Δημήτρης Καζάκης: «Από την 21η Απριλίου 1967 στην 6η Ιουλίου 2015 - Εφτά χρόνια επίσημης μνημονιακής χούντας»

21η Απριλίου 1967, 6η Ιουλίου 2015, Μνημονιακή Χούντα,

Τον Απρίλιο του 1967 κατέλυσαν το κοινοβούλιο γιατί δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν τη διακομματική συναίνεση, που πέτυχαν τον Ιούλιο του 2015. Γι’ αυτό και έκτοτε έχουμε έναν απόλυτα δοτό, δωσίλογο κοινοβουλευτισμό, ο οποίος λειτουργεί ουσιαστικά, μαζί με τους κρατικούς θεσμούς και τη δικαιοσύνη, με το Σύνταγμα όχι του 1975, αλλά μ’ εκείνο της χούντας του 1968.

Ακούστε από το κ. Βαγγέλη Μεϊμάρακη - εγγονό δωσίλογου και καταδότη της Γκεστάπο στην Κρήτη της ναζιστικής κατοχής, συνεργάτη του περιβόητου εγκληματία ναζί Σούμπερτ – και τότε άξιο ηγέτη της ΝΔ, πώς οργανώθηκε το πραξικόπημα της 6ης Ιουλίου 2015, από το δωσίλογο προσωπικό της χώρας, προκειμένου το ΟΧΙ στα μνημόνια του δημοψηφίσματος να γίνει ΝΑΙ. Συνομιλεί με τον κ. Νίκο Χατζηνικολάου, ο οποίος για το σημερινό καθεστώς είναι ότι ήταν ο κ. Μαστοράκης για τη παλιά χούντα.



Κι έτσι οι ξένοι δανειστές μαζί με τους εγχώριους εντολοδόχους τους στις ηγεσίες όλων των κόμματων της δεξιάς και της αριστεράς μπόρεσαν να συνεχίσουν ανενόχλητοι το καθεστώς κατοχής και εκποίησης της Ελλάδας.

Η τρελή φαντασίωση του Γκέμπελς για ένα πραξικόπημα με διακομματική κοινοβουλευτική συναίνεση, γίνεται για πρώτη φορά πραγματικότητα στην Ελλάδα.

Για πρώτη φορά στην ιστορία δυο και πλέον αιώνων κοινοβουλευτισμού στην Ελλάδα, την Ευρώπη, αλλά και παγκόσμια, το αποτέλεσμα της λαϊκής ετυμηγορίας και μάλιστα ενός δημοψηφίσματος αγνοήθηκε και ανατράπηκε όχι από τα τανκς, αλλά από το σύνολο των πολιτικών αρχηγών, οι οποίοι συναντήθηκαν την επομένη υπό τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο. Απ' όλους, συμπεριλαμβανομένου και του κ. Κουτσούμπα, ΓΓ του ΚΚΕ, ο οποίος κατήγγειλε μεν το γεγονός αλλά δεν κήρυξε παλλαϊκό συναγερμό με το λαό στους δρόμους σ' ένα νέο ανένδοτο έως ότου ανατραπεί το νέο πραξικόπημα.

Από άποψη νομικοπολιτική και Συντάγματος, το πραξικόπημα της 6ης Ιουλίου 2015 δεν διαφέρει σε τίποτε από το αντίστοιχο της 21ης Απριλίου 1967, εκτός από τη μορφή. Τότε χρειάστηκε να καταλυθεί το κοινοβούλιο, διότι οι ενορχηστρωτές του πραξικοπήματος εκτός και εντός Ελλάδας, δεν μπορούσαν να πειθαναγκάσουν τα κόμματα του κοινοβουλίου. Παρά την εθελοδουλία και της τότε πολιτικής ηγεσίας, η συναίνεση σε κάτι τέτοιο ήταν αδιανόητη.

Κυρίως λόγω του τρόμου που ενέπνεε η εγρήγορση του ίδιου του λαού, ο οποίος επί 72 ημέρες μετά τα Ιουλιανά του 1965 βρισκόταν κατά εκατοντάδες χιλιάδες κάθε μέρα στους δρόμους. Παρά την άγρια και αιματηρή καταστολή.

Το πραξικόπημα μπόρεσε να επιβληθεί όταν οι ηγεσίες του κέντρου και της αριστεράς της εποχής κατόρθωσαν να αναστείλουν τις κινητοποιήσεις και έστειλαν το λαό – απογοητευμένο – στο σπίτι του να περιμένει τις εκλογές του Μαΐου 1967. Έτσι μπόρεσε να επιβληθεί η 21η Απριλίου με τα τανκς, χωρίς ουσιαστικά καμιά αντίσταση, συλλαμβάνοντας το σύνολο των πολιτικών αρχηγών με τις πιτζάμες.

Τον Απρίλιο του 1967 κατέλυσαν το κοινοβούλιο γιατί δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν τη διακομματική συναίνεση, που πέτυχαν τον Ιούλιο του 2015. Γι’ αυτό και έκτοτε έχουμε έναν απόλυτα δοτό, δωσίλογο κοινοβουλευτισμό, ο οποίος λειτουργεί ουσιαστικά, μαζί με τους κρατικούς θεσμούς και τη δικαιοσύνη, με το Σύνταγμα όχι του 1975, αλλά μ’ εκείνο της χούντας του 1968. Με τη μορφή βεβαίως ενός «παρασυντάγματος», που απαρτίζεται από πλήθος νόμων και κυβερνητικών πράξεων συνταγματικής εκτροπής, όπως και αποφάσεων βάρβαρης αντισυνταγματικότητας των ανωτάτων δικαστηρίων, αλλά νομιμοποιείται από τη διακομματική συναίνεση και τη ψήφο ενός απόλυτα εξαθλιωμένου και φοβισμένου λαού.

Στις 6 Ιουλίου 2015 πέθανε οριστικά και αμετάκλητα όχι μόνο το δημοκρατικό πολίτευμα, αλλά και η επίσημη κομματική αριστερά, όλων των αποχρώσεων. Δηλαδή η αριστερά της μεταπολίτευσης, η οποία βρισκόταν καθηλωμένη στο νεκροκρέβατο για πολλά χρόνια, τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1990. Από τότε επιβιώνει μόνο ως ζόμπι χάρις στις πλουσιοπάροχες κρατικές – πάνω και κάτω από το τραπέζι – επιχορηγήσεις, τον πακτωλό δανείων από το τραπεζικό καρτέλ, αλλά και τα «τυχερά» από τα ποικίλα κυκλώματα μεγαλοεργολάβων και ολιγαρχών. Επιβιώνει ως κρατικομονοπωλιακή αριστερά.

Όταν η αριστερά νίπτει τη δεξιά και οι δυο το πρόσωπο της εξουσίας.

Σκληροί αγώνες δεκαετιών, φυλακές, ξερονήσια, εκτοπίσεις, βασανιστήρια στα πιο πέτρινα χρόνια της Ελλάδας για δεκάδες χιλιάδες αγωνιστές της πάλαι ποτέ διωκόμενης αριστεράς κι όχι μόνο – οι οποίοι έδωσαν ότι είχαν και δεν είχαν, κατέθεσαν ακόμη και τη ζωή τους για την ελευθερία, τη δημοκρατία και την πατρίδα – μετατράπηκαν σε εμπορεύσιμο είδος στο τραπέζι της κομματικής συναλλαγής. Για αργομισθίες, για θώκους και επιχορηγήσεις. Εικόνισμα για την αποβλάκωση των πιστών, όπως συμβαίνει πάντα με κάθε λογής θρησκόληπτη σέχτα, αλλά και άλλοθι των επιτηδείων της εκάστοτε ηγεσίας που σκέφτονται αποκλειστικά και μόνο με όρους ιδιοτέλειας.

Από τότε ότι αισχρό κι αν συμβαίνει στη χώρα μας, όσο παρανοϊκό κι αν είναι, ακόμη και η αναβίωση της υποχρεωτικότητας των ιατρικών πρωτοκόλλων της «φυλετικής υγιεινής» για τον εκφασισμό της εγχώριας και παγκόσμιας πολιτικής, η μόνιμη επωδός της επίσημης αριστεράς είναι πάντοτε η ίδια: «Είναι ο καπιταλισμός, ηλίθιε!» Προκειμένου να διακηρύξει την πολιτική αδιαφορία μιας και στον καπιταλισμό δεν μπορείς να καταφέρεις τίποτε άλλο εκτός από το να συντηρείς με τη ψήφο σου και την αδράνειά σου τα κόμματα των επαγγελματιών της επιτήδειας τέχνης της ξεπούλας, όπως έλεγε ο Γιάννης Σκαρίμπας.

Την εποχή του πραξικοπήματος του 2015 ένα από τα πολλά δημοσιεύματα, που εξέφραζαν την ανακούφιση των κυρίαρχων ελίτ για την ταύτιση της επίσημης δεξιάς με την επίσημη αριστερά, έλεγε: «Όταν ο Massimo D'Alema έγινε πρωθυπουργός το 1998, μία από τις ψήφους υπέρ του προήλθε από τον Gianni Agnelli, ο οποίος δικαιολογήθηκε υποστηρίζοντας ότι υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες μια αριστερή κυβέρνηση είναι η μόνη που μπορεί να ασκήσει δεξιές πολιτικές. Τα σημερινά ελληνικά γεγονότα θυμίζουν αυτά τα λόγια, κυρίως όταν σκεφτόμαστε τη στήριξη που εγγυάται η Άνγκελα Μέρκελ στον Αλέξη Τσίπρα, που καλείται να τακτοποιήσει τους λογαριασμούς καταργώντας τις βρεφικές συντάξεις και ιδιωτικοποιώντας πολλά περιουσιακά στοιχεία: σήμερα τα αεροδρόμια και αύριο (ίσως) νησιά.» (Carlo Lottieri, Se la sinistra è costretta a copiare ricette di destra, Il Giornale, 25 Agosto 2015)

Η αριστερά βέβαια δεν κατόρθωσε να πουλήσει τα νησιά – αν και εισήγαγε το Υπερταμείο, που είναι σε θέση να το κάνει. Ωστόσο, χρειαζόταν και η δεξιά, δηλαδή η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Κι έτσι μαζί από κοινού μετά τις εκλογές θα νομιμοποιήσουν το ξεπούλημα των νησιών και του Αιγαίου στην Τουρκία, υπό την αιγίδα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, στο όνομα της «ελληνοτουρκικής φιλίας» και της «αποφυγής του πολέμου».

Όσο περισσότερο ο διαχωρισμός σε δεξιά και αριστερά για τις κορυφές δεν σημαίνει απολύτως τίποτε, έκτος από μια κατανομή ρόλων πρόζας – όπως των ηθοποιών σε μια παράσταση – για την εξαπάτηση του φιλοθεάμονος κοινού. Τόσο περισσότερο για τον απλό κόσμο και ειδικά για τους νέους, επιβάλλεται από την επίσημη προπαγάνδα της πολιτικής και της τέχνης ως ένας βαθύς φυλετικού τύπου διαχωρισμός που δεν επιτρέπει την αναγκαία ενότητα στις τάξεις του λαού.

Έχουμε ανοικτούς λογαριασμούς αίματος…

Το πραξικόπημα του 2015 συνέβη με τη δικαιοσύνη να τυρβάζει περί άλλων και, για μια ακόμη φορά, να σφυρίζει αδιάφορα. Μόνο ο λαός αντέδρασε με μια τεραστίων διαστάσεων διαδήλωση το βράδυ της ίδιας ημέρας, η οποία κυριολεκτικά αιματοκυλίστηκε από την πιο άγρια – απ' όσες έχω προσωπικά βιώσει – καταστολή με χημικά, χειροβομβίδες κρότου λάμψης και ρόπαλα των πραιτοριανών εν στολή. Πολλοί από δαύτους σε ευδιάκριτο σημείο πάνω στα κράνη τους, έφεραν υπερήφανα τα σύμβολα του χιτλερισμού, της χούντας και της χρυσής αυγής. Και επιτέθηκαν εναντίον των εκατοντάδων χιλιάδων διαδηλωτών στην πλατεία Συντάγματος αλαλάζοντας, όπως κάποτε οι βασιβουζούκοι σε ρεσάλτα πλιάτσικου και σφαγής αθώων, «τώρα θα σας δείξουμε ποιος έχει την εξουσία»!

Από τότε, τόσο για μένα, αλλά και για όλους όσοι έχουν μείνει αμετανόητοι και αμετακίνητοι, έχουμε ανοιχτούς λογαριασμούς αίματος με όλους εκείνους που επέβαλλαν το πραξικόπημα της 6ης Ιουλίου 2015. Πολλοί, όπως κι εγώ, ορκιστήκαμε τότε στο αίμα των αθώων εκείνης της νύχτας, στο αίμα που είδα να τρέχει στο πρόσωπο του παιδιού μου, όχι μόνο να παλέψουμε για τη δημοκρατία και την πατρίδα ως το τέλος, αλλά να μην ησυχάσουμε αν δεν καθίσουν όλοι τους στο σκαμνί.

Κανένα δημοκρατικό πολίτευμα, καμιά δημοκρατία δεν μπορεί να θεμελιωθεί στέρεα, αν δεν υπάρξει «τυραννοκτονία», αν δεν υπάρξει απόδοση ποινικών ευθυνών για τους σφετεριστές και τους πραξικοπηματίες, αν δεν ξεριζωθεί επιτέλους ο δωσιλογισμός από την πατρίδα μας. Κι αυτές οι εκλογές είναι στο χέρι μας να γίνουν το πρώτο αποφασιστικό βήμα.

(*) Ο Δημήτρης Καζάκης, είναι πολιτικός και οικονομολόγος-αναλυτής. Ιδρυτής και πρόεδρος του Ενιαίου Πατριωτικού Μετώπου – Ε.ΠΑ.Μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια

Δημοσίευση σχολίου