Μήνυμα του ΠτΔ, Πρ. Παυλόπουλου, προς Σκόπια, Τουρκία και Ε.Ε. (vid)

Μήνυμα προς την ΠΓΔΜ, την Τουρκία αλλά και προς τους Ευρωπαίους εταίρους έστειλε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος από τη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο της παρουσίασης του πολιτικού αρχείου των Ελλήνων του Πόντου 1916-1924 στην Εύξεινο Λέσχη.




ΜHNYMA προς τα Σκόπια, την Τουρκία και τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως εκείνες που δεν τηρούν τους όρους πλήρως τους όρους αλληλεγγύης, ανθρωπισμού, δημοκρατίας και δικαιοσύνης στο θέμα της κοινής αντιμετώπισης της προσφυγικής κρίσης, έστειλε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, κατά την ομιλία του στην εκδήλωση για την παρουσίαση του Πολιτικού Αρχείου των Ελλήνων του Πόντου (1916-1924), στην Εύξεινο Λέσχη Θεσσαλονίκης.

"Οι ηγέτες του κράτους των Σκοπίων πρέπει να συνειδητοποιήσουν εγκαίρως ότι με διεκδικήσεις ονομάτων που επιχειρούν να παραχαράξουν την ιστορία αλλά και με συρματοπλέγματα παραπετάσματος και πράξεις βαρβαρότητας εναντίον των προσφύγων, παραβιάζουν απροκαλύπτως τις Ευρωπαϊκές αρχές και αξίες και δεν έχουν έτσι θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό είναι σαφές και αδιαπραγμάτευτο", επισήμανε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας.

Για το Πολιτικό Αρχείο των Ελλήνων του Πόντου (1916-1924) ο κ. Παυλόπουλος είπε ότι "έρχεται να φωτίσει μιαν από τις πιο σημαντικές πτυχές της ελληνικής ιστορίας του 20ου αιώνα. Ιδίως δε τεκμηριώνει το ότι το κίνημα των Νεοτούρκων διέπραξε, κατά την περίοδο 1914-1923, την αποτρόπαιη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, που κατά τους μετριότερους υπολογισμούς στοίχισε τη ζωή περίπου 400.000 Ελλήνων" και υπογράμμισε: "Θα επαναλάβω, για μιαν ακόμη φορά, ότι η μνήμη και αυτής της Γενοκτονίας δεν συντηρείται άσβεστη για λόγους εκδίκησης εναντίον εκείνων που την διέπραξαν, αλλά για να μην επιτρέψουμε, στο διηνεκές, να διαπραχθούν νέα εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας".

"Το μήνυμα τούτο είναι εξαιρετικά επίκαιρο και διδακτικό σήμερα, στη δίνη της προσφυγικής κρίσης που βιώνουμε, και την οποία πρέπει ν' αντιμετωπίσουμε υπό όρους Ανθρωπισμού, Δημοκρατίας και Δικαιοσύνης. Ενώ τους στυγνούς τρομοκράτες, που δολοφονούν μαζικώς αθώους ανθρώπους, πρέπει να τους αντιμετωπίσουμε όπως τους δράστες εγκλημάτων κατά της Ανθρωπότητας", συνέχισε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και παρατήρησε: "Εμείς, οι Έλληνες, οι οποίοι έχουμε ως ιστορική παρακαταθήκη το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και τον πολιτισμό που διαμόρφωσε καθώς και τον θεσμό του Ικέτη, πράττουμε και θα πράξουμε στο ακέραιο το ανθρωπιστικό μας καθήκον έναντι των προσφύγων. Το ίδιο, όμως, πρέπει να πράξουν και οι λοιποί εταίροι μας εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπό όρους πλήρους αλληλεγγύης. Όσοι δε -εκείνοι οι γνωστοί, ευτυχώς λίγοι- δεν το πράττουν ως σήμερα, θα πρέπει, ακόμη και με την επιβολή των αναγκαίων κυρώσεων, ν' αντιληφθούν ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια ιδέα και ένα αντίστοιχο θεσμικό και πολιτικό οικοδόμημα, το οποίο στηρίζεται στις αντηρίδες του ανθρωπισμού, της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης. Άρα η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι καταφύγιο για φοβικούς λαούς ούτε σκάφος που ταξιδεύει με σημαίες πολιτικής ευκαιρίας".

ΣΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ της εκδήλωσης ο πρόεδρος της Ευξείνου Λέσχης Θεσσαλονίκης Ιωάννης Αποστολίδης επέδωσε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σε ένδειξη τιμής πιστό αντίγραφο της σημαίας του ποθούμενου κράτους των Ελλήνων του Πόντου που σχεδιάστηκε το 1919 και δείχνει τον μονοκέφαλο αετό επί του σώματος της ελληνικής σημαίας.Η σημαία αυτή περιλαμβάνεται στο πολιτικό αρχείο των Ελλήνων του Πόντου μαζί με άλλα ντοκουμέντα.


ΦΩΦΗ ΓΕΝΝΗΜΑΤΑ: Ζητά συνεργασία με Σταύρο και Γιώργο για τον 3ο πόλο!

Οι επιστολές εστάλησαν στα πλαίσια της πρότασης της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για τη συγκρότηση μιας πολιτικής συμμαχίας όλων των δυνάμεων του Ριζοσπαστικού Κέντρου με στόχο τον 3ο πόλο...


ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ προς τον επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρο Θεοδωράκη και τον πρόεδρο του Κινήματος Δημοκρατών Σοσιαλιστών Γιώργο Παπανδρέου, με την όποια ζητεί συνάντηση μαζί τους, απέστειλε σήμερα η Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και Επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Φώφη Γεννηματά.

Οι επιστολές εστάλησαν στα πλαίσια της πρότασης της Δημοκρατικής Συμπαράταξης για τη συγκρότηση μιας πολιτικής συμμαχίας όλων των δυνάμεων του ριζοσπαστικού Κέντρου, του δημοκρατικού Σοσιαλισμού, της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, της ανανεωτικής Αριστεράς και της πολιτικής Οικολογίας.

Το πλήρες κείμενο της επιστολής: Φώφης Γεννηματά:


«Η χώρα καθημερινά βυθίζεται όλο και περισσότερο από την ανικανότητα και τα αδιέξοδα της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ.

Την ίδια ώρα στον χώρο της δεξιάς, έχει ήδη καταστεί φανερό ότι πίσω από το «κεντρώο μεταρρυθμιστικό» προσωπείο, κρύβονται οι γνωστές αποτυχημένες αδιέξοδες, νεοφιλελεύθερες και εθνικιστικές λογικές.

Διαμορφώνονται καθημερινά συνθήκες εθνικής ασφυξίας και το ερώτημα που πλανάται στην κοινωνία είναι αν το πολιτικό σύστημα θα ανταποκριθεί στην ιστορική του ευθύνη.

Μέσα σε αυτές τις δραματικές συνθήκες αναδύεται πιο επιτακτικά από ποτέ η ανάγκη διαμόρφωσης μιας προοδευτικής πρότασης διακυβέρνησης για τη χώρα, γύρω από την οποία θα συσπειρωθούν οι δημιουργικές δυνάμεις του τόπου.

Για τις πραγματικές αλλαγές και τις προοδευτικές μεταρρυθμίσεις που θα εξασφαλίσουν την υπέρβαση της κρίσης, την ανάπτυξη και την ανασυγκρότηση της χώρας και το μέλλον της νέας γενιάς.

Είναι μια απαίτηση όλων των προοδευτικών και δημοκρατικών πολιτών, που διαλύει εγωισμούς, εμμονές, παθογένειες και λάθη που ταλάνισαν το χώρο μας.

Είναι μια ανάγκη που μας ξεπερνά όλους.

Πριν λίγο καιρό διατύπωσα ως επικεφαλής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης δημοσίως μια συγκεκριμένη πρόταση για τη συγκρότηση μιας πολιτικής συμμαχίας όλων των δυνάμεων του ριζοσπαστικού Κέντρου, του δημοκρατικού Σοσιαλισμού, της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας, της ανανεωτικής Αριστεράς, της πολιτικής Οικολογίας.

Μιας συμμαχίας όλων των δυνάμεων του προοδευτικού χώρου, που μπορεί από κοινού να σχεδιάσει και να υλοποιήσει μια πρόταση ελπίδας για την ελληνική κοινωνία.

Με στόχο την δημιουργία ενός ισχυρού, κυρίαρχου προοδευτικού πόλου εξουσίας, που θα διεκδικήσει την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού, που θα μπορεί να καθορίσει εξελίξεις, με αυτοδύναμη στρατηγική και αποφασιστικό ρόλο.

Γιατί αυτό έχει ανάγκη η χώρα.

Γνωρίζω ότι και εσείς συμφωνείτε με την ανάγκη και έχετε εκφράσει την βούληση για την ενότητα του προοδευτικού χώρου.

Γνωρίζω επίσης καλά ότι τίποτα δεν είναι εύκολο και ότι σε μια τέτοια προσπάθεια απαιτείται να προστατεύσουμε τις ειλικρινείς προθέσεις τερματίζοντας οριστικά μια εποχή καχυποψίας.

Εμείς κάναμε το πρώτο βήμα με την Δημοκρατική Συμπαράταξη (ΠΑΣΟΚ– ΔΗΜΑΡ- Κινήσεις Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία) στις εκλογές του Σεπτεμβρίου που έτυχε σημαντικής ανταπόκρισης και δημιούργησε θετική δυναμική στην κοινωνία.

Πιστεύω ότι είναι η στιγμή να κάνουμε το επόμενο βήμα.

Χωρίς αλαζονεία, καπελώματα, μηχανισμούς, μικρομεγαλισμούς αλλά με αλληλοσεβασμό, προστατεύοντας την ειλικρίνεια των προθέσεων όλων.

Να ξεκινήσουμε μαζί μια βαθιά πολιτική διαδικασία στην οποία θα προτάξουμε πρώτα και κυρίαρχα τις προοδευτικές θέσεις και αξίες που μας ενώνουν.

Γιατί οι πολίτες περιμένουν πρώτα τα πολιτικά προτάγματα.

Ο χώρος δεν έχει ανάγκη συγκολλήσεις στελεχών ή μηχανισμών.

Έχει ανάγκη ένα πολιτικό bigbang ελπίδας στη βάση που θα προκαλέσει ξανά το ενδιαφέρον της ελληνικής κοινωνίας.

Είναι πιστεύω ώρα να προχωρήσουμε με την ισότιμη συμμετοχή όλων των κομμάτων, και συλλογικοτήτων του Δημοκρατικού Προοδευτικού χώρου, σε ένα πολιτικό-προγραμματικό διάλογο, που θα οδηγεί στην διατύπωση κοινών θέσεων για όλα τα μεγάλα θέματα της χώρας.

Ο ανοιχτός δημοκρατικός διάλογος θα πρέπει να δώσει πρωταγωνιστικό ρόλο και λόγο στους προοδευτικούς πολίτες σε όλη τη χώρα, σε αντιδιαστολή με ελιτίστικες λογικές και «αυθεντίες» που εξαντλούνται σε συζητήσεις πίσω από κλειστές πόρτες ερήμην της κοινωνίας.

Είναι αναγκαίο λοιπόν να προχωρήσουμε στην συγκρότηση επιτροπής, με αντιπροσώπευση όλων των κομμάτων και συλλογικοτήτων που θα οργανώσει αυτόν τον πολιτικό διάλογο.

Επιτροπή με τα κατάλληλα πρόσωπα που κάθε κόμμα ή συλλογικότητα θα υποδείξει.

Επιτροπή που θα λειτουργήσει με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και θα πρέπει να καταλήξει, σε συγκεκριμένη Πρόταση-Εισήγηση για το νέο κοινό Προγραμματικό Πλαίσιο που θα αποτελέσει την πολιτική βάση και προϋπόθεση της μεγάλης προοδευτικής συμμαχίας που επιδιώκουμε.

Η όλη διαδικασία δεν πρέπει να γίνει με προχειρότητα και βιασύνη, αλλά και δεν μπορεί να εκφυλιστεί σε ατέρμονη διαδικασία που δεν καταλήγει και ακυρώνει στην πράξη το εγχείρημα.

Μια τέτοια εξέλιξη ανεξαρτήτως προθέσεων στην πράξη ενισχύει τον κίνδυνο εγκλωβισμού των πολιτών στο αδιέξοδο δίπολο Ν.Δ.-ΣΥΡΙΖΑ.

Στόχος μας επομένως είναι η διαμόρφωση ενός νέου πολυκομματικού, ομόσπονδου φορέα, με διατήρηση της αυτονομίας των υφιστάμενων κομμάτων, και με τελικό σταθμό την εκλογή επικεφαλής από την βάση χωρίς αποκλεισμούς.

Στο πλαίσιο αυτό τα Κοινοβουλευτικά κόμματα μπορούν να συντονίσουν την δράση και τις πρωτοβουλίες τους στην Βουλή.

Με τη βεβαιότητα ότι όλοι έχουμε την συναίσθηση της ευθύνης να ανταποκριθούμε στο έντονο και αγωνιώδες αίτημα της ενότητας του χώρου, πιστεύω ότι πρέπει να προγραμματίσουμε άμεσα μια συνάντηση, για να συζητήσουμε και να σχεδιάσουμε μαζί τα επόμενα βήματα.

Να στήσουμε μέτωπα αξιών και θέσεων απέναντι στη συντήρηση και τον λαϊκισμό.

Να τελειώσουμε την εποχή πολυδιάσπασης του χώρου μας.

Να αναδείξουμε μια πραγματικά προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης για τον τόπο.

Είναι ιστορική επιταγή».

Με εκτίμηση

Φώφη Γεννηματά

Αλ. Τσίπρας: Πράξη η κοινή αντιμετώπιση του προσφυγικού – «Φρένο» σε παράλογες τουρκικές απαιτήσεις (vid)


ΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ  του για τη συμφωνία που επετεύχθη μεταξύ ΕΕ-Τουρκίας εξέφρασε ο πρωθυπουργός μετά την ολοκλήρωση της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες, σημειώνοντας, σύμφωνα με την ert.gr, ότι ανακόπηκαν παράλογες απαιτήσεις της Άγκυρας. «Σήμερα έγινε πράξη η κοινή αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης» δήλωσε ο Αλέξης Τσίπρας σημειώνοντας ότι πλέον μπαίνουν «στο ψυγείο» τα σχέδια μονομερών ενεργειών.



«Πετύχαμε το καλύτερο που μπορούσαμε να πετύχουμε»


ΣΗΜΕΙΩΝΟΝΤΑΣ ότι αυτό που πριν από 15 ημέρες έμοιαζε με εγκαταλελειμμένο σχέδιο, δηλαδή η κοινή συμφωνία Ε.Ε. – Τουρκίας,και οι περισσότεροι προσανατολίζονταν σε μονομερείς ενέργειες, με τον κίνδυνο η Ελλάδα να μετατραπεί σε «αποθήκη ψυχών», σήμερα, τόνισε, το σχέδιο αυτό πλέον γίνεται κοινή απόφαση της ΕΕ.

Ο πρωθυπουργός έκανε λόγο για σημαντική διπλωματική επιτυχία, αναφέροντας ότι «αθόρυβα μεν αλλά πολύ αποτελεσματικά αντιμετωπίστηκαν από κοινού με την Κύπρο παράλογες απαιτήσεις στο Κυπριακό από πλευράς Τουρκίας».

«Δεν κλειστήκαμε στο καβούκι μας και την αμέσως επόμενη ημέρα της προηγούμενης συνόδου κορυφής πήγαμε στην Σμύρνη και η επίσκεψη αυτή έθεσε τις βάσεις για την σημερινή απόφαση. Όποιος τολμά με σχέδιο και δεν περιχαρακώνεται έχει επιτυχίες» σημείωσε.

Ο πρωθυπουργός ανέφερε ότι αυτό έγινε «χωρίς κορώνες», αλλά με την εφαρμογή συγκεκριμένου σχεδίου ώστε οι απαιτήσεις της Τουρκίας για άνοιγμα των 5 ενταξιακών κεφαλαίων που έχει παγώσει η Κύπρος και του κεφαλαίου 31 για την εξωτερική πολιτική και άμυνα που πάγωσε η Ελλάδα, να φύγουν από τον τραπέζι. Αντ’ αυτού, είπε, άνοιξαν άλλα κεφάλαια, και επιταχύνεται η διαδικασία απελευθέρωσης της βίζας για τους Τούρκους πολίτες στην ΕΕ.

Μάλιστα ευχαρίστησε τον πρόεδρο της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος, δέχτηκε το άνοιγμα του κεφαλαίου 33 -το οποίο είχε παγώσει ο Σαρκοζί- ώστε να προχωρήσει η συμφωνία.

«Η επίλυση του προσφυγικού έρχεται μόνο μέσα από το δρόμο της ευρωτουρκικής συνεργασίας», τόνισε ο πρωθυπουργός.

Όπως είπε, η επιτυχής εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό, αλλά και η πορεία των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό, θα αποτελέσει και προϋπόθεση για να προωθηθεί η ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας στην ΕΕ που είναι στρατηγικός στόχος για την Άγκυρα. Όπως είπε, ο Αλέξης Τσίπρας, το στόχο αυτό υποστηρίζει η Ελλάδα και η Κύπρος.

Για να μπορέσει να λειτουργήσει η συμφωνία θα πρέπει να εξασφαλίσουμε μείωση των προσφυγικών ροών μέσα από τρία φίλτρα, σημείωσε ο πρωθυπουργός.

Τα φίλτρα αυτά είναι:
  • Χτύπημα των διακινητών στις τουρκικές ακτές, με διάλυση των δικτύων και των υποδομών τους
  • Η επιχείρηση του ΝΑΤΟ με την Τουρκία να άρει τα προσκόμματα
  • Ισχυρά αντικίνητρα σε πρόσφυγες και μετανάστες για να μην καταφεύγουν σε διακινητές, όπως το ότι θα χάνουν την προτεραιότητά τους στη διαδικασία επανεγκατάστασης
Επίσης υπογράμμισε ότι η υλοποίηση της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας θα είναι στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας και τα αιτήματα ασύλου θα εξετάζονται εξατομικευμένα, όπως προβλέπει η συνθήκη της Γενεύης.

Πετύχαμε το καλύτερο που μπορούσαμε να πετύχουμε και πρέπει να δουλέψουμε σκληρά για να αντιμετωπίσουμε τη δύσκολη κρίση που βιώνουμε, δήλωσε ο πρωθυπουργός και απηύθυνε έκκληση στους πρόσφυγες της Ειδομένης να πάνε σε ασφαλείς υποδομές.

Για το θέμα Μουζάλα: Θα βρεθεί η χρυσή τομή


ΕΡΩΤΗΘΕΙΣ από δημοσιογράφους για τις προθέσεις του σε σχέση με τον αναπληρωτή υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής και αν ο Γιάννης Μουζάλας θα είναι αυτός που θα υλοποιήσει τη συμφωνία που επετεύχθη, ο Αλέξης Τσίπρας ανάφερε πως κατά τη Σύνοδο χρειάστηκε να δουλέψουν σκληρά και αυτά ήταν ζητήματα «δευτερευούσης σημασίας», τα οποία θα αντιμετωπιστούν στην ώρα τους.

«Όλοι αντιλαμβάνεστε ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας έχουν τα καλά τους και τις δυσκολίες τους», δήλωσε ο πρωθυπουργός και εξέφρασε την πεποίθηση ότι θα βρεθεί η χρυσή τομή όταν θα συναντηθεί με τον υπουργό Άμυνας, Πάνο Καμμένο, μετά την επιστροφή του από τις ΗΠΑ. Παράλληλα, εξήρε την επιτυχημένη συνεισφορά τόσο του Γ. Μουζάλα όσο και του Π. Καμένου σε αυτή τη δύσκολη προσπάθεια.

Για την αξιολόγηση: Θα ζητηθούν απαντήσεις από όσους θέλουν περισσότερα από τα συμφωνηθέντα


ΕΞΑΛΟΥ ερωτηθείς αν στη σημερινή Σύνοδο Κορυφής είχε την ευκαιρία να συζητήσει το θέμα της αξιολόγησης, ο πρωθυπουργός απάντησε ότι σε κάθε Σύνοδο έχει την ευκαιρία να κουβεντιάσει για αυτό το θέμα.

Ο Αλέξης Τσίπρας επανέλαβε πως η ελληνική πλευρά θα τηρήσει πλήρως τα συμφωνηθέντα του Ιουλίου, τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. «Όσοι ζητούν περισσότερα θα πρέπει να κληθούν να δώσουν απαντήσεις για το αν το κάνουν επειδή έχουν επιχειρήματα, ή επειδή έχουν άλλους στόχους και σκοπούς», ανέφερε ο πρωθυπουργός, σημειώνοντας ότι σύντομα θα κληθούν να απαντήσουν.

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ: Η διάψευση του Γιώργου Παπανδρέου για το ΔΝΤ που... διαψεύστηκε! [Video]

 
Οι διαψεύσεις του Γιώργου Παπανδρέου που... διαψεύστηκαν(!!!) πολλές φορές, κράτησαν για αρκετό καιρό. Η σημαντικότερη ήταν αυτή που έγινε μπροστά στην επιτροπή χρηματοπιστωτικής κρίσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στις 18 Μαρτίου 2010, μιλώντας στην επιτροπή χρηματοπιστωτικής κρίσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είπε μεταξύ άλλων: «...Λαμβάνουμε ήδη τα μέτρα του ΔΝΤ χωρίς τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από αυτό» και πρόσθεσε «εάν προσφύγουμε στο ΔΝΤ δεν θα μας ζητηθούν πρόσθετα μέτρα, έχουμε ήδη μιλήσει μαζί τους. Όμως, προτιμώ μια ευρωπαϊκή λύση...»

*****

Από το Δεκέμβριο του 2009 κυκλοφορούσε η φήμη πως η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου θα προσέφευγε στο ΔΝΤ. Εφημερίδες και μέσα θυμήθηκαν τη δήλωση του Κώστα Σημίτη στη βουλή τον Δεκέμβριο του 2008, όταν και είχε πει πως «αν η Ελλάδα έχει δυσκολίες δανεισμού θα έχει δοθεί η αφορμή (...) ώστε η λύση του προβλήματος να επιζητηθεί μάλλον με προσφυγή στο ΔΝΤ», κατηγορώντας τότε την Νέα Δημοκρατία πως η προσφυγή στο ΔΝΤ θα έρθει ως απόρροια της πολιτικής της.

Οι διαψεύσεις της συγκεκριμένης φήμης ξεκίνησαν έντονα όταν κλιμάκιο του ΔΝΤ επισκέφτηκε τη χώρα στις 4 Δεκεμβρίου του 2009 και διαπίστωσε «εκρηκτική δυναμική χρέους». Οι επαφές με τον Ντομινίκ Στρος Καν (τότε πρόεδρος του ΔΝΤ) δεν είναι «πονηρές», αλλά γίνονται λόγω σοσιαλιστικής ιδεολογικής συγγένειας, ανακοινώνει το ΠΑΣΟΚ. Ο Παπανδρέου αρνείται κατηγορηματικά την προσφυγή.


Μετά από πολλές... διαψεύσεις, φτάνουμε στις 18 Μαρτίου και στην πιο επίσημη διάψευση του ίδιου του Γιώργου Παπανδρέου για την προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Μιλώντας στην επιτροπή χρηματοπιστωτικής κρίσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είπε μεταξύ άλλων: «...Λαμβάνουμε ήδη τα μέτρα του ΔΝΤ χωρίς τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από αυτό» και πρόσθεσε «εάν προσφύγουμε στο ΔΝΤ δεν θα μας ζητηθούν πρόσθετα μέτρα, έχουμε ήδη μιλήσει μαζί τους. Όμως, προτιμώ μια ευρωπαϊκή λύση...». Το παράθυρο λοιπόν άνοιξε αλλά ξαναέκλεισε χωρίς κρότο. Ο Γιώργος Παπανδρέου ουσιαστικά διέψευσε κάτι που πλέον είχε γίνει αδιάψευστο ακόμα και μέσα στα λεγόμενά του.

Ένα περίπου μήνα αργότερα, ο πρωθυπουργός μεταβαίνει στο Καστελόριζο και ζητά την ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης. Στις 3 Μαΐου, υπογράφεται το μνημόνιο, που προέβλεπε χορήγηση 110 δισ. ευρώ στην ελληνική κυβέρνηση. Ήταν η αρχή του τέλους για την πολιτική σταδιοδρομία του τότε προέδρου του ΠΑΣΟΚ.

Τον Φεβρουάριο του 2011, ο Στρος Καν αποκαλύπτει πως οι συζητήσεις μεταξύ του ιδίου και του Έλληνα πρωθυπουργού είχαν ξεκινήσει από το Δεκέμβριο του 2009. Δυο μόλις μήνες μετά τις εκλογές. Οι διαψεύσεις που ακολούθησαν κράτησαν πέντε ολόκληρους μήνες, μέχρι να φτάσουμε στο Καστελόριζο. Τόπο που όπως είπε αργότερα ο Παπανδρέου επέλεξε για να αναδείξει το Καστελόριζο σε πρώτο πλάνο παγκοσμίως και γι’ αυτό θα έπρεπε να χειροκροτηθεί.


Οι διαψεύσεις που... διαψεύστηκαν λοιπόν, κράτησαν για αρκετό καιρό. Η σημαντικότερη ήταν αυτή που έγινε μπροστά στην επιτροπή χρηματοπιστωτικής κρίσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Όχι μόνο για την επισημότητα του περιβάλλοντος της δήλωσης ή επειδή πλέον δεν υπήρχαν πολλές λέξεις για να το αρνηθεί. Αλλά και γιατί ακριβώς δυο χρόνια αργότερα, στις 18 Μαρτίου του 2012, έπαψε να είναι αρχηγός του κόμματος που ίδρυσε ο πατέρας του...
πηγή: e-daily.gr

Η (ρωσική) νίκη στη Συρία: Μερικές απλές σκέψεις

Η Δαμασκός έχει θέσει εκ νέου υπό τον έλεγχό της ένα μεγάλο μέρος των κατοικημένων εδαφών της χώρας. Και πράγματι, αν δεν ήταν οι δικές μας Αεροδιαστημικές Δυνάμεις, τότε η ενωμένη Συρία θα μπορούσε να μην υπάρχει σήμερα...


 
Η Ρωσία προφανώς αναδείχθηκε και εδώ νικήτρια — κατόρθωσε να διαμορφώσει ένα «ξεκάθαρο σημείο καμπής»...  

Ντμίτρι Κοσίρεφ, πολιτικός συντάκτης πρακτορείου MIA "Rossiya Segodnya"

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΡΩΣΙΚΩΝ στρατιωτικών και αεροδιαστημικών δυνάμεων από τη Συρία αποτέλεσε ένα γεγονός που έλαβε διεθνή ειδησεογραφική διάσταση. Οι απαντήσεις στην ερώτηση «γιατί φεύγουν» ποικίλουν. Το ζήτημα προβληματίζει περισσότερο ιδίως εκείνους που δεν αντιλαμβάνονταν γιατί οι ένοπλες δυνάμεις μας (σ.σ. της Ρωσίας) βρέθηκαν εκεί.

Σε μια τέτοια περίπτωση είναι ιδιαίτερα δύσκολο (και σημαντικό) να εκφραστούν οι πιο απλές σκέψεις αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους πήγαν και αποχώρησαν. Για παράδειγμα, να διατυπωθεί η εξής σκέψη: πρόκειται για μια καθαρή νίκη. Οι βασικοί στόχοι της επιχείρησης επετεύχθησαν.

Κάτι ξέχασαν


Αν ρίξετε μια ματιά στις χαοτικές εκτιμήσεις των Αμερικανών για το γεγονός —από τις δηλώσεις του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα ως τις γνώμες των ειδικών- τότε, έχετε στραφεί σε μια αρκετά τυπική αναφορά. Απ' αυτήν την επιμελή επιλογή δηλώσεων και απόψεων, απουσιάζει ένα κρίσιμο και συγκεκριμένο στοιχείο: ποιος ήταν ο πρώτος και βασικός στόχος που επιδιώχθηκε μέσω της ρωσικής στρατιωτικής δράσης.

Όχι, δεν ήταν η εξομάλυνση της κατάστασης στη Συρία. Ήταν η οριστική αναχαίτιση της νικηφόρας προέλασης του «Ισλαμικού Κράτους» (ΙΚ). Όπως είναι γνωστό, πρόκειται για μια οργάνωση που έχει τεθεί εκτός νόμου στη Ρωσία, ενώ ως "εγχείρημα" έχει πλέον κατατροπωθεί και σχεδόν κατασταλεί.

Μήπως θυμάστε τι συνέβαινε πριν από ένα χρόνο; Η εμφανισθείσα- από το πουθενά- τρομοκρατική οργάνωση με τη βάρβαρη, απάνθρωπη ιδεολογία, η οποία καταστρέφει εκ των έσω την παγκόσμια θρησκεία του Ισλάμ, κατέλαβε το δυτικό τμήμα του Ιράκ και το ανατολικό τμήμα της Συρίας. Το ΙΚ ακολούθησαν εκατοντάδες εθελοντές (που έπεσαν θύματα στρατολόγησης) από την Ευρώπη, την Ασία και τη Μέση Ανατολή. Και αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι ότι, κανείς δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει αυτή την ανώμαλη κατάσταση.

Πόσα κράτη συμμετείχαν στην υποτιθέμενη συμμαχία κατά του Ισλαμικού Κράτους, της οποίας υποτίθεται είναι επικεφαλής οι ΗΠΑ; Υπολογίζεται περίπου 60. Μάλιστα, λέγεται ότι κατάφεραν και κάποια αεροπορικά πλήγματα.

Αλλά, το ΙΚ επέκτεινε τα εδάφη του, βομβάρδιζε και προέβη σε τρομοκρατικές ενέργειες στο Παρίσι, αποκεφάλιζε τους ομήρους του. Και όλα αυτά έγιναν από μια αυτοαποκαλούμενη ομάδα ανταρτών, η οποία αριθμεί 30 χιλιάδες άτομα και δραστηριοποιήθηκε επιτυχώς στο χώρο της προπαγάνδας. Τίποτα δεν προκαλεί έκπληξη. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της διεθνούς αδράνειας.

Και να που αυτό το φαινόμενο εξαλείφθηκε πια. Το όραμα του χαλιφάτου από τον Ευφράτη ως το Μαρόκο έχει τελειώσει. Κάποιοι από τους παράγοντές του σκοτώθηκαν από τις επιθέσεις των ρωσικών Αεροδιαστημικών Δυνάμεων, άλλοι έπεσαν νεκροί από τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς, άλλοι δραπέτευσαν στη Λιβύη και αλλού, ενώ κάποιοι άλλοι καλό θα ήταν να αναζητηθούν μεταξύ των προσφύγων στην Ευρώπη.

Η ιδανική νίκη επί του χαλιφάτου θα ήταν κάπως έτσι: δύο μέτωπα, τα οποία να πιέζουν τις κατεχόμενες περιοχές από δύο πλευρές. Τους επιζήσαντες αρχηγούς τους φυλακίζουν σε στρατόπεδο και αρχίζουν να συζητούν μαζί τους. Τι άλλο θα θέλατε να συμβεί, αφού ακόμα και μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου είναι γνωστό ότι πολλοί ναζιστές άρχισαν να υπηρετούν την Αμερική. Και τώρα βλέπουμε τη Σαουδική Αραβία, την Τουρκία και άλλες χώρες- οι οποίοι υποτίθεται ότι ανησυχούσαν πρωτίστως για το Ισλαμικό Κράτος —αν δεχθούμε ότι τους ανησύχησε και ποτέ. Και παρ' όλο που σ' αυτόν τον πόλεμο δεν υπήρχε καμία ενιαία συμμαχία, εμείς νικήσαμε. Και όταν λέμε «εμείς» εννοούμε τη Ρωσία και τη Συρία. Ας διευκρινίσουμε τον όρο: Για την ακρίβεια αλλάξαμε την έκβαση του πολέμου.

Οι κανόνες του παιχνιδιού


Ας μιλήσουμε τώρα για τη Συρία. Πράγματι, αυτή ήταν η δεύτερη προτεραιότητά μας στον πόλεμο, εφ' όσον η ιδέα του παγκόσμιου χαλιφάτου, που θα εκτείνονταν σε αχανή εδάφη και που θα είχε στην κατοχή του πυρηνικά όπλα (το ΙΚ οπωσδήποτε θα αποκτούσε και απ' αυτά), είναι πολύ πιο τρομακτική, σε σχέση με την καταστροφή ενός ακόμη (ας υποθέσουμε, μετά, από τη Λιβύη) κάποτε ακμάζοντος κράτους.

Παρεμπιπτόντως, είναι γενικώς χρήσιμη άσκηση η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων σε «πρώτη, δεύτερη και τρίτη».

Σ΄αυτήν την κατεύθυνση, μία από τις αιτίες της υποτονικής πολιτικής των ΗΠΑ συνίσταται στο ότι περιέπλεξαν τις προτεραιότητες. Στην αρχή πίστευαν ότι η πρώτη προτεραιότητα ήταν να ανατρέψουν το καθεστώς στη Συρία, και όταν εμφανίστηκε το ΙΚ, θα έπρεπε είτε να πολεμήσουν εναντίον του είτε να ανατρέψουν το καθεστώς στη Συρία. Τελικά, βρέθηκαν σε δύσκολη θέση.

Η Ρωσία προφανώς αναδείχθηκε και εδώ νικήτρια —κατόρθωσε να διαμορφώσει ένα «ξεκάθαρο σημείο καμπής».

Η Δαμασκός έχει θέσει εκ νέου υπό τον έλεγχό της ένα μεγάλο μέρος των κατοικημένων εδαφών της χώρας. Και πράγματι, αν δεν ήταν οι δικές μας Αεροδιαστημικές Δυνάμεις, τότε η ενωμένη Συρία θα μπορούσε να μην υπάρχει σήμερα. Και τώρα έχουμε την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ (δηλαδή μια απόφαση με υποχρεωτική εφαρμογή), σύμφωνα με την οποία η χώρα πρέπει, βάσει των αποτελεσμάτων κάθε σχετικής διαπραγμάτευσης, να διατηρήσει την ακεραιότητά της.

Θα μπορούσε αυτή η ακεραιότητα να παραβιαστεί από ενδεχόμενη επέμβαση της Σαουδικής Αραβίας και της Τουρκίας; Ενδεχομένως δεν θα ήθελαν να υποστηρίξουν (και πρωτίστως οι ΗΠΑ) μια τέτοια επέμβαση. Θα ήταν μια ανεπίτρεπτη ενέργεια, ιδίως δε από ηθικής και νομικής άποψης.

Και αυτή η απόφαση προέκυψε ως αποτέλεσμα και της δικής μας δουλειάς. Το ίδιο ισχύει και για το ότι η συριακή αντιπολίτευση διεξάγει, αυτή τη στιγμή στη Γενεύη, διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση της Συρίας. Ναι, κι αυτό η Ρωσία το πέτυχε (για τι πράγμα και με ποιον θα συνομιλούσε η αντιπολίτευση, εάν είχε πέσει το καθεστώς;). Και συνεχίζει να το κάνει. Μεταξύ αυτών, στο έδαφος της συριακής επικράτειας, όπου οι εμπειρογνώμονές μας διεξήγαγαν και διεξάγουν διαπραγματεύσεις με στελέχη της αντιπολίτευσης, στην κυριολεξία, από χωριό σε χωριό.

Επίσης, επετεύχθη, αυτό για το οποίο οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι "φώναζαν" επί μήνες — η οργανωμένη διανομή της ανθρωπιστικής βοήθειας. Χωρίς τους διάφορους ανόητους ανθρωπιστικούς διαδρόμους (τους οποίους σχεδίαζαν πολύ ωραία στο χάρτη, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα από τα σημεία άμεσης δράσης).

Όλα τα παραπάνω σημαίνουν ότι οι διαπραγματεύσεις στη Γενεύη έχουν τώρα μια ευκαιρία. Φυσικά, οι ήρωες του χθες σε αυτές τις διαπραγματεύσεις μπορούν για πολύ καιρό να βγουν τρέχοντας από την αίθουσα και τείνοντας απεγνωσμένα το χέρι να απαιτήσουν κάτι. Αλλά κάτι τέτοιο το περιμένεις από αυτούς.

Ποια η κατάληξη αυτής της προσπάθειας σε σχέση με την ίδια τη Συρία; Σε αυτήν τη δευτερεύουσας σημασίας κατάσταση η Ρωσία πέτυχε αυτό το οποίο κατόρθωσε και στη διεθνή σκηνή. Έδειξε πώς πρέπει να ομαλοποιούνται παρόμοιες καταστάσεις σε απόλυτη συμφωνία με το διεθνές δίκαιο. Δε λέω ότι «γράφουμε σ' αυτόν τον κόσμο τους κανόνες του παιχνιδιού» —έτσι θα το έθεταν μόνο οι Αμερικανοί. Εξάλλου, δεν τους γράφουμε (σ.σ. τους κανόνες). Τους τηρούμε και συμμετέχουμε στη συλλογική τους διατύπωση.

Ακόμη μια νίκη: εμείς δεν αφήσαμε πίσω μας, όπως κάνουν οι Αμερικανοί, ένα κατεστραμμένο κράτος (ας θυμηθούμε και πάλι τη Λιβύη, το Ιράκ και πολλά άλλα). Αφήσαμε πίσω μας μια Συρία που κατάφερε να επιβιώσει, να πιστέψει στον εαυτό της, να οπλιστεί ξανά και να αναπνεύσει. Από εκεί και πέρα, η ίδια (σ.σ.η Συρία) είναι υποχρεωμένη να αποφασίσει για τη μοίρα της, επειδή πρόκειται για τη δική της μοίρα. Αλλά υπάρχει μια σαφής και κοινή αντίληψη ότι η Συρία θα έχει στη διάθεσή της τη βοήθεια κάποιου, εάν ζητήσει ξανά μια τέτοιου είδους βοήθεια. Παρεμπιπτόντως, γι' αυτό το λόγο δεν είναι καν υποχρεωτικό να υπάρχει η παρουσία των δυνάμεων της στρατιωτικής μας αεροπορίας στο έδαφος της Συρίας. Μπορούμε να καταφέρουμε πλήγματα, όπως είδαμε, από την περιοχή της Κασπίας Θάλασσας, πετυχαίνοντας τους στόχους μας.

Και στην τελευταία θέση (πολύ σεμνά) θα έθετα έναν τέτοιο παράγοντα, όπως είναι η στρατιωτική μας τεχνολογία και γενικά οι δυνατότητες των στρατιωτικών μας δυνάμεν που είχαν υποτιμηθεί κατά το παρελθόν, αλλά εξέπληξαν όλο τον κόσμο σήμερα.

Δεν είμαι βέβαιος ότι τέτοιοι στόχοι είχαν τεθεί, εκ των προτέρων, από τη Μόσχα. Αλλά, αυτό που έγινε, ό,τι κι αν πούμε ήταν κάτι ευχάριστο.
πηγή: ria.ru

Για την αναγκαία «αποσυριζοποίηση» της Αριστεράς

Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι μόνο η ηθική/πολιτική προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ ή η προδοσία του δημοψηφίσματος του Ιουλίου –κάτι κάτι που υπήρξε και δεν πρέπει να εκμηδενίζεται ως ζήτημα...



...αλλά κυρίως το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ήδη πριν από την ανάληψη της εξουσίας ένα κόμμα μάλλον δικτυακής σοσιαλφιλελεύθερης εξουσίας, παρά γνήσιου ρεφορμισμού, και ένας αντίστοιχος ιδεολογικός κρατικός μηχανισμός του αστικού κράτους υπό διαμόρφωση.

Μέρος πρώτο: η περίπτωση του Αριστερού Ρεύματος, του Δημήτρη Μπελαντή


1. Εισαγωγή: Η ανάγκη "αποσυριζοποίησης" της Αριστεράς 


Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ στη χώρα μας και διεθνώς αντιμετωπίζει μια οξεία κρίση στρατηγικής, φυσιογνωμίας, κοινωνικής και πολιτικής παρέμβασης. Μια κρίση, εν πολλοίς, υπαρξιακής επιβίωσης. Το να συζητάς, αυτή τη στιγμή, για την πιθανότητα μιας ορατής νέας κυβερνητικής εμπειρίας της Αριστεράς στην Ελλάδα, πέρα από πολιτικά εξόφθαλμο λάθος, είναι και αισθητικά γραφικό: είναι μια περιθωριακή πολιτική πρακτική. 

