυτήν ακριβώς τη στιγμή ο απερχόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ Μπάιντεν αποφάσισε «αιφνιδιαστικά» να ρίξει λάδι στη φωτιά του πολέμου, κλιμακώνοντας στο έπακρο την αντιπαράθεση με τη Ρωσία και απειλώντας ευθέως την παγκόσμια ειρήνη.

Περίπου δύο μήνες πριν την κυβερνητική αλλαγή στις ΗΠΑ και, όπως καταγγέλλεται, χωρίς τη στοιχειώδη ενημέρωση του νέου εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ, ο Μπάιντεν αποφάσισε να δώσει την έγκρισή του στη χρήση αμερικάνικων πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς για πλήγματα εντός της Ρωσίας. Αν και η απόφαση διέρρευσε στον Τύπο ανώνυμα, επιβεβαιώθηκε έμπρακτα την επόμενη ημέρα, όταν τέτοιας κατηγορίας πύραυλοι κτύπησαν το έδαφος της Ρωσίας στην ευρύτερη περιοχή του Κουρσκ. Ακολούθησαν αμέσως μετά αντίστοιχες επιθέσεις με τη χρήση βρετανικών πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς.

Η απόφαση του Μπάιντεν αποτελεί κίνηση δέσμευσης και δημιουργίας τετελεσμένων στην επερχόμενη διοίκηση Τραμπ. Θα ήταν λοιπόν αναμενόμενο να υπάρξει άμεση αντίδραση από την πλευρά του τελευταίου. Αντί αυτού, μέχρι στιγμής ο Τραμπ έχει επιλέξει μια εκκωφαντική σιωπή…

Τετελεσμένα και εκκωφαντικές σιωπές

Η απόφαση Μπάιντεν στρατιωτικά σημαίνει ότι οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι τους εμπλέκονται άμεσα πλέον στον πόλεμο της Ουκρανίας. Και αυτό γιατί η χρήση τέτοιων πυραύλων δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί δίχως υποστήριξη από δορυφορικά συστήματα και χαρτογράφηση του εδάφους της Ρωσίας που διαθέτουν μόνο οι ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα, τόσο η επιλογή των στόχων όσο και η εκτόξευση και καθοδήγηση των πυραύλων γίνεται από Δυτικούς ειδικούς.

Από την άλλη πλευρά, πολιτικά αποτελεί μια κίνηση δέσμευσης και δημιουργίας τετελεσμένων στην επερχόμενη διοίκηση Τραμπ. Όπως είναι γνωστό, ο νέος εκλεγμένος πρόεδρος έχει δεσμευτεί προεκλογικά ότι θα επιβάλει με διαπραγματεύσεις άμεση ειρήνευση στην Ουκρανία – χωρίς βέβαια να εξηγεί πώς ακριβώς θα επιτευχθεί κάτι τέτοιο. Θα ήταν λοιπόν αναμενόμενο να υπάρξει άμεση αντίδραση από την πλευρά Τραμπ, αφού το πράσινο φως από τον Μπάιντεν συνιστά κίνηση που δυσχεραίνει την πολιτική του, και να φορτώσει την ευθύνη των συνεπειών αυτής της ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης του πολέμου στην απερχόμενη διοίκηση των ΗΠΑ.

Αντί αυτού, μέχρι στιγμής, έχει επιλέξει μια εκκωφαντική σιωπή. Διότι ούτε οι «αντιδράσεις» περί μη ενημέρωσης ούτε οι δηλώσεις του υιού Τραμπ στέκονται στο ύψος των περιστάσεων. Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο Τραμπ θα αξιοποιήσει την απόφαση Μπάιντεν μελλοντικά ως διαπραγματευτικό ατού έναντι της Μόσχας για την επιβολή της «ειρήνευσης» που σχεδιάζει. Είναι αδύναμη εξήγηση, επειδή κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί με ταυτόχρονη εκδήλωση της διαφοροποίησής του. Πιο πιθανό είναι να έχουμε πρόωρες ενδείξεις των συνεπειών του βαθύτατου ρήγματος στο εσωτερικό των ΗΠΑ, που όχι μόνο δεν έκλεισε με τις πρόσφατες εκλογές, αλλά θα εκδηλωθεί με εντεινόμενη οξύτητα το επόμενο διάστημα για όλες τις εκφάνσεις των επιλογών Τραμπ. Σε τελευταία ανάλυση, η πολιτική των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκακιέρα είναι πολύ σοβαρή υπόθεση ώστε να καθορίζεται από τη ρητορική ενός ανθρώπου, ακόμα και αν είναι ο εκλεγμένος πρόεδρος των ΗΠΑ.

Χαιρετίζει η Ευρωπαϊκή Ένωση!

Οι επικεφαλής της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, Μπορέλ και φον ντερ Λάιεν, έσπευσαν να χαιρετίσουν την αμερικάνικη απόφαση, σημειώνοντας την πρόθεση της Ε.Ε. «να σταθεί στο πλευρό της Ουκρανίας για όσο χρειαστεί». Αντίστοιχη στάση κρατήθηκε από τη Γαλλία και τη Βρετανία, που άλλωστε είχαν δώσει από καιρό τη δική τους έγκριση στο Κίεβο για αντίστοιχη χρήση των δικών τους οπλικών συστημάτων. Έγκριση χωρίς νόημα όσο οι ΗΠΑ δεν έδιναν την συγκατάθεσή τους…

Η αυτοκτονική στάση των ιθυνόντων της Ευρώπης έχει, σε αυτήν την περίπτωση, την εξήγησή της. Η ρητορική Τραμπ, κυρίως η πρόθεσή του να φορτώσει στην Ευρώπη όχι μόνο τις συνέπειες από τη μέχρι τώρα ρήξη των σχέσεών της με την Ρωσία, αλλά και ολόκληρο το κόστος συνέχισης του πολέμου στην Ουκρανία (ή ακόμα και τη διαχείριση της επόμενης ημέρας), προκαλούσε τρόμο. Το σχέδιο στρατιωτικοποίησης της ευρωπαϊκής οικονομίας και κοινωνίας, όσο και αν κυριαρχεί, δεν παύει να είναι ουτοπικό μπροστά στο ύψος των κεφαλαίων που απαιτεί μια αποκλειστικά ευρωπαϊκή διαχείριση του πολέμου.

Έτσι, η αμερικάνικη κλιμάκωση σήμερα, και τα τετελεσμένα απέναντι στις ασαφώς διακηρυγμένες προθέσεις του Τραμπ, εκλαμβάνονται ως ευκαιρία για τη συνέχιση της κατάστασης ως έχει. Για τους ιθύνοντες της Ε.Ε., δεν υφίσταται καμία ανησυχία για τις συνέπειες της ανεξέλεγκτης κλιμάκωσης του πολέμου!

Σφοδρές αντιδράσεις από τη Ρωσία

Αναμενόμενες ήταν οι αντιδράσεις της Ρωσίας. Ο Πούτιν υπέγραψε εσπευσμένα την αλλαγή του πυρηνικού δόγματος της χώρας του: το νέο δόγμα, ανάμεσα σε άλλα, προβλέπει τη δυνατότητα χρήσης πυρηνικών όπλων στην περίπτωση που η Ρωσία υποστεί ακόμη και συμβατική πυραυλική επίθεση, εάν η τελευταία υποστηρίζεται από πυρηνική δύναμη. Η Ρωσία δεν αρκέστηκε όμως να φωτογραφίσει με ακρίβεια τα όσα συμβαίνουν τώρα στο μέτωπο: σύμφωνα με αναφορές, ως προειδοποιητικό μήνυμα στη Δύση, εκτόξευσε προχθές διηπειρωτικό πύραυλο με συμβατική γόμωση σε ουκρανικό στόχο. Αναμένεται οπωσδήποτε σκληρή κλιμάκωση των πληγμάτων ρωσικών πυραύλων στην Ουκρανία, ως στοιχειώδης αντίδραση στην αβεβαιότητα του μεσοδιαστήματος μέχρι την ορκωμοσία Τραμπ.

Οι δυτικές προκλήσεις στην Ουκρανία στηρίζονται στη βεβαιότητα ότι οι ρωσικές απειλές είναι λόγια χωρίς αντίκρισμα. Φροντίζουν άλλωστε και τα δικά τους πλήγματα να είναι προσεγμένα, δοκιμάζοντας την ανοχή του αντιπάλου. Όλα αυτά όμως δεν είναι παρά παιχνίδια με τη φωτιά. Πρώτον, επειδή οι ανοχές έχουν ένα όριο, που όλο και πιο συχνά ξεπερνιέται, αλλά και επειδή δεν μπορούν να αποκλειστούν ανεξέλεγκτες προκλήσεις ή μεθοδευμένα και μη λάθη. Το διακύβευμα; Η ύπαρξη της ζωής στον πλανήτη. Μέχρι πότε αυτό το παιχνίδι θα είναι ανεκτό;
πηγή: e-dromos.gr

___________________________________________________

(*) Ο Σπύρος Παναγιώτου γεννήθηκε στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας, φοίτησε στην Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών. Υπήρξε εκδότης και αρθρογράφος σε πολιτικά περιοδικά και εφημερίδες και σήμερα είναι τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας «Δρόμος της Αριστεράς».

Αναζητείται λύση Πρεσπών και στο Αιγαίο

Νέες «επιτυχίες» της κυβερνητικής εξωτερικής πολιτικής...


Την αίθουσα της Γερουσίας στη Βουλή, στην κοινή συνεδρίαση της Υποεπιτροπής για τη Δημοκρατική Διακυβέρνηση και της Υποεπιτροπής για τις Διατλαντικές Σχέσεις της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΝΑΤΟ, αξιοποίησε ο εκπρόσωπος της τουρκικής αντιπροσωπείας, Οσμάν Ασκίν Μπακ για να εκφράσει, με τον πιο επιθετικό τρόπο τις θέσεις της τουρκικής διπλωματίας: «Η Τουρκία είναι η τελευταία πλευρά που έχει το φταίξιμο με την Κύπρο. 

Η Τουρκία έχει μεγαλύτερη ακτογραμμή προς το Αιγαίο. Είναι μια διαμάχη και προϋποθέτει διαπραγματεύσεις που μέχρι τώρα δεν έχουν γίνει κατορθωτές γιατί η ελληνική πλευρά εμμένει στις μονομερείς ενέργειες και ερμηνείες». Και συνέχισε: «Στην Κύπρο υπάρχουν δύο μέρη. Αν υπάρχει ανάγκη για υδρογονάνθρακες θα γίνει μετά την επίλυση ή με κοινή συμφωνία των δύο πλευρών για να μοιράζονται τις άδειες. Όταν όμως οι εξορύξεις σε μια περιοχή που ανήκει σε δύο περιοχές γίνονται μονομερώς αυτό δεν είναι αποδεκτό και έχει συνέπειες».

Θα ανέμενε κανείς μια αιτιολογημένη απάντηση από την ελληνική αντιπροσωπεία. Μάταια. Αντιθέτως είχαμε συνέχεια του γνωστού δόγματος του «κατευνασμού» του θηρίου.

«Σθεναρή» απάντηση

Η ελληνική αντιπροσωπεία, που αποτελείτο από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Κ. Δουζίνα και Χ. Καραγιαννίδη, σύμφωνα με τις διορθωτικές δηλώσεις που οι ίδιοι έκαναν μετά τις σχετικές δημοσιογραφικές αποκαλύψεις, ανταπάντησαν ότι δεν είναι αρμόδια αυτή η επιτροπή να ασχοληθεί με το θέμα και ότι αναζητείται μια συμφωνία ανάλογη με εκείνη των Πρεσπών για την «ειρηνική επίλυση μέσω συμβιβασμών» των ελληνοτουρκικών διαφορών με την προϋπόθεση της αμοιβαίας αναγνώρισης του Διεθνούς Δικαίου και του Δικαίου των Θαλασσών. Από την πλευρά του ο πρόεδρος της επιτροπής, Κ. Δουζίνας, διευκρίνισε ότι «αναφέρθηκα αναλυτικά στην κατοχή του 1/3 του νησιού από τα τουρκικά στρατεύματα, την απαίτηση της αποχώρησης του στρατού κατοχής και του τέλους των εγγυήσεων, τις οποίες ονόμασα ένα “αποικιοκρατικό απομεινάρι σε μια μετα-αποικιοκρατική εποχή”».

Ακόμα και με αυτές τις διευκρινήσεις το ερώτημα παραμένει. Τι ακριβώς διαπραγματεύεται η ελληνική κυβέρνηση και σε τι αποσκοπούν τα λεγόμενα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης; Ποιες είναι οι ελληνοτουρκικές διαφορές που αναγνωρίζει η κυβέρνηση;
Η ελληνική διπλωματία θα όφειλε να καταγγείλει την επιθετική συμπεριφορά της Τουρκίας και να πασχίζει για την διεθνή καταδίκη των απειλών της. Να πασχίζει για τη διεθνή απομόνωση της και να επιχειρεί να εξασφαλίσει συμμαχίες αποτροπής του σχεδίου της Άγκυρας για «επίλυση» μέσω απειλών και πολέμου των μονομερών βλέψεων της
Το πρόβλημα δεν είναι απλά ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει απλά το Δίκαιο της Θάλασσας. Το πρόβλημα είναι ότι η Τουρκία δεν αναγνωρίζει τη Συνθήκη της Λωζάννης που, μεταξύ άλλων, οριοθετεί τα σύνορα των δύο χωρών. Και μάλιστα δεν την αναγνωρίζει όχι στα πλαίσια μιας διπλωματικής ή νομικής διεργασίας αλλά στη πράξη χρησιμοποιώντας την στρατιωτική ισχύ και την συνεχή απειλή ενός θερμού επεισοδίου μεταξύ των δύο χωρών. Διατηρεί μια ισχυρότατη ένταση στο Αιγαίο που σταδιακά εξαπλώνει σε ολόκληρη τη Ν.Α. Μεσόγειο. Αμφισβητεί ανοικτά την διεθνώς αναγνωρισμένη ΑΟΖ της Κύπρου και απειλεί να ακυρώσει, με τη χρήση βίας, το ενεργειακό της πρόγραμμα. Διευρύνει συστηματικά τις διεκδικήσεις της έναντι της Ελλάδας φθάνοντας στο σημείο να αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία ακόμα και επί της Κρήτης. Εντείνει τις διπλωματικές της πρωτοβουλίες σε ολόκληρη την Βαλκανική στηρίζοντας κάθε απαίτηση των γειτονικών χωρών όχι μόνο επί θεμάτων προς συμφωνία (ΑΟΖ Ιονίου) αλλά και αυτής ακόμα της αναγνώρισης των σημερινών συνόρων μεταξύ Ελλάδας-Αλβανίας. Διατηρεί μονομερώς το casus belli και δεν χάνει ευκαιρία για προκλητικές επιθέσεις σε βάρος της χώρας.

Άλλη κατεύθυνση

Η ελληνική διπλωματία θα όφειλε να καταγγείλει αυτή την επιθετική συμπεριφορά από μια δήθεν σύμμαχο χώρα και να πασχίζει για την διεθνή καταδίκη των απειλών της. Να πασχίζει για τη διεθνή απομόνωση της, όχι μόνο στα πλαίσια των διεθνών οργανισμών που παίρνει μέρος (ΟΗΕ, Ε.Ε., ΝΑΤΟ), αλλά απευθυνόμενη σε όλα τα μέλη του πολυπολικού κόσμου (Κίνα, Ρωσία, Λατινική Αμερική, αραβικός κόσμος) να επιχειρεί να εξασφαλίσει συμμαχίες αποτροπής του σχεδίου της Άγκυρας για «επίλυση» μέσω απειλών και πολέμου των μονομερών βλέψεων της.

Τίποτα από όλα αυτά δεν γίνεται, εδώ και δεκαετίες. Αντίθετα η διατεταγμένη πολιτική υπαναχωρήσεων και κατευνασμού, που σήμερα εμπνέεται από το υπόδειγμα της Συμφωνίας των Πρεσπών, ενδυναμώνει τον τούρκικο επεκτατισμό και τον αποθρασύνει.

Την ίδια στιγμή η επιλογή της πλήρους ένταξης της χώρας στις επιλογές των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ στη Μ. Ανατολή και τα Βαλκάνια όχι μόνο δεν εξασφαλίζει εγγυήσεις για τη χώρα αλλά την οδηγεί σε διπλωματική απομόνωση από έως τώρα συμμάχους και την εκθέτει άμεσα στους τεράστιους κινδύνους που κρύβει η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσία σε ολόκληρη την περιοχή.
Σπύρος Παναγιώτου / Δρόμος της ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

Που το πάει η Τουρκία του Ερντογάν;

Αξιολογώντας έναν ταραξία σε μια ανατιναγμένη περιοχή.



του Σπύρου Παναγιώτου (*)

Είναι αδύνατο να γίνει κατανοητή η πολιτική της Τουρκίας σε Αιγαίο και Κύπρο αν στην εικόνα δεν συμπεριληφθούν οι δραματικές εξελίξεις σε ολόκληρη τη Μ. Ανατολή. Αν η ματιά δεν περιλάβει την Συρία ως το μεγάλο πεδίο αντιπαράθεσης των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων ΗΠΑ και Ρωσίας, αλλά και ως σημείο που οξύνονται οι ανταγωνισμοί και προετοιμάζονται συγκρούσεις μεταξύ ισχυρότατων περιφερειακών δυνάμεων όπως το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία, το Ιράν και βέβαια η Τουρκία.

Και ταυτόχρονα είναι δύσκολο να ερμηνευθούν τα όσα συμβαίνουν στη Συρία χωρίς να συνυπολογίσουμε ότι η πολυπλοκότητα του κουβαριού στη Μ. Ανατολή σχετίζεται με την αδυναμία των μεγάλων ιμπεριαλισμών, ιδιαίτερα των ΗΠΑ, να επιβάλλουν λύσεις σύμφωνα με τις επιλογές τους. Η παράταση του πολέμου, το άνοιγμα νέων μετώπων, οι ευμετάβλητες τριγωνικές συμμαχίες έρχονται να πιστοποιήσουν αυτήν ακριβώς την αδυναμία.

Ας συνοψίσουμε τα κρίσιμα σημεία που διαμορφώνουν τις εξελίξεις.

1. Η στρατιωτική εμπλοκή και η νίκη της Ρωσίας στο πόλεμο κατά του ISIS δεν διέσωσε απλά μια φιλική της κυβέρνηση αλλά ματαίωσε τα σχέδια των ΗΠΑ για πλήρη έλεγχο της Μ. Ανατολή τροποποιώντας υπέρ της την επιρροή και το συσχετισμό ισχύος στην περιοχή.

2. Η ματαίωση των αμερικάνικων σχεδίων και η απώλεια συμμάχων δεν σήμαναν την οριστική αποχώρηση των ΗΠΑ από την περιοχή. Αντίθετα ενίσχυσαν την συμμαχία τους με Ισραήλ και Σαουδική Αραβία, επέβαλαν τη διχοτόμηση της Συρίας με την παραμονή στρατιωτικών δυνάμεων τους στην Β.Δ. περιοχή της και επέτειναν την «υιοθέτηση» των Κούρδων με στόχο τη δημιουργία μιας ελεγχόμενης κουρδικής κρατικής οντότητας που, ως άλλο Ισραήλ, θα διασφαλίζει τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή.

3. Οι αμερικάνικοι σχεδιασμοί και η κατάληξη τους σε, έστω και προσωρινό, συμβιβασμό με τη Ρωσία οδηγούν στην επαναχάραξη των συνόρων στη Μ. Ανατολή.

4. Καμιά από τις ισχυρές περιφερειακές δυνάμεις, Ισραήλ, Τουρκία, Σαουδικής Αραβία δεν αισθάνεται ήσυχη από τις εξελίξεις. Όλες επεμβαίνουν ενεργά στα νέα δεδομένα με τους δικούς τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς.

Η παρουσία του 6ου στόλου εξασφαλίζει τα συμφέροντα της EXXON στη Κύπρο και απαιτεί «ακριβοδίκαιη μοιρασιά» με διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας

Η Τουρκία μπροστά σε διλήμματα, κίνδυνους και επιλογές


Η αλλαγή συνόρων στην Μέση Ανατολή συνιστά κίνδυνο που αφορά και την Τουρκία. Το σχέδιο δημιουργίας κουρδικού κρατιδίου στη Β.Δ. Συρία κλείνει, εν δυνάμει, τη δυνατότητα συγκρότησης ενός μεγαλύτερου μορφώματος που θα περιλαμβάνει τους Κούρδους του Ιράκ και της Ν.Α. Τουρκίας. Αυτό συνιστά «κόκκινο πανί» για την συντριπτική πλειονότητα του πολιτικού κόσμου της Τουρκίας και όχι μόνο για τον Ερντογάν. Τα όσα λέγονται για «φραστικές απειλές» εσωτερικής κατανάλωσης δεν στηρίζονται στα πραγματικά δεδομένα.

