Εμφάνιση αναρτήσεων ταξινομημένων κατά ημερομηνία για το ερώτημα AUKUS. Ταξινόμηση κατά συνάφεια Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων ταξινομημένων κατά ημερομηνία για το ερώτημα AUKUS. Ταξινόμηση κατά συνάφεια Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Εγκρίθηκε μετά από μήνες το στρατιωτικό πακέτο των 61 δισ. δολαρίων των ΗΠΑ

Αυξάνεται η «πυρηνική απειλή» λόγω της «δυτικής» στήριξης στο Κίεβο, εκτιμά η Μόσχα

Συστήματα Patriot

     Η Ελλάδα και η Ισπανία βρίσκονται υπό έντονη πίεση από τους συμμάχους τους στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ να παράσχουν περισσότερα συστήματα αεράμυνας στην Ουκρανία, καθώς το Κίεβο ζήτησε περισσότερη βοήθεια στη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας της ΕΕ χτες Δευτέρα...


Με φόντο την έγκριση του νέου στρατιωτικού πακέτου - μαμούθ στην Ουάσιγκτον, που προβλέπει μεταξύ άλλων δεκάδες δισ. δολάρια για τη χρηματοδότηση της σύγκρουσης στην Ουκρανία και στην Ανατολική Ευρώπη, επανέρχονται οι εκατέρωθεν πυρηνικές απειλές και κλιμακώνεται παραπέρα η ένταση μεταξύ των δύο στρατοπέδων που συγκρούονται στην Ουκρανία, των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ και της Ρωσίας.

Μετά από μήνες που το μπλόκαραν οι Ρεπουμπλικάνοι, το Σάββατο η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ ψήφισε υπέρ του νέου πακέτου στρατιωτικής στήριξης στο Κίεβο, ύψους σχεδόν 61 δισ. δολαρίων. Το πακέτο πλέον πηγαίνει στη Γερουσία, όπου αναμένεται να εγκριθεί και ακολούθως να υπογραφεί από τον Πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν.

Από το πακέτο για την Ουκρανία, περίπου 48 δισ. δολάρια θα πάνε στο Πεντάγωνο για τη χρηματοδότηση του στρατιωτικού εξοπλισμού των ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων, την αναπλήρωση όπλων και την πληρωμή για στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ευρώπη.

Αναλυτικότερα, 23,2 δισ. δολάρια προβλέπεται να διατεθούν για την αναπλήρωση των αποθεμάτων όπλων και εξοπλισμού της Ουκρανίας, ενώ 13,8 δισ. δολάρια προβλέπονται για το Πεντάγωνο για την αγορά νέων όπλων. Τέλος, 11,3 δισ. δολάρια θα χρηματοδοτήσουν τα αμερικανικά στρατεύματα στην Ευρώπη.

Το νομοσχέδιο επιτρέπει επίσης στο Πεντάγωνο να στείλει στο Κίεβο όπλα αξίας έως και 7,8 δισ. δολαρίων από τα υπάρχοντα αμερικανικά στρατιωτικά αποθέματα, τα οποία στη συνέχεια θα αντικατασταθούν από την πρόσθετη χρηματοδότηση που περιλαμβάνεται στο πακέτο.

Το Πεντάγωνο θα μεταφέρει πυρομαχικά, βλήματα πυροβολικού και μέσα αεράμυνας στο Κίεβο μέσα σε μία ή δύο βδομάδες αφότου το Κογκρέσο εγκρίνει τη βοήθεια, ενδεχομένως σήμερα.

Νωρίτερα, ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας, Λ. Οστιν, δήλωσε στο Κογκρέσο ότι η Ρωσία σημειώνει κέρδη, καθώς η Ουκρανία αντιμετωπίζει ελλείψεις πυρομαχικών: «Βλέπουμε ήδη τα πράγματα στο πεδίο της μάχης να αρχίζουν να αλλάζουν σταδιακά προς όφελος της Ρωσίας. Τους βλέπουμε να έχουν σταδιακά κέρδη. Βλέπουμε τους Ουκρανούς να αμφισβητούνται και να δυσκολεύονται να κρατήσουν τις γραμμές τους».

Σύμφωνα με τον Ουκρανό πρωθυπουργό, Ντ. Σμιγκάλ, «περίπου 50 δισ. δολάρια του πακέτου θα δαπανηθούν για την άμυνα της Ουκρανίας», κυρίως για αντιαεροπορική άμυνα και όπλα μεγάλου βεληνεκούς. Αλλα «7,8 δισ. δολάρια προορίζονται για την υποστήριξη του προϋπολογισμού της Ουκρανίας. Επίσης, 1,57 δισ. δολάρια σχεδιάζονται ως οικονομική βοήθεια και 400 εκατ. δολάρια για την προστασία των συνόρων και την αποναρκοθέτηση», για αποκατάσταση σημαντικών υποδομών, είπε.

Οι «δυτικές» χώρες «ισορροπούν στο χείλος μιας άμεσης στρατιωτικής αντιπαράθεσης μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων», «προειδοποίησε» χτες ο Ρώσος ΥΠΕΞ, Σ. Λαβρόφ. Οπως επανέλαβε, οι ΗΠΑ και τα άλλα κράτη του ΝΑΤΟ προκειμένου να επιφέρουν «στρατηγική ήττα» στη Ρωσία «θυσιάζουν» «μέχρι τον τελευταίο Ουκρανό».

Σύμφωνα με τον Λαβρόφ, «είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό» και «αυξάνει το επίπεδο της πυρηνικής απειλής» το γεγονός ότι οι τρεις «δυτικές» πυρηνικές δυνάμεις «είναι από τους βασικούς χορηγούς του καθεστώτος του Κιέβου και τους κύριους εμπνευστές διαφόρων εμπρηστικών κινήσεων».

Ελλάδα και Ισπανία δέχονται πιέσεις για «Patriot» και S-300


Συστοιχία S-300

Για την ενίσχυση της αντιαεροπορικής άμυνας της Ουκρανίας συζήτησαν χτες οι ΥΠΕΞ της ΕΕ καθώς η Ρωσία έχει κλιμακώσει τις αεροπορικές επιδρομές εναντίον ουκρανικών ενεργειακών υποδομών και άλλων στόχων και το Κίεβο ζητάει επίμονα τους τελευταίους μήνες «δυτικά» συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας, κυρίως αμερικανικά πυραυλικά συστήματα «Patriot».

Η Γερμανία ανακοίνωσε την περασμένη βδομάδα ότι θα παραδώσει το τρίτο σύστημα «Patriot» στις ουκρανικές δυνάμεις και προανήγγειλε πως θα ακολουθήσουν άλλες έξι χώρες - μέλη της ΕΕ.

Ο επικεφαλής της Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, Ζ. Μπορέλ, και ο γγ του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, παροτρύνουν ευρωπαϊκές χώρες να εντείνουν τις δικές τους προσπάθειες για να προμηθεύσουν με όπλα την Ουκρανία, ιδίως συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας.

Επειτα από τηλεδιάσκεψη των υπουργών Αμυνας του NATO με τον Ουκρανό Πρόεδρο, Β. Ζελένσκι, την Παρασκευή, ο γγ του NATO δήλωσε ότι αναμένει ανακοινώσεις σύντομα.

«Το NATO χαρτογράφησε τις υπάρχουσες δυνατότητες σε όλη τη συμμαχία και υπάρχουν συστήματα που μπορούν να διατεθούν στην Ουκρανία», είπε και συμπλήρωσε ότι «εκτός από τους "Patriot", υπάρχουν και άλλα όπλα που μπορούν να προμηθεύσουν οι σύμμαχοι, συμπεριλαμβανομένου του (γαλλικού συστήματος) SAMP/T».

Η Ελλάδα και η Ισπανία δέχονται έντονη πίεση από τους «συμμάχους» σε ΕΕ και ΝΑΤΟ να παράσχουν συστήματα αεράμυνας στην Ουκρανία, έγραψαν οι «Financial Times», αναφέροντας τους αμερικανικής κατασκευής «Patriot» και τους ρωσικούς S-300 (βλ. περισσότερα στη σελ. 5).

Αξιωματούχοι δήλωσαν ότι μικρότερη πίεση ασκείται στην Πολωνία και τη Ρουμανία, οι οποίες διαθέτουν επίσης «Patriot», δεδομένης της θέσης τους, κοντά στα σύνορα με την Ουκρανία. Το Κίεβο θεωρείται ότι ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για τα συστήματα S-300 της Ελλάδας, τα οποία οι ουκρανικές δυνάμεις έχουν ήδη στο οπλοστάσιό τους και έχουν εμπειρία.

Η Ουκρανία διαθέτει επί του παρόντος τουλάχιστον τρία συστήματα «Patriot», ένα που έχει προμηθευτεί από τις ΗΠΑ και δύο από τη Γερμανία.

Η πίεση για δωρεά συστημάτων αναμενόταν να ενταθεί στην χτεσινή σύνοδο των ΥΠΕΞ, δήλωσαν αξιωματούχοι.

Σχέδια κυρώσεων κατά δεξαμενόπλοιων που διακινούν ρωσικό πετρέλαιο

Στο στόχαστρο στο μεταξύ βρίσκονται και οι εφοπλιστές που διαθέτουν τα πλοία τους για εμπόριο ρωσικού πετρελαίου και LNG (παρακάμπτοντας τις ευρωατλαντικές κυρώσεις και το σχετικό πλαφόν), ορισμένα εκ των οποίων είναι ελληνικών συμφερόντων.

Η επόμενη δέσμη κυρώσεων της ΕΕ θα πρέπει να περιλαμβάνει μέτρα κατά του «σκιώδους» στόλου δεξαμενόπλοιων που διακινούν ρωσικό πετρέλαιο για την παράκαμψη των κυρώσεων, δήλωσε χτες ο Σουηδός ΥΠΕΞ, Τ. Μπίλστρομ, ενόψει της συνόδου των ΥΠΕΞ στο Λουξεμβούργο. Οι συζητήσεις σχετικά με το πακέτο κυρώσεων βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο.

Οπως είπε, «η υιοθέτηση του 14ου πακέτου κυρώσεων είναι ένα από τα πιο σημαντικά θέματα» της συνόδου και «θα φροντίσουμε να συμπεριλάβουμε τόσο την απαγόρευση εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου όσο και μέτρα για τον περιορισμό του ρωσικού σκιώδους στόλου», σημείωσε.

Η Πολωνία ζητάει ξανά αμερικανικά πυρηνικά

Η Πολωνία είναι έτοιμη να υποδεχθεί στο έδαφός της πυρηνικά όπλα, αν το ΝΑΤΟ αποφασίσει να ενισχύσει το ανατολικό σκέλος του μετά την ανάπτυξη νέων όπλων από τη Ρωσία στο Καλίνινγκραντ και ρωσικών πυρηνικών στη Λευκορωσία, δήλωσε ο Πολωνός Πρόεδρος, Α. Ντούντα.

«Αν οι σύμμαχοί μας αποφάσιζαν να αναπτύξουν πυρηνικά όπλα στο έδαφός μας για να ενισχύσουν την ασφάλεια του ανατολικού σκέλους του ΝΑΤΟ, είμαστε έτοιμοι να το πράξουμε», ανέφερε ο Ντούντα, ενώ αποκάλυψε ότι μια ενδεχόμενη ανάπτυξη πυρηνικών όπλων στην Πολωνία αποτελεί «εδώ και κάποιο καιρό» αντικείμενο συζητήσεων μεταξύ Πολωνίας και ΗΠΑ.

«Έχω ήδη θίξει επανειλημμένα αυτό το θέμα», δήλωσε ο Ντούντα, επισημαίνοντας ότι «η Ρωσία στρατιωτικοποιεί όλο και περισσότερο τον θύλακα του Καλίνινγκραντ, μεταφέρει πυρηνικά όπλα στη Λευκορωσία», στα σύνορα με την Πολωνία.

Στη Σύνοδο Κορυφής το 2023 στο Βίλνιους είχε αποφασιστεί πως «το ΝΑΤΟ θα κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για να διασφαλίσει την αξιοπιστία, την αποτελεσματικότητα, την ασφάλεια και την εξασφάλιση της αποστολής του για πυρηνική αποτροπή, μεταξύ άλλων και συνεχίζοντας να εκσυγχρονίζει τις πυρηνικές δυνατότητές του και να επικαιροποιεί τη διαδικασία σχεδιασμού».

Από την πλευρά του, ο Πολωνός πρωθυπουργός, Ντ. Τουσκ, χωρίς να απορρίπτει σε καμία περίπτωση την περίπτωση ανάπτυξης ΝΑΤΟικών πυρηνικών όπλων στην Πολωνία, σχολίασε ότι «αυτή η ιδέα έχει μεγάλη βαρύτητα και είναι πολύ σοβαρή», και «πρέπει να μάθω όλες τις συνθήκες που οδήγησαν τον Πρόεδρο να κάνει μια τέτοια δήλωση». Επισήμανε δε ότι τέτοιες πρωτοβουλίες «πρέπει να είναι πάνω από όλα καλά προετοιμασμένες από τους αρμοδίους».

Σήμερα, ο Τουσκ θα υποδεχθεί στην Πολωνία τον Βρετανό πρωθυπουργό, Ρ. Σούνακ, και τον γγ του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ.

Οι ΗΠΑ «προειδοποιούν» την Κίνα για τη στήριξη στη Ρωσία

Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Αντ. Μπλίνκεν, θα μεταβεί αυτήν τη βδομάδα το Πεκίνο, προκειμένου να προειδοποιήσει την Κίνα να περιορίσει την τεχνική και κάθε άλλη υποστήριξη που παρέχει προς τον ρωσικό στρατό, αναφέρει σε δημοσίευμά του το «Politico».

«Είμαστε έτοιμοι να λάβουμε μέτρα αν χρειαστεί κατά των κινεζικών εταιρειών που υπονομεύουν σοβαρά την ασφάλεια τόσο στην Ουκρανία όσο και στην Ευρώπη», δήλωσε αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ενόψει της αναχώρησης Μπλίνκεν.

Ο αξιωματούχος πρόσθεσε ότι χάρη στην υποστήριξη της Κίνας, η Μόσχα έχει «ανασυγκροτήσει σε μεγάλο βαθμό την αμυντική της βιομηχανική βάση, κι αυτό έχει αντίκτυπο όχι μόνο στο πεδίο της μάχης στην Ουκρανία, αλλά αποτελεί μεγαλύτερη απειλή, πιστεύουμε, για την ευρύτερη ευρωπαϊκή ασφάλεια».

Μιλώντας μετά τη σύνοδο των ΥΠΕΞ του G7 την περασμένη βδομάδα, ο Μπλίνκεν είπε ότι η Κίνα «παρέχει εργαλειομηχανές, ημιαγωγούς, άλλα αντικείμενα διπλής χρήσης που βοήθησαν τη Ρωσία να ξαναχτίσει την αμυντική βιομηχανική βάση της».

Από το συνολικής αξίας πακέτο «ασφαλείας» 95 δισ. δολαρίων, σχεδόν 8,1 δισ. δολάρια θα διατεθούν σε «συμμάχους» των ΗΠΑ στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού για την αντιμετώπιση της Κίνας.

Περισσότερα από 3,3 δισ. δολάρια προορίζονται για υποδομές και ανάπτυξη υποβρυχίων για την AUKUS (ΗΠΑ, Βρετανία, Αυστραλία). Επιπλέον 1,9 δισ. δολάρια θα πάνε για την αναπλήρωση των αμερικανικών όπλων που παρέχονται στην Ταϊβάν και σε άλλους περιφερειακούς «συμμάχους» και ακόμα 2 δισ. δολάρια απευθείας στην Ταϊβάν. Συμπεριλαμβάνονται «Stinger» και άλλα αντιαεροπορικά συστήματα.

«Είναι μια ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις της Κίνας», σχολίασε το ρωσικό ΥΠΕΞ τη βοήθεια για την Ταϊβάν.
πηγή: rizospastis.gr 

Βλαντιμίρ Πούτιν: «H Ρωσία κάνει βήματα για την οικοδόμηση ένός πιο δημοκρατικού κόσμου», βολές κατά της «εξαφανισμένης» ηγεσίας της Δύσης (vid)

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν στη βαρυσήμαντη ομιλία του στη 10η επετειακή Διάσκεψη της Μόσχας για τη Διεθνή Ασφάλεια, αναφέρθηκε σην πολυπολική παγκόσμια τάξη, στην Ουκρανία, στις ενέργειες της Δύσης και τα σχέδια της Ρωσίας για μιά Διεθνή Ασφάλεια....


Οι δυτικές χώρες προσκολλώνται απελπισμένα στην «εξαφανιζόμενη ηγεμονία» τους, αλλά η μονοπολική παγκόσμια τάξη πραγμάτων γίνεται παρελθόν, δήλωσε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν στην ομιλία του στο ακροατήριο της 10ης Διάσκεψης της Μόσχας για τη Διεθνή Ασφάλεια την Τρίτη.

Όπως παρατήρησε ο Ρώσος ηγέτης, η Ρωσία θα «κάνει βήματα για να οικοδομήσει έναν πιο δημοκρατικό κόσμο».

Ο Ρώσος πρόεδρος σημείωσε ότι η Δύση χρειάζεται συγκρούσεις για να παραμείνει στην εξουσία, επομένως οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ανακατεύονται ενεργά στις υποθέσεις άλλων χωρών, πυροδοτώντας κάθε είδους προκλήσεις και εμφύλιους πολέμους. 

Η ηγεμονία της Δύσης προμηνύει στασιμότητα για ολόκληρο τον κόσμο. Ωστόσο, είναι δυνατό να μειωθεί η ένταση και να ξεπεραστούν οι κοινές απειλές ενισχύοντας το σύστημα ενός σύγχρονου πολυπολικού κόσμου. Η Ρωσία θα συνεχίσει να λαμβάνει βήματα προς την οικοδόμηση ενός πιο δημοκρατικού κόσμου και τη βελτίωση των υφιστάμενων μηχανισμών διεθνούς ασφάλειας.



Οι βασικές δηλώσεις του Βλαντιμίρ Πούτιν όπως αξιολογήθηκαν από το πρακτορείο TASS


Η πολυπολική παγκόσμια τάξη

Τα περιγράμματα μιας πολυπολικής παγκόσμιας τάξης διαμορφώνονται ενεργά. «Όλο και περισσότερες χώρες και λαοί επιλέγουν τον δρόμο της ελεύθερης κυριαρχικής ανάπτυξης με βάση τη μοναδικότητα, τις παραδόσεις και τις αξίες τους».

Οι αντικειμενικές διαδικασίες διαμόρφωσης ενός πολυπολικού κόσμου «αντιτίθενται από δυτικές παγκοσμιοποιητικές ελίτ που πυροδοτούν το χάος πυροδοτώντας παλιές και νέες συγκρούσεις και εφαρμόζοντας τη λεγόμενη πολιτική περιορισμού, η οποία ουσιαστικά υπονομεύει κάθε εναλλακτικό κυρίαρχο μονοπάτι ανάπτυξης».

Οι παγκοσμιοποιητικές ελίτ «προσπαθούν πάση θυσία να προσκολληθούν στην ηγεμονία που τους γλιστράει μέσα από τα δάχτυλά τους και επιδιώκουν να κρατήσουν χώρες και λαούς στα χέρια της νεοαποικιακής τάξης»

«Η ηγεμονία τους συνεπάγεται στασιμότητα για ολόκληρο τον κόσμο και για ολόκληρο τον πολιτισμό, και περιλαμβάνει φανατισμό, ακύρωση κουλτούρας και νεοφιλελεύθερο ολοκληρωτισμό».

Η εποχή μιας μονοπολικής παγκόσμιας τάξης εξαφανίζεται στο παρελθόν. «Μόνο με την ουσιαστική ενίσχυση του συστήματος ενός σύγχρονου πολυπολικού κόσμου είναι δυνατό να μειωθούν οι εντάσεις παγκοσμίως, να ξεπεραστούν οι απειλές και οι κίνδυνοι στη στρατιωτική και πολιτική σφαίρα, να αυξηθεί το επίπεδο εμπιστοσύνης μεταξύ των χωρών και να διασφαλιστεί η σταθερή ανάπτυξή τους».

Για την Ουκρανία

Η Δύση χρειάζεται συγκρούσεις «για να κρατήσει την ηγεμονία της». «Ακριβώς αυτός είναι ο λόγος που σχεδίασαν να χρησιμοποιήσουν τον λαό της Ουκρανίας ως τροφή για κανόνια, εφάρμοσαν το σχέδιο «αντι-Ρωσίας», έκλεισαν τα μάτια στη διάδοση της νεοναζιστικής ιδεολογίας, στη μαζική σφαγή των κατοίκων του Ντονμπάς και πλημμύρισε και συνεχίζει να πλημμυρίζει το καθεστώς του Κιέβου με οπλισμό, συμπεριλαμβανομένων των βαρέων όπλων».

Υπό αυτές τις συνθήκες, η Ρωσία αποφάσισε να πραγματοποιήσει ειδική στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία σε πλήρη συμμόρφωση με τον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ. «Οι στόχοι αυτής της επιχείρησης έχουν καθοριστεί με σαφήνεια - είναι η διασφάλιση της ασφάλειας της Ρωσίας και των πολιτών μας και η άμυνα των κατοίκων του Ντονμπάς από τη γενοκτονία».

«Η κατάσταση στην Ουκρανία μαρτυρεί τις προσπάθειες των ΗΠΑ να παρατείνουν αυτή τη σύγκρουση. Και ενεργεί ακριβώς με τον ίδιο τρόπο πυροδοτώντας ένα δυναμικό σύγκρουσης στην Ασία, την Αφρική και τη Λατινική Αμερική».

Για τις ενέργειες της Δύσης

«Οι ΗΠΑ και οι υποτελείς τους παρεμβαίνουν κατάφωρα στις εσωτερικές υποθέσεις κυρίαρχων κρατών. Οργανώνουν προκλήσεις, κρατικά πραξικοπήματα και εμφύλιους πολέμους. Χρησιμοποιώντας απειλές, εκβιασμό και πίεση, προσπαθούν να αναγκάσουν τα ανεξάρτητα κράτη να λυγίσουν στη θέλησή τους και να ζουν σύμφωνα με κανόνες που τους είναι ξένοι».

Ο στόχος της Δύσης είναι «να διατηρήσει την κυριαρχία της, χρησιμοποιώντας αυτό το μοντέλο που της δίνει τη δυνατότητα να τρέφεται από ολόκληρο τον κόσμο όπως έκανε για αιώνες και ένα τέτοιο μοντέλο μπορεί να διατηρηθεί μόνο με τη βία».

Η Δύση παραμέρισε τις προτάσεις της Ρωσίας για αμοιβαία μέτρα ασφαλείας. Εν τω μεταξύ, το ΝΑΤΟ επεκτείνεται προς τα ανατολικά, ενισχύοντας τη στρατιωτική του υποδομή. Προφορικά, εξηγείται υποκριτικά από την ανάγκη ενίσχυσης της ασφάλειας στην Ευρώπη, ενώ στην πραγματικότητα συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο».

Επιθετικές στρατιωτικές πολιτικές ενώσεις, όπως η AUKUS (Αυστραλία, Η.Β. και ΗΠΑ) σχηματίζονται από τη Δύση για να «διπλώσουν στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού το μπλοκ της σύστημα ανάλογο με το ΝΑΤΟ στην Ευρώπη».

Η επίσκεψη της προέδρου της Βουλής των ΗΠΑ Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν ήταν μια προσεκτικά σχεδιασμένη πρόκληση. «Για άλλη μια φορά, οι ΗΠΑ επιχείρησαν σκόπιμα να ρίξουν λάδι στη φωτιά για να αποσταθεροποιήσουν την κατάσταση στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Το αμερικανικό σχέδιο σε σχέση με την Ταϊβάν δεν είναι απλώς ένα ταξίδι ενός ανεύθυνου πολιτικού, αλλά μέρος μιας σκόπιμης συνειδητής στρατηγικής των ΗΠΑ για να αποσταθεροποιήσει και να σπείρει το χάος με την κατάσταση στην περιοχή και παγκοσμίως, [αυτή είναι] μια αποτρόπαια επίδειξη ασέβειας προς την κυριαρχία άλλων χωρών και τις δικές της διεθνείς υποχρεώσεις».

Ενεργώντας με αυτόν τον τρόπο, τα δυτικά κράτη προσπαθούν να αποσπάσουν την προσοχή των πολιτών τους από κρίσιμα κοινωνικο-οικονομικά προβλήματα μεταθέτοντας την ευθύνη στη Ρωσία και την Κίνα για τις δικές τους αποτυχίες. «Η λεγόμενη συλλογική Δύση καταστρέφει σκόπιμα το σύστημα ευρωπαϊκής ασφάλειας».

Για τα σχέδια της Ρωσίας

Η Μόσχα και οι σύμμαχοί της θα συνεχίσουν να «βελτιώνουν τους υπάρχοντες μηχανισμούς διεθνούς ασφάλειας μαζί με τους συμμάχους, τους εταίρους και τους συνεργάτες της και να δημιουργούν νέους, ενισχύοντας με συνέπεια τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις και άλλες δομές ασφαλείας και ενισχύοντας το επίπεδο εξοπλισμού τους με σύγχρονο οπλισμό και στρατιωτικό εξοπλισμό. εξοπλισμός.»

Η Ρωσία θα συνεχίσει επίσης να διασφαλίζει τα εθνικά της συμφέροντα καθώς και την προστασία των συμμάχων της και «να κάνει άλλα βήματα για να οικοδομήσει έναν πιο δημοκρατικό κόσμο».

Είναι απαραίτητο να «αποκατασταθεί ο σεβασμός στο διεθνές δίκαιο και στους θεμελιώδεις κανόνες και αρχές του». Είναι σημαντικό να ενισχυθούν οι θέσεις των Ηνωμένων Εθνών και άλλων τόπων διεθνούς διαλόγου.

«Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και η Γενική Συνέλευση, όπως είχε αρχικά σχεδιαστεί, θα πρέπει να χρησιμεύσουν ως αποτελεσματικά όργανα για τη μείωση της διεθνούς έντασης και την πρόληψη των συγκρούσεων, ενώ παράλληλα θα εργαστούν για να εγγυηθούν την αξιόπιστη ασφάλεια και την ευημερία των χωρών και των λαών».
πληροφορίες από το TASS

Η επιθετικότητα των ΗΠΑ και οι διεθνείς ανταγωνισμοί


Ποιος προκάλεσε την Ουκρανική κρίση; Ποιος προκαλεί στο Κόσοβο; Ποιος προκαλεί στην Ταιβάν;
Για την επιθετικότητα των ΗΠΑ και τους διεθνείς ανταγωνισμούς.

 


«[…] Ως μια πτυχή της στρατηγικής διάσπασης της Κίνας και της αποθάρρυνσης του καθεστώτος του Πεκίνου, γιατί να μην υποστηρίξουν [οι ΗΠΑ] κατά τον ίδιο τρόπο την ανεξαρτησία του Θιβέτ και της Ταιβάν. […]

Οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να καλλιεργήσουν και να ενθαρρύνουν ομάδες αντιφρονούντων στην Κίνα, όπως έκαναν και στις χώρες υπό σοβιετική κατοχή ή στην ίδια την Σοβιετική Ένωση κατά την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. […] Μια ακραία επιλογή θα ήταν οι δυνάμεις των ΗΠΑ να εκπαιδεύσουν κρυφά και να υποστηρίξουν αντάρτες αυτονομιστές. Υπάρχουν ήδη ρωγμές στο κινέζικο κράτος. Το Θιβέτ είναι ουσιαστικά ένα κατεχόμενο έδαφος. Η Ξινγιανγκ, μια παραδοσιακά μουσουλμανική περιοχή στη δυτική Κίνα, υποθάλπτει ήδη έναν ενεργό αυτονομιστικό κίνημα Ουιγούρων που είναι υπεύθυνο για την οργάνωση μιας χαμηλού επιπέδου εξέγερσης ενάντια στο Πεκίνο. Και οι Ταϊβανέζοι, που παρακολουθούν την αγριότητα του Πεκίνου στο Χονγκ Κονγκ, δεν χρειάζονται ιδιαίτερη ενθάρρυνση για να αντιταχθούν στην επανένωση με αυτή την ολοένα και περισσότερο αυταρχική κυβέρνηση.» Σε τροχιά πολέμου(2017) , Γκράχαμ Άλλισον

Το παραπάνω απόσπασμα από το βιβλίο του Graham Allison-μαθητή του Kissinger- ειλικρινές και συνάμα κατατοπιστικό αποτελεί μια παρέμβαση- ερέθισμα προς την φαντασία των κρατικών αξιωματούχων των ΗΠΑ για τους εναλλακτικούς τρόπους και τις εναλλακτικές στρατηγικές που δύνανται να ακολουθήσουν οι ΗΠΑ για την ανάσχεση της ανόδου της Κίνας χωρίς μια άμεση στρατιωτική σύγκρουση! Την ίδια στιγμή τις τελευταίες ώρες παρακολουθούμε την ένταση των σινοαμερικάνικων σχέσεων με αντικείμενο το ταξίδι της Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, Νάνσι Πελόζι.

Εάν επιδιώκει κανείς να αναζητήσει τα αίτια της όξυνσης των διεθνών ανταγωνισμών, τόσο σε οικονομικό επίπεδο, όσο και σε πολιτικό-στρατιωτικό, δεν έχει παρά να κοιτάξει στον ανοιχτό δημόσιο διάλογο που διεξάγεται στις ΗΠΑ και τις στρατηγικές που συζητιώνται και σε τελική ανάλυση τους σχεδιασμούς που υλοποιούνται. Έχει αξία να αναφερθεί κανείς στο γεγονός πως η παραπάνω προσέγγιση δεν είναι καν η περισσότερο φιλοπόλεμη στα πλαίσια αυτής της δημόσιας συζήτησης.

Σε αντίθεση με το κυρίαρχο ιδεολογικό αφήγημα, τουλάχιστον όσον αφορά τον δυτικό κόσμο, πως οι ΗΠΑ αποτελούν τον προμαχώνα της διεθνούς ειρήνης και νομιμότητας και στέλνουν στρατό σε όλες τις γωνιές του πλανήτη για τα ωραία μάτια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας, η αλήθεια είναι πως η βασική αιτία της όξυνσης των διεθνών στρατιωτικών ανταγωνισμών είναι η εμπρηστική πολιτική στρατηγική των ΗΠΑ. Πολιτική στρατηγική που έχει στο επίκεντρο την με μακροπρόθεσμους όρους ανάσχεση, πίεση και περιορισμό αντιπάλων που θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν δυνητικά τις (οικονομικές, πολιτικές και στρατιωτικές) προϋποθέσεις για να αμφισβητήσουν την κυριαρχία των ΗΠΑ.

Αυτή η στρατηγική βρίσκεται εν εξελίξει στην Ουκρανία αλλά και το τελευταίο διάστημα στην Ταϊβάν και την Σιντζιανγκ. Τμήμα αυτού του σχεδιασμού είναι και η κλιμάκωση της κατάστασης στο Βόρειο Κόσσοβο. Το πολιτικό προσωπικό αλλά και οι μηχανισμοί του βαθέως κράτους των ΗΠΑ έχουν την αλαζονεία να εκφέρουν αυτή την στρατηγική βήμα προς βήμα χωρίς καν να νοιώθουν την ανάγκη και την πίεση να κρύψουν τις προθέσεις τους. Οι προθέσεις και οι στοχεύσεις ωστόσο συσκοτίζονται από τον προπαγανδιστικό μηχανισμό που κινητοποιεί η Δύση προκειμένου να ενσωματώσει ιδεολογικά τμήματα των εργαζόμενων στρωμάτων στην δυτική αφήγηση. Σε αυτό το πλαίσιο θα θέσουμε τρία σημεία προκειμένου να αναδείξουμε πως την βασική ευθύνη για τις πρόσφατες εξελίξεις δεν την φέρει ούτε η Ομοσπονδία της Ρωσίας, ούτε η Λαϊκη Δημοκρατία της Κινας ούτε η Σερβία ,κτλ. Την βασική ευθύνη για τις εξελίξεις την φέρει η αμερικάνικη επιθετικότητα.

Πρώτον, οι ΗΠΑ ωθούν διαρκώς προς την ανατροπή του status quo, την παραβίαση διεθνών συμφωνιών, την οικονομική, πολιτική, διπλωματική και στρατιωτική κλιμάκωση. Η παραβίαση της συνθήκης του Μινσκ, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του ουκρανικού στρατού σε αγαστή συνεργασία με το ΝΑΤΟ στην ανατολική Ουκρανία πριν τις 24 Φεβρουαρίου και εν γένει η συζήτηση για ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, αποτέλεσε τον βασικό παράγοντα όξυνσης της Ουκρανικής κρίσης. Μπορεί κανείς να πει πως οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν τον πόλεμο στην Ουκρανία μέχρι την τελευταία ρανίδα αίματος και του τελευταίου Ουκρανού στρατιώτη.

Αντίστοιχα σήμερα η διακυρηγμένη κατεύθυνση των ΗΠΑ για παροχή στρατιωτικής ασφάλειας στην Ταϊβαν και οι συνεχείς παραβιάσεις της συμφωνίας των Τριών Ανακοινωθέντων (Three Communiqués, 1972, 1979, 1982) στην βάση των οποίων δεν προβλέπονται συναντήσεις επίσημων αξιωματούχων των ΗΠΑ και της Ταϊβάν οδηγεί στην κλιμάκωση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας. Αποκορύφωμα, σε πρακτικό και συμβολικό επίπεδο, αυτής της στρατηγικής, το πολυσηζητημένο ταξίδι της Νάνσι Πελόζι.

Σε αντίστοιχο πλαίσιο χαμηλότερης έντασης κινείται και η εφαρμογή που προέβλεπε ότι όποιος εισέρχεται στο Κόσοβο με σερβικό δελτίο ταυτότητας όφειλε να προμηθεύεται προσωρινό έγγραφο με το οποίο θα του δίνεται άδεια παραμονής για 90 ημέρες, κίνηση (που εγκαταλείφθηκε προς το παρόν) που δημιουργεί κλιμάκωση μεταξύ ΝΑΤΟ και Σερβίας. Τα παραπάνω δεν δικαιολογούν σε καμία περίπτωση την εφαρμογή στρατιωτικών επιχειρήσεων από τις πλευρές που θίγονται άμεσα. Αναδεικνύουν όμως ποια είναι αυτή η πολιτική που πυροδοτεί την κλιμάκωση και τους ανταγωνισμούς.

Δεύτερον, οι ΗΠΑ είναι εκείνες που κινητοποιούν έναν τεράστιο όγκο πόρων για τον εξοπλισμό τους, τον εξοπλισμό των κρατών-δορυφόρων τους, για την επέκταση, αναβάθμιση και ενεργοποίηση των βάσεων σε όλο τον πλανήτη. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο Τύπου του Λευκού Οίκου για θέματα Εθνικής Ασφαλείας, Τζον Κέρμπι, το συνολικό πακέτο στρατιωτικής βοήθειας των ΗΠΑ προς την Ουκρανία ξεπερνάει τα 8 δις. Το πακέτο στρατωτικής βοήθειας της ΕΕ προς την Ουκρανία είναι της τάξης του 1,5 δις. Αντίστοιχα εμπρηστική είναι η πολιτική των ΗΠΑ όπως αποτυπώνεται στην συμφωνία AUKUS μεταξύ ΗΠΑ-Βρετανίας- Αυστραλίας που προβλέπει και την ναυπήγηση πυρηνοκίνητου υποβρυχίου στην Αυστραλία με την αρωγή των ΗΠΑ, κόστους που ξεπερνάει τα 121 δις δολλάρια,συμφωνία που έχει ως διακηρυγμένο στόχο την αναβάθμιση της στρατιωτικής παρουσίας στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού για τον περιορισμό της Κίνας. Αντίστοιχα οι ΗΠΑ εντείνουν τις προσπάθειες τους για την ένταξη και την δημιουργία βάσεων του ΝΑΤΟ στην Σουηδία και την Φινλανδία.

Τρίτον, οι ΗΠΑ επιχειρούν να συντονίσουν ένα μέγάλο αριθμό κρατών για την επιβολή κυρώσεων, οικονομικών εμπάργκο, δευτερογενών κυρώσεων με στόχευση την επέμβαση στο εσωτερικό άλλων κρατών για την αλλαγή των συσχετισμών, την διάσπαση ή την αλλαγή καθεστώτων. Η κατεύθυνση αυτή αποτελεί de facto μια κλιμάκωση στο βαθμό που οι επιπτώσεις των οικονομικών κυρώσεων δεν περιορίζονται για το χρονικό διάστημα που επικρατεί η ένταση αλλά πολύ περισσότερο από αυτό. Οι κυρώσεις ωστόσο πλήττουν συνολικά τα εργαζόμενα στρώματα των κρατών ανεξαρτήτως εμπλοκής ή μη στην μία ή στην άλλη πλευρά.

Στην βάση των παραπάνω η ένταση που δημιουργείται από την συζήτηση για την επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβαν και οι αντιδράσεις της ΛΔΚ δεν αφορά απλά μια επίσκεψη όπως τα ΜΜΕ στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς επιχειρούν να εμφανίσουν. Δεν αφορά επίσης την παράνοια κάποιου αυταρχικού ηγέτη. (Είναι γνωστό εξάλλου πως όποιος ηγέτης δεν ευθυγραμμίζεται με τις ΗΠΑ και τον δυτικό κόσμο είναι είτε παρανοϊκος είτε αυταρχικός δικτάτορας είτε και και τα δυο μάζι). Αφορά επί της ουσίας την διάρρηξη των όποιων διπλωματικών σχέσεων μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας καθώς προσβάλλεται- πέραν των συμφωνιών- η αρχή της ενιαίας Κίνας καθώς και την επίδειξη και επιβολή της ισχύος των ΗΠΑ τόσο συμβολικά όσο και πρακτικά. Οι κινήσεις αυτές σηματοδοτούν επίσης πως στην νέα φάση που βρίσκονται οι διεθνείς ανταγωνισμοί η αμερικάνικη επιθετικότητα θα δείξει μεγαλύτερη πυγμή και αποφασιστικότητα.

Συνεπώς όποιος αναζητάει τις αιτίες της πολιτικής, οικονομικής και στρατιωτικής αποσταθεροποίησης σε πλανητικό επίπεδο δεν χρειάζεται να ανατρέξει και πολύ μακριά. Ο διεθνής χωροφύλακας του νεοφιλελευθερισμού, οι ΗΠΑ, συνεχίζουν το έργο τους, αυτό φυσικά της αιματοβαμμένης αμερικάνικης ηγεμονίας του “free world”, αδιαφορώντας ως συνήθως για τις συνέπειες και επιπτώσεις αυτού του έργου στις κοινωνίες όλου του πλανήτη.
πηγή: aristerorevma.gr

Γαλλία: Καρατόμηση του επικεφαλής των στρατιωτικών πληροφοριών για μη πρόβλεψη του πολέμου στην Ουκρανία



Η καρατόμηση του στρατηγού Éric Vidaud, επικεφαλής της Διεύθυνσης Γαλλικών Στρατιωτικών Πληροφοριών (DRM), οφείλεται στην ανεπάρκεια των υπηρεσιών του να προβλέψουν τη ρωσική επίθεση στην Ουκρανία και τη συμφωνία AUKUS (ΗΠΑ, Ηνωμένου Βασίλειου και Αυστραλίας)

Ο στρατηγός Ερίκ Βιντό (Eric Vidaud), επικεφαλής των στρατιωτικών πληροφοριών της Γαλλίας, απολύθηκε λόγω του ότι η υπηρεσία του ανέλυσε ανεπαρκώς την κατάσταση πριν από την εισβολή της Ρωσίας και απέτυχε να προβλέψει σωστά τον πόλεμο, ανέφερε το Γαλλικό Πρακτορείο.

Υπήρξαν «ανεπαρκείς ενημερώσεις» και «έλλειψη γνώσης των θεμάτων», δήλωσε στρατιωτική πηγή, όπως ανέφερε η εφημερίδα L’Opinion το βράδυ της Πέμπτης (31 Μαρτίου).

Ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού Thierry Burkhard είχε ήδη αναφερθεί δημοσίως στις αδυναμίες της υπηρεσίας σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Monde.

Σε σύγκριση με τις αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών, «οι υπηρεσίες μας μάλλον πίστευαν ότι η κατάκτηση της Ουκρανίας θα είχε τερατώδες κόστος και ότι οι Ρώσοι είχαν άλλες επιλογές», είπε.

Η μη πρόβλεψη του πολέμου στην Ουκρανία έρχεται να προστεθεί στην αποτυχία της υπηρεσίας να προβλέψει το «φιάσκο» και την επακόλουθη διαμάχη του Παρισιού με τις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Αυστραλία (συμφωνία AUKUS), αφού οι τελευταίες τορπίλισαν μια συμφωνία υποβρυχίων πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων με τη Γαλλία υπέρ μιας συμφωνίας με την Ουάσιγκτον και το Λονδίνο.

Ο Ερίκ Βιντό που διορίστηκε μόλις πριν από επτά μήνες, υποτίθεται ότι θα διατηρούσε τη θέση του επικεφαλής των στρατιωτικών πληροφοριών μέχρι τον Ιούλιο του 2022.
πληροφορίες: euractiv.gr

Ο πόλεμος στην Ουκρανία κι εμείς


Ο ίδιος ο πόλεμος του Πούτιν στην Ουκρανία, αντί να αποτελέσει πλήγμα για τις ΗΠΑ, εξελίσσεται σε καταλύτη για την ενίσχυσή τους, σε μια ακόμη εκδήλωση της ετερογονίας των σκοπών. Από «εγκεφαλικά νεκρό», κατά Μακρόν, το ΝΑΤΟ ανένηψε και διανύει μια δεύτερη νεότητα...


Πέτρος Παπακωνσταντίνου*

Ένα μήνα μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, αυτό που ξεκίνησε ως κεραυνοβόλος πόλεμος κινήσεων, εξελίσσεται σε πιο αργό, ίσως και πιο φονικό πόλεμο θέσεων, με οχυρωμένα στρατόπεδα και μακρινά πλήγματα πυροβολικού και αεροπορίας. Η γραμμή του μετώπου έχει παγιωθεί στο μεγαλύτερο μέρος της· οι Ρώσοι έχουν αποκομίσει σημαντικά εδαφικά κέρδη, κυρίως στο Νότο και στα Ανατολικά, αλλά δεν έχουν καταφέρει να καταλάβουν ούτε μία από τις δέκα μεγαλύτερες πόλεις της Ουκρανίας· ο ουκρανικός στρατός έχει καθηλώσει τις εχθρικές δυνάμεις στις πύλες των αστικών κέντρων που πολιορκούνται (με εξαίρεση τη Μαριούπολη) και σε ορισμένες περιπτώσεις έχει αρχίσει να εκδηλώνει επιτυχείς αντεπιθέσεις. Η ίδια, εκρηκτικά ασταθής ισορροπία επικρατεί στο διπλωματικό επίπεδο, με τις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση του πυρός σε νεκρό σημείο, αφού ούτε η Μόσχα είναι ικανοποιημένη με ό,τι έχει πετύχει μέχρι τώρα- αντί τεράστιου πολιτικού, οικονομικού και ηθικού τιμήματος- ούτε το Κίεβο αισθάνεται την ανάγκη να συνθηκολογήσει.

Σε αυτό το φόντο, ο αναπληρωτής αρχηγός ΓΕΕΘΑ της Ρωσίας, Σεργκέι Ρουντσκόι, δήλωσε την Παρασκευή, 25 Μαρτίου, ότι η πρώτη φάση των ρωσικών επιχειρήσεων είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική αποδυνάμωση του ουκρανικού στρατού, κάτι που θα επιτρέψει στη δεύτερη φάση να επικεντρωθούν οι ρωσικές δυνάμεις στον κεντρικό τους στόχο, δηλαδή την «απελευθέρωση» ολόκληρου του Ντονμπάς[i]. Το Κίεβο και η Δύση ερμήνευσαν αυτή την τοποθέτηση ως ομολογία αποτυχίας, υποστηρίζοντας ότι ο Πούτιν περίμενε έναν περίπατο λίγων ημερών μέχρι το Κίεβο, αλλά απέτυχε οικτρά και αναγκάζεται τώρα να αναδιπλωθεί, την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενoς.

Ότι η ρωσική ηγεσία υποτίμησε την αντίσταση που θα συναντούσε από τον ουκρανικό στρατό (αλλά και τις σαρωτικές κυρώσεις μιας επανενωμένης, έστω προσωρινά, Δύσης) είναι μάλλον βέβαιο. Αλλά ότι το Κρεμλίνο περίμενε έναν αστραπιαίο πόλεμο λίγων ημερών, ακούγεται ως φτηνή προπαγάνδα. Η αμερικανική υπερδύναμη, στο απόγειο της μονοκρατορίας της, το 1991, χρειάστηκε 956.000 στρατιώτες και 42 μέρες πολέμου για να υπερισχύσει μιας αραβικής χώρας, του Ιράκ, εξουθενωμένης από οκτώ χρόνια τρομερού πολέμου με το Ιράν- και μάλιστα, χωρίς ο αμερικανικός στρατός να μπει στη Βαγδάτη και χωρίς να ανατρέψει τον Σαντάμ Χουσεϊν. Μόνο ένας παράφρων στο Κρεμλίνο θα μπορούσε να υπολογίζει ότι 120.000 Ρώσοι στρατιώτες θα κατάφερναν να καταλάβουν τη δεύτερη μεγαλύτερη, σε έκταση, χώρα της Ευρώπης, που κληρονόμησε από τα χρόνια της ΕΣΣΔ ισχυρότατη πολεμική βιομηχανία, ετοιμαζόταν γι αυτό τον πόλεμο οκτώ χρόνια και απολάμβανε στρατιωτικού εξοπλισμού, πληροφοριών και εκπαίδευσης από Αμερικανούς και Βρετανούς. Ο Πούτιν είναι πολλά πράγματα, αλλά παράφρων δεν είναι.

Μπορεί οι στρατιωτικοί σχεδιασμοί και οι πολιτικοί στόχοι του Κρεμλίνου να περιβάλλονται από ομίχλη, αλλά οι επιδιώξεις των ΗΠΑ είναι απολύτως διαυγείς. Όπως έγραψε ο Ντέιβιντ Σάνγκερ, επικεφαλής του γραφείου των New York Times στην Ουάσιγκτον, η κυβέρνηση Μπάιντεν εννοεί να εγκλωβίσει τη Ρωσία σε έναν μακρύ πόλεμο τεράστιου κόστους, όπως συνέβη, τηρουμένων των αναλογιών, με την καθήλωση της ΕΣΣΔ στο ναρκοπέδιο του Αφγανιστάν (το γεγονός ότι οι Αμερικανοί έστειλαν στους Ουκρανούς αντιαεροπορικούς πυραύλους Stinger, που είχαν ενισχύσει την τζιχάντ των μουτζαχεντίν κατά των Σοβιετικών, έχει και τη συμβολική σημασία του). Ο γνωστός ιστορικός Νάιαλ Φέργκιουσον έγραψε στο πρακτορείο Bloomberg ότι κορυφαίοι παράγοντες της κυβέρνησης Μπάιντεν του είπαν απερίφραστα ότι το μόνο νοητό, γι' αυτούς, τέλος αυτού του πολέμου περιλαμβάνει την ανατροπή του Πούτιν και μια πιο πειθήνια έναντι της Αμερικής Ρωσία- κάτι που θα αποτελούσε ταυτόχρονα ισχυρή προειδοποίηση στην Κίνα[ii]. Ο ίδιος ο (κάθε άλλο παρά αντιιμπεριαλιστής) Φέργκιουσον θεωρεί αυτή τη θεώρηση επικίνδυνη πλάνη του Μπάιντεν και το πιθανότερο είναι ότι έχει δίκιο.

Όσο μιλούν τα όπλα, επιβάλλεται κάποια σεμνότητα λόγων και οικονομία προβλέψεων, επί ποινή γρήγορης διάψευσης. Σε κάθε περίπτωση, όσοι είναι έτοιμοι να στοιχηματίσουν τα πάντα σε ένα Βατερλώ της Ρωσίας και στον πολιτικό θάνατο του Πούτιν αναλαμβάνουν ένα παιχνίδι υψηλότατου ρίσκου, για τους ίδιους και για τον κόσμο όλο. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η μάχη της Μαριούπολης έχει φτάσει στο κέντρο της μαρτυρικής πόλης και η πτώση της μπορεί να είναι θέμα ημερών. Εάν εξελιχθούν έτσι τα πράγματα, θα πρόκειται για στρατηγικής σημασίας επιτυχία των εισβολέων. Η Ουκρανία θα έχει χάσει το 80% των ακτών της και η Ρωσία θα έχει εξασφαλίσει χερσαία σύνδεση ανάμεσα στην Κριμαία και το Ντονμπάς. Επιπλέον, οι Ρώσοι θα μπορέσουν να συγκεντρώσουν μεγαλύτερες δυνάμεις για να προελάσουν στην περιοχή ανάμεσα στη σημερινή διαχωριστική γραμμή του Ντονιέτσκ και το Χάρκοβο, όπου συγκεντρώνονται οι πιο αξιόμαχες δυνάμεις του ουκρανικού στρατού. Ήδη, μακριά από τις τηλεοπτικές κάμερες των δυτικών συνεργείων, οι Ρώσοι έχουν θέσει υπό έλεγχο το 93% του Λουγκάνσκ και το 56% του Ντονιέτσκ (πριν από την εισβολή ήλεγχαν περίπου το ένα τρίτο των εκτάσεών τους), όπως και ένα τεράστιο, συνεχές τόξο ουκρανικών συνόρων, που ξεκινάει βόρεια του Κιέβου, συνεχίζεται έξω από το Σούμι και το Χάρκοβο, περνάει από το Ντονμπάς και την Κριμαία και φτάνει στη Χερσώνα, στη Μαύρη Θάλασσα.

Στο οικονομικό πεδίο, η Ρωσία υποφέρει σοβαρά από τις κυρώσεις και το κύμα φυγής δυτικών εταιρειών, με αποτέλεσμα το φάσμα της μαζικής ανεργίας, των ελλείψεων αγαθών και της απότομης πτώσης του βιοτικού επιπέδου να βρίσκεται επί θύραις. Είναι πιθανό, όμως, να αποφύγει την κατάρρευση χάρη στη βοήθεια κυρίως της Κίνας, αλλά και άλλων κρατών. Από τις 10 πολυπληθέστερες χώρες του κόσμου, μόνο μία, οι ΗΠΑ, έχουν επιβάλει κυρώσεις στη Ρωσία.

Όταν ο Μπάιντεν, στη μακρά, διάρκειας περίπου δύο ωρών, τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Σι Τζινπίνγκ κάλεσε την Κίνα να μη στηρίξει τη Ρωσία, απειλώντας την με συνέπειες, ο Κινέζος ηγέτης του απάντησε: «Όποιος αποφάσισε να κρεμάσει το κουδούνι στο λαιμό της τίγρης, εκείνος πρέπει να πάει να της το βγάλει»-εννοώντας ότι οι Αμερικανοί εξαγρίωσαν τη Ρωσία με την περικύκλωσή της από το ΝΑΤΟ, επομένως ας λουστούν τώρα τις επιπτώσεις. Η Αμερική δεν μπορεί να κηρύξει οικονομικό πόλεμο στην Κίνα χωρίς να πυροβολήσει τα πόδια της, καθώς η στενή αλληλεξάρτηση ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου έχει δημιουργήσει μια κατάσταση αμοιβαία εγγυημένης καταστροφής (MAD), ανάλογη με εκείνη που υπήρχε στο πεδίο των πυρηνικών όπλων επί Ψυχρού Πολέμου. Άλλωστε η Κίνα δεν μπορεί να ξεχάσει το πρόσφατο, αντικινεζικό σύμφωνο AUKUS στον Ινδοειρηνικό, τη στάση των ΗΠΑ στο κεφαλαιώδες θέμα της Ταϊβάν, την υπόθαλψη αποσχιστικών τάσεων των Ουιγούρων, τον αμερικανικό πόλεμο στο πεδίο των υψηλών τεχνολογιών και τόσα άλλα. Μια ταπεινωτική ήττα της Ρωσίας και προσωπικά του Πούτιν, σε αυτή τη φάση, θα ήταν σοβαρότατο πλήγμα για την ίδια την Κίνα και τον Σι.

Όσο για το εσωτερικό της Ρωσίας, τίποτα δεν δείχνει μέχρι στιγμής ότι υπάρχουν σοβαρές, πραγματικά απειλητικές κινήσεις εναντίον του Πούτιν. Ανεξάρτητες (μη ελεγχόμενες από την κυβέρνηση) δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η μεγάλη πλειονότητα των Ρώσων εξακολουθεί να στηρίζει τον Ρώσο πρόεδρο- δυστυχώς και τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ούτε από τους ολιγάρχες, οι οποίοι ούτως ή άλλως στη Ρωσία δεν διαθέτουν πολιτική δύναμη, ούτε από τους κύκλους της κρατικής γραφειοκρατίας έχουν εκδηλωθεί φυγόκεντρες τάσεις, αν και τίποτα δεν αποκλείει να εκδηλωθούν αύριο.

Με αυτά τα δεδομένα, το ενδεχόμενο παράτασης του πολέμου για κάμποσες εβδομάδες, αν όχι και μήνες, μέχρι να υπάρξει αν όχι ειρήνευση, τουλάχιστον ανακωχή, διαγράφεται ισχυρό. Κάτι τέτοιο θα ήταν εφιαλτικό πρώτα απ’ όλα για τον σκληρά δοκιμαζόμενο ουκρανικό λαό. Ένας στους τέσσερις Ουκρανούς έχει ήδη ξεριζωθεί από την εστία του, η οικονομική καταστροφή είναι ανείπωτη, η χώρα κινδυνεύει να διαμελιστεί, καθώς οι Αμερικανοί την αντιμετωπίζουν κυνικά ως Ιφιγένεια, που δεν θα διστάσουν να θυσιάσουν στην ανάγκη, προκειμένου να υπηρετήσουν τους μείζονες στόχους τους: τη συντριβή της Ρωσίας και την αποκατάσταση της «ενότητας της Δύσης» υπό αμερικανική ηγεμονία, δηλαδή την καθήλωση της Ευρώπης σε ρόλο θεραπαινίδας τους, κάτι από το οποίο δεν απέχουν και πολύ.

Σημαίνουν όλα αυτά ότι θα μπορούσε κανείς να δικαιολογήσει, με βαριά καρδιά, τον πόλεμο του Πούτιν με το επιχείρημα ότι μια ήττα της Ρωσίας θα ευνοούσε την κύρια απειλή για την παγκόσμια ειρήνη και την κυριαρχία των λαών, τον αμερικανικό ιμπεριαλισμό; Σε καμία περίπτωση. Η απερίφραστη καταδίκη αυτού του άδικου πολέμου, που συσσωρεύει τρομερά δεινά σε έναν λαό 45 εκατομμυρίων ανθρώπων, θα έπρεπε να είναι αυτονόητη για κάθε πολιτισμένη συνείδηση και ειδικά για τους αριστερούς. Οι νεοταξίτες και νεοδεξιοί μπορούν να κοιμούνται ήσυχοι όταν χύνουν κροκοδείλια δάκρυα για τον ουκρανικό λαό, ενώ δεν ένοιωσαν καμία υποχρέωση να βγουν στους δρόμους για τους λαούς της Γιουγκοσλαβίας, του Ιράκ ή της Παλαιστίνης. Ο αριστερός δεν μπορεί να κοιτάξει με ήρεμη συνείδηση τον εαυτό του στον καθρέφτη αν δεν είναι λόγω και έργω με τον Δαβίδ απέναντι στον Γολιάθ σε όλα τα γεωγραφικά μήκη και πλάτη του πλανήτη, σε όλες τις ιστορικές στιγμές.

Ό,τι δίκιο κι αν είχε η Ρωσία για την περικύκλωσή της από το ΝΑΤΟ και για τις διώξεις των Ρωσόφωνων από τους ακροδεξιούς εθνικιστές στην Ουκρανία, το έχασε από τη στιγμή που άρχισε να βομβαρδίζει τις ουκρανικές πόλεις. Γιατί ο Πούτιν δεν αμφισβήτησε μόνο μια κυβέρνηση, αμφισβήτησε το ίδιο το δικαίωμα της Ουκρανίας να υπάρχει σαν ανεξάρτητο κράτος, λέγοντας ότι πρόκειται για ένα τεχνητό κατασκεύασμα του Λένιν και των μπολσεβίκων. Έφτασε στο σημείο, προτού αρχίσει ο πόλεμος, να στείλει στην Ουκρανία το εξής, επί λέξει, μήνυμα: «Σ΄αρέσει, δεν σ’ αρέσει, γλυκιά μου, θα το υποστείς». Ποιος άνθρωπος που θέλει να λέγεται άνθρωπος δεν θα αγανακτούσε αν άκουγε να εκστομίζεται μια τέτοια φράση από έναν άντρα προς μία γυναίκα; Και ποιος μπορεί να μην εξεγερθεί όταν ακούει έναν ηγέτη κράτους να λέει αυτή την πολύ «ματσό» χυδαιότητα για έναν άλλο λαό;

Ούτε βέβαια κάνει ο Πούτιν κάποιον «αντιφασιστικό πόλεμο» στην Ουκρανία, όπως κάποιοι αφελέστατα είναι έτοιμοι να πιστέψουν. Χρησιμοποιεί ως άλλοθι τους φασίστες που έκαναν όντως εγκλήματα πολέμου στην Οδησσό και το Ντονμπάς για να δικαιολογήσει τις επεκτατικές βλέψεις του- όπως ακριβώς χρησιμοποιούσαν οι Αμερικανοί υπαρκτές θηριωδίες του Μιλόσεβιτς στην πρώην Γιουγκοσλαβία ή του Χουσεϊν στο Ιράκ. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι η Ρωσία δεν είχε κανένα ηθικό πρόβλημα να χρηματοδοτεί την Μαρίν Λεπέν στην προεκλογική εκστρατεία της.

Έστω, θα πει κανείς, αλλά ένας πολυπολικός κόσμος, με μια ισχυρή Ρωσία και μια ισχυρή Κίνα, δεν δίνει περισσότερα περιθώρια στους μικρότερους λαούς όλου του κόσμου από έναν κόσμο στο έλεος της αμερικανικής υπερδύναμης και τους συμμάχους της; Η απάντηση είναι, μπορεί ναι, μπορεί και όχι, ανάλογα με το τι είδους είναι η «πολυπολικότητα» για την οποία τόσος λόγος γίνεται. Πολυπολικός ήταν ο κόσμος και στις παραμονές του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μόνο που όλοι οι υπολογίσιμοι πόλοι του ήταν ιμπεριαλιστικές αυτοκρατορίες, έτοιμες να κόψουν η μία το λαρύγγι της άλλης, όπως και το έκαναν. Πολύ φοβάμαι ότι η Νέα Παγκόσμια Τάξη (ή μάλλον Αταξία) που ανατέλλει σήμερα θα μοιάζει λιγότερο με τον Ψυχρό Πόλεμο και περισσότερο με τον προ του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου κόσμο.

Στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου, η ΕΣΣΔ ήταν ένα καταπιεστικό, μόνο κατ’ όνομα σοσιαλιστικό καθεστώς, αλλά όντως στήριζε ως ένα βαθμό εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου απέναντι στον ιμπεριαλισμό. (Για τα εργατικά και αριστερά κινήματα της Δύσης, υπήρχε πάντα το όριο της Γιάλτας). Η Ρωσία του Πούτιν δεν είναι εκφυλισμένο εργατικό κράτος, αλλά ολιγαρχικός καπιταλισμός- το γεγονός ότι ο Ρώσος πρόεδρος είχε μέχρι προχθές σε κρατική θέση τον διαβόητο Ανατόλι Τσουμπάις, αρχιτέκτονα των ληστρικών ιδιωτικοποιήσεων που έφτιαξαν εν μια νυκτί την τάξη των ολιγαρχών, σφετεριζόμενοι αντί πινακίου φακής τη λαϊκή περιουσία, ασφαλώς λέει πολλά, ή μάλλον τα λέει όλα. Όνειρο του Πούτιν δεν είναι η ανασύσταση της ΕΣΣΔ, αλλά της μεγαλορώσικης Αυτοκρατορίας. Ο ψυχρός κυνισμός της μεγάλης δύναμης μπορεί να τον οδηγήσει να στηρίξει, κάποια στιγμή, αριστερές κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική, με την ίδια άνεση που θα στηρίξει το Ισραήλ, με το οποίο διατηρεί άριστες σχέσεις, στη Μέση Ανατολή.

Ο ίδιος ο πόλεμος του Πούτιν στην Ουκρανία, αντί να αποτελέσει πλήγμα για τις ΗΠΑ, εξελίσσεται σε καταλύτη για την ενίσχυσή τους, σε μια ακόμη εκδήλωση της ετερογονίας των σκοπών. Από «εγκεφαλικά νεκρό», κατά Μακρόν, το ΝΑΤΟ ανένηψε και διανύει μια δεύτερη νεότητα. Η ίδια η Ρωσία, ακόμη κι αν αποκομίσει (εύθραυστα και διαρκώς αμφισβητήσιμα) στρατιωτικά κέρδη, θα υποστεί τεράστια πολιτική, οικονομική και ηθική ζημιά. Το πιθανότερο είναι ότι θα περιπέσει σε θέση ελάσσονος εταίρου της Κίνας, μια και η ρωσική οικονομία είναι το ένα δέκατο της κινεζικής. Αυτό σημαίνει ότι οι Κινέζοι, προκειμένου να σώσουν τη Ρωσία, θα αποκτήσουν κοψοχρονιά επιχειρήσεις- φιλέτο και θα την κάνουν ισχυρότατα εξαρτημένη από το Πεκίνο σε τρία κρίσιμα πεδία: το τραπεζικό, τις ροές ενέργειας και τις νέες τεχνολογίες. Στο μεταξύ, ο κόσμος όλος θα απειλείται από μια μεγάλων διαστάσεων επισιτιστική κρίση (Ρωσία και Ουκρανία μαζί παράγουν το ένα τέταρτο των παγκόσμιων σιτηρών), ενώ η παγκόσμια οικονομία είναι πολύ πιθανό να γνωρίσει μια νέα, οδυνηρή ύφεση. Τηρουμένων των αναλογιών, όπως οι γεωπολιτικές κρίσεις από τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1973 και την ιρανική επανάσταση του 1979 οδήγησαν πρώτα σε ενεργειακές κρίσεις, ύστερα σε γενικευμένη ύφεση και τελικά σε αλλαγή οικονομικού υποδείγματος επί τα χείρω, από τον κεϋνσιανισμό στον νεοφιλελευθερισμό.

Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι, νομίζω, προφανές. Η μόνη πολιτικά και ηθικά επιβεβλημένη στάση ενός προοδευτικού πολίτη απέναντι σε αυτό τον ολέθριο, από κάθε σκοπιά, πόλεμο είναι να εξεγερθεί και να απαιτήσει τον άμεσο τερματισμό του με μια δίκαιη ειρήνη. Κάτι που σημαίνει αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων από την Ουκρανία, ρωσικών και Δυτικών (σύμβουλοι, εκπαιδευτές, μισθοφόροι), ακύρωση των σχεδίων για ένταξη στο ΝΑΤΟ, διεθνείς εγγυήσεις για την ασφάλεια και κυριαρχία της, σεβασμό των δικαιωμάτων των ρωσόφωνων και των άλλων εθνικών ομάδων, αποκατάσταση των κομμάτων που έχουν βγει στην παρανομία από τις δύο τελευταίες κυβερνήσεις του Κιέβου, επίλυση του προβλήματος στο Ντονμπάς με διαπραγματεύσεις και όχι με τα όπλα. Ουτοπικό; Με τα σημερινά δεδομένα, ίσως. Αλλά συνένοχοι του εγκλήματος, είτε των μεν, είτε των δε, δεν μπορούμε να γίνουμε και δεν θα γίνουμε.

[i] Ντονμπάς σημαίνει «λεκάνη του ποταμού Ντον». Πρόκειται για την περιοχή της ανατολικής Ουκρανίας πάνω από την Αζοφική Θάλασσα, που περιλαμβάνει τις ρωσόφωνες επαρχίες του Ντονιέτσκ και του Λουγκάνσκ. Μετά τον εμφύλιο πόλεμο του 2014, που ακολούθησε την ανατροπή του φιλορώσου προέδρου της Ουκρανίας Βίκτορ Γιανουκόβιτς, οι δύο επαρχίες διχοτομήθηκαν και οι φιλορώσοι αυτονομιστές ανακήρυξαν «Λαϊκές Δημοκρατίες» στα τμήματα που ήλεγχαν.

[ii]Nial Ferguson, “Putin Misunderstands History. So, Unfortunately, Does the U.S.”, bloomberg.com/opinion/articles/2022-03-22/niall-ferguson-putin-and-biden-misunderstand-history-in-ukraine-war

* Ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου είναι Δημοσιογράφος, Συγγραφέας και Συντάκτης του Διεθνούς ρεπορτάζ και αρθρογράφος στην εφημερίδα ΚΑΘΜΕΡΙΝΗ.

Το ελαττωματικό όραμα του Μακρόν για την Ευρώπη - Επίμονες διαιρέσεις θα εμποδίσουν τα όνειρά του για παγκόσμια ισχύ


Mολονότι ο Μακρόν έχει δίκιο να πιέζει τους Ευρωπαίους να αξιολογήσουν την θέση της ηπείρου στον κόσμο, δεν έχει ακόμη καθορίσει τις προτεραιότητες που θα πρέπει να καθοδηγήσουν την Ευρώπη, ούτε έχει προτείνει μια στρατηγική για την επέκταση των ικανοτήτων της ηπείρου, ώστε να μπορέσει να ενεργήσει βάσει αυτών...

Κάθε ευρωπαϊκή προσπάθεια πρέπει να καθορίσει τις προτεραιότητες, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης ενός δύσκολου ερωτήματος που αποφεύγουν οι περισσότεροι Ευρωπαίοι: Για ποιο πράγμα είναι διατεθειμένοι να πολεμήσουν και να πεθάνουν;

Francis J. Gavin* και Alina Polyakova*

Στις 11 Μαΐου 1962, ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζον Φ. Κένεντι, φιλοξένησε μια εξαιρετική συγκέντρωση Αμερικανών ταλέντων του πολιτισμού για να καλωσορίσει τον υπουργό Πολιτισμού της Γαλλίας, André Malraux. Το δείπνο -το οποίο περιελάμβανε φωστήρες όπως ο μυθιστοριογράφος Saul Bellow, ο ζωγράφος Mark Rothko, ο θεατρικός συγγραφέας Arthur Miller, και ο βιολονίστας Isaac Stern- ήταν μια γιορτή των μακροχρόνιων ιστορικών δεσμών μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γαλλίας. Ωστόσο, λίγες μόνο ώρες πριν από αυτήν την λαμπερή γιορτή, ο Κένεντι, ο Malraux, και ο Γάλλος πρέσβης στις Ηνωμένες Πολιτείες είχαν μια έντονη συζήτηση σχετικά με τις ολοένα πιο έντονες επικρίσεις του Γάλλου προέδρου, Σαρλ ντε Γκωλ, για την πολιτική των ΗΠΑ και τα συνοδευτικά αιτήματα [του] για στρατηγική αυτονομία.

Τα παράπονα του Ντε Γκωλ περιελάμβαναν την κριτική για την στρατηγική των Ηνωμένων Πολιτειών κατά την διάρκεια της κρίσης του Βερολίνου, την υπεροχή του δολαρίου στην διεθνή οικονομία, και την υποστήριξη των ΗΠΑ στην αίτηση [ένταξης] του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ). Ο Γάλλος πρόεδρος, παρατήρησε ο Κένεντι, φαινόταν να θέλει τόσο την προστασία των ΗΠΑ όσο και την απεριόριστη ικανότητα να χαράξει το μονοπάτι της χώρας του, «μια Ευρώπη πέρα από την επιρροή μας —αλλά που υπολογίζει σε εμάς», όπως συνόψισε τα λόγια του ο σύμβουλός του επί της εθνικής ασφαλείας, McGeorge Bundy. Ο Γάλλος πρόεδρος θα πρέπει να προσέχει τι εύχεται, πρόσθεσε ο Κένεντι, αφού «οι Αμερικανοί θα ήταν ευτυχείς να βγάλουν τις ΗΠΑ από την Ευρώπη, αν ήταν αυτό που ήθελαν οι Ευρωπαίοι». Όταν ο Malraux ανακοίνωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα τολμούσαν να φύγουν, ο πρόεδρος απάντησε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες το είχαν ήδη «κάνει δύο φορές», αναφερόμενος στην απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών μετά από αμφότερους τους παγκόσμιους πολέμους.

Η διαμάχη μετριάστηκε μόνο εν μέρει από την πρόποση του προέδρου, η οποία, ισχυρίστηκε ο Κένεντι, θα ήταν η «πρώτη ομιλία για τις σχέσεις μεταξύ Γαλλίας και Ηνωμένων Πολιτειών που δεν περιλαμβάνει φόρο τιμής στον στρατηγό Lafayette». Αντίθετα, ο Κένεντι επισήμανε τον πρώτο πρόεδρο που έζησε στον Λευκό Οίκο, τον Τζον Άνταμς, ο οποίος «ζήτησε να γραφτεί στην ταφόπλακά του: “Διατήρησε την ειρήνη με την Γαλλία”». Τελικά, ο Malraux είχε δίκιο: ο Ντε Γκωλ συνέχισε να υπονομεύει τις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ, μολονότι μπήκαν στον πειρασμό, δεν απέσυραν την ομπρέλα ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών.

Στις 9 Δεκεμβρίου 2021, σε μια σπάνια συνέντευξη Τύπου, ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, έκανε ό,τι και ο Ντε Γκωλ και ανακοίνωσε ότι στόχος της ηπείρου πρέπει να είναι να δημιουργήσει μια «ισχυρή Ευρώπη, ενεργή στον κόσμο, πλήρως κυρίαρχη, ελεύθερη στις επιλογές της, και κυρίαρχη του ίδιου της του πεπρωμένου». Για τον Μακρόν, στρατηγική αυτονομία σημαίνει [1] μια Ευρώπη με την δική της θέση στον κόσμο και την δική της ικανότητα να διαμορφώνει τα παγκόσμια γεγονότα. Παρόμοια με τον προκάτοχό του, Ντε Γκωλ, ο Μακρόν δεν θέλει η Ευρώπη —ή η Γαλλία— να είναι ανίσχυρη παρατηρητής σε έναν κόσμο που ορίζεται όλο και περισσότερο από έναν ανταγωνισμό για επιρροή μεταξύ μιας ανερχόμενης Κίνας και των Ηνωμένων Πολιτειών.

Μπορεί να φαίνεται ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά από την συνάντηση του Κένεντι με τον Malraux, δεδομένου ότι η Γαλλία και οι Ηνωμένες Πολιτείες διαφωνούν ακόμη για την ανεξαρτησία της Ευρώπης. Αλλά η σημερινή γεωπολιτική πραγματικότητα δεν είναι εκείνη της δεκαετίας του 1960. Ο κόσμος δεν ορίζεται πλέον από τους αγώνες του Ψυχρού Πολέμου [2] μεταξύ δύο υπερδυνάμεων˙ οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιλαμβάνονται τώρα την Κίνα και τον Ινδο-Ειρηνικό ως τη μεγαλύτερη προτεραιότητά της εξωτερικής πολιτικής τους, και η διατλαντική συμμαχία αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις, όπως η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και η ρύθμιση των νέων ψηφιακών τεχνολογιών, τις οποίες δεν είναι σχεδιασμένη για να αντιμετωπίσει.

Όμως, μολονότι ο Μακρόν έχει δίκιο να πιέζει τους Ευρωπαίους να αξιολογήσουν την θέση της ηπείρου στον κόσμο, δεν έχει ακόμη καθορίσει τις προτεραιότητες που θα πρέπει να καθοδηγήσουν την Ευρώπη, ούτε έχει προτείνει μια στρατηγική για την επέκταση των ικανοτήτων της ηπείρου, ώστε να μπορέσει να ενεργήσει βάσει αυτών. Το όραμα του Μακρόν είναι περισσότερο ένας μακρύς κατάλογος που θέτει επί τάπητος τα πάντα, από την αυξημένη πολυμέρεια και τις αντιτρομοκρατικές στρατηγικές έως τις συνομιλίες για την ενίσχυση της ασφάλειας της ηπείρου. Ορισμένες προτάσεις φαίνονται αντιφατικές, όπως η επιθυμία για μια Γαλλία που διαθέτει «την ικανότητα να υπερέχει και να έχει επιρροή μεταξύ άλλων εθνών», μια χώρα στην οποία οι Γάλλοι θα είναι «κύριοι του πεπρωμένου μας», αλλά και μια χώρα στην οποία «η ανεξάρτητη λήψη των αποφάσεών μας είναι πλήρως συμβατή με την ακλόνητη αλληλεγγύη μας προς τους Ευρωπαίους εταίρους μας». Άλλες ιδέες φαίνονται προβληματικές και απίθανο να βρουν ευρεία απήχηση, όπως η πρόταση του Μακρόν ότι «δεν μπορεί να υπάρξει σχέδιο άμυνας και ασφάλειας των Ευρωπαίων πολιτών χωρίς το πολιτικό όραμα που επιδιώκει να προωθήσει την σταδιακή ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης με την Ρωσία».

Αυτό το όραμα προϋποθέτει ότι μια ήπειρος με μακρά ιστορία διαιρέσεων είναι πλέον ενωμένη στην αμυντική και στην εξωτερική της πολιτική. Αλλά μια βιαστική ματιά στις πρόσφατες συζητήσεις για την Ρωσία, την Κίνα [3], ακόμη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, δείχνει έλλειψη στρατηγικής συνοχής μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών. Το όραμα του Μακρόν, εν ολίγοις, θα μπορούσε να διασπάσει την Ευρώπη και να εξασθενήσει τις δυνατότητες και την εστίασή της, ενισχύοντας παράλληλα τα χειρότερα ένστικτα των Ηνωμένων Πολιτειών να αποδεσμευτούν από την διατλαντική συμμαχία και να εστιάσουν στην Κίνα.

TA ΙΔΙA, ΟΠΩΣ ΠΑΝΤΑ;

Όλα τα κυρίαρχα κράτη εκτιμούν την αυτονομία τους˙ ο πραγματικός ιστορικός γρίφος είναι η κατανόηση εκείνων των στιγμών που τα κράτη υποτάσσουν κάποιο στοιχείο της ελευθερίας δράσης τους για το κοινό καλό. Αυτό είναι το τόσο αξιοσημείωτο σχετικά με το ΝΑΤΟ. Οι περισσότεροι ανέμεναν από τις Ηνωμένες Πολιτείες να επαναφέρουν τις στρατιωτικές τους δυνάμεις στην πατρίδα μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς δεν είχαν συμμετάσχει ποτέ στην ιστορία τους σε μια στρατιωτική συμμαχία εν καιρώ ειρήνης. Αλλά οι διατλαντικές ρυθμίσεις ασφαλείας της συμμαχίας έχουν διαρκέσει σχεδόν οκτώ δεκαετίες, αντέχοντας τις βαθιές αλλαγές στο διεθνές σύστημα, από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης έως την άνοδο της Κίνας.

Σίγουρα, υπήρξαν στιγμές έντασης, ακόμη και κρίσης, που χρονολογούνται από την κρίση του Σουέζ το 1956 έως την εισβολή των Ηνωμένων Πολιτειών στο Ιράκ το 2003. Η ευρύτερη διατλαντική σχέση μαστίζεται από διαφωνίες σχετικά με το ποιος ελέγχει τα πυρηνικά όπλα, το εμπόριο και τη νομισματική πολιτική, τους αγωγούς φυσικού αερίου, και τώρα την ρύθμιση της τεχνολογίας. Οι έντονες διαφωνίες είναι χαρακτηριστικό, όχι σφάλμα, των διατλαντικών σχέσεων και η ικανότητα διαχείρισης αυτών των συγκρούσεων αποτελεί την χαρακτηριστική ιδιοφυΐα της Δυτικής συμμαχίας. Η στρατηγική αυτονομία -όπου κάθε κράτος επιδιώκει τα δικά του εθνικά συμφέροντα- είναι και ήταν πάντα η ευκολότερη απάντηση αλλά όχι η αποτελεσματικότερη.

Η Ευρώπη υπήρξε πιο ειρηνική από όσο θα μπορούσε να φανταστεί κανείς όταν ιδρύθηκε το ΝΑΤΟ, το 1949. Οι αποκλίνουσες οικονομίες, κοινωνίες, και κυβερνήσεις της ενσωματώθηκαν με τρόπους που θα ήταν αδιανόητοι όταν η Συνθήκη της Ρώμης (Treaty of Rome), η οποία οδήγησε στην δημιουργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, τον πρόδρομο της Ευρωπαϊκής Ένωσης [4], υπογράφηκε το 1957. Ο πληθυσμός της ΕΕ είναι υψηλά μορφωμένος, τεχνολογικά προηγμένος και σε έναν βαθμό το ίδιο πλούσιος, αν όχι πλουσιότερος, από εκείνον των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Η ανάπτυξη της δικής της υψηλής στρατηγικής και η φροντίδα της δικής της ασφάλειας θα ήταν ένα φυσικό επόμενο βήμα.

Μια τέτοια αυτονομία είναι ιδιαίτερα ελκυστική σε μια εποχή που η φήμη των Ηνωμένων Πολιτειών στην ήπειρο έχει πληγεί. Οι απρόβλεπτες πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ και η απόφαση απόσυρσης από το Αφγανιστάν ήγειραν ερωτήματα σχετικά με την αξιοπιστία των Ηνωμένων Πολιτειών ως στρατηγικού εταίρου. Στην συνέχεια, η συμφωνία AUKUS για τα υποβρύχια που έκλεισε η κυβέρνηση Μπάιντεν με την Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο τάραξε το Παρίσι: στέρησε από τους Γάλλους ένα επικερδές συμβόλαιο χωρίς, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, να ειδοποιήσει εκ των προτέρων την κυβέρνηση Μακρόν. Δεν είναι περίεργο που πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες καλωσορίζουν ένα αδιάσειστο, συνεκτικό, και ευρείας αποδοχής στρατηγικό όραμα.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρέπει να απορρίψουν τα δυνητικά πλεονεκτήματα της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής αυτονομίας. Θα ήταν πολύ ευκολότερο για τις Ηνωμένες Πολιτείες να περιορίσουν την Κίνα εάν η Ευρώπη αναλάμβανε μεγαλύτερη ευθύνη για την συλλογική της ασφάλεια. Πράγματι, οι Αμερικανοί αρχιτέκτονες της μεταπολεμικής τάξης στην Ευρώπη δεσμεύτηκαν στην ήπειρο, με την ελπίδα ότι η παρουσία των ΗΠΑ τελικά θα γινόταν περιττή. Η δέσμευση των ΗΠΑ στην Ευρώπη δεν ήταν μόνο δαπανηρή˙ έχει επίσης περιορίσει την στρατηγική αυτονομία των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών, δεδομένων των εκτεταμένων δεσμεύσεων που έχει αναλάβει έναντι των ευρωπαϊκών χωρών. Οι συνέπειες αυτής της αλληλεξάρτησης διαδραματίζονται καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες διαπραγματεύονται με την Ρωσία για το μέλλον της ευρωπαϊκής ασφάλειας στην Ουκρανία. Είναι εντυπωσιακό το ότι η Ευρώπη δεν έχει καταφέρει να αποτρέψει την επιθετικότητα στην δική της ήπειρο χωρίς την ανάμειξη των ΗΠΑ.

ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΗ ΛΥΣΗ, ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ

Τόσο η Ευρώπη όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επωφελούνταν, λοιπόν, από το προχώρημα των Ευρωπαίων. Αλλά η πρόταση του Μακρόν να μιλήσει εξ’ ονόματος της Ευρώπης, ενώ απαιτεί ηγετικό ρόλο σε θερμά σημεία σε όλο τον κόσμο, είναι η λανθασμένη λύση στα προβλήματα που έχει εντοπίσει. Η άνοδος της Κίνας, η ρωσική επιθετικότητα, η αποδυνάμωση της δημοκρατίας, η θέρμανση του πλανήτη, η ρύθμιση της τεχνολογίας, και η δημόσια υγεία απαιτούν συλλογική δράση, και αυτό είναι το αντίθετο από αυτό που εμφανίζεται να προτείνει ο Γάλλος πρόεδρος. Αντί να προχωρήσουν μόνοι τους, οι Ευρωπαίοι θα ήταν καλύτερα να συνεργαστούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μερικές βασικές προτεραιότητες. Για παράδειγμα, πρέπει να προσδιορίσουν το πού θα μπορούσαν να επενδύσουν περισσότερα για να αυξήσουν τις αμυντικές ικανότητες στην γειτονιά τους και να επιτρέψουν στις Ηνωμένες Πολιτείες να εστιάσουν στις κοινές οικονομικές και πολιτικές προκλήσεις που αναδύονται από την Ανατολική Ασία [5], ιδίως υποστηρίζοντας τις προσπάθειες των ΗΠΑ να ανταγωνιστούν την Κίνα.

Η προτεινόμενη στρατηγική του Μακρόν, αντίθετα, εγκολπώνεται όλες τις μεγάλες γεωπολιτικές προκλήσεις του κόσμου, ενώ επιδιώκει επίσης να ηγηθεί στις μεγάλες διεθνικές προκλήσεις της εποχής. Ο Γάλλος πρόεδρος έχει καταστήσει σαφές ότι τα ευρωπαϊκά κράτη πρέπει να αναλάβουν μεγαλύτερη ευθύνη για την άμυνα της ηπείρου. Έχει επίσης ανακηρύξει την Γαλλία ως δύναμη του Ινδο-Ειρηνικού. Η Γαλλία δεν έχει εγκαταλείψει την εστίασή της στην τρομοκρατία, η οποία, μαζί με τους δεσμούς της από την αποικιακή εποχή, την οδηγεί να ενδιαφερθεί έντονα για την πολιτική της [περιοχής] Σαχέλ και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Εν τω μεταξύ, η Γαλλία και η Ευρώπη ανακηρύσσουν την κλιματική κρίση ως την πιο υπαρξιακή πρόκληση στον κόσμο. Όλα αυτά πρέπει να αντιμετωπιστούν παράλληλα με την στήριξη της δημοκρατίας και την ενδυνάμωση της φιλελεύθερης οικονομικής τάξης, εν μέσω της ολέθριας πανδημίας της COVID-19. Αυτή η ατζέντα θα ήταν απαιτητική, ακόμη και αδύνατη, για ένα κράτος πολύ πιο ισχυρό από την Γαλλία ή ακόμη και για την Ευρώπη συνολικά. Η προσέγγιση του Μακρόν θα είχε ως αποτέλεσμα μια Ευρώπη που, αντί να κάνει καλά ένα ή δύο πράγματα, θα μπορούσε να τα κάνει όλα άσχημα.

Η Γαλλία επίσης δεν μιλά εξ’ ονόματος της ΕΕ, και προσπαθώντας να αναλάβει αυτόν τον ρόλο, απειλεί να διασπάσει περαιτέρω την ήπειρο. Υπάρχει μεγάλη διαφωνία εντός της Ευρώπης σχετικά με πώς θα χειριστεί την σειρά προκλήσεων που αντιμετωπίζει, αλλά κυρίως όσον αφορά την ασφάλεια. Η ΕΕ έχει προτείνει μια σειρά αμυντικών πρωτοβουλιών, συμπεριλαμβανομένης της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας (Permanent Structured Cooperation, PESCO), ένα σύνολο πρωτοβουλιών που δημιουργήθηκε πριν από τέσσερα χρόνια για να ενισχύσει την αμυντική συνεργασία μεταξύ των συμμετεχόντων κρατών-μελών της ΕΕ˙ το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας (European Defense Fund), το οποίο υποστηρίζει την συνεργατική στρατιωτική έρευνα και ανάπτυξη˙ και έναν δυνητικό ευρωπαϊκό στρατό, μια παλιά ιδέα που τόσο ο Μακρόν όσο και η πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ [6] αναβίωσαν τα τελευταία χρόνια. Καμία από αυτές τις ιδέες δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς ευρωπαϊκή συναίνεση σχετικά με τις προτεραιότητες, και αυτή απλώς δεν υπάρχει ακόμη.

Πάρτε την Ρωσία. Η Γαλλία θέλει να δώσει στην Ρωσία λόγο για την ευρωπαϊκή ασφάλεια: το 2019, για παράδειγμα, ο Μακρόν έστειλε τους υπουργούς Άμυνας και Εξωτερικών του στη Μόσχα για να διερευνήσουν τρόπους επιστροφής της χώρας στο μαντρί των βιομηχανοποιημένων εθνών, σπάζοντας ένα τετραετές πάγωμα τέτοιων υψηλού επιπέδου διπλωματικών επισκέψεων. Ο Μακρόν συνηγορεί επίσης υπέρ της αξιολόγησης του ΝΑΤΟ, το οποίο ισχυρίζεται ότι βιώνει «εγκεφαλικό θάνατο». Αντίθετα, η Πολωνία και άλλοι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ που βρίσκονται σε κοντινή απόσταση από την Ρωσία θέλουν σκληρυμένες άμυνες στα σύνορά τους και μόνιμη παρουσία στρατευμάτων των ΗΠΑ -και με την Ρωσία να εκκινεί μια δυνητική επανεισβολή στην Ουκρανία, αυτές οι απόψεις φαίνονται δικαιολογημένες.

Οι ίδιοι διαχωρισμοί αντανακλώνται στη μεταχείριση των Ηνωμένων Πολιτειών. Μετά το φιάσκο της AUKUS, η Γαλλία θεωρεί τις Ηνωμένες Πολιτείες ως έναν αναξιόπιστο εταίρο που μαχαιρώνει πισώπλατα τους συμμάχους προς το συμφέρον των αμυντικών συμβολαίων, ενώ οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης τις θεωρούν ως έναν απαραίτητο εταίρο. Σχίσματα υπάρχουν και αναφορικά με την Κίνα. Ο Γάλλος πρώην διπλωμάτης και υπουργός Οικονομικών, Bruno Le Maire, έχει πει ότι η Ευρώπη θέλει να «δεσμευθεί» με την Κίνα. Η Γερμανία, υπό τη Μέρκελ, επιδίωξε μια εκτεταμένη επενδυτική συμφωνία με την Κίνα, την Συνολική Συμφωνία για τις Επενδύσεις (Comprehensive Agreement on Investment, CAI), η οποία αργότερα ανεστάλη από την ΕΕ, και η Ιταλία εντάχθηκε στην Πρωτοβουλία Ζώνη και Οδός (Belt and Road Initiative, BRI) της Κίνας, το 2019. Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση της Λιθουανίας έχει πει στους αξιωματούχους της να σταματήσουν να χρησιμοποιούν κινεζικά τηλέφωνα που, λέει, περιέχουν λογισμικό λογοκρισίας, έχει έρθει κοντά στην Ταϊβάν, και έχει εγκαταλείψει ένα, υπό την ηγεσία της Κίνας, περιφερειακό φόρουμ. Η Ρουμανία, επίσης, έδιωξε την Huawei από τα 5G δίκτυά της και μπλόκαρε συμφωνίες για την κατασκευή από την Κίνα πυρηνικών αντιδραστήρων στην χώρα.

Η στρατηγική αυτονομία του Μακρόν προϋποθέτει επίσης ότι η Ευρώπη είναι ένας σταθερός, συνεκτικός δρων σε μια θετική τροχιά. Αυτή είναι μια επικίνδυνη υπόθεση: μετά από δεκαετίες εντυπωσιακής οικονομικής και πολιτικής ολοκλήρωσης και οικοδόμησης θεσμών, το ίδιο το ευρωπαϊκό εγχείρημα βρίσκεται υπό πίεση. Από το Brexit και την δημοκρατική διολίσθηση έως την άνιση οικονομική ανάπτυξη, η ευρωπαϊκή συνοχή ή η σταθερότητα δεν μπορούν να θεωρηθούν δεδομένες. Η Γερμανία έχει νέα ηγεσία για πρώτη φορά μετά από 16 χρόνια και ο μελλοντικός στρατηγικός προσανατολισμός της είναι αβέβαιος. Για να είμαστε δίκαιοι, ο Μακρόν αναγνωρίζει την άτακτη κατάσταση των ευρωπαϊκών υποθέσεων και μεγάλο μέρος της στρατηγικής του είναι μια έκκληση προς την ήπειρο να «ξυπνήσει». Ωστόσο, οι συστάσεις του διακινδυνεύουν να διασπάσουν περαιτέρω την Ευρώπη.

Το όραμα του Μακρόν θα μπορούσε επίσης να ωθήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες να επανεξετάσουν τις εγγυήσεις ασφαλείας τους. Υπάρχει μια μυθολογία ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιπαθούν την ευρωπαϊκή αυτονομία, αλλά μια σύντομη ματιά στη μεταπολεμική ιστορία δείχνει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής των ΗΠΑ τρέφουν από καιρό την επιθυμία να αφήσουν την ήπειρο αυτόνομη. Οι πρόεδροι Χάρι Τρούμαν, Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, ακόμη και ο Κένεντι θεώρησαν την στρατιωτική δέσμευση των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ευρώπη ως προσωρινή, μια γέφυρα προς ένα μέλλον όπου η Ευρώπη θα μπορούσε να υπερασπιστεί τον εαυτό της. Αφότου τελείωσε ο Ψυχρός Πόλεμος, κάθε κυβέρνηση, από τον Κλίντον μέχρι τον Ομπάμα, ενθάρρυνε την Ευρώπη να αναλάβει μεγαλύτερο ρόλο στην φροντίδα της δικής της ασφάλειας. Πολλοί στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα ήθελαν τίποτα καλύτερο από το να φροντίζει η Ευρώπη την δική της άμυνα, μια ανησυχητική στάση σε μια εποχή που η Ευρώπη διασπάται όλο και περισσότερο και στερείται τις ικανότητες να αντιμετωπίσει διάφορες στρατηγικές προκλήσεις.

Σίγουρα, μια αδύναμη και διαιρεμένη Ευρώπη δεν θα ωφελήσει μακροπρόθεσμα τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ούτε [θα την ωφελήσει] μια Ευρώπη που βιάζεται να μεγαλώσει πολύ γρήγορα, αφήνοντας τον εαυτό της επικίνδυνα ευάλωτο πριν μπορέσει να αμυνθεί. Η Κίνα και η Ρωσία αναμφίβολα δεν θα ήθελαν τίποτα περισσότερο.

ΩΡΑ ΝΑ ΤΟ ΞΑΝΑΣΚΕΦΘΟΥΜΕ

Ο Μακρόν έχει δίκιο ότι η Ευρώπη πρέπει να επαναξιολογήσει τις προτεραιότητές της και να ενεργήσει σύμφωνα με αυτές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να συνεχίσει να περιπλανείται και να εξαρτάται πλήρως για την ασφάλειά της από μια μακρινή και περισπασμένη υπερδύναμη, ενώ [η ίδια] κάθεται στο περιθώριο. Σε μια εποχή που η θέση των ΗΠΑ στον κόσμο είναι αβέβαιη, μια ενεργητική ευρωπαϊκή προσπάθεια να συνεισφέρει σε μια στρατηγική για την Δύση θα ήταν άκρως ευπρόσδεκτη.

Οποιαδήποτε νέα στρατηγική, ωστόσο, πρέπει να οικοδομηθεί [βασισμένη] σε πολλές αρχές. Κατ’ αρχάς, ο Μακρόν θα πρέπει να καταβάλει μεγαλύτερη προσπάθεια ώστε να δημιουργήσει συναίνεση για τις πιο πιεστικές προκλήσεις ασφαλείας. Η απειλή που παρουσιάζει η Ρωσία παρέχει ένα πρώιμο αλλά κρίσιμο τεστ, με τρόπο που υπερβαίνει τις άμεσες στρατιωτικές αποφάσεις. Για παράδειγμα, η Ευρώπη εξαρτάται από την Ρωσία για ενέργεια. Το αν η ήπειρος είναι πρόθυμη να διερευνήσει σοβαρές προσπάθειες για να τερματίσει αυτή την εξάρτηση, θα αποκαλύψει τα απώτερα όρια του τι είναι πρόθυμα να θυσιάσουν τα επιμέρους έθνη-κράτη ως αντάλλαγμα για τη μείωση της μόχλευσης του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν.

Μια νέα ευρωπαϊκή στρατηγική, επίσης, δεν μπορεί να αναδυθεί αποκλειστικά από το Παρίσι. Θα είναι η Γερμανία, με την οικονομική της ισχύ και την ιστορική της κληρονομιά, της οποίας οι ενέργειες θα έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία από [τις ενέργειες] της Γαλλίας. Και είναι ένα ανοιχτό ερώτημα εάν το Βερολίνο μπορεί να δελεαστεί να συνεισφέρει σε μια κοινή, στραμμένη προς το μέλλον, ευρωπαϊκή στρατηγική που υπερβαίνει τη μερκαντιλιστική κληρονομιά της Μέρκελ. Σε αποφάσεις που εκτείνονταν από τον [αγωγό] Nord Stream 2 έως την δέσμευση με την Κίνα, η μακροβιότερη καγκελάριος ωθήθηκε, παρά τις άλλες αρετές της, από στενά εγχώρια πολιτικά και οικονομικά κίνητρα παρά από μια εξωστρεφή στρατηγική που αναγνώριζε νέους γεωπολιτικούς κινδύνους. Για να διαδραματίσει η Ευρώπη έναν ουσιαστικό ρόλο στον κόσμο, η Γερμανία πρέπει να είναι δεσμευμένη και στρατηγική.

Ούτε η ήπειρος μπορεί να το κάνει μόνη της˙ πρέπει να συμπεριλάβει μη Ευρωπαίους εταίρους. Αυτό υπερβαίνει την προφανή ανάγκη να συντονιστεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι επιτακτική ανάγκη να συμπεριλάβει το Ηνωμένο Βασίλειο παρά το Brexit, το οποίο, σε τελική ανάλυση, αντανάκλασε την επιθυμία της ίδιας της χώρας για μεγαλύτερο λόγο στις υποθέσεις της. Καμία ευρωπαϊκή στρατηγική —ιδιαίτερα μια [στρατηγική] που υποστηρίζει την αυξημένη αυτονομία— δεν θα έχει νόημα χωρίς τις ικανότητες για την υποστήριξή της. Οι ευρωπαϊκές χώρες, τόσο συλλογικά όσο και ατομικά, σε μεγάλο βαθμό υποεπενδύουν στην ικανότητά τους να αμυνθούν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δαπανά ένα ντροπιαστικό 1,2% του ΑΕΠ της για την άμυνα, λιγότερο από το ένα τρίτο όσων δαπανούν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Τα ευρωπαϊκά κράτη πρέπει να δαπανήσουν περισσότερα για τους στρατούς τους. Τέλος, κάθε ευρωπαϊκή προσπάθεια πρέπει να καθορίσει τις προτεραιότητες, συμπεριλαμβανομένης της αντιμετώπισης ενός δύσκολου ερωτήματος που αποφεύγουν οι περισσότεροι Ευρωπαίοι: Για ποιο πράγμα είναι διατεθειμένοι να πολεμήσουν και να πεθάνουν;

Ακόμη και οι κακές ιδέες μπορούν να οδηγήσουν σε καλά αποτελέσματα. Στην δεκαετία του 1960, ο Ντε Γκωλ, δυσφημίζοντας ένα ΝΑΤΟ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ και επιδιώκοντας αυτονομία, ώθησε την Δυτική συμμαχία να αναλάβει μια σοβαρή αυτο-μελέτη που επανεξέτασε την αποστολή, τον σκοπό, και τις πολιτικές της. Η Έκθεση Harmel (Harmel Report) του 1967 επαναβεβαίωσε τις βασικές αρχές του ΝΑΤΟ και ώθησε τον οργανισμό να λάβει μια πιο συνεργατική προσέγγιση στα ζητήματα ασφάλειας. Ενδυνάμωσε την συμμαχία και βοήθησε την Δύση να επικρατήσει στον Ψυχρό Πόλεμο. Εάν η έκκληση του Μακρόν για αυτονομία και η τρέχουσα στρατηγική αναθεώρηση του ΝΑΤΟ παραγάγουν ένα παρόμοιο αποτέλεσμα, η Ευρώπη και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να του είναι τόσο ευγνώμονες όσο μια προηγούμενη γενιά θα έπρεπε να ήταν στον Ντε Γκωλ.

Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2018-10-17/going-it-alone...
[2] https://www.foreignaffairs.com/articles/2019-12-10/age-great-power-compe...
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/competition-with-china-wit...
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/italy/2021-09-24/europes-unlikel...
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2021-04-20/how-not-win-all...
[6] https://www.foreignaffairs.com/articles/europe/2018-11-02/angela-merkels...


Ο FRANCIS J. GAVIN είναι διακεκριμένος καθηγητής στην έδρα Giovanni Agnelli και διευθυντής του Κέντρου Παγκοσμίων Υποθέσεων Henry A Kissinger στην Σχολή Προηγμένων Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου Johns Hopkins.
Η ALINA POLYAKOVA είναι πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος του Κέντρου Ανάλυσης Ευρωπαϊκής Πολιτικής (Center for European Policy Analysis).

Σε ασφυκτικό "κλοιό" η ΚΙΝΑ: Μετά την "AUKUS" η συμφωνία με την Ιαπωνία ενισχύει τις ΗΠΑ απέναντι στην κινέζικη απειλή

 

Η νέα αμυντική συμφωνία με την Ιαπωνία σε συνέχεια της AUKUS (συμφωνεία με την Αυστραλία-Βρετανία) ενισχύει τη θέση των ΗΠΑ ως προστάτιδα δύναμη των χωρών της περιοχής απέναντι στην....κινέζικη απειλής....

Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ιαπωνία εξέφρασαν έντονη ανησυχία για την αυξανόμενη ισχύ της Κίνας και δεσμεύτηκαν να συνεργαστούν για να απωθήσουν τις προσπάθειες αποσταθεροποίησης της περιοχής, συμπεριλαμβανομένων των αναδυόμενων αμυντικών απειλών.

Τα σχόλια των δύο συμμάχων, σε μια κοινή δήλωση που ακολούθησε μια εικονική συνάντηση «δύο συν δύο» των υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας τους, υπογραμμίζουν πώς ο βαθύτερος συναγερμός για την Κίνα - και η αυξανόμενη ένταση για την Ταϊβάν - έχουν αυξήση την επιφυλακή της Ιαπωνίας στον σνώτατο βαθμό.

Στη συνάντησή τους, οι υπουργοί εξέφρασαν ανησυχίες ότι οι προσπάθειες της Κίνας «να υπονομεύσει την τάξη που βασίζεται σε κανόνες» παρουσίασε «πολιτικές, οικονομικές, στρατιωτικές και τεχνολογικές προκλήσεις στην περιοχή και τον κόσμο», ανέφερε η κοινή δήλωση.

«Αποφάσισαν να συνεργαστούν για να αποτρέψουν και, εάν χρειαστεί, να ανταποκριθούν σε αποσταθεροποιητικές δραστηριότητες στην περιοχή», ανέφερε.

Οι υπουργοί δήλωσαν επίσης ότι είχαν «σοβαρές και συνεχείς ανησυχίες» για ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις περιοχές Xinjiang και Χονγκ Κονγκ της Κίνας και υπογράμμισαν τη σημασία της ειρήνης και της σταθερότητας στα στενά της Ταϊβάν.

Ενώ η ειρηνική Ιαπωνία διατηρεί στενούς οικονομικούς δεσμούς με την Κίνα, υπάρχει αυξανόμενη ανησυχία στο Τόκιο για μια πιθανή κίνηση του Πεκίνου εναντίον της δημοκρατικής Ταϊβάν.

«Αυτό είναι ξεκάθαρα ένα συνδυασμένο μήνυμα που αντικατοπτρίζει μια κοινή ανησυχία, όχι μια περίπτωση στροφής των ΗΠΑ για να πείσουν την Ιαπωνία να υπογράψει αόριστους ευφημισμούς», δήλωσε ο Ντάνιελ Ράσελ, ο οποίος υπηρέτησε ως ο κορυφαίος διπλωμάτης των ΗΠΑ για την Ασία υπό τον Ομπάμα και τώρα Ινστιτούτο Πολιτικής Κοινωνίας της Ασίας.

«Συγκεκριμένα, η έκφραση κοινής αποφασιστικότητας να ανταποκριθούμε εάν είναι απαραίτητο, σε αποσταθεροποιητικές δραστηριότητες εμφανίζεται ως ισχυρή έκφραση αλληλεγγύης και αποφασιστικότητας στη συμμαχία».

Νωρίτερα, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, είπε ότι οι δύο χώρες θα υπογράψουν μια νέα συμφωνία αμυντικής συνεργασίας για την αντιμετώπιση αναδυόμενων απειλών, συμπεριλαμβανομένων των υπερηχητικών και διαστημικών δυνατοτήτων.


 Άντονι Μπλίνκεν: «ΝΕΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ»

Ο Blinken είπε ότι η συμμαχία ΗΠΑ-Ιαπωνίας «δεν πρέπει μόνο να ενισχύσει τα εργαλεία που έχουμε , αλλά και να αναπτύξει νέα», επικαλούμενη τη στρατιωτική συσσώρευση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, τις «προκλητικές» ενέργειες του Πεκίνου για την Ταϊβάν και την τελευταία εκτόξευση πυραύλων της Βόρειας Κορέας. Η Βόρεια Κορέα εκτόξευσε έναν «υπερηχητικό πύραυλο » αυτή την εβδομάδα που έπληξε επιτυχώς έναν στόχο, μετέδωσε το κρατικό της πρακτορείο ειδήσεων.

Μετά τη συνάντηση, ο υπουργός Εξωτερικών της Ιαπωνίας, Yoshimasa Hayashi, είπε ότι το Τόκιο εξήγησε το σχέδιό του για αναθεώρηση της στρατηγικής εθνικής ασφάλειας για ουσιαστική ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων, το οποίο είπε ότι υποστηρίζεται σθεναρά από τους ομολόγους του των ΗΠΑ.

Ο πρωθυπουργός Fumio Kishida υποσχέθηκε τον Οκτώβριο να αναθεωρήσει τη στρατηγική ασφαλείας της Ιαπωνίας για να εξετάσει "όλες τις επιλογές, συμπεριλαμβανομένης της κατοχής των λεγόμενων δυνατοτήτων εχθροπλήγματος".

Η κυβέρνηση Kishida ενέκρινε τις αμυντικές δαπάνες ρεκόρ, με 10η συνεχόμενη ετήσια αύξηση το 2022.

Ο Τζέφρι Χόρνουνγκ, Ιάπωνας εμπειρογνώμονας σε θέματα ασφάλειας στο Rand Corporation, μια δεξαμενή σκέψης που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ, είπε ότι ενώ οι επιλογές για χρήση βίας από την Ιαπωνία είναι ρεαλιστικά περιορισμένες, μια έκτακτη ανάγκη στην Ταϊβάν θα ήταν ένα πιθανό σενάριο που η Ιαπωνία θα μπορούσε να θεωρήσει ότι απειλεί την επιβίωσή της.

«Δεν υπάρχουν κωδικοποιημένα μηνύματα εδώ», είπε ο Hornung.

«Η Κίνα είναι η πρόκληση, είπαν και στη συνέχεια εξέθεσαν όλους τους τρόπους με τους οποίους η συμμαχία είναι αποφασισμένη να εργαστεί για να αντιμετωπίσει τις αποσταθεροποιητικές της δραστηριότητες».

Μαρία Ζαχάροβα: «Προκλήθηκε διχόνοια στο ΝΑΤΟ μετά την ίδρυση του AUKUS», ισχυρίστηκε η εκπρόσωπος του ρωσικού ΥΠ.ΕΞ.

Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα

Σύμφωνα με την εκπρόσωπο του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, η ιδεολογία του δυτικού κόσμου περιορίζεται στην ίδρυση μπλοκ που θα βρισκόταν σε μόνιμη αντιπαράθεση με κάποιον.

Η καθιέρωση της νέας τριμερούς στρατιωτικής εταιρικής σχέσης με τη συμμετοχή των Ηνωμένων Πολιτειών, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Αυστραλίας - AUKUS - έχει προκαλέσει διχόνοια στο ΝΑΤΟ τόσο εννοιολογικά όσο και τεχνολογικά, δήλωσε την Κυριακή η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα.

«Τι είναι αυτό; Κοινά οράματα, αλληλεγγύη; Κάνοντάς το, έχουν προκαλέσει τεράστια διχόνοια μέσα στην οικογένεια του ΝΑΤΟ. Όχι μόνο εννοιολογικά, αλλά και σε επίπεδο τεχνολογίας, επειδή κανείς, ακόμη και μέσα στην οικογένεια του ΝΑΤΟ, δεν έχει καταλάβει τίποτα για τα υποβρύχια που προστατεύουν την Αυστραλία. Από ποιον και γιατί; Τι είδους καύσιμο θα χρησιμοποιήσουν και τι γίνεται με τα ιδρυτικά έγγραφα του Διεθνούς Οργανισμού Ατομικής Ενέργειας - ΔΟΑΕ;», είπε σε μια συνέντευξη στην τηλεοπτική εκπομπή "Κυριακή βράδυ" με τον Βλαντιμίρ Σολόβιεφ στο τηλεοπτικό κανάλι. Russia-1 τη Κυριακή..

«Η Γαλλία, με όλα τα τεχνολογικά και οικονομικά της έργα, έχει εκδιωχθεί από εκεί. Αυτό αποκαλούν κοινό όραμα», σημείωσε.

Σύμφωνα με τη Μαρία Ζαχάροβα, η ιδεολογία του δυτικού κόσμου περιορίζεται στην ίδρυση μπλοκ που θα βρισκόταν σε μόνιμη αντιπαράθεση με κάποιον. «Η ιδεολογία της χώρας μας είναι η συνεργασία σε ισότιμη βάση για την αντιμετώπιση απειλών. Δείτε τη διαφορά: να είμαστε φίλοι εναντίον κάποιου ή να είμαστε φίλοι απέναντι σε κοινά προβλήματα», πρόσθεσε.

Στις 15 Σεπτεμβρίου, η Αυστραλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ένα νέο στρατηγικό σύμφωνο ασφαλείας με το όνομα AUKUS. Βάσει της συμφωνίας, η Αυστραλία σχεδιάζει να κατασκευάσει τουλάχιστον οκτώ αμερικανικά σχεδιασμένα πυρηνικά υποβρύχια και να εξοπλίσει τις δυνάμεις της με πυραύλους Κρουζ, αμερικανικής σχεδίασης, μεταξύ άλλων. Εξαιτίας αυτής της συμφωνίας, η Καμπέρα τερμάτισε ένα σημαντικό αμυντικό συμβόλαιο με τη Γαλλία, η οποία χαρακτήρισε αυτή την απόφαση ως «μαχαίρι στην πλάτη» και ανακάλεσε τους πρεσβευτές της από την Αυστραλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες για διαβουλεύσεις.

Ελλάδα - ΗΠΑ: Ανανεώθηκε η Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας, MDCA - Θωρακίζεται η χώρα έναντι οποιασδήποτε επιβουλής (video)


Ασπίδα για την Ελλάδα αποτελεί η ανανεωμένη διμερής Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας - ΗΠΑ, η οποία υπεγράφη σήμερα από τον υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Δένδια και τον Αμερικανό ομόλογό του Άντονι Μπλίνκεν.

Ικανοποίηση για την υπογραφή της νέας αμυντικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ εξέφρασε ο υπουργός Εξωτερικών, επισημαίνοντας ότι «είναι μια παρά πολύ καλή μέρα για την πατρίδα μας». Ο Νίκος Δένδιας τόνισε ότι πρόκειται για μια εξέλιξη που κατοχυρώνει τα ελληνικά συμφέροντα και δημιουργεί μια ασπίδα προστασίας της χώρας μας.

Ασπίδα για την Ελλάδα αποτελεί η ανανεωμένη διμερής Συμφωνία Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας Ελλάδας - ΗΠΑ, η οποία υπεγράφη σήμερα από τον υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Δένδια και τον Αμερικανό ομόλογό του Άντονι Μπλίνκεν.


Πρόκεται ουσιαστικά για την πρώτη φορά που οι ΗΠΑ καταδικάζουν το casus belli, απορρίπτοντας έτσι την τουρκική επεκτατική πολιτική, σε συμβατικό κείμενο. Αυτό επιτυγχάνεται με την επιβεβαίωση της απόφασης για αμοιβαία προστασία "της κυριαρχίας, της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας κατά ενεργειών που απειλούν την ειρήνη, περιλαμβανομένης της ένοπλης επίθεσης ή της απειλής επίθεσης", όπως επισημαίνεται ρητά στο κείμενο της MDCA.

Ακόμη, οι δυο πλευρές δεσμεύονται να "αντιταχθούν ενεργά και ανεπιφύλακτα σε κάθε τέτοια απόπειρα ή ενέργεια", καθώς και να "καταβάλλουν τις κατάλληλες μείζονες προσπάθειες για να αποτρέψουν τέτοια πορεία δράσης".


Η συμφωνία αυτή, όπως τονίζουν διπλωματικές πηγές, θωρακίζει περαιτέρω την Ελλάδα και προωθεί τα ελληνικά συμφέροντα, καθώς:


1. Επιβεβαιώνεται από τις ΗΠΑ ο στρατηγικός και σταθεροποιητικός ρόλος της Ελλάδας στην περιοχή των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής. Όπως είναι γνωστό και όπως αποδεικνύουν οι αναδυόμενες συμμαχίες (QUAD, AUKUS), οι ΗΠΑ αποδεσμεύονται από την Ευρώπη και βασική προτεραιότητα είναι η περιοχή του Ινδό - Ειρηνικού. Στο πλαίσιο αυτό, οι ΗΠΑ επιλέγουν την Ελλάδα, ως μια από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες επενδύουν για το μέλλον, ενισχύοντας το γεωπολιτικό και στρατηγικό τους αποτύπωμα, με συμβατική δέσμευση που θα ακολουθηθεί ανεξαρτήτως του ενοίκου του Λευκού Οίκου, καθώς είναι τουλάχιστον πενταετής η διάρκεια της συμφωνίας. Η μεγαλύτερη διάρκεια είναι προφανές ότι επιτρέπει στη συμφωνία να μην εξαρτάται από τη συγκυρία της στιγμής στις σχέσεις των ΗΠΑ με άλλα κράτη της περιοχής και προσδίδει μακροπρόθεσμα χαρακτηριστικά στη δέσμευσή τους να επενδύσουν γεωπολιτικά και στρατηγικά στην Ελλάδα.

Επισημαίνεται ότι την ίδια ώρα που οι ΗΠΑ επενδύουν στην Ελλάδα, σε αντιδιαστολή και σε αντίθεση με το παρελθόν, δεν υπάρχει αντίστοιχη κίνηση προς την Τουρκία. Οι ΗΠΑ, για πρώτη φορά δεν μας βάζουν στο "ίδιο καλάθι", σημειώνουν οι ίδιες πηγές. Αντιθέτως, δεν πτοούνται από την προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας και δε διστάζουν να αναπτύξουν τις δυνάμεις τους στην Ελλάδα. Η επιλογή της Αλεξανδρούπολης υποδηλώνει μεταξύ άλλων την αμερικανική βούληση ενίσχυσης της ασφάλειας της Νοτιο-Ανατολικής Ευρώπης, αλλά με παράκαμψη των Στενών, με ό,τι οφέλη αυτό συνεπάγεται για την περιοχή του Έβρου και ευρύτερα της Θράκης.

2. Η κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα της χώρας θωρακίζεται περαιτέρω, τόσο μέσω της ρητής αναφοράς στο κείμενο της συμφωνίας, αλλά και της παρουσίας αμερικανικών δυνάμεων σε περιοχές κλειδιά, όπως ο Έβρος ή η Κρήτη. Η Αμερικανική πλευρά επιβεβαιώνει, τρεις δεκαετίες μετά την αρχική συμφωνία, σε ένα εντελώς διαφορετικό γεωπολιτικό περιβάλλον πλέον, την προστασία της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας.

Στην επιστολή αναφέρεται επί λέξη ότι η νέα Συμφωνία "επεκτείνει την στρατηγική αμυντική μας εταιρική σχέση" και "έμπρακτα καταδεικνύει την σταθερή μας αποφασιστικότητα για προάσπιση κυριαρχίας εδαφικής ακεραιότητας κατά απειλητικών δράσεων και ένοπλων επιθέσεων".

3. Ακόμη υπογραμμίζεται πως οι ΗΠΑ ουσιαστικά καταδικάζουν το casus belli για πρώτη φορά σε συμβατικό κείμενο.

Με την επιβεβαίωση της απόφασης για αμοιβαία προστασία της κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας κατά ενεργειών που απειλούν την ειρήνη περιλαμβανομένης της ένοπλης επίθεσης, καθώς και με τη δέσμευση των δύο πλευρών να αποτρέψουν τέτοιες ενέργειες, αλλά και να αντιταχθούν σε αυτές, είναι η πρώτη φορά που αποτυπώνεται σε συμβατικό κείμενο με τις ΗΠΑ η ουσιαστική απόρριψη της τουρκικής επεκτατικής πολιτικής (το casus belli είναι του 1995, άρα μετά την υπογραφή της MDCA).

4. Οι ΗΠΑ επενδύουν σε ελληνικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις σε καίριες περιοχές στρατηγικής σημασίας, όπως ο Έβρος και η Κρήτη.

Η επιλογή στρατοπέδου πλησίον της Αλεξανδρούπολης και του Ναύσταθμου της Σούδας, στη συνέχεια των γεγονότων του Έβρου, του "τουρκο-λιβυκού μνημονίου" και των προκλήσεων της Τουρκίας στις περιοχές αυτές, ενισχύει το αμερικανικό αποτύπωμα σε περιοχές καίριας σημασίας για την χώρα μας. Παράλληλα, όμως επιτρέπει την χρήση των εκσυγχρονισμένων εγκαταστάσεων από τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις.

Βασικοί κανόνες για κάθε επένδυση είναι η σταθερότητα και η προοπτική ότι η επένδυση θα αποδώσει σε βάθος χρόνου, σημειώνουν οι διπλωματικές πηγές. Στην κατεύθυνση αυτή, η πενταετία θα επιτρέψει την έγκριση των κονδυλίων από το Αμερικανικό Κογκρέσο, τονίζουν.

Εξάλλου, η αρχική συμφωνία του 1990 είχε οκταετή διάρκεια και προβλεπόταν περίοδος 17 μηνών για τον τερματισμό της, εφόσον καταγγέλλονταν από μία πλευρά.

Η συμφωνία είναι πενταετής, με περίοδο "χάριτος", εφόσον μία από τις δύο πλευρές την καταγγείλει, δύο ετών.

5. Η συμφωνία με τις ΗΠΑ, λίγες ημέρες μετά την συμφωνία με τη Γαλλία, καθώς και τις συμφωνίες με τα ΗΑΕ, δημιουργούν μια ασπίδα προστασίας για την Ελλάδα, η οποία υπερβαίνει δεσμεύσεις σε πολυμερή σχήματα.

Στρατηγικοί σύμμαχοι της Ελλάδας επενδύουν διμερώς στη χώρα μας, ενισχύοντας υπάρχουσες δεσμεύσεις στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, υποδηλώνοντας έτσι την ιδιαίτερη σημασία που αποδίδουν στην προστασία και ευημερία της χώρας μας. Παράλληλα στρατηγικοί σύμμαχοι, εκτός των πολυμερών σχημάτων, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα επενδύουν στην άμυνα της Ελλάδας, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για ενίσχυση των δεσμών με άλλους εταίρους.

6. Η Ελλάδα καθίσταται κρίσιμος παράγοντας στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης, ενισχύει την Ευρωπαϊκή Άμυνα και παράλληλα ενδυναμώνει τον διατλαντικό δεσμό, τηρώντας στο ακέραιο τις συμμαχικές της δεσμεύσεις στο ΝΑΤΟ. Η συμφωνία με την Γαλλία ενδυναμώνει τη θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη.

Παράλληλα, η Ελλάδα, με την αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού προηγμένης τεχνολογίας, συνεισφέρει στην κατανομή των βαρών μεταξύ Ευρωπαίων συμμάχων και των ΗΠΑ εντός του ΝΑΤΟ. Επίσης ενισχύονται οι αμυντικές δυνατότητες τόσο της ΕΕ, όσο και του ΝΑΤΟ.

Η συμφωνία με τις ΗΠΑ αποτελεί απόδειξη ότι η στρατηγική σχέση της Ελλάδας με τις ΗΠΑ παραμένει ακέραια και δυναμική.

Οι δύο συμφωνίες αλληλοσυμπληρώνονται και δεν είναι ανταγωνιστικές. Αποτελούν σημεία σταθμούς στις προσπάθειες που καταβάλλει η Ελλάδα για την Ευρωπαϊκή, καθώς και την Ευρω-Ατλαντική ασφάλεια.

Η Ελλάδα εργάζεται για την περαιτέρω ενδυνάμωση των σχέσεων ΕΕ-ΗΠΑ, σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της ασφάλειας, ενισχύοντας τον γεωστρατηγικό της ρόλο στη σταθερότητα της περιοχής.

7. Η συμφωνία επιτρέπει την επέκταση του Αμερικανικού αποτυπώματος, συμπεριλαμβανομένων άλλων νησιών, στο μέλλον, καθώς δεν αποκλείει την μελλοντική αμερικανική παρουσία στα Ελληνικά νησιά, πέραν της Κρήτης. Αντιθέτως, υπάρχει ρητή πρόβλεψη στη συμφωνία για επέκταση και σε άλλες εγκαταστάσεις.

Στην παρούσα συγκυρία, η Αμερικανική πλευρά, για λόγους στρατηγικούς που αφορούν τις αμερικανικές γεωγραφικές επιλογές γενικότερα, αλλά και για οικονομικούς λόγους, δεν επιθυμούσε, στην παρούσα τουλάχιστον συγκυρία, να δεσμευτεί άμεσα για άλλες περιοχές.

Τίποτα δεν εμποδίζει την αναθεώρηση της συμφωνίας με την αύξηση των τοποθεσιών, εφόσον το επιβάλουν οι συνθήκες, επισημαίνουν χαρακτηριστικά οι ίδιες πηγές.

Γιατί η Κίνα αποξενώνει τον κόσμο - Οικοδομείται αντίδραση -αλλά το Πεκίνο δεν φαίνεται να αναθεωρεί την στάση του

Οικοδομείται αντίδραση - αλλά το Πεκίνο δεν φαίