Εμφάνιση αναρτήσεων ταξινομημένων κατά συνάφεια για το ερώτημα AUKUS. Ταξινόμηση κατά ημερομηνία Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων ταξινομημένων κατά συνάφεια για το ερώτημα AUKUS. Ταξινόμηση κατά ημερομηνία Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

AUKUS: «Βαθιά κρίση» στις σχέσεις Γαλλίας με ΗΠΑ και Αυστραλία


Αν και «γεννήθηκε» για να ενισχύσει την αμυντική συμμαχία μεταξύ δυτικών δυνάμεων απέναντι στην Κίνα, η συμφωνία AUKUS κινδυνεύει να «τινάξει» στον αέρα τον πυλώνα της συμμαχίας της Δύσης, το ΝΑΤΟ.

Με βαριές εκφράσεις η Γαλλία επιμένει στην ανοιχτή ρήξη με Αυστραλία και Ηνωμένες Πολιτείες, μετά τη συμφωνία AUKUS και την απόφαση της Αυστραλίας να ακυρώσει παραγγελία -μαμούθ γαλλικών υποβρυχίων.

Αυστραλία και Ηνωμένες Πολιτείες επαναλαμβάνουν ότι είχαν ενημερώσει το Παρίσι για τις προθέσεις τους, λίγο πριν τις επίσημες ανακοινώσεις, ωστόσο αυτό δεν έχει κατευνάσει τη γαλλική οργή.

Σε τηλεοπτική του συνέντευξη, στο France 2, ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Ιβ Λε Ντριάν (φώτο), εξήγησε την απόφαση του Παρισιού να ανακαλέσει τους Γάλλους πρέσβεις από Αυστραλία και ΗΠΑ:

«Είναι συμβολική κίνηση. Υπήρχε ένα ψέμα, υπήρχε διπροσωπία, υπήρξε μεγάλη παραβίαση εμπιστοσύνης και περιφρόνηση, οπότε τα πράγματα δεν πάνε καλά μεταξύ μας, καθόλου. Σημαίνει ότι υπάρχει κρίση. Υπάρχει λοιπόν μια συμβολική πτυχή: ανακαλέσαμε τους πρέσβεις μας για να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε και να δείξουμε στους πρώην εταίρους μας τη βαθιά μας δυσαρέσκεια, η κρίση είναι βαθιά.»

Από την οργή του Γάλλου υπουργού Εξωτερικών δεν ξέφυγε ούτε η Μεγάλη Βρετανία.

Όταν ρωτήθηκε γιατί η Γαλλία δεν ανακάλεσε και τον πρέσβη από το Λονδίνο, αφού η Βρετανία είναι το τρίτο μέρος της συμφωνίας AUKUS, απάντησε ότι για την Μ. Βρετανία «γνωρίζουμε τον μόνιμο οπορτουνισμό της» και προσέθεσε «η Μεγάλη Βρετανία είναι περίπου ο τελευταίος τροχός της αμάξης σε αυτή την υπόθεση».



Η συμφωνία AUKUS απειλεί το ΝΑΤΟ

Η συμφωνία AUKUS προβλέπει δημιουργία μιας ευρείας εταιρικής σχέσης ασφάλειας στη ζώνη του Ινδικού-Ειρηνικού μεταξύ ΗΠΑ- Αυστραλίας- Μ. Βρετανίας, καθώς και ανάπτυξη πυρηνικών υποβρυχίων από την ίδια την Αυστραλία.

Αν και «γεννήθηκε» για να ενισχύσει την αμυντική συμμαχία μεταξύ δυτικών δυνάμεων απέναντι στην Κίνα, η συμφωνία AUKUS κινδυνεύει να «τινάξει» στον αέρα τον πυλώνα της συμμαχίας της Δύσης, το ΝΑΤΟ.

«Στην επόμενη Σύνοδο στη Μαδρίτη θα συζητηθεί ο νέος στρατηγικός προσανατολισμός του ΝΑΤΟ» δήλωσε ο υπ. Εξωτερικών της Γαλλίας στο France 2. «Προφανώς αυτό που συνέβη, θα επηρεάσει αυτόν τον προσανατολισμό.»

Η συμφωνία για την κατασκευή συμβατικών υποβρυχίων μεταξύ Γαλλίας και Αυστραλίας υπεγράφη το 2016. Η αξία της έφτανε τα 90 δισεκατομμύρια δολάρια και είχε χαρακτηριστεί «το συμβόλαιο του αιώνα».

Η κατασκευή των υποβρυχίων είχε, ήδη, ξεκινήσει στη Γαλλία.

AUΚUS: Ο νέος εφιάλτης για την παγκόσμια ειρήνη

AUKUS είναι ο καινούργιος εφιάλτης για την παγκόσμια ειρήνη που κάνει το γύρο του κόσμου από την περασμένη Τετάρτη, όταν Αυστραλία (Α), Ηνωμένο Βασίλειο (UK) και Ηνωμένες Πολιτείες (US) ανακοίνωσαν το νέο, τριμερές στρατιωτικό Σύμφωνο που συνομολόγησαν εναντίον της Κίνας. 




Το ακρωνύμιο είναι κακόηχο σε όποια γλώσσα κι αν το προφέρεις, αλλά αυτό είναι το λιγότερο γι αυτούς που σύντομα θα αναγκαστούν να το υποφέρουν. Πολλοί θα σκεφτούν, ίσως, ότι η Ταϊβάν πέφτει πολύ μακριά, αλλά κι η Κορέα του ‘50 δεν ήταν πιο κοντά μας.

AUKUS είναι ο καινούργιος εφιάλτης για την παγκόσμια ειρήνη που κάνει το γύρο του κόσμου από την περασμένη Τετάρτη, όταν Αυστραλία (Α), Ηνωμένο Βασίλειο (UK) και Ηνωμένες Πολιτείες (US) ανακοίνωσαν το νέο, τριμερές στρατιωτικό Σύμφωνο που συνομολόγησαν εναντίον της Κίνας. Κάποιοι είπαν ότι επρόκειτο για μια βεβιασμένη κίνηση του Τζο Μπάιντεν για να διασκεδάσει τις εντυπώσεις από το φιάσκο στο Αφγανιστάν και την αίσθηση ασύντακτης υποχώρησης της αμερικανικής υπερδύναμης σε όλα τα μέτωπα, που οι ίδιοι υπέθεταν ότι θα σφραγίσει το επόμενο διάστημα. Δική τους η αφέλεια, δική τους η έκπληξη.

Στην πραγματικότητα, ο νέος συνασπισμός προθύμων ήταν μια κίνηση που προετοιμαζόταν συστηματικά επί μήνες, από τη στιγμή που ανέλαβε την αμερικανική προεδρία ο Μπάιντεν. Ένα ακόμη βήμα στο στρατηγικό αναπροσανατολισμό των ΗΠΑ που χάραξε το βαθύ κράτος και ακολούθησαν με συνέπεια τρεις διαδοχικοί πρόεδροι, οι Ομπάμα, Τραμπ και Μπάιντεν- πολύ διαφορετικοί στο ύφος και σε άλλες πολιτικές, αλλά σχεδόν ταυτόσημοι στο θέμα που συζητάμε: την αναδίπλωση της μόνης, αλλά χωλαίνουσας υπερδύναμης από τα χαώδη μέτωπα της Μέσης Ανατολής, όπου υπέστη τόση φθορά με τους πολέμους του Μπους σε Ιράκ και Αφγανιστάν, έτσι ώστε να απελευθερωθούν πόροι και δυνάμεις για το κεντρικό μέτωπο των επόμενων δεκαετιών, μεταξύ Αμερικής και Κίνας.

Πολύ φοβάμαι ότι οι κίνδυνοι από αυτή την εξέλιξη έχουν υποτιμηθεί, μέχρι στιγμής, στην Ελλάδα- όχι μόνο από τις κυρίαρχες αστικές δυνάμεις, αλλά και από το αριστερό, αντιιμπεριαλιστικό στρατόπεδο. Ο πρώτος κίνδυνος αφορά τη διασπορά των πυρηνικών στη ζώνη Ασίας- Ειρηνικού ή και ευρύτερα. Με τη συμφωνία, η Αυστραλία πρόκειται να αποκτήσει οκτώ πυρηνοκίνητα υποβρύχια, καθαρά επιθετικά όπλα, τα οποία διαθέτουν μέχρι σήμερα μόνο έξι μεγάλες δυνάμεις- τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και η Ινδία. Αν και τα υποβρύχια της Αυστραλίας δεν προβλέπεται (ακόμη;) να φέρουν πυρηνικούς πυραύλους, η νομιμότητα εξοπλισμού με τέτοιου είδους όπλα αποτελεί γκρίζα ζώνη στη διεθνή συνθήκη μη εξάπλωσης των πυρηνικών (ΝΡΤ).

Η ζώνη Ινδικού- Ειρηνικού είναι ήδη γεμάτη με δυνάμεις που διαθέτουν πυρηνικά όπλα (Ρωσία, Κίνα, Ινδία, Πακιστάν, Β .Κορέα), οπότε κάθε επιβάρυνση είναι κάτι παραπάνω από ανησυχητική. Έπειτα, από τη στιγμή που αποκτούν οι Αυστραλοί παρόμοια υποβρύχια με αμερικανική και βρετανική τεχνογνωσία, πώς θα αρνηθούν οι Αμερικανοί αύριο ένα παρόμοιο αίτημα από την Ιαπωνία ή τη Νότια Κορέα, που στο κάτω- κάτω είναι πιο κοντά στην Κίνα από την Αυστραλία; Επιπλέον, τίθεται ένα σοβαρό ερώτημα στρατηγικής φύσης: τα αυστραλιανά υποβρύχια θα καταναλώνουν ως καύσιμο ασθενώς εμπλουτισμένο ουράνιο, όπως συμβαίνει με τα κινεζικά και τα γαλλικά, ή (όπερ και το πιθανότερο) ισχυρά εμπλουτισμένο, όπως τα αμερικανικά και τα βρετανικά; Και πως η λεγόμενη «διεθνής κοινότητα» θα απαιτεί από το Ιράν να μειώσει τον εμπλουτισμό ουρανίου στο ειρηνικό, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, πυρηνικό του πρόγραμμα, όταν θα επιτρέπει στην Αυστραλία να εμπλουτίζει σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό ουράνιο για πολεμικούς σκοπούς;

Ο πιο άμεσος κίνδυνος είναι να παρασύρει το AUKUS όλα τα κράτη της περιοχής, όπου ο κατάλογος των εδαφικών διεκδικήσεων και των γκρίζων ζωνών θα ξεπερνούσε τις διαστάσεις αυτού του άρθρου, σε ένα ανεξέλεγκτο ντόμινο εξοπλισμών, κλιμακώνοντας ακόμη περισσότερο τις ήδη ανησυχητικές εντάσεις. Τα μάτια στρέφονται πρώτα απ΄όλα στην Ταϊβάν, την οποία όχι μόνο η Κίνα, αλλά και τα Ηνωμένα Έθνη θεωρούν αποσχισθείσα κινεζική επαρχία (από το 1971, αναγνωρίζει τη Λαϊκή Κίνα ως μοναδικό εκπρόσωπο του κινεζικού έθνους). Μια πολιτικός τόσο αμερικανόφιλη όσο η συντηρητική πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Τερέζα Μέι είχε το θάρρος να ρωτήσει μέσα στη Βουλή των Κοινοτήτων τον διάδοχό της Μπόρις Τζόνσον αν έχει σκεφτεί ότι με το AUKUS μπορεί να σύρει τη Βρετανία σε έναν πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας για την Ταϊβάν. Το τι θα σημάνει ένας πόλεμος μεταξύ των δύο μεγάλων πυρηνικών δυνάμεων μπορεί να μην θέλουμε να το σκεφτόμαστε, αλλά και η στρουθοκάμηλος δεν είναι περισσότερο ασφαλής με το κεφάλι στην άμμο.

Για τα κράτη- μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (εννοούμε τα ισχυρά, γιατί τα άλλα ποιος τα ρωτάει έτσι κι αλλιώς;) η ανακοίνωση για το AUKUS ήταν μια νέα πολιτική πανωλεθρία. Τα πολιτικά και δημοσιογραφικά φερέφωνα του ατλαντισμού μέσα στην Ευρώπη μας είχαν γανώσει τα αυτιά για τη νέα εποχή που θα έφερνε στις διατλαντικές σχέσεις η απόσυρση του κακού Τραμπ και η άφιξη του καλού Μπάιντεν. Σήμερα συμπεριφέρονται σαν απατημένοι σύζυγοι, που μαθαίνουν τελευταίοι τα δυσάρεστα μαντάτα. Ενημερώθηκαν για μια «ιστορική», κατά τον Μπάιντεν, συμφωνία που αλλάζει όχι μόνο τις περιφερειακές, αλλά και τις διεθνείς ισορροπίες, λίγες ώρες αν όχι λίγα λεπτά προτού ανακοινωθεί. Η Αμερική για μία ακόμη φορά προτιμά τις σίγουρες συμμαχίες με τις δεδομένες, γι αυτήν, αγγλόφωνες χώρες από μια Ε.Ε. πολιτικά πολυδιασπασμένη και στρατιωτικά ανύπαρκτη.

Το δόγμα “America First” του Τραμπ είναι το κατευθυντήριο δόγμα και του Μπάιντεν, αρέσει- δεν αρέσει. Καλά να πάθουν, αφού δεν έβαλαν μυαλό ούτε όταν αποκαλύφθηκε ότι επί καλού Ομπάμα οι ΗΠΑ παρακολουθούσαν μέχρι και το προσωπικό τηλέφωνο της Άγκελα Μέρκελ, χάρη στη συμμαχία παγκόσμιας παρακολούθησης των «Πέντε Ματιών» (ΗΠΑ, Καναδάς, Βρετανία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία). Επιπλέον, ο Μπάιντεν έριξε πολύ αλάτι στην ανοιχτή πληγή του Brexit, δίνοντας ένα σημαντικό δώρο στον Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος μπορεί να επαίρεται μπροστά στους ομοεθνείς του ότι η στρατηγική της Global Britain όχι μόνο δεν απομονώνει διεθνώς τη χώρα του, αλλά τη φέρνει στην πρώτη γραμμή της διεθνούς γεωπολιτικής.

Εκείνη που δέχτηκε το πιο σκληρό πλήγμα από το AUKUS ήταν η Γαλλία, καθώς είχε υπογράψει το 2016 συμφωνία για παράδοση στην Αυστραλία 12 συμβατικών υποβρυχίων, η οποία φυσικά ακυρώθηκε εν μια νυκτί. Κυριολεκτικά. Ο ακροδεξιός πρωθυπουργός της Αυστραλίας Σκοτ Μόρισον συναντήθηκε με τον Μακρόν στο Ελιζέ, τον Ιούνιο και τον ευχαρίστησε δημοσίως για το πρόγραμμα των γαλλικών υποβρυχίων, ενώ πίσω από την πλάτη του τα είχε ήδη βρει με τους Αμερικανούς και τους Βρετανούς. Η ζημιά για τη Γαλλία δεν είναι τόσο οικονομική (δεν θα φαληρίσει δα η αμυντική της βιομηχανία με την ακύρωση ενός συμβολαίου, αντίθετα η Αυστραλία θα πληρώσει ακριβά που το έσπασε), όσο γεωπολιτική. Όντας η μόνη ευρωπαϊκή χώρα με διαρκή παρουσία στον Ινδοειρηνικό, όπου έχει κάπου δύο εκατομμύρια πολίτες και χιλιάδες στρατιώτες χάρη στις υπερπόντιες κτήσεις της (Νέα Καληδονία, Γαλλική Πολυνησία, Ρεουνιόν), η Γαλλία θεωρούσε ότι κατέχει δικαιωματικά μια προνομιακή θέση στο τραπέζι. Η ώρα της αλήθειας ήρθε και δεν αφορά μόνο τη συγκεκριμένη περιοχή: υπενθυμίζει στη Γαλλία ότι οι στρατιωτικές φιλοδοξίες της και η μεγαλόστομη ρητορική της υπερβαίνουν κατά πολύ τα οικονομικά και πολιτικά της μεγέθη.