Το κεντρικό πρόβλημα αυτής της παρούσας κρίσης στην Ελλάδα είναι ο υπαρκτός ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα, δηλαδή, το οποίο εγκατέλειψε το προηγούμενο καλοκαίρι την εφαρμογή του προγράμματός του, ενός στην πραγματικότητα μίνιμουμ φιλολαϊκού κεϋνσιανού προγράμματος, με όψεις αναδιανομής αλλά χωρίς καμία πραγματική οικονομική βάση και στόχευση, ενός προγράμματος, το οποίο ηθελημένα δεν είχε στόχους ρήξης με το κεφάλαιο (απαλοιφή του συνεδριακού στόχου για κοινωνικοποίηση τραπεζών και ανάκτηση ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων, άρνηση κοινωνικοποίησης στρατηγικών επιχειρήσεων, άρνηση μονομερούς διαγραφής του χρέους κ.α.)· ενός προγράμματος που σαφέστατα θεωρούσε ότι οι αλλαγές αυτές μπορούν να πραγματοποιηθούν εντός της Ευρωζώνης, και σε κάθε περίπτωση εντός της ΕΕ, εγκαταλείποντας τη θέση «καμία θυσία για το ευρώ». 

Το λεγόμενο «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης», παρότι δικαίως παραπονεθήκαμε για τη μνημονιακή του εγκατάλειψη, ήταν ένα πρόγραμμα θνησιγενές και μεσοβέζικό. Πολύ ριζοσπαστικό για να εφαρμοστεί, πολύ συντηρητικό και ανεπαρκές για να αποτελέσει βάση μιας πραγματικής ριζοσπαστικής διεξόδου για την χώρα. Η εισαγωγή `του προγράμματος αυτού αποτέλεσε, το Σεπτέμβριο του 2014, μια συνολική δεξιά μετατόπιση του πολιτικού άξονα του ΣΥΡΙΖΑ ενόψει των βουλευτικών εκλογών. Ακόμη και η αριστερή αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ, μπαίνοντας στο πλαίσιο «Θεσσαλονίκη», μετατοπίστηκε δεξιά. Το «Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» αντανακλούσε όχι μόνο τους σοβαρούς συμβιβασμούς που είχε η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ ήδη πραγματοποιήσει με το κεφάλαιο και τον ιμπεριαλισμό (από τον ΣΕΒ στο Τέξας και από το Βερολίνο στο Κόμο), αλλά και τη διάθεση για ακόμη βαθύτερους συμβιβασμούς, από την στιγμή που θα αναλάμβανε την εξουσία. Όλη η τότε και λίγο αργότερα ηγετική ομάδα γύρω από τον Τσίπρα ήθελε να απορροφήσει απλώς την δυσαρέσκεια από την κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου, αποποιούμενη κάθε εμπλοκή σε κοινωνικούς αγώνες και κινήματα και δεχόμενη την ήττα τους (η περίφημη θέση ότι όλα θα επιλυθούν «πολιτικά», δηλαδή κοινοβουλευτικά), αποδεσμευόμενη από κάθε συλλογική δημοκρατική λειτουργία του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ και οργανώνοντας ένα κόμμα-καρτέλ συμφερόντων με έναν ιδιόμορφο καταμερισμό: στελέχη του πολιτικού ρεαλισμού (όπως ιδίως ο Γ. Δραγασάκης ή ο Γ. Σταθάκης ή ο Δ. Παπαδημούλης) διακήρυσσαν προς το σύστημα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα «ωριμάσει βιαίως», ενώ άλλοι, πιο «αριστεροί» της πλειοψηφίας, (χωρίς να χαρίζω όλη την πλειοψηφία στον Τσίπρα και τους χειρισμούς του) διευκόλυναν για μεγάλο διάστημα με φραστικούς «εξτρεμισμούς» (π.χ. τα περί «ταξικής μεροληψίας» ή τα περί δήθεν αναδιανεμητικής πολιτικής ή τα περί ριζοσπαστικοποίησης της ΕΕ) το πέρασμα των πολιτικών της πρώτης ομάδας στα συλλογικά όργανα. Αυτές οι κατανεμημένες τακτικές δεν ήταν πρωτότυπες, καθώς έχουν διακρίνει ιστορικά όλα τα αριστερά σοσιαλιστικά κόμματα ή σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην πρώτη πορεία τους προς την κυβερνητική εξουσία. Επίσης, στην πρώτη περίοδο μετά το Γενάρη του 2015, μια σειρά από κεντρικές επιλογές, όπως η συμμαχία με τους ΑΝΕΛ ή η υπερψήφιση του κ. Παυλόπουλου στο αξίωμα του ΠτΔ, απλώς ανακοινώθηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα και αμέσως περιβλήθηκαν από το αίτημα για κομματική πειθαρχία. 

Η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ δεν αμφισβήτησε ουσιαστικά αυτές τις καίριες επιλογές, αλλά απλώς ψέλλισε κάποιες διαμαρτυρίες. Επίσης, δεν μπορούμε να ξεχάσουμε ότι ο σήμερα λαλίστατος κ. Βαρουφάκης ήταν ο πρωταγωνιστής της μνημονιακής συμφωνίας της 20ης Φλεβάρη, δεν αμφισβήτησε το χρέος και την πληρωμή του, δεν αμφισβήτησε το μάζεμα των αποθεματικών του Δημοσίου ως εγγύηση του χρέους και έθεσε αρνητικά ζήτημα μη μονομερούς κατάργησης των μνημονιακών ρυθμίσεων. Το ότι στην συνέχεια διαφοροποιήθηκε τον τιμά, αλλά αυτή η διαφοροποίηση άργησε πάρα πολύ να επισυμβεί. 

Όπως είχα επισημάνει σε ένα κείμενό μου κατά το χρόνο ψήφισης του τρίτου Μνημονίου («Το τέλος του σχεδίου ΣΥΡΙΖΑ: πέντε καταρρεύσεις σε μια νύχτα», Αύγουστος 2015), το σχήμα ενός καλού σχεδίου ΣΥΡΙΖΑ που «ξαφνικά πέρσι το καλοκαίρι» προδόθηκε από την ομάδα Τσίπρα είναι ένα αφελές και ψευδές ερμηνευτικό σχήμα. Βοηθάει τελικά, με την εμπειρία και των έξι μηνών που μεσολάβησαν, μόνο εκείνες τις προσπάθειες που στηρίζονται στην λογική «καταψηφίστε/αποδομήστε τον κακό ΣΥΡΙΖΑ και δώστε μια ευκαιρία στον καλό ΣΥΡΙΖΑ 2 όσων αποχώρησαν ή διαφοροποιήθηκαν». Είναι λάθος, γιατί δεν βάζει μια άλλη εναλλακτική λογική για το αστικό κράτος και τη σχέση της ριζοσπαστικής Αριστεράς με αυτό. Είναι λάθος, γιατί δεν κατανοεί ότι όλος ο ΣΥΡΙΖΑ από το 2012 ως το 2015 δομήθηκε ως οιονεί και δυνάμει κρατικό-κυβερνητικό κόμμα: ως χώρος μελλοντικού μοιράσματος κρατικών αξιωμάτων, αποδοχής της (αστικής) κρατικής κουλτούρας και νομιμότητας, ως μια σκιώδης κυβέρνηση που σε τίποτε δεν διαφοροποιείται από την δομή της πραγματικής, ανεξάρτητα από την αντιμνημονιακή ρητορεία: στεγανότητα του αστικού κράτους προς το κίνημα, εσωτερικές αδιαφανείς ομάδες εξουσίας χωρίς καμία λογοδοσία, οικοδόμηση δικτύωσης με επιχειρηματίες και πολιτικά κέντρα (όπως δείξει και δημοσιεύματα του χώρου της κριτικής δημοσιογραφίας) , χαλαρά στελεχικά δίκτυα που στην πραγματικότητα δεν είναι δίκτυα διαβούλευσης αλλά ανερχόμενα δίκτυα εξουσίας, «φιλελευθερισμός»-«δικαιωματισμός», που διαχωρίζεται από τον κοινωνικό μετασχηματισμό, για να δικαιολογήσει στην συνέχεια την ενσωμάτωση των φιλελεύθερων/δικαιωματικών στο Μνημόνιο, ώστε να έχουν ως φορείς εξουσίας την δυνατότητα να υλοποιήσουν το «δικαιωματικό» τους πρόγραμμα μέσα στο προστατευτικό κουκούλι των Μνημονίων- πάντοτε ένα χρήσιμο άλλοθι). 

Το πρόβλημα, λοιπόν, δεν είναι μόνο η ηθική/πολιτική προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ ή η προδοσία του δημοψηφίσματος του Ιουλίου –κάτι κάτι που υπήρξε και δεν πρέπει να εκμηδενίζεται ως ζήτημα–, αλλά κυρίως το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ήδη πριν από την ανάληψη της εξουσίας ένα κόμμα μάλλον δικτυακής σοσιαλφιλελεύθερης εξουσίας, παρά γνήσιου ρεφορμισμού, και ένας αντίστοιχος ιδεολογικός κρατικός μηχανισμός του αστικού κράτους υπό διαμόρφωση. Θα συμφωνήσω, επίσης, σε ένα σημείο (αν και διαφωνώ σε πολλά άλλα) με τον Γιάννη Μηλιό στο ότι όλη η αναπτυξιολογία και παραγωγολογία του ΣΥΡΙΖΑ από το 2014 και μετά, όχι μόνο ενείχε την λογική της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αλλά και ότι κυρίως, σηματοδοτούσε συμβολικά ένα κοινό πρόγραμμα δράσης μαζί με το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο. Ανεξάρτητα από το αν αυτή «ανάπτυξη» φαίνεται σήμερα ρεαλιστική, η αναφορά σε αυτήν ήταν ένας συμβολικός κώδικας ενός αστικού και νεοφιλελεύθερου κόμματος εξουσίας. 

Όμως, η αντιπολίτευση στον ΣΥΡΙΖΑ από το 2012-2015 πού ήταν μέσα σε όλα αυτά; Πού ήταν η διαφοροποίησή της και τι έκανε για να τα αποτρέψει; Έχει δίκιο η κοινωνία που δεν πριμοδότησε εκλογικά την αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ ή για άλλη μια φορά αποδείχθηκε ότι το σύστημα είναι πανίσχυρο και διαλύει τις εναλλακτικές και ριζοσπαστικές φωνές; Και αν είναι όντως έτσι, τι είναι αυτό που εγγυάται ότι η ριζοσπαστική Αριστερά θα επανέλθει στο προσκήνιο, αφού κάποιοι σκοτεινού κύκλοι σταθερά απεργάζονται το κακό της και θα κάνουν ό,τι μπορούν για να την ανακόψουν; Η πάγια αφήγηση των δυσμενών εξωτερικών παραγόντων (λ.χ. «η ΛΑΕ είχε λίγο χρόνο για να προετοιμαστεί για τις εκλογές του Σεπτέμβρη και όλοι την χτυπούσαν») είναι μια βολική αλλά παραπειστική εξήγηση. Κυρίως, δεν απαντά στο τι κουβαλά ένας σχηματισμός που πρωτοδιαμορφώνεται από το παρελθόν του και από τον σχηματισμό από όπου προήλθε. Αν θέλουμε όντως να «αποσυριζοποιηθούμε», να αφομοιώσουμε ό,τι θετικό είχε ο ΣΥΡΙΖΑ και να τον υπερβούμε διαλεκτικά, πρέπει το εργαλείο της κριτικής και αυτοκριτικής να πάει σε βάθος, να αναζητηθούν στρατηγικές, πολιτικές αλλά και προσωπικές ευθύνες. Κανείς στρατός που ηττάται δεν έχει ελπίδα, αν δεν ξανασυζητήσει την ως τώρα τακτική του. Στα αστικά κόμματα, αυτό γίνεται μέσα σε ένα περίκλειστο επιτελείο και χωρίς να μάθει κανείς τίποτε. Στα αριστερά κόμματα, η κριτική και αυτοκριτική γίνεται, υποτίθεται, μέσα στο λαό και ακούγοντας τον λαό: γίνεται για να χρησιμοποιήσω μια κάπως παρωχημένη έκφραση, μέσα στις μάζες και με την συμβολή των μαζών και των απλών αγωνιστών και αγωνιστριών της Αριστεράς. 

Για να ξαναγυρίσω, λοιπόν, στο αναγκαίο για την «αποσυριζοποίησή» μας ερώτημα. Πού ήταν και τι έκανε η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ; Και, κατ’ αρχήν, τι έκανε το βασικό της «αγκωνάρι», το Αριστερό Ρεύμα στο Συνασπισμό και στη συνέχεια στον ΣΥΡΙΖΑ, η βασική συνιστώσα της Αριστερής Πλατφόρμας, μιας αντιπολίτευσης που κάποια στιγμή είχε περίπου το 40 % ή και παραπάνω του ΣΥΡΙΖΑ; Χωρίς έναν ολοκληρωμένο απολογισμό σοβαρού χαρακτήρα, ούτε το Αριστερό Ρεύμα ούτε η παρούσα συγκρότηση της ΛΑΕ μπορεί να πάει μπροστά, γιατί θα αρνείται να κατανοήσει τις παθολογίες αυτού του χώρου και τη δυνατότητα κριτικής υπέρβασής τους. Σε ένα επόμενο δεύτερο μέρος αυτού του κειμένου, θα αξιολογήσω άλλες αντιπολιτευτικές δράσεις και ομάδες εντός του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες ομοίως διαφοροποιήθηκαν από το Μνημόνιο, είτε είναι σήμερα στην ΛΑΕ είτε είναι αλλού. 

2. Έργα και ημέρες του Αριστερού Ρεύματος στον ΣΥΝ και στον ΣΥΡΙΖΑ 


Το ΑΡ υπήρξε μια ισχυρή σχετικά αριστερή και ριζοσπαστική αντιπολίτευση στο Συνασπισμό της Αριστεράς από το 1991 ως το 2012: μια δύναμη «ενότητας και ριζοσπαστικού προσανατολισμού», όπως το προσδιόριζαν τα στελέχη του. Εξακολουθώ να πιστεύω, αν και δεν μετείχα στο ΑΡ ως το Δεκέμβρη του 2012 και είχα πάντοτε μια αρνητική στάση προς τον Συνασπισμό ως κόμμα, ότι στο προγραμματικό επίπεδο η συμβολή αυτής της αντιπολίτευσης ήταν βασικά θετική, πέρα από κάποιες πλευρές, πράγμα που συνέβαλε και στην στροφή Αλαβάνου στο Συνασπισμό, στα τέλη του 2004. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν είναι άνευ σημασίας το γεγονός ότι το ΑΡ ανέδειξε και εξέθρεψε μια πολιτική προσωπικότητα όπως ο Αλέξης Τσίπρας. Πέρα από το «περιστατικό του δακτυλιδιού», στα τέλη του 2007, έγινε στην περίοδο 2007-2009 φανερό ότι το ΑΡ είχε πολλές ψυχές, πράγμα που κατέτεινε τελικά στην διάσπασή του και στην διαμόρφωση της ΑΡΕΝ. Και, επίσης, δεν είχε, μάλλον εκείνα τα πολιτικά και ιδεολογικά χαρακτηριστικά, τα οποία θα μπορούσαν να εγγυηθούν μια μονιμότερη αριστερή και ριζοσπαστική πορεία του Συνασπισμού και του ΣΥΡΙΖΑ. Στο σημείο αυτό, θα ήθελα βιωματικά να προσθέσω και την αίσθησή μου από την περίοδο 2007-2009 στον ακόμη μετωπικό ΣΥΡΙΖΑ, ότι τότε το ενιαίο ΑΡ (συμπεριλαμβανομένου και του Λαφαζάνη), δεν είχε την εκτίμηση της ανάγκης μετατροπής του ΣΥΡΙΖΑ σε ενιαίο κόμμα, κάτι που δεν μπορούμε αναδρομικά να το δικαιολογήσουμε ως δικαιωμένο με το επιχείρημα ότι το «ενιαίο κόμμα των μελών» του 2013 ελέγχθηκε από την ομάδα Τσίπρα και τον «δεξιό» της προσανατολισμό. Το αίτημα για ένα κόμμα των μελών, και όχι μόνο των συνιστωσών ή των οργανώσεων, ήταν ένα ορθό και δικαιολογημένο αίτημα της τότε βάσης του ΣΥΡΙΖΑ, ανεξάρτητα από την κατοπινή του χρήση και κατάχρηση από την ομάδα Τσίπρα. Και οι συνιστώσες λειτούργησαν τότε –ανεξάρτητα από το προγραμματικό τους περιεχόμενο, σωστό ή λάθος– ως αναχώματα κατά της δημοκρατίας στον ΣΥΡΙΖΑ ως δυνάμει ενιαίο δημοκρατικό οργανισμό. Την άποψη και την εμπειρία αυτήν είχα και τότε, ως ανένταχτος του ΣΥΡΙΖΑ, και τη διατηρώ έως και σήμερα, μετά την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ υπό την ηγεμονία του Τσίπρα. 

Κατά τη γνώμη μου, η αντίσταση στην δημοκρατία των μελών ιδίως από το τότε ΑΡ είχε να κάνει με ένα δισυπόστατο αυτού του σχηματισμού. Ενός σχηματισμού που η «μισή του καρδιά» ήταν στην ειλικρινή αριστερή αντιπολίτευση στη φυσιογνωμία και πολιτική του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και η «άλλη μισή» ήταν στη μη δημοκρατική, γραφειοκρατική και ιεραρχική του δομή, και στην υπό όρους συνδιαχείριση με την εκκολαπτόμενη μετά το 2010 νέα πλειοψηφία του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ. Ενός σχηματισμού, ο οποίος διαμόρφωσε μέσα σε μια τριακονταετία μια άκαμπτη επετηρίδα στελεχών και μια απολύτως άκαμπτη, εξωτερικά μη επηρεάσιμη γραφειοκρατική ηγετική ομάδα. Μια ομάδα κλειστή προς τις αναταράξεις και τις δυσάρεστες εκπλήξεις, αλλά και κλειστή στη δημιουργική ανασύνθεση και τη δημοκρατική επαναδιαμόρφωση των πραγμάτων: ένα είδος «μαζικής σέκτας». Μια ομάδα με χαρακτηριστικά αναγόμενα στο ΚΚΕ ως τύπο και φυσιογνωμία κόμματος (όχι αναγκαστικά ως πρόγραμμα), αλλά και με έντονα χαρακτηριστικά συγκρότησης από επαγγελματικά και συνδικαλιστικά πάγια στελέχη, συνεπώς όχι ιδιαίτερα ανοιχτή στην κοινωνική και κινηματική από τα έξω επίδραση. Η σημερινή ηλικιακή γήρανση αυτού σχηματισμού δεν είναι καθόλου τυχαία από κοινωνική άποψη. Και, βέβαια, μπορεί κάποιος να πει ότι αυτή είναι η εφαρμογή του «Τι να κάνουμε», της ομάδας/οργάνωσης των επαγγελματιών επαναστατών. Όμως, όταν ο Λένιν το έγραφε αυτό, δεν αναφερόταν κυρίως στην επαγγελματική κατοχύρωση των επαναστατών. 

Παρά τα γραφειοκρατικά αυτά και κάπως «συνωμοτικά» χαρακτηριστικά το, το ΑΡ είχε ορισμένα πρωτότυπα θετικά στρατηγικά και προγραμματικά στοιχεία. Έθεσε δυναμικά το ζήτημα της ρήξης με την ευρωζώνη, ανοίγοντας και το ζήτημα της ρήξης με την ΕΕ συνολικότερα, μια άποψη που τότε λοιδωρούνταν και τώρα έχει επιβεβαιωθεί ιστορικά απόλυτα. Οι τροπολογίες και συμβολές της Αριστερής Πλατφόρμας στην Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ το Δεκέμβριο του 2012 και στο Ιδρυτικό Συνέδριο του 2013 καθορίστηκαν σε πολύ σημαντικό βαθμό από το ΑΡ, χωρίς να υποβαθμίζει κανείς την συνδρομή του Κόκκινου Δικτύου. Σε αυτήν την αντιπαράθεση με την ευρωζώνη, και σε αυτήν την κατάδειξη της ανάγκης σύνδεσης της πάλης κατά του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού με την ανάγκη αντιιμπεριαλιστικής και ανεξαρτησιακής στόχευσης, ήταν κυρίως το ΑΡ που είχε δίκιο, ακριβώς γιατί ορθά είχε στην οπτική του τη διαλεκτική αντικαπιταλιστικού -ταξικού-αντιιμπεριαλιστικού-εθνικού έναντι φορμαλιστικών «αντιεθνικιστικών» θεωρήσεων του ταξικού που είχαν είτε τα τροτσκιστογενή σχήματα είτε η φιλοτροτσκιστική/φιλοαλτουσεριανή αριστερή τάση της πλειοψηφίας του ΣΥΡΙΖΑ (όπως οι Μηλιός, Λάσκος, «53» κ.α.). Συνεπώς, ο ιστορικός του μέλλοντος θα θεωρήσει ως πολύ θετική αυτή την προγραμματική συμβολή του ΑΡ, αν και ήταν ανεπεξέργαστη, φοβικά προβαλλόμενη (με τις τροπολογίες και συμβολές αντί ενός πλήρους στρατηγικού κειμένου) και «εντός των τειχών» του κόμματος. Δυστυχώς, το ΑΡ και η ΑΠ δεν έδωσαν την μάχη, με την εξαίρεση της περιόδου Μαΐου-Ιουνίου 2015 και των τότε ανοιχτών εκδηλώσεων, για την κοινωνική και εξωστρεφή δημοσιοποίηση των απόψεών τους και του υπαρκτού σχίσματος μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Αντίθετα, τις διαχειρίστηκαν κλειστά και γραφειοκρατικά. Και δεν τις έδωσαν, αν και κάποια στελέχη της ΑΠ δώσαμε σημαντική μάχη για έναν τέτοιο εξωστρεφή προσανατολισμό. 

Οι παραπάνω λάθος τακτικές του ΑΡ σχετίζονται και με την μόνιμη ασάφεια του ιδεολογικού και στρατηγικού του συνολικότερου πλαισίου. Σε αντίθεση με άλλα ρεύματα, όπως λ.χ. το τροτσκιστικό ή το αλτουσεριανό, τα οποία, παρά τους ταυτοτισμούς, τις εμμονές και την παρελθοντολογία τους, προτείνουν ένα πιο συνολικό πλαίσιο αναφοράς ιδίως σε νέους αγωνιστές και αγωνίστριες. Σε αυτό το σημείο, το ΑΡ λειτούργησε ως το λεγόμενο «κόμμα που τα πιάνει όλα» («cath all party»), με μια υπαινικτική και απολύτως αντιφατική ιδεολογική φυσιογνωμία. Αναφερόμενο στην παραδοσιακή ή σταλινογενή κομμουνιστική φυσιογνωμία –πράγμα από μόνο του όχι αρνητικό, αν προχωρούσε σε μια υπέρβαση/σύνθεση– το ΑΡ στη θετικά εισφέρουσα ιστοσελίδα του φαίνεται να αναφέρεται ιδεολογικά και στο Φλωράκη και το ΚΚΕ του ’80 (κατά την γνώμη μου, ένα μόρφωμα όχι και τόσο αξιοθαύμαστο), και στο Ζαχαριάδη (συνδυασμός με το Φλωράκη μάλλον εκρηκτικός) και στο Βελουχιώτη (που έχασε τη ζωή του χάρη στο Ζαχαριάδη), αλλά και στην ανανέωση του μαρξισμού, στο διεθνισμό και ορισμένες θολές αποχρώσεις του πατριωτισμού (αν και η αναφορά στον πατριωτισμό καθ’ εαυτήν μου φαίνεται θετική και όχι αμφιλεγόμενη). Επίσης, αν και σωστά επισημαίνει ως τάση ότι τα νόμισμα είναι εργαλείο ενός προγράμματος, φαίνεται να κάνει παραχωρήσεις σε απόψεις που απολυτοποιούν το νόμισμα και το διακρίνουν από την ταξική στρατηγική με βάση το «εθνικά επιθυμητό». Κατά τη γνώμη μου, αυτές οι ασάφειες και αντιφάσεις δεν σχετίζονται μόνο με έναν υφέρποντα σταλινισμό/γραφειοκρατισμό στην ιδεολογία και στην οργανωτική δόμηση, τον οποίο θεωρώ μάλλον δεδομένο στον ηγετικό πυρήνα του ΑΡ. Σχετίζονται επίσης με μια λογική που λέει ότι όσες περισσότερες ιδεολογικές ευαισθησίες ακουμπάμε, σε τόσους περισσότερες ψήφους μπορούμε να ελπίζουμε – και αυτό είναι χειρότερο από έναν καθαρόαιμο σταλινισμό. Τέλος, μέχρι σήμερα, παρότι ο σ. Π. Λαφαζάνης είναι ένας πολύ οξυδερκής σε αρκετά πράγματα πολιτικός ηγέτης, η στάση του ΑΡ χωρίς να συγκλίνει ρητά με κάποιο ιδεολογικό ρεύμα του ΚΚ και του μαρξισμού, εμφανίζεται και ως στάση απολύτως αδιάφορη προς οποιαδήποτε συζήτηση βάθους για την πορεία και ανασύνθεση του μαρξισμού και του κομμουνιστικού κινήματος στον 21ο αιώνα. 

3. Ορισμένα σημαντικά λάθη και αρνητικές επιλογές του ΑΡ στην διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ 


- Το ΑΡ και η ΑΠ υποχώρησε στην ΚΕ του Οκτωβρίου 2014 και του Ιανουαρίου 2015 στο ζήτημα των «συμμαχιών του ΣΥΡΙΖΑ προς τα δεξιά» και δεν έθεσε την σωστή διαφοροποίησή του σε ψηφοφορία. Υπήρξε εδώ μια στάση φόβου και όχι αποτελεσματικής πίεσης από τα αριστερά. Σε αυτό φταίει εν μέρει και η στάση του Κόκκινου Δικτύου. Η τελική εικόνα ήταν ότι εν όψει εκλογών δεν θέλαμε να χαλάσουμε την ενιαία εικόνα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, όμως, ήταν εν πολλοίς προβληματική. Στις αυτοδιοικητικές και ευρωεκλογές του 2014, αντίθετα, είχαμε σωστή πολιτική στάση, βάζοντας τις ορθές κόκκινες γραμμές. Μοιραστήκαμε έτσι στην διαμόρφωση των ψηφοδελτίων την ευθύνη για την εικόνα της ΚΟ και της κυβέρνησης μετά τις εκλογές του Γενάρη. 

Το ΑΡ και η ΑΠ χειρίστηκαν τελικά ως σύνολο, και παρά τις θετικές όψεις, με λανθασμένο τρόπο το ζήτημα της συμμετοχής στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ από τον Ιανουάριο ως τον Αύγουστο του 2015. Μπορεί η αρχική συμμετοχή μας στην κυβέρνηση να μην ήταν a priori αρνητική και να αποτελούσε όχημα άμυνας κατά των κυβερνητικών επιλογών (ιδίως στους τομείς ενέργειας, κοινωνικής ασφάλισης) και εισαγωγής θετικών ρυθμίσεων (ιδίως στα εργασιακά- ασφαλιστικά), αλλά μετά τον Φεβρουάριο του 15 (συμφωνία 20ης Φεβρουαρίου) θα έπρεπε να έχουν παραιτηθεί οι υπουργοί μας, αφού ήταν ολοφάνερο ότι πάμε σταδιακά σε μνημονιακή στροφή. Πολύ παραπάνω, αυτό θα έπρεπε να έχει γίνει την 13η Ιουλίου, μετά την υπογραφή της συμφωνίας. Πιθανότατα, θα έπρεπε όλοι οι βουλευτές της ΑΠ να έχουν αποχωρήσει και συγκροτήσει ΚΟ μετά την συμφωνία από τον ΣΥΡΙΖΑ της 13ης Ιουλίου και να έχουμε προετοιμάσει την κοινωνία για το Μνημόνιο, το οποίο ερχόταν ολοταχώς. Αντίθετα, αυτόν τον κρίσιμο μήνα (13-7 ως 22/8), η στάση μας, της ορθής καταψήφισης των μνημονιακών επιλογών και ταυτόχρονα της λαθεμένης «δήλωσης στήριξης της κυβέρνησης», αντικειμενικά ενίσχυσε το ηγετικό κέντρο και δημιούργησε σύγχυση και δυσπιστία στον λαό και την εργατική τάξη. Η μη είσοδος της ΛΑΕ στην Βουλή τον Σεπτέμβριο οφείλεται σημαντικά σε αυτήν την λανθασμένη τακτική. Δόθηκε η εικόνα –εσφαλμένη αλλά με κάποια επιχειρήματα– ότι περισσότερο εξωθηθήκαμε σε αποχώρηση παρά επιλέξαμε την αναγκαία διάσπαση του Αυγούστου. Αυτή η εικόνα ενίσχυσε και την εικόνα ότι ο κυβερνητισμός δεν αφορούσε μόνο τη συμπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ. 

- Υπερτονίστηκε συχνά κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης –πράγμα που μπορεί να ήταν αναγκαίο, αλλά σίγουρα, έφτασε στην υπερβολή– το ζήτημα των δυνατοτήτων της ελληνορωσικής οικονομικής προσέγγισης, κάτι που, όπως φάνηκε, ούτε βασιζόταν σε ρεαλιστικές γεωπολιτικές εκτιμήσεις αλλά ούτε και υπερέβαινε μια εσφαλμένη ιδεολογίζουσα κατανόηση της πολιτικής ζωής και των διεθνών σχέσεων, σαν η Ρωσία του Πούτιν να είναι μια μορφή συνέχειας του «σοβιετικού Μόσκοβου». 

- Το ΑΡ σε όλην την περίοδο από το 2012 ως και το 2015 δεν κατάφερε ποτέ να συγκροτήσει μια εσωτερικά δημοκρατική πανελλαδική του λειτουργία, έτσι ώστε τα μέλη του και τα στελέχη του να συνδιαμορφώνουν συλλογικά και ισότιμα τις σημαντικές τακτικές αποφάσεις που λαμβάνονταν. Οι πανελλαδικές και παναθηναϊκές συσκέψεις, αλλά και το άτυπο όργανο των μελών της ΚΕ, περισσότερο επικύρωναν στο τέλος αποφάσεις που προέρχονταν από έναν στενό και αδιαφανή στη λειτουργία του ηγετικό πυρήνα, παρά τις τροποποιούσαν και συμμετείχαν στην λήψη τους. Παρά τα όσα αναφέρονται για τη μακροχρόνια θετική συμβολή του ΑΡ στον Συνασπισμό και τον ΣΥΡΙΖΑ, εν μέρει βάσιμα, εκ των υστέρων μπορούμε πια να διαπιστώσουμε ότι το ΑΡ ταλανίστηκε και αυτό από παθογένειες συνολικότερα της παραδοσιακής Αριστεράς στην Ελλάδα, όπως ο γραφειοκρατισμός/αρχηγισμός, η από τα πάνω λήψη αποφάσεων και η «επαγγελματοποίηση» της πολιτικής. Επιπλέον, η σύνθεση της ηγετικής στελέχωσης του ΑΡ ιστορικά βασικά από επαγγελματίες της πολιτικής και του συνδικαλισμού αποτέλεσε ένα βασικό εμπόδιο για την συγκρότηση του ΑΡ μέσα στην εργατική τάξη και τα κοινωνικά κινήματα, καθώς και βασική αιτία ορισμένων «δεξιών» λαθών του, καθώς ακολουθήθηκε μια λογική εν μέρει σεβασμού της ενότητας των «επαγγελματιών της πολιτικής» εντός ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ. Ιδίως, η πανελλαδική σύσκεψη της 14.7.15, μια μέρα πριν από την ψήφιση του πρώτου εφαρμοστικού νόμου στην Βουλή, ήταν μια παντελώς αντιδημοκρατική διαδικασία, όπου, όπως θυμόμαστε, στην οποία δεν δόθηκε καν ο λόγος στους συμμετέχοντες/ουσες στην κρίσιμη αυτήν σύσκεψη. Η μη τήρηση των δημοκρατικών διαδικασιών σε αυτήν την κρίσιμη καμπή αδυνάτισε σοβαρά την παρέμβαση του ΑΡ και της ΑΠ στην φάση της διάσπασης. 

- Στην περίοδο της πρώτης διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, η ηγεσία του ΑΡ, παρά τη σωστή εκτίμησή της ότι πάμε σε δεξιά διολίσθηση του ΣΥΡΙΖΑ, ταλαντεύτηκε σημαντικά στην κατανόηση της εξελισσόμενης πραγματικότητας, για λόγους ακόμη μη κατανοητούς. 

Ειδικότερα: 


α) στις συσκέψεις του κλιμακίου της ΚΕ του ΑΡ του Απριλίου και Μαΐου 15 και ενώ ήδη είχαμε τις κατάπτυστες 47 σελίδες ή τα διάφορα προσχέδια του Μνημονίου από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, εκφερόταν η λανθασμένη εκτίμηση από το στενό ηγετικό πυρήνα του ΑΡ ότι ο Τσίπρας εκών άκων πάει σε ρήξη, επειδή η τρόικα είναι ακραία, επειδή πιέζει αφόρητα ο Σόιμπλε κλπ. Αυτή η εκτίμηση χαλάρωσε την αναγκαία επαγρύπνηση στις γραμμές μας και αδυνάτισε την αντιπολιτευτική μας τακτική-ιδίως μετά την απόφαση για δημοψήφισμα ενθουσιαστήκαμε, παρά την μεγάλη εμπειρία μας, ότι η γραμμή μας νικά μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ 

β) σε όλη την περίοδο 2012-2015, δεν ακολουθήσαμε (με εξαίρεση τον Ιούνιο-Ιούλιο του 2015) την οδό των δημοσίων εκδηλώσεων ως ΑΠ-ΑΡ και της κοινοποίησης στην κοινωνία των στρατηγικών διλημμάτων στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εκείνη των απορρήτων συσκέψεων και της φοβισμένης συνωμοτικής αντιπολίτευσης. Η κοινωνία στο τέλος δεν κατάλαβε ακριβώς τι ήταν αυτό που αποτελούσε διαχρονικά την δική μας πολιτική διαφοροποίηση. Επίσης, προσέλαβε μια εικόνα, σύμφωνα με την οποία περισσότερο ωθηθήκαμε στην έξοδο παρά αποφασίσαμε καθαρά και με μονομέρεια την ρήξη με τον μνημονιακό πλέον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η εικόνα μπορεί να μην αποδίδει την πραγματικότητα, αλλά και υπήρξε και λειτούργησε αρνητικά. 

- Η ορθή εκτίμηση της σταδιακής δεξιάς διολίσθησης της ομάδας Τσίπρα δεν συνοδεύθηκε πειστικά από την κατάδειξη ότι η ομάδα αυτή, μέσω των διαβουλεύσεών της με εθνικά και διεθνή κέντρα ισχύος, είχε αρχίσει να εντάσσεται αντικειμενικά στο αντίπαλο ταξικό στρατόπεδο. Η κατανόηση αυτού του γεγονότος θα έπρεπε να έχει οδηγήσει σε οξύτερη αντιπαράθεση εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Η κατάδειξη αυτών των διαπλοκών θα ήταν μια πολιτική και όχι προσωπική κριτική στον Τσίπρα και την ομάδα του. Άλλωστε, σε αυτά τα επίπεδα, το προσωπικό είναι πάντοτε πολιτικό. 

4. Τα προβλήματα του ΑΡ σε σχέση με τα προβλήματα της ΛΑΕ 


Το κεφάλαιο ΛΑΕ είναι ένα κεφάλαιο από μόνο του. Στο σημείο αυτό, θέλω να περιοριστώ στην ιδιότυπη θετική αλλά και αρνητική συμβολή του ΑΡ στην ύπαρξη και λειτουργία της ΛΑΕ. Τα πράγματα είναι μάλλον απλά. Χωρίς τον όγκο των μελών και στελεχών του ΑΡ, των πρώην βουλευτών και υπουργών κλπ, η ΛΑΕ δεν θα είχε προκύψει. Οι άλλες δυνάμεις που συνέκλιναν, δεν θα έπαιρναν αυτήν την πρωτοβουλία, αν δεν υπήρχε αρχικά η λήψη της πρωτοβουλίας από το ΑΡ και την ηγεσία του. Ενδεικτικά, αναφέρω και το περίφημο –όχι θετικά- περιστατικό της 22/8, όπου η ΛΑΕ ιδρύθηκε στον Κεραμεικό ουσιαστικά μόνο από το ΑΡ, παρότι η ΛΑΕ είναι μέτωπο και το ΑΡ η βασική συνιστώσα του, αλλά όχι η αποκλειστική. 

Όμως, μέσα στην διαλεκτική των πραγμάτων, μπορεί κάλλιστα αυτό που αρχικά αποτελεί μεγάλη και θετική ευκαιρία να μεταβληθεί σε ατυχία και σε αρνητική έκβαση. Το ΑΡ θα έπρεπε να έχει μετασχηματιστεί σε μια ευρεία τάση προγραμματικής και ιδεολογικής αναζήτησης, ανανέωσης και προωθητικής δύναμης για την ΛΑΕ. Δεν συνέβη έτσι, δυστυχώς, και φαίνεται ότι μάλλον αυτό δεν είναι και πολύ εφικτό. Οι γραφειοκρατικές δομές και λογικές, εντός του ιστορικού πυρήνα του ΑΡ, μάλλον διαμορφώνουν παράλληλες γραφειοκρατικές δομές της ΛΑΕ, μπλοκάροντας τη συλλογική δημοκρατική της καταστατική λειτουργία και ενισχύοντας τη μέθοδο του διορισμού έναντι αυτής της εκλογής. Η εξαιρετική καθυστέρηση δρομολόγησης αυτών των διαδικασιών δεν είναι τεχνική αλλά, μάλλον, επιβεβαιώνει αντιλήψεις γραφειοκρατικών φίλτρων και ελέγχων και κατανομής μικροεξουσιών, με αποτέλεσμα και άλλες συνιστώσες της ΛΑΕ ως μετωπικού σχήματος να παρασύρονται να γίνουν μέρος του προβλήματος αντί για μέρος της λύσης του. Υπάρχει το σχολικό παράδειγμα της προεκλογικής περιόδου: το τραύλισμα της ΛΑΕ στο ζήτημα του ευρώ και της ΕΕ, αν και αυτό το θέμα είχε προνομοποιηθεί και από τον ΣΥΡΙΖΑ και από το σύστημα, οι εξυπνάδες περί Νομισματοκοπείου και η αδιαφορία για τους πλήρως κατανοητούς φόβους και ανησυχίες ευρύτερων τμημάτων της κοινής γνώμης συνέβαλαν σημαντικά στην παραμονή της ΛΑΕ εκτός Βουλής. Αν αυτές οι νοοτροπίες δεν αλλάξουν καίρια και αν νομίζουμε ότι ο λαός τρώει και «αριστερό κουτόχορτο», η ΛΑΕ θα αντιμετωπίσει στο μέλλον και άλλες δυσάρεστες εκπλήξεις. 

Επίσης, η εκπόνηση προγραμματικής πολιτικής σε έναν νέο φορέα της Αριστεράς δεν μπορεί να είναι «χειροτεχνική», ανατεθειμένη σε ειδικούς συμβούλους, τοποθετημένη έξω από τις ευαισθησίες και τα ενδιαφέροντα των κοινωνικών κινημάτων, αδιάφορη σε μια βαθύτερη κοινωνική διείσδυση, κλειστή ουσιαστικά στα ζητήματα δημοκρατίας, ταξικής και δημοκρατικής κατανόησης του ζητήματος των δικαιωμάτων, μελέτης του κρατικού αυταρχισμού κλπ. Όλη η διαδικασία εκπόνησης κειμένων στην ΛΑΕ ως σήμερα είναι ένα ατυχές ημιάθροισμα ΣΥΡΙΖΑ (όχι, μάλιστα, των καλύτερων στιγμών του) και εξωκοινοβουλίου. Και, όμως, η ΛΑΕ, όπως και το ΑΡ, δυνητικά έχει -ή θα είχε- τις δυνάμεις για κάτι το καλύτερο. 

Τελικό σχόλιο 


Το μέλλον του ΑΡ και της ΛΑΕ είναι ακόμη αβέβαιο και άδηλο, αν και κάποια εσωτερική μου αντιπολίτευση επισημαίνει τη σχετική επιείκειά μου. Ο ιστορικός της Αριστεράς κρατά τη γραφίδα του εκκρεμή πάνω από το χαρτί, προτού γράψει τους τίτλους τέλους ή τους τίτλους υπέρβασης. Όμως, το ιστορικό βάρος πάνω μας είναι μεγάλο. Και κανείς δεν δικαιούται να σιωπά, ανάμεσα σε όσους/ες έζησαν έντονα αυτές τις εξελίξεις.
πηγή: rednotebook.gr