Δημήτρης Κουτσούμπας: «Κόμμα μαχητικό, αποφασισμένο να φέρει σε πέρας τα δύσκολα καθήκοντα της περιόδου» (video)

Η τελική ομιλία εκ μέρους της Κεντρικής Επιτροπής στο κλείσιμο των εργασιών του 21ου Συνεδρίου του ΚΚΕ

«Η ΚΕ εκτιμά ότι τόσο η όλη προσυνεδριακή διαδικασία όσο και οι εργασίες του 21ου Συνεδρίου έδειξαν ένα Κόμμα μαχητικό, ενωμένο, αποφασισμένο να φέρει σε πέρας τα δύσκολα καθήκοντα της περιόδου.

Ενα Κόμμα με στελεχικό και κομματικό δυναμικό πιο έμπειρο, πιο σωστά προσανατολισμένο, στη βάση των αποφάσεων και επεξεργασιών του Κόμματος που στηρίζονται στο ψηφισμένο νέο Πρόγραμμα του Κόμματος, με αρχές λειτουργίας που αποτυπώνονται επίσης στο νέο Καταστατικό του Κόμματος από το 19ο Συνέδριο, στις Αποφάσεις και εκτιμήσεις για τη σοσιαλιστική οικοδόμηση κατά τον 20ό αιώνα και τις αιτίες της αντεπαναστατικής ανατροπής, ψηφισμένα από το 18ο Συνέδριο.

Ενα Κόμμα εξοπλισμένο από τις Αποφάσεις του 20ού Συνεδρίου και πλέον με τη λήξη του σημερινού Συνεδρίου και με τις Αποφάσεις του 21ου Συνεδρίου, που εξειδικεύουν παραπέρα και προωθούν τη στρατηγική και τακτική μας στις συνεχώς νέες εξελισσόμενες συνθήκες, έτσι όπως πρέπει να κάνει ένα επαναστατικό, ένα Κομμουνιστικό Κόμμα που αποστολή από την ώρα της ίδρυσής του έχει την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.

Ενα Κόμμα στηριγμένο στη μελετημένη ιστορική πείρα του Κόμματος αλλά και του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, με συλλογική συζήτηση και επεξεργασία των ντοκουμέντων σε Πανελλαδικές Συνδιασκέψεις και Ολομέλειες της ΚΕ τουλάχιστον για την περίοδο από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, μετά την αστική εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση του 1821 και την ίδρυσή του το 1918, έως και το 1974.

Ενα Κόμμα γνήσια πατριωτικό και διεθνιστικό, με κύρος στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα.

Και από τις διαδικασίες των ίδιων των εργασιών του Συνεδρίου μας, αυτές τις μέρες, όπως και τις Συνδιασκέψεις όλων των μεγάλων Κομματικών Οργανώσεων Περιοχής, όπως και πιο πριν από αυτές των Τομεακών Συνδιασκέψεων και εκλογοαπολογιστικών συνελεύσεων των ΚΟΒ, επιβεβαιώνεται ότι έγινε μια πολύ σημαντική δουλειά, μια πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση, με υψηλό προβληματισμό σε όλο το Κόμμα αλλά και την ΚΝΕ.

Στη μεγάλη πλειοψηφία των στελεχών και μελών είχαμε μια πιο συνειδητή συμφωνία με τις Θέσεις της ΚΕ και στα 3 κείμενα, γεγονός που έχει να κάνει και με τα θετικά ουσιαστικά βήματα που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, στη μεγαλύτερη ενιαιοποίηση της αντίληψης όλων των κομματικών οργάνων, στη βάση των προγραμματικών μας θέσεων και επεξεργασιών.

Η 5μηνη προσυνεδριακή δουλειά βοήθησε πριν απ' όλα τα όργανα αλλά και τις ΚΟΒ έως ένα βαθμό, για τη μελέτη των ντοκουμέντων. Δεν αρκεί αυτό όμως. Οι Θέσεις και όλα τα ντοκουμέντα που θα ψηφίσουμε σήμερα, πρέπει να ξαναδιαβαστούν από όλες και όλους πολλές φορές ακόμα. Το συνεχές διάβασμα βοηθάει, κάτι που αρχικά ίσως δεν προσέχτηκε, δεν αξιολογήθηκε, να εντοπιστεί, ώστε να μην μας διαφύγει τίποτα τελικά από τον πλούτο της συλλογικής σκέψης που αποτυπώνεται σε αυτά τα ντοκουμέντα.

Είναι πολύ θετικό το γεγονός ότι πολλοί σύντροφοι και συντρόφισσες, όχι μόνο αυτές τις μέρες του Συνεδρίου, αλλά σε όλη την προσυνεδριακή περίοδο, και συνολικά σε όλο το Κόμμα και την ΚΝΕ, προβληματίστηκαν θετικά για τη σημασία που έχουν ζητήματα όπως:

  • Η μελέτη και αφομοίωση βασικών θέσεων της θεωρίας μας, της στρατηγικής μας, του Προγράμματός μας,
  • Τα ζητήματα της ιδεολογικής πάλης και διαπάλης,
  • Το θέμα της ανάγκης απασχόλησης των οργάνων στα πλαίσια της δουλειάς τους με τη συζήτηση ιδεολογικών ζητημάτων,
  • Για τις θέσεις μας σε βασικά προβλήματα και επεξεργασίες μας,
  • Για το ζήτημα της μελέτης του «Ριζοσπάστη», της ΚΟΜΕΠ, του «Οδηγητή», την αυτομόρφωση, το θεωρητικό μαρξιστικό, το πολιτικό και το λογοτεχνικό βιβλίο.
  • Αλλά και σε ζητήματα όπως της διάταξης των κομματικών δυνάμεων, της ανάγκης καλύτερου συντονισμού, συνεργασίας και δράσης των κλαδικών με τις εδαφικές Κομματικές Οργανώσεις Βάσης και τους αντίστοιχους τομείς, σε τομείς κυρίως που αφορούν στο εργατικό, μαζικό λαϊκό κίνημα, την προώθηση της κοινωνικής συμμαχίας, την καλύτερη και ουσιαστικότερη ιδεολογικοπολιτική παρέμβαση του Κόμματος, μέσα σε πλατιές εργατικές - λαϊκές δυνάμεις, με συσπείρωση νέων δυνάμεων γύρω από το Κόμμα, με μεγαλύτερη προσπάθεια για την κομματική οικοδόμηση και ανανέωση των γραμμών του Κόμματος και της ΚΝΕ με νέες στρατολογίες.

Ταυτόχρονα, όμως, θέλουμε ως ΚΕ να επισημάνουμε ότι πρέπει να έχουμε καθαρό ότι αυτό το πρόβλημα που έθεσε πιο έντονα το πρώτο κείμενο των Θέσεων (το οποίο φυσικά περιέχεται και στα άλλα δύο κείμενα), υπάρχει κίνδυνος να μείνει στα λόγια και στις Αποφάσεις μας, μόλις τελειώσουν οι εργασίες του Συνεδρίου μας.

Κι αυτό μπορεί να γίνει, εάν δεν το αντιμετωπίσουμε ουσιαστικά και συγκεκριμένα πρακτικά, αμέσως μετά τις Συνδιασκέψεις και το Συνέδριο, χωρίς να περιμένουμε.

Να το αντιμετωπίσουμε δηλαδή, εν θερμώ, μέσα από την ίδια την καθοδηγητική δουλειά, μέσα από τις συνεδριάσεις όλων των οργάνων και των ΚΟΒ, όσο γίνεται πιο γρήγορα.

Η αναγκαιότητα συζήτησης στα όργανα και τις ΚΟΒ της επικαιρότητας και όλων των ζητημάτων με τα ιδιαίτερα ιδεολογικά πολιτικά τους χαρακτηριστικά

Η ίδια η επικαιρότητα αντικειμενικά θέτει μπροστά σε όλο το Κόμμα, σε όλες τις Οργανώσεις, κάθε μέρα, κάθε ώρα, καινούργια ζητήματα, μας βάζει μπροστά σε μεγάλες ευθύνες, για μεγάλες μάχες που έχουν και βαθύ ιδεολογικό και πολιτικό περιεχόμενο, αφού πρόκειται για την ίδια τη στρατηγική του κεφαλαίου, για την καπιταλιστική ανάκαμψη κ.ο.κ.

Και ως τέτοια φυσικά πρέπει να τα αντιμετωπίζουμε, παίρνοντας συνεχώς συγκεκριμένα μέτρα.

Για παράδειγμα, τα μέτωπα της ιδεολογικής δουλειάς χρειάζονται:

  • Την προγραμματισμένη και ενταγμένη στο πρόγραμμα κομματικής μόρφωσης δουλειά, που να συμβάλλει στην ενίσχυση της μελέτης και της σε βάθος, σωστής αφομοίωσης των βασικών αρχών της θεωρίας μας, των επεξεργασιών μας, με βάση τις μελέτες μας και τα ντοκουμέντα μας.
  • Για όλα τα ζητήματα που απασχολούν τους εργαζόμενους, τον λαό, που καθημερινά μας βάζουν βασικά ερωτήματα που πρέπει να τα απαντάμε κατανοητά, εκλαϊκευτικά όσο γίνεται.

Ηδη αυτό τον μήνα ζήσαμε και ζούμε τέτοιες περιπτώσεις, τέτοιες καταστάσεις.

Για παράδειγμα, το νέο αντεργατικό τερατούργημα της κυβέρνησης της ΝΔ που ψηφίστηκε την προηγούμενη βδομάδα, ήταν και είναι τέτοιο θέμα.

Στην έντονη ιδεολογικοπολιτική δουλειά που αναπτύξαμε αυτό το διάστημα αντιπαλεύοντας το νομοσχέδιο, εντοπίσαμε και προσπαθήσαμε να αντιπαλέψουμε το γεγονός ότι δεν είναι εύκολο να κατανοηθεί ευρύτερα το ζήτημα της διευθέτησης του εργάσιμου χρόνου, ιδιαίτερα σήμερα με την αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, την ψηφιοποίηση κ.λπ., εάν δεν στηριχθεί η διαφώτιση και η δουλειά μας με τον κόσμο, στη ίδια τη μαρξιστική θεωρία για τον ημερήσιο εργάσιμο χρόνο στον καπιταλισμό, την απόσπαση υπεραξίας από τον καπιταλιστή, τη μεγαλύτερη ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης, μέσω της διευθέτησης.

Τέτοιο, αντίστοιχα, θέμα είναι και το Ταμείο Ανάκαμψης, επίσης, από την εκταμίευση των κονδυλίων του οποίου τα δισεκατομμύρια του νέου δανείου θα κατευθυνθούν σε μονοπωλιακούς ομίλους, στα πλαίσια της κρατικής παρέμβασης, της επεκτατικής πολιτικής που σε αυτή τη φάση έχει επιλεγεί, έχει συμφωνηθεί από κοινού στην ΕΕ.

Και οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και ο ρόλος της Ελλάδας σε αυτούς είναι τέτοια ζητήματα...

Ιδιαίτερα, η εμπλοκή της Ελλάδας στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς χρησιμοποιείται ως στοιχείο καθησύχασης του λαού, ότι δήθεν θα ανταμειφθεί για το όποιο κόστος ή τα αρνητικά, με την πολιτική εξασφάλισης της ειρήνης, της ασφάλειας αλλά και κάποιας οικονομικής ανάκαμψης με επενδύσεις κ.λπ.

Χαρακτηριστικό τελευταίο παράδειγμα αποτελεί η ίδια η Σύνοδος του ΝΑΤΟ με τη συμμετοχή των αρχηγών κρατών της συμμαχίας και οι αποφάσεις που πάρθηκαν εκεί και πώς αυτές με διθυράμβους προβλήθηκαν εδώ.

Ουσιαστικά, πρόκειται για τον σχεδιασμό αυτού του επιθετικού οργανισμού για την επόμενη περίοδο που αφορά όλο τον πλανήτη και τους οξυμένους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, κυρίως ανάμεσα στον ευρωατλαντικό άξονα ΗΠΑ - ΕΕ με τους κύριους ανταγωνιστές τους σε διεθνές επίπεδο, δηλαδή την Κίνα και τη Ρωσία. Η Κίνα απειλεί καταρχήν άμεσα την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στον οικονομικό τομέα, ενώ η Ρωσία στον στρατιωτικό τομέα, αλλά και οι δύο στον τομέα της κυβερνοασφάλειας που φαίνεται απασχολεί σημαντικά τα κράτη - μέλη του ΝΑΤΟ, πρωταρχικά τις ηγετικές του δυνάμεις.

Η Σύνοδος έκανε σοβαρή προσπάθεια επίσης στην επίλυση των αντιθέσεων εντός του οργανισμού του ΝΑΤΟ, ανάμεσα στα κράτη - μέλη του, με επιδίωξη να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή ευρωατλαντική συνοχή σαν άμεσος στόχος.

Ταυτόχρονα, εντείνονται τα παζάρια με στόχο αμοιβαίες υποχωρήσεις σε σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών συμμάχων, όπως οι διαφορές ανάμεσα στην τούρκικη αστική τάξη και τις διεκδικήσεις της στο Αιγαίο και την Ανατ. Μεσόγειο, αλλά και της αστικής τάξης της Ελλάδας, που αποβλέπει σε γεωστρατηγική αναβάθμισή της στην περιοχή, με στόχο οικονομικά οφέλη, γεγονός που την οδηγεί όλο και πιο βαθιά στον ΝΑΤΟικό ιμπεριαλιστικό επιθετικό σχεδιασμό.

Συνολικά, από αυτήν τη Σύνοδο φαίνεται ότι η Ελλάδα αναλαμβάνει πιο αναβαθμισμένο επιθετικό ρόλο στην περιοχή, γεγονός που πρέπει να το παρακολουθήσουμε τα επόμενα χρόνια. Κι αυτό αφορά και την τεράστια αύξηση των ΝΑΤΟικών εξοπλισμών της, που για φέτος καταλαμβάνει την πρώτη θέση πάνω και από τις ΗΠΑ, αλλά και μεγαλύτερες αποστολές των Ενόπλων της Δυνάμεων εκτός συνόρων, πιο στενή πρόσδεση με Ισραήλ και άλλα καπιταλιστικά κράτη στην περιοχή, αναβάθμιση της παρουσίας στρατιωτικών βάσεων και στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ απ' άκρη σ' άκρη σε όλη την Ελλάδα.

Ολα αυτά πρέπει να αποτελούν οργανικό στοιχείο της συζήτησης μέσα στα όργανα στην καθοδηγητική μας δουλειά, στις ΚΟΒ και θέτοντας το ιδεολογικό τους περιεχόμενο και υπόβαθρο, αλλά και που θα οδηγούν ταυτόχρονα σε διαμόρφωση στόχων πάλης, αιτημάτων, συνθημάτων πάλης, σε σχέδιο οργάνωσης της μαζικής διαφώτισης και ενημέρωσης του λαού, σχέδιο πάλης και αγώνων σε τοπικό, κλαδικό επίπεδο, σε πανελλαδικό επίπεδο.

Ολα αυτά και άλλα τόσα είναι ζητήματα για τα οποία γίνεται και μεγάλη σπέκουλα, και ψέματα πολλά λέγονται καθημερινά και η αστική τάξη περνά τις απόψεις της μαζικά, αλλά και ο οπορτουνισμός συσκοτίζει την ουσία, αποπροσανατολίζει, διαστρεβλώνει θέσεις του Κόμματος και οπωσδήποτε πρέπει συγκεκριμένα και ολοκληρωμένα να απαντιούνται, μέσα στο κόμμα, στην ΚΝΕ, κυρίως μαζικά, πλατιά.

Αλλά και άλλα πολλά ακόμα ζητήματα, που αφορούν στο ίδιο το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα και τις αντιπαραθέσεις για το ποιο κόμμα και ποια πολιτική εγγυάται καλύτερα την καπιταλιστική ανάκαμψη και την εξασφάλιση πιο σταθερά και μακροπρόθεσμα των συμφερόντων της αστικής τάξης κ.λπ.

Για τη σχέση οικονομίας και πολιτικής και ορισμένες νέες κρίσιμες επισημάνσεις

Και με αφορμή αυτό, η ΚΕ θέλει να επισημάνει το γεγονός ότι είναι δύσκολο να κατανοηθεί ευρύτερα η θέση του Κόμματός μας για μη συμμετοχή σε κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού, εάν δεν στηριχθεί η προπαγάνδα μας γενικότερα, με τη θεωρητική γνώση και κατανόηση της σχέσης οικονομίας και πολιτικής, όπου η οικονομία είναι το πρωτεύον στοιχείο.

Χωρίς αυτά, πώς θα εξηγήσεις για παράδειγμα ότι και με τις νεοκεϊνσιανές συνταγές, με το χρήμα από το Ταμείο Ανάκαμψης, φορτώνονται ξανά αντεργατικά μέτρα, ενώ οι επιδοτήσεις και τα δάνεια για την «πράσινη» και «ψηφιακή» ανάπτυξη της οικονομίας θα αποπληρωθούν πάλι με κλιμάκωση των αντιλαϊκών μεταρρυθμίσεων και της φοροληστείας του λαού; Οτι σε αυτό είναι στην ίδια ρότα όλα τα αστικά κόμματα, όπως και αν εμφανίζονται, όποιο όνομα κι αν έχουν, όποιο προσδιορισμό - προοδευτικό, φιλελεύθερο, σύγχρονο ή ό,τι άλλο - χρησιμοποιούν, για να σπέρνουν σύγχυση;

Χρειάζεται συνεπώς, στη βάση αυτού, να εξηγήσουμε πειστικά γιατί δεν υπάρχουν καθαρόαιμες περιοριστικές ή επεκτατικές πολιτικές διαχείρισης. Να συνειδητοποιήσει η εργατική τάξη ότι γι' αυτό π.χ. και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κανένα πρόβλημα να υπερασπιστεί το μνημόνιο που ψήφισε και τα αντεργατικά μέτρα που νομοθέτησε επί 4 και πλέον χρόνια ως κυβέρνηση. Οπως ακριβώς σήμερα η νεοφιλελεύθερη ΝΔ κοκορεύεται για την κεϊνσιανή πολιτική της ΕΕ που εφαρμόζει, που το προηγούμενο διάστημα την εξόρκιζε.

Ετσι διευκολύνεται να ανοίξει η συζήτηση και να αναδειχθεί ότι το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε δεν είναι ένα καπρίτσιο κάποιου κακού υπουργού, αλλά παραγγελία των εργοδοτών, ότι είναι στρατηγική επιλογή του κεφαλαίου η διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου.

Ετσι μόνο μπορεί να φτάνει και η συζήτηση στο αίτημα για τη μείωση του χρόνου εργασίας, την ωριμότητα υλοποίησης σήμερα του αιτήματος αυτού, σε συνάρτηση με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, για το ποιος μπαίνει εμπόδιο σ' αυτό, ποια είναι η συνολική πρόταση του Κόμματος.

`Η άλλο παράδειγμα που προβλημάτισε σωστά ορισμένους συντρόφους στις Συνδιασκέψεις:

Πώς να εξηγήσεις για παράδειγμα, χωρίς να δείξεις τη σχέση οικονομίας και πολιτικής, το τι θα σημάνουν οι ριζικές αναδιαρθρώσεις και στη χώρα μας, με την «πράσινη» και «ψηφιακή» μετάβαση, όπου ακολουθώντας τις διεθνείς τάσεις, θα εμφανιστούν μια σειρά επιχειρήσεις που αξιοποιώντας τις τεχνολογικές υποδομές, όπως τα δίκτυα 5G, τα datacenters κ.λπ., θα βασίζονται πάνω στο λογισμικό για να υποστηρίξουν τις υπηρεσίες που προσφέρουν και θα είναι δυσδιάκριτο ακόμα και σε ποιον κλάδο δραστηριοποιούνται;

`Η ότι η ενσωμάτωση στη βιομηχανία των νέων τεχνολογιών, τόσο στη μεταποίηση όσο και στην αγροτική παραγωγή, θα φέρει μεγάλες αλλαγές;

Εχοντας όμως τη γνώση των τάσεων, από την παρακολούθηση των εξελίξεων στον κλάδο, που στην ουσία είναι η παρακολούθηση της εξέλιξης των παραγωγικών δυνάμεων που δείχνει και τις δυνατότητες αλλά και τις αντιφάσεις, έχουμε μια βάση για να ανοίξουμε τη συνολική πολιτική πρότασή μας.

Εχοντας στο μυαλό μας να ψάχνουμε συνεχώς και να εντοπίζουμε πού σκαλώνει η συνείδηση του εργαζόμενου και πώς αυτό συνδέεται με τη θεωρία μας, με το Πρόγραμμά μας.

Ισχύει εδώ απόλυτα το γεγονός ότι ο Μαρξ δεν περιέγραψε μόνο τον μηχανισμό εκμετάλλευσης του καπιταλισμού, αλλά εντόπισε και γιατί αυτός παραμένει αόρατος στα μάτια των εργατών.

Πρέπει να σκεφτούμε π.χ. πώς θα αντιμετωπίσουμε σε κρίσιμους σύγχρονους κλάδους τι οδηγεί τον εργαζόμενο να βλέπει κοντόφθαλμα, να θεωρεί ότι, παρά τη μεγάλη καπιταλιστική κρίση, μπορεί «να τη βγάλει καθαρή» κι επομένως να μην πείθεται με γενικές διακηρύξεις που του λέμε, ότι «δεν έχει και κάτι να περιμένει από τον καπιταλισμό».

Στο οπτικό μας πεδίο συνεπώς δεν πρέπει να είναι μόνο οι παραδοσιακοί κλάδοι, όχι μόνο οι επιχειρήσεις που κακοπληρώνουν και είναι σύγχρονα γκέτο, που είναι πολλές και βεβαίως κάποιες έχουν μεγάλη δυναμική, αλλά και οι νέες επιχειρήσεις, νέοι κλάδοι της επιστήμης και της τεχνολογίας που δυναμικά αναπτύσσονται.

Να σκεφτούμε πιο συγκεκριμένα, πώς θα φωτίσουμε και την ιστορική πορεία άλλων δυναμικών κλάδων στο παρελθόν, όπως η κλωστοϋφαντουργία, η ένδυση, η υπόδηση, τα ναυπηγεία πριν μερικά χρόνια, για να αναδείξουμε το εύρος της εκμετάλλευσης που κρύβεται πίσω από τους φαινομενικά ικανοποιητικούς μισθούς κ.λπ. και ότι τελικά, ανάλογη πορεία θα περάσουν και νέοι κλάδοι, όχι παραδοσιακοί, λόγω του ανταγωνισμού και των συνεπειών της εξωστρέφειας.

Δεν είναι αμελητέος ο αριθμός νέων, για παράδειγμα, που παρασύρονται και θα ήθελαν να συμμετάσχουν σε μια επιχείρηση καινοτόμα, νεοφυή, startup επιχείρηση, όπως τη λένε, παράλληλα με την εργασία τους, κάτω από την επήρεια των αυταπατών της μικροϊδιοκτησίας και του προβαλλόμενου μοντέλου από τις ΗΠΑ, ότι ίσως κι αυτοί κάποτε μπορούν να γίνουν μεγάλοι και τρανοί, την ώρα που όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι οι 8 στις 10 από αυτές τις επιχειρήσεις είτε κλείνουν εντελώς, είτε εξαγοράζονται, συγχωνεύονται με μεγαλύτερες και οι δυο που επιζούν δουλεύουν μόνο συμπληρωματικά, όπως θα λέγαμε απλά με δουλειά φασόν.

Μαζί με αυτό, βέβαια, πάει και το ότι τους πιπιλάνε το μυαλό ότι η καινοτομία και η πρόοδος «δεν γνωρίζουν ωράρια συμβατικά», «δεν γνωρίζουν Σαββατοκύριακα και 5ήμερα» και άλλα σχετικά, με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν μεγάλη ανεκτικότητα και τάση να δικαιολογούν αντιδραστικές επιλογές της εργοδοσίας που παρουσιάζονται δήθεν ως εκσυγχρονισμός.

Γι' αυτό π.χ. είναι κρίσιμο ζήτημα να αντεπιτεθούμε με τα ζητήματα των νέων δυνατοτήτων που μας δίνει η πράσινη ανάπτυξη και ψηφιακή τεχνολογία και πώς αυτή αξιοποιείται στον καπιταλισμό, να αναδείξουμε την πρότασή μας για αξιοποίηση της τεχνολογίας και της καινοτομίας στην υπηρεσία του λαού στη σοσιαλιστική κοινωνία, κόντρα στις θεωρίες που ανάγουν την τεχνολογία σαν ουδέτερο φάρμακο για τα πάντα και ανεξάρτητα από τις σχέσεις παραγωγής. Ταυτόχρονα, χρειάζεται να ανοίξουμε ουσιαστικά τη συζήτηση και για τον παρασιτισμό του καπιταλισμού στο τελευταίο μονοπωλιακό του στάδιο, σε όλα τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη λειτουργία, την ιδιοκτησία, τα πάντα.

Με αυτή την έννοια, χρειάζεται συνεχώς να διασφαλίζουμε, ώστε η καθημερινή δράση μας να συμβάλλει στην ικανότητα προώθησης της στρατηγικής μας.

Να ανοίγει δρόμους προς τα εμπρός. Κι αυτό, ανεξάρτητα αν υπάρχουν ή όχι άμεσα, χειροπιαστά αποτελέσματα. Γιατί αυτά μπορεί και να μην υπάρχουν άμεσα.

Οχι ότι τα σνομπάρουμε, αν υπάρξουν τέτοια αποτελέσματα, αλλά αντικειμενικά, λόγω των ίδιων των σύνθετων συνθηκών, των αρνητικών συσχετισμών κ.λπ., μπορεί τα αποτελέσματα να μην φαίνονται, να μην εμφανίζονται, άμεσα.

Να περάσουμε από τα γενικά «πρέπει» σε συζήτηση συγκεκριμένων ιδεολογικών - πολιτικών - οργανωτικών στόχων και μέτρων

Το κρίσιμο ζήτημα βέβαια είναι να απαντάμε, να προσπαθούμε να δίνουμε λύσεις κι όχι γενικώς να ανησυχούμε για τις δυσκολίες και τις πιέσεις που αντικειμενικά υπάρχουν και προφανώς θα οξύνονται και θα εντείνονται. Χρειάζεται περισσότερο να εξηγούμε από το να τσιτατολογούμε, να δρούμε, συνειδητά γνωρίζοντας σε βάθος κάθε ζήτημα. Γιατί όλα αυτά για τους κομμουνιστές και τις κομμουνίστριες έχουν συγκεκριμένο θεωρητικό - πολιτικό - οργανωτικό περιεχόμενο.

Είναι κρίσιμο ζήτημα, συνεχώς να διαμορφώνουμε όρους υποδομής, για την άνοδο του καθοδηγητικού ρόλου του Κόμματος στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, στην κοινωνική συμμαχία, ως πρωτοπορία επαναστατικών ιδεών και αξιών.

Με τη συλλογικότητα, χωρίς αδικαιολόγητες αναβολές.

Στις συνεδριάσεις των οργάνων και των ΚΟΒ, τα συνεχή ΠΡΕΠΕΙ που επαναλαμβάνονται, καλό είναι πλέον να κάνουμε προσπάθεια να μεταφράζονται με συγκεκριμένα μέτρα και στόχους.

Με αλλεπάλληλα, διαδοχικά, μελετημένα βήματα που διασφαλίζουν αυτή τη βελτίωση και ανοδική πορεία που χρειάζεται, για την ενότητα ιδεολογικής και μαζικής δράσης, με ανοδική πορεία στην ιδεολογική στάθμη όλου του Κόμματος, των στελεχών και μελών μας.

Αφού, όπως έχουμε εκτιμήσει, αυτό είναι βασική προϋπόθεση και για τη βελτίωση της καθοδήγησης και την κατάκτηση μεγαλύτερης ικανότητας δράσης μέσα στις εργατικές - λαϊκές δυνάμεις, στο κίνημά τους, στην ταξική πάλη, όσο γίνεται πιο πλατιά.

Αυτό είναι που θα μας εφοδιάσει με μεγαλύτερη ικανότητα, για την πιο πειστική ανάδειξη της αναγκαιότητας, αλλά και της δυνατότητας σήμερα νίκης του σοσιαλισμού - κομμουνισμού.

Ταυτόχρονα, αποτελεί και βασική προϋπόθεση για την αντοχή, τη μαχητικότητα.

Και παράλληλα, δεν πρέπει να υποτιμάμε καθόλου το γεγονός ότι την ίδια στιγμή η ιδεολογική δουλειά και η σύνδεση την οποία κάνουμε, συμβάλλει και για την αντίθετη περίπτωση, αφού προετοιμάζει τις δυνάμεις μας να έχουν ικανότητα και ετοιμότητα παρέμβασης και σε ξαφνικές, απότομες ανόδους της ταξικής πάλης και κινητοποίησης ευρύτερων, πλατιών λαϊκών δυνάμεων σε κάποια φάση.

Τον αρνητικό συσχετισμό τον ξέρουν όλοι, τον καταλαβαίνουν όλοι, τον βλέπουν όλοι. Αρα, δεν ωφελεί να τον αναμασάμε συνεχώς. Οι προτάσεις μας, τα μέτρα που παίρνουμε - ιδεολογικά, πολιτικά, οργανωτικά - με βάση και τις θέσεις και την εισήγηση, τα ντοκουμέντα μας, ξεκινάνε έτσι κι αλλιώς από αυτή τη βασική επισήμανση και εκτίμηση της κατάστασης. Αρα η συνεχής επίκληση της ανησυχίας, των κινδύνων και δυσκολιών λειτουργεί πολλές φορές άθελά μας ως διαμορφωτής κλίματος υποχώρησης, αναγκαιότητας περιορισμού, μινιμαλισμού των στόχων, αφού αυθόρμητα στην εργατική - λαϊκή συνείδηση η δυσκολία και ανησυχία για την πορεία φαντάζει ανυπέρβλητη και οδηγεί τελικά στην άποψη «δεν έγινε και τίποτα να βάλουμε νερό στο κρασί μας»!!!

Να ξεφύγουμε από το να βάζουμε στο επίκεντρο ποια θα είναι τα αιτήματα, οι στόχοι πάλης, αποσπασμένα από το βασικό πολιτικό καθήκον, από τη γενικότερη πολιτική μας γραμμή.

Εννοείται ότι δεν υποτιμάμε καθόλου τη σημασία των αιτημάτων, αφού είναι η γραμμή συσπείρωσης και όχι απλά στόχοι πάλης. Εδώ πρέπει να παίρνεται υπόψη η κατάσταση σε κάθε χώρο. Αν η συζήτηση όμως μένει, ή πάει μόνο στο να διαμορφώνουμε πιο ριζοσπαστικούς, πιο πολιτικοποιημένους στόχους πάλης, τότε δεν λύνουμε το θέμα της στρατηγικής.

Δεν φοβόμαστε αν σε έναν τόπο δουλειάς ξεκινάει η συσπείρωση για ένα ζήτημα, π.χ. για τις απολύσεις ή την απληρωσιά ή την υγιεινή και ασφάλεια κ.λπ. Το ζήτημα είναι ότι στο μυαλό των οργάνων και των στελεχών πρέπει να βρίσκεται κυρίως ποια προσπάθεια, ιδεολογικοπολιτική, οργανωτική, θα κάνουμε, για να διευρύνεται, να βαθαίνει η γραμμή πάλης.

Κυρίως, αυτή πρέπει να ενισχύεται και με την αυτοτελή δουλειά του Κόμματος, αφού δεν μπορεί όλα και τα πάντα να λύνονται με καλύτερα ή πιο επεξεργασμένα αιτήματα μέσα στο κίνημα. Π.χ. ήταν πετυχημένη η δουλειά που πέρασε μέσα από το ΠΑΜΕ, με την πρόταση νόμου για τις Συλλογικές Συμβάσεις που υπέγραψαν 500 σωματεία. Είναι θέμα της καθοδήγησης κάθε κρίκου να δει πώς αυτή η σωστή επιλογή θα βαθαίνει, θα πολιτικοποιείται.

Αναμφίβολα, είναι αρκετά δύσκολη δουλειά.

Ομως, έχουμε πλέον αποκτήσει κάποια πείρα.

Πρέπει να έχουμε καθαρό ότι θα χρειαστεί ακόμα πολλή δουλειά μετά το Συνέδριο, στο ζήτημα του τι σημαίνει ακριβώς, στην πράξη, εξειδίκευση της στρατηγικής σε συγκεκριμένες κάθε φορά συνθήκες, σε συγκεκριμένο χώρο κ.λπ.

Η ανάγκη να γενικεύεται η θετική και η αρνητική πείρα, να ενσωματώνεται στον συλλογικό πλούτο της δράσης μας

Περισσότερο να σκύψουμε και να σκεφτούμε, να δώσουμε μεγαλύτερη προσοχή σε όλη την κλίμακα του Κόμματος και της ΚΝΕ, από την ΚΕ έως τις ΚΟΒ, στο πώς θα γενικεύουμε την πείρα που προκύπτει και από την αυτοτελή δράση του Κόμματος και από τους μαζικούς πολιτικούς, κοινωνικούς αγώνες.

Η γενίκευση της πείρας δεν μπορεί να εξαντλείται σε μια περιγραφή, με τη μορφή ενός απολογισμού που κάνουμε κάθε φορά που οργανώνουμε τον έλεγχο ή την αποτίμηση της δουλειάς μας.

Και προσυνεδριακά είδαμε πολλές περιγραφές, απολογιστικού χαρακτήρα. `Η και το αντίθετό του: Μια συνεχής επανάληψη γνωστών σωστών γενικών θέσεων, που δεν ακουμπούσαν όμως σε κάποια πείρα, ούτε έκαναν έστω προσπάθεια να συνδυαστεί με ζωντανά παραδείγματα και εξειδίκευση από τον τομέα δράσης τους, από τις ΚΟΒ.

Η γενίκευση της πείρας πρέπει να πατάει στη σωστή αντίληψη για τη σχέση, από τη μια μεριά, των αντικειμενικών συνθηκών που υπάρχουν έτσι κι αλλιώς, και από την άλλη, του υποκειμενικού παράγοντα, δηλαδή του Κόμματος και του κινήματος, που μπορεί να επιδράσει και να αλλάξει μια υπάρχουσα κατάσταση.

Οταν προχωράμε σε γενίκευση της πείρας, οφείλουμε να απαλλασσόμαστε από ένα πνεύμα ωραιοποίησης που μας διακρίνει κάποιες φορές.

Οπως, επίσης, υπάρχει και το άλλο, από το οποίο μπορούμε και πρέπει να απαλλασσόμαστε. Δηλαδή, από μια υποτίμηση κάποιων σοβαρών, θετικών βημάτων και επιλογών που κάνουμε, τα οποία δεν τα αναδεικνύουμε λες και είναι αυτονόητα.

Ομως, αν τα υπολογίσουμε όλα αυτά ισορροπημένα, θα καταφέρουμε κάθε φορά να ανεβάζουμε την απαιτητικότητα και από τον εαυτό μας και από τους άλλους, και ατομικά και συλλογικά.

Και να μην τα φορτώνουμε όλα στις αντικειμενικές δυσκολίες και σε αντικειμενικά προβλήματα. Ούτε βέβαια να κλείνουμε τα μάτια σε υπαρκτές, σε δικές μας αδυναμίες και ελλείψεις.

Σίγουρα, ο απολογισμός που κατά διαστήματα κάνουμε, αποτελεί πάντα έναν δείκτη.

Ιδιαίτερα, μπορούμε να δούμε καλύτερα την κριτική αποτίμηση των στελεχών, όχι μόνο σε κάθε Συνδιάσκεψη ή Συνέδριο, αλλά μέσα στην πορεία ελέγχου των Αποφάσεων, με την έννοια να αναφέρονται και η καλή εξέλιξη του στελέχους αλλά και οι ελλείψεις του κ.λπ., ώστε η κριτική και αυτοκριτική να γίνει τρόπος δουλειάς όλων, γιατί μόνο έτσι βοηθιούνται οι σύντροφοι, τους δίνεται χρόνος να βελτιώνονται.

Ομως, για να γίνει η γενίκευση της πείρας ατομικός και συλλογικός πλούτος όλων, πρέπει να ψάχνουμε συνεχώς, κάπως βαθύτερα, στο πώς δουλέψαμε συγκεκριμένα, πώς χειριστήκαμε διάφορα ζητήματα, πώς τα καταφέραμε κάθε φορά στην ιδεολογικοπολιτική διαπάλη...

Τόσο σε σχέση με τις άλλες ηγεσίες των πολιτικών κομμάτων, των διαφόρων κινήσεων κ.λπ., αλλά και με τον επηρεασμό που δέχονται και έχουν οι ίδιες οι εργατικές - λαϊκές μάζες, οι δυνάμεις δηλαδή που απευθυνόμαστε σε κάθε Τομεακή και Περιοχή, σε κάθε ΚΟΒ.

Να σκύβουμε περισσότερο πάνω σε αυτά τα οποία μας λένε οι εργαζόμενοι, τα λαϊκά στρώματα, τις επιφυλάξεις τους, τις εμμονές τους και την επιρροή που δέχονται από τον οπορτουνισμό, από την αστική ιδεολογία, από τον συμβιβασμό τους και τις φοβίες τους.

Εχει σημασία να κάνουμε αντικειμενική εκτίμηση για το πώς επίσης δουλέψαμε και τι αποτελέσματα είχαμε για τη συσπείρωση δυνάμεων στο κίνημα.

Να έχουμε σαφή εικόνα, μέχρι πού καταφέραμε κάθε φορά να διευρύνουμε την επαφή μας, την επικοινωνία μας, πού ακριβώς δυσκολευτήκαμε, τι πρέπει να ξαναδούμε, ίσως ξανά από την αρχή...

Το βάρος που δίνουμε στην ιδεολογική - μορφωτική δουλειά δεν σημαίνει ότι υποτιμάμε την οργανωτική δουλειά

Το γεγονός ότι δώσαμε τόσο μεγάλη βαρύτητα, και στις Θέσεις της ΚΕ και προσυνεδριακά και στις εργασίες του Συνεδρίου, στη συζήτηση για την ανάγκη της ιδεολογικής μορφωτικής δουλειάς μέσα στο Κόμμα και στον περίγυρο, δεν σημαίνει καθόλου ότι υποτιμούμε τη σημασία της οργανωτικής δουλειάς, της καλής οργάνωσης των συζητήσεων στα όργανα και στις ΚΟΒ, άλλα σοβαρά οργανωτικά καθήκοντα στην εσωκομματική λειτουργία και τη μαζική δράση μας.

Το αντίθετο ακριβώς θεωρούμε ότι πρέπει να συμβαίνει και αυτό εννοούμε.

Γιατί η ιδεολογική μορφωτική δουλειά αφορά και επιδρά άμεσα σε ζητήματα οργάνωσης, καθοδήγησης, καταμερισμού δουλειάς, διάταξης δυνάμεων, ελέγχου και των αριθμητικών, δηλαδή των ποσοτικών δεικτών στη δουλειά μας, οι οποίοι όμως έχουν να κάνουν και με το ποιοτικό στοιχείο της δουλειάς μας, το πώς δουλεύουμε μέσα στις εργατικές - λαϊκές δυνάμεις, μέσα στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα, πώς προωθούμε την κοινωνική συμμαχία. Εχει να κάνει επίσης και με την ικανότητα εκλαΐκευσης του Προγράμματός μας, των γενικότερων θεωρητικών θέσεων του Κόμματος, των επαναστατικών μας ιδεών κ.λπ.

Στο επίκεντρο της δουλειάς μας το εργατικό - λαϊκό κίνημα

Μπορούμε να γίνουμε πιο αποτελεσματικοί στο εργατικό - λαϊκό κίνημα. Βάζοντας συγκεκριμένους στόχους και οργανώνοντας τη δουλειά μας για να υλοποιηθούν αυτοί οι στόχοι.

Π.χ. είναι κρίσιμο αυτή την τετραετία μέχρι το 22ο Συνέδριο να μετρήσουμε βήματα στην οργάνωση της εργατικής τάξης, των αυτοαπασχολούμενων βιοπαλαιστών της πόλης και των αγροτών, των φοιτητών, σπουδαστών και μαθητών ΕΠΑΛ, ΕΠΑΣ, λυκείων, άλλων νέων εργαζομένων, γυναικών λαϊκής ένταξης ή καταγωγής με πολλές χιλιάδες εγγραφές σε σωματεία, σε συλλόγους, σε επιτροπές αγώνα, σε λέσχες και στέκια, που ήδη υπάρχουν ή που πρέπει να φτιαχτούν, όπου δεν υπάρχουν άμεσα και με σχέδιο συγκεκριμένο.

Οπου δεν υπάρχει σωματείο το φτιάχνουμε. Αν δεν μπορούμε φτιάχνουμε έναν πυρήνα, μια επιτροπή αγώνα. Οπου δεν υπάρχει σύλλογος αυτοαπασχολουμένων ΕΒΕ ή αγροτικός σύλλογος, ή γυναικείος σύλλογος αντίστοιχα, τους δημιουργούμε.

Ανάλογα, το ίδιο πρέπει να εκφραστεί και στη συνέχεια, με τη μεγαλύτερη, πιο ενεργή συμμετοχή στις διαδικασίες του κινήματος, συμμετοχή σε συνελεύσεις, σε συζητήσεις, σε δράσεις, σε κινητοποιήσεις, με πολύ στοχευμένη, συγκεκριμένη δουλειά, πρώτα απ' όλα από τους κομμουνιστές που είναι εκλεγμένοι στα σωματεία και τους άλλους φορείς, όπως και από το σύνολο των κομματικών και ΚΝίτικων δυνάμεων.

Είναι κρίσιμο να επιδιώξουμε να ανεβάσουμε τη συμμετοχή τους στις διεργασίες του κινήματος, να συμβάλουμε για να αλλάξουν δραστικά και όπου μπορούμε, με στόχο βέβαια παντού, τους αρνητικούς συσχετισμούς σε ΔΣ, σε αντιπροσώπους κ.λπ.

Να βγάζουμε συμπεράσματα από τους αγώνες, να συζητάμε διεξοδικά στα Τομεακά, στις κομματικές ομάδες των φορέων: Πώς χειριστήκαμε έναν αγώνα, πού οφείλεται το γεγονός ότι κάπου δεν τα καταφέραμε, τι συγκεκριμένα πρέπει να κάνουμε για να ανακάμψουμε και τόσα άλλα.

Να κλιμακώνουμε την πάλη, να γίνουμε πιο ικανοί να περνάμε στην αντεπίθεση.

Η αντεπίθεση βέβαια δεν είναι σύνθημα. Σημαίνει και μορφές πάλης και πλαίσια αιτημάτων και διεκδικήσεις, και όλα αυτά όσο γίνεται πολύ καλά επεξεργασμένα.

Μέσα από αυτήν τη διαδικασία θα συσπειρώνονται και νέες δυνάμεις με τη δική μας συμβολή. Κι όλα αυτά δεν πρέπει να τα βλέπουμε περιορισμένα, τοπικά, ή στα πλαίσια μόνο ενός κλάδου.

Στόχος μας ένα πανελλαδικό, συντονισμένο, ενιαίο κίνημα με αντικαπιταλιστική αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση

Στην εισήγηση της ΚΕ, όπως είδατε, θέσαμε πιο ξεκάθαρα το ζήτημα ότι στη δράση τη δική μας δεν μπορεί παρά να στοχεύουμε, να επιδιώκουμε, οι επιμέρους κλαδικές ή τοπικές διεκδικήσεις, ο συντονισμός δράσης φορέων κάτω από συγκεκριμένο περιεχόμενο και αιτήματα, θα πρέπει να εξελίσσονται σε μια πορεία σε ένα πανελλαδικό, καλά συντονισμένο, ενιαίο κίνημα. Κίνημα με συγκεκριμένους στόχους διεκδίκησης και ενιαίες θέσεις.

Κι αυτό όχι βολονταριστικά, αλλά εκτιμώντας το κάθε βήμα.

Στόχος μας πρέπει να είναι η διαμόρφωση ενός κινήματος της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, όσο γίνεται πιο μαζικού, εδραιωμένου στους τόπους δουλειάς, στους κλάδους, σε κάθε νομό και περιφέρεια, πανελλαδικά, με αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, εναντίωσης στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, με όσο γίνεται ενιαία πανελλαδικά στην πορεία αιτήματα.

Στην εισήγηση της ΚΕ δώσαμε αναλυτικά τα χαρακτηριστικά αυτού του κινήματος, δεν θα τα επαναλάβω πάλι εδώ.

Ενα τέτοιο πανελλαδικό κίνημα, που θα έχει ταυτόχρονα και διεθνιστικό χαρακτήρα, μπορεί να το εγγυηθεί μόνο το ΚΚΕ με τη δράση του, ως καθοδηγητική δύναμη για την ανατροπή του συνολικού συσχετισμού.

Δεν εννοούμε με αυτό ότι σώνει και καλά σε μαζικό επίπεδο, το κίνημα, και μάλιστα σε πανελλαδικό επίπεδο, μπορεί να υιοθετεί όλο το Πρόγραμμα του ΚΚΕ.

Αλλά η αντεπίθεση αυτή δεν μπορεί παρά να συνδέεται με ανατρεπτικά, συγκρουσιακά χαρακτηριστικά και όχι μόνο με έναν διεκδικητικό απλά χαρακτήρα επιμέρους ή γενικόλογων αιτημάτων.

Βεβαίως, ο κάθε εργατικός κλάδος, ο κάθε κλάδος αυτοαπασχολουμένων, αγροτών κ.λπ., ακόμα και κατά περιοχή, μπορεί να έχει τα ιδιαίτερα αιτήματά του.

Ωστόσο, εμείς πρέπει να έχουμε ξεκάθαρο και να παλεύουμε για τη διαμόρφωση κοινών πανελλαδικών δράσεων και ενιαίων κοινών αιτημάτων που να μας πηγαίνουν μπροστά.

Να έχουμε πλήρη συνείδηση ότι δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, ούτε μπορεί να γίνει τεχνητά με μια λίστα αιτημάτων, αλλά αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ένταση και όξυνση της ταξικής πάλης, που θα συγκρούεται εφ' όλης της ύλης με τα συμφέροντα και τις επιλογές της αστικής τάξης, των κυβερνήσεων διαχείρισης του συστήματος, με την ΕΕ, το ΝΑΤΟ, την εμπλοκή της Ελλάδας στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και τις στρατιωτικοπολιτικές αναμετρήσεις.

Ιδιαίτερα οι Συντονιστικές Επιτροπές και άλλες Επιτροπές Αγώνα που λέμε στις Θέσεις μπορούν να συμβάλουν και σε αυτή την κατεύθυνση και κυρίως στην κατανόηση της σημασίας της συμμαχίας των κοινωνικών δυνάμεων και της αναγκαιότητας, με βάση την πείρα που αποκτά το κίνημα, να υιοθετούνται οι κοινοί στόχοι, παρά τις επιμέρους διαφορές που προκύπτουν από την ίδια τη διαφορετική θέση στην κοινωνικοταξική διάρθρωση και τις μικροαστικές ταλαντεύσεις που έχουν τα μεσαία στρώματα.

Οπωσδήποτε τα θέματα της κοινωνικής συμμαχίας τα έχουμε πολύ αναλυτικά στην εισήγηση και στις Θέσεις, θα υπάρχουν και στις τελικές Αποφάσεις.

Εχει κατακτηθεί στο κομματικό σώμα μια ενιαία αντίληψη μετά τα πανελλαδικά σώματα που κάναμε, έχουμε απαλλαγεί σε μεγάλο βαθμό από παλιότερες σχηματοποιήσεις που μας δυσκόλευαν. Σήμερα κατανοούμε ότι τα σχήματα φτιάχνονται για να διευκολύνουν την άνοδο του κινήματος, την προσέγγιση και συστράτευση ευρύτερων εργατικών και λαϊκών δυνάμεων, υπηρετώντας τη στρατηγική μας, για την προώθηση του στρατηγικού μας στόχου και την απαραίτητη συγκέντρωση και προετοιμασία δυνάμεων για μεγάλες συγκρούσεις.

Να βελτιώσουμε την ιδεολογική πολιτική αντιπαράθεση με όλα τα αστικά κόμματα και τον οπορτουνισμό

Η ΚΕ θεωρεί απαραίτητο να τονίσει ιδιαίτερα ότι οφείλουμε να δουλέψουμε καλύτερα και να δώσουμε μεγαλύτερο βάρος στην επιχειρηματολογημένη αντιπαράθεση με τα άλλα πολιτικά κόμματα και κινήσεις.

Και αυτό ισχύει και γενικά πανελλαδικά, αλλά και τοπικά, σε κάθε χώρο.

Να ξεκαθαρίσουμε για μια ακόμα φορά τα εξής:

Τα κόμματα τα κρίνουμε με βάση το πρόγραμμά τους, τον χαρακτήρα και τη δράση τους. Είτε κυβέρνησαν κάποια από αυτά, είτε κάποια συγκυβέρνησαν με άλλα, είτε διεκδικούν να κυβερνήσουν αύριο.

Μερικές φορές, μπορεί οι διαφορές τους να οδηγούν σε εντάσεις μεταξύ τους, ενίοτε οξυμένες. Οπωσδήποτε αυτό εντείνεται σε προεκλογικές κυρίως περιόδους. Δεν ξέρουμε αν η σημερινή κυβέρνηση θα πάει για εκλογές φέτος το φθινόπωρο ή αργότερα. Αλλά το θέμα που θέτουμε ισχύει έτσι κι αλλιώς και πρέπει να το παίρνουμε υπόψη και να το υπολογίζουμε, γιατί έτσι είναι ένας αποδοτικός τρόπος για να εγκλωβίζουν εργατικές - λαϊκές συνειδήσεις στα γνωστά διλήμματα.

Αυτές οι διαφορές, κάποιες φορές, προκαλούν δυσκολίες ακόμα και στην ίδια τη σταθερότητα του αστικού πολιτικού συστήματος, κυρίως βέβαια προβλήματα σήμερα στη σταθερότητα και αποτελεσματικότητα της κυβερνησιμότητας, αφού το εργατικό - λαϊκό κίνημα δεν είναι ακόμα τουλάχιστον σε θέση να κλονίσει συνολικά το ίδιο το αστικό πολιτικό σύστημα.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό π.χ. που έγινε κατά την περίοδο 2012 - 2015, όπου δημιουργήθηκε μια τέτοια αστάθεια, με την κατάρρευση των μέχρι τότε κυβερνητικών κομμάτων, και της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, περισσότερο βέβαια με παταγώδη τρόπο του ΠΑΣΟΚ, όπως όλοι θυμόμαστε, που κατρακύλησε από το 40% στο 10%.

Παρ' όλα αυτά, τα κόμματα αυτά αποτελούν βασικό στήριγμα του συστήματος και παράγοντα διατήρησης έως και επιδείνωσης παραπέρα του συσχετισμού δυνάμεων. Κι αυτό συμβαίνει ιδιαίτερα με αυτά που εμφανίζονται και ως η δήθεν εναλλακτική λύση προόδου...

Στην πραγματικότητα, τέτοιου είδους κόμματα ευνοούν με κάθε τρόπο τη συνέχιση και ένταση της αντιλαϊκής πολιτικής με την εναλλαγή τους στη διακυβέρνηση...

Και αυτό άσχετα πώς εμφανίζεται αυτή η εναλλαγή... Δηλαδή πότε με μονοκομματικές κυβερνήσεις, πότε ως κυβερνήσεις συνεργασίας.

Κόμματα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΜέΡΑ25 έχουν «αποκτήσει ειδικότητα» στο να χειραγωγούν, να παραπλανούν, να καλλιεργούν στον λαό μοιρολατρία, αυταπάτες, να συντηρητικοποιούν με τη διάδοση κοσμοπολίτικων αντιλήψεων, ουτοπικών αντιλήψεων.

Ακριβώς όπως οι άλλοι «από τα δεξιά», κυρίως από τη ΝΔ, την Ελ. Λύση κ.λπ. πρωτοστατούν, καλλιεργούν - για να το πούμε και κάπως σχηματικά - τις αντικομμουνιστικές, ρατσιστικές, εθνικιστικές κ.λπ. αντιλήψεις, γεγονός που δίνει το άλλοθι σε κάποια κόμματα και ομάδες να εμφανίζονται στον πολιτικό τους λόγο ερμαφρόδιτα, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ ή άλλοι, παρά το γεγονός ότι αποτελούν την άλλη όψη του Ιανού στο αστικό πολιτικό σκηνικό, όπως εύστοχα επισημαίνει η εισήγηση της απερχόμενης ΚΕ στο 21ο Συνέδριο.

Συνολικά σήμερα φαίνεται ότι φτιασιδώνονται και πλασάρονται αναπαλαιωμένες όλες οι παραδοσιακές αστικές πολιτικές αντιθέσεις μεταξύ αυτού του δίπολου, με τη μορφή: «Δεξιά - αντιδεξιά», «πρόοδος - συντήρηση», «κεντροαριστερά - κεντροδεξιά» κ.λπ.

Χρειάζεται συνεπώς πολλή δουλειά να κάνουμε, καθοδηγητική δουλειά, ώστε να παρακολουθούμε πολύ καλά όλους, να παρακολουθούμε όλες τις εξελίξεις, να μην υποτιμάμε τίποτα.

Στις εισηγήσεις και αποφάσεις των Τομεακών Συνδιασκέψεων και των Συνδιασκέψεων Περιοχών σωστά αντιμετωπίστηκαν γενικά και τέθηκαν ζητήματα, που αφορούν και τον υπόλοιπο οπορτουνιστικό χώρο και τον «αριστερό» εξωκοινοβουλευτικό χώρο και τις διάφορες αναρχοαυτόνομες ομάδες, ιδιαίτερα σε χώρους νεολαίας κ.λπ. Οπωσδήποτε χρειάζεται παρακολούθηση και ιδεολογική αντιμετώπιση με επιχειρήματα για τη στάση τους, τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο και σε ζητήματα πολιτικής δράσης και κινημάτων, όπου βγάζουν έναν ιδιότυπο αντικομμουνισμό και εχθρότητα απέναντι στην οργανωμένη, μαζική δράση του Κόμματος και της ΚΝΕ.

Για τον απεγκλωβισμό λαϊκών δυνάμεων από την αστική και οπορτουνιστική λογική

Η ΚΕ θα ήθελε να τονίσει ιδιαίτερα ένα ζήτημα που έχει ξεχωριστή σημασία για όλες αυτές τις εργατικές - λαϊκές δυνάμεις που μας ενδιαφέρουν να τους τραβήξουμε από την αστική και οπορτουνιστική λογική, από την εδραιωμένη σε πολλούς και πολλές αντίληψη ότι το ΚΚΕ δεν έχει πολιτική πρόταση, δεν βλέπει το ζήτημα της κυβερνητικής εξουσίας κ.λπ.

Είναι γεγονός ότι στη διαδικασία και την προσπάθεια που κάνουμε για επικοινωνία και δράση με ευρύτερες εργατικές - λαϊκές δυνάμεις, συναντάμε πολλούς ανθρώπους που επηρεάστηκαν και επέλεξαν πολιτική στάση στο παρελθόν και σχετικά πρόσφατα, αφού ήλπισαν - σχεδόν οι περισσότεροι ειλικρινά - ότι υπάρχει η δυνατότητα μιας φιλολαϊκής πολιτικής από μια τέτοια κυβέρνηση «αριστερών» ή «προοδευτικών» δυνάμεων.

Και δυστυχώς, πολλοί και πολλές ακόμα επηρεάζονται. Και πάνω σε αυτή την πραγματικότητα έχει στηθεί επιχείρηση παγίδευσης τέτοιων δυνάμεων μέσα και στον περίγυρο του Κόμματος και της ΚΝΕ, με τη βοήθεια διάφορων μόνιμα και διαχρονικά διαφωνούντων με τη στρατηγική μας.

Συναντάμε και θα συνεχίσουμε να συναντάμε αντιλήψεις που έχουν καλλιεργηθεί μέσα στον λαό, ότι το ΚΚΕ με τη στρατηγική του για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και τη νίκη της εργατικής εξουσίας δεν προσφέρει άμεση πολιτική λύση υπέρ του λαού, αλλά τα αφήνει όλα στο απώτερο μέλλον, δηλαδή ποτέ, όπως λένε.

Βέβαια, στην πραγματικότητα, πίσω από τη θέση αυτή βρίσκεται η θέση και η λογική συμμετοχής σε μια κυβέρνηση στο έδαφος του καπιταλισμού ως η άμεση πολιτική λύση.

Φυσικά καλλιεργείται προπαγανδιστικά μέσα στον λαό από τον οπορτουνισμό και τη σοσιαλδημοκρατία κυρίως, αλλά δεν πρέπει να υποτιμήσουμε το γεγονός ότι ασυνείδητα, είτε από συνήθεια κ.λπ., εμφανίζεται ως αντίληψη μαζικά μέσα στον εργατικό - λαϊκό κόσμο, στον οποίο και εμείς απευθυνόμαστε.

Κι όλα αυτά σήμερα ακόμα κυριαρχούν σε αντιλήψεις του λαού, ενώ ήδη πλέον υπάρχουν οι αρνητικές εμπειρίες, ότι δεν είναι δυνατό, δεν είναι εφικτό, μια τέτοια κυβέρνηση συνεργασίας με ένα αριστερό, προοδευτικό, αντισυστημικό προφίλ να φέρει τον λαό κοντά σε μια ριζική αλλαγή και να αλλάξουν όντως τα πράγματα σε όφελος των εργατικών - λαϊκών συμφερόντων.

Αυτή η πολιτική γραμμή είναι άλλωστε δοκιμασμένη όλο τον 20ό αιώνα αλλά και πιο πρόσφατα στις δύο πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα. Παλιότερα, από τη δεκαετία του '80, του '90 και του 2000, με το ΠΑΣΟΚ, μετά το 2010 με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ηδη ξανά γίνονται διεργασίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ άρχισε πάλι να προβάλλει τις προοδευτικές κυβερνήσεις, τη συνεργασία όλων των προοδευτικών για να διώξουμε τη δεξιά κ.λπ. Διάφοροι ετοιμάζονται να φτιάξουν κόμμα με τίτλο κομμουνιστικό που θα είναι ουρά της σοσιαλδημοκρατίας, του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν αποκλείεται να ενισχύεται και από μια ομάδα μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ, για να μην έρθει ένας κόσμος και προσεγγίσει το ΚΚΕ, του πασάρουν δηλαδή «εναλλακτική επιλογή» του χεριού τους.

Γι' αυτό χρειάζεται να δουλέψουμε και να εξηγήσουμε καλύτερα ότι το ΚΚΕ απαντά στις σημερινές ανάγκες και τα προβλήματα του λαού με τη θέση και δράση του. Τις όποιες διεργασίες τις βλέπει μέσα στον αγώνα για την αναγέννηση της ταξικής πάλης, την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, την κοινωνική συμμαχία όλων των καταπιεσμένων.

Οτι παλεύει για να αποσπάσει και να υπερασπιστεί κατακτήσεις, συγκεντρώνει δυνάμεις και μαζικοποιεί το κίνημα, ώστε να δυναμώνει ο αγώνας για την πραγματική ανατροπή, που δεν είναι άλλη από την κατάκτηση της εργατικής εξουσίας, τον σοσιαλισμό.

Το Κόμμα μας έχει πλέον σήμερα στα χέρια του, πολύ περισσότερο από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν, από κάθε άλλη περίοδο και φάση, ισχυρά επιχειρήματα.

Εχουμε επιχειρήματα που στηρίζονται στην εμπειρία του λαού στη χώρα μας αλλά και χειροπιαστές αποδείξεις σε όλη την Ευρώπη και παγκόσμια. Δέστε την Πορτογαλία, την Κύπρο, τη Βραζιλία, τη Βενεζουέλα και πάει λέγοντας. Κι αυτά πρέπει συνεχώς να τα αναδεικνύουμε, να τα προβάλλουμε. Σε ποια από αυτές ή άλλες χώρες που στήριξαν τα ΚΚ αστικές κυβερνήσεις, ή συμμετείχαν, ή έδωσαν ανοχή σε αυτές, σταμάτησαν τα αντιλαϊκά μέτρα, οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, άνοιξε έστω ένας δρόμος, ακόμα έστω ένα παράθυρο;

Σήμερα μπορούμε να προβληματίσουμε, να επιδράσουμε, να πείσουμε για τη σημασία που έχει το γεγονός ότι ο καθημερινός αγώνας για όλα τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα να κατευθύνεται και να εντάσσεται στον αγώνα τελικά για την ίδια την ανατροπή της εξουσίας της αστικής τάξης και την αντικατάστασή της με την εξουσία της εργατικής τάξης...

Κι αυτό μπορούμε να το καταφέρουμε, παρά το γεγονός ότι κυριαρχεί η λογική του «μικρότερου κακού». Να εξηγήσουμε υπομονετικά γιατί αυτή η λογική οδηγεί στον αφοπλισμό του εργατικού - λαϊκού κινήματος, οδηγεί στη χειραγώγηση και υποχώρηση, «παγώνει» κυριολεκτικά τις ριζοσπαστικές, προοδευτικές συνειδήσεις, ενώ η άποψη του ΚΚΕ, του ταξικού κινήματος, δίνει ανάταση και πραγματική διέξοδο.

Και από αυτή την άποψη, έχει σημασία να αναδείξουμε και συνεχώς να αναδεικνύουμε την πολύτιμη ιστορική πείρα που έχει αποτυπωθεί για μια μεγάλη περίοδο, στα Δοκίμια της Ιστορίας (έχουν εκδοθεί για την περίοδο 1918 - 1949), ενώ συνεχίζεται η έκδοση, άμεσα ο αναμορφωμένος Τόμος 1949 - 1967 και ακολουθεί ο Τόμος για την περίοδο 1967 - 1974, ενώ έχει αρχίσει η μελέτη για την επόμενη περίοδο 1974 - 1991.

Η συστηματική μελέτη συνεπώς των Δοκιμίων, μαζί με τις υπόλοιπες νέες επεξεργασίες μας, είναι περισσότερο από ποτέ απαραίτητη.

Δεν υποτιμάμε καθόλου τον εξαιρετικά αρνητικό συσχετισμό δύναμης, γι' αυτό επεξεργαζόμαστε τη στρατηγική μας σε κάθε χώρο, ώστε η οργανωμένη πάλη να διαφοροποιεί συνειδήσεις, να τις αλλάζει όσο γίνεται, μαζί με τον συσχετισμό.

Ακριβώς γιατί απορρίπτουμε τον κάλπικο ρεαλισμό των άλλων, που είναι η ενσωμάτωση και η υποταγή. Συνεπώς για να ολοκληρώνω:

Η άνοδος της ιδεολογικής στάθμης του Κόμματος, και της συλλογικής και της ατομικής, η συνεχής μελέτη και αφομοίωση των επεξεργασιών που απαιτούνται, η βελτίωση της καθοδηγητικής δουλειάς και της λειτουργίας των ΚΟΒ που συζητήσαμε όλη αυτή την προσυνεδριακή περίοδο, όλα αυτά αποτελούν τον βασικό όρο ώστε να αποκτήσουμε μεγαλύτερη ικανότητα, επιτελικότητα, αποτελεσματικότητα, για να μπορούμε:

Πρώτον: Να δρούμε από κοινού με εργατικές - λαϊκές δυνάμεις που δεν συμφωνούν με το Πρόγραμμά μας.

Δεύτερο: Να συμβάλλουμε στην οργάνωση του αγώνα σε όλες τις συνθήκες, σε καμπές, είτε ανόδου είτε προσωρινής υποχώρησης.

Τρίτο: Να μπορούμε να διεξάγουμε πλέον, με πιο εύστοχο τρόπο, με πιο εκλαϊκευτικό τρόπο, την ιδεολογική διαπάλη.

Τέταρτο: Να ωθούμε με τις θέσεις και την αγωνιστική πρωτοπόρα στάση μας μέσα στο κίνημα, στη μεγαλύτερη λαϊκή πρωτοβουλία και μαχητικότητα.

Πέμπτο: Να οικοδομούμε γερές ΚΟΒ και γερές Οργανώσεις της ΚΝΕ, σε όλους τους κρίσιμους χώρους δουλειάς, σε κλάδους σημαντικούς έτσι όπως προσδιορίζονται από την εισήγησή μας.

Είμαστε σίγουροι ότι θα τα καταφέρουμε.»


Ακολουθεί η εναρκτήρια εκδήλωση του 21ου Συνεδρίου του ΚΚΕ με σύνθημα «Δυνατό ΚΚΕ. Νους - Καρδιά - Οργανωτής της εργατικής - λαϊκής πάλης για το σοσιαλισμό». Μίλησε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας και ακολούθησε διεθνιστικό μουσικό πολυθέαμα.


Ο Δημήτρης Κουτσούμπας εκλέχτηκε ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ

Η Κεντρική Επιτροπή, στην πρώτη της συνεδρίαση, την Κυριακή 27/6, εξέλεξε ομόφωνα Γενικό Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ τον Δημήτρη Κουτσούμπα.

Νωρίτερα είχαν ολοκληρωθεί οι εργασίες του 21ου Συνεδρίου, με την εκλογή της νέας Κεντρικής Επιτροπής και της Κεντρικής Επιτροπής Οικονομικού Ελέγχου.

Η νέα Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ:

1. Αβραμόπουλος Κώστας
2. Αλέπης Πέτρος
3. Αμπατιέλος Νίκος
4. Αναστασόπουλος Λουκάς
5. Αρβανιτάκης Δημήτρης
6. Αρβανιτάκης Διονύσης
7. Βαγενάς Ελισαίος
8. Βασιλειάδης Σάββας
9. Βιτάλης Δημήτρης
10. Γαβαλά Μαρία
11. Γκιόκας Γιάννης
12. Γκιώνης Θέμης
13. Γόντικας Δημήτρης
14. Δάγκα Βιβή
15. Δημάκης Ευθύμης
16. Δημόπουλος Βασίλης
17. Δημουλάς Τηλέμαχος
18. Ιωαννίδης Κυριάκος
19. Καλύβας Γιώργος
20. Καπέτη Θεανώ
21. Καραθανασόπουλος Νίκος
22. Καραντούσας Μανώλης
23. Κατσώτης Χρήστος
24. Κλάδης Διονύσης
25. Κλιγκόπουλος Γρηγόρης
26. Κουρμούλης Περικλής
27. Κουτουμάνος Νίκος
28. Κουτσούμπας Δημήτρης
29. Κρητικός Γιώργος
30. Λαμπρινού Μαρία
31. Λιονής Γρηγόρης
32. Λουκάς Στέφανος
33. Λυμπερίδης Ζήσης
34. Μακρής Μάκης
35. Μανουσογιαννάκης Γιάννης
36. Μανωλάκου Διαμάντω
37. Μαρίνος Γιώργος
38. Μαρκομιχάλης Πέτρος
39. Μαρούδας Ρίζος
40. Μαρούπας Βαγγέλης
41. Μαυροκέφαλος Νίκος
42. Μεντρέκας Παναγιώτης
43. Μλιαρονικολάκη Ελένη
44. Μπασδέκης Κώστας
45. Μπάτσικας Κώστας
46. Μπέλλου Ελένη
47. Ξεκαλάκης Δημήτρης
48. Παναγής Γιώργος
49. Παναγιωτακοπούλου Χριστίνα
50. Παπαδάκης Κώστας
51. Παπαδόπουλος Δημήτρης
52. Παπαδόπουλος Μάκης
53. Παπαρήγα Αλέκα
54. Παπασταύρου Κύριλλος
55. Παπατολίδης Δημήτρης
56. Παρασκευάς Κώστας
57. Παρίσης Σωτήρης
58. Παρρής Φάνης
59. Παφίλης Θανάσης
60. Πέρρος Γιώργος
61. Πολίτης Παναγιώτης
62. Πρωτούλης Γιάννης
63. Ράζου Λουίζα
64. Ραπανάκης Μανώλης
65. Ρεμπάπης Νίκος
66. Σιδέρης Γιώργος
67. Σκαλούμπακα Χριστίνα
68. Σκολαρίκος Κώστας
69. Σοφιανός Νίκος
70. Συρίγος Βάλσαμος
71. Ταβουλάρη Γιώτα
72. Τασιούλας Γιάννης
73. Τάτσης Γιώργος
74. Τζαβάρας Δημήτρης
75. Τζίμας Θανάσης
76. Τριάντης Νεκτάριος
77. Τσιούτρας Γιάννης
78. Χαρίτος Γιώργος
79. Χιώνης Θοδωρής
80. Χρηστίδης Θανάσης
81. Χριστάνης Νίκος

 Η Κεντρική Επιτροπή Οικονομικού Ελέγχου:        

1. Κακουλίδου Χρύσα
2. Λάππας Νίκος
3. Μητικάρη Ελένη
4. Ναθαναηλίδης Τάσος
5. Παπαγεωργόπουλος Παναγιώτης
6. Πλατανιά Βαγγελιώ7. Ραλλάτος Αντώνης

Ο ΥΠΕΞ της Γερμανίας προειδοποίησε Κίνα και Ρωσία εναντίον της «διπλωματίας των εμβολίων»


Πρέπει να γίνει σαφές, επέμεινε ο γερμανός ΥΠΕΞ, Χάικο Μάας, τόσο στην Κίνα όσο και στη Ρωσία ότι οι άλλες χώρες «δεν βλέπουν με καλό μάτι τη ‘διπλωματία των εμβολίων’ τους»

Ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Χάικο Μάας, προειδοποίησε χθες Τρίτη την Κίνα και τη Ρωσία εναντίον της χρήσης των εμβολίων για την COVID-19 που διανέμουν προκειμένου να μεγεθύνουν την επιρροή τους.

Ο αγώνας εναντίον της πανδημίας του νέου κορονοϊού δεν πρέπει να μετατραπεί σε διαγωνισμό για «την επίτευξη βραχυπρόθεσμων γεωστρατηγικών πλεονεκτημάτων», επιχειρηματολόγησε ο πολιτικός της γερμανικής κεντροαριστεράς (SPD) στο περιθώριο της συνόδου της ομάδας των είκοσι πιο ανεπτυγμένων οικονομιών του κόσμου στη Ματέρα, στη νότια Ιταλία.

Πρέπει να γίνει σαφές, επέμεινε ο κ. Μάας, τόσο στην Κίνα όσο και στη Ρωσία ότι οι άλλες χώρες «δεν βλέπουν με καλό μάτι τη ‘διπλωματία των εμβολίων’ τους».

Την πανδημία πρέπει να τον καταπολεμήσουν όλες οι χώρες μαζί, επειδή «κανένας μας δεν θα είναι ασφαλής ώσπου να είμαστε όλοι ασφαλείς» και «οι πάντες πρέπει να το καταλάβουν πραγματικά αυτό».

Η Κίνα και η Ρωσία, όπως και η Γερμανία, είναι μέλη της G20. Αλλά στη Ματέρα ούτε το Πεκίνο ούτε η Μόσχα έστειλαν τους επικεφαλής της διπλωματίας τους. Ο κ. Μάας εξέφρασε την απογοήτευσή του για αυτό. «Όταν συναντιόμαστε (...) μιλάμε ο ένας με τον άλλον, χρειαζόμαστε διάλογο με τη Ρωσία και την Κίνα», είπε.

Η Δύση κατηγορεί τις δύο χώρες ότι ασκούν «διπλωματία των εμβολίων» επειδή άρχισαν να διανέμουν σκευάσματα από πολύ νωρίς. Η G7, η ομάδα των επτά πιο ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών του κόσμου, στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής της στην Αγγλία αποφάσισε να αντιδράσει υποσχόμενη κι εκείνη να μοιράσει κάπου 1 δισεκ. δόσεις εμβολίων σε φτωχότερα κράτη.

Ως εδώ η Κίνα έχει παραδώσει πάνω από 350 εκατ. δόσεις των εμβολίων για την COVID-19 που παράγει σε πάνω από 80 χώρες. Πόσες δωρίστηκαν, πόσες πωλήθηκαν σε τιμές της αγοράς ή με έκπτωση δεν είναι ξεκάθαρο. Για τη Ρωσία, που έχει παραδώσει μικρότερες ποσότητες, δεν υπάρχουν επίσημοι αριθμοί.

Φτωχότερες χώρες, αλλά και οι ΗΠΑ, κάνουν εκστρατεία προκειμένου να υπάρξει προσωρινή αναστολή της προστασίας των πνευματικών δικαιωμάτων των εμβολίων για την COVID-19, προκειμένου να αυξηθεί η παγκόσμια παραγωγή τους και η ανοσοποίηση να επιτευχθεί ταχύτερα.

Ο κ. Μάας είπε πως είναι διατεθειμένος κατ’ αρχήν να το συζητήσει, υιοθετώντας διαφορετικό τόνο από την γερμανίδα καγκελάριο Άγγελα Μέρκελ, η οποία εναντιώνεται με σφοδρότητα στην ιδέα.

Ωστόσο ο επικεφαλής της γερμανικής διπλωματίας επισήμανε πως αυτή είναι μια συζήτηση στην οποία θα πρέπει να επιλυθούν πολλά ζητήματα και θα είναι παρατεταμένη. Κατά συνέπεια, έκρινε, θα πρέπει να υιοθετηθεί μια διττή προσέγγιση, και το επίκεντρο της προσοχής θα πρέπει να δοθεί στην πρώτη φάση στη βελτίωση των εφοδιαστικών αλυσίδων και στην επέκταση των παραγωγικών εγκαταστάσεων στα φτωχότερα κράτη.

«Αυτή τη στιγμή μπορεί να βοηθήσει μόνο κάτι που μπορεί να γίνει γρήγορα», εξήγησε ο κ. Μάας.

Τα μέλη της G20 αντιπροσωπεύουν το 80% του παγκόσμιου ΑΕΠ, το 75% του παγκόσμιου εμπορίου και το 60% του πληθυσμού.

Με τη σύνοδο αυτή θα ολοκληρωθεί εξάλλου η περιοδεία του αμερικανού ΥΠΕΞ  Άντονι Μπλίνκεν. Ο επικεφαλής της διπλωματίας των ΗΠΑ, που αποπειράται να προβάλει εικόνα πολύ διαφορετική από αυτή της περιόδου του Ντόναλντ Τραμπ και του δόγματος «Πρώτα η Αμερική», τόνισε πως η σημερινή κυβέρνηση στην Ουάσινγκτον είναι υπέρ της πολυμερούς συνεργασίας. «Χρειάζεται να συνεργαστούμε και πρέπει να το κάνουμε αποτελεσματικά. Η πολυμερής συνεργασία το κάνει εφικτό», είπε ο κ. Μπλίνκεν στην ομιλία του προς το ακροατήριο στην G20, έχοντας γύρω του παραπετάσματα από πλεξιγκλάς για να αποτραπεί το ενδεχόμενο μόλυνσης.

Στη σύνοδο αναμενόταν να συζητηθούν, πέραν της πανδημίας, πρωτοβουλίες για τη στήριξη χωρών της Αφρικής και οι προσπάθειες αποτροπής της κλιματικής αλλαγής.
ΑΜΠΕ

Η αξιολόγηση και η μάχη του αυτονόητου

Με το νέο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας έρχονται δύο νέες μεγάλες ανατροπές θα αφορούν την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και την αυτονομία της σχολικής μονάδας

Δημήτρης Μητρόπουλος*

Παρουσιάστηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο το νέο πολυνομοσχέδιο για την εκπαίδευση. Σύμφωνα με όσα έχουν ανακοινωθεί, το νομοσχέδιο θα κινείται σε τέσσερις άξονες: Μεγαλύτερη αυτονομία της σχολικής μονάδας, «αξιολόγηση» των εκπαιδευτικών, δομές της Εκπαίδευσης και Εκκλησιαστική Εκπαίδευση.

Κι αυτό σε συνέχεια του προηγούμενου πολυνομοσχεδίου που ουσιαστικά απορρίπτει δεκάδες χιλιάδες μαθητές από το γενικό λύκειο και τα δημόσια ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα για να πάνε από 15 χρονών στη φτηνή κατάρτιση ή να γίνουν πελάτες στα ιδιωτικά κολέγια.

Σύμφωνα με ό,τι παρουσιάστηκε, οι δύο νέες μεγάλες ανατροπές θα αφορούν την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού και την αυτονομία της σχολικής μονάδας.

Για το πρώτο θα υπάρχει ένας γενικός χαρακτηρισμός μη ικανοποιητικός, ικανοποιητικός, πολύ καλός, εξαιρετικός κάθε δύο χρόνια από το σύμβουλο εκπαίδευσης και κάθε 4 χρόνια από το διευθυντή του σχολείου. Δεν έχουν ακόμα παρουσιαστεί τα κριτήρια με βάση τα οποία θα κρίνεται ο καθένας.

Το μόνο που «δεσμεύεται» η Υπουργός είναι ότι δε θα υπάρχουν ποσοστώσεις, όπως υπήρχε με το σχέδιο Αρβανιτόπουλου το 2013 και ότι όσοι κρίνονται μη ικανοποιητικοί ή ικανοποιητικοί δε θα τιμωρούνται, αλλά θα επιμορφώνονται. Και τα δύο αυτά σημεία είναι κάποιες μικρές υποχωρήσεις από προηγούμενα σχέδια που ζητούσαν ποσοστά και απολύσεις. Είτε για να μη ξεσηκώσουν θύελλα αντιδράσεων, είτε για να πιέσουν το ΣΥΡΙΖΑ – ο οποίος ουσιαστικά είναι υπέρ μιας «μη τιμωρητικής» αξιολόγησης, είτε για να δημιουργήσουν καταρχήν μια αποδοχή της αξιολόγησης και να τη «σκληρύνουν» σε δεύτερο χρόνο.

Για το ζήτημα της αυτονομίας της σχολικής μονάδας δε γνωρίζουμε λεπτομέρειες πέρα από όσα μονότονα προπαγανδίζουν οι διεθνείς οργανισμοί, όπως ο ΟΟΣΑ και η Ε.Ε., και οι ντόπιοι παπαγάλοι τους. Η ουσία της αυτονομίας είναι ότι οι γονείς και οι μαθητές είναι πελάτες μιας υπηρεσίας – της εκπαίδευσης – και το κάθε σχολείο θα πρέπει να κάνει ό,τι πρέπει για να φέρνει περισσότερους. Είναι πελάτες και όχι πολίτες που έχουν δικαίωμα στη δημόσια δωρεάν παιδεία και τη μόρφωση. Και άρα κάθε σχολείο θα αναζητά πόρους και χρηματοδότηση για να «βελτιώνεται», θα έχει δικό του αναλυτικό πρόγραμμα, δικούς του κανόνες.

Είναι γνωστό, από τα αγγλοσαξονικά μοντέλα, ότι στο τέλος αυτής της διαδρομής οι δήμοι θα αναλαμβάνουν και τους διορισμούς-απολύσεις των εκπαιδευτικών, προφανώς με βάση το κριτήριο οι γονείς-πελάτες να είναι «ευχαριστημένοι» μαζί τους, με αγοραίους όρους, όπως ας πούμε είναι ευχαριστημένοι από ένα ρούχο, ενώ από ένα άλλο δεν είναι.

Δε θα σταθούμε στις λεπτομέρειες του νομοσχεδίου οι οποίες δεν είναι ακόμα γνωστές. Από τη στιγμή όμως που παρουσιάστηκε η αρχική εκδοχή του, τα γνωστά μέσα και δημοσιογράφοι, όπως και η κυβέρνηση, αναπαρήγαγαν τα ίδια και γνωστά επιχειρήματα. Σε αυτά θα σταθούμε γιατί παράγουν συγκεκριμένα ιδεολογικά και κοινωνικά αποτελέσματα. Το κύριο είναι ότι παρουσίασαν την αξιολόγηση ως κάτι το αυτονόητο που θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και δεκαετίες, αλλά δεν αφήνουν οι «βολεμένοι»…

Μιλώντας για το αυτονόητο , θα μπορούσαμε κλείσουμε τη συζήτηση αν αναφέρουμε πόσα σχολεία στεγάζονται ακόμα σε κοντέινερ. Πόσες τάξεις στάζουν στις βροχές και είναι θερμοκήπια το καλοκαίρι. Πόσες εκατοντάδες χιλιάδες μαθητές δεν είχαν ΗΥ και έκαναν 5 μήνες «μάθημα» από μια οθόνη κινητού. Να πούμε σε πόσα σχολικά εργαστήρια πληροφορικής «τρέχουν» ακόμα windows xp. Σε πόσα λύκεια δεν πήγε ποτέ καθηγητής πανελλαδικού μαθήματος ή πήγε το Μάρτιο. Στο ότι μόνο οι έχοντες μαθητές μπορούν να πληρώσουν για μια εκπαιδευτική εκδρομή – όταν δεν κόβονται κι αυτές για να τιμωρηθούν «οι καταληψίες».

Να αναφερθούμε στα 25άρια τμήματα και στους 50.000 αναπληρωτές που μετακινούνται από σχολείο σε σχολείο. Για τα αναλυτικά προγράμματα που λένε ακόμα παραμύθια για κρυφά σχολειά, που κρύβουν το Δαρβίνο, το Ρουσσώ και το Μαρξ, που σε μια εποχή που ο μαθητής είναι έκθετος σε αμέτρητες πληροφορίες και συσκευές η κοινωνιολογία εξοστρακίζεται από το σχολείο και η πληροφορική εκπαίδευση θεωρείται ακόμα παιχνίδι δεξιοτήτων.

Γιατί αυτά είναι τα βασικά προβλήματα στην εκπαίδευση, που αν λυνόντουσαν, θα είχαμε βελτίωση στα δημόσια σχολεία. Δεν είναι αυτά που επέλεξε να θίξει η κυβέρνηση, για ευνόητους λόγους.


Κάθε τι στην κοινωνία αξιολογείται

Σωστό. Υπάρχουν αυτοί που αξιολογούν και αυτοί που αξιολογούνται. Κυρίως όμως υπάρχουν αυτοί που ορίζουν τι είναι άξιο και τι όχι και μπορούν να επιβάλλουν τις αξίες τους.

Για παράδειγμα η κοινωνία αξιολογεί πολύ κάτω του μετρίου την ενημέρωση και τη ψυχαγωγία που προσφέρουν τα μεγάλα ΜΜΕ. Τα γνωστά και τηλεσκουπίδια. Όμως αυτό δεν τους πτοεί. Έχουν τη δύναμη, έχουν το μονοπώλιο, έχουν τις σχέσεις διαπλοκής με την εξουσία-που υποτίθεται ελέγχουν – και όλο και χειροτερεύουν και στην ενημέρωση και στη ψυχαγωγία. Είναι προφανές ότι η αξιολόγηση δεν είναι μια ισότιμη διαδικασία όπου όλοι αξιολογούμε όλους. Σε μια κοινωνία με ταξικές ανισότητες και συγκεκριμένες «αξίες» το κάθε τι αξιολογείται δεν ισχύει γιατί κάποιοι πολύ απλά γράφουν την κοινωνία και τις ανάγκες της στα παλιά της τα παπούτσια ή αξιολογείται με βάση τις αξίες του εμπορεύματος, του εγωισμού, του κέρδους.

Αυτό που τίθεται σήμερα για την αξιολόγηση δεν είναι να αντιμετωπίσουμε γιατί τα εκπαιδευτικά συστήματα έχουν πρόβλημα και αναπαράγουν τις κοινωνικές ανισότητες. Ή γιατί και που υπάρχει πρόβλημα στη μόρφωση των μαθητών. Η αξιολόγηση που θέλουν διεθνείς οργανισμοί και κυβερνήσεις θεωρούν ότι άξια είναι μια εκπαίδευση που προωθεί τις εφήμερες δεξιότητες / πληροφορίες και όχι τη γνώση. Που θεωρεί ότι η εκπαίδευση είναι ένα καταναλωτικό προϊόν προς πώληση και τους γονείς πελάτες και άξιο είναι το σχολείο και ο εκπαιδευτικός που προωθούν αυτήν την κατεύθυνση. Άρα η αξιολόγηση ζητάει σχολείο και εκπαιδευτικό ικανό και άξιο για την εκπαίδευση εμπόρευμα που δε θα μορφώνει αλλά θα παρέχει εφήμερες δεξιότητες. Με ένα άλλο σύστημα αξιολόγησης, με άλλες κοινωνικές αξίες και προτεραιότητες τα κριτήρια θα ήταν διαφορετικά και το τι θεωρείται «καλό» σχολείο και ο «καλός» εκπαιδευτικός επίσης.

Γνωρίζουμε καλά ότι στην ΕΣΣΔ, όταν αυτή έκανε τεράστια άλματα στη γνώση και τις επιστήμες και όταν μόρφωνε πολύπλευρα όλο το λαό και είχε ερευνητικά κέντρα και πανεπιστήμια που ήταν όντως κέντρα αριστείας και όχι σουπερ μάρκετ πτυχίων, είχε σκληρά και απαιτητικά συστήματα αξιολόγησης. Δεν ήθελαν όμως να κάνουν τη μόρφωση εμπόρευμα, το οποίο θα μπορεί να το «αγοράζει» ο πελάτης ανάλογα με την ταξική του θέση. Δεν αξιολογούσαν με βάση αυτό το στόχο.

Δεν υπάρχει ουδέτερη αξιολόγηση. Ποιος αξιολογεί, με ποιες αξίες και κριτήρια, για ποιο σκοπό. Σήμερα η αξιολόγηση τίθεται με βάση το αν η εκπαίδευση μετατρέπεται σε εμπόρευμα και η ουσιαστική γνώση εξοβελίζεται από το σχολείο. Γι’ αυτό είμαστε αντίθετοι στην αξιολόγηση.


Όλοι αξιολογούνται, γιατί όχι οι εκπαιδευτικοί;

Η στοχοποίηση του εκπαιδευτικού είναι παλιά ιστορία. Και όσο αλλάζει η οικογένεια και αναπτύσσεται το μοντέλο του ανασφαλούς ανθρώπου και άρα και γονιού-οικογένειας που πιστεύει ότι το παιδί του είναι ιδιαίτερο, ότι αδικείται, ότι ως οικογένεια βάλλεται γενικά, ότι είναι μόνος ενάντια σε όλους, τότε ο εκπαιδευτικός αντικειμενικά βρίσκεται στο στόχαστρο του γονέα-πελάτη.

Πέρα από αυτό είναι ψέμα ότι αξιολογούνται όλοι πλην των εκπαιδευτικών. Μπορεί να αξιολογούνται με συστήματα ISO οι πωλητές αν έπιασαν το πλάνο των πωλήσεων ή οι μάνατζερ σε μια τράπεζα αν έπιασαν τους στόχους. Δε γνωρίζουμε όμως αν υπάρχει κάποιο τυποποιημένο σύστημα αξιολόγησης, με 4 κλίμακες, για παράδειγμα για τους δημοσιογράφους.

Και όπως είπαμε το επιχείρημα «τους αξιολογούν καθημερινά οι τηλεθεατές» δεν στέκει, τουλάχιστον για την πλειοψηφία και για τα πρώτα ονόματα, τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Δεν έχουν αντίστοιχα συστήματα οι γιατροί, ένας χειρούργος, αλλά και οι εργάτες όπως πχ ένας οικοδόμος. Δεν υπάρχει ακόμα και σε εταιρείες του ιδιωτικού τομέα όπου απαιτείται ένα σύνθετο έργο, πχ σε έναν αρχιτέκτονα ή σε ένα λογιστή.

Το επιχείρημα «ναι αλλά εκεί αν δεν είναι καλός, τον αλλάζεις», πέρα από το ότι περιγράφει και μια διαδικασία απολύσεων για άλλους λόγους-πχ μισθολογικά, δεν αλλάζει το γεγονός ότι δε συνηθίζονται τυποποιημένα συστήματα αξιολόγησης – όπως αυτό που θέλει η κυβέρνηση για τους εκπαιδευτικούς, παρά μόνο όταν μιλάμε για πώληση συγκεκριμένων προϊόντων. Αλλά όπως είπαμε έτσι βλέπει η κυβέρνηση την εκπαίδευση. Ως προϊόν προς πώληση.


Είμαστε από τις λίγες χώρες που δεν έχουμε αυτονομία στη σχολική μονάδα και αξιολόγηση εκπαιδευτικών

Σωστά, αλλά ποια είναι ακριβώς τα αποτελέσματα αυτών των δύο πολιτικών; Έχουν κάποια μελέτη ή έρευνα να παρουσιάσουν οι παπαγάλοι αυτών των επιχειρημάτων, που να δείχνει ότι με την αυτονομία της σχολικής μονάδας και την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έχουν βελτιωθεί τα μαθησιακά αποτελέσματα για τους μαθητές; Ότι έχουν μειωθεί οι μορφωτικές ανισότητες; Ότι έχουν αντιμετωπιστεί τα σύγχρονα προβλήματα του λειτουργικού αναλφαβητισμού και των αποσπασματικών πληροφοριών;

Η απάντηση είναι δεν υπάρχει ΚΑΜΙΑ τέτοια μελέτη. Αντίθετα υπάρχουν πλήθος μελετών που μιλάνε για το φαινόμενο επαγγελματικής εξουθένωσης των εκπαιδευτικών, υπάρχουν πλήθος στατιστικών που δείχνουν πως η αυτονομία της σχολικής μονάδας οδηγεί σε γκετοποίηση και αύξηση των μορφωτικών ανισοτήτων στις φτωχές γειτονιές των ΗΠΑ και της Μ. Βρετανίας, υπάρχουν ως και ταινίες στο NETFLIX που δείχνουν ότι ακόμα και στις πολύ πιο πλούσιες και οργανωμένες Σκανδιναβικές χώρες το αν θα υπάρχει παιδαγωγός παράλληλης στήριξης σε ένα παιδί με αυτισμό αποτελεί ευθύνη του γονέα και όχι της πολιτείας. Υπάρχουν τα τελευταία χρόνια πλήθος κινητοποιήσεων και αγώνων στο Σικάγο, τη Μασαχουσέτη, στη Μ. Βρετανία, τη Γαλλία ενάντια στα αποτελέσματα της αξιολόγησης. Πουθενά δεν έχει αποδειχτεί ότι η αξιολόγηση δημιουργεί θετικά μαθησιακά αποτελέσματα για όλα τα παιδιά.

Το άλλο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα «πατώνει» στο διαγωνισμό PISA γιατί δεν έχει σύστημα αξιολόγησης, πάλι είναι αυθαίρετο. Υπάρχουν χώρες που είναι πιο χαμηλά από τη χώρα μας και έχουν αξιολόγηση και το ανάποδο. Ο διαγωνισμός PISA ελέγχει μαθητές από 65 χώρες σε διάφορες δεξιότητες. Τα πάνε καλύτερα οι χώρες που τα εκπαιδευτικά τους συστήματα είναι έτσι δομημένα ώστε να «εκπαιδεύουν» τα παιδιά σε αντίστοιχες δεξιότητες. Πχ είναι γνωστό ότι η μαθηματική εκπαίδευση στην Ελλάδα δίνει μεγαλύτερο βάρος στις έννοιες, τις συναρτήσεις, τις μαθηματικές σχέσεις και όχι αυτό που λέμε «solving problems».

Γι’ αυτό και οι Έλληνες απόφοιτοι δεν έχουν κανένα πρόβλημα σε ακαδημαϊκό επίπεδο σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, το αντίθετο έχουν πολύ υψηλό επίπεδο. Οι ίδιοι μαθητές στο διαγωνισμό της PISA επειδή εξετάζονται σε έναν άλλο τρόπο προσέγγισης των μαθηματικών, έχουν χαμηλές επιδόσεις. Το να μαθαίνεις τα παιδιά να τρέχουν μεγάλες αποστάσεις και να τους βάζεις σε διαγωνισμό για 100άρι, δε λέει και πολλά. Και αυτό ακριβώς λένε τα αποτελέσματα του διαγωνισμού PISA σε σχέση με το αν μαθαίνουν τα παιδιά γράμματα και αν αυτό σχετίζεται με την αξιολόγηση.


Η κοινωνία συμφωνεί, οι συνδικαλιστές και οι δεινόσαυροι της ΟΛΜΕ διαφωνούν

Η αλήθεια είναι ότι τα παπαγαλάκια δε φροντίζουν να ενημερώνονται σωστά για να ενημερώνουν την κοινωνία αντίστοιχα. Κυβερνητικά non paper και fake news διακινούν. Η αλήθεια είναι ότι ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ που είναι ΔΑΚΕ-ΝΔ, οι ΣΥΝΕΚ που είναι ΣΥΡΙΖΑ και η ΠΕΚ που ανήκει στο ΚΙΝΑΛ είναι υπέρ της αξιολόγησης με διάφορους αστερίσκους. Να μην είναι τιμωρητική, να είναι μόνο αυτοαξιολόγηση της σχολικής μονάδας, να είναι ανατροφοδοτική κ.α. Ο δε ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνηση ψήφισε το πιο σκληρό αξιολογικό σύστημα διορισμών εκπαιδευτικών, που τώρα εφαρμόζει η ΝΔ.

Η ηγεσία της ΟΛΜΕ και η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν ότι μία αξιολόγηση υπάρχει για αυτό το σύστημα και αυτή γίνεται με βάση το πόσο εμπόρευμα είναι η εκπαίδευση και πόσο ικανοποιημένος είναι ο γονέας – πελάτης.

Όμως η ΝΔ τα λέει στα γαϊδούρι για να ακούει το σαμάρι. Και το σαμάρι είναι οι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι ξέρουν καλά, από την άμεση εμπειρία τους, τι θα σημαίνει να είσαι όμηρος του κάθε διευθυντή και συμβούλου. Τι θα σημαίνει να μπαίνει ο διευθυντής στην τάξη. Τι θα σημαίνει να αξιολογείται ο εκπαιδευτικός ως μη ικανοποιητικός αν αρνηθεί να σπάσει την κατάληψη των μαθητών. Αν απεργεί. Αν διαμαρτύρεται όταν θα τον φωνάζουν απογεύματα, Σάββατα και όποτε θέλει ο διευθυντής μάνατζερ για να κάνει τον «αρεστό» στους γονείς-πελάτες, από τους οποίους θα αξιολογείται κι αυτός και θα εξαρτάται και η θέση του από το πόσα παιδιά θα μπορεί να εγγράφει στο σχολείο του.

Οι εκπαιδευτικοί ξέρουν ότι χρειάζονται αλλαγές, αλλά διαισθάνονται ότι η αξιολόγηση δεν έχει καμία σχέση με αυτές. Το βλέπουν καθημερινά σε δεκάδες στελέχη (διευθυντές, συμβούλους) που πέρασαν από παρόμοια συστήματα αξιολόγησης και που σε αρκετές περιπτώσεις δημιουργούν προβλήματα στη λειτουργία των σχολείων και στην εκπαιδευτική διαδικασία, ακριβώς γιατί κυνηγάνε τους «στόχους» της αξιολόγησης.

Υπάρχουν εκπαιδευτικοί που δεν είναι ικανοί γι’ αυτήν την ευαίσθητη δουλειά. Πως θα λυθεί αυτό χωρίς αξιολόγηση;

Ναι υπάρχουν άνθρωποι με προβλήματα υγείας και συγκρότησης και υπάρχει θεσμικό πλαίσιο να φύγουν από την τάξη και να κάνουν κάποια διοικητική δουλειά. Και όπου δεν αρκεί αυτό το πλαίσιο, πρέπει να διορθωθεί.

Όμως είναι υποκριτικό αυτοί που ζητούν από τον εκπαιδευτικό να είναι ως τα 67 στην τάξη, να μιλάνε για αυτούς «που δε μπορούν». Αυτοί που ψήφισαν μέτρα τέτοια που ένας εκπαιδευτικός μπορεί να γυρνάει και 4 σχολεία. Αυτοί που έχουν 50χρονους αναπληρωτές να τρέχουν 15 χρόνια ως συμβασιούχοι από νησί σε νησί με σπασμένα νεύρα. Αλήθεια τι μεράκι και τι αφοσίωση ζητάνε από αυτούς τους εκπαιδευτικούς;

Δεύτερον ως κοινωνία πρέπει να κρατήσουμε ότι «αυτοί που μπορούν» να αναλάβουν την εκπαίδευση των μαθητών είναι οι παιδαγωγοί, είναι οι εκπαιδευτικοί. Δεν είναι οι γονείς. Όπως για την πανδημία εμπιστευτήκαμε τους γιατρούς – με όλα τα προβλήματα και τις πολιτικές εξαρτήσεις – και όχι την x ιστοσελίδα. Και σε ένα πλαίσιο που ωθεί τον γονέα να συμπεριφέρεται και να σκέφτεται σαν πελάτης, που οξύνει τον κοινωνικό κανιβαλισμό για τον εκπαιδευτικό που είναι στο δημόσιο, που κάθεται 2 μήνες κοκ και κυρίως με δηλωμένο ως βασικό στόχο της αξιολόγησης την εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης και άρα την όξυνση των ταξικών φραγμών – και της αμορφωσιάς για την πλειοψηφία των παιδιών – η όλη συζήτηση για το τι θα κάνουμε με τους ελάχιστους που «δε μπορούν» είναι ναρκοθετημένη.

Ο γονέας – πελάτης ωθείται να θεωρεί ότι «δε μπορεί» ο εκπαιδευτικός που δε βάζει όρια που έπρεπε να είχε βάλει αυτός στο παιδί του, που δεν το προσέχει σα να είναι μοναδικό, που δεν προωθεί τα καθρεφτάκια για ιθαγενείς του υπουργείου όπως η ρομποτική κ.α.. Είναι γνωστές οι ιστοσελίδες όπου γονείς συγκρίνουν εκπαιδευτικούς, σα να είναι παιδαγωγοί, ανάλογα με το πόσες εργασίες βάζει, αν κάνει καινοτόμο μάθημα, αν κάνει καλά το μάθημα κοκ. Και για να είμαστε ειλικρινείς ο γονέας πελάτης, οι πιο δραστήριοι για να είμαστε ακριβείς, δε θέλει τον καθηγητή που δεν θα απεργεί, που καμιά φορά θα λείπει σε διαδηλώσεις, που θα διδάσκει την ιστορική αλήθεια ότι δεν υπάρχει κρυφό σχολειό και ότι η Μακεδονία είναι όσο ελληνική είναι η Ήπειρος και η Θράκη ως γεωγραφικές περιοχές. Τον εκπαιδευτικό που διαμαρτύρεται απέναντι στον διευθυντή μάνατζερ και στο γονέα – πελάτη.

Αυτές οι εικόνες υπάρχουν και σήμερα. Για κοινωνικούς λόγους η οικογένεια έχει αλλάξει και βρίσκεται σε κρίση και απαιτεί από τον εκπαιδευτικό και το σχολείο να λύσει προβλήματα που δημιουργούνται στην οικογένεια. Την ίδια στιγμή που οι νεοφιλελεύθερες αξίες του ατομισμού, του ναρκισσισμού, του ανταγωνισμού γίνονται ζητήματα που πρέπει, δυστυχώς, να λάβει ένα σχολείο υπόψη αν θέλει να «έχει τους γονείς ικανοποιημένους». Έτσι αντί να έχει το σχολείο στόχο να μορφώνει τα παιδιά με βάση τις ως τώρα ανακαλύψεις της (έστω αστικής) επιστήμης και αντιλήψεις της παιδαγωγικής και της ψυχολογίας, έχει στόχο να «έχει τους γονείς ικανοποιημένους», ανάλογα με τις κυρίαρχες αξίες και πεποιθήσεις.

Όλα τα παραπάνω πρέπει να ληφθούν υπόψη πριν κρεμάσουμε στα μανταλάκια τον εκπαιδευτικό που «δε μπορεί»; Τι σημαίνει δε μπορεί και ποιος το κρίνει; Γιατί πέρα από τις περιπτώσεις ψυχολογικών προβλημάτων (βέβαια περισσότερες είναι οι περιπτώσεις αστυνομικών που είτε χρησιμοποιούν το όπλο τους να σκοτώσουν τη γυναίκα τους ή τα παιδιά τους ή είναι συνήθως αφιονισμένοι κατά την «εκτέλεση των καθηκόντων τους», αλλά αλήθεια υπάρχει κάποιο σύστημα αξιολόγησης εκεί;) τα υπόλοιπα «δε μπορεί στην τάξη» δεν ισχύουν.

Αν δε ληφθούν υπόψη τα παραπάνω απλά προσφέρουμε το άλλοθι στην κατηγοριοποίηση του σχολείων σε καλά και κακά, σε φτωχά και πλούσια και άρα και των παιδιών μας. Και με βάση ένα εξαιρετικά μειοψηφικό πρόβλημα κλείνουμε τα μάτια στα όσα αυτονόητα δε λύνει η κυβερνητική πολιτική, που δημιουργούν τα μεγαλύτερα προβλήματα στα σχολεία, και επιπλέον ναρκοθετούμε τη δημόσια εκπαίδευση για τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, επιτρέποντας να μετατραπεί σε εμπόρευμα.

Αυτό είναι και το ζητούμενο το επόμενο διάστημα. Η αξιολόγηση και η αυτονομία της σχολικής μονάδας δεν αποτελεί ένα συντεχνιακό θέμα που αφορά τους «βολεμένους εκπαιδευτικούς». Αφορά όλο το λαό και πρέπει να μην περάσει από μια συμμαχία γονέων και εκπαιδευτικών. Για να μην εμπορευματοποιηθεί περαιτέρω η εκπαίδευση, για να μην περάσει το δόγμα «όπου φτωχός και η μοίρα του», όσον αφορά την εκπαίδευση που θα λαμβάνει.

* Ο Δημήτρης Μητρόπουλος είναι εκπαιδευτικός / alfavita.gr

Άρειος Πάγος - Απόφαση σταθμός: «Η εργασία πληρώνεται ακόμα κι αν είναι άκυρη η σύμβαση»

«Τέλος» στο νεφελώδες νομολογιακό τοπίο μετά από τις αντιθετικές αποφάσεις που είχαν εκδώσει τα ελληνικά δικαστήρια...

Όλα τα δεδουλευμένα τους δικαιούνται οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα (με κάθε μορφής σύμβαση εργασίας) ακόμη αν οι συμβάσεις τους έχουν κριθεί άκυρες, σύμφωνα με απόφασή της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.

Με την απόφασή της αυτή, η ολομέλεια του Αρείου Πάγου, θέτει τέλος στο νεφελώδες νομολογιακό τοπίο που επικράτησε επί μία περίπου επταετία γύρω από αυτό το νομικό θέμα, λόγω των αντιθέτων αποφάσεων που είχαν εκδοθεί από τα δικαστήρια της χώρας, αλλά και από τα δύο Εργατικά Τμήματα του Αρείου Πάγου.

Την ίδια στιγμή, ανοίγει ένας κύκλος νέων αγωγών εργαζομένων, που μπορεί να διεκδικήσουν τις αποδοχές που δεν τους καταβλήθηκαν, δηλαδή τα δεδουλευμένα τους. Όπως είναι γνωστό, κατά κανόνα εργαζόμενοι αυτής της κατηγορίας λαμβάνουν αποδοχές πολύ χαμηλότερες από τα προβλεπόμενα νόμιμα όρια.

Αναλυτικότερα, ορισμένες δικαστικές αποφάσεις δέχθηκαν ότι οι εν λόγω εργαζόμενοι δεν δικαιούνται καθόλου μισθό, ούτε καν τον κατώτατο, για την εργασία που παρείχαν στο πλαίσιο άκυρης σύμβασης εργασίας, με το σκεπτικό ότι λόγω της ακυρότητας της σύμβασης των εν λόγω εργαζομένων, εφαρμοστέες ήταν οι διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό (άρθρα 904 και επόμενα του Αστικού Κώδικα).

Προϋπόθεση όμως για να υπάρχει αδικαιολόγητος πλουτισμός του Δημοσίου (και των λοιπών φορέων του δημοσίου τομέα) είναι το Δημόσιο να έχει εξοικονομήσει δαπάνες. Στην προκειμένη όμως περίπτωση, το Δημόσιο δεν μπορούσε να προβεί στις δαπάνες αυτές, επειδή η πρόσληψη δεν ήταν νόμιμη. Κατά συνέπεια δεν μπορούσε να υπάρξει πλουτισμός του - σύμφωνα με τη νομολογιακή αυτή άποψη - από την παρασχεθείσα εργασία, ώστε να αποδοθεί στους εργαζομένους εν είδει μισθού.

Έτσι, από τη μία πλευρά ο εργαζόμενος, όχι μόνο έχανε τη δουλειά του, αφού η πρόσληψή του δεν ήταν νόμιμη, αλλά επιπλέον δεν δικαιούνταν καν τα δεδουλευμένα του, παρόλο που το Δημόσιο ή οι λοιποί φορείς του δημοσίου τομέα αποδέχονταν κανονικά την εργασία του. Αυτό είχε ως συνέπεια, οι εργαζόμενοι του δημοσίου τομέα να παρέχουν την εργασία τους ακόμη και επί έτη απλήρωτοι, με το αιτιολογικό ότι οι συμβάσεις τους ήταν άκυρες, επειδή αυτές δεν είχαν συναφθεί με τις νόμιμες προϋποθέσεις.

Τώρα, ανατρέποντας αυτήν τη νομολογιακή άποψη, η πλήρης ολομέλεια του Αρείου Πάγου, με την υπ' αριθμ. 4/2021 απόφασή της, έκρινε ότι κατά την ορθή έννοια του νόμου, σε περίπτωση άκυρης σύμβασης εργασίας, αλλά και γενικότερα σύμβασης παροχής υπηρεσιών (συμβάσεις έργου, ορισμένου χρόνου, stage, κ.λπ.), ο πλουτισμός του εργοδότη συνίσταται σε αυτήν καθ' εαυτήν την εργασία που ο εργοδότης έλαβε και η οποία ενσωματώθηκε στην υπάρχουσα περιουσία του, από την οποία και δεν μπορεί πλέον να αποχωρισθεί.

Σύμφωνα με τους αρεοπαγίτες, ο πλουτισμός αυτός υπάρχει, ανεξαρτήτως του αν η σύμβαση είναι έγκυρη ή άκυρη. Εφόσον η σύμβαση είναι έγκυρη, ο εργαζόμενος θα λάβει ό,τι προβλέπει η σύμβασή του, αρκεί ο μισθός του να μην υπολείπεται του νομίμου. Αντίθετα, αν η σύμβαση είναι άκυρη, αυτό δεν σημαίνει ότι ο εργοδότης επιτρέπεται να πλουτίσει αδικαιολόγητα σε βάρος του εργαζομένου. Ο εργαζόμενος στην περίπτωση αυτή, θα λάβει την αμοιβή την οποία θα κατέβαλλε αναγκαστικά ο εργοδότης για την ίδια εργασία, σε άλλο πρόσωπο με τις ίδιες ικανότητες και τα ίδια προσόντα του απασχοληθέντος, με έγκυρη σύμβαση εργασίας. Και η αμοιβή αυτή δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τις αποδοχές που προβλέπουν οι ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας και διαιτητικές αποφάσεις ή, αν δεν υπάρχουν τέτοιες, η αμοιβή που στη συγκεκριμένη περίπτωση αποδεικνύεται ότι ο εργοδότης καταβάλλει σε άλλον εργαζόμενο με έγκυρη σύμβαση εργασίας.

Σύμφωνα με την ολομέλεια, οι περιορισμοί και οι απαγορεύσεις που προβλέπει το Σύνταγμα και ο νόμος για τις προσλήψεις στο Δημόσιο (άρθρο 103 Συντάγματος και ο Ν. 2190/1994) δεν αποκλείουν το γεγονός ότι ο εργοδότης ωφελήθηκε από την εργασία, αλλά ούτε αποτελούν δικαιολογία για να διατηρήσει το Δημόσιο την ωφέλεια που απέκτησε από την παρασχεθείσα εργασία του εργαζομένου. Αντίθετα, το γεγονός ότι η πρόσληψη δεν συμμορφώθηκε με τις απαιτήσεις αυτών των νομοθετικών διατάξεων, αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή των κανόνων για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.

Η υπόθεση που απασχόλησε την πλήρη ολομέλεια του Αρείου Πάγου (πρόεδρος η Αγγελική Αλειφεροπούλου και εισηγήτρια η αρεοπαγίτης Ιωάννα Μαργέλλου-Μπουλταδάκη) αφορούσε εργαζομένους στο Γενικό Νοσοκομείο Βόλου, οι οποίοι εμφανίζονταν προσχηματικά ως μαθητευόμενοι (stagiers), ενώ στην πραγματικότητα - όπως είχε κρίνει εξάλλου και το Εφετείο Λάρισας - παρείχαν επί σειρά ετών κανονικά την εργασία τους, όπως και υπόλοιποι συνάδελφοί τους που απασχολούνταν με (έγκυρη) σύμβαση εξαρτημένης εργασίας.

Η πλευρά των εργαζομένων εκπροσωπήθηκε από τον πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Δημήτρη Βερβεσό και τους δικηγόρους Διονύση Καλαματιανό και Δημήτριο Βασιλείου, ενώ για το θέμα αυτό είχε γνωμοδοτήσει θετικά υπέρ των εργαζομένων ο καθηγητής Εργατικού Δικαίου του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Δημήτρης Ζερδελής. Το πλήρες κείμενο της εν λόγω απόφασης έχει αναρτηθεί εδώ.


Δημήτρης Βερβεσός: «Φραγμός του Άρειου Πάγου σε μία από τις χειρότερες μορφές εκμετάλλευσης»

«Ορθά η ολομέλεια του Αρείου Πάγου επισήμανε στην απόφασή της, ότι το να πληρώνονται οι εργαζόμενοι κανονικά για όσο χρόνο εργάσθηκαν, αποτελεί στοιχειώδη κανόνα που απορρέει από τις θεμελιώδεις κοινωνικές αντιλήψεις περί ισότητας και επιείκειας.

Το να αρνείται ο εργοδότης, με διάφορα προσχήματα, να καταβάλλει ό,τι θα κατέβαλλε κανονικά σε οποιονδήποτε άλλον εργαζόμενο για την εκτέλεση μιας εργασίας, αποτελεί μία από τις χειρότερες μορφές εκμετάλλευσης. Δυστυχώς τέτοιες πρακτικές δεν ήσαν άγνωστες μέχρι σήμερα, ούτε στον δημόσιο τομέα.

Σήμερα ο Άρειος Πάγος έθεσε φραγμό σε παρόμοιες πρακτικές. Βεβαίως, η ανάγκη τήρησης της νομιμότητας είναι αυτονόητη. Η ανάγκη όμως αυτή, δεν μπορεί να χρησιμεύει ως πρόσχημα για να πλουτίζει ο εργοδότης αδικαιολόγητα σε βάρος του εργαζομένου, ακόμη και όταν εργοδότης είναι το Δημόσιο».
ΑΥΓΗ

Είναι πολλά τα λεφτά, Κυριάκο…


Πόσο φθηνό να τους απαξιώνεις με τέτοιον τρόπο και να τους πετάς στα μούτρα τρία χαρτονομίσματα των 50 επειδή τους θεωρείς λιγούρηδες...

Μάκης Τριανταφυλλόπουλος

Πόσο εξευτελιστικό να θεωρείς ως πρωθυπουργός κίνητρο για νέους ανθρώπους το ποσό των 150 ευρώ! Πόσο φθηνό να τους απαξιώνεις με τέτοιον τρόπο και να τους πετάς στα μούτρα τρία χαρτονομίσματα των 50 επειδή τους θεωρείς λιγούρηδες.

Για το καλό τους φυσικά, ναι, ναι, για το καλό τους, δεν το αμφισβητώ. Μόνο που για το καλό τους και το δικό σου καλό, καλό θα ήταν να άνοιγε η προσφορά εργασίας. Τα κίνητρα για τους νέους μας να είχαν μία άλλη δυναμική υγειών προκλήσεων και ευγενών ιδεών. Προτάσεων και ευκαιριών με τη λογική της ευημερίας και όχι εκείνη του τζόγου.

Καταλαβαίνεις τι μήνυμα πέρασες χθες; Τσίμπα, λιγούρη, τα 150 αφού δεν σε έπεισα με επιχειρήματα να κάνεις το εμβόλιο. Δυστυχώς, όταν γίνεσαι πρωθυπουργός με το όνομα και την περιουσία του μπαμπά σου ή του θείου σου (Παπανδρέου, Καραμανλής κ.λπ.), μόνο τέτοια ελιτίστικη νοοτροπία μπορείς να διαθέτεις και να την ξεδιπλώνεις ανερυθρίαστα μπροστά στα μάτια του κόσμου. Με ποια λογική παιδιά του Χάρβαρντ που δεν πόνεσαν ή δεν κόπιασαν ούτε για μία οδοντογλυφίδα, που τα βρήκαν όλα έτοιμα, που γεννήθηκαν ηγέτες, μπορούν να αντιληφθούν πόσο άθλιες είναι τέτοιες συμπεριφορές;

Φυσικά και έχουμε ευθύνη όλοι εμείς. Δεν ντρεπόμαστε εβδομήντα χρόνια να μας κυβερνούν τα ίδια επώνυμα με ενδιάμεσους σερβιτόρους της Εξουσίας έναν Ράλλη και έναν Σημίτη. Το ωραίο είναι ότι θεωρούμε τους εαυτούς μας μάγκες και ψυλλιασμένους και όχι μαλάκες που παρακολουθούν όλο αυτό το πανηγύρι εντελώς παθητικά.

Γι' αυτό, αγαπητέ Κυριάκο, εγώ ως ζώον της ίδιας στάνης δεν θα αναφωνήσω «ντροπή σου» αλλά «ντροπή μας» που σας ανεχόμαστε! Άντε να μου χαθείτε όλοι μαζί! Βγήκε και ο βιρτουόζος της Αριστεράς Αλέξης να πλειοδοτήσει στο αίσχος, προσφέροντας τον κατώτερο μισθό των 800 ευρώ! Ως αντιπολίτευση φυσικά, γιατί ως κυβέρνηση έκανε την πάπια… Έχει ζήσει ποτέ η οικογένειά σου, θλιβερέ σύντροφε, με 800 ευρώ τον μήνα; Ντροπή!

Από τη νίκη του Μάο στο όνειρο του Σι - 100 χρόνια από την ίδρυση του ΚΚΚ.

Ο ιστορικός απολογισμός του μακροβιότερου κόμματος εξουσίας στον κόσμο είναι εντυπωσιακός. Μέσα στα 28 πρώτα χρόνια της ζωής του, το ΚΚ Κίνας εξελίχθηκε από μικρός όμιλος μαρξιστών σε ηγετική δύναμη του λαϊκού αγώνα εναντίον της ιαπωνικής κατοχής, νίκησε στον εμφύλιο την εθνικιστική Κουομιτάνγκ και θεμελίωσε τη Νέα Κίνα το 1949. Στις επόμενες τρεις δεκαετίες, υπό την ηγεσία του Μάο, κατάφερε, παρά το τεράστιο κόστος του «Μεγάλου άλματος προς τα εμπρός» και της Πολιτιστικής επανάστασης, να θέσει τις βάσεις για τη μετατροπή μιας καθυστερημένης, αγροτικής χώρας σε αυτόνομη βιομηχανική και στρατιωτική δύναμη

Τον Ιούλιο του 1921 η Κίνα μαστιζόταν από εσωτερικό χάος και διεθνείς ταπεινώσεις. Μεγάλο μέρος της ενδοχώρας βρισκόταν στο έλεος αλληλοσφαζόμενων πολέμαρχων και σημαντικές παράκτιες ζώνες ελέγχονταν από αποικιοκρατικές δυνάμεις της Ευρώπης. Εκείνο τον μήνα, σε ένα ταπεινό οίκημα του γαλλικού τομέα, στη Σαγκάη, δεκατρείς Κινέζοι μαρξιστές, με τις ευλογίες εκπροσώπων των Ρώσων μπολσεβίκων, αποφάσιζαν να ιδρύσουν Κομμουνιστικό Κόμμα. Ανάμεσά τους ήταν κι ένας νεαρός δάσκαλος αγροτικής καταγωγής από την επαρχία Χουνάν, το όνομα του οποίου είχε ήδη γίνει γνωστό από τη θητεία του στο φοιτητικό κίνημα: Μάο Τσετούνγκ.

Την ερχόμενη Πέμπτη το ΚΚ Κίνας θα γιορτάσει με πανηγυρικό τρόπο τη συμπλήρωση ενός αιώνα από την ίδρυσή του. Εδώ και μήνες ο Σι Τζινπίνγκ, ο ισχυρότερος Κινέζος ηγέτης μετά τον Μάο, έχει δώσει τον τόνο με επανειλημμένες περιοδείες σε χώρους-μνημεία της επαναστατικής κληρονομιάς ανά τη χώρα, ενθαρρύνοντας τον «κόκκινο τουρισμό», οργανωμένες επισκέψεις κομματικών μελών, σχολείων και ομάδων πολιτών. Σε όλα τα αστικά κέντρα δεσπόζουν γιγαντοαφίσες με τα 100 αποφθέγματα του Σι για τη μεγάλη επέτειο. Ενα μικρό δείγμα: «Ας αξιοποιήσουμε στο έπακρο την κόκκινη κληρονομιά μας, ας περάσουμε τα κόκκινα γονίδια και την κόκκινη χώρα μας από γενιά σε γενιά». Οι πατριωτικές ταινίες στις κινηματογραφικές αίθουσες και τα τηλεοπτικά αφιερώματα συμπληρώνουν το εορταστικό σκηνικό.

Ο ιστορικός απολογισμός του μακροβιότερου κόμματος εξουσίας στον κόσμο είναι εντυπωσιακός. Μέσα στα 28 πρώτα χρόνια της ζωής του, το ΚΚ Κίνας εξελίχθηκε από μικρός όμιλος μαρξιστών σε ηγετική δύναμη του λαϊκού αγώνα εναντίον της ιαπωνικής κατοχής, νίκησε στον εμφύλιο την εθνικιστική Κουομιτάνγκ και θεμελίωσε τη Νέα Κίνα το 1949. Στις επόμενες τρεις δεκαετίες, υπό την ηγεσία του Μάο, κατάφερε, παρά το τεράστιο κόστος του «Μεγάλου άλματος προς τα εμπρός» και της Πολιτιστικής επανάστασης, να θέσει τις βάσεις για τη μετατροπή μιας καθυστερημένης, αγροτικής χώρας σε αυτόνομη βιομηχανική και στρατιωτική δύναμη. Ο τρίτος ιστορικός κύκλος, υπό την ηγεσία του Ντενγκ Ξιαοπίνγκ, σημαδεύεται από το άνοιγμα στην αγορά και την ταχύτατη οικονομική μεγέθυνση, κάτι που μέχρι τότε μόνο δύο χώρες του τρίτου κόσμου είχαν γνωρίσει – η Νότια Κορέα και η Ταϊβάν. Το 2009 η Κίνα έγινε η πρώτη εξαγωγική δύναμη παγκοσμίως, ξεπερνώντας τη Γερμανία, ενώ τον επόμενο χρόνο υπερσκέλισε την Ιαπωνία ως η δεύτερη, μετά τις ΗΠΑ, οικονομία του πλανήτη, ευελπιστώντας βάσιμα ότι δεν θα αργήσει να πάρει τα πρωτεία.

Σουβενίρ με πορτρέτα των Κινέζων ηγετών Mao Zedong, Zhou Enlai, Deng Xiaoping και Xi Jinping

Ωστόσο, η ταχύτατη μεταμόρφωση συνοδευόταν από μεγάλες, ανοιχτές πληγές. Η πιο εντυπωσιακή, για θεωρητικά κομμουνιστική χώρα, ήταν η γιγάντωση των κοινωνικών ανισοτήτων. Στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας η Κίνα ξεπερνούσε, με βάση τον διεθνώς αποδεκτό συντελεστή Gini, τις ΗΠΑ σε αυτόν τον τομέα, ενώ μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού ήταν αποκλεισμένα από τη δημόσια παιδεία και υγεία. Το πρόβλημα γινόταν ακόμη περισσότερο προκλητικό λόγω της ενδημικής διαφθοράς, που έφτασε και στα ανώτατα κομματικά κλιμάκια, όπως έδειξε η πολύκροτη υπόθεση του Μπο Σιλάι, για ένα διάστημα υποψήφιου ηγέτη του ΚΚ. Διεθνείς αναλυτές βρήκαν κάποιες αναλογίες με την αμερικανική «Επίχρυση εποχή» (Gilden Age) στο τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα, μια περίοδο εκθετικής συσσώρευσης του πλούτου, αλλά και των ανισοτήτων και της διαφθοράς. Στην Αμερική, την «Επίχρυση εποχή» διαδέχθηκε η «Προοδευτική» (Progressive Era), δύο δεκαετίες σοβαρών μεταρρυθμίσεων που ενίσχυσαν τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, εισάγοντας ταυτόχρονα αντιμονοπωλιακή νομοθεσία για τη συγκράτηση της συσσώρευσης πλούτου και ισχύος. Αρκετοί αναλυτές διερωτήθηκαν μήπως και η Κίνα, φυσικά με άλλους τρόπους, θα έμπαινε σε παρόμοια τροχιά.

Είναι σε αυτή την ατμόσφαιρα που αναλαμβάνει τα ηνία της χώρας ο Σι Τζινπίνγκ, το 2012, όταν διατυπώνει το δικό του «κινεζικό όνειρο». Από την πρώτη στιγμή εξαπολύει ανηλεή εκστρατεία κατά της διαφθοράς – οι κακές γλώσσες είπαν ότι, πέραν των άλλων, ήταν και ένας πόλεμος εναντίον των ευνοούμενων του πρώην ηγέτη της χώρας, Ζιανγκ Ζεμίν, και άλλων στελεχών που θα μπορούσαν να τον αμφισβητήσουν. Στους στόχους του Σι με ορίζοντα δεκαετίας περιλαμβάνονται η μεταμόρφωση της Κίνας σε χώρα μέσου επιπέδου ευημερίας, σε υπερδύναμη του Ιντερνετ και του Διαστήματος, όπως και η καταπολέμηση των αναδυόμενων μονοπωλίων.
Αντιφατικός απολογισμός

Εννέα χρόνια αργότερα ο απολογισμός είναι αντιφατικός. Η Κίνα έγινε όντως υπερδύναμη της ψηφιακής οικονομίας και ειδικά της τεχνητής νοημοσύνης, προκαλώντας τεράστια ανησυχία στις ΗΠΑ, ενώ το προηγούμενο δίμηνο εντυπωσίασε με τις αποστολές της στον Αρη και στον δικό της διαστημικό σταθμό. Οι κοινωνικές ανισότητες υποχώρησαν και τα αντιμονοπωλιακά μέτρα έπληξαν μεγιστάνες, όπως ο ιδρυτής της Alibaba Τζακ Μα. Ωστόσο, η διαφθορά αποδείχθηκε Λερναία Υδρα, το μέσο εισόδημα ανέβηκε μεν στα 11.000 δολάρια αλλά παραμένει μακριά από τα επίπεδα της Δύσης και το δημογραφικό πρόβλημα έχει αποκτήσει τεράστιες διαστάσεις, όπως έδειξε η πρόσφατη αλλαγή πολιτικής της ηγεσίας για τρία παιδιά ανά νοικοκυριό.

Στο μεταξύ, η κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν έχει θέσει ως πρώτο στόχο της εξωτερικής πολιτικής της την ανάσχεση της Κίνας και ήδη σημειώνει τις πρώτες επιτυχίες, όπως έδειξαν οι πρόσφατες σύνοδοι κορυφής της ομάδας G7 και του ΝΑΤΟ. Παρότι η Ε.Ε. είχε υπογράψει τον Δεκέμβριο προκαταρκτική συμφωνία επενδύσεων με την Κίνα, σε μια ψυχρολουσία για τον πρόεδρο εν αναμονή Μπάιντεν, ήρθε τώρα, έστω και με βαριά καρδιά, να την «παγώσει» επικαλούμενη την καταστολή στο Χονγκ Κονγκ και το Σινγιάνγκ. Ακόμη και η Αυστραλία βρίσκεται πλέον σε οικονομικό και πολιτικό πόλεμο με την Κίνα, παρότι η τελευταία αντιπροσωπεύει τον υπ’ αριθμόν ένα εμπορικό εταίρο της. Εν ολίγοις, ήρθε η ώρα να βιώσει και η Κίνα τη σκληρή αλήθεια, που λέει ότι όσο πιο ψηλά ανεβαίνεις στο βουνό, τόσο πιο απειλητικοί θα είναι οι άνεμοι. Παραμένει αβέβαιο ότι είναι καλά προετοιμασμένη για να τους αντιμετωπίσει.
Πέτρος Παπακωνσταντίνου - ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Αποκλείει η πολιτική την αξιοπρέπεια;

Ο πολιτισμός μας σήμερα, γέννημα της Δυτικής Ευρώπης και παγκοσμιοποιημένος πια, θεμελιώνεται στην προτεραιότητα των ατομικών επιλογών, όχι στην προτεραιότητα των σχέσεων κοινωνίας.

επιφυλλίδα του Χρήστου Γιανναρά *

Ο πολιτισμός μας (τρόπος του βίου) σήμερα, γέννημα της Δυτικής Ευρώπης και παγκοσμιοποιημένος πια, θεμελιώνεται στην προτεραιότητα των ατομικών επιλογών, όχι στην προτεραιότητα των σχέσεων κοινωνίας.

Η φράση αυτή αρκεί για να εγκαταλείψει η πλειονότητα των αναγνωστών την ανάγνωση της επιφυλλίδας. Θα συνοδεύει την εγκατάλειψη κάποιος μορφασμός ή και ο ψίθυρος: «φιλοσοφίες»! – λέξη, που στην περίπτωση αυτή σημαίνει: φλυαρίες νοηματικών αναλύσεων, άχρηστη ενασχόληση της σκέψης με διασαφηνίσεις δίχως χρηστικό (ωφέλιμο) αποτέλεσμα.

Δεν έχουμε βοήθεια σήμερα, ούτε καν πρόκληση να αντιληφθούμε ότι η επιλογή είναι ενέργημα που προϋποθέτει μόνο την ατομική, νοητική και βουλητική, ικανότητα – αποφασίζεται και ενεργείται από το άτομο: τη νόηση, βούληση, ενστικτώδη επιθυμία του ατόμου. Τον ανεμπόδιστο, άσχετο, εγωτικό χαρακτήρα της επιλογής τον χαρακτηρίζουμε σήμερα «ελευθερία». Ο τρόπος του συλλογικού μας βίου (ο «πολιτισμός» μας) υπηρετεί, πριν από κάθε τι άλλο, την απεριόριστη δυνατότητα ατομικών επιλογών, την κατασφαλίζει ως «δικαίωμα» – και αυτό το λέμε «ελευθερία»: Να μπορώ να διαλέγω τις επαγγελματικές μου δραστηριότητες, την ιδεολογία και το κόμμα που με γοητεύει, τις ηθικές μου προτιμήσεις, τις μεταφυσικές μου παραδοχές – ό,τι προκρίνει η επιθυμία μου και καταξιώνει η λογική μου.

Η εμπειρία των γενεών, από καταβολής του ανθρώπινου είδους, μάλλον βεβαίωνε ότι η κάθε ατομική θέληση λειτουργεί με αυτονομία και χωρίς περιορισμούς, είναι ένα «ξέφραγο αμπέλι» ορμών, επιθυμιών, ορέξεων. Επομένως, η συνύπαρξη των ανθρώπων, αναγκαία και κοινά επιθυμητή για λόγους κυρίως χρηστικούς, γινόταν αδύνατη, χωρίς αμοιβαίες παραιτήσεις από συγκρουόμενες επιθυμίες. Για να συνυπάρξουμε οι άνθρωποι, έχουμε ανάγκες διαιτησίας, συμβάσεων, οριοθετήσεων τουλάχιστον της συμπεριφοράς. Έτσι ώστε να κοινωνηθεί η ανάγκη, να γίνεται η συνύπαρξη σχέση. Γεννήθηκαν λοιπόν οι συμβάσεις, οι νομοθεσίες, τα συστήματα (θεσμοί) Δικαίου, οι ποινές, τα «σωφρονιστήρια», η κωδικοποίηση της Ηθικής. Εξαίρεση, σε αυτή την πανανθρώπινη απαίτηση κωδικής χρησιμοθηρίας, ήταν οι Ελληνες: ο μόνος λαός που κατάλαβε και προσέλαβε τις σχέσεις, όχι σαν οριοθέτηση (περι-ορισμό) της εγωτικής αυθαιρεσίας, αλλά ως θελημένο και επιδιωκόμενο τρόπο («τάξη») αρμονικής («λογικής») συνύπαρξης. Για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία οι νόμοι – κανόνες της οργανωμένης συμβίωσης απέβλεψαν στην πραγματοποίηση όχι του χρησίμου, αλλά του αληθούς. Αληθινό για τους Ελληνες δεν είναι το ακριβές, αυτό που ορίζεται από κάποια αυθεντία ή με σύμβαση ως ορθό, γνήσιο, πρέπον. Αληθινό είναι «το κοινή πάσι φαινόμενον», αυτό που όλοι εμπειρικά γνωρίζουν και αναγνωρίζουν την υπαρκτική του ταυτότητα. Οι Ελληνες ήταν ο μόνος λαός που κατάλαβε το γεγονός της σχέσης, όχι σαν οριοθέτηση της εγωτικής αυθαιρεσίας με προκαθορισμένους και συντονισμένους φραγμούς, αλλά ως τον «τρόπον της του παντός διοικήσεως» (Ηράκλειτος), τρόπο σοφής αρμονίας και τάξης, που καθιστά το σύμπαν «κόσμον» – κόσμημα θαυμαστό. Και το κάλλος (ο τρόπος της συμπαντικής αρμονίας και τάξης) δεν μεταβάλλεται, δεν φθείρεται, δεν πεθαίνει – δηλαδή «αληθεύει», είναι η «κατ’ αλήθειαν» ύπαρξη.

Η ελληνική μοναδικότητα μέσα στην ιστορία σαρκώνεται σε τρόπο βίου: νοηματοδότησης του βίου και θεσμών λειτουργίας του βίου. Δεν έχει να κάνει με συναισθηματισμούς και φολκλορικές γραφικότητες. Αυτή η συνείδηση της ελληνικότητας αποδείχθηκε, για δύο αιώνες τώρα, δυσεπίτευκτος στόχος, ακατόρθωτος, δυσεκπλήρωτος – η πολιτική αφελληνισμού των Ελλήνων ασκήθηκε με όλη την απανθρωπία που χαρακτηρίζει τη Δύση στις επιδιώξεις της. Κορυφαίο επίτευγμα αυτής της πολιτικής, ισοδύναμο (σε «άλλο» πεδίο) με τη Μικρασιατική Καταστροφή, είναι η συναίνεση των Ελλαδιτών για την ιστορική τους εξαφάνιση, διά στόματος Κωνσταντίνου Καραμανλή λέγοντος: «Να γίνουμε Ευρωπαίοι, για να γίνουμε επιτέλους άνθρωποι».

Σαράντα επτά χρόνια μετά την απαλλαγή από τη μικρονοϊκή Δικτατορία των Συνταγματαρχών, μια μερίδα της (ακόμα ή περίπου) ελληνόφωνης ελλαδικής κοινωνίας ξέρει πια να αναγνωρίζει, πόσοι και ποιοι υπουργοί κάθε κυβέρνησης εξυπηρετούν ξένα συμφέροντα. Ποιοι πανάσχετοι με την εκπαιδευτική λειτουργία της κοινωνίας και τον σχεδιασμό των προοπτικών του κράτους αναλαμβάνουν να υπουργήσουν την Παιδεία, να καθορίσουν την ποιότητα του μέλλοντος των Ελλήνων. Γιατί κάθε κυβέρνηση από τις αρχές της δεκαετίας του ’50 έως και τον ΣΥΡΙΖΑ διεκπεραιώνει την ακόρεστη βουλιμία «συμμάχων» μας για «στρατιωτικές βάσεις» στην Ελλάδα – στη Σούδα της Κρήτης, στη Λάρισα, στον Βόλο, στην Αλεξανδρούπολη, στο Ακτιο. Και το ακραία προκλητικό: Αυτή η εκούσια (ερήμην της λαϊκής βούλησης) ειλωτεία προσφέρεται χωρίς το παραμικρό αντάλλαγμα εγγύησης της ακεραιότητας και ασφάλειας του χερσαίου, θαλάσσιου και εναέριου ελληνικού χώρου. Σύμμαχοι οι Ελληνες της Entente στον Α΄ Παγκόσμιο και οι Τούρκοι αντίπαλοί της, όμως βγήκαμε εμείς με χαμένη τη Μικρασία, τον Πόντο, την Ανατολική Θράκη – στο περιθώριο, οριστικά, της Ιστορίας. Ιδια ακριβώς επανάληψη και στον Β΄ Παγκόσμιο: σύμμαχοι εμείς των νικητών, «ουδέτεροι» οι Τούρκοι, όμως βγήκαμε με χαμένη τη μισή Κύπρο, τη Βόρεια Ηπειρο, τη Βόρεια Μακεδονία.

Η πολιτική στην Ελλάδα, παρά τις εξαιρέσεις, αποκλείει την αξιοπρέπεια.

______________________________

* Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Βόννης και της Σορβόννης. Επιφυλλιδογραφεί σε εφημερίδες παρεμβαίνοντας στην πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα.

To Ισραήλ βγάζει στο "σφυρί" 800.000 εμβόλια Pfizer - Ραγδαία η καθημερινή αύξηση των λοιμώξεων!

Ταυτόχρονα, στοιχεία από το υπουργείο Υγείας δείχνουν περαιτέρω αύξηση στις καθημερινές περιπτώσεις, με 213 λοιμώξεις να επιβεβαιώνονται μέχρι τη Δευτέρα - από 145 την Κυριακή....

Το υπουργείο Υγείας του Ισραήλ θα καταστρέψει σχεδόν 1.000.000 εμβόλια, για την ακρίβεια 800.000, αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων, εάν καμία χώρα δεν συμφωνήσει να τα αγοράσει μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες, ανέφερε ο δημόσιος ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός kann τη Δευτέρα το βράδυ. 

Δηλαδή το Ισραήλ βγάζει στο "σφυρί" 800.000 εμβόλια τα πουλάει κι όσο όσο αυτό δεν το διευκρίνισε… Εδώ τα καλά εμβόλια.. επείγεται μάλιστα να τα δώσει γιατί προφανώς λήγουν έγινε ένα σχετικό σκάνδαλο στο Ισραήλ με εμβόλια που προώθησε στην παλαιστινιακή κοινότητα… Γιατί τους έμειναν αδιάθετα δεν υπάρχει περαιτέρω ζήτηση;;;; Μιλάμε πάντα για Pfizer……

Ταυτόχρονα, σύμφωνα με το i24news.tv στοιχεία από το Υπουργείο Υγείας δείχνουν μια περαιτέρω αύξηση στα καθημερινά κρούσματα με 213 λοιμώξεις να επιβεβαιώνονται τη Δευτέρα – από 145 την Κυριακή.

Υπάρχουν τώρα 1.425 ενεργές περιπτώσεις αφού ο αριθμός ήταν μόλις 230 10 ημέρες πριν. Ωστόσο, τα σοβαρά περιστατικά συνέχισαν να μειώνονται και είναι τώρα στα 21.

Ένας νέος θάνατος – ο δεύτερος σε δύο εβδομάδες – αυξάνει το συνολικό αριθμό θανάτων σε 6.430.
dimpenews / i24news.tv

Γιάννης Ιωαννίδης για το «μπόνους» των 150€: “Επιστημονικό και ηθικό πρόβλημα”

Ο καθηγητής τονίζει πως με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται δύο προβλήματα, ένα επιστημονικό, καθώς όπως τονίζει «τα δεδομένα που έχουν δείχνουν ότι τέτοιου είδους κίνητρα δεν είναι αποτελεσματικά», αλλά και ηθικό, αφού δίνονται 150 ευρώ σε νέους που έχουν καταστραφεί από την ανεργία και το lockdown.

Ξεκάθαρα αντίθετος στο «μπόνους» των 150 ευρώ που δίνει η κυβέρνηση στους νέους 18 έως 25 ετών για να εμβολιαστούν είναι ο καθηγητής Παθολογίας και Επιδημιολογίας στο πανεπιστήμιο του Stanford, Γιάννης Ιωαννίδης.

Ο καθηγητής τονίζει πως με αυτό τον τρόπο δημιουργούνται δύο προβλήματα, ένα επιστημονικό, καθώς όπως τονίζει «τα δεδομένα που έχουν δείχνουν ότι τέτοιου είδους κίνητρα δεν είναι αποτελεσματικά», αλλά και ηθικό, αφού δίνονται 150 ευρώ σε νέους που έχουν καταστραφεί από την ανεργία και το lockdown.

«Το κίνητρο αυτό καταλαβαίνω ότι γίνεται με καλή πρόθεση, αλλά είναι προβληματικό από επιστημονικής άποψης. Τα δεδομένα που έχουν δείχνουν ότι τέτοιου είδους κίνητρα δεν είναι αποτελεσματικά. Έχουν δοκιμαστεί στη Σερβία, με 25 ευρώ σε όσους εμβολιάζονται, έχουν δοκιμαστεί σε πολιτείες των ΗΠΑ, με 100 δολάρια που παίρνουν οι 16-35 ετών όταν εμβολιάζονται. Ήδη από πέρυσι αρκετοί οικονομολόγοι είχαν προτείνει αντίστοιχες λύσεις, και είχαν υπολογίσει ότι για να είναι αποτελεσματικό ένα τέτοιο κίνητρο θα πρέπει να είναι της τάξεως των 1000 δολαρίων», εξήγησε ο κ. Ιωαννίδης.

«Το θέμα είναι γιατί κάποιος δεν κάνει το εμβόλιο. Οι κύριοι λόγοι είναι ο δισταγμός, η αίσθηση ότι δεν είναι το εκπληκτικό προϊόν που μας σερβίρεται, αλλά κάτι για το οποίο δε γνωρίζουμε τις μακροχρόνιες παρενέργειες. Οι άνθρωποι αυτοί δε θα πειστούν με οικονομικά κίνητρα, αντιθέτως νομίζω ότι θα γίνουν ακόμα πιο διστακτικοί.

Όταν είσαι διστακτικός και πάνε να σου πουλήσουν κάτι δίνοντάς σου ένα μπόνους, λες αν κάτι είναι τόσο καλό γιατί να μου δίνουν μπόνους; Το δεύτερο πρόβλημα είναι το ηθικό. Σε μια κοινωνία που οι νέοι έχουν πληγεί πολύ περισσότερο, έχουμε αστρονομικά ποσοστά ανεργίας, το 50% έχουν ψυχικά προβλήματα υγείας μετά τα lockdowns, και τώρα τους δίνουμε 150 ευρώ. Αν η πρόθεση είναι να βελτιώσουμε το ποσοστό των εμβολιασμών, φοβάμαι ότι ακόμα και αν είναι θετική η πρόθεση καταλήγει σε μια αρνητική επίπτωση και σε ένα πρόβλημα ηθικών διαστάσεων».

Παράλληλα τόνισε πως ουσιαστικά δεν είναι τόσο σημαντικό να εμβολιαστούν οι νέοι, ώστε να υπάρχουν μέτρα τα οποία οδηγούν σε εμφύλιο «πόλεμο» (όπως είπε χαρακτηριστικά).

Ο Γιάννης Ιωαννίδης είπε πως «τα εμβόλια για τις πολύ μικρές ηλικίες έχουν μικρό κίνδυνο, αλλά είναι μικρός και ο κίνδυνος να πάθε κάτι κάποιος από τον κορωνοϊό σε αυτές τις ηλικίες. Είναι λοιπόν μια προσωπική απόφαση, μπορεί κάποιος να το κάνει στο πλαίσιο μιας συνολικής συλλογικής προσφοράς, με την έννοια ότι ίσως έτσι μπορεί να προστατεύσει κάποιους ανθρώπους στο περιβάλλον του, ή κάποιους που είναι ευπαθείς.

Βέβαια, η μεγαλύτερη προτεραιότητα είναι να εμβολιαστούν οι ίδιοι οι ευπαθείς. Νομίζω ότι δεν είναι ζήτημα ο εμβολιασμός των νέων για να οδηγηθούμε σε εμφύλιο ή παγκόσμιο “πόλεμο”. Δεν είναι ένα θέμα που θα πρέπει να οδηγήσει σε τόσους διαξιφισμούς», σημείωσε ο κ. Ιωαννίδης αναφορικά με τον εμβολιασμό των νεότερων ηλικιών.
© all rights reserved
customized with από: antikry.gr