Εμφάνιση αναρτήσεων ταξινομημένων κατά συνάφεια για το ερώτημα Σαουδική Αραβία. Ταξινόμηση κατά ημερομηνία Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων ταξινομημένων κατά συνάφεια για το ερώτημα Σαουδική Αραβία. Ταξινόμηση κατά ημερομηνία Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ο άλλος πόλεμος της Σαουδικής Αραβίας στην Υεμένη - Η επί δεκαετίες επίθεση στην υεμενική οικονομία

Αν και μπορεί να φαίνεται πρόωρο να εξεταστεί το μεταπολεμικό μέλλον της Υεμένης, δεδομένων των συνεχιζόμενων εχθροπραξιών, είναι αναμφισβήτητα προς το συμφέρον της Σαουδικής Αραβίας όχι μόνο να σταματήσει την στρατιωτική της επέμβαση αλλά και να βοηθήσει στην πολιτική και οικονομική στήριξη της γείτονός της.

Asher Orkaby*

Ο πόλεμος στην Υεμένη είχε ως αποτέλεσμα 250.000 θανάτους και οικονομική ζημιά δισεκατομμυρίων δολαρίων, κάνοντας ορισμένους να τον χαρακτηρίσουν ως την χειρότερη ανθρωπογενή ανθρωπιστική κρίση στον κόσμο. Ένας φαύλος κύκλος αεροπορικών επιδρομών της Σαουδικής Αραβίας και στρατιωτικών επιθέσεων των Χούτι, σε συνδυασμό με τον, υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας, αποκλεισμό και την παρεμβολή των Χούτι στην παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας, έχει αφήσει περισσότερο από τον μισό πληθυσμό της Υεμένης να κινδυνεύει από την πείνα και τις ευρέως διαδεδομένες μεταδοτικές ασθένειες.

Η σύγκρουση μεταξύ ενός υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας συνασπισμού και των υποστηριζόμενων από το Ιράν ανταρτών Χούτι, η οποία ξεκίνησε το 2015, είναι μόνο το πιο πρόσφατο επεισόδιο σε μια μακρά ιστορία σαουδαραβικών προσπαθειών να ελέγξουν και να καθυποτάξουν την οικονομία και το πολιτικό καθεστώς της Υεμένης. Για περισσότερες από τρεις δεκαετίες, η Σαουδική Αραβία διεξάγει μια οικονομική εκστρατεία για να καταπνίξει τον νότιο γείτονά της σε μια προσπάθεια να τον αποτρέψει από το να αναδειχθεί σε περιφερειακό ανταγωνιστή. Πιο πρόσφατα, η Σαουδική Αραβία άρχισε να διακόπτει τις βίζες εργασίας δεκάδων χιλιάδων μεταναστών εργατών από την Υεμένη, αναγκάζοντάς τους να επιστρέψουν σε μια κατεστραμμένη από τον πόλεμο χώρα εν μέσω μιας συνεχιζόμενης ανθρωπιστικής κρίσης.

Η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να εκδιώξει τους Υεμενίτες εργάτες -αν και είναι ιδιαίτερα αποτρόπαιη δεδομένων των συνθηκών της εκτόπισής τους- είναι μέρος ενός μακροχρόνιου μοτίβου. Από την δημιουργία του σύγχρονου κράτους της Σαουδικής Αραβίας κατά την δεκαετία του 1930, διαδοχικοί μονάρχες φοβήθηκαν την απειλή που θα μπορούσε να αποτελέσει για την βασιλεία τους μια ενωμένη, ευημερούσα, και δημοκρατική Υεμένη, ειδικά μετά την ενοποίηση της Βόρειας και της Νότιας Υεμένης το 1990. Οι Σαουδάραβες έχουν βρει τρόπους να υποδαυλίσουν εσωτερικές διαιρέσεις και να αποδυναμώσουν την οικονομία της Υεμένης, ιδίως με την ανάκληση των αδειών εργασίας αλλοδαπών και την κατάργηση της εξωτερικής βοήθειας από την οποία εξαρτάται η χώρα. Η, με πρωτοβουλία της Σαουδικής Αραβίας, απόφαση να αποκλειστεί η Υεμένη από το πλούσιο σε πετρέλαιο Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου (Gulf Cooperation Council - GCC) -μια περιφερειακή πολιτική και οικονομική ένωση- έχει επίσης εντείνει την οικονομική κατάρρευση της Υεμένης, κάτι που προσθέτει στην πολιτική αναταραχή και την κρίση διακυβέρνησης η οποία έχει διχάσει την χώρα και έχει οδηγήσει στον εμφύλιο πόλεμο.

Αν και μπορεί να φαίνεται πρόωρο να εξεταστεί το μεταπολεμικό μέλλον της Υεμένης, δεδομένων των συνεχιζόμενων εχθροπραξιών, είναι αναμφισβήτητα προς το συμφέρον της Σαουδικής Αραβίας όχι μόνο να σταματήσει την στρατιωτική της επέμβαση αλλά και να βοηθήσει στην πολιτική και οικονομική στήριξη της γείτονός της. Προσπάθειες δεκαετιών να παρεμποδίσει την ανάπτυξη της Υεμένης δεν έχουν επιτύχει τους στόχους ασφαλείας της Σαουδικής Αραβίας για την διαμόρφωση ενός αδύναμου και εύπλαστου υεμενικού κράτους. Αντίθετα, κατάφεραν μόνο να δημιουργήσουν μια δαπανηρή και ρευστή στρατιωτική σύγκρουση [2]. Το βασίλειο θα έκανε καλά να ενσωματώσει την Υεμένη στην περιφερειακή οικονομία και να δημιουργήσει νομικές οδούς για τους πολίτες της ώστε να εργαστούν ξανά στην Σαουδική Αραβία.

Μια μακρά, μπερδεμένη ιστορία

Πριν από το 1990, η μετανάστευση εργατών από την Υεμένη στην Σαουδική Αραβία και σε άλλες χώρες του Κόλπου οδήγησε στην οικονομική άνθηση της πατρίδας τους, καθώς αυτοί οι μετανάστες εργάτες έστελναν εμβάσματα που χρηματοδοτούσαν τοπικά κατασκευαστικά και αναπτυξιακά έργα στην Βόρεια και Νότια Υεμένη. Οι κάτοικοι της Βόρειας Υεμένης επωφελήθηκαν ιδιαίτερα καθώς η Σαουδική Αραβία τους χορήγησε προνομιακό καθεστώς, παραιτούμενη από τα έγγραφα και την εγγυοδοσία που απαιτούνταν από άλλους μετανάστες εργάτες και επιτρέποντάς τους σχετικά ελεύθερη διέλευση από και προς τις σαουδαραβικές πετρελαιοπηγές και τα εργοτάξια. Κατά την διάρκεια των δεκαετιών του 1970 και του 1980, υπολογίζεται ότι 700.000 έως 1,8 εκατομμύρια Υεμενίτες εργάζονταν σε χώρες του GCC, το οποίο αποτελείται από τις πλούσιες σε πετρέλαιο αραβικές μοναρχίες του Μπαχρέιν, του Κουβέιτ, του Ομάν, του Κατάρ, της Σαουδικής Αραβίας, και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

Σχεδόν κάθε νοικοκυριό της Υεμένης επωφελήθηκε είτε άμεσα από τα εμβάσματα των εργαζομένων είτε έμμεσα από τον αντίκτυπο που είχε η εισροή μετρητών στην τοπική αγοραστική δύναμη και σε επενδυτικά έργα μικρής κλίμακας. Οι φίλοι και οι οικογένειες των μεταναστών εργατών σχημάτισαν Τοπικές Αναπτυξιακές Ενώσεις (Local Development Associations), οργανώσεις λαϊκής βάσης που συγκέντρωναν εμβάσματα και επένδυαν σε έργα αγροτικής ανάπτυξης. Οι LDA ήταν αξιοσημείωτες όχι μόνο για την ικανότητά τους να δίνουν ώθηση στην στοχευμένη ανάπτυξη αλλά και για την ικανότητά τους να ισχυροποιούν τους τοπικούς ηγέτες, προστατεύοντας παράλληλα τον εαυτό τους από τις ιδιοτροπίες μιας σε μεγάλο βαθμό διεφθαρμένης κεντρικής κυβέρνησης της Υεμένης.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ωστόσο, οι Σαουδάραβες εργοδότες επιθυμούσαν μια φθηνότερη και πιο ευέλικτη πηγή εργασίας και άρχισαν να αναζητούν μια εναλλακτική δεξαμενή εργασίας για να αντικαταστήσουν το εργατικό δυναμικό της Υεμένης. Στην θέση του, οι μετανάστες εργάτες από τη Νότια και τη Νοτιοανατολική Ασία έγιναν το ταχύτερα αναπτυσσόμενο εργατικό δυναμικό στην Σαουδική Αραβία, εν μέρει επειδή οι Σαουδάραβες ηγέτες το θεωρούσαν λιγότερο πιθανό να εμπλακεί σε αραβικές εθνικιστικές ή ισλαμιστικές ταραχές.

Οι φόβοι των Σαουδαράβων για το παράδειγμα που θα μπορούσε να δώσει η Υεμένη στην περιοχή έφθασαν στο απόγειό τους με την ενοποίηση της χώρας το 1990 και την δημιουργία μιας πολυκομματικής δημοκρατίας σε μια περιοχή που διοικείτο από οικογενειακές απολυταρχίες. Συγκεκριμένα, οι Σαουδάραβες ανησυχούσαν ότι ο νότιος γείτονάς τους μπορούσε να γίνει καταφύγιο για ομάδες της αντιπολίτευσης. Για να αποτρέψουν αυτό το ενδεχόμενο, οι Σαουδάραβες προσπάθησαν να αποδυναμώσουν το νέο κράτος της Υεμένης περιορίζοντας το οικονομικά. Και η κυβέρνηση της Υεμένης, με ένα ατυχές παραστράτημα, βοήθησε αυτή την εκστρατεία μετά την εισβολή του ιρακινού προέδρου, Σαντάμ Χουσεΐν, στο Κουβέιτ.

Που να στραφεί 

Εκείνη την εποχή, η Υεμένη κατείχε μια θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και ο αντιπρόσωπός της ψήφισε κατά της έγκρισης χρήσης βίας «με όλα τα απαραίτητα μέσα» για την απελευθέρωση του Κουβέιτ από την ιρακινή κατοχή τον Νοέμβριο του 1990. Αυτή η σιωπηρή υποστήριξη προς το καθεστώς του Σαντάμ πήγαζε από την μακρά ιστορία οικονομικής και στρατιωτικής συνεργασίας της Υεμένης με το Ιράκ —μια σχέση που επισημοποιήθηκε το 1989 με την δημιουργία του Συμβουλίου Αραβικής Συνεργασίας (Arab Cooperation Council - ACC), μιας συμμαχίας που αποτελείτο από την Αίγυπτο, το Ιράκ, την Ιορδανία, και την Υεμένη και παρουσίασε τον εαυτό της ως περιφερειακή εναλλακτική στο ελιτίστικο GCC.

Η ψήφος της Υεμένης ήταν, όπως παρατήρησε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζέιμς Μπέικερ, ένα από τα πιο ακριβά λάθη της χώρας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Παγκόσμια Τράπεζα, και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο διέκοψαν αμέσως τα προγράμματα βοήθειας προς την Υεμένη. Μεταξύ των κρατών του Κόλπου, η Σαουδική Αραβία [3] και άλλοι γείτονες ανακάλεσαν το ειδικό καθεστώς που είχε χορηγηθεί στους Υεμενίτες μετανάστες εργάτες, εκδιώκοντας ουσιαστικά 880.000 Υεμενίτες εργαζόμενους. Αν και η εκδίωξή τους έγινε ως αντίδραση στην στάση της Υεμένης υπέρ του Σαντάμ, ήταν επίσης το αποκορύφωμα της σταδιακής μετάβασης της Σαουδικής Αραβίας μακριά από το εργατικό δυναμικό της Υεμένης. Οι απελαθέντες μετανάστες επέστρεψαν στην πατρίδα τους, με εκτιμώμενο ποσοστό ανεργίας 30% έως 40%, χωρίς κατάρτιση για άλλο επάγγελμα και χωρίς επαρκή στέγαση, με αποτέλεσμα μια ανθρωπογενή προσφυγική κρίση.

Η απώλεια των εμβασμάτων απείλησε με διάλυση την οικονομία της Υεμένης. Ευτυχώς, η ανακάλυψη πετρελαίου στην Υεμένη στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και η αξιοποίησή του κατά την δεκαετία του 1990 εισήγαγαν μια νέα πηγή εσόδων στο κράτος της Υεμένης. Η μετάβαση του κρατικού ταμείου από τα εμβάσματα των εργαζομένων στα έσοδα από το πετρέλαιο, ωστόσο, επέτεινε τις υπάρχουσες κοινωνικοοικονομικές αντιθέσεις και επιδείνωσε την βαθιά ανισότητα. Η πλειοψηφία του εργατικού δυναμικού της Υεμένης παρέμεινε αναξιοποίητη, αποξενωμένη, και φτωχοποιημένη, ενώ ένα μικρό τμήμα της πολιτικής ελίτ της Υεμένης επωφελήθηκε από την κάνουλα των πετρελαϊκών εσόδων. Η ενδημική διαφθορά και η οικονομική κακοδιαχείριση, επιπλέον, σήμαιναν ότι τα ήδη λιγοστά κρατικά κονδύλια που διένειμε η κυβέρνηση για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη χρησιμοποιούνταν συχνά για την πολιτική πατρωνία παρά για επενδύσεις σε υποδομές.

Η οικονομική απόγνωση και τα σχετικά διάτρητα σύνορα 800 μιλίων με την Σαουδική Αραβία οδήγησαν τεράστιους αριθμούς Υεμενιτών εργαζομένων χωρίς έγγραφα να εισέλθουν στο βασίλειο. Οι Σαουδάραβες αξιωματούχοι έκλειναν σε μεγάλο βαθμό τα μάτια στους μετανάστες εργάτες, οι οποίοι κάλυπταν θέσεις εργασίας που οι Σαουδάραβες πολίτες δεν ήθελαν -αλλά οι περιοδικές καταστολές της Σαουδικής Αραβίας κατά των παράνομων εργαζομένων στόχευαν πάντα τους Υεμενίτες. Το 2013, για παράδειγμα, σχεδόν 400.000 Υεμενίτες απελάθηκαν σύμφωνα με τις νέες οικονομικές πολιτικές στο βασίλειο. Παρά αυτή την μαζική απέλαση, χρόνια σταδιακής οικονομικής συμφιλίωσης και μεταναστευτικών ροών είχαν οδηγήσει περίπου δύο εκατομμύρια Υεμενίτες να εργάζονται στην Σαουδική Αραβία πριν την πιο πρόσφατη εντολή εκδίωξης. Τα εμβάσματα από αυτούς τους εργαζόμενους ανέρχονταν σε 2,3 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως, τα οποία αντιπροσώπευαν το 61% των συνολικών εμβασμάτων της Υεμένης που αποστέλλονταν από το εξωτερικό. Για μια χώρα με εκτιμώμενο ετήσιο ΑΕΠ στα 20 δισεκατομμύρια δολάρια, αυτά τα κεφάλαια παίζουν τεράστιο ρόλο, και η απώλεια αυτής της εισροής μετρητών θα ήταν καταστροφική για μια χώρα που βρισκόταν ήδη σε οικονομική και πολιτική ελεύθερη πτώση. Ο συνεχιζόμενος υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας αποκλεισμός και η εσωτερική πολιτική και κοινωνική καταστολή των Χούτι έχουν αφήσει τον πληθυσμό της Υεμένης με λίγες άλλες επιλογές [4] για τακτική απασχόληση.

Ένα στέρεο θεμέλιο

Η Υεμένη πρέπει να επιστρέψει στην οικονομική κανονικότητα και η διαδικασία πρέπει να ξεκινήσει ακόμη και πριν επιτευχθεί πλήρης κατάπαυση του πυρός και υπάρξει ειρηνικός συμβιβασμός. Κεφάλαια για την οικονομική ανασυγκρότηση θα μπορούσαν να οικοδομήσουν πάνω στην κληρονομιά της τοπικής ανάπτυξης της Υεμένης, χρηματοδοτώντας τις ίδιες Τοπικές Αναπτυξιακές Ενώσεις και άλλες οργανώσεις λαϊκής βάσης που εμφανίστηκαν κατά την περίοδο της πετρελαϊκής έκρηξης των δεκαετιών του 1970 και του 1980.

Η μεταπολεμική οικονομική ανάκαμψη της Υεμένης θα ωφελείτο από την επίσημη ένταξη της χώρας στην συμμαχία του GCC. Αυτό θα βελτίωνε την εργασιακή κρίση στην Υεμένη με την επισημοποίηση της διαδικασίας αδειοδότησης εργασίας για μετανάστες εργάτες. Με ποσοστό ανεργίας πάνω από 13% σε εθνικό επίπεδο και πάνω από 25% για τα άτομα ηλικίας 15-24 ετών, η Υεμένη αντιμετωπίζει μια οικονομική κρίση που θα παραμείνει πολύ μετά από την τρέχουσα σύγκρουση εάν δεν γίνουν άμεσα βήματα για την στήριξη της οικονομίας και της αγοράς εργασίας της. Οι αξιόπιστες ευκαιρίες απασχόλησης σε όλη την περιοχή του Περσικού Κόλπου [5] θα παρείχαν μια πορεία προς την ευημερία για τη νεολαία της Υεμένης που διαφορετικά θα μπορούσε να στραφεί σε εξτρεμιστικές οργανώσεις για κοινωνική πρόνοια και οικονομική υποστήριξη. Αυτή η οικονομική απόγνωση ευθύνεται εν μέρει για το κίνημα των Χούτι, το οποίο προέκυψε από ένα νέφος πολιτικών και οικονομικών αδικιών που οφείλονται στις άνισες επενδύσεις σε υποδομές και στην εκτεταμένη ανεργία. Οι μελλοντικοί θεσμοί της Υεμένης δεν θα επιβιώσουν -τουλάχιστον όχι χωρίς δαπανηρή πολιτική ή στρατιωτική παρέμβαση- εάν τα κεντρικά κοινωνικοοικονομικά προβλήματα της χώρας δεν αντιμετωπιστούν από την αρχή.

Αν και η Σαουδική Αραβία έχει αντιταχθεί στις προηγούμενες προσπάθειες της Υεμένης να ενταχθεί στο GCC, η πραγματικότητα της τρέχουσας σύγκρουσης μπορεί να έχει αλλάξει τους περιφερειακούς υπολογισμούς [6]. Η ασφάλεια των νότιων συνόρων με την Υεμένη εξακολουθεί να είναι μια από τις κύριες ανησυχίες της Σαουδικής Αραβίας και ήταν ένας από τους κύριους λόγους για την έναρξη της αποτυχημένης στρατιωτικής εκστρατείας το 2015. Παρά την δαπάνη 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τον πόλεμο στην Υεμένη, τα νότια σύνορα είναι πολύ πιο επικίνδυνα από όσο ήταν πριν από έξι χρόνια. Η στροφή σε μια στρατηγική που, αντίθετα, θα υποστηρίζει την βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη της Υεμένης θα μπορούσε ενδεχομένως να ενθαρρύνει αυτήν την άπιαστη σταθερότητα, χωρίς να προκαλέσει περαιτέρω αιματοχυσία και ανθρωπιστικές κρίσεις.
____________________________________________________________

* Ο Asher Orkaby είναι ερευνητικός συνεργάτης στο Transregional Institute του Πανεπιστημίου Princeton και συγγραφέας του βιβλίου με τίτλο Yemen: What Everyone Needs to Know

Ανησυχία στις ΗΠΑ από ενδεχόμενη συμφωνία με Σ. Αραβία για την πυρηνική ενέργεια

Η φερόμενη σπουδή της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ να καταλήξει το προσεχές διάστημα σε συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία στο πεδίο της πυρηνικής ενέργειας προκαλεί έντονη ανησυχία....


Η φερόμενη σπουδή της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ να καταλήξει το προσεχές διάστημα σε συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία στο πεδίο της πυρηνικής ενέργειας προκαλεί την έντονη ανησυχία ενός αμερικανού γερουσιαστή, ο οποίος απαίτησε την Τρίτη να υπάρξει σε τέτοια περίπτωση ρητή δέσμευση από μέρους του Ριάντ στη μη διάδοση....

Το Ριάντ αναμένεται να αποκαλύψει σύντομα σε ποιες εταιρείες θα αναθέσει την κατασκευή των πρώτων δύο αντιδραστήρων εντός των ορίων του πυρηνικού του προγράμματος - αναμένεται να κάνει αναθέσεις για να κατασκευαστούν συνολικά δεκαέξι αντιδραστήρες- και βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις ανάμεσα στους σαουδάραβες και την αμερικανική κυβέρνηση προκειμένου η Ουάσινγκτον να συναινέσει στην εξαγωγή τεχνολογίας που είναι απαραίτητη για τον σκοπό αυτό.

Ο Δημοκρατικός Γερουσιαστής Εντ Μλάρκι
Ο Εντ Μάρκι, δημοκρατικός γερουσιαστής της Μασαχουσέτης, υπογράμμισε ωστόσο την ανάγκη η κυβέρνηση Τραμπ να αποσπάσει από το Ριάντ την αποδοχή μιας συμφωνίας μη διάδοσης, όπως αυτές που έχουν ήδη υπογραφεί μεταξύ των ΗΠΑ και της Νότιας Κορέας, της Ινδίας, αλλά και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων.

«Κάθε συμφωνία πρέπει ασφαλώς να συμπεριλαμβάνει μια δέσμευση για τη μη διάδοση, δηλαδή τη (σ.σ. λεγόμενη) «συμφωνία 123″, ανάμεσα στις δύο χώρες», επισήμανε ο Μάρκι σε επιστολή που απηύθυνε στον υπουργό Εξωτερικών Ρεξ Τίλερσον και στον υπουργό Ενέργειας Ρικ Πέρι, αντίγραφο της οποίας έχει στη διάθεσή του το Γαλλικό Πρακτορείο.

«Όμως προηγούμενες αμερικανικές προσπάθειες για να συναφθεί συμφωνία 123 με τη Σαουδική Αραβία δεν στέφθηκαν από επιτυχία, εξαιτίας της αντίθεσης (του Ριάντ) στην αποκήρυξη του εμπλουτισμού ουρανίου ή της επανεπεξεργασίας αναλωθέντων πυρηνικών καυσίμων στο έδαφός του, (του όρου) που συνιστά τον «χρυσό κανόνα» κάθε συμφωνίας 123», συνέχισε ο Μάρκι.
Οι εξελίξεις καταγράφονται με φόντο τις διπλωματικές εντάσεις γύρω από το πολιτικό πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, χώρας με την οποία το Ριάντ έχει ανοικτά εχθρική σχέση.

Για τον Μάρκι, «η απροθυμία που έχει δείξει το σαουδαραβικό βασίλειο ως προς το να δεσμευθεί (σε μια συμφωνία 123) είναι ιδιαίτερα ανησυχητική, υπό το φως σχολίων που έχουν κάνει σαουδάραβες αξιωματούχοι και μέλη της βασιλικής οικογένειας, με τα οποία άφησαν να εννοηθεί ότι το πυρηνικό πρόγραμμα μπορεί επίσης να υπηρετήσει γεωπολιτικούς σκοπούς, πέραν της παραγωγής ενέργειας».
Σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ, ο σαουδάραβας πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν αναμένεται να επισκεφθεί τις ΗΠΑ στις αρχές του Μαρτίου κι ίσως συναντηθεί με τον πρόεδρο Τραμπ. Η επίσκεψη πάντως δεν έχει ακόμη ανακοινωθεί επίσημα, ούτε από την Ουάσινγκτον, ούτε από το Ριάντ.

Δίλημμα


Στην επιστολή, ο Μάρκι ρωτά ιδίως τους δύο υπουργούς «ποιος είναι ο λόγος για τη διεξαγωγή των νέων συζητήσεων για μια συμφωνία συνεργασίας ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Σαουδική Αραβία» στο πεδίο της πυρηνικής ενέργειας.

Ζητά να ενημερωθεί επίσης για το εάν «ζήτησε η Σαουδική Αραβία από την (αμερικανική) κυβέρνηση να εξετάσει το ενδεχόμενο να συναφθεί μια συμφωνία 123 που δεν θα συμπεριλαμβάνει τον χρυσό κανόνα, ή αν η κυβέρνηση Τραμπ αποφάσισε μόνη της να εξετάσει το ενδεχόμενο».

Μιλώντας στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CNBC στο περιθώριο μιας συνόδου στο Μόναχο, περί τα μέσα Φεβρουαρίου, ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας, ο Άντελ αλ Τζουμπέιρ, είχε εμμέσως πλην σαφώς απειλήσει τις ΗΠΑ ότι το Ριάντ θα στραφεί σε άλλες χώρες αν η κυβέρνηση Τραμπ αρνηθεί να προσφέρει την υποστήριξή της στο σαουδαραβικό πολιτικό πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας.

Σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων Bloomberg, ο Πέρι αναμένεται να ταξιδέψει στο Λονδίνο στα τέλη της εβδομάδας για συνομιλίες με σαουδάραβες αξιωματούχους, ανάμεσά τους τον υπουργό Ενέργειας και τον υπουργό Υποδομών.

Αναφερόμενος στο πιθανό ταξίδι, ο Μάρκι, μέλος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας, αξίωσε «αμέσως μόλις επιστρέψει (…) ο υπουργός Πέρι να ενημερώσει εμένα και τους συναδέλφους μου στην Επιτροπή για το τι διεμοίφθη», ενώ ζήτησε «η κυβέρνηση Τραμπ να εξηγήσει περαιτέρω γιατί είναι διατεθειμένη να συμβιβαστεί όσον αφορά τη θέση που τηρούν εδώ και πολύ καιρό οι ΗΠΑ στο πλαίσιο μιας ενδεχόμενης συμφωνίας 123 με τη Σαουδική Αραβία».

Σε πρόσφατο σχόλιό του (1), ο Άντριου Μπόουεν του συντηρητικού ινστιτούτου μελετών American Enterprise Institute είχε σημειώσει πως «ο πρόεδρος Τραμπ και η ομάδα των συμβούλων του για θέματα εθνικής ασφάλειας αντιμετωπίζουν ένα ιδιαίτερο δίλημμα: τη μετατροπή των ομοσπονδιακών κανονισμών για να εξασφαλιστεί ένα πλουσιοπάροχο συμβόλαιο για μια επιχείρηση με έδρα τις ΗΠΑ (σ.σ. τη Westinghouse), ή το να ακολουθήσουν τη συνήθη πρακτική και να συνδέσουν την όποια σύμβαση με την τήρηση των κανόνων προηγούμενων συμφωνιών για την πυρηνική ενέργεια, όπως έχουν οριστεί από το Κογκρέσο για την αποτροπή της διάδοσης των πυρηνικών παγκοσμίως».
πηγή:  euractiv.gr

Θα μπορούσε η Σαουδική Αραβία να γίνει η επόμενη Συρία;

Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ του Σιίτη θρησκευτικού ηγέτη και πολιτικού ακτιβιστή Νιμρ αλ-Νιμρ στη Σαουδική Αραβία έχει εξεγείρει τα θρησκευτικά πάθη στην περιοχή του Περσικού Κόλπου. Μετά την επίθεση των Ιρανών διαδηλωτών στην πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Τεχεράνη και στο προξενείο της στη Μασχάντ, η Σαουδική Αραβία, το Μπαχρέιν και το Σουδάν δήλωσαν ότι διακόπτουν τις διπλωματικές τους επαφές με το Ιράν. 

του Μιχάλη Διακαντώνη*
Η Τεχεράνη απειλεί με αντίποινα, λίγες μέρες μετά την απόφασή της να επεκτείνει το πρόγραμμα κατασκευής βαλλιστικών πυραύλων ως απάντηση στις νέες κυρώσεις που αναμένονται από τις ΗΠΑ (λόγω βαλλιστικής δοκιμής που πραγματοποίησε το Ιράν τον Οκτώβριο). Η Χεζμπολάχ δηλώνει ότι η πράξη αυτή δεν θα μείνει αναπάντητη, ενώ διαδηλώσεις διαμαρτυρίας πραγματοποιούνται και σε άλλες χώρες όπου κατοικούν σιιτικοί πληθυσμοί, όπως το Μπαχρέιν, η Υεμένη, ο Λίβανος, το Ιράκ και το Κουβέιτ. Η ένταση φαίνεται να κλιμακώνεται, σε μία περίοδο όπου το συριακό ζήτημα βρίσκεται σε καθοριστική καμπή, ενώ η μάχη κατά του ISIS αποκτά πιο οργανωμένη μορφή με την επέμβαση της Ρωσίας και το στρατιωτικό συνασπισμό που οργανώνει το Ριάντ. Ποιες μπορεί να είναι, όμως, οι πιθανές απολήξεις αυτής της έντασης για τη Σαουδική Αραβία και πώς δύναται να επηρεαστούν οι ευαίσθητες ισορροπίες στην περιοχή;

Μια αντιπαράθεση που κρατά δεκαετίες

Οι διαφιλονικίες ανάμεσα στους Σουνίτες και τους Σιίτες της Σαουδικής Αραβίας δεν είναι νέο φαινόμενο. Οι Σιίτες, που αποτελούν περίπου το 15% του πληθυσμού της χώρας, κατοικούν στις ανατολικές επαρχίες της Σ. Αραβίας, σ’ ένα ιδιαίτερα στρατηγικό σημείο όπου βρίσκονται οι περισσότερες πετρελαιοπηγές της χώρας αλλά και ο τερματικός σταθμός της Ρας Τανούρα, απ’ όπου εξάγεται το σαουδαραβικό πετρέλαιο. Καθώς οι Σιίτες θεωρούνται «αποστάτες» του Ισλάμ απ’ τους Σουνίτες, βλέπουν να παραβιάζονται συστηματικά τα δικαιώματά τους στους τομείς της θρησκείας, της εκπαίδευσης, της δικαιοσύνης και της εργασίας, με αποτέλεσμα να ανήκουν στις χαμηλότερες κοινωνικές και οικονομικές ομάδες της χώρας. Οι περιοχές όπου κατοικούν οι Σιίτες κατακτήθηκαν απ’ τους Σαουδάραβες το 1913 και έκτοτε ξεκίνησε μια έντονη πολεμική κατά του θρησκευτικού τους στοιχείου, που εκφράστηκε μέσα από απαγορεύσεις λατρευτικών εκδηλώσεων αλλά και το κλείσιμο και την κατεδάφιση των τεμενών τους.

Το 1979 η άνοδος του Αγιατολάχ Χομεϊνί στο Ιράν προκάλεσε τη ρητορική της Τεχεράνης για την ανατροπή του οίκου των Σαούντ, παρακινώντας τους σιιτικούς πληθυσμούς σε μαζικές διαδηλώσεις που κατέληξαν σε αιματοχυσία. Μετά τα γεγονότα αυτά, η Σ. Αραβία προχώρησε σε επενδυτικά σχέδια στην περιοχή προκειμένου να κατευνάσει τους Σιίτες, όμως νέα μεγάλη σφαγή ακολούθησε το 1987 στη Μέκκα, με θύματα κυρίως Ιρανούς που είχαν προσέλθει στην περιοχή για το μεγάλο ετήσιο προσκύνημα. Η δεκαετία του ’90 χαρακτηρίζεται από μια μείωση της έντασης και την ανάπτυξη του διαθρησκευτικού διαλόγου ανάμεσα στις δύο κοινότητες, αλλά μέχρι προσφάτως το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναγνώριζε ότι τα δικαιώματα των Σουνιτών παραβιάζονται συστηματικά στη Σ. Αραβία. Το 2011, το ξέσπασμα της Αραβικής Άνοιξης προκάλεσε μαζικές διαδηλώσεις των Σιιτών στο Μπαχρέιν για διεκδίκηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης και ισονομίας, σε μια χώρα που ενώ οι σουνίτες αποτελούν μόνο το 30% του πληθυσμού, χαίρουν προνομιακής μεταχείρισης ως προς τις κρατικές θέσεις αλλά και τα δικαιώματα που απολαμβάνουν. Η εξέλιξη αυτή κινητοποίησε άμεσα τη Σ. Αραβία –η οποία φοβήθηκε για παρόμοιες σιιτικές εκδηλώσεις στο έδαφός της– και απέστειλε μαζί με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στρατιωτικές δυνάμεις στο Μπαχρέιν που τελικά κατέστειλαν βίαια τις εξεγέρσεις.

Η επίδραση της συμφωνίας με το Ιράν και ο πετρελαϊκός πόλεμος

Η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που θα οδηγήσει στην άρση των διεθνών κυρώσεων που του είχαν επιβληθεί, προκαλεί φόβους στον οίκο των Σαούντ, καθώς αναμένεται να αυξήσει την γεωπολιτική αξία της Τεχεράνης, καθιστώντας την πλέον έναν πιο προβλέψιμο εταίρο που θα αυξήσει την επιρροή του σ’ ολόκληρο το σιιτικό τόξο της Μ. Ανατολής. Παράλληλα, οι πολύ χαμηλές τιμές του πετρελαίου έχουν προκαλέσει οικονομική αφαίμαξη στη Σ. Αραβία, που μέσω του OPEC (Οργανισμού Πετρελαιοπαραγωγών Εξαγωγών Κρατών) ακολουθεί μια στρατηγική που έχει σκοπό να εμποδίσει τους Αμερικανούς παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου να εισέλθουν στην αγορά, να αποτρέψει τους Ιρανούς παραγωγούς να αυξήσουν την παραγωγή στα επίπεδα προ των κυρώσεων, αλλά και να αναγκάσει τη Ρωσία να ενταχθεί στο καρτέλ προκειμένου αυτό να αποκτήσει μεγαλύτερη ισχύ στη διεθνή αγορά πετρελαίου. Ωστόσο, το κόστος της πολιτικής αυτής είναι η ραγδαία μείωση των δημοσιονομικών εσόδων του Ριάντ, με αποτέλεσμα το έλλειμμα να φθάσει στο 21.6% του ΑΕΠ το 2015, ενώ προβλέπεται ότι θα είναι περίπου 19.4% για το 2016.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σε πρόσφατη έκθεση του, αναφέρει ότι αν οι δημοσιονομικές δαπάνες της χώρας δεν μειωθούν, τα αποθεματικά της χώρας αναμένεται να εξαντληθούν εντός της επόμενης 5ετίας. Η εξέλιξη αυτή θα αναγκάσει το Ριάντ να περικόψει σε μεγάλο βαθμό τις κρατικές του δαπάνες, ενώ ήδη αποφασίστηκαν μειώσεις στις ενεργειακές επιδοτήσεις, στις δημόσιες υποδομές και στους μισθούς. Η μείωση των κρατικών δαπανών θα επηρεάσει σημαντικά το βιοτικό επίπεδο των Σαουδαράβων πολιτών, καθώς το 65% των εργαζομένων απασχολείται στον δημόσιο τομέα.

Ομοίως, θα πληγεί και ο ιδιωτικός τομέας, ιδίως οι κατασκευές, όπου το 87% των απασχολούμενων είναι αλλοδαποί (οι οποίοι και αποτελούν περίπου το 1/3 του συνολικού πληθυσμού της χώρας). Συνεπώς, η δημοσιονομική συστολή αναμένεται να προκαλέσει νέες κοινωνικές αντιδράσεις –ιδιαίτερα απ’ το φτωχότερο σιιτικό τμήμα– που θα έρθουν να προστεθούν στο κλίμα θρησκευτικής έξαρσης που επικρατεί.

Οι εξελίξεις στη Συρία και στην Υεμένη

Η Σαουδική Αραβία αυτήν την περίοδο διαθέτει πολλά ανοικτά μέτωπα, καθώς διεξάγει πόλεμο εναντίων των Σιιτών Χούθι στα νότια σύνορα της με την Υεμένη, ενώ προσφάτως συγκρότησε στρατιωτικό συνασπισμό και κατά του ISIS. Οι Σαούντ νιώθουν να χάνουν σταδιακά τη στήριξη των ΗΠΑ, καθώς έχει αποκαλυφθεί ότι –μαζί με το Κατάρ και το Κουβέιτ– χρηματοδοτούσαν την Αλ-Νούσρα και άλλες φανατικές σουνιτικές οργανώσεις προκειμένου να επιτύχουν την ανατροπή του Άσαντ, ο οποίος και αποτελεί κομμάτι του σιιτικού συνασπισμού στη Μ. Ανατολή. Απ’ τα μέλη των οργανώσεων αυτών όμως ξεπήδησε το ISIS, το οποίο πλέον απειλεί ανοικτά να χτυπήσει και το Ριάντ, ενώ η πολιτική αυτή έχει οδηγήσει και στην ενδυνάμωση της Αλ-Κάιντα της Αραβικής Χερσονήσου που δραστηριοποιείται στην Υεμένη. Στη Συρία και στο Ιράκ, επίσης, σε μια διεθνή συμμαχία κατά του ISIS που γίνεται όλο και πιο πολύπλοκη έχουν ενταχθεί μέλη του ιρανικού στρατού, καθώς και η Χεζμπολάχ, ενδυναμώνοντας έτσι ακόμη περισσότερο τον ρόλο του σιιτικού στοιχείου στην περιοχή.

Το Ρίσκο των Σαούντ και ο καθοριστικός ρόλος των ΗΠΑ, Ισραήλ και Ρωσίας

Η Σαουδική Αραβία, βλέποντας την άνοδο αυτή του σιιτικού τόξου, αναλαμβάνει το ρίσκο να υποδαυλίσει τις θρησκευτικές έριδες Σουνιτών - Σιιτών, σε μια προσπάθεια να αποδείξει ότι είναι ακόμα ο απαραίτητος «ρυθμιστής» των πραγμάτων στην περιοχή. Η ανασφάλεια της αυτή, προκύπτει: 
  • Απ’ το γεγονός ότι οι ΗΠΑ είναι πλέον ενεργειακά αυτόνομες και συνεπώς ενδιαφέρονται λιγότερο (αν όχι καθόλου) για το πετρέλαιο του Κόλπου 
  • Απ’ τη δυσαρέσκεια που υπάρχει διεθνώς για τη χρηματοδότηση που παρέχει το Ριάντ στους σουνίτες τρομοκράτες 
  • Απ’ την πιθανή ανάδυση του Ιράν ως μιας πιο μετριοπαθούς και ενδιαφέρουσας από επενδυτικής απόψεως χώρας για τις ΗΠΑ, την Ρωσία και την Ευρώπη.
Αν, συνεπώς, οι δυνάμεις αυτές αποφασίσουν ότι ο γεωπολιτικός ρόλος των Σαούντ πρέπει να μειωθεί, δεν θα πρέπει να αποκλειστεί η πιθανότητα εδαφικών απωλειών για τη Σ. Αραβία, είτε στον Νότο (απ’ την Υεμένη) είτε στις ανατολικές επαρχίες της, είτε ακόμη και προς το δυτικό κομμάτι της, εφόσον το ISIS «εξωθηθεί» απ’ τη διεθνή συμμαχία νοτιότερα απ’ ότι βρίσκεται σήμερα. Το μόνο ανάχωμα σε μια τέτοια εξέλιξη φαίνεται να είναι το Ισραήλ, που δεν επιθυμεί την ανάδυση του ιρανικού παράγοντα και της Χεζμπολάχ, την ίδια στιγμή που δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμη το μέλλον του Άσαντ στη Συρία. Καθώς οι σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας δεν αναμένεται να επιστρέψουν στο επίπεδο της στρατηγικής συμμαχίας στο άμεσο μέλλον, απαραίτητη προϋπόθεση για τη διεθνή απομόνωση του Ριάντ φαντάζει η εξασφάλιση απ’ τις μεγάλες δυνάμεις του «ορθολογικού» χαρακτήρα του Ιράν. Ήδη η Ρωσία έχει προβεί με την Τεχεράνη σε σημαντικές συμφωνίες στον ενεργειακό και στρατιωτικό τομέα, ενώ αναμένεται να ακολουθήσουν και άλλες ευρωπαϊκές και αμερικανικές εταιρείες, εφόσον οι κυρώσεις αρθούν γρήγορα. Επιπλέον, η ένταση στην περιοχή του Κόλπου πυροδοτεί αυξήσεις στις τιμές του «μαύρου χρυσού», που είναι απαραίτητες για τους Αμερικανούς εξαγωγείς πετρελαίου, προκειμένου αυτοί να διασφαλίσουν την ύπαρξη και την κερδοφορία τους στις διεθνείς αγορές ενέργειας. 
Με όλα αυτά κατά νου, φαίνεται ότι η Σ. Αραβία και η δυναστεία των Σαούντ εισέρχονται στο πιο κρίσιμο διάστημα της ιστορίας τους...
πηγή: liberal.gr
* Ο Μιχάλης Διακαντώνης είναι Οικονομολόγος/Διεθνολόγος, συντονιστής στο Παρατηρητήριο Ανατολικής Μεσογείου στον Τομέα Ρωσίας Ευρασίας και Νοτιοανατολικής Ευρώπης (ΤΟ.ΡΕ.ΝΕ).

Ανεβάζουν τους τόνους οι ΗΠΑ απέναντι στη Σαουδική Αραβία για τις αποφάσεις του ΟΠΕΚ+ να μειώσει τη παραγωγή πετρελαίου


Ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών Φαϊσάλ μπεν Φαρχάν είπε την Τρίτη στο κανάλι Al Arabiya ότι «H μείωση της παραγωγής εκ μέρους του ΟΠΕΚ+ συνιστά μια «καθαρά οικονομική απόφαση» την οποία έλαβαν ομόφωνα τα μέλη του Οργανισμού»


Ήθελε αρχικά να καταστήσει τη Σαουδική Αραβία «παρία», στη συνέχεια επιχείρησε μια προσέγγιση τον Ιούλιο… Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, ζεματισμένος από τις αποφάσεις του Ριάντ για τη μείωση της παραγωγής πετρελαίου, ύψωσε τους τόνους σήμερα εναντίον του βασιλείου.

«Θα υπάρξουν συνέπειες για όσα έκαναν, με τη Ρωσία», απείλησε ο Μπάιντεν την Τρίτη, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο CNN, χωρίς να διευκρινίσει ποιες θα είναι αυτές.

Ο Αμερικανός πρόεδρος αναφερόταν στην πρόσφατη απόφαση του ΟΠΕΚ+ να μειώσει την παραγωγή, κάτι που μπορεί να εκτοξεύσει και πάλι την τιμή του πετρελαίου – και κατά συνέπεια να γεμίσουν τα ταμεία της Ρωσίας, η οποία βασίζεται στις πωλήσεις υδρογονανθράκων για να χρηματοδοτήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.

«Δεδομένων των πρόσφατων γεγονότων και των αποφάσεων του ΟΠΕΚ+, ο πρόεδρος πιστεύει ότι θα έπρεπε να επανεξετάσουμε τη διμερή σχέση με τη Σαουδική Αραβία», δήλωσε νωρίτερα ο Τζον Κέρμπι, ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας του Λευκού Οίκου.

«Το βασίλειο απορρίπτει κάθε διαταγή», έγραψε το ΥΠΕΞ της Σαουδικής Αραβίας στο Twitter, προσθέτοντας ότι το Ριάντ εργάζεται «για να προστατεύσει την παγκόσμια οικονομία από την αστάθεια της πετρελαϊκής αγοράς».

Η Ουάσινγκτον υποστηρίζει ότι δεν υπήρχε κάποιος λόγος στην αγορά για να μειωθεί η παραγωγή πετρελαίου, απορρίπτοντας τον ισχυρισμό του Ριάντ ότι η απόφαση ήταν «καθαρά οικονομική». «Το σαουδαραβικό υπουργείο Εξωτερικών μπορεί να προσπαθήσει να χειραγωγήσει ή να εκτρέψει την προσοχή, όμως τα γεγονότα είναι απλά», ανέφερε ο Κέρμπι στην ανακοίνωσή του. Υποστήριξε επίσης ότι άλλες χώρες μέλη του ΟΠΕΚ+ είπαν ιδιαιτέρως στις ΗΠΑ ότι «αισθάνθηκαν ότι εξαναγκάστηκαν να στηρίξουν» την πρόταση της Σαουδικής Αραβίας.

Οι ΗΠΑ «θα συνεχίσουν να παρακολουθούν κάθε ένδειξη για τη στάση (του Ριάντ) όσον αφορά την ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία», πρόσθεσε ο Κέρμπι σε μια σπάνιας οξύτητας ανακοίνωση, όπου κατηγορεί τη Σαουδική Αραβία ότι πήρε «λανθασμένη κατεύθυνση».

Ο Τζο Μπάιντεν «είναι έτοιμος να εργαστεί με το Κογκρέσο για να εξετάσουν ποια θα πρέπει να είναι η σχέση» των δύο χωρών, διαβεβαίωσε.

Ο Μπάιντεν ταξίδεψε τον Ιούλιο στη Σαουδική Αραβία και συναντήθηκε με τον πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν μολονότι προεκλογικά έλεγε ότι θέλει να καταστήσει το Ριάντ «παρία» του κόσμου, λόγω της δολοφονίας του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι.

Ο Σαουδάραβας υπουργός Εξωτερικών Φαϊσάλ μπιν Φαρχάν είπε την Τρίτη στο κανάλι Al Arabiya ότι η μείωση της παραγωγής εκ μέρους του ΟΠΕΚ+ συνιστά μια «καθαρά οικονομική απόφαση» την οποία έλαβαν ομόφωνα τα μέλη του Οργανισμού.

Η απόφαση αυτή ωστόσο προκάλεσε κύμα αντιδράσεων στην Ουάσινγκτον και ιδίως μεταξύ των μελών του Δημοκρατικού κόμματος. Ο γερουσιαστής Μπομπ Μενέντεζ, ο επικεφαλής τη ισχυρής Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας, απείλησε μάλιστα την Δευτέρα ότι θα μπλοκάρει μελλοντικές πωλήσεις όπλων στη Σαουδική Αραβία. Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Ρίτσαρντ Μπλούμενταλ και ο βουλευτής Ρο Χάνα παρουσίασαν την Τρίτη ένα νομοσχέδιο για τον τερματισμό αυτών των εξαγωγών.
source: euro2day.gr

Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ αναμένεται να επισκεφθεί τη Σαουδική Αραβία την επόμενη εβδομάδα

Από παλαιότερη συνάντηση του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ και του Σαουδάραβα διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν

Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Σαουδικής Αραβίας. Είναι ο μεγαλύτερος αγοραστής πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία...

Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ αναμένεται να επισκεφθεί τη Σαουδική Αραβία την επόμενη εβδομάδα, όπου σχεδιάζεται να του γίνει θερμή υποδοχή που έρχεται σε έντονη αντίθεση με την χαμηλών τόνων υποδοχλη του πρόεδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν τον Ιούνιο, ανέφερε η The Gaurdian.

Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για την επίσκεψη, η οποία αναμένεται να πραγματοποιηθεί στο Ριάντ, την Τζέντα και την προγραμματισμένη μεγαλούπολη του Νεόμ στη δυτική ακτή της Σαουδικής Αραβίας, ήταν σε εξέλιξη σχέδια για ανάρτηση χιλιάδων κινεζικών πανό και υποδοχή από εκατοντάδες Σαουδάραβες αξιωματούχους.

Η χαμηλών τόνων υποδοχή του προέδρου των ΗΠΑ στο βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας αντανακλούσε τις τεταμένες σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών και την προσωπική εχθρότητα μεταξύ του Τζο Μπάιντεν και του de facto ηγέτη της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν.

Ενώ ο Σι Τζινπίνγκ αναμένεται να τύχει πολύ θερμής υποδοχής που έχει σχεδιαστεί για να ενισχύσει τους δεσμούς μεταξύ του Πεκίνου και του Ριάντ και την εικόνα της Κίνας ως συμμάχου της Σαουδικής Αραβίας, καθώς οι σχέσεις με την Ουάσιγκτον συνεχίζουν να παρασύρονται.

Ο Κινέζος πρόεδρος Σι προσκλήθηκε για πρώτη φορά στο Ριάντ τον Μάρτιο. Η επίσκεψή του είναι πιθανό να είναι η πιο σημαντική του βασιλείου από την άφιξη του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ τον Μάιο του 2017, όπου έγινε δεκτός με ασημένια σπαθιά, υπερβολικά δώρα και μια πρόσκληση από τους βασιλείς της Σαουδικής Αραβίας.

Η Wall Street Journal ανέφερε προηγουμένως ότι Κινέζοι αξιωματούχοι σχεδιάζουν το πιθανό ταξίδι του Xi Jinping στη Νοτιοανατολική Ασία τον Νοέμβριο, το οποίο θα μπορούσε να είναι το πρώτο ταξίδι του ηγέτη στο εξωτερικό μετά την πανδημία Covid-19 και να περιλαμβάνει συνάντηση με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν. 

Η ομάδα του Μπάιντεν επιδιώκει εδώ και καιρό και δεν έχει ακόμη επιβεβαιώσει μια πρόσωπο με πρόσωπο συνάντηση μεταξύ των δύο ηγετών για να αμβλυνθούν οι εντάσεις, καθώς οι δύο χώρες τσακώνονται για την Ταϊβάν, το εμπόριο και πολλά άλλα ζητήματα. Ο Λευκός Οίκος συνεχίζει να εργάζεται για αυτό και ο Μπάιντεν παραμένει ανοιχτός για προσωπικές επισκέψεις, μεταξύ άλλων στο περιθώριο της συνάντησης των G-20 του Νοεμβρίου στην Ινδονησία, ανέφερε η εφημερίδα, επικαλούμενη πηγή. αναμένεται να επισκεφθεί τη Σαουδική Αραβία την επόμενη εβδομάδα, όπου σχεδιάζουν να του κάνουν μια εορταστική δεξίωση που έρχεται σε έντονη αντίθεση με τη δεξίωση που δόθηκε στον ηγέτη των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν τον Ιούνιο, ανέφερε η The Gaurdian.

Ενίσχυση των σχέσεων Κίνας - Σαοουδικής Αραβίας

Η Κίνα και η Σαουδική Αραβία πλησιάζουν περισσότερο εδώ και δύο δεκαετίες, αλλά οι δεσμοί έχουν βαθύνει καθώς ο πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν συγκέντρωσε περισσότερες αρμοδιότητες στο βασίλειο από το 2016 και μετά. Το Ριάντ υπερασπίστηκε τη μεταχείριση της Κίνας προς τη μουσουλμανική μειονότητα των Ουιγούρων και τον δρακόντειο νόμο περί εθνικής ασφάλειας του Χονγκ Κονγκ, τοποθετώντας την σε αντίθεση με τις ΗΠΑ σε βασικά ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Οι εμπορικοί δεσμοί μεταξύ των δύο χωρών έχουν αναπτυχθεί την ίδια στιγμή που η Ουάσιγκτον έχει απομακρυνθεί από τη Μέση Ανατολή.

«Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Σαουδικής Αραβίας. Είναι ο μεγαλύτερος αγοραστής πετρελαίου από τη Σαουδική Αραβία», δήλωσε ο Mohammed Alyahya, συνεργάτης στο Ινστιτούτο Μέσης Ανατολής του Κέντρου Μπέλφερ του Χάρβαρντ και ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Hudson. «Η Κίνα είναι πολύ σημαντική γεωπολιτικά στην περιοχή. Έβλεπε στρατιωτικές βάσεις στην Αφρική και αλλού. Στο παρελθόν τα συμφέροντά της ήταν καθαρά μερκαντιλιστικά, επικεντρωμένα αποκλειστικά στο εμπόριο. Τώρα βλέπουν όλο και περισσότερο τα πράγματα μέσα από ένα στρατηγικό πρίσμα.

«Ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για τη διασφάλιση της ελεύθερης ροής του πετρελαίου. Αυτό ισχύει για την Κίνα με τις ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί λένε ότι υπάρχει μια εκτροπή του εύρους ζώνης μακριά από την περιοχή για να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση της Κίνας σε μια «στροφή προς την Ασία». Ωστόσο, οι Κινέζοι φαίνεται να θεωρούν την περιοχή ως πρωταρχικό θέατρο για τον ανταγωνισμό μεγάλων δυνάμεων.

Την Σαουδική Αραβία κατηγορεί για επίθεση σε Τεχεράνη το Ιράν - Απορρίπτει τις κατηγορίες το Ριάντ

Στο Ιράν, οι Φρουροί της Επανάστασης κατηγόρησαν τη Σαουδική Αραβία ως υπεύθυνη για τις επιθέσεις που σημειώθηκαν στην Τεχεράνη και είχαν ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον 12 άνθρωποι και να τραυματιστούν άλλοι 43...

Οι Φρουροί της Επανάστασης του Ιράν κατηγόρησαν τη Σαουδική Αραβία ως υπεύθυνη για τις επιθέσεις που σημειώθηκαν στην Τεχεράνη και είχαν ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον 12 άνθρωποι και να τραυματιστούν άλλοι 43.

“Αυτή η τρομοκρατική επίθεση σημειώθηκε μόλις μία εβδομάδα μετά τη συνάντηση μεταξύ του προέδρου των ΗΠΑ (Ντόναλντ Τραμπ) και των (Σαουδαράβων) οπισθοδρομικών ηγετών που στηρίζουν τους τρομοκράτες. Το γεγονός ότι το Ισλαμικό Κράτος ανέλαβε την ευθύνη αποδεικνύει ότι εμπλέκονταν σε αυτή τη βίαιη επίθεση” αναφέρεται στην ανακοίνωση των Φρουρών της Επανάστασης που δόθηκε στη δημοσιότητα από τα ιρανικά μέσα ενημέρωσης. 

Οι επιθέσεις αυτές ήταν οι πρώτες που εξαπέλυσε η σουνιτική τζιχαντιστική οργάνωση στο σιιτικό Ιράν. 

Ο ταξίαρχος Χοσεΐν Σαλαμί, ο αναπληρωτής επικεφαλής των Φρουρών, απείλησε με αντίποινα το Ισλαμικό Κράτος και τους “συνεργάτες” του. “Να μην υπάρχει καμία αμφιβολία ότι θα εκδικηθούμε τους τρομοκράτες, τους συνεργάτες τους και τους υποστηρικτές τους για τις σημερινές επιθέσεις στην Τεχεράνη” φέρεται να είπε ο ταξίαρχος, σύμφωνα με τα δημόσια μέσα ενημέρωσης του Ιράν. 

Οι Φρουροί της Επανάσταση πρόσθεσαν επίσης στην ανακοίνωσή τους ότι “έχουν αποδείξει στο παρελθόν ότι εκδικούνται το αθώο αίμα που χύνεται” στο Ιράν.

Σαουδική Αραβία: Καταδικάζουμε την τρομοκρατία


Ο υπουργός Εξωτερικών Άντελ αλ Τζουμπέιρ
Ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας απέρριψε σήμερα τις κατηγορίες που διατύπωσαν οι Φρουροί της Επανάστασης του Ιράν ότι η χώρα του βρίσκεται πίσω από τη διπλή επίθεση στην Τεχεράνη σήμερα, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο τουλάχιστον 12 ανθρώπων.

Σε ομιλία που εκφώνησε στο Βερολίνο, ο υπουργός Εξωτερικών Άντελ αλ Τζουμπέιρ επισήμανε ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να εμπλέκουν τη Σαουδική Αραβία στις επιθέσεις στην Τεχεράνη, περιφερειακό αντίπαλο του Ριάντ.

«Καταδικάζουμε τις τρομοκρατικές επιθέσεις όπου κι αν συμβαίνουν και καταδικάζουμε τη δολοφονία αθώων ανθρώπων όπου κι αν διαπράττεται» επισήμανε ο Τζουμπέιρ σε μια εκδήλωση που πραγματοποίησε το Konrad-Adenauer-Stiftung, το ινστιτούτο μελετών του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ.

Ο ίδιος τόνισε ότι το Ριάντ δεν γνωρίζει ποιος ευθύνεται για τις επιθέσεις και απέρριψε το ενδεχόμενο σαουδαραβικές οργανώσεις να βρίσκονται από πίσω.

«Δεν το γνωρίζω. Δεν έχουμε δει τα στοιχεία»
σημείωσε, επαναλαμβάνοντας την άποψη της Σαουδικής Αραβίας ότι το Ιράν είναι ο βασικός χρηματοδότης της τρομοκρατίας σε ολόκληρο τον κόσμο.

Ο Τζουμπέιρ πρόσθεσε ότι η Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες του Κόλπου θα ήταν διατεθειμένες να αποκαταστήσουν τις σχέσεις τους με το Ιράν εφόσον αλλάξει συμπεριφορά και σταματήσει να υποστηρίζει τρομοκράτες στον Λίβανο, την Υεμένη, τη Συρία και σε άλλες περιοχές.

Στη Σαουδική Αραβία και τα Η.Α.Ε. ο πρωθυπουργός για Διεθνείς συμμαχίες και Επενδύσεις

Το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας (K.S.A.)και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (Η.Α.Ε.) επισκέπτεται ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης  και θα επιδιώξει την ανάπτυξη της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ της Ελλάδας και των.δύο χωρών που θα επισκεφθεί...

Στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας βρίσκεται από χθες το απόγευμα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος στην αραβική χερσόνησο θα επισκεφτεί και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα με στόχο με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων καθώς και την ανάπτυξη διεθνών συμμαχιών με την Αραβική χερσόνησο. 

Όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, με τις επαφές που θα έχει ο πρωθυπουργός με τους αξιωματούχους των δύο χωρών, οι οποίες διαθέτουν από τα μεγαλύτερα κεφάλαια στον πλανήτη, κλείνει ένας κύκλος επενδυτικών ταξιδιών του κ. Μητσοτάκη. Ήδη, τονίζουν, τα πρώτα σημαντικά αποτελέσματα τόσο για την εικόνα της χώρας στις διεθνείς αγορές, όσο και σε επίπεδο επενδυτικού ενδιαφέροντος είναι εμφανή. Ο πρωθυπουργός αυτούς τους πρώτους έξι μήνες της διακυβέρνησής του, έχει επισκεφτεί τις ΗΠΑ και την Κίνα, ενώ στο Ριάντ και το 'Αμπου Ντάμπι θα τον συνοδεύουν ο υπουργός Ανάπτυξης 'Αδωνις Γεωργιάδης και ο υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για την Οικονομική Διπλωματία και την Εξωστρέφεια, Κώστας Φραγκογιάννης.

Σύμφωνα με πληροφορίες, στις συναντήσεις του ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρόκειται να ανακοινώσει την πρόθεσή του, να προχωρήσει με ταχύτητα η εξομάλυνση όλων των διαδικασιών, που θα επιτρέψουν την ανάπτυξη της οικονομικής συνεργασίας μεταξύ της Ελλάδας και των δύο χωρών που θα επισκεφθεί. 'Αλλωστε, μέσα από την περιφερειακή συνεργασία περνά και η εμπέδωση της ειρήνης και της σταθερότητας, την ώρα που οι εξελίξεις στη Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή και τον Κόλπο είναι συνεχείς και απαιτούν συντονισμό, υπογραμμίζουν από την κυβέρνηση.

Προσθέτουν πως από τη στενότερη οικονομική συνεργασία της Ελλάδας με τις χώρες αυτές, αναμένεται να βγουν ωφελημένες ελληνικές εξωστρεφείς επιχειρήσεις, μέσω της συμμετοχής τους σε μεγάλα αναπτυξιακά και κατασκευαστικά project που βρίσκονται σε εξέλιξη ή σχεδιάζονται σε Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Στις συναντήσεις που θα έχει ο πρωθυπουργός, αναμένεται να συζητηθούν και τα γεωπολιτικά ζητήματα, αν και η επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη είχε σχεδιαστεί πριν προκύψουν οι τελευταίες εξελίξεις με την Τουρκία και την Λιβύη.

Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα εξετάζει τη διάθεση μιας πυροβολαρχίας Patriot στην Σαουδική Αραβία που αφορά στην προστασία κρίσιμων υποδομών ενέργειας. Η κίνηση αυτή - επισημαίνουν πηγές από το Μέγαρο Μαξίμου - ενισχύει τους δεσμούς με την Σαουδική Αραβία, δείχνει τον πολυδιάστατο χαρακτήρα της εξωτερικής μας πολιτικής που αφορά στην ενίσχυση των σχέσεων και με τον αραβικό κόσμο και παρέχει ισχυρά κίνητρα τόσο στη Σαουδική Αραβία, όσο και σε άλλες χώρες για τη στήριξη των θέσεών μας σε θέματα άμεσου εθνικού ενδιαφέροντος.

Σημειώνεται ότι στην ίδια πρωτοβουλία συμμετέχουν οι Η.Π.Α., το Ηνωμένο Βασίλειο, και η Γαλλία, ενώ αναμένεται να συμμετάσχει και η Ιταλία. Το συνολικό κόστος της διάθεσης θα καλυφθεί εξ' ολοκλήρου από τη Σαουδική Αραβία (και η μετακίνηση και διαμονή του προσωπικού, το οποίο θα έχει την ευκαιρία να εκπαιδευτεί σε ένα τέτοιο περιβάλλον).

Το πρόγραμμα του πρωθυπουργού στην αραβική χερσόνησο


Την Δευτέρα, στο Ριάντ της Σαουδικής Αραβίας, ο πρωθυπουργός θα συναντηθεί με τον Διάδοχο του Θρόνου της Σαουδικής Αραβίας, Mohammad bin Salman bin Abdulaziz Al Saud.

Στη συνέχεια, ο έλληνας πρωθυπουργός θα έχει συνάντηση παρουσία αντιπροσωπειών των δύο χωρών με τον Υπουργό Εμπορίου και Επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας Dr. Majid bin Abdullah Al Qasabi και ακολούθως με τον Διοικητή του Public Investment Fund (PIF) Yasir Al-Rumayyan.

Την Δευτέρα το μεσημέρι θα παρακαθίσει σε γεύμα που παραθέτει προς τιμήν του ο Βασιλιάς της Σαουδικής Αραβίας Salman bin Abdulaziz Al Saud και αμέσως μετά θα ακολουθήσει διμερής συνάντηση παρουσία αντιπροσωπειών.

Την Δευτέρα το βράδυ ο κ. Μητσοτάκης θα μεταβεί στο 'Αμπου Ντάμπι των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (ΗΑΕ,) όπου την Τρίτη το πρωί θα έχει συνάντηση με τον διευθυντή του κρατικού επενδυτικού φορέα Abu Dhabi Investment Authority (ADIA) Σεΐχη Hamed bin Zayed Al Nahyan. Στη συνέχεια θα συναντηθεί με τον Διάδοχο του Θρόνου του 'Αμπου Ντάμπι, Σεΐχη Mohammed Bin Zayed Al Nahyan.
Εκτός από τους κ. Γεωργιάδη και Φραγκογιάννη, μαζί με τον πρωθυπουργό θα βρίσκονται στην αποστολή, ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας Αλέξης Διακόπουλος, ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης και ο αναπληρωτής διευθυντής του διπλωματικού γραφείου του πρωθυπουργού Γρηγόρης Δελαβέκουρας.
ΑΠΕ

Η Σαουδική Αραβία εξελέγη ως Πρόεδρος του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού - UNWTO, 2023

photo Arab News

«Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε με χώρες για την υποστήριξη και την ανάπτυξη του παγκόσμιου τουριστικού τομέα», δήλωσε ο Σαουδάραβας υπουργός Τουρισμού, Al-Khateeb - Η Σαουδική Αραβία ήταν η πρώτη αντιπρόεδρος του εκτελεστικού συμβουλίου για το 2022


Το Υπουργείο Τουρισμού της Σαουδικής Αραβίας ανακοίνωσε την εκλογή του Βασιλείου ως προέδρου του εκτελεστικού συμβουλίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού των Ηνωμένων Εθνών για το 2023.

Η ανακοίνωση έγινε στην 117η σύνοδο του εκτελεστικού συμβουλίου του World Tourism Organization - UNWTO που πραγματοποιήτε  στο Μαρακές (23-25/11/22)  ανακήρυξε το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας την πρώτη χώρα του Κόλπου που κατέχει τη θέση του προεδρίου του UNWTO.

«Το Βασίλειο έχει την τιμή να εκλεγεί ως πρόεδρος του εκτελεστικού συμβουλίου του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού και πιστεύουμε στη σημασία του πρωτοποριακού ρόλου του οργανισμού. Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε με όλες τις χώρες για να υποστηρίξουμε και να αναπτύξουμε τον παγκόσμιο τουριστικό τομέα», δήλωσε ο υπουργός Τουρισμού Ahmed Al-Khateeb.

O Σαουδάραβας υπουργός Τουρισμού πρόσθεσε ότι το Βασίλειο υπήρξε ενεργό μέλος του οργανισμού με την έναρξη πρωτοβουλιών, την υποστήριξη νέων ιδεών και το άνοιγμα του πρώτου περιφερειακού γραφείου του οργανισμού στη Σαουδική Αραβία για την προώθηση της ατζέντας και του έργου του στη Μέση Ανατολή και πέρα ​​από αυτήν.

«Στην καρδιά του UNWTO βρίσκεται η επιθυμία να προωθηθεί ο τουρισμός ως καταλύτης οικονομικής ανάπτυξης, τον οποίο η Σαουδική Αραβία υποστηρίζει ολόψυχα. Έχουμε δεσμεύσει κρατικές επενδύσεις 800 δισεκατομμυρίων δολαρίων στην τουριστική βιομηχανία της Σαουδικής Αραβίας έως το 2030.

«Η επιτακτική ανάγκη μας είναι η ανάπτυξη που επιδιώκουμε, τόσο ως έθνος όσο και παγκοσμίως, να είναι βιώσιμη, χωρίς αποκλεισμούς και ανθεκτική. Έτσι θα αντιμετωπίσουμε τις ταχέως μεταβαλλόμενες ανάγκες των επιχειρήσεων, των κοινοτήτων και του πλανήτη», δήλωσε ο Al-Khateeb. σύμφωνα με την ARAB NEWS.

Ως πρόεδρος του UNWTO η Σαουδική Αραβία θα καθορίσει την ημερήσια διάταξη για όλες τις συνεδριάσεις, διασφαλίζοντας ότι θα λαμβάνει υπόψη τα πιο πιεστικά ζητήματα και ανησυχίες για την τουριστική βιομηχανία. Θα διευκολύνει και θα συντονίζει αποτελεσματικά τις συνεδριάσεις, θα προεδρεύει στο διάλογο και θα ενθαρρύνει αποτελέσματα που μπορούν να γίνουν πράξη.

Υπενθυμίζουμε ότι η Σαουδική Αραβία ήταν η πρώτη αντιπρόεδρος του εκτελεστικού συμβουλίου για το 2022.

Σημαντικές συναντήσεις του Ν. Δένδια στη Σαουδική Αραβία

Από τη Σαουδική Αραβία ξεκίνησε ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, σειρά επισκέψεων στη Μέση Ανατολή, όπου έχει συνομιλίες για σημαντικά περιφερειακά ζητήματα, με έμφαση τις εξελίξεις στη Μεσόγειο, μετά και την υπογραφή των μνημονίων μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, καθώς και διμερή θέματα.

«Η Σαουδική Αραβία είναι μια χώρα με ιδιαίτερες γεωπολιτικές ευαισθησίες. Καταλαβαίνει πάρα πολύ καλά πως αυτά τα δύο memoranda λειτουργούν αποσταθεροποιητικά για την ευρύτερη περιοχή», τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας.

Την ικανοποίησή του για τις επαφές που είχε κατά την επίσκεψή του στη Σαουδική Αραβία, εξέφρασε ο υπουργος Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, μιλώντας με Έλληνες δημοσιογράφους. Ο κ. Δένδιας συναντήθηκε με τον Βασιλιά Σαλμάν, με τον υπουργό Εξωτερικών, Faisal bin Rahman, με τον Υπουργό Επικρατείας, τον κ. Jubeir, και με τον επικεφαλής του επενδυτικού Ταμείου της Σαουδικής Αραβίας και Πρόεδρο της ARAMCO κ. Rumayyan.

«Οφείλω να πω πως ήταν μία εξαιρετικά επιτυχής επίσκεψη. Συζητήσαμε με την Μεγαλειότητά του (Βασιλιά Σαλμάν), αφ’ ενός μεν τα ζητήματα ασφάλειας στην περιοχή, αλλά και τα ζητήματα που δημιουργήθηκαν στη Μεσόγειο μετά την υπογραφή των δύο memoranda μεταξύ της Τουρκίας και της κυβέρνησης της Τρίπολης. Έχουμε την κοινή αντίληψη ότι τα memoranda αυτά δημιουργούν πρόβλημα στην ευρύτερη περιοχή. Θα συνεχίσουμε από κοινού να παρακολουθούμε την κατάσταση και θα έχουμε επαφές για συντονισμό ενεργειών, από εκεί και πέρα», είπε ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών.

Σε ερώτηση εάν η σαουδαραβική πλευρά συμμερίζεται τις ελληνικές ανησυχίες για την κατάσταση στη Λιβύη και την παρέμβαση της Τουρκίας εκεί, ο κ. Δένδιας απάντησε:

«Το γεγονός ότι με δέχτηκε ο Βασιλιάς της Σαουδικής Αραβίας κάτι σημαίνει. Όπως, επίσης, κάτι σημαίνει ότι έχουμε κοινή αντίληψη για κάτι που είναι αρκετά μακριά από τα σύνορά τους, στη Μεσόγειο. Νομίζω ότι η Σαουδική Αραβία είναι μια χώρα με ιδιαίτερες γεωπολιτικές ευαισθησίες. Καταλαβαίνει πάρα πολύ καλά πως αυτά τα δύο memoranda λειτουργούν αποσταθεροποιητικά για την ευρύτερη περιοχή».

Οι συναντήσεις του Ν. Δένδια στην Σαουδική Αραβία

Ο κ. Δένδιας ξεκίνησε τις συναντήσεις του στο Ριάντ με τον πρόεδρο της Συμβουλευτικής Συνέλευσης της Σαουδικής Αραβίας, Dr. Abdullah bin Mohammed bin Ibrahim Al Al-Sheikh.

Στη συνέχεια, στις 9:35, έγινε δεκτός από τον βασιλιά της Σαουδικής Αραβίας, Salman bin Abdul Aziz Al Saud.

Στις 10:15 συναντήθηκε σαουδάραβα ομόλογό του, Faisal bin Farhan Al Saud, στις 12:00 με τον υπουργό Επικρατείας για Εξωτερικές Υποθέσεις της Σαουδικής Αραβίας, Adel Jubair και στις 13:40 με τον κυβερνήτη του Ταμείου Κρατικών Επενδύσεων, PIF Yasir Othman Al- Rumayyan.

Αύριο, Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου, ο κ. Δένδιας θα βρίσκεται στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και την Πέμπτη, 19 Δεκεμβρίου, στην Ιορδανία.
Χθες, ο κ. Δένδιας είχε συνάντηση με τον Γ.Γ. του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, Αντόνιο Γκουτέρες, στη Γενεύη και του παρέθεσε τους λόγους για τους οποίους τα memoranda που υπεγράφησαν μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης θεωρούνται -κατά την κρίση της Ελλάδας- ανύπαρκτα.

Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, με επιστολή προς τον Γ.Γ. του ΟΗΕ και την πρόεδρο του Συμβουλίου Ασφαλείας, η Αίγυπτος χαρακτηρίζει άκυρα και ανυπόστατα αυτά τα δύο memoranda και ζητάει να μην πρωτοκολληθούν.
πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ / ΣΚΑΪ


Επίσκεψη Εμ. Μακρόν στο Ριάντ - Έκκληση ΟΗΕ σε Σ. Αραβία

Μ. Σαλμάν και Εμ. Μακρόν «συζήτησαν για τις πρόσφατες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και για τις προσπάθειές τους (να προωθήσουν) την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή, περιλαμβανομένου ενός συντονισμού για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας»...

 

Ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν μετέβη το βράδυ της Πέμπτης το Ριάντ, για μια επίσκεψη η οποία είχε βασικό σκοπό την αποκλιμάκωση της έντασης ανάμεσα στη Σαουδική Αραβία και το Ιράν. Ο Μακρόν γνωστοποίησε χθες βράδυ ότι θα έκανε μια επίσκεψη «δύο ωρών» στο Ριάντ, για να συναντηθεί με τον πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, τον ισχυρό άνδρα της Σαουδικής Αραβίας.

Ο Γάλλος Πρόεδρος έκανε αυτή την επίσκεψη, η οποία δεν ήταν προγραμματισμένη, έπειτα από μια επίσκεψη 24 ωρών στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ο Σαλμάν και ο Μακρόν «συζήτησαν για τις πρόσφατες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή και για τις προσπάθειές τους (να προωθήσουν) την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή, περιλαμβανομένου ενός συντονισμού για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας», μετέδωσε το σαουδαραβικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων SPA μετά τη συνάντηση, ενώ δεν έχει ακόμη γίνει σχόλιο από γαλλικής πλευράς σχετικά με τη συζήτησή τους.

Η απόφαση να γίνει η επίσκεψη αυτή ελήφθη «νωρίς το πρωί» της Πέμπτης, είχε σημειώσει ο Μακρόν. «Είναι σημαντικό να μιλάμε με όλους», είχε υπογραμμίσει πριν προσθέσει πως η Γαλλία έχει αναλάβει τον ρόλο να «οικοδομεί την ειρήνη». Ο Γάλλος Πρόεδρος είχε σημειώσει πως επρόκειτο να συζητήσει με τον πρίγκιπα διάδοχο για το Ιράν, για την Υεμένη και για τον Λίβανο, ο πρωθυπουργός του οποίου Σάαντ αλ Χαρίρι ανακοίνωσε το Σάββατο απροσδόκητα την παραίτησή του από το Ιράν.

Από το περασμένο Σαββατοκύριακο, η ένταση ανάμεσα στη Σαουδική Αραβία και το Ιράν έχει κλιμακωθεί σημαντικά. Στο επίκεντρο της νέας έντασης βρίσκεται η τύχη του Λιβάνου, αλλά και της εμπόλεμης Υεμένης. Η χώρα αυτή, η φτωχότερη της αραβικής χερσονήσου, είναι ήδη θέατρο της σοβαρότερης ανθρωπιστικής κρίσης στον πλανήτη, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Σε ό,τι αφορά την Υεμένη «ο Γάλλος Πρόεδρος καταδίκασε την πυραυλική επίθεση εναντίον του Ριάντ από τους (σιίτες αντάρτες) Χούθι (σ.σ. που θεωρείται πως υποστηρίζονται από το Ιράν) και υπογράμμισε την αλληλεγγύη της Γαλλίας προς το Βασίλειο» της Σαουδικής Αραβίας, σύμφωνα με το σαουδαραβικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων. Πριν από την αναχώρησή του από τα ΗΑΕ, ο Μακρόν είχε δηλώσει κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε ότι «άκουσα πολύ σκληρές θέσεις» από μέρους του Ριάντ «όσον αφορά το Ιράν, οι οποίες δεν συνάδουν με αυτό που θεωρώ εγώ».

Προειδοποίηση ΟΗΕ για Υεμένη και τον αποκλεισμό της από τη Σαουδική Αραβία

Το Συμβούλιο Ασφαλείας του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών προέτρεψε την Τετάρτη την συμμαχία αραβικών κρατών υπό την ηγεσία της Σαουδικής Αραβίας να άρει τον αποκλεισμό που επιβάλλει από τη Δευτέρα στην Υεμένη, η οποία απειλείται από τον «μεγαλύτερο λιμό» των τελευταίων δεκαετιών.

Κατά τη διάρκεια μιας συνεδρίασης του Συμβουλίου Ασφαλείας κεκλεισμένων των θυρών, τα 15 κράτη μέλη του εξέφρασαν «την ανησυχία τους» για την «καταστροφική ανθρωπιστική κατάσταση στην Υεμένη», δήλωσε ο πρεσβευτής της Ιταλίας στα Ηνωμένα Έθνη, ο Σεμπαστιάνο Κάρντι, ο οποίος ασκεί αυτόν τον μήνα την προεδρία στο σημαντικότερο όργανο του ΟΗΕ.

Τα κράτη μέλη υπογράμμισαν ότι έχει «σημασία να παραμείνουν όλα τα λιμάνια και τα αεροδρόμια της Υεμένης σε λειτουργία», πρόσθεσε ο Κάρντι απευθυνόμενος σε δημοσιογράφους μετά τη συνεδρίαση του ΣΑ.

Ο αποκλεισμός των λιμανιών, των αεροδρομίων και των οδικών προσβάσεων στην Υεμένη αποτελεί συνέπεια μιας σύγκρουσης ανάμεσα στη Σαουδική Αραβία και το Ιράν. Η διένεξη αυτή άρχισε μετά την εκτόξευση ενός πυραύλου το Σαββατοκύριακο από τους υεμενίτες σιίτες αντάρτες Χούθι, που αναχαιτίστηκε κοντά στο Ριάντ. Η εκτόξευση του πυραύλου αυτού καταδικάστηκε από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Ο Μαρκ Λόουκοκ, ο οποίος επέστρεψε από μια επίσκεψή του στην Υεμένη, επισήμανε ότι ζήτησε την «άμεση επανέναρξη» της διανομής ανθρωπιστικής βοήθειας στον πληθυσμό της φτωχότερης χώρας της αραβικής χερσονήσου. Αξίωσε επίσης από το ΣΑ να εξασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξουν στο μέλλον προσκόμματα στη διανομή ανθρωπιστικής βοήθειας από πλευράς της συμμαχίας της οποίας ηγείται η Σαουδική Αραβία.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες τηλεφώνησε την Τετάρτη στον υπουργό Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας, τον Άντελ αλ Τζουμπέιρ, για να ζητήσει να αρθεί ο αποκλεισμός των λιμανιών και των αεροδρομίων της Υεμένης, σημείωσε ο Λόουκοκ.

Ο λιμός με τον οποίο είναι αντιμέτωπη η Υεμένη δεν μπορεί να συγκριθεί καν με αυτόν «στο Νότιο Σουδάν ή στη Σομαλία», τόνισε το στέλεχος αυτό του ΟΗΕ. Είναι απολύτως απαραίτητο να υπάρξει «άμεση πρόσβαση σε όλα τα λιμάνια» για να διανεμηθούν τρόφιμα, καύσιμα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης, επέμεινε.

Δεκαπέντε ανθρωπιστικές οργανώσεις εξεγέρθηκαν την Τετάρτη εναντίον του αποκλεισμού της Υεμένης, ο οποίος εμποδίζει τις ανθρωπιστικές επιχειρήσεις στη χώρα, ενώ ο πληθυσμός είναι στα πρόθυρα λιμού, απευθύνοντας έκκληση να επαναληφθούν «αμέσως» για να αποτραπεί η «καταστροφή».

«Στο σημερινό πλαίσιο της οξείας κρίσης των τροφίμων και της επιδημίας χολέρας, οποιαδήποτε καθυστέρηση στην αποκατάσταση της πρόσβασης των ανθρωπιστικών οργανώσεων μπορεί να στοιχίσει τη ζωή γυναικών, ανδρών, κοριτσιών και αγοριών σε όλη την Υεμένη», τόνισαν σε μια ανακοίνωσή τους οι οργανώσεις αυτές, ανάμεσά τους οι Action Contre la Faim, Handicap International, Médecins du Monde, Oxfam, το Δανέζικο Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και το Νορβηγικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες.

Ήδη την Τρίτη ο ΟΗΕ είχε απευθύνει έκκληση στη Σαουδική Αραβία να τερματίσει τον αποκλεισμό που έχει «σοβαρές αρνητικές συνέπειες σε μια κατάσταση» που ήταν «ήδη καταστροφική».

O Νίκος Δένδιας συναντήθηκε με τον ΥΠΕΞ της Σαουδικής Αραβίας Πρίγκιπα Φαϊζάλ μπιν Φαρχάν αλ Σαούντ - Δηλώσεις των δύο υπουργών (βίντεο)

«Επιτομή του παραλογισμού η στάση της Τουρκίας και η έξαρση της επιθετικής ρητορικής κατά της Ελλάδας», υπογράμμισε μεταξύ άλλων στις δηλωσεις του ο Νίκος Δένδιας στην συνάντησή του με τον σαουδάραβα ομόλογό του, Πρίγκιπα Φαϊζάλ μπιν Φαρχάν αλ Σαούντ.


Η στάση της τουρκικής κυβέρνησης «αποτελεί επιτομή του παραλογισμού», υπογράμμισε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, σε δηλώσεις του μετά τη συνάντησή του με τον υπουργό Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας Πρίγκιπα Φαϊζάλ μπιν Φαρχάν αλ Σαούντ.


Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε στην έξαρση της τουρκικής επιθετικής ρητορικής εναντίον της χώρας μας, η οποία, όπως ανέφερε, «έχει πάρει διαστάσεις που δεν είχαμε δει για χρόνια».

«Η τουρκική κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε μια διαρκή διαστρέβλωση της αλήθειας και κάθε έννοιας του Διεθνούς Δικαίου, συμπεριλαμβανομένου του Δικαίου της Θάλασσας», σημείωσε χαρακτηριστικά.

«Απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα εάν εφαρμόσει το αναφαίρετο δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών υδάτων της, όπως ρητά προβλέπεται από το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας», επισήμανε και πρόσθεσε:

«Η Τουρκία έχει αντιπαρατάξει έναντι των νησιών μας τη μεγαλύτερη αποβατική δύναμη και το μεγαλύτερο αποβατικό στόλο στη Μεσόγειο και συγχρόνως απαιτεί από εμάς να αποστρατιωτικοποίησουμε τα νησιά μας. Δηλαδή να παραιτηθούμε από το αναγνωρισμένο δικαίωμα της αυτοάμυνας, όπως αυτό προβλέπεται στον Χάρτη του ΟΗΕ».

Όπως ανέφερε μάλιστα, «η τουρκική κυβέρνηση τα κάνει όλα αυτά κοπτόμενη λεκτικά υπέρ του Διεθνούς Δικαίου».

«Έχω να διατυπώσω μια πολύ απλή πρόταση προς την τουρκική κυβέρνηση: να αποδείξει την πίστη της στο Διεθνές Δίκαιο στην πράξη, δηλαδή να αρχίσει να το εφαρμόζει. Και μια απλή και γρήγορα εφαρμογή του θα ήταν η άμεση ανάκληση του casus belli και η άμεση αναγνώριση της ανυπαρξίας του τουρκολυβικού "μνημονίου"», σημείωσε ο υπουργός Εξωτερικών.


Νίκος Δένδιας: «Ελλάδα και Σαουδική Αραβία προσηλωμένες στην προάσπιση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας»

Ο κ. Δένδιας σημείωσε πως «τόσο η Ελλάδα όσο και η Σαουδική Αραβία είναι προσηλωμένες στην προάσπιση του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας και στην ελευθερία της ναυσιπλοΐας».

Και οι δύο χώρες τάσσονται υπέρ της ειρήνης και της σταθερότητας σε χώρες της περιοχής, όπως το Ιράκ, η Λιβύη και η Συρία. Και βεβαίως στηρίζουμε την αρχή της μη ανάμιξης στις εσωτερικές υποθέσεις τρίτων χωρών, προσέθεσε.

Ο υπουργός Εξωτερικών αναφέρθηκε στους στενούς δεσμούς των δύο χωρών στην άμυνα, το εμπόριο, τις επενδύσεις, την ενέργεια, τον πολιτισμό.

Ήδη, όπως επισήμανε έχουν επιτευχθεί σημαντικά βήματα την τελευταία διετία, αρχής γενομένης από τη συμφωνία αμυντικού χαρακτήρα επί τη βάσει της οποίας απεστάλη συστοιχία αμυντικών πυραύλων Patriot στο Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας.

«Η Ελλάδα αισθάνεται, έτσι, ότι συνεισφέρει στην ασφάλεια όχι μόνο της Σαουδικής Αραβίας, αλλά και στην ενεργειακή ασφάλεια της ευρύτερης περιοχής και της Ευρώπης», ανέφερε χαρακτηριστικά, ενώ προσέθεσε πως οι δύο πλευρές βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο αναφορικά με τη σύναψη και άλλων διμερών συμφωνιών στρατηγικού και οικονομικού ενδιαφέροντος.

Μάλιστα, σημείωσε πως σύντομα θα επισκεφθεί την Αλεξανδρούπολη αντιπροσωπεία από τη Σαουδική Αραβία για να εξετάσει ζητήματα επενδύσεων στην πολύ ενδιαφέρουσα και αναπτυσσόμενη περιοχή της Θράκης.

Ο κ. Δένδιας εξέφρασε ακόμη την ικανοποίησή του για την πρόθεση της Σαουδικής Αραβίας να δημιουργήσει γραφείο οικονομικών υποθέσεων στην Αθήνα, γεγονός που χαρακτήρισε ένα ακόμα δείγμα της εμβάθυνσης των σχέσεων των δύο χωρών και της πρόθεσης να προωθηθούν οι Σαουδαραβικές Επενδύσεις στην Ελλάδα.

Όπως τόνισε, η Ελλάδα παρακολουθεί στενά την Πρωτοβουλία "Vision 2030", η οποία βρίσκεται στο επίκεντρο των προσπαθειών του Διαδόχου Πρίγκιπα Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν και θα ήθελε να συμμετάσχει ενεργά στην προσπάθεια αυτή.

«Ένα όραμα για μια ριζική μεταρρύθμιση του Βασιλείου, με απώτερο στόχο μια ευημερούσα κοινωνία, μια ακμάζουσα οικονομία και ένα φιλόδοξο έθνος», είπε και σημείωσε: «Η Ελλάδα είναι και θα παραμείνει προσηλωμένη στην ενίσχυση της στρατηγικής σχέσης με το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας».

Συζητήθηκε ακόμη η συνεργασία στο πλαίσιο των Διεθνών Οργανισμών, καταρχήν στα Ηνωμένα Έθνη, όπου η Ελλάδα προσβλέπει στη στήριξη των Αραβικών χωρών της υποψηφιότητάς της για μια θέση μη μονίμου μέλους του Συμβουλίου Ασφαλείας.

Η Ελλάδα στηρίζει πλήρως την εμβάθυνση των σχέσεων μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, με τον κ. Δένδια να εκφράζει την ικανοποίησή του για την διεξαγωγή του πρώτου διαλόγου ΕΕ-Σαουδικής Αραβίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα τον περασμένο Σεπτέμβριο. «Τασσόμαστε καθαρά υπέρ της περαιτέρω εμβάθυνσης των σχέσεων της ΕΕ με το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου και προσβλέπουμε στην όσο το δυνατόν συντομότερη ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για την δημιουργία ζώνης ελευθέρων συναλλαγών» ανέφερε.

Όπως επισήμανε ο υπουργός Εξωτερικών, η ενίσχυση των δεσμών αυτών αποκτά ακόμα μεγαλύτερη διάσταση «εάν αναλογιστούμε ότι η Αραβική χερσόνησος αποτελεί γέφυρα μεταξύ της Μεσογείου και της περιοχής του Ινδο-Ειρηνικού», ενώ υπογράμμισε την ιδιαίτερα στενή διμερή συνεργασία που έχει αναπτύξει η Ελλάδα με το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου, που εδρεύει στο Ριάντ.

Εξέφρασε επίσης την ικανοποίηση της Ελλάδας για την στήριξη που παρέχει η Σαουδική Αραβία, εντός του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας, αναφορικά με τις απαράδεκτες και αστήρικτες προσπάθειες της τουρκικής κυβέρνησης, που αφορούν τη διαστρέβλωση της αλήθειας όσον αφορά την Μουσουλμανική Μειονότητα της Θράκης, καθώς και το Κυπριακό.

Στη συνάντηση εξετάστηκαν ακόμη τα θέματα ασφαλείας στην ευρύτερη περιοχή του Κόλπου, με τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών να επαναλαμβάνει την καταδίκη της Ελλάδας για τις επιθέσεις που δέχεται η Σαουδική Αραβία, οι οποίες στοχεύουν τον άμαχο πληθυσμό, και την πληρη στήριξη της Ελλάδας στις προσπάθειες που καταβάλλει ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για την Υεμένη κ. Grundberg.

Ακόμη ο κ. Δένδιας τόνισε πως η Ελλάδα στηρίζει την πρωτοβουλία της Σαουδικής Αραβίας του περασμένου Μαρτίου, η οποία αποσκοπούσε στην δημιουργία κλίματος για την επανέναρξη συζητήσεων μεταξύ των πλευρών και είναι έτοιμη να συνεισφέρει για την επίτευξη της ειρήνης στην περιοχή.

Η επίσκεψη του Σαουδάραβα υπουργού Εξωτερικών ήταν η πρώτη επίσημη επίσκεψη ξένου αξιωματούχου για το 2022 και όπως είπε ο κ. Δένδιας, «η επίσκεψη από ένα φίλο είναι σημάδι για καλή χρονιά».

«Οι συχνές επαφές μεταξύ μας αποτελούν σαφή ένδειξη των δεσμών που έχουν αναπτυχθεί μεταξύ των χωρών μας τα τελευταία χρόνια», ανέφερε και πρόσθεσε πως ο κ. Αλ Σαούντ ενημέρωσε ότι ο Πρίγκηπας Διάδοχος θα επισκεφθεί την Ελλάδα το νωρίτερο που η πανδημία το επιτρέψει το 2022.


Φαϊζάλ μπιν Φαρχάν αλ Σαούντ, ΥΠΕΞ Σ. Αραβίας: «Να εκμεταλλευτούμε και να αξιοποιήσουμε κάθε ευκαιρία που μας δίνεται για την ενίσχυση των σχέσεών μας»

Την ανάγκη Ελλάδα και Σαουδική Αραβία να  εκμεταλλευτούν και να αξιοποιήσουν κάθε ευκαιρία που τους δίνεται για την ενίσχυση των σχέσεών τους υπογράμμισε από την πλευρά του ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας.

«Διαβεβαίωσα τον υπουργό Εξωτερικών ότι ενδιαφερόμαστε για την ενίσχυση των αμυντικών, πολιτιστικών, εμπορικών σχέσεων με την Ελλάδα», ανέφερε και επισήμανε πως οι δύο υπουργοί μίλησαν για τις οικονομικές, εμπορικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών «και πώς μπορούν να αναπτυχθούν και να ενισχυθούν σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις για να μπορέσουμε να φτάσουμε σ' αυτό που επιθυμούμε και να αντανακλώνται οι πολύ καλές σχέσεις».

Όπως επισήμανε, στη συνάντηση οι δύο πλευρές τόνισαν το ενδιαφέρον των δύο χωρών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας στην περιοχή και την ενίσχυση της σταθερότητας και τη σημασία της ειρήνης.

Συζητήθηκαν οι επιθέσεις που αντιμετωπίζει η Σαουδική Αραβία και πώς γίνεται προσπάθεια από ορισμένους να υπάρξει αποσταθεροποίηση στην περιοχή.

Ακόμη, οι δύο υπουργοί αναφέρθηκαν στις τελευταίες εξελίξεις στο Αφγανιστάν με τον Σαουδάραβα υπουργό να ενημερώνει «για την έκτακτη σύσκεψη των υπουργών Εξωτερικών της Ισλαμικής Διάσκεψης και για το πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτή την κατάσταση και να βοηθήσουμε τον αφγανικό λαό, τόσο από την ανθρωπιστική πλευρά, όσο και για την σταθερότητα στην περιοχή».
πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Κρίσιμη συνάντηση του ΟΠΕΚ την Κυριακή: Η αντιπαράθεση Ριάντ-Μόσχας και η προειδοποίηση στους κερδοσκόπους

Εκτός από τη Μόσχα, το Ριάντ αποφάσισε να κουνήσει το δάχτυλο και στους κερδοσκόπους, σε όσους δηλαδή σορτάρουν στην αγορά. Σορτάρισμα είναι η επενδυτική κερδοσκοπική πρακτική, κατά την οποία ο επενδυτής ποντάρει σε πτώση των τιμών...

Ναταλία Κοντώση

Μερικά 24ωρα μετά τις αυστηρές προειδοποιήσεις της Σαουδικής Αραβίας σε όσους σορτάρουν στην αγορά πετρελαίου, αλλά και εν μέσω της αντιπαράθεσης που έχει ξεσπάσει μεταξύ του Ριάντ και της Μόσχας, συνεδριάζει την Κυριακή στη Βιέννη ο ΟΠΕΚ+.

Μία συνεδρίαση που επεφύλαξε και μια δυσάρεστη έκπληξη σε παγκόσμιους μιντιακούς κολοσσούς, καθώς οι αρμόδιοι συντάκτες τους δεν προσεκλήθησαν ως είθισται.

Η νέα συνάντηση των μελών του ΟΠΕΚ έρχεται στον απόηχο του πρόσφατου αιφνιδιασμού της παγκόσμιας κοινότητας όταν στη συνεδρίαση του Απριλίου ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σε περαιτέρω περικοπές της παραγωγής πετρελαίου, οι οποίες διαμορφώνονται σε 3,66 εκατ. βαρέλια ημερησίως ( το 3,7% της παγκόσμιας παραγωγής).

Η ανακοίνωση τότε οδήγησε στην άνοδο των τιμών κατά περίπου 9 δολάρια το βαρέλι. Η τιμή του μαύρου χρυσού ξεπέρασε τα 87 δολάρια τις ημέρες που ακολούθησαν. Στη συνέχεια όμως οι τιμές του Brent υποχώρησαν με τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης να βουτούν μέχρι και 70 δολάρια.

Η έντονη μεταβλητότητα που υπάρχει στην αγορά του μαύρου χρυσού, καθιστά επισφαλείς τις όποιες προβλέψεις για το ποια θα είναι η επόμενη κίνηση του ΟΠΕΚ.

Αναλυτές πάντως, εκτιμούν ότι το στίγμα θα δώσει η Σαουδική Αραβία, και όσο πλησιάζει η ώρα της συνάντησης τα μηνύματα που έρχονται από τους μεγάλους παραγωγούς είναι διφορούμενα και επιτρέπουν πολλαπλές αναγνώσεις.

Η ένταση Ριάντ- Μόσχας

Λίγες ημέρες πριν από τη συνάντηση Σαουδική Αραβία και Ρωσία βρίσκονται σε έντονη αντιπαράθεση σχετικά με την πολιτική παραγωγής.

Το Ριάντ δεν κρύβει την απογοήτευσή του για το γεγονός ότι η Μόσχα δεν τηρεί τις συμφωνίες και δεν έχει προχωρήσει σε μείωση της παραγωγής, όπως έχει δεσμευτεί: αυτό περιπλέκει ακόμα περισσότερο τις προσπάθειες της Σαουδικής Αραβίας να ανεβάσει τις τιμές του πετρελαίου στο επιθυμητό για αυτούς επίπεδο των 80-81 δολ. ανά βαρέλι.

Όπως ανέφεραν πηγές στη The Wall Street Journal σαουδάραβες αξιωματούχοι ζήτησαν από τους Ρώσους ομολόγους τους να τηρήσουν τη δέσμευσή τους και μειώσουν την παραγωγή πετρελαίου κατά 500.000 βαρέλια την ημέρα (bpd) μέχρι το τέλος του έτους.

Η Ρωσία επιμένει ότι έχει συμμορφωθεί με τις ποσοστώσεις. Με δεδομένο ότι η Μόσχα έχει σταματήσει να δημοσιοποιεί επίσημα στοιχεία για την παραγωγή της, διεθνείς οργανισμοί και παρατηρητές αναζητούν στοιχεία στα δεδομένα παρακολούθησης πλοίων.

Και τα στοιχεία μέχρι στιγμής δείχνουν ότι ακόμα και αν η Ρωσία τηρεί τη δέσμευσή της, η προσφορά πετρελαίου της στις διεθνείς αγορές αυξάνεται, ειδικά στις βασικές ασιατικές αγορές -Κίνα και Ινδία.

Επιθετική προώθηση

Με φθηνότερο αργό πετρέλαιο, η Ρωσία έχει αυξήσει επιθετικά το μερίδιο αγοράς της στους δύο κορυφαίους εισαγωγείς της Ασίας και είναι τώρα ο νούμερο ένα προμηθευτής τόσο στην Κίνα - όπου ανέτρεψε τη Σαουδική Αραβία από την πρώτη θέση νωρίτερα φέτος - όσο και στην Ινδία, όπου η Ρωσία πουλάει τώρα περισσότερα αργό από το Ιράκ και τη Σαουδική Αραβία μαζί, σύμφωνα με τα στοιχεία της Vortexa.

Η Wall Street Journal επισημαίνει μάλιστα ότι η δυσαρέσκεια της Σαουδικής Αραβίας έχει νόημα, καθώς το Βασίλειο δεν χάνει μόνο μερίδιο αγοράς στη σημαντικότερη περιοχή εισαγωγής πετρελαίου, την Ασία, αλλά οι δικές του περικοπές κατά 500.000 bpd απέτυχαν να αυξήσουν τις τιμές του πετρελαίου.

Νωρίτερα αυτό το μήνα, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) δήλωσε ότι η Ρωσία δεν κατάφερε μέχρι στιγμής να μειώσει την παραγωγή πετρελαίου της κατά 500.000 bpd και μπορεί ακόμη και να επιδιώκει να ενισχύσει την παραγωγή για να αντισταθμίσει τα χαμένα της έσοδα.

Η Ρωσία υποστηρίζει επίσης ότι ο ΟΠΕΚ+ θα πρέπει να αφήσει αμετάβλητη την παραγωγή πετρελαίου.

Σημειώνεται ότι την περασμένη εβδομάδα, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε ότι οι τιμές της ενέργειας πλησιάζουν «οικονομικά δικαιολογημένα» επίπεδα .

Για τη Σαουδική Αραβία, ωστόσο, το πετρέλαιο κάτω των 80 δολαρίων δεν φαίνεται να είναι «οικονομικά δικαιολογημένο».

Η Σαουδική Αραβία χρειάζεται τις τιμές του πετρελαίου στα 80,90 δολάρια το βαρέλι για να ισορροπήσει τον προϋπολογισμό της φέτος, δήλωσε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) νωρίτερα αυτό το μήνα.

Προειδοποιήσεις στους κερδοσκόπους

Εκτός από τη Μόσχα, το Ριάντ αποφάσισε να κουνήσει το δάχτυλο και στους κερδοσκόπους, σε όσους δηλαδή σορτάρουν στην αγορά. Σορτάρισμα είναι η επενδυτική κερδοσκοπική πρακτική, κατά την οποία ο επενδυτής ποντάρει σε πτώση των τιμών.

Λίγες ημέρες πριν από τη συνεδρίαση του ΟΠΕΚ, ο υπουργός πετρελαίου της Σαουδικής Αραβίας πρίγκιπας Αμπντουλαζίζ μπιν Σαλμάν στράφηκε κατά των κερδοσκόπων απευθύνοντας αυστηρή προειδοποίηση : «Οι κερδοσκόποι, όπως σε κάθε αγορά, είναι εκεί για να μείνουν. Δεν χρειάζεται να ανοίξω τα χαρτιά μου, δεν είμαι παίκτης του πόκερ … αλλά θα τους έλεγα απλώς, προσέξτε», είπε μιλώντας σε πάνελ του Οικονομικού Φόρουμ του Κατάρ στη Ντόχα, το οποίο επικεντρώθηκε στην ενέργεια.

«Εμείς, ως ΟΠΕΚ+, κατηγορηθήκαμε τον Οκτώβριο, κατηγορηθήκαμε τον Απρίλιο. Ποιος έχει τους σωστούς αριθμούς; Ποιος μέτρησε την κατάσταση με έναν πολύ πιο, θα έλεγα, υπεύθυνο, αλλά προσεκτικό τρόπο;» είπε ο Αμπντουλαζίζ μπιν Σαλμάν . «Νομίζω ότι τους τελευταίους έξι-επτά μήνες έχουμε αποδείξει ότι είμαστε ένας υπεύθυνος ρυθμιστικός θεσμός», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι η αγορά βιώνει συνεχή αστάθεια και απαιτεί από τον ΟΠΕΚ+ να συνεχίσει να προλαμβάνει τις εξελίξεις.

Οι σορτάκηδες και όσοι στοιχηματίζουν στην πτώση των τιμών του πετρελαίου δεν είναι η πρώτη φορά που έχουν βρεθεί στο στόχαστρο των μελών του ΟΠΕΚ. Το 2020, ο Μπιν Σαλμάν, προειδοποίησε τους traders να μην στοιχηματίζουν στην αγορά πετρελαίου, λέγοντας ότι θα διαμορφώσει συνθήκες έντονης μεταβλητότητας στην αγορά και υποσχέθηκε σε όσους τζογάρουν με την τιμή του ότι θα ζήσουν «μια στιγμή στην κόλαση».

Καθόλου τυχαίο το καμπανάκι

Το καμπανάκι του Μπιν Σαλμάν ερμηνεύτηκε από πολλά στελέχη της αγοράς ότι μια ακόμα περικοπή της παγκόσμιας παραγωγής βρίσκεται στο τραπέζι της συνάντησης των μελών του ΟΠΕΚ+ .

Η προειδοποίηση δεν ήλθε τυχαία. Σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας Standard Chartered οι βραχυπρόθεσμες (short) κερδοσκοπικές θέσεις στο αργό πετρέλαιο νωρίτερα αυτόν τον μήνα ήταν τόσο πτωτικές όσο και στην αρχή της πανδημίας το 2020 – όταν η ζήτηση πετρελαίου και οι τιμές κατέρρευσαν.

Πιο πρόσφατα στοιχεία έδειξαν ότι οι διαχειριστές κεφαλαίων αύξησαν την καθαρή long θέση τους (η θέση όπου ο επενδυτής διακρατά το περιουσικακό στοιχείο αναμένοντας περαιτέρω αύξηση της τιμής του) στο Brent κατά περισσότερα από 30.000 συμβόλαια, τη μεγαλύτερη αύξηση εδώ και σχεδόν δύο μήνες, εξηγεί στο Reuters ο Ole Hansen της Saxo Bank. Για το WTI, μια κίνηση προς την αντίθετη κατεύθυνση οδήγησε σε μείωση της καθαρής θέσης αγοράς κατά 17.000 συμβόλαια σε 143.000, πρόσθεσε.

Τι βλέπουν οι αναλυτές

Η HSBC εκτιμά ότι ΟΠΕΚ θα αφήσει αμετάβλητη την παραγωγή του, προσθέτοντας ωστόσο ότι ο όμιλος μπορεί να μειώσει την παραγωγή αργότερα εάν το αναμενόμενο έλλειμμα της αγοράς το δεύτερο εξάμηνο δεν επιβεβαιωθεί και οι τιμές παραμείνουν κάτω από τα 80 δολάρια το βαρέλι.

«Πιστεύουμε ότι η τρέχουσα σειρά περικοπών, εκτός από την ισχυρότερη ζήτηση πετρελαίου που περιμένουμε από την Κίνα και τη Δύση από το καλοκαίρι και μετά, θα επιφέρει έλλειμμα στην αγορά το 2ο εξάμηνο του 23», ανέφερε η τράπεζα.

Στο ίδιο μήκος κύματος και η Goldman Sachs η οποία ανακοίνωσε ότι αναμένει κάποια αλλαγή στην πολιτική του ΟΠΕΚ+ αυτή την εβδομάδα, αλλά προέβλεψε ότι ο όμιλος θα μπορούσε να «χρησιμοποιήσει κάποια εν μέρει αντισταθμιστική πιο επιθετική ρητορική».

Οι δημοσιογράφοι εκτός

Αίσθηση προκαλεί επίσης, δημοσίευμα των Financial Times σύμφωνα με το οποίο, ο ΟΠΕΚ απαγόρευσε σε πολλούς ομίλους μέσων ενημέρωσης να συμμετάσχουν στην κρίσιμη σύνοδο παραγωγής στη Βιέννη αυτό το Σαββατοκύριακο. Αξιωματούχοι είπαν ότι η κίνηση οφείλεται στο ότι η Σαουδική Αραβία αγωνίζεται να στηρίξει τις τιμές του πετρελαίου.

Σύμφωνα με αναφορές ανθρώπων που γνωρίζουν το θέμα, δημοσιογράφοι από το Reuters, το Bloomberg News και τον Dow Jones, εκδότη της Wall Street Journal, δεν έχουν λάβει προσκλήσεις στα κεντρικά γραφεία του ΟΠΕΚ στη Βιέννη.

Η απαγόρευση των μέσων ενημέρωσης είναι ασυνήθιστη για τον ΟΠΕΚ, επειδή οι τίτλοι από τις συνεδριάσεις του έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν τις τιμές του πετρελαίου και τις χρηματοπιστωτικές αγορές σε όλο τον κόσμο, ειδικά σε μια εποχή που η παγκόσμια οικονομία παλεύει με τον πληθωρισμό.

Δεν αναφέρθηκε λόγος για τον αποκλεισμό των ΜΜΕ. Ο ΟΠΕΚ, το Υπουργείο Ενέργειας της Σαουδικής Αραβίας και οι ενδιαφερόμενοι ειδησεογραφικοί όμιλοι είτε αρνήθηκαν να σχολιάσουν είτε δεν απάντησαν σε αιτήματα για σχολιασμό.

Ωστόσο, άνθρωποι που γνωρίζουν την απόφαση είπαν ότι υποκινήθηκε από τον υπουργό Ενέργειας της Σαουδικής Αραβίας, Πρίγκιπα Αμπντουλαζίζ μπιν Σαλμάν - ετεροθαλής αδερφός του διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν - ο οποίος δεχόταν αυξανόμενες πιέσεις να αυξήσει την τιμή του αργού πετρελαίου, της οικονομικής πηγής ζωής του βασιλείου.

«Τα ειδησεογραφικά μέσα όπως το Reuters, το Bloomberg και ο Dow Jones ανταγωνίζονται τους Financial Times και άλλα έντυπα και συχνά προσπαθούν να ανακοινώσουν το αποτέλεσμα της συνάντησης πριν ολοκληρωθεί πλήρως, προκαλώντας διακυμάνσεις στις τιμές του πετρελαίου με βάση το αποτέλεσμα. Οι FT έχουν λάβει πρόσκληση, όπως και ορισμένες ειδικές δημοσιεύσεις» γράφουν οι FT.

Οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί που έχουν αποκλειστεί από την εκδήλωση αναμένεται να στείλουν δημοσιογράφους στη Βιέννη, ακόμη και αν δεν έχουν πρόσβαση στη γραμματεία του ΟΠΕΚ.