Η αμφισβήτηση της συνθήκης της Λωζάννης, που αφορά τα σύνορα τόσο στο Αιγαίο όσο και στη Μ. Ανατολή, διατυπώθηκε από την Τουρκία ως επιθετική γραμμή έναντι μιας ενδεχόμενης συρρίκνωσης της. Οι αναφορές Ερντογάν στα «σύνορα της καρδιάς μας», οι διεκδικήσεις σε Θράκη, Αιγαίο, Κύπρο, η προσπάθεια δημιουργίας «μουσουλμανικού τόξου» στη Βαλκανική, η ενεργή εμπλοκή στην Αφρική, η απόπειρα ανάδειξης του σε ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου αποτελούν στοιχεία μιας ενιαίας ενεργητικής διπλωματίας που αποσκοπεί να απαντήσει με επέκταση έναντι των αμερικάνικων σχεδίων συρρίκνωσης της Τουρκίας.

Και η πρόκληση είναι τόσο ισχυρή που οδηγεί την Τουρκία σε ανοικτή αντιπαράθεση με ΗΠΑ και Ε.Ε. με βασικό αντικείμενο την αναγνώριση της ως μιας ισχυρής οικονομικής και γεωπολιτικής δύναμης με λόγο και συμφέροντα στην περιοχή.

Η στρατηγική της Τουρκίας εδράζεται σε δύο άξονες. Πρώτα στην εκμετάλλευση του οικονομικού της μεγέθους και της γεωγραφικής της θέσης που την καθιστούν κρίσιμους παράγοντες των σχεδιασμών μιας βαθιά διχασμένης Δύσης. Οι διμερείς οικονομικές συμφωνίες με όλες τις χώρες της Ε.Ε. και η κοινή στάση του Δυτικού κόσμου να κρατούν χαμηλούς τόνους έναντι των Τουρκικών προκλήσεων, ώστε να μην απολεσθεί πλήρως η Τουρκία, μαρτυρούν τις ζυγισμένες δυνατότητες της τουρκικής διπλωματίες.
 
Δεύτερος άξονας της τουρκικής διπλωματίας είναι το τολμηρό οικονομικό, στρατιωτικό και γεωπολιτικό άνοιγμα προς την Ρωσία. Όλοι οι διεθνείς παράγοντες γνωρίζουν ότι η «συμμαχία» Ρωσίας Τουρκίας έχει μικρό βάθος. Άλλωστε τις δύο χώρες χωρίζουν σημαντικές διαφορές σε κρίσιμα ζητήματα. Διαφορές στην ρωσική πολιτική στην Ουκρανία, στις χώρες της Κασπίας ακόμα και στο μέλλον της Συρίας και του Άσαντ. Οι αντιθέσεις αυτές δεν πρόκειται να μένουν κάτω από το χαλί για μεγάλο διάστημα.

Προς στιγμή όμως η «συμμαχία» Ρωσίας-Τουρκίας εξυπηρετεί ταυτόχρονα Πούτιν και Ερντογάν. Ο πρώτος έχει πετύχει μια ορισμένη διάσπαση της συνοχής στην Ν.Α. πτέρυγα του ΝΑΤΟ που αποτελεί ανάσα στην προσπάθεια περικύκλωσης της Ρωσίας αλλά και στη στρατηγική του στη Μ. Ανατολή. Αξιοποιεί την Τουρκία έναντι ανεκτών, μέχρι στιγμής, ανταλλαγμάτων. Ο Ερντογάν από την πλευρά του βλέπει το άνοιγμα του στην Ρωσία ως παράγοντα που του έδωσε πλεονεκτήματα στην περιοχή. Πήρε δύο φορές «πράσινο φως» για μια παράνομη στρατιωτική εισβολή στη Συρία που του επιτρέπει να ελπίζει ότι θα έχει λόγο στην τελική διαμόρφωση του τοπίου στη περιοχή. Ενισχύθηκε με όπλα τελευταίας τεχνολογίας που τον καθιστά υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη έναντι των ανταγωνιστών του, Ισραήλ, Σαουδική Αραβία, Αίγυπτο κ.λπ. Αξιοποιεί το άνοιγμα του σε Πούτιν με ένα ατελείωτο παζάρι με τη Δύση και τις ΗΠΑ από το οποίο έχει μέχρι σήμερα ορατά και ως ένα βαθμό θετικά αποτελέσματα. Ας το δούμε…

Αντιπαροχές δυτικά


Η σταθερή, μελετημένη και τολμηρά αποφασιστική τουρκική διπλωματία μετρά ήδη επιτυχίες. Έχει επιβάλλει, παρά την κατάφωρη παραβίαση κάθε έννοιας Διεθνούς Δικαίου, να τις αναγνωρίζονται δικαιώματα που δεν της ανήκουν και τα οποία απορρέουν από την ισχύ της ως μεγάλη δύναμη. Είναι εκκωφαντική η σιωπή της Δύσης και της Ανατολής στα καθημερινά φαινόμενα αμφισβήτησης των συνόρων στο Αιγαίο, υποτιθέμενο ανατολικό σύνορο της Ε.Ε.

Είναι εκκωφαντική η σιωπή της διεθνούς κοινότητας μπροστά στην απόπειρα βύθισης του σκάφους της ελληνικής ακτοφυλακής στα Ίμια και πιο πρόσφατα στην ομηρεία των δύο Ελλήνων στρατιωτικών στον Έβρο.

Είναι η ιταλική κυβέρνηση που αποφάσισε την αποχώρηση του γεωτρύπανου της ENI από την κυπριακή ΑΟΖ αδιαφορώντας για τις υποχρεώσεις που απορρέουν από μια νόμιμη διεθνή εμπορική συμφωνία και ανακαλύπτοντας ξαφνικά διπλωματικές εμπλοκές. Τόσο που καθιστά νόμιμη τη σκέψη ότι ήταν σχεδιασμένη η παραχώρηση οικοπέδων της κυπριακής ΑΟΖ σε δυνάμεις που με τη στάση τους θα δικαιολογούσαν εκ των υστέρων της τουρκικές επιδιώξεις. Ακόμα και η αποφασιστικότητα της EXXON να προχωρήσει το δικό της πρόγραμμα στο Οικόπεδο 10, με την συνδρομή του 6ου στόλου, συνοδεύεται από την επισήμανση της ανάγκης μιας «ακριβοδίκαιης μοιρασιά του ενεργειακού πλούτου του νησιού ανάμεσα στις δύο κοινότητες».

Η θέση αυτή των ΗΠΑ παραπέμπει ευθέως όχι στην αναγνώριση κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, αναγνωρισμένου κράτους από τον ΟΗΕ και μέλους της Ε.Ε., αλλά στην επιβολή μια λύσης που προβλέπει την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την υποκατάσταση της από ένα διεθνές προτεκτοράτο υπό τον έλεγχο της Τουρκίας.

Αυτή είναι η κατάληξη μιας επιθετικής τουρκικής πολιτικής που με την απειλή βίας, την δημιουργία τετελεσμένων, τους εκβιασμούς και τη διεθνή πειρατεία δημιουργεί ευνοϊκές δυνατότητες για την Τουρκία σε όλο τον άξονα από τη Θράκη και το Αιγαίο ως την Κύπρο. Δημιουργεί τετελεσμένα για πρόσβαση σε ενεργειακές πόρους που δεν τους ανήκουν ή ακόμα και παραχωρήσεων εδαφικής κυριαρχίας ως μια μορφή ανταλλαγμάτων αν οι εξελίξεις στη Μ. Ανατολή εκτραπούν από τους αναμενόμενους συμβιβασμούς.

Η επιβεβαίωση αυτής της πολιτικής, η αποδοχή της από την ελληνική και κυπριακή ηγεσία, ως αναγκαία προϋπόθεση για την αναζήτηση μιας δήθεν «επωφελούς» λύση των ελληνοτουρκικών διαφορών και για τις δύο πλευρές είναι που αποθρασύνει ακόμα περισσότερο τις τουρκικές βλέψεις και επιθετικότητα και οδηγεί σε απώλειες εδαφών και κυριαρχίας.

Η φιλανδοποίηση Ελλάδας και Κύπρου, οι ψευδαισθήσεις για διεθνή απομόνωση της Τουρκίας που δημιουργεί δήθεν ένα «διπλωματικό πλεονέκτημα» είναι που φέρνει το κίνδυνο μια πολεμικής αναμέτρησης πιο κοντά.
 ______________________

(*) Ο Σπύρος Παναγιώτου γεννήθηκε στο Ξυλόκαστρο Κορινθίας, φοίτησε στην Ανωτάτη Γεωπονική Σχολή Αθηνών. Υπήρξε εκδότης και αρθρογράφος σε πολιτικά περιοδικά και εφημερίδες και σήμερα είναι τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας «Δρόμος της Αριστεράς».
πηγή:  e-dromos.gr

Τι θέλουν Ρωσία και Τουρκία ξανά στο παζάρι;

 Ανάμεσα στις κινήσεις αυτές, δύο φαντάζουν πιο σημαντικές: Η επανεκκίνηση της συνεργασίας για την κατασκευή πυρηνικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Ακούγιου, στα παράλια της Μ. Ασίας και βέβαια το ξεμπλοκάρισμα της κατασκευής του Turkish Stream, του αγωγού μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου στην Τουρκία και μέσω αυτής στην υπόλοιπη Ευρώπη..

  • Επιδιώξεις και δυσκολίες πίσω από την «επαναπροσέγγιση»  
  • Στο παιχνίδι των διπλωματικών εκβιασμών και οι ενεργειακές ροές
Η συνάντηση Πούτιν – Ερντογάν δεν συνοδεύτηκε από θεαματικές αλλαγές στις, ασαφείς και ρευστές, γεωπολιτικές ισορροπίες της ταραγμένης Μέσης Ανατολής. Στην κοινή συνέντευξη Τύπου, οι δύο πλευρές ανακοίνωσαν σειρά μέτρων με στόχο να αναθερμανθεί το κλίμα της μεταξύ τους οικονομικής συνεργασίας, που είχε παγώσει μετά την κατάρριψη του ρώσικου αεροσκάφους στα σύνορα της Συρίας. Τουρισμός, εμπορικές συναλλαγές, ξεμπλοκάρισμα μεγάλων έργων, όλα αυτά είναι σημαντικά για τις δύο χώρες, δεν συνιστούν όμως ανατροπή ισορροπιών και περιορισμένη σημασία έχουν, σε τελευταία ανάλυση, για τη Δυτική συμμαχία.

Ανάμεσα στις κινήσεις αυτές, δύο φαντάζουν πιο σημαντικές: Η επανεκκίνηση της συνεργασίας για την κατασκευή πυρηνικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Ακούγιου, στα παράλια της Μ. Ασίας και βέβαια το ξεμπλοκάρισμα της κατασκευής του Turkish Stream, του αγωγού μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου στην Τουρκία και μέσω αυτής στην υπόλοιπη Ευρώπη (1).

Ακόμα και για το θέμα αυτό, οι δύο πλευρές έκαναν ιδιαίτερα προσεκτικές δηλώσεις. Ανακοίνωσαν ότι συμφώνησαν να συσταθεί κοινή ομάδα εργασίας για τον αγωγό, ενώ όπως διευκρίνισε, αμέσως μετά τη συνάντηση Πούτιν – Ερντογάν στην Αγία Πετρούπολη, ο υπουργός Ενέργειας της Ρωσίας Α. Νόβακ, το έργο θα υλοποιηθεί μόνο εάν υπάρξουν ευρωπαϊκές εγγυήσεις για την κατασκευή του. Σε αντίθετη περίπτωση, μπορεί να προχωρήσει μόνο η μια γραμμή, αυτή της τροφοδοσίας της Τουρκίας με φυσικό αέριο.

Η δήλωση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία μιας και Ουάσιγκτον και Ε.Ε. είναι πολέμιοι του Turkish Stream. Θεωρούν ότι το έργο έχει αποκλειστικά πολιτικό στόχο, την παράκαμψη της Ουκρανίας και τη συνέχιση της αποκλειστικής τροφοδοσίας της Ε.Ε. με ρωσικό φυσικό αέριο. Την ίδια στιγμή, επιταχύνουν την κατασκευή αγωγού τροφοδοσίας της Ευρώπης με αζέρικο φυσικό αέριο, εγχείρημα στο οποίο εμπλέκονται ενεργειακοί κολοσσοί των ΗΠΑ. Σε αυτό το σχέδιο εντάσσεται και η στήριξη στα δύο ελληνικού ενδιαφέροντος έργα, τον αγωγό IGB (Ελλάδας – Βουλγαρίας) και το τερματικό υγροποιημένου αερίου (LNG) της Αλεξανδρούπολης, το οποίο θα μπορούσε να τροφοδοτείται με αμερικανικό υγροποιημένο αέριο.

Βαθύτερες και δυσεπίλυτες αντιθέσεις

Η οικονομική συνεργασία που ανακοίνωσαν Ρωσία και Τουρκία πάντως, όσο και να είναι σημαντική για τις δύο χώρες, παραμένει η «εύκολη πλευρά» των διμερών τους σχέσεων. Η Ρωσία από την πλευρά της, γνωρίζει ότι παρά την ένταση των σχέσεων της Τουρκίας με ΗΠΑ και Ε.Ε., δεν είναι εφικτή μια συνολική ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων στη περιοχή. Γνωρίζει ακόμα ότι οι σχέσεις της Άγκυρας με ΗΠΑ και ΝΑΤΟ δεν μπορούν να διαρραγούν  εύκολα, ενώ ο ίδιος ο Ερντογάν αξιολογείται σαν απρόβλεπτος παράγοντας.

Το σημαντικότερο είναι ότι η Μόσχα αντιλαμβάνεται πως σημαντικές γεωστρατηγικές βλέψεις και σχεδιασμοί χωρίζουν τα δύο κράτη. Η σύσταση κουρδικού κράτους στα νότια σύνορα της Τουρκίας αποτελεί επιλογή της ρωσικής διπλωματίας, ενώ η Τουρκία, όπως γνωρίζουν οι πάντες, θεωρεί καταστροφική μια τέτοια εξέλιξη για τη συνοχή του τουρκικού κράτους. Σημαντικές διαφορές ανάμεσα στις δύο χώρες, καθώς έχουν αντιτιθέμενα συμφέροντα και σφαίρες επιρροής, υπάρχουν επίσης στα μέτωπα της Μαύρης Θάλασσας, του Καυκάσου, της Μέσης Ανατολής και της Κεντρικής Ασίας.

Το «κλείσιμο της αντιπαράθεσης» ανάμεσα στις δύο χώρες σήμερα δεν σχετίζεται στο παραμικρό με κάποια διευθέτηση των βαθύτερων διαφορών τους. Μέχρι το μέλλον να κρίνει τις εξελίξεις, η Ρωσία επιχειρεί κυνικά να εκμεταλλευτεί κάθε ευκαιρία και να διευρύνει κάθε ρήγμα στη δυτική συμμαχία για να προωθήσει τα ιδιαίτερα οικονομικά και γεωπολιτικά της συμφέροντα. Το σημαντικό είναι ότι τις ίδιες εκτιμήσεις – προβλέψεις κάνουν τόσο η Άγκυρα, όσο και η Ουάσιγκτον και το ΝΑΤΟ.

Παρά αυτούς τους περιορισμούς, το διπλωματικό και γεωστρατηγικό παιχνίδι στη περιοχή δεν είναι ούτε απόλυτα προβλέψιμο, ούτε προκαθορισμένης κατάληξης. Καθώς παρεμβαίνουν και άλλες δυνάμεις, με πιο σημαντική την αντίσταση του κουρδικού λαού αλλά και τη ριζοσπαστικοποίηση εκατοντάδων εκατομμυρίων του διάσπαρτου σουνιτικού στοιχείου στην περιοχή, τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο. Οι εξελίξεις σε Ιράκ και Αφγανιστάν, επιβεβαιώνουν άλλωστε ότι τα ιμπεριαλιστικά σχέδια, παρά τη σημαντική στρατιωτική δύναμη στην οποία βασίζονται, δεν επιτυγχάνουν πάντα τους σκοπούς τους.

Κλιμακώνεται η κόντρα Τουρκίας – Δύσης

Οι εξελίξεις αυτές συντελούνται καθώς κλιμακώνεται η λεκτική και διπλωματική αντιπαράθεση της Τουρκίας με τη δυτική συμμαχία. Πρόσφατα, η τούρκικη διπλωματία πρόσθεσε δυο σημαντικές παραμέτρους στην αντιπαράθεση με τη Δύση. Κατηγόρησε ευθέως ένα αμερικάνικο ινστιτούτο, το Κέντρο Γούντροου Ουίλσον, για συμμετοχή στην προετοιμασία του πραξικοπήματος του Ιουλίου, ενώ παράλληλα ενέπλεξε σε αυτό και τη Μοσάντ. Η ευθεία κατηγορία των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών αναμφισβήτητα θα επιδράσει στην, πολύ πρόσφατη, προσπάθεια εξομάλυνση των σχέσεων Τουρκίας και Ισραήλ. Μένει να δούμε το βάθος αυτής της νέας τροπής των εξελίξεων.

Η Ουάσιγκτον αντέδρασε προσεκτικά στις νέες κατηγορίες της τούρκικης πλευράς και με λιτό τρόπο το αμερικάνικο υπουργείο Εξωτερικών σημείωσε: «Αυτή του είδους η θεωρία συνωμοσίας, η εμπρηστική ρητορική… δεν εξυπηρετεί απολύτως τίποτε».

Την ίδια στιγμή, ο πρόεδρος της Τουρκίας κατηγορεί την ηγεσία της Ε.Ε. ότι με τη στάση της, ουσιαστικά στήριξε τους πραξικοπηματίες και ότι αδιαφορεί για τη σταθερότητα του καθεστώτος της Άγκυρας με τις υποκριτικές ανησυχίες της για τη «συνταγματική τάξη» στη Τουρκία.

Τη στιγμή που οι Ευρωπαίοι ιθύνοντες απειλούν με διακοπή των ενταξιακών διαδικασιών της Τουρκίας, ιδίως αν εφαρμοσθεί η θανατική ποινή, η Άγκυρα απαιτεί την άμεση απελευθέρωση της ελεύθερης διακίνησης Τούρκων πολιτών στην Ε.Ε. και προειδοποιεί ότι αν δεν τηρηθούν οι ευρωπαϊκές δεσμεύσεις, θα ακυρωθεί η συμφωνία Ε.Ε. – Τουρκίας για το Μεταναστευτικό με συνέπεια να επανεμφανισθεί το φαινόμενο της απρόσκοπτης διακίνησης προσφύγων και μεταναστών από το Αιγαίο.

Όριο αυτής της κλιμακούμενης διπλωματικής αντιπαράθεσης είναι η πρόθεση του καθεστώτος Ερντογάν να αποσπάσει τη στήριξη ή τη σιωπή των Ευρωπαίων ιθυνόντων στο κύμα εκκαθαρίσεων στο εσωτερικό της χώρας με στόχο την ανάκτηση του πλήρους ελέγχου της κρατικής διοίκησης. Στόχος που μοιάζει εφικτός, παρά την ανησυχία της δυτικής συμμαχίας για την προοπτική να συγκεντρωθούν απόλυτες εξουσίες στα χέρια ενός «ενοχλητικού και απρόβλεπτου» πολιτικού σαν τον Ερντογάν.

Οι πρόσφατες δηλώσεις του Γενικού Γραμματέα του ΝΑΤΟ ότι δεν τίθεται θέμα διάρρηξης των σχέσεων Τουρκίας και ΝΑΤΟ και ότι ο Οργανισμός στηρίζει απόλυτα τον νόμιμα εκλεγμένο πρόεδρο της Τουρκίας, είναι ενδεικτικές των προθέσεων και των ορίων που έχει η πολιτική της Δύσης.

Ο ρόλος της Τουρκίας παραμένει ισχυρός για το ΝΑΤΟ, η επαναπροσέγγιση Ρωσίας – Τουρκίας κινείται μέσα σε αποδεκτά όρια, και όλα αυτά καθορίζουν το βάθος των στρατηγικών αποφάσεων της δυτικής συμμαχίας. Αυτό καθόλου δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρχουν και νέες προσπάθειες για «τρικλοποδιές» στο μέλλον. Προς το παρόν, νέα δεδομένα και τάσεις αναμένεται να φανούν στην επόμενη προγραμματισμένη επίσκεψη του Τζον Κέρι στην Άγκυρα στα τέλη Αυγούστου. Το καλοκαίρι θα παραμείνει πολύπλευρα θερμό στη περιοχή μας.
 
(1) Πρόκειται για έργο που σχεδιάστηκε σε αντικατάσταση του αγωγού «South Stream I», που ματαιώθηκε μετά από παρέμβαση της Ε.Ε. και στοχεύει -όπως και ο προκάτοχός του- στην παράκαμψη της Ουκρανίας για τη μεταφορά ρωσικού αερίου στη Νότιο και Κεντρική Ευρώπη. Είχε ανακοινωθεί για πρώτη φορά τον Δεκέμβριο του 2014 από τον πρόεδρο Πούτιν κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στη Τουρκία. Ο αρχικός σχεδιασμός του Turkish Stream προέβλεπε 4 γραμμές μεταφοράς, συνολικής δυναμικότητας 63 δισ. κ.μ. αερίου, εκ των οποίων τα 14 δισ. και η μία τουλάχιστον γραμμή θα είχε αποκλειστικό προορισμό την Τουρκία. Αργότερα, το συνολικό δυναμικό μεταφοράς του αγωγού μειώθηκε στα μισά (32 δισ. κ.μ.).
Σπύρος Παναγιώτου / Δρόμος της ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