Όσο για την Ε.Ε., η τριμερής αγγλοσαξωνική συμμαχία ήρθε για μία ακόμη φορά να υπογραμμίσει τη γεωπολιτική της αδυναμία και τον κίνδυνο να περιθωριοποιηθεί σε μια διπολική, παγκόσμια αναμέτρηση ΗΠΑ- Κίνας, όπου θα κληθεί να πάρει θέση ως κομπάρσος της Αμερικής. Για να πούμε του στραβού το δίκιο, ο Μακρόν έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου από την αρχή της θητείας του και ήταν ίσως ο μόνος ηγέτης ισχυρής ευρωπαϊκής χώρας που δεν είχε αυταπάτες για την εκλογή Μπάιντεν, επιμένοντας στην ανάγκη «στρατηγικής και αμυντικής αυτονομίας της Ευρώπης».

Ωστόσο η ευρωπαϊκή αυτονομία και η ευρωάμυνα είναι τα πιο ανούσια και κουραστικά θέματα για τους δημοσιογράφους του διεθνούς ρεπορτάζ εδώ και πάνω από 20 χρόνια, ένας μιντιακός μονόκερος, τον οποίο κανείς δεν έχει δει και κανείς δεν υπολογίζει σοβαρά ότι θα τον δει στη διάρκεια του βίου του. Ακόμη κι αν αφήσουμε στην άκρη την πολυπληθή Πέμπτη Φάλαγγα των Αμερικανών στην Ευρώπη, η ευρωπαϊκή χειραφέτηση θα προϋπέθετε δύο πράγματα: Κατ’ αρχάς, να δεχτεί η Γαλλία να μοιραστεί (δηλαδή να θέσει υπό ευρωπαϊκή συγκυριαρχία) το αμυντικό της δυναμικό, συμπεριλαμβανομένων των πυρηνικών όπλων, που αποτελεί το βασικό σημείο υπεροχής της, με αντάλλαγμα να δεχτεί η Γερμανία να μοιραστεί την οικονομική ισχύ που εξασφαλίζει, σε μεγάλο βαθμό, απομυζώντας τους ασθενέστερους εταίρους μέσω της ευρωζώνης. Επιπλέον, να βρουν οι Ευρωπαίοι ένα modus vivendi με τη Ρωσία, χωρίς το οποίο κάθε σκέψη για ευρωπαϊκή ανεξαρτησία και ασφάλεια είναι απλά κουβέντα να γίνεται. Και τα δύο φαίνονται να απέχουν έτη φωτός από τη σημερινή πολιτική πραγματικότητα στην Ε.Ε.

Αλλά ακόμη και αν γινόταν στο μέλλον ένα τέτοιο θαύμα, οι ακραιφνείς ευρωπαϊστές θα κάνουν καλά να προσέχουν τι εύχονται γιατί μπορεί να το πάθουν. Μια Ε.Ε. που θα γίνει ανεξάρτητη για να μπορεί να ανταγωνίζεται επί ίσοις όροις με τις ΗΠΑ και την Κίνα για τη διανομή της ιμπεριαλιστικής λείας, μόνο δεινά θα έφερνε στους λαούς της- τους μόνους που μπορούν να αποτρέψουν μια πορεία προς καινούργιους, σκοτεινούς χρόνους. Από μια άποψη, η συγκρότηση του AUKUS θέτει τους Ευρωπαίους ενώπιον ανάλογων διλημμάτων και κινδύνων με την εγκατάσταση πυραύλων Πέρσινγκ-2 και Κρουζ στην Ευρώπη, με στόχευση τη Σοβιετική Ένωση, τη δεκαετία του 1980. Τότε, το μεγάλο αντιπολεμικό κίνημα που ξέσπασε, δεν απέτρεψε τελικά την καθήλωση της Ευρώπης στον τελευταίο τροχό το αμερικανικού άρματος. Ας ελπίσουμε ότι αυτή τη φορά τα πράγματα θα εξελιχθούν αλλιώτικα.

Ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου ειναι Δημοσιογράφος, συγγραφέας και συντάκτης του διεθνούς ρεπορτάζ και αρθρογράφος στην εφημερίδα ΚΑΘΜΕΡΙΝΗ.

AUKUS: Στρατηγική συμμαχία ΗΠΑ-Αυστραλίας-Μ. Βρετανίας με το βλέμμα στην Κίνα - Οργή της Ε.Ε. - Η ΚΙΝΑ κατηγορεί το σύμφωνο AUKUS


Η αιφνίδια χθεσινή ανακοίνωση συγκρότησης της στρατηγικής σύμπραξης AUKUS μεταξύ ΗΠΑ, Ηνωμένου Βασιλείου και Αυστραλίας, στοχεύει στο να αναχαιτιστεί η απειλή και η επιρροή της Κίνας στην ευρύτερη περιοχή του Ινδικού - Ειρηνικού. Εξέλιξη που από έγκυρους διεθνολόγους κρίνεται ως η απαρχή ενός νέου ψυχροπολεμικού κλίμανος στον πλανήτη μεταξύ ΗΠΑ και ΚΙΝΑΣ.
   
Με στόχο την οικοδόμηση κοινού μετώπου κατά της αυξανόμενης κινεζικής επιρροής, ΗΠΑ, Αυστραλία και Ηνωμένο Βασίλειο ανακοίνωσαν τη δημιουργία μιας ευρείας εταιρικής σχέσης ασφάλειας στη ζώνη του Ινδικού-Ειρηνικού.

«Η πρώτη σημαντική πρωτοβουλία αυτού του (νέου συμφώνου που φέρει την ονομασία) AUKUS, θα είναι η παράδοση ενός στόλου πυρηνοκίνητων υποβρυχίων στην Αυστραλία», δήλωσε ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας Σκοτ Μόρισον στην τηλεδιάσκεψη με τον πρωθυπουργό Βρετανό Μπόρις Τζόνσον και τον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν.

Όπως διευκρίνισε ο Σκοτ Μόρισον, η Αυστραλία θα επιδιώξει την ανάπτυξη οκτώ πυρηνικών υποβρυχίων και επιβεβαίωσε την ακύρωση της γιγαντιαίας σύμβασης που σύναψε η χώρα του το 2016 με τη Γαλλία για την προμήθεια συμβατικών υποβρυχίων, προτιμώντας την κατασκευή πυρηνικών υποβρυχίων με αμερικανική και βρετανική τεχνολογία.

«Η απόφαση που λάβαμε να μην συνεχίσουμε με τα υποβρύχια κατηγορίας Attack και να το ακολουθήσουμε άλλο δρόμο δεν είναι αλλαγή νοοτροπίας, είναι αλλαγή ανάγκης», δήλωσε ο Μόρισον, ο οποίος ανακοίνωσε επίσης την αγορά αμερικανικών πυραύλων Tomahawk.

Η απόφαση των ΗΠΑ να παραμερίσουν τη Γαλλία από μια συμφωνία που είχε συνάψει με την Αυστραλία για την προμήθεια υποβρυχίων δείχνει μια έλλειψη συνοχής σε μια στιμή που οι δύο σύμμαχοι αντιμετωπίζουν κοινές προκλήσεις στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, ανακοίνωσε το Παρίσι.

Οι Γάλλοι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας ανέφεραν επίσης σε ανακοίνωσή τους ότι η απόφαση της Αυστραλίας να αθετήσει τη σύμβαση είναι αντίθετη με το πνεύμα συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών.

Από την πλευρά του, επιχειρώντας να καθησυχάσει το Παρίσι, ο πρόεδρος Μπάιντεν διαβεβαίωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θέλουν «να συνεργαστούν στενά με τη Γαλλία» σε αυτήν την πολύ μεγάλης σημασίας στρατηγική ζώνη. Το Παρίσι «είναι ένας βασικός εταίρος» των ΗΠΑ, είπε ο Αμερικανός πρόεδρος.

«Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστραλία και οι ΗΠΑ θα συνδεθούν ακόμη στενότερα, γεγονός που αντικατοπτρίζει το επίπεδο εμπιστοσύνης μεταξύ μας και το βάθος της φιλίας μας», δήλωσε ο Μπόρις Τζόνσον, ο οποίος με αυτή τη συμφωνία καταγράφει μια διπλωματική επιτυχία στη στρατηγική του για αποφυγή διεθνούς απομόνωσης της Βρετανίας μετά το Brexit.



Πυρηνικά υποβρύχια και η κινεζική απειλή

«Με βάση την κοινή ναυτική ιστορία των δημοκρατιών μας, δεσμευόμαστε για μια κοινή φιλοδοξία να υποστηρίξουμε την Αυστραλία στην απόκτηση πυρηνοκίνητων υποβρυχίων», υπογραμμίζει το κοινό ανακοινωθέν των τριών εταίρων.

«Η μόνη χώρα με την οποία οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν μοιραστεί ποτέ αυτή την τεχνολογία πυρηνικής πρόωσης είναι με την Μεγάλη Βρετανία» από το 1958, δήλωσε νωρίτερα ένας ανώτερος αξιωματούχος του Λευκού Οίκου. «Αυτή είναι μια θεμελιώδης απόφαση, θεμελιώδης. Θα δεσμεύσει την Αυστραλία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Μεγάλη Βρετανία για γενιές».

Δεν υπήρξε καμία αναφορά στην Κίνα ούτε στις προφορικές δηλώσεις, ούτε στο ανακοινωθέν, στο οποίο γινόταν λόγος για «ειρήνη και σταθερότητα στην περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού», αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η νέα συμμαχία στοχεύει πρώτα και κύρια τις περιφερειακές βλέψεις του Πεκίνου.

Ο Τζο Μπάιντεν επαναλαμβάνει μετά την εκλογή του ότι σκοπεύει να αντιμετωπίσει την Κίνα, πολιτική και του προκάτοχού του, Ντόναλντ Τραμπ, αλλά με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο, και όχι απαραίτητα με κατά μέτωπο αντιπαράθεση.

Ο ίδιος είπε ότι θέλει «να επενδύσει στη μεγαλύτερη πηγή της δύναμης μας, τις συμμαχίες μας» και ότι επιθυμεί «αυτές να τις αναβαθμίσει για να αντιμετωπίσουν καλύτερα τις απειλές του σήμερα και του αύριο».

Ο Αμερικανός πρόεδρος θα δεχθεί επίσης στις 24 Σεπτεμβρίου στην Ουάσινγκτον τους πρωθυπουργούς της Αυστραλίας, της Ινδίας και της Ιαπωνίας με στόχο την αναβίωση της λεγόμενης Quad, την άτυπη τετραμερή συμμαχία των ΗΠΑ, της Αυστραλίας, της Ιαπωνίας και της Ινδίας, η οποία θεωρείται πως έχει συμπηχθεί για να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη ισχύς και επιρροή της Κίνας στην περιφέρεια Ινδικού-Ειρηνικού.


Πεκίνο: Ψυχροπολεμική νοοτροπία

Η πρεσβεία της Κίνας στην Ουάσινγκτον αντέδρασε στο νέο σύμφωνο ασφαλείας που οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Αυστραλία, λέγοντας ότι οι χώρες θα πρέπει να «αποτινάξουν την ψυχροπολεμική τους νοοτροπία και την ιδεολογική τους προκατάληψη».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία και η Αυστραλία ανακοίνωσαν την εγκαθίδρυση μιας νέας εταιρικής σχέσης ασφάλειας στην περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού που θα περιλαμβάνει βοήθεια προς την Αυστραλία να αποκτήσει πυροκίνητα υποβρύχια, καθώς η κινεζική επιρροή στην περιοχή αυξάνεται.

Ερωτηθείς να σχολιάσει, ο εκπρόσωπος της κινεζικής πρεσβείας Λιου Πενγκού είπε ότι οι χώρες «δεν πρέπει να οικοδομούν μπλοκ αποκλεισμού που στοχεύουν ή βλάπτουν τα συμφέροντα τρίτων. Συγκεκριμένα, πρέπει να αποτινάξουν την ψυχροπολεμική τους νοοτροπία και την ιδεολογική τους προκατάληψη», είπε.


Το «συμβόλαιο του αιώνα» με την Γαλλία σε απειλή

Η ανακοίνωση της Τετάρτης, παρά τις προσεκτικές δηλώσεις του Μπάιντεν, ενέχει τον κίνδυνο να «παγώσει» μια άλλη συμμαχία, αυτή με τη Γαλλία, εάν η Αυστραλία προχωρήσει στην καταγγελία της αναφερόμενης ως «σύμβαση του αιώνα» για τη γαλλική αμυντική βιομηχανία.

Μια συμφωνία-πλαίσιο που υπογράφηκε το 2016 από την Αυστραλία, αλλά η οποία αντιμετωπίζει δυσκολίες, προβλέπει την κατασκευή 12 πυροκίνητων υποβρυχίων επίθεσης, σχεδιασμένων από τα γαλλικά υποβρύχια κατηγορίας Barracuda.

Το συνολικό κόστος του προγράμματος, για το οποίο αρμόδιο είναι ο γαλλικός ναυπηγικός όμιλος, ανέρχεται σε 50 δισεκατομμύρια αυστραλιανά δολάρια (31 δισεκατομμύρια ευρώ).

Ο όμιλος που ειδικεύεται στην ναυπηγική βιομηχανία άμυνας εξέφρασε την «μεγάλη απογοήτευσή» του χθες Τετάρτη.

Κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης με τον Αυστραλό πρωθυπουργό Μόρισον στα μέσα Ιουνίου, ο Εμανουέλ Μακρόν είχε επιβεβαιώσει την «πλήρη δέσμευση» της Γαλλίας για την τήρηση του δικού της μέρος της σύμβασης.


Ν. Ζηλανδία: «Στοπ» στα πυρηνικά υποβρύχια

.

Η Νέα Ζηλανδία θα διατηρήσει την απαγόρευση εισόδου πυρηνικών πλοίων στα χωρικά της ύδατα, καθώς η Αυστραλία, στενός της σύμμαχος, αποφάσισε να αναπτύξει στόλο πυρηνικών υποβρυχίων, δήλωσε η πρωθυπουργός Τζασίντα Άρντερν.

«Η θέση της Νέας Ζηλανδίας αναφορικά με την απαγόρευση πυρηνικών πλοίων στα ύδατά της παραμένει αμετάβλητη», ανέφερε η Άρντερν σε ανακοίνωσή της.


Οργή της Ευρώπης για την AUKUS




Η ανακοίνωση ΗΠΑ, Βρετανίας και Αυστραλίας για το σύμφωνο ασφαλείας αιφνιδίασε την Ευρώπη, με τον Γάλλο υπουργό Εξωτερικών Ζαν Ιβ Λεντριάν να κάνει λόγο για πισώπλατη μαχαιριά από την Αυστραλία και για ωμή απόφαση του Τζο Μπάιντεν.

«Μια συμφωνία τέτοιας φύσης δεν μαγειρεύτηκε προχθές, χρειάζεται συγκεκριμένο χρόνο. Και παρόλα αυτά η ΕΕ δεν ενημερώθηκε. Αυτές οι δυνάμεις εναντίον μας είναι μια καλή στιγμή να θυμίσουμε, να αναλογιστούμε για τη σημασία του να προχωρήσουμε μπροστά στο θέμα της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είναι μια νέα απόδειξη ότι πρέπει να υπάρχουμε μόνοι μας» δήλωσε ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, Ζοζέπ Μπορέλ.


Αναλυτές αναφέρουν ότι ο Τζο Μπάιντεν δείχνει την αποφασιστικότητά του να περιορίσει την επέκταση της κινεζικής επιρροής στην περιοχή του Ινδοειρηνικού. Το σχέδιο ονομάστηκε AUKUS και σε πρώτη φάση περιλαμβάνει το σχέδιο να αποκτήσει η Αυστραλία στόλο πυρηνοκίνητων υποβρυχίων.

«Η συνεργασία των ΗΠΑ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αυστραλίας σε πυρηνοκίνητα υποβρύχια είναι σοβαρό πλήγμα για την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή, ενταντικοποιεί την εξοπλιστική κούρσα και θέτει σε κίνδυνο τις διεθνείς προσπάθειες για την προώθηση της μη διάδοσης πυρηνικών όπλων. Είναι μια εντελώς ανεύθυνη ενέργεια» δήλωσε ο εκπρόσωπος τύπου του κινεζικού Υπουργείου Εξωτερικών.

Πρόκειται για ένα πλάνο 18 μηνών, το οποίο βάζει τέλος της συμφωνία της Αυστραλίας με τη Γαλλία για αγορά 12 συμβατικών υποβρυχίων που επρόκειτο να ξεκινήσει το 2023 και είχε προϋπολογισμό άνω των 30 δισεκατομμυρίων δολαρίων.

Το Πεκίνο έκανε λόγο για ψυχροπολεμική νοοτροπία κατηγορώντας τις 3 χώρες ότι χρησιμοποιούν το πυρηνικό όπλο για γεωπολιτικούς σκοπούς.


Η Κίνα κατηγορεί το σύμφωνο AUKUS ως «εξαιρετικά ανεύθυνο»



Η κυβέρνηση της Κίνας λέει ότι το νέο σύμφωνο ασφαλείας μεταξύ Αυστραλίας, ΗΠΑ και Ηνωμένου Βασιλείου είναι «εξαιρετικά ανεύθυνο» και «στενόμυαλο».

Το Πεκίνο επέκρινε τη συμφωνία που θα δει την Αυστραλία να αξιοποιήσει την τεχνολογία για την κατασκευή πυρηνικών υποβρυχίων.

Η πρεσβεία της Κίνας στην Ουάσινγκτον αντέδρασε στο νέο σύμφωνο ασφαλείας που οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Αυστραλία, λέγοντας ότι οι χώρες θα πρέπει να «αποτινάξουν την ψυχροπολεμική τους νοοτροπία και την ιδεολογική τους προκατάληψη».

Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία και η Αυστραλία ανακοίνωσαν την εγκαθίδρυση μιας νέας εταιρικής σχέσης ασφάλειας στην περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού που θα περιλαμβάνει βοήθεια προς την Αυστραλία να αποκτήσει πυροκίνητα υποβρύχια, καθώς η κινεζική επιρροή στην περιοχή αυξάνεται.

Ερωτηθείς να σχολιάσει, ο εκπρόσωπος της κινεζικής πρεσβείας Λιου Πενγκού είπε ότι οι χώρες «δεν πρέπει να οικοδομούν μπλοκ αποκλεισμού που στοχεύουν ή βλάπτουν τα συμφέροντα τρίτων. Συγκεκριμένα, πρέπει να αποτινάξουν την ψυχροπολεμική τους νοοτροπία και την ιδεολογική τους προκατάληψη», είπε.

'Εντονη η ανησυχία της Ρωσίας για το σύμφωνο AUKUS μεταξύ Αυστραλίας, Βρετανίας και Ηνωμένων Πολιτειών

ο Ρώσος αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Ριαμπκόφ

Η Μόσχα ανησυχεί ότι το σύμφωνο AUKUS θα επιτρέψει στην Αυστραλία να γίνει μέλος της ελιτίστικης λέσχης των πυρηνικών υποβρυχίων...

Το αμυντικό σύμφωνο AUKUS, θα επιτρέψει στην Αυστραλία να ενταχθεί στην ομάδα των προνομιούχων χωρών που διαθέτουν πυρηνικά υποβρύχια και αυτό προκαλεί φυσικά ανησυχία και στην Ρωσία.

Η Ρωσία εξέφρασε σήμερα την ανησυχία της για το ότι το αμυντικό σύμφωνο AUKUS μεταξύ Αυστραλίας, Βρετανίας και Ηνωμένων Πολιτειών, θα επιτρέψει στην Αυστραλία να ενταχθεί στην ομάδα των προνομιούχων χωρών που διαθέτουν πυρηνικά υποβρύχια.

Το τριμερές σύμφωνο, βάσει του οποίου η Αυστραλία θα προμηθεύεται τεχνολογία πυρηνικών  υποβρυχίων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει εξοργίσει τη Γαλλία και προβληματίσει την Κίνα από τότε που ανακοινώθηκε από την Ουάσιγκτον, το Λονδίνο και την Καμπέρα τον περασμένο μήνα.

Η Μόσχα είχε δηλώσει νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ότι αναζητούσε περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το σύμφωνο, ενώ σήμερα ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Ριαμπκόφ  δήλωσε ότι το θεωρεί ως πρόκληση για την μη διάδοση των πυρηνικών όπλων παγκοσμίως.

«Ανησυχούμε ιδιαίτερα με τις δηλώσεις που είχαν γίνει νωρίτερα εφέτος στο Λονδίνο για τις προοπτικές επέκτασης του πυρηνικού του οπλοστασίου. Επίσης ανησυχούμε και με την πρόσφατη ανακοίνωση των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Αυστραλίας για την πρόθεσή τους να αναπτύξουν μια προωθημένη συνεργασία, η οποία θα επιτρέψει στην Αυστραλία μετά από 18 μήνες διαβουλεύσεων και μερικά χρόνια αποπειρών, να αποκτήσει πυρηνικά υποβρύχια σε επαρκή αριθμό, ώστε να μπει στην πεντάδα των χωρών που διαθέτουν τέτοιους εξοπλισμούς», δήλωσε ο Σεργκέι Ριαμπκόφ κατά την διάρκεια ομιλίας του στο Κέντρο πολιτικής ασφάλειας στην Γενεύη.

«Αυτή είναι μεγάλη πρόκληση για το διεθνές καθεστώς μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων» προσέθεσε ο Ριαμπκόφ.

Οι πέντε χώρες που διαθέτουν πυρηνικά υποβρύχια είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρωσία, η Βρετανία, η Γαλλία και η Κίνα.

Μαρία Ζαχάροβα: «Προκλήθηκε διχόνοια στο ΝΑΤΟ μετά την ίδρυση του AUKUS», ισχυρίστηκε η εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠ.ΕΞ.

Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα

Σύμφωνα με την εκπρόσωπο του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, η ιδεολογία του δυτικού κόσμου περιορίζεται στην ίδρυση μπλοκ που θα βρισκόταν σε μόνιμη αντιπαράθεση με κάποιον.

Η καθιέρωση της νέας τριμερούς στρατιωτικής εταιρικής σχέσης με τη συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αυστραλίας - AUKUS - έχει προκαλέσει διχόνοια στο ΝΑΤΟ τόσο εννοιολογικά όσο και τεχνολογικά, δήλωσε την Κυριακή η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα.

«Τι είναι αυτό; Κοινά οράματα, αλληλεγγύη; Κάνοντάς το, έχουν προκαλέσει τεράστια διχόνοια μέσα στην οικογένεια του ΝΑΤΟ. Όχι μόνο εννοιολογικά, αλλά και σε επίπεδο τεχνολογίας, επειδή κανείς, ακόμη και μέσα στην οικογένεια του ΝΑΤΟ, δεν έχει καταλάβει τίποτα για τα υποβρύχια που προστατεύουν την Αυστραλία. Από ποιον και γιατί; Τι είδους καύσιμο θα χρησιμοποιήσουν και τι γίνεται με τα ιδρυτικά έγγραφα του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας - ΔΟΑΕ;», είπε σε μια συνέντευξη στην τηλεοπτική εκπομπή "Κυριακή βράδυ" με τον Βλαντιμίρ Σολόβιεφ στο τηλεοπτικό κανάλι. Russia-1 τη Κυριακή..

«Η Γαλλία, με όλα τα τεχνολογικά και οικονομικά της έργα, έχει εκδιωχθεί από εκεί. Αυτό αποκαλούν κοινό όραμα», σημείωσε.

Σύμφωνα με τη Μαρία Ζαχάροβα, η ιδεολογία του δυτικού κόσμου περιορίζεται στην ίδρυση μπλοκ που θα βρισκόταν σε μόνιμη αντιπαράθεση με κάποιον. «Η ιδεολογία της χώρας μας είναι η συνεργασία σε ισότιμη βάση για την αντιμετώπιση απειλών. Δείτε τη διαφορά: να είμαστε φίλοι εναντίον κάποιου ή να είμαστε φίλοι απέναντι σε κοινά προβλήματα», πρόσθεσε.

Στις 15 Σεπτεμβρίου, η Αυστραλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ένα νέο στρατηγικό σύμφωνο ασφαλείας με το όνομα AUKUS. Βάσει της συμφωνίας, η Αυστραλία σχεδιάζει να κατασκευάσει τουλάχιστον οκτώ αμερικανικά σχεδιασμένα πυρηνικά υποβρύχια και να εξοπλίσει τις δυνάμεις της με πυραύλους Κρουζ, αμερικανικής σχεδίασης, μεταξύ άλλων. Εξαιτίας αυτής της συμφωνίας, η Καμπέρα τερμάτισε ένα σημαντικό αμυντικό συμβόλαιο με τη Γαλλία, η οποία χαρακτήρισε αυτή την απόφαση ως «μαχαίρι στην πλάτη» και ανακάλεσε τους πρεσβευτές της από την Αυστραλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες για διαβουλεύσεις.

Γαλλία: Καρατόμηση του επικεφαλής των στρατιωτικών πληροφοριών για μη πρόβλεψη του πολέμου στην Ουκρανία



Η καρατόμηση του στρατηγού Éric Vidaud, επικεφαλής της Διεύθυνσης Γαλλικών Στρατιωτικών Πληροφοριών (DRM), οφείλεται στην ανεπάρκεια των υπηρεσιών του να προβλέψουν τη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία και τη συμφωνία AUKUS (ΗΠΑ, Ηνωμένου Βασίλειου και Αυστραλίας)

Ο στρατηγός Ερίκ Βιντό (Eric Vidaud), επικεφαλής των στρατιωτικών πληροφοριών της Γαλλίας, απολύθηκε λόγω του ότι η υπηρεσία του ανέλυσε ανεπαρκώς την κατάσταση πριν από την εισβολή της Ρωσίας και απέτυχε να προβλέψει σωστά τον πόλεμο, ανέφερε το Γαλλικό Πρακτορείο.

Υπήρξαν «ανεπαρκείς ενημερώσεις» και «έλλειψη γνώσης των θεμάτων», δήλωσε στρατιωτική πηγή, όπως ανέφερε η εφημερίδα L’Opinion το βράδυ της Πέμπτης (31 Μαρτίου).

Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού Thierry Burkhard είχε ήδη αναφερθεί δημοσίως στις αδυναμίες της υπηρεσίας σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Monde.

Σε σύγκριση με τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, «οι υπηρεσίες μας μάλλον πίστευαν ότι η κατάκτηση της Ουκρανίας θα είχε τερατώδες κόστος και ότι οι Ρώσοι είχαν άλλες επιλογές», είπε.

Η μη πρόβλεψη του πολέμου στην Ουκρανία έρχεται να προστεθεί στην αποτυχία της υπηρεσίας να προβλέψει το «φιάσκο» και την επακόλουθη διαμάχη του Παρισιού με τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστραλία (συμφωνία AUKUS), αφού οι τελευταίες τορπίλισαν μια συμφωνία υποβρυχίων πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων με τη Γαλλία υπέρ μιας συμφωνίας με την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο.

Ο Ερίκ Βιντό που διορίστηκε μόλις πριν από επτά μήνες, υποτίθεται ότι θα διατηρούσε τη θέση του επικεφαλής των στρατιωτικών πληροφοριών μέχρι τον Ιούλιο του 2022.
πληροφορίες: euractiv.gr

Για «έλλειψη εμπιστοσύνης» κατηγορεί την Ουάσιγκτον ο Σαρλ Μισέλ για ο σύμφωνο AUKUS

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ κατήγγειλε σήμερα την «έλλειψη εμπιστοσύνης» και την «αδιαφάνεια» εκ μέρους των ΗΠΑ, στο ζήτημα της στρατιωτικής συμμαχίας Αυστραλίας-Βρετανίας-ΗΠΑ (AUKUS),

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ κατήγγειλε σήμερα την "έλλειψη εμπιστοσύνης" και την "αδιαφάνεια" εκ μέρους των Ηνωμένων Πολιτειών, στην κρίση των υποβρυχίων που τις έχει φέρει σε αντιπαράθεση με τη Γαλλία.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ζητά "διευκρινίσεις" από την Ουάσιγκτον ώστε "να προσπαθήσει να καταλάβει καλύτερα ποιες είναι οι προθέσεις των ΗΠΑ" πίσω από την ανακοίνωση της στρατηγικής συνεργασίας τους με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστραλία, "επειδή είναι ακατανόητο", είπε ο Μισέλ μιλώντας σε δημοσιογράφους στη Νέα Υόρκη, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ.

"Οι στοιχειώδεις αρχές μεταξύ συμμάχων είναι η διαφάνεια και η εμπιστοσύνη, αυτά πάνε μαζί. Και εδώ, τι βλέπουμε; Μια σαφή έλλειψη διαφάνειας, εμπιστοσύνης", τόνισε.

Η ανακοίνωση, στις 15 Σεπτεμβρίου, της συμφωνίας στρατηγικής συνεργασίας μεταξύ ΗΠΑ, Αυστραλίας και Ηνωμένου Βασιλείου εξόργισε τη Γαλλία, η οποία απώλεσε μια τεράστιας οικονομικής αξίας σύμβαση για την προμήθεια υποβρυχίων στην Καμπέρα. Οι Ευρωπαίοι έμειναν με την αίσθηση ότι ο Δημοκρατικός πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν τους αγνόησε, όπως έκανε και ο προκάτοχός του, ο Ρεπουμπλικάνος Ντόναλντ Τραμπ.

Υπό τον Τραμπ "ήταν τουλάχιστον σαφές, από τον τόνο, την ουσία, τη διατύπωση, ότι η ΕΕ δεν ήταν εταίρος, δεν ήταν αναντικατάστατος σύμμαχος", πρόσθεσε ο Σαρλ Μισέλ.

Η κατάσταση αυτή συνηγορεί υπέρ της ενίσχυσης των ικανοτήτων δράσης και άμυνας της Ευρώπης, συνέχισε. "Πρέπει να αναπτύξουμε την ικανότητα δράσης μας, όχι σε βάρος των συμμάχων μας αλλά επειδή αν είμαστε πιο δυνατοί, πιο ισχυροί, και οι συμμαχίες μας θα είναι πιο ισχυρές", εξήγησε. Αν η Κίνα είναι η υπ’ αριθμόν 1 προτεραιότητα για τις ΗΠΑ, τότε η Ουάσιγκτον θα έπρεπε να επιλέξει "να ενισχύσει τη διατλαντική σχέση" και όχι να την αποδυναμώσει, κατέληξε.

Σε ασφυκτικό "κλοιό" η ΚΙΝΑ: Μετά την "AUKUS" η συμφωνία με την Ιαπωνία ενισχύει τις ΗΠΑ απέναντι στην κινέζικη απειλή

 

Η νέα αμυντική συμφωνία με την Ιαπωνία σε συνέχεια της AUKUS (συμφωνεία με την Αυστραλία-Βρετανία) ενισχύει τη θέση των ΗΠΑ ως προστάτιδα δύναμη των χωρών της περιοχής απέναντι στην....κινέζικη απειλής....

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ιαπωνία εξέφρασαν έντονη ανησυχία για την αυξανόμενη ισχύ της Κίνας και δεσμεύτηκαν να συνεργαστούν για να απωθήσουν τις προσπάθειες αποσταθεροποίησης της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων των αναδυόμενων αμυντικών απειλών.

Τα σχόλια των δύο συμμάχων, σε μια κοινή δήλωση που ακολούθησε μια εικονική συνάντηση «δύο συν δύο» των υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας τους, υπογραμμίζουν πώς ο βαθύτερος συναγερμός για την Κίνα - και η αυξανόμενη ένταση για την Ταϊβάν - έχουν αυξήση την επιφυλακή της Ιαπωνίας στον σνώτατο βαθμό.

Στη συνάντησή τους, οι υπουργοί εξέφρασαν ανησυχίες ότι οι προσπάθειες της Κίνας «να υπονομεύσει την τάξη που βασίζεται σε κανόνες» παρουσίασε «πολιτικές, οικονομικές, στρατιωτικές και τεχνολογικές προκλήσεις στην περιοχή και τον κόσμο», ανέφερε η κοινή δήλωση.

«Αποφάσισαν να συνεργαστούν για να αποτρέψουν και, εάν χρειαστεί, να ανταποκριθούν σε αποσταθεροποιητικές δραστηριότητες στην περιοχή», ανέφερε.

Οι υπουργοί δήλωσαν επίσης ότι είχαν «σοβαρές και συνεχείς ανησυχίες» για ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις περιοχές Xinjiang και Χονγκ Κονγκ της Κίνας και υπογράμμισαν τη σημασία της ειρήνης και της σταθερότητας στα στενά της Ταϊβάν.

Ενώ η ειρηνική Ιαπωνία διατηρεί στενούς οικονομικούς δεσμούς με την Κίνα, υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία στο Τόκιο για μια πιθανή κίνηση του Πεκίνου εναντίον της δημοκρατικής Ταϊβάν.

«Αυτό είναι ξεκάθαρα ένα συνδυασμένο μήνυμα που αντικατοπτρίζει μια κοινή ανησυχία, όχι μια περίπτωση στροφής των ΗΠΑ για να πείσουν την Ιαπωνία να υπογράψει αόριστους ευφημισμούς», δήλωσε ο Ντάνιελ Ράσελ, ο οποίος υπηρέτησε ως ο κορυφαίος διπλωμάτης των ΗΠΑ για την Ασία υπό τον Ομπάμα και τώρα Ινστιτούτο Πολιτικής Κοινωνίας της Ασίας.

«Συγκεκριμένα, η έκφραση κοινής αποφασιστικότητας να ανταποκριθούμε εάν είναι απαραίτητο, σε αποσταθεροποιητικές δραστηριότητες εμφανίζεται ως ισχυρή έκφραση αλληλεγγύης και αποφασιστικότητας στη συμμαχία».

Νωρίτερα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, είπε ότι οι δύο χώρες θα υπογράψουν μια νέα συμφωνία αμυντικής συνεργασίας για την αντιμετώπιση αναδυόμενων απειλών, συμπεριλαμβανομένων των υπερηχητικών και διαστημικών δυνατοτήτων.


 Άντονι Μπλίνκεν: «ΝΕΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ»

Ο Blinken είπε ότι η συμμαχία ΗΠΑ-Ιαπωνίας «δεν πρέπει μόνο να ενισχύσει τα εργαλεία που έχουμε , αλλά και να αναπτύξει νέα», επικαλούμενη τη στρατιωτική συσσώρευση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, τις «προκλητικές» ενέργειες του Πεκίνου για την Ταϊβάν και την τελευταία εκτόξευση πυραύλων της Βόρειας Κορέας. Η Βόρεια Κορέα εκτόξευσε έναν «υπερηχητικό πύραυλο » αυτή την εβδομάδα που έπληξε επιτυχώς έναν στόχο, μετέδωσε το κρατικό της πρακτορείο ειδήσεων.

Μετά τη συνάντηση, ο υπουργός Εξωτερικών της Ιαπωνίας, Yoshimasa Hayashi, είπε ότι το Τόκιο εξήγησε το σχέδιό του για αναθεώρηση της στρατηγικής εθνικής ασφάλειας για ουσιαστική ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων, το οποίο είπε ότι υποστηρίζεται σθεναρά από τους ομολόγους του των ΗΠΑ.

Ο πρωθυπουργός Fumio Kishida υποσχέθηκε τον Οκτώβριο να αναθεωρήσει τη στρατηγική ασφαλείας της Ιαπωνίας για να εξετάσει "όλες τις επιλογές, συμπεριλαμβανομένης της κατοχής των λεγόμενων δυνατοτήτων εχθροπλήγματος".

Η κυβέρνηση Kishida ενέκρινε τις αμυντικές δαπάνες ρεκόρ, με 10η συνεχόμενη ετήσια αύξηση το 2022.

Ο Τζέφρι Χόρνουνγκ, Ιάπωνας εμπειρογνώμονας σε θέματα ασφάλειας στο Rand Corporation, μια δεξαμενή σκέψης που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ, είπε ότι ενώ οι επιλογές για χρήση βίας από την Ιαπωνία είναι ρεαλιστικά περιορισμένες, μια έκτακτη ανάγκη στην Ταϊβάν θα ήταν ένα πιθανό σενάριο που η Ιαπωνία θα μπορούσε να θεωρήσει ότι απειλεί την επιβίωσή της.

«Δεν υπάρχουν κωδικοποιημένα μηνύματα εδώ», είπε ο Hornung.

«Η Κίνα είναι η πρόκληση, είπαν και στη συνέχεια εξέθεσαν όλους τους τρόπους με τους οποίους η συμμαχία είναι αποφασισμένη να εργαστεί για να αντιμετωπίσει τις αποσταθεροποιητικές της δραστηριότητες».

Προκόπης Παυλόπουλος: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Κράτη-Μέλη, οι Πολίτες» - Διαδικτυακή Συζήτηση

 
Προκόπης Παυλόπουλος: Υπάρχουν σήμερα Δυνάμεις στην παγκόσμια σκηνή που θέλουν την Ευρωπαϊκή Ένωση στο «περιθώριο». Έχουμε λοιπόν xρέος να υπερασπισθούμε την Ε.Ε. και ν’ αγωνισθούμε για την Ολοκλήρωσή της, όχι μόνον ως Ευρωπαίοι Πολίτες. Αλλά και ως Πολίτες του Κόσμου, «στην υπηρεσία» του Ανθρώπου, του Ανθρωπισμού, της Δημοκρατίας και της Δικαιοσύνης, άρα «στην υπηρεσία» του ίδιου μας του Πολιτισμού

Ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Προκόπιος Παυλόπουλος μετέσχε σε Διαδικτυακή Συζήτηση, την οποία διοργάνωσε το γαλλόφωνο Πανεπιστημιακό Κέντρο του Πανεπιστημίου του Szeged – σε συνεργασία με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Δημοσίου Δικαίου (EPLO) – με θέμα: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Κράτη-Μέλη, οι Πολίτες». Στην ίδια συζήτηση, εκτός από τον κ. Παυλόπουλο, μετείχαν ο πρώην Πρωθυπουργός της Γαλλίας κ. Jean-Pierre Raffarin, ο πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ουγγαρίας κ. János Martonyi και οι Ευρωβουλευτές κ.κ. László Trócsányi και François-Xavier Bellamy. Την συζήτηση συντόνισε ο Αναπληρωτής Διευθυντής επιστημονικών υποθέσεων του Ιδρύματος Otto Habsburg κ. Gergely Fejérdy, ενώ τα συμπεράσματά της συνόψισε ο Καθηγητής κ. Péter Kruzslicz, Διευθυντής του γαλλόφωνου Πανεπιστημιακού Κέντρου του Πανεπιστημίου του Szeged. 


Κατά την παρέμβασή του ο κ. Προκόπης Παυλόπουλος επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:

«Η τρέχουσα, ραγδαίως μεταβαλλόμενη, διεθνής συγκυρία – από τα τραγικά γεγονότα στο Αφγανιστάν ως την «εταιρική», στην πραγματικότητα αναμφισβητήτως και «στρατηγική», τριμερή «αμυντική», κατά τους ισχυρισμούς τους, σχέση μεταξύ Αυστραλίας, Ηνωμένου Βασιλείου και ΗΠΑ («AUKUS») – αποδεικνύει, στην πράξη, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση όχι μόνο δεν κάνει αποφασιστικά βήματα προς την τελική Ενοποίηση και Ολοκλήρωσή της αλλά, όλως αντιθέτως, οδηγείται, σχεδόν «παθητικώς», σ’ ένα είδος «περιθωρίου». Αυτό δε συμβαίνει και από δικά της λάθη. Πλην όμως και διότι είναι πλέον φανερό, ότι ορισμένοι «πρωταγωνιστές» στην Διεθνή Σκηνή επιδιώκουν – ή, στην καλύτερη περίπτωση, δεν λαμβάνουν υπόψη κατά τον σχεδιασμό της εξωτερικής πολιτικής τους - την «συρρίκνωση» και, εν τέλει, την προαναφερόμενη περιθωριοποίησή της.

Α. Συγκεκριμένα, πασιφανείς ολιγωρίες στο πλαίσιο της οργάνωσης και λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταδεικνύουν, ότι η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση είτε κάνει «βήματα σημειωτόν» είτε, ακόμη χειρότερα, βήματα προς τα πίσω. Όσα συνέβησαν τα τελευταία χρόνια στην Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς και όσα συμβαίνουν σήμερα στο Αφγανιστάν – πραγματικό πλήγμα για τον Άνθρωπο, για την Δημοκρατία και για τον Πολιτισμό μας εν γένει – καθώς και στον Ειρηνικό Ωκεανό με πρωταγωνίστρια τις ΗΠΑ και με πρώτο «στόχο» την Κίνα, εν απουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δείχνουν, π.χ. και μεταξύ άλλων, ότι ένας θεμελιώδης πυλώνας της πορείας προς την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και Ολοκλήρωση, εκείνος της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και της Πολιτικής Ασφάλειας («ΚΕΠΠΑ»), κατά τις διατάξεις των άρθρων 23 επ. της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μένει, το λιγότερο, «ατροφικός». Με αποτέλεσμα η Ευρωπαϊκή Ένωση, διανύοντας μια περίοδο απραξίας διεθνώς, που παραπέμπει στον μυθολογικό «Επιμενίδειο ύπνο», να είναι ουσιαστικώς απούσα, και μάλιστα σε κρισιμότατες στιγμές, από το διεθνές γίγνεσθαι. Κάτι το οποίο, προφανώς και αναμφιβόλως, πλήττει καιρίως αυτό τούτο το κύρος της, τόσο “intra muros” όσο και στο ευρύτερο διεθνές περιβάλλον.

Β. Για όσο χρονικό διάστημα δεν διαθέτει έναν ισχυρό πυλώνα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, η Ευρωπαϊκή Ένωση γίνεται, κυριολεκτικώς, «άθυρμα» ιδίως στους υπολογισμούς εκείνων, οι οποίοι είτε δεν επιθυμούν να συμπράξουν μαζί της είτε – πράγμα ακόμη πιο δυσοίωνο – κατά βάθος την υποβλέπουν. Κάτι το οποίο είναι στις μέρες μας «ορατό δια γυμνού οφθαλμού», μεσ’ από την «ξαφνική» σύμπηξη της προμνημονευόμενης «εταιρικής-στρατηγικής» τριμερούς «αμυντικής» σχέσης μεταξύ Αυστραλίας, Ηνωμένου Βασιλείου και ΗΠΑ. Σχέσης, η οποία αλλάζει ουσιωδώς τις στρατηγικές προτεραιότητες των τελευταίων, επιφέροντας ευρύτερες γεωστρατηγικές ανακατατάξεις παγκοσμίως. Προδήλως, η σχέση αυτή καταλήγει να στρέφεται και εναντίον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οπότε και κρίνεται απολύτως δικαιολογημένη η χωρίς περιστροφές αντίδραση και καταγγελία του Γάλλου Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν. Αντίδραση και καταγγελία, την οποία κάθε συνειδητοποιημένος Ευρωπαίος πρέπει να στηρίξει χωρίς επιφυλάξεις.

Γ. Είναι αδιανόητο για την Ευρωπαϊκή Ένωση να συνεχίζει μια τέτοια «διολίσθηση» στην Διεθνή Σκηνή. Είναι λοιπόν ανάγκη, εδώ και τώρα, να ολοκληρώσει, με ταχύτατους ρυθμούς, το «ημιτελές» Ευρωπαϊκό Οικοδόμημα.

  • - 1. Το οφείλει, κατ’ αρχάς, στους Ιδρυτές της. Οι οποίοι οραματίσθηκαν – χωρίς βεβαίως να αιθεροβατούν – μιαν Ενωμένη Ευρώπη προκειμένου να μην βιώσουμε ξανά τους εφιάλτες ενός Τρίτου, οπωσδήποτε μοιραίου για την Ανθρωπότητα, Παγκόσμιου Πολέμου.

  • = 2. Το οφείλει, επίσης, στους Λαούς της και στον Πολιτισμό της. Τους οποίους πρέπει να υπερασπισθεί, στο ακέραιο, απέναντι στις «τραυματικές», γι’ αυτούς και για την Ευρωπαϊκή μας «ταυτότητα», προκλήσεις τρίτων, που πλήττουν στον πυρήνα της την Ευρωπαϊκή «αξιοπρέπεια» και «υπερηφάνεια». Και στο σημείο αυτό δεν μπορώ, ως Έλληνας αλλά και ως Ευρωπαίος, να μην επισημάνω την ως τώρα άκρως παθητική στάση των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έναντι των απαράδεκτων προκλήσεων της Τουρκίας εις βάρος της Ελλάδας και, κυρίως, της Κύπρου, της οποίας ένα σημαντικό μέρος τελεί ακόμη και σήμερα υπό τουρκική κατοχή! Γεγονός απαράδεκτο και για την ίδια την ουσία της Κυριαρχίας Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως την Κυριαρχία αυτή κατοχυρώνει το ίδιο το πρωτογενές Ευρωπαϊκό Δίκαιο, ιδίως δε η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

  • - 3. Το οφείλει, τέλος, στην ίδια την Ανθρωπότητα. Για χάρη της οποίας έχει χρέος να διαδραματίσει έναν πραγματικά «πλανητικό» ρόλο. Ρόλο σύμφωνο με την Ευρωπαϊκή Δημοκρατία και τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, για την υπεράσπιση του Ανθρωπισμού, της Ειρήνης, των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της Δικαιοσύνης, κατ’ εξοχήν δε της Κοινωνικής Δικαιοσύνης.

Δ. Αυτή την «πλανητική» αποστολή μόνον η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να φέρει σήμερα σε πέρας, υπό τις προϋποθέσεις που επιβάλλει η σοβαρότητα και η κρισιμότητα των στόχων της. Τούτο προκύπτει από το ότι άλλες Δυνάμεις παγκοσμίως, όπως δυστυχώς και οι ΗΠΑ, θέτουν σε δεύτερη μοίρα την προοπτική υπηρέτησης της ως άνω αποστολής. Πρέπει δε να τονισθεί ότι οι ΗΠΑ, μέσω της «AUKUS», δείχνουν πώς η αντιπαλότητα, κατά την επιεικέστερη έκφραση, προς την Ευρωπαϊκή Ένωση επί Ντόναλντ Τραμπ μάλλον δεν ήταν συγκυριακή. Και αυτό διότι φαίνεται να συνεχίζεται επί Τζο Μπάϊντεν – μακάρι ν’ αναστραφεί στο άμεσο μέλλον - ώστε να παίρνει πια όλα τα χαρακτηριστικά μιας «στρατηγικής», καθώς προεξέθεσα, επιλογής που, επιπλέον, οδηγεί σ’ ένα είδος «κατακερματισμού» του ΝΑΤΟ. Επιλογής, η οποία παρά τον κατ’ αρχήν αμυντικό της προσανατολισμό ανοίγει, εμμέσως πλην σαφώς, και την «Κερκόπορτα» ενός «οικονομικού πολέμου», παγκοσμίως. «Πολέμου» ο οποίος, κατά τούτο, αποκτά σταδιακώς, με βάση και συγκεκριμένες προηγούμενες προς την ίδια κατεύθυνση παρενέργειες μιας εντόνως στρεβλωμένης Οικονομικής Παγκοσμιοποίησης, ορισμένα χαρακτηριστικά ενός Τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου. Αυτή την φορά οικονομικού, πλην όμως όχι λιγότερο επικίνδυνου για τον Άνθρωπο και την Ανθρωπότητα.

Καταλήγω με μια έκκληση που θυμίζει, τηρουμένων φυσικά των ιστορικών και άλλων αναλογιών, την ανάγκη υπεράσπισης της «παρακμάζουσας Ευρώπης», όπως την διατύπωσε ο Raymond Aron στο περίφημο δοκίμιό του, «Plaidoyer pour l’ Europe décadente» (έκδ. Robert Laffont, Παρίσι, 1977): Πρέπει ν’ αγωνισθούμε για την Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει να υπερασπισθούμε την Ευρωπαϊκή Ένωση, κάνοντας πράξη την Ευρωπαϊκή Ενοποίηση και την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση. Άρα την ολοκλήρωση του Ευρωπαϊκού Οικοδομήματος κατά τους στόχους των Ιδρυτών της και κατά το γράμμα και το πνεύμα των Συνθηκών για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και το χρέος αυτό αναλογεί όχι μόνο σ’ εκείνους, οι οποίοι ηγούνται είτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση είτε στα Κράτη-Μέλη. Ανήκει σε όλους, ανεξαιρέτως, τους συνειδητοποιημένους Πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι οφείλουμε να έχουμε κατά νου ότι, με βάση την Ιστορία της και την προοπτική της, είμαστε και Πολίτες του Κόσμου. Κατά συνέπεια, η συντέλεση της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης είναι χρέος μας και έναντι της Ανθρωπότητας, προκειμένου να υπερασπισθούμε, σε παγκόσμια κλίμακα, τον Άνθρωπο, τον Ανθρωπισμό, την Δημοκρατία και την Δικαιοσύνη. Σε τελική δε ανάλυση, προκειμένου να υπερασπισθούμε την Ιστορία μας και τον Πολιτισμό μας. Κάθε «συμβιβασμός» με την σημερινή, δυσοίωνη, κατάσταση και προοπτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ανεπίτρεπτος. Όλως αντιθέτως, ας ακολουθήσουμε το «παράδειγμα» αντίστασης του Βerenger στον «Ρινόκερο» του Ionesco. Και ας διδαχθούμε από την ρήση του Paul Bourget: «Πρέπει να μάθουμε να ζούμε όπως σκεπτόμαστε. Διαφορετικά, αργά ή γρήγορα, θα μάθουμε να σκεπτόμαστε όπως ζούμε».»

Η επιθετικότητα των ΗΠΑ και οι διεθνείς ανταγωνισμοί


Ποιος προκάλεσε την Ουκρανική κρίση; Ποιος προκαλεί στο Κόσοβο; Ποιος προκαλεί στην Ταιβάν;
Για την επιθετικότητα των ΗΠΑ και τους διεθνείς ανταγωνισμούς.

 


«[…] Ως μια πτυχή της στρατηγικής διάσπασης της Κίνας και της αποθάρρυνσης του καθεστώτος του Πεκίνου, γιατί να μην υποστηρίξουν [οι ΗΠΑ] κατά τον ίδιο τρόπο την ανεξαρτησία του Θιβέτ και της Ταιβάν. […]

Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να καλλιεργήσουν και να ενθαρρύνουν ομάδες αντιφρονούντων στην Κίνα, όπως έκαναν και στις χώρες υπό σοβιετική κατοχή ή στην ίδια την Σοβιετική Ένωση κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. […] Μια ακραία επιλογή θα ήταν οι δυνάμεις των ΗΠΑ να εκπαιδεύσουν κρυφά και να υποστηρίξουν αντάρτες αυτονομιστές. Υπάρχουν ήδη ρωγμές στο κινέζικο κράτος. Το Θιβέτ είναι ουσιαστικά ένα κατεχόμενο έδαφος. Η Ξινγιανγκ, μια παραδοσιακά μουσουλμανική περιοχή στη δυτική Κίνα, υποθάλπτει ήδη έναν ενεργό αυτονομιστικό κίνημα Ουιγούρων που είναι υπεύθυνο για την οργάνωση μιας χαμηλού επιπέδου εξέγερσης ενάντια στο Πεκίνο. Και οι Ταϊβανέζοι, που παρακολουθούν την αγριότητα του Πεκίνου στο Χονγκ Κονγκ, δεν χρειάζονται ιδιαίτερη ενθάρρυνση για να αντιταχθούν στην επανένωση με αυτή την ολοένα και περισσότερο αυταρχική κυβέρνηση.» Σε τροχιά πολέμου(2017) , Γκράχαμ Άλλισον

Το παραπάνω απόσπασμα από το βιβλίο του Graham Allison-μαθητή του Kissinger- ειλικρινές και συνάμα κατατοπιστικό αποτελεί μια παρέμβαση- ερέθισμα προς την φαντασία των κρατικών αξιωματούχων των ΗΠΑ για τους εναλλακτικούς τρόπους και τις εναλλακτικές στρατηγικές που δύνανται να ακολουθήσουν οι ΗΠΑ για την ανάσχεση της ανόδου της Κίνας χωρίς μια άμεση στρατιωτική σύγκρουση! Την ίδια στιγμή τις τελευταίες ώρες παρακολουθούμε την ένταση των σινοαμερικάνικων σχέσεων με αντικείμενο το ταξίδι της Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, Νάνσι Πελόζι.

Εάν επιδιώκει κανείς να αναζητήσει τα αίτια της όξυνσης των διεθνών ανταγωνισμών, τόσο σε οικονομικό επίπεδο, όσο και σε πολιτικό-στρατιωτικό, δεν έχει παρά να κοιτάξει στον ανοιχτό δημόσιο διάλογο που διεξάγεται στις ΗΠΑ και τις στρατηγικές που συζητιώνται και σε τελική ανάλυση τους σχεδιασμούς που υλοποιούνται. Έχει αξία να αναφερθεί κανείς στο γεγονός πως η παραπάνω προσέγγιση δεν είναι καν η περισσότερο φιλοπόλεμη στα πλαίσια αυτής της δημόσιας συζήτησης.

Σε αντίθεση με το κυρίαρχο ιδεολογικό αφήγημα, τουλάχιστον όσον αφορά τον δυτικό κόσμο, πως οι ΗΠΑ αποτελούν τον προμαχώνα της διεθνούς ειρήνης και νομιμότητας και στέλνουν στρατό σε όλες τις γωνιές του πλανήτη για τα ωραία μάτια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας, η αλήθεια είναι πως η βασική αιτία της όξυνσης των διεθνών στρατιωτικών ανταγωνισμών είναι η εμπρηστική πολιτική στρατηγική των ΗΠΑ. Πολιτική στρατηγική που έχει στο επίκεντρο την με μακροπρόθεσμους όρους ανάσχεση, πίεση και περιορισμό αντιπάλων που θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν δυνητικά τις (οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές) προϋποθέσεις για να αμφισβητήσουν την κυριαρχία των ΗΠΑ.

Αυτή η στρατηγική βρίσκεται εν εξελίξει στην Ουκρανία αλλά και το τελευταίο διάστημα στην Ταϊβάν και την Σιντζιανγκ. Τμήμα αυτού του σχεδιασμού είναι και η κλιμάκωση της κατάστασης στο Βόρειο Κόσσοβο. Το πολιτικό προσωπικό αλλά και οι μηχανισμοί του βαθέως κράτους των ΗΠΑ έχουν την αλαζονεία να εκφέρουν αυτή την στρατηγική βήμα προς βήμα χωρίς καν να νοιώθουν την ανάγκη και την πίεση να κρύψουν τις προθέσεις τους. Οι προθέσεις και οι στοχεύσεις ωστόσο συσκοτίζονται από τον προπαγανδιστικό μηχανισμό που κινητοποιεί η Δύση προκειμένου να ενσωματώσει ιδεολογικά τμήματα των εργαζόμενων στρωμάτων στην δυτική αφήγηση. Σε αυτό το πλαίσιο θα θέσουμε τρία σημεία προκειμένου να αναδείξουμε πως την βασική ευθύνη για τις πρόσφατες εξελίξεις δεν την φέρει ούτε η Ομοσπονδία της Ρωσίας, ούτε η Λαϊκη Δημοκρατία της Κινας ούτε η Σερβία ,κτλ. Την βασική ευθύνη για τις εξελίξεις την φέρει η αμερικάνικη επιθετικότητα.

Πρώτον, οι ΗΠΑ ωθούν διαρκώς προς την ανατροπή του status quo, την παραβίαση διεθνών συμφωνιών, την οικονομική, πολιτική, διπλωματική και στρατιωτική κλιμάκωση. Η παραβίαση της συνθήκης του Μινσκ, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του ουκρανικού στρατού σε αγαστή συνεργασία με το ΝΑΤΟ στην ανατολική Ουκρανία πριν τις 24 Φεβρουαρίου και εν γένει η συζήτηση για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, αποτέλεσε τον βασικό παράγοντα όξυνσης της Ουκρανικής κρίσης. Μπορεί κανείς να πει πως οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν τον πόλεμο στην Ουκρανία μέχρι την τελευταία ρανίδα αίματος και του τελευταίου Ουκρανού στρατιώτη.

Αντίστοιχα σήμερα η διακυρηγμένη κατεύθυνση των ΗΠΑ για παροχή στρατιωτικής ασφάλειας στην Ταϊβαν και οι συνεχείς παραβιάσεις της συμφωνίας των Τριών Ανακοινωθέντων (Three Communiqués, 1972, 1979, 1982) στην βάση των οποίων δεν προβλέπονται συναντήσεις επίσημων αξιωματούχων των ΗΠΑ και της Ταϊβάν οδηγεί στην κλιμάκωση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Αποκορύφωμα, σε πρακτικό και συμβολικό επίπεδο, αυτής της στρατηγικής, το πολυσηζητημένο ταξίδι της Νάνσι Πελόζι.

Σε αντίστοιχο πλαίσιο χαμηλότερης έντασης κινείται και η εφαρμογή που προέβλεπε ότι όποιος εισέρχεται στο Κόσοβο με σερβικό δελτίο ταυτότητας όφειλε να προμηθεύεται προσωρινό έγγραφο με το οποίο θα του δίνεται άδεια παραμονής για 90 ημέρες, κίνηση (που εγκαταλείφθηκε προς το παρόν) που δημιουργεί κλιμάκωση μεταξύ ΝΑΤΟ και Σερβίας. Τα παραπάνω δεν δικαιολογούν σε καμία περίπτωση την εφαρμογή στρατιωτικών επιχειρήσεων από τις πλευρές που θίγονται άμεσα. Αναδεικνύουν όμως ποια είναι αυτή η πολιτική που πυροδοτεί την κλιμάκωση και τους ανταγωνισμούς.

Δεύτερον, οι ΗΠΑ είναι εκείνες που κινητοποιούν έναν τεράστιο όγκο πόρων για τον εξοπλισμό τους, τον εξοπλισμό των κρατών-δορυφόρων τους, για την επέκταση, αναβάθμιση και ενεργοποίηση των βάσεων σε όλο τον πλανήτη. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο Τύπου του Λευκού Οίκου για θέματα Εθνικής Ασφαλείας, Τζον Κέρμπι, το συνολικό πακέτο στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ προς την Ουκρανία ξεπερνάει τα 8 δις. Το πακέτο στρατωτικής βοήθειας της ΕΕ προς την Ουκρανία είναι της τάξης του 1,5 δις. Αντίστοιχα εμπρηστική είναι η πολιτική των ΗΠΑ όπως αποτυπώνεται στην συμφωνία AUKUS μεταξύ ΗΠΑ-Βρετανίας- Αυστραλίας που προβλέπει και την ναυπήγηση πυρηνοκίνητου υποβρυχίου στην Αυστραλία με την αρωγή των ΗΠΑ, κόστους που ξεπερνάει τα 121 δις δολλάρια,συμφωνία που έχει ως διακηρυγμένο στόχο την αναβάθμιση της στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού για τον περιορισμό της Κίνας. Αντίστοιχα οι ΗΠΑ εντείνουν τις προσπάθειες τους για την ένταξη και την δημιουργία βάσεων του ΝΑΤΟ στην Σουηδία και την Φινλανδία.

Τρίτον, οι ΗΠΑ επιχειρούν να συντονίσουν ένα μέγάλο αριθμό κρατών για την επιβολή κυρώσεων, οικονομικών εμπάργκο, δευτερογενών κυρώσεων με στόχευση την επέμβαση στο εσωτερικό άλλων κρατών για την αλλαγή των συσχετισμών, την διάσπαση ή την αλλαγή καθεστώτων. Η κατεύθυνση αυτή αποτελεί de facto μια κλιμάκωση στο βαθμό που οι επιπτώσεις των οικονομικών κυρώσεων δεν περιορίζονται για το χρονικό διάστημα που επικρατεί η ένταση αλλά πολύ περισσότερο από αυτό. Οι κυρώσεις ωστόσο πλήττουν συνολικά τα εργαζόμενα στρώματα των κρατών ανεξαρτήτως εμπλοκής ή μη στην μία ή στην άλλη πλευρά.

Στην βάση των παραπάνω η ένταση που δημιουργείται από την συζήτηση για την επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβαν και οι αντιδράσεις της ΛΔΚ δεν αφορά απλά μια επίσκεψη όπως τα ΜΜΕ στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς επιχειρούν να εμφανίσουν. Δεν αφορά επίσης την παράνοια κάποιου αυταρχικού ηγέτη. (Είναι γνωστό εξάλλου πως όποιος ηγέτης δεν ευθυγραμμίζεται με τις ΗΠΑ και τον δυτικό κόσμο είναι είτε παρανοϊκος είτε αυταρχικός δικτάτορας είτε και και τα δυο μάζι). Αφορά επί της ουσίας την διάρρηξη των όποιων διπλωματικών σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας καθώς προσβάλλεται- πέραν των συμφωνιών- η αρχή της ενιαίας Κίνας καθώς και την επίδειξη και επιβολή της ισχύος των ΗΠΑ τόσο συμβολικά όσο και πρακτικά. Οι κινήσεις αυτές σηματοδοτούν επίσης πως στην νέα φάση που βρίσκονται οι διεθνείς ανταγωνισμοί η αμερικάνικη επιθετικότητα θα δείξει μεγαλύτερη πυγμή και αποφασιστικότητα.

Συνεπώς όποιος αναζητάει τις αιτίες της πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής αποσταθεροποίησης σε πλανητικό επίπεδο δεν χρειάζεται να ανατρέξει και πολύ μακριά. Ο διεθνής χωροφύλακας του νεοφιλελευθερισμού, οι ΗΠΑ, συνεχίζουν το έργο τους, αυτό φυσικά της αιματοβαμμένης αμερικάνικης ηγεμονίας του “free world”, αδιαφορώντας ως συνήθως για τις συνέπειες και επιπτώσεις αυτού του έργου στις κοινωνίες όλου του πλανήτη.
πηγή: aristerorevma.gr

Βλαντιμίρ Πούτιν: «H Ρωσία κάνει βήματα για την οικοδόμηση ένός πιο δημοκρατικού κόσμου», βολές κατά της «εξαφανισμένης» ηγεσίας της Δύσης (vid)

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν στη βαρυσήμαντη ομιλία του στη 10η επετειακή Διάσκεψη της Μόσχας για τη Διεθνή Ασφάλεια, αναφέρθηκε σην πολυπολική παγκόσμια τάξη, στην Ουκρανία, στις ενέργειες της Δύσης και τα σχέδια της Ρωσίας για μιά Διεθνή Ασφάλεια....


Οι δυτικές χώρες προσκολλώνται απελπισμένα στην «εξαφανιζόμενη ηγεμονία» τους, αλλά η μονοπολική παγκόσμια τάξη πραγμάτων γίνεται παρελθόν, δήλωσε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν στην ομιλία του στο ακροατήριο της 10ης Διάσκεψης της Μόσχας για τη Διεθνή Ασφάλεια την Τρίτη.

Όπως παρατήρησε ο Ρώσος ηγέτης, η Ρωσία θα «κάνει βήματα για να οικοδομήσει έναν πιο δημοκρατικό κόσμο».

Ο Ρώσος πρόεδρος σημείωσε ότι η Δύση χρειάζεται συγκρούσεις για να παραμείνει στην εξουσία, επομένως οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ανακατεύονται ενεργά στις υποθέσεις άλλων χωρών, πυροδοτώντας κάθε είδους προκλήσεις και εμφύλιους πολέμους. 

Η ηγεμονία της Δύσης προμηνύει στασιμότητα για ολόκληρο τον κόσμο. Ωστόσο, είναι δυνατό να μειωθεί η ένταση και να ξεπεραστούν οι κοινές απειλές ενισχύοντας το σύστημα ενός σύγχρονου πολυπολικού κόσμου. Η Ρωσία θα συνεχίσει να λαμβάνει βήματα προς την οικοδόμηση ενός πιο δημοκρατικού κόσμου και τη βελτίωση των υφιστάμενων μηχανισμών διεθνούς ασφάλειας.



Οι βασικές δηλώσεις του Βλαντιμίρ Πούτιν όπως αξιολογήθηκαν από το πρακτορείο TASS


Η πολυπολική παγκόσμια τάξη

Τα περιγράμματα μιας πολυπολικής παγκόσμιας τάξης διαμορφώνονται ενεργά. «Όλο και περισσότερες χώρες και λαοί επιλέγουν τον δρόμο της ελεύθερης κυριαρχικής ανάπτυξης με βάση τη μοναδικότητα, τις παραδόσεις και τις αξίες τους».

Οι αντικειμενικές διαδικασίες διαμόρφωσης ενός πολυπολικού κόσμου «αντιτίθενται από δυτικές παγκοσμιοποιητικές ελίτ που πυροδοτούν το χάος πυροδοτώντας παλιές και νέες συγκρούσεις και εφαρμόζοντας τη λεγόμενη πολιτική περιορισμού, η οποία ουσιαστικά υπονομεύει κάθε εναλλακτικό κυρίαρχο μονοπάτι ανάπτυξης».

Οι παγκοσμιοποιητικές ελίτ «προσπαθούν πάση θυσία να προσκολληθούν στην ηγεμονία που τους γλιστράει μέσα από τα δάχτυλά τους και επιδιώκουν να κρατήσουν χώρες και λαούς στα χέρια της νεοαποικιακής τάξης»

«Η ηγεμονία τους συνεπάγεται στασιμότητα για ολόκληρο τον κόσμο και για ολόκληρο τον πολιτισμό, και περιλαμβάνει φανατισμό, ακύρωση κουλτούρας και νεοφιλελεύθερο ολοκληρωτισμό».

Η εποχή μιας μονοπολικής παγκόσμιας τάξης εξαφανίζεται στο παρελθόν. «Μόνο με την ουσιαστική ενίσχυση του συστήματος ενός σύγχρονου πολυπολικού κόσμου είναι δυνατό να μειωθούν οι εντάσεις παγκοσμίως, να ξεπεραστούν οι απειλές και οι κίνδυνοι στη στρατιωτική και πολιτική σφαίρα, να αυξηθεί το επίπεδο εμπιστοσύνης μεταξύ των χωρών και να διασφαλιστεί η σταθερή ανάπτυξή τους».

Για την Ουκρανία

Η Δύση χρειάζεται συγκρούσεις «για να κρατήσει την ηγεμονία της». «Ακριβώς αυτός είναι ο λόγος που σχεδίασαν να χρησιμοποιήσουν τον λαό της Ουκρανίας ως τροφή για κανόνια, εφάρμοσαν το σχέδιο «αντι-Ρωσίας», έκλεισαν τα μάτια στη διάδοση της νεοναζιστικής ιδεολογίας, στη μαζική σφαγή των κατοίκων του Ντονμπάς και πλημμύρισε και συνεχίζει να πλημμυρίζει το καθεστώς του Κιέβου με οπλισμό, συμπεριλαμβανομένων των βαρέων όπλων».

Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ρωσία αποφάσισε να πραγματοποιήσει ειδική στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία σε πλήρη συμμόρφωση με τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. «Οι στόχοι αυτής της επιχείρησης έχουν καθοριστεί με σαφήνεια - είναι η διασφάλιση της ασφάλειας της Ρωσίας και των πολιτών μας και η άμυνα των κατοίκων του Ντονμπάς από τη γενοκτονία».

«Η κατάσταση στην Ουκρανία μαρτυρεί τις προσπάθειες των ΗΠΑ να παρατείνουν αυτή τη σύγκρουση. Και ενεργεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο πυροδοτώντας ένα δυναμικό σύγκρουσης στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική».

Για τις ενέργειες της Δύσης

«Οι ΗΠΑ και οι υποτελείς τους παρεμβαίνουν κατάφωρα στις εσωτερικές υποθέσεις κυρίαρχων κρατών. Οργανώνουν προκλήσεις, κρατικά πραξικοπήματα και εμφύλιους πολέμους. Χρησιμοποιώντας απειλές, εκβιασμό και πίεση, προσπαθούν να αναγκάσουν τα ανεξάρτητα κράτη να λυγίσουν στη θέλησή τους και να ζουν σύμφωνα με κανόνες που τους είναι ξένοι».

Ο στόχος της Δύσης είναι «να διατηρήσει την κυριαρχία της, χρησιμοποιώντας αυτό το μοντέλο που της δίνει τη δυνατότητα να τρέφεται από ολόκληρο τον κόσμο όπως έκανε για αιώνες και ένα τέτοιο μοντέλο μπορεί να διατηρηθεί μόνο με τη βία».

Η Δύση παραμέρισε τις προτάσεις της Ρωσίας για αμοιβαία μέτρα ασφαλείας. Εν τω μεταξύ, το ΝΑΤΟ επεκτείνεται προς τα ανατολικά, ενισχύοντας τη στρατιωτική του υποδομή. Προφορικά, εξηγείται υποκριτικά από την ανάγκη ενίσχυσης της ασφάλειας στην Ευρώπη, ενώ στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο».

Επιθετικές στρατιωτικές πολιτικές ενώσεις, όπως η AUKUS (Αυστραλία, Η.Β. και ΗΠΑ) σχηματίζονται από τη Δύση για να «διπλώσουν στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού το μπλοκ της σύστημα ανάλογο με το ΝΑΤΟ στην Ευρώπη».

Η επίσκεψη της προέδρου της Βουλής των ΗΠΑ Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν ήταν μια προσεκτικά σχεδιασμένη πρόκληση. «Για άλλη μια φορά, οι ΗΠΑ επιχείρησαν σκόπιμα να ρίξουν λάδι στη φωτιά για να αποσταθεροποιήσουν την κατάσταση στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Το αμερικανικό σχέδιο σε σχέση με την Ταϊβάν δεν είναι απλώς ένα ταξίδι ενός ανεύθυνου πολιτικού, αλλά μέρος μιας σκόπιμης συνειδητής στρατηγικής των ΗΠΑ για να αποσταθεροποιήσει και να σπείρει το χάος με την κατάσταση στην περιοχή και παγκοσμίως, [αυτή είναι] μια αποτρόπαια επίδειξη ασέβειας προς την κυριαρχία άλλων χωρών και τις δικές της διεθνείς υποχρεώσεις».

Ενεργώντας με αυτόν τον τρόπο, τα δυτικά κράτη προσπαθούν να αποσπάσουν την προσοχή των πολιτών τους από κρίσιμα κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα μεταθέτοντας την ευθύνη στη Ρωσία και την Κίνα για τις δικές τους αποτυχίες. «Η λεγόμενη συλλογική Δύση καταστρέφει σκόπιμα το σύστημα ευρωπαϊκής ασφάλειας».

Για τα σχέδια της Ρωσίας

Η Μόσχα και οι σύμμαχοί της θα συνεχίσουν να «βελτιώνουν τους υπάρχοντες μηχανισμούς διεθνούς ασφάλειας μαζί με τους συμμάχους, τους εταίρους και τους συνεργάτες της και να δημιουργούν νέους, ενισχύοντας με συνέπεια τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις και άλλες δομές ασφαλείας και ενισχύοντας το επίπεδο εξοπλισμού τους με σύγχρονο οπλισμό και στρατιωτικό εξοπλισμό. εξοπλισμός.»

Η Ρωσία θα συνεχίσει επίσης να διασφαλίζει τα εθνικά της συμφέροντα καθώς και την προστασία των συμμάχων της και «να κάνει άλλα βήματα για να οικοδομήσει έναν πιο δημοκρατικό κόσμο».

Είναι απαραίτητο να «αποκατασταθεί ο σεβασμός στο διεθνές δίκαιο και στους θεμελιώδεις κανόνες και αρχές του». Είναι σημαντικό να ενισχυθούν οι θέσεις των Ηνωμένων Εθνών και άλλων τόπων διεθνούς διαλόγου.

«Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και η Γενική Συνέλευση, όπως είχε αρχικά σχεδιαστεί, θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως αποτελεσματικά όργανα για τη μείωση της διεθνούς έντασης και την πρόληψη των συγκρούσεων, ενώ παράλληλα θα εργαστούν για να εγγυηθούν την αξιόπιστη ασφάλεια και την ευημερία των χωρών και των λαών».
πληροφορίες από το TASS

“Βρώμικο” παιχνίδι των ΗΠΑ μπλόκαραν τις γαλλικές φρεγάτες "Belhara" το 2020 - Αποκαλύψεις της γαλλικής εφημερίδας "La Tribune"

Η Ουάσιγκτον δεν επέτρεψε στους Έλληνες να διαθέτουν πολύ ισχυρότερο εξοπλισμό, δηλαδή πυραύλους (MdCN), από αυτόν του τουρκικού πολεμικού ναυτικού σε μια “καυτή” περιοχή συγκρούσεων.

Οι Γάλλοι τονίζουν ότι “το αμερικανικό ΥΠΕΞ δεν επιθυμεί επουδενί η Ελλάδα να διαθέτει ισχυρότερα οπλικά συστήματα”.

Βόμβα μεγατόνων ρίχνει η γαλλική εφημερίδα latribune.fr, αφού η ίδια αναφέρει ότι “οι Αμερικανοί υπονόμευαν παρασκηνιακά από το 2020, στην συμφωνία για την αγορά γαλλικών φρεγατών από το ελληνικό πολεμικό ναυτικό, λόγω παραχώρησης στην Ελλάδα των τρομερών πυραύλων Scalp Naval, με τους οποίους θα αποκτούσαμε στρατηγικό πλεονέκτημα σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο”.

Η γαλλική εφημερίδα εκτιμά ότι το ξεμπλοκάρισμα της πώλησης των υπερσύγχρονων γαλλικών Φρεγατών Belhara, ξεκινά με την κρίση της ακύρωσης των αυστραλιανών υποβρυχίων μεταξύ Γαλλίας και Ηνωμένων Πολιτειών.

Μέχρι τότε η Ουάσινγκτον είχε “κλειδώσει” την αγορά Φρεγατών για τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού ναυτικού, και το Παρίσι θα έχανε έναν ακόμη διαγωνισμό από την αμερικανική πλευρά.

Η συμφωνία AUKUS και τα συνεπακόλουθα της όμως, επέτρεψαν στην εταιρεία Naval Group να υπογράψουν πρωτόκολλο πώλησης για Τρεις Φρεγάτες (FDI) με την Ελλάδα, επιτρέποντας στο Παρίσι να εξέλθει από την “αυστραλιανή κρίση” με το κεφάλι ψηλά.

Με μαέστρο τον Εμμανουήλ Μακρόν, θεωρήθηκε ότι έπρεπε να υλοποιηθεί ένα πλήγμα εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών και ξεκίνησε μια επιχείρηση τύπου blitzkrieg, με την οποία διαγράφηκε η σκληρή απογοήτευση που προκλήθηκε από την απώλεια του συμβολαίου για τα αυστραλιανά πυρηνοκίνητα υποβρύχια (αξίας 15 δισεκατομμυρίων ευρώ για τη Naval Group).

Το “βρώμικο” παρασκήνιο κατά Γαλλίας-Ελλάδος από τις ΗΠΑ

Η γαλλική εφημερίδα αναφέρει ότι μέχρι τότε η Ουάσιγκτον μπλοκάριζε κάθε προσπάθεια των Γάλλων να πουλήσουν της Φρεγάτες, λόγω της παρουσίας των στρατηγικών πυραύλων MdCN ή SCALP NAVAL.

Στη Naval Group, πριν από την αιφνιδιαστική ακύρωση του προγράμματος πυρηνοκίνητων υποβρυχίων της Αυστραλίας, (την οποία αποφάσισε ο Αυστραλός πρωθυπουργός Scott Morrison), κανείς δεν πίστευε σε ένα αίσιο τέλος με την Ελλάδα.

Πόσο μάλλον όταν η πρόθεση της Αθήνας να παραγγείλει και αυτή αιφνιδιαστικά έξι επιπλέον μαχητικά αεροσκάφη Rafale, τα οποία ακούγονταν στα αυτιά των Γάλλων αξιωματούχων ως “παρηγοριά” για το πρόγραμμα Φρεγατών.

Η Naval Group, η οποία παρόλα αυτά είχε ζωτική ανάγκη αυτό το συμβόλαιο για να κρατήσει σε λειτουργία τα ναυπηγεία στο Lorient μέσω της Ελλάδα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο κολοσσός Lockheed Martin μέχρι και πριν μερικούς μήνες “τραβούσαν τα σκοινιά στην Αθήνα”, η οποία χρειάζονταν την αμερικανική δύναμη για να εξισορροπήσει τις πολυάριθμες “ρήξεις” με την Τουρκία, ειδικά στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η Ουάσιγκτον έπαιζε μέχρι τότε τον ρόλο του διαιτητή στην περιοχή σε βάρος όμως της Γαλλίας.

Ο Γάλλος δημοσιογράφος Michel Cabirol αναφέρει :

“Σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, η Ουάσιγκτον παρασκηνιακά ακύρωσε την σύμβαση αμοιβαίας συμφωνίας μεταξύ της Naval Group και της Αθήνας τον Ιούλιο του 2020.

Τρεις ημέρες πριν από την υπογραφή σύμβασης, ακυρώθηκε από τις ΗΠΑ η παράδοση γαλλικών πυραύλων Κρουζ MdCN, αφού οι Αμερικανοί απαγόρευαν την παράδοση τους στην Ελλάδα.

Οι Αμερικανοί επίσης είχαν ήδη προσπαθήσει να επιβάλουν την Lockheed Martin ως κυρίαρχη εταιρεία του διαγωνισμού Φρεγατών για το ελληνικό πολεμικό ναυτικό.

Έτσι η Ουάσιγκτον δεν επέτρεψε στους Έλληνες να διαθέτουν πολύ ισχυρότερο εξοπλισμό, δηλαδή πυραύλους (MdCN), από αυτόν του τουρκικού πολεμικού ναυτικού σε μια “καυτή” περιοχή συγκρούσεων.

Η Γαλλία έχασε το αδιαμφισβήτητο πλεονέκτημά που είχαν έως τότε οι Φρεγάτες Belhara στο ελληνικό διαγωνισμό. Για να ξεφύγουν από αυτό το χάος, οι Έλληνες διαδίδουν το μήνυμα στον ελληνικό τύπο ότι οι Φρεγάτες IDF ήταν πολύ ακριβές.

Ως αποζημίωση, η Αθήνα εξέφρασε γρήγορα την επιθυμία της να αγοράσει Έξι ακόμα αεροσκάφη Rafale στην παρτίδα των 18 που ήταν υπό παραγγελία, αποφασισμένη να ενδώσει στο παιχνίδι των Αμερικανών βιομηχάνων.

Η Lockheed Martin, η οποία είναι πολύ καλά εγκατεστημένη στην Αθήνα, που είναι φωλιά των Αμερικανών κατασκόπων, συμμετείχε στον ελληνικό διαγωνισμό προσφέροντας την φρεγάτα LCS (Littoral Combat Ship) του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού.

Στις επόμενες προσφορές της, η Γαλλία δεν προσέφερε ποτέ ξανά στην Ελλάδα τον πύραυλο Κρουζ MdCN, αφού αυτό το είχαν ήδη ακυρώσει οι ΗΠΑ.

Στο μνημόνιο συνεννόησης που υπογράφηκε την Τρίτη, οι ελληνικές Φρεγάτες IDF, αποφασίστηκε τελικά να είναι εξοπλισμένες με 18 αντιαεροπορικούς πυραύλους Aster και 8 πυραύλους επιφανείας-επιφανείαςExocet MM40 Block 3c.

Πριν από την αυστραλιανή κρίση, όλα έμοιαζαν να λειτουργούν υπέρ των Αμερικανών ακόμη και αν οι προδιαγραφές της ελληνικής πρόσκλησης υποβολής προσφορών δεν τους ευνοούσαν.

Το πρόβλημα όμως για μια χώρα όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες προς μια χώρα σαν την Ελλάδα, ήταν ότι η Ουάσιγκτον δεν μπορούσε να δώσει την προστασία της, και αυτό έπαιξε πολύ καθοριστικό ρόλο για την έκβαση του γνωστού αποτελέσματος.

Έτσι την Δευτέρα το βράδυ, προς στο τέλος δηλαδή της ημέρας, η συμφωνία για τις Belhara ήταν “δεμένη” και αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες διαρροές στον ελληνικό τύπο, πάντα από πολύ καλά ενημερωμένους ειδικούς που κινούνται στους διαδρόμους του ελληνικού υπουργείου άμυνας.

Το ίδιο βράδυ της Δευτέρας, η γαλλική Προεδρία της Δημοκρατίας ανακοινώνει σε δελτίο τύπου ότι ο Εμμανουήλ Μακρόν θα υποδεχθεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη την Τρίτη στο Μέγαρο των Ηλυσίων για συνέντευξη και στη συνέχεια κοινή δήλωση στον Τύπο και όλα τελειώνουν.

Η συμφωνία ολοκληρώθηκε δεκαπέντε χρόνια μετά τις πρώτες διαπραγματεύσεις μεταξύ της Naval Group (τότε DCNS) και της Ελλάδας για την πώληση 4 έως 6 φρεγατών FREMM.

Παρίσι και Αθήνα έχουν προθεσμία τριών μηνών για να ενισχύσουν το Μνημόνιο Συνεργασίας και επομένως να υπογράψουν σταθερή σύμβαση, και όλα πλέον αλλάζουν στην Α.Μεσόγειο”,
καταλήγει ο ίδιος.

Υπενθυμίζουμε ότι εκτός των Φρεγατών Belhara, και οι ελληνικές Κορβέτες Gowind θα είναι τρομερές ναυτικές πλατφόρμες μάχης, οι οποίες θα υπερισχύουν κατά πολύ των Τουρκικών Κορβετών κλάσεως ADA, ενώ θα είναι ισάξιες των τουρκικών Φρεγατών “Κωνσταντινούπολη”.

Αυτήν την υπεροχή όμως του ελληνικού πολεμικού ναυτικού εκτιμάται ότι θα την καλύψει σχετικά γρήγορα το τουρκικό πολεμικό ναυτικό, είτε δια μέσω Ρωσίας, είτε δια μέσω ΗΠΑ ( με Κεμαλιστές στην εξουσία τότε), ώστε να έχουν θεωρητικά οι ίδιοι ισάξια οπλικά συστήματα από την Ελλάδα.

Τονίζεται όμως σε Αμερικανούς , Ρώσους, Κινέζους, Γερμανούς και λοιπούς, ότι, το ελληνικό πολεμικό ναυτικό ότι εξοπλισμό και να διαθέτει η τουρκική πλευρά, δύναται να το κατανικήσει σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, προκαλώντας τρομερά πλήγματα, αφού η ναυτοσύνη που διαθέτουν τα πληρώματα του, δεν αγοράζεται και πουλιέται πουθενά στον κόσμο.
πηγές: iskra.gr / latribune.fr 

Το ελαττωματικό όραμα του Μακρόν για την Ευρώπη - Επίμονες διαιρέσεις θα εμποδίσουν τα όνειρά του για παγκόσμια ισχύ


Mολονότι ο Μακρόν έχει δίκιο να πιέζει τους Ευρωπαίους να αξιολογήσουν την θέση της ηπείρου στον κόσμο, δεν έχει ακόμη καθορίσει τις προτεραιότητες που θα πρέπει να καθοδηγήσουν την Ευρώπη, ούτε έχει προτείνει μια στρατηγική για την επέκταση των ικανοτήτων της ηπείρου, ώστε να μπορέσει να ενεργήσει βάσει αυτών...

Κάθε ευρωπαϊκή προσπάθεια πρέπει να καθορίσει τις προτεραιότητες, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης ενός δύσκολου ερωτήματος που αποφεύγουν οι περισσότεροι Ευρωπαίοι: Για ποιο πράγμα είναι διατεθειμένοι να πολεμήσουν και να πεθάνουν;

Francis J. Gavin* και Alina Polyakova*

Στις 11 Μαΐου 1962, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζον Φ. Κένεντι, φιλοξένησε μια εξαιρετική συγκέντρωση Αμερικανών ταλέντων του πολιτισμού για να καλωσορίσει τον υπουργό Πολιτισμού της Γαλλίας, André Malraux. Το δείπνο -το οποίο περιελάμβανε φωστήρες όπως ο μυθιστοριογράφος Saul Bellow, ο ζωγράφος Mark Rothko, ο θεατρικός συγγραφέας Arthur Miller, και ο βιολονίστας Isaac Stern- ήταν μια γιορτή των μακροχρόνιων ιστορικών δεσμών μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γαλλίας. Ωστόσο, λίγες μόνο ώρες πριν από αυτήν την λαμπερή γιορτή, ο Κένεντι, ο Malraux, και ο Γάλλος πρέσβης στις Ηνωμένες Πολιτείες είχαν μια έντονη συζήτηση σχετικά με τις ολοένα πιο έντονες επικρίσεις του Γάλλου προέδρου, Σαρλ ντε Γκωλ, για την πολιτική των ΗΠΑ και τα συνοδευτικά αιτήματα [του] για στρατηγική αυτονομία.

Τα παράπονα του Ντε Γκωλ περιελάμβαναν την κριτική για την στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών κατά την διάρκεια της κρίσης του Βερολίνου, την υπεροχή του δολαρίου στην διεθνή οικονομία, και την υποστήριξη των ΗΠΑ στην αίτηση [ένταξης] του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ). Ο Γάλλος πρόεδρος, παρατήρησε ο Κένεντι, φαινόταν να θέλει τόσο την προστασία των ΗΠΑ όσο και την απεριόριστη ικανότητα να χαράξει το μονοπάτι της χώρας του, «μια Ευρώπη πέρα από την επιρροή μας —αλλά που υπολογίζει σε εμάς», όπως συνόψισε τα λόγια του ο σύμβουλός του επί της εθνικής ασφαλείας, McGeorge Bundy. Ο Γάλλος πρόεδρος θα πρέπει να προσέχει τι εύχεται, πρόσθεσε ο Κένεντι, αφού «οι Αμερικανοί θα ήταν ευτυχείς να βγάλουν τις ΗΠΑ από την Ευρώπη, αν ήταν αυτό που ήθελαν οι Ευρωπαίοι». Όταν ο Malraux ανακοίνωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα τολμούσαν να φύγουν, ο πρόεδρος απάντησε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες το είχαν ήδη «κάνει δύο φορές», αναφερόμενος στην απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών μετά από αμφότερους τους παγκόσμιους πολέμους.

Η διαμάχη μετριάστηκε μόνο εν μέρει από την πρόποση του προέδρου, η οποία, ισχυρίστηκε ο Κένεντι, θα ήταν η «πρώτη ομιλία για τις σχέσεις μεταξύ Γαλλίας και Ηνωμένων Πολιτειών που δεν περιλαμβάνει φόρο τιμής στον στρατηγό Lafayette». Αντίθετα, ο Κένεντι επισήμανε τον πρώτο πρόεδρο που έζησε στον Λευκό Οίκο, τον Τζον Άνταμς, ο οποίος «ζήτησε να γραφτεί στην ταφόπλακά του: “Διατήρησε την ειρήνη με την Γαλλία”». Τελικά, ο Malraux είχε δίκιο: ο Ντε Γκωλ συνέχισε να υπονομεύει τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ, μολονότι μπήκαν στον πειρασμό, δεν απέσυραν την ομπρέλα ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών.

Στις 9 Δεκεμβρίου 2021, σε μια σπάνια συνέντευξη Τύπου, ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, έκανε ό,τι και ο Ντε Γκωλ και ανακοίνωσε ότι στόχος της ηπείρου πρέπει να είναι να δημιουργήσει μια «ισχυρή Ευρώπη, ενεργή στον κόσμο, πλήρως κυρίαρχη, ελεύθερη στις επιλογές της, και κυρίαρχη του ίδιου της του πεπρωμένου». Για τον Μακρόν, στρατηγική αυτονομία σημαίνει [1] μια Ευρώπη με την δική της θέση στον κόσμο και την δική της ικανότητα να διαμορφώνει τα παγκόσμια γεγονότα. Παρόμοια με τον προκάτοχό του, Ντε Γκωλ, ο Μακρόν δεν θέλει η Ευρώπη —ή η Γαλλία— να είναι ανίσχυρη παρατηρητής σε έναν κόσμο που ορίζεται όλο και περισσότερο από έναν ανταγωνισμό για επιρροή μεταξύ μιας ανερχόμενης Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών.

Μπορεί να φαίνεται ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά από την συνάντηση του Κένεντι με τον Malraux, δεδομένου ότι η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες διαφωνούν ακόμη για την ανεξαρτησία της Ευρώπης. Αλλά η σημερινή γεωπολιτική πραγματικότητα δεν είναι εκείνη της δεκαετίας του 1960. Ο κόσμος δεν ορίζεται πλέον από τους αγώνες του Ψυχρού Πολέμου [2] μεταξύ δύο υπερδυνάμεων˙ οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιλαμβάνονται τώρα την Κίνα και τον Ινδο-Ειρηνικό ως τη μεγαλύτερη προτεραιότητά της εξωτερικής πολιτικής τους, και η διατλαντική συμμαχία αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις, όπως η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η ρύθμιση των νέων ψηφιακών τεχνολογιών, τις οποίες δεν είναι σχεδιασμένη για να αντιμετωπίσει.

Όμως, μολονότι ο Μακρόν έχει δίκιο να πιέζει τους Ευρωπαίους να αξιολογήσουν την θέση της ηπείρου στον κόσμο, δεν έχει ακόμη καθορίσει τις προτεραιότητες που θα πρέπει να καθοδηγήσουν την Ευρώπη, ούτε έχει προτείνει μια στρατηγική για την επέκταση των ικανοτήτων της ηπείρου, ώστε να μπορέσει να ενεργήσει βάσει αυτών. Το όραμα του Μακρόν είναι περισσότερο ένας μακρύς κατάλογος που θέτει επί τάπητος τα πάντα, από την αυξημένη πολυμέρεια και τις αντιτρομοκρατικές στρατηγικές έως τις συνομιλίες για την ενίσχυση της ασφάλειας της ηπείρου. Ορισμένες προτάσεις φαίνονται αντιφατικές, όπως η επιθυμία για μια Γαλλία που διαθέτει «την ικανότητα να υπερέχει και να έχει επιρροή μεταξύ άλλων εθνών», μια χώρα στην οποία οι Γάλλοι θα είναι «κύριοι του πεπρωμένου μας», αλλά και μια χώρα στην οποία «η ανεξάρτητη λήψη των αποφάσεών μας είναι πλήρως συμβατή με την ακλόνητη αλληλεγγύη μας προς τους Ευρωπαίους εταίρους μας». Άλλες ιδέες φαίνονται προβληματικές και απίθανο να βρουν ευρεία απήχηση, όπως η πρόταση του Μακρόν ότι «δεν μπορεί να υπάρξει σχέδιο άμυνας και ασφάλειας των Ευρωπαίων πολιτών χωρίς το πολιτικό όραμα που επιδιώκει να προωθήσει την σταδιακή ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης με την Ρωσία».

Αυτό το όραμα προϋποθέτει ότι μια ήπειρος με μακρά ιστορία διαιρέσεων είναι πλέον ενωμένη στην αμυντική και στην εξωτερική της πολιτική. Αλλά μια βιαστική ματιά στις πρόσφατες συζητήσεις για την Ρωσία, την Κίνα [3], ακόμη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, δείχνει έλλειψη στρατηγικής συνοχής μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών. Το όραμα του Μακρόν, εν ολίγοις, θα μπορούσε να διασπάσει την Ευρώπη και να εξασθενήσει τις δυνατότητες και την εστίασή της, ενισχύοντας παράλληλα τα χειρότερα ένστικτα των Ηνωμένων Πολιτειών να αποδεσμευτούν από την διατλαντική συμμαχία και να εστιάσουν στην Κίνα.

TA ΙΔΙA, ΟΠΩΣ ΠΑΝΤΑ;

Όλα τα κυρίαρχα κράτη εκτιμούν την αυτονομία τους˙ ο πραγματικός ιστορικός γρίφος είναι η κατανόηση εκείνων των στιγμών που τα κράτη υποτάσσουν κάποιο στοιχείο της ελευθερίας δράσης τους για το κοινό καλό. Αυτό είναι το τόσο αξιοσημείωτο σχετικά με το ΝΑΤΟ. Οι περισσότεροι ανέμεναν από τις Ηνωμένες Πολιτείες να επαναφέρουν τις στρατιωτικές τους δυνάμεις στην πατρίδα μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς δεν είχαν συμμετάσχει ποτέ στην ιστορία τους σε μια στρατιωτική συμμαχία εν καιρώ ειρήνης. Αλλά οι διατλαντικές ρυθμίσεις ασφαλείας της συμμαχίας έχουν διαρκέσει σχεδόν οκτώ δεκαετίες, αντέχοντας τις βαθιές αλλαγές στο διεθνές σύστημα, από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης έως την άνοδο της Κίνας.

Σίγουρα, υπήρξαν στιγμές έντασης, ακόμη και κρίσης, που χρονολογούνται από την κρίση του Σουέζ το 1956 έως την εισβολή των Ηνωμένων Πολιτειών στο Ιράκ το 2003. Η ευρύτερη διατλαντική σχέση μαστίζεται από διαφωνίες σχετικά με το ποιος ελέγχει τα πυρηνικά όπλα, το εμπόριο και τη νομισματική πολιτική, τους αγωγούς φυσικού αερίου, και τώρα την ρύθμιση της τεχνολογίας. Οι έντονες διαφωνίες είναι χαρακτηριστικό, όχι σφάλμα, των διατλαντικών σχέσεων και η ικανότητα διαχείρισης αυτών των συγκρούσεων αποτελεί την χαρακτηριστική ιδιοφυΐα της Δυτικής συμμαχίας. Η στρατηγική αυτονομία -όπου κάθε κράτος επιδιώκει τα δικά του εθνικά συμφέροντα- είναι και ήταν πάντα η ευκολότερη απάντηση αλλά όχι η αποτελεσματικότερη.

Η Ευρώπη υπήρξε πιο ειρηνική από όσο θα μπορούσε να φανταστεί κανείς όταν ιδρύθηκε το ΝΑΤΟ, το 1949. Οι αποκλίνουσες οικονομίες, κοινωνίες, και κυβερνήσεις της ενσωματώθηκαν με τρόπους που θα ήταν αδιανόητοι όταν η Συνθήκη της Ρώμης (Treaty of Rome), η οποία οδήγησε στην δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, τον πρόδρομο της Ευρωπαϊκής Ένωσης [4], υπογράφηκε το 1957. Ο πληθυσμός της ΕΕ είναι υψηλά μορφωμένος, τεχνολογικά προηγμένος και σε έναν βαθμό το ίδιο πλούσιος, αν όχι πλουσιότερος, από εκείνον των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Η ανάπτυξη της δικής της υψηλής στρατηγικής και η φροντίδα της δικής της ασφάλειας θα ήταν ένα φυσικό επόμενο βήμα.

Μια τέτοια αυτονομία είναι ιδιαίτερα ελκυστική σε μια εποχή που η φήμη των Ηνωμένων Πολιτειών στην ήπειρο έχει πληγεί. Οι απρόβλεπτες πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ και η απόφαση απόσυρσης από το Αφγανιστάν ήγειραν ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία των Ηνωμένων Πολιτειών ως στρατηγικού εταίρου. Στην συνέχεια, η συμφωνία AUKUS για τα υποβρύχια που έκλεισε η κυβέρνηση Μπάιντεν με την Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο τάραξε το Παρίσι: στέρησε από τους Γάλλους ένα επικερδές συμβόλαιο χωρίς, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, να ειδοποιήσει εκ των προτέρων την κυβέρνηση Μακρόν. Δεν είναι περίεργο που πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες καλωσορίζουν ένα αδιάσειστο, συνεκτικό, και ευρείας αποδοχής στρατηγικό όραμα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρέπει να απορρίψουν τα δυνητικά πλεονεκτήματα της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής αυτονομίας. Θα ήταν πολύ ευκολότερο για τις Ηνωμένες Πολιτείες να περιορίσουν την Κίνα εάν η Ευρώπη αναλάμβανε μεγαλύτερη ευθύνη για την συλλογική της ασφάλεια. Πράγματι, οι Αμερικανοί αρχιτέκτονες της μεταπολεμικής τάξης στην Ευρώπη δεσμεύτηκαν στην ήπειρο, με την ελπίδα ότι η παρουσία των ΗΠΑ τελικά θα γινόταν περιττή. Η δέσμευση των ΗΠΑ στην Ευρώπη δεν ήταν μόνο δαπανηρή˙ έχει επίσης περιορίσει την στρατηγική αυτονομία των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών, δεδομένων των εκτεταμένων δεσμεύσεων που έχει αναλάβει έναντι των ευρωπαϊκών χωρών. Οι συνέπειες αυτής της αλληλεξάρτησης διαδραματίζονται καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες διαπραγματεύονται με την Ρωσία για το μέλλον της ευρωπαϊκής ασφάλειας στην Ουκρανία. Είναι εντυπωσιακό το ότι η Ευρώπη δεν έχει καταφέρει να αποτρέψει την επιθετικότητα στην δική της ήπειρο χωρίς την ανάμειξη των ΗΠΑ.

ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΗ ΛΥΣΗ, ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Τόσο η Ευρώπη όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επωφελούνταν, λοιπόν, από το προχώρημα των Ευρωπαίων. Αλλά η πρόταση του Μακρόν να μιλήσει εξ’ ονόματος της Ευρώπης, ενώ απαιτεί ηγετικό ρόλο σε θερμά σημεία σε όλο τον κόσμο, είναι η λανθασμένη λύση στα προβλήματα που έχει εντοπίσει. Η άνοδος της Κίνας, η ρωσική επιθετικότητα, η αποδυνάμωση της δημοκρατίας, η θέρμανση του πλανήτη, η ρύθμιση της τεχνολογίας, και η δημόσια υγεία απαιτούν συλλογική δράση, και αυτό είναι το αντίθετο από αυτό που εμφανίζεται να προτείνει ο Γάλλος πρόεδρος. Αντί να προχωρήσουν μόνοι τους, οι Ευρωπαίοι θα ήταν καλύτερα να συνεργαστούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μερικές βασικές προτεραιότητες. Για παράδειγμα, πρέπει να προσδιορίσουν το πού θα μπορούσαν να επενδύσουν περισσότερα για να αυξήσουν τις αμυντικές ικανότητες στην γειτονιά τους και να επιτρέψουν στις Ηνωμένες Πολιτείες να εστιάσουν στις κοινές οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις που αναδύονται από την Ανατολική Ασία [5], ιδίως υποστηρίζοντας τις προσπάθειες των ΗΠΑ να ανταγωνιστούν την Κίνα.

Η προτεινόμενη στρατηγική του Μακρόν, αντίθετα, εγκολπώνεται όλες τις μεγάλες γεωπολιτικές προκλήσεις του κόσμου, ενώ επιδιώκει επίσης να ηγηθεί στις μεγάλες διεθνικές προκλήσεις της εποχής. Ο Γάλλος πρόεδρος έχει καταστήσει σαφές ότι τα ευρωπαϊκά κράτη πρέπει να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για την άμυνα της ηπείρου. Έχει επίσης ανακηρύξει την Γαλλία ως δύναμη του Ινδο-Ειρηνικού. Η Γαλλία δεν έχει εγκαταλείψει την εστίασή της στην τρομοκρατία, η οποία, μαζί με τους δεσμούς της από την αποικιακή εποχή, την οδηγεί να ενδιαφερθεί έντονα για την πολιτική της [περιοχής] Σαχέλ και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Εν τω μεταξύ, η Γαλλία και η Ευρώπη ανακηρύσσουν την κλιματική κρίση ως την πιο υπαρξιακή πρόκληση στον κόσμο. Όλα αυτά πρέπει να αντιμετωπιστούν παράλληλα με την στήριξη της δημοκρατίας και την ενδυνάμωση της φιλελεύθερης οικονομικής τάξης, εν μέσω της ολέθριας πανδημίας της COVID-19. Αυτή η ατζέντα θα ήταν απαιτητική, ακόμη και αδύνατη, για ένα κράτος πολύ πιο ισχυρό από την Γαλλία ή ακόμη και για την Ευρώπη συνολικά. Η προσέγγιση του Μακρόν θα είχε ως αποτέλεσμα μια Ευρώπη που, αντί να κάνει καλά ένα ή δύο πράγματα, θα μπορούσε να τα κάνει όλα άσχημα.

Η Γαλλία επίσης δεν μιλά εξ’ ονόματος της ΕΕ, και προσπαθώντας να αναλάβει αυτόν τον ρόλο, απειλεί να διασπάσει περαιτέρω την ήπειρο. Υπάρχει μεγάλη διαφωνία εντός της Ευρώπης σχετικά με πώς θα χειριστεί την σειρά προκλήσεων που αντιμετωπίζει, αλλά κυρίως όσον αφορά την ασφάλεια. Η ΕΕ έχει προτείνει μια σειρά αμυντικών πρωτοβουλιών, συμπεριλαμβανομένης της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας (Permanent Structured Cooperation, PESCO), ένα σύνολο πρωτοβουλιών που δημιουργήθηκε πριν από τέσσερα χρόνια για να ενισχύσει την αμυντική συνεργασία μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών-μελών της ΕΕ˙ το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας (European Defense Fund), το οποίο υποστηρίζει την συνεργατική στρατιωτική έρευνα και ανάπτυξη˙ και έναν δυνητικό ευρωπαϊκό στρατό, μια παλιά ιδέα που τόσο ο Μακρόν όσο και η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ [6] αναβίωσαν τα τελευταία χρόνια. Καμία από αυτές τις ιδέες δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς ευρωπαϊκή συναίνεση σχετικά με τις προτεραιότητες, και αυτή απλώς δεν υπάρχει ακόμη.

Πάρτε την Ρωσία. Η Γαλλία θέλει να δώσει στην Ρωσία λόγο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια: το 2019, για παράδειγμα, ο Μακρόν έστειλε τους υπουργούς Άμυνας και Εξωτερικών του στη Μόσχα για να διερευνήσουν τρόπους επιστροφής της χώρας στο μαντρί των βιομηχανοποιημένων εθνών, σπάζοντας ένα τετραετές πάγωμα τέτοιων υψηλού επιπέδου διπλωματικών επισκέψεων. Ο Μακρόν συνηγορεί επίσης υπέρ της αξιολόγησης του ΝΑΤΟ, το οποίο ισχυρίζεται ότι βιώνει «εγκεφαλικό θάνατο». Αντίθετα, η Πολωνία και άλλοι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από την Ρωσία θέλουν σκληρυμένες άμυνες στα σύνορά τους και μόνιμη παρουσία στρατευμάτων των ΗΠΑ -και με την Ρωσία να εκκινεί μια δυνητική επανεισβολή στην Ουκρανία, αυτές οι απόψεις φαίνονται δικαιολογημένες.

Οι ίδιοι διαχωρισμοί αντανακλώνται στη μεταχείριση των Ηνωμένων Πολιτειών. Μετά το φιάσκο της AUKUS, η Γαλλία θεωρεί τις Ηνωμένες Πολιτείες ως έναν αναξιόπιστο εταίρο που μαχαιρώνει πισώπλατα τους συμμάχους προς το συμφέρον των αμυντικών συμβολαίων, ενώ οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης τις θεωρούν ως έναν απαραίτητο εταίρο. Σχίσματα υπάρχουν και αναφορικά με την Κίνα. Ο Γάλλος πρώην διπλωμάτης και υπουργός Οικονομικών, Bruno Le Maire, έχει πει ότι η Ευρώπη θέλει να «δεσμευθεί» με την Κίνα. Η Γερμανία, υπό τη Μέρκελ, επιδίωξε μια εκτεταμένη επενδυτική συμφωνία με την Κίνα, την Συνολική Συμφωνία για τις Επενδύσεις (Comprehensive Agreement on Investment, CAI), η οποία αργότερα ανεστάλη από την ΕΕ, και η Ιταλία εντάχθηκε στην Πρωτοβουλία Ζώνη και Οδός (Belt and Road Initiative, BRI) της Κίνας, το 2019. Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση της Λιθουανίας έχει πει στους αξιωματούχους της να σταματήσουν να χρησιμοποιούν κινεζικά τηλέφωνα που, λέει, περιέχουν λογισμικό λογοκρισίας, έχει έρθει κοντά στην Ταϊβάν, και έχει εγκαταλείψει ένα, υπό την ηγεσία της Κίνας, περιφερειακό φόρουμ. Η Ρουμανία, επίσης, έδιωξε την Huawei από τα 5G δίκτυά της και μπλόκαρε συμφωνίες για την κατασκευή από την Κίνα πυρηνικών αντιδραστήρων στην χώρα.

Η στρατηγική αυτονομία του Μακρόν προϋποθέτει επίσης ότι η Ευρώπη είναι ένας σταθερός, συνεκτικός δρων σε μια θετική τροχιά. Αυτή είναι μια επικίνδυνη υπόθεση: μετά από δεκαετίες εντυπωσιακής οικονομικής και πολιτικής ολοκλήρωσης και οικοδόμησης θεσμών, το ίδιο το ευρωπαϊκό εγχείρημα βρίσκεται υπό πίεση. Από το Brexit και την δημοκρατική διολίσθηση έως την άνιση οικονομική ανάπτυξη, η ευρωπαϊκή συνοχή ή η σταθερότητα δεν μπορούν να θεωρηθούν δεδομένες. Η Γερμανία έχει νέα ηγεσία για πρώτη φορά μετά από 16 χρόνια και ο μελλοντικός στρατηγικός προσανατολισμός της είναι αβέβαιος. Για να είμαστε δίκαιοι, ο Μακρόν αναγνωρίζει την άτακτη κατάσταση των ευρωπαϊκών υποθέσεων και μεγάλο μέρος της στρατηγικής του είναι μια έκκληση προς την ήπειρο να «ξυπνήσει». Ωστόσο, οι συστάσεις του διακινδυνεύουν να διασπάσουν περαιτέρω την Ευρώπη.

Το όραμα του Μακρόν θα μπορούσε επίσης να ωθήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες να επανεξετάσουν τις εγγυήσεις ασφαλείας τους. Υπάρχει μια μυθολογία ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιπαθούν την ευρωπαϊκή αυτονομία, αλλά μια σύντομη ματιά στη μεταπολεμική ιστορία δείχνει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ τρέφουν από καιρό την επιθυμία να αφήσουν την ήπειρο αυτόνομη. Οι πρόεδροι Χάρι Τρούμαν, Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, ακόμη και ο Κένεντι θεώρησαν την στρατιωτική δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρώπη ως προσωρινή, μια γέφυρα προς ένα μέλλον όπου η Ευρώπη θα μπορούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Αφότου τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, κάθε κυβέρνηση, από τον Κλίντον μέχρι τον Ομπάμα, ενθάρρυνε την Ευρώπη να αναλάβει μεγαλύτερο ρόλο στην φροντίδα της δικής της ασφάλειας. Πολλοί στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα ήθελαν τίποτα καλύτερο από το να φροντίζει η Ευρώπη την δική της άμυνα, μια ανησυχητική στάση σε μια εποχή που η Ευρώπη διασπάται όλο και περισσότερο και στερείται τις ικανότητες να αντιμετωπίσει διάφορες στρατηγικές προκλήσεις.

Σίγουρα, μια αδύναμη και διαιρεμένη Ευρώπη δεν θα ωφελήσει μακροπρόθεσμα τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ούτε [θα την ωφελήσει] μια Ευρώπη που βιάζεται να μεγαλώσει πολύ γρήγορα, αφήνοντας τον εαυτό της επικίνδυνα ευάλωτο πριν μπορέσει να αμυνθεί. Η Κίνα και η Ρωσία αναμφίβολα δεν θα ήθελαν τίποτα περισσότερο.

ΩΡΑ ΝΑ ΤΟ ΞΑΝΑΣΚΕΦΘΟΥΜΕ

Ο Μακρόν έχει δίκιο ότι η Ευρώπη πρέπει να επαναξιολογήσει τις προτεραιότητές της και να ενεργήσει σύμφωνα με αυτές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να συνεχίσει να περιπλανείται και να εξαρτάται πλήρως για την ασφάλειά της από μια μακρινή και περισπασμένη υπερδύναμη, ενώ [η ίδια] κάθεται στο περιθώριο. Σε μια εποχή που η θέση των ΗΠΑ στον κόσμο είναι αβέβαιη, μια ενεργητική ευρωπαϊκή προσπάθεια να συνεισφέρει σε μια στρατηγική για την Δύση θα ήταν άκρως ευπρόσδεκτη.

Οποιαδήποτε νέα στρατηγική, ωστόσο, πρέπει να οικοδομηθεί [βασισμένη] σε πολλές αρχές. Κατ’ αρχάς, ο Μακρόν θα πρέπει να καταβάλει μεγαλύτερη προσπάθεια ώστε να δημιουργήσει συναίνεση για τις πιο πιεστικές προκλήσεις ασφαλείας. Η απειλή που παρουσιάζει η Ρωσία παρέχει ένα πρώιμο αλλά κρίσιμο τεστ, με τρόπο που υπερβαίνει τις άμεσες στρατιωτικές αποφάσεις. Για παράδειγμα, η Ευρώπη εξαρτάται από την Ρωσία για ενέργεια. Το αν η ήπειρος είναι πρόθυμη να διερευνήσει σοβαρές προσπάθειες για να τερματίσει αυτή την εξάρτηση, θα αποκαλύψει τα απώτερα όρια του τι είναι πρόθυμα να θυσιάσουν τα επιμέρους έθνη-κράτη ως αντάλλαγμα για τη μείωση της μόχλευσης του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν.

Μια νέα ευρωπαϊκή στρατηγική, επίσης, δεν μπορεί να αναδυθεί αποκλειστικά από το Παρίσι. Θα είναι η Γερμανία, με την οικονομική της ισχύ και την ιστορική της κληρονομιά, της οποίας οι ενέργειες θα έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία από [τις ενέργειες] της Γαλλίας. Και είναι ένα ανοιχτό ερώτημα εάν το Βερολίνο μπορεί να δελεαστεί να συνεισφέρει σε μια κοινή, στραμμένη προς το μέλλον, ευρωπαϊκή στρατηγική που υπερβαίνει τη μερκαντιλιστική κληρονομιά της Μέρκελ. Σε αποφάσεις που εκτείνονταν από τον [αγωγό] Nord Stream 2 έως την δέσμευση με την Κίνα, η μακροβιότερη καγκελάριος ωθήθηκε, παρά τις άλλες αρετές της, από στενά εγχώρια πολιτικά και οικονομικά κίνητρα παρά από μια εξωστρεφή στρατηγική που αναγνώριζε νέους γεωπολιτικούς κινδύνους. Για να διαδραματίσει η Ευρώπη έναν ουσιαστικό ρόλο στον κόσμο, η Γερμανία πρέπει να είναι δεσμευμένη και στρατηγική.

Ούτε η ήπειρος μπορεί να το κάνει μόνη της˙ πρέπει να συμπεριλάβει μη Ευρωπαίους εταίρους. Αυτό υπερβαίνει την προφανή ανάγκη να συντονιστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι επιτακτική ανάγκη να συμπεριλάβει το Ηνωμένο Βασίλειο παρά το Brexit, το οποίο, σε τελική ανάλυση, αντανάκλασε την επιθυμία της ίδιας της χώρας για μεγαλύτερο λόγο στις υποθέσεις της. Καμία ευρωπαϊκή στρατηγική —ιδιαίτερα μια [στρατηγική] που υποστηρίζει την αυξημένη αυτονομία— δεν θα έχει νόημα χωρίς τις ικανότητες για την υποστήριξή της. Οι ευρωπαϊκές χώρες, τόσο συλλογικά όσο και ατομικά, σε μεγάλο βαθμό υποεπενδύουν στην ικανότητά τους να αμυνθούν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δαπανά ένα ντροπιαστικό 1,2% του ΑΕΠ της για την άμυνα, λιγότερο από το ένα τρίτο όσων δαπανούν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Τα ευρωπαϊκά κράτη πρέπει να δαπανήσουν περισσότερα για τους στρατούς τους. Τέλος, κάθε ευρωπαϊκή προσπάθεια πρέπει να καθορίσει τις προτεραιότητες, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης ενός δύσκολου ερωτήματος που αποφεύγουν οι περισσότεροι Ευρωπαίοι: Για ποιο πράγμα είναι διατεθειμένοι να πολεμήσουν και να πεθάνουν;

Ακόμη και οι κακές ιδέες μπορούν να οδηγήσουν σε καλά αποτελέσματα. Στην δεκαετία του 1960, ο Ντε Γκωλ, δυσφημίζοντας ένα ΝΑΤΟ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και επιδιώκοντας αυτονομία, ώθησε την Δυτική συμμαχία να αναλάβει μια σοβαρή αυτο-μελέτη που επανεξέτασε την αποστολή, τον σκοπό, και τις πολιτικές της. Η Έκθεση Harmel (Harmel Report) του 1967 επαναβεβαίωσε τις βασικές αρχές του ΝΑΤΟ και ώθησε τον οργανισμό να λάβει μια πιο συνεργατική προσέγγιση στα ζητήματα ασφάλειας. Ενδυνάμωσε την συμμαχία και βοήθησε την Δύση να επικρατήσει στον Ψυχρό Πόλεμο. Εάν η έκκληση του Μακρόν για αυτονομία και η τρέχουσα στρατηγική αναθεώρηση του ΝΑΤΟ παραγάγουν ένα παρόμοιο αποτέλεσμα, η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να του είναι τόσο ευγνώμονες όσο μια προηγούμενη γενιά θα έπρεπε να ήταν στον Ντε Γκωλ.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2018-10-17/going-it-alone...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/2019-12-10/age-great-power-compe...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/competition-with-china-wit...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/italy/2021-09-24/europes-unlikel...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2021-04-20/how-not-win-all...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2018-11-02/angela-merkels...


Ο FRANCIS J. GAVIN είναι διακεκριμένος καθηγητής στην έδρα Giovanni Agnelli και διευθυντής του Κέντρου Παγκοσμίων Υποθέσεων Henry A Kissinger στην Σχολή Προηγμένων Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Johns Hopkins.
Η ALINA POLYAKOVA είναι πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος του Κέντρου Ανάλυσης Ευρωπαϊκής Πολιτικής (Center for European Policy Analysis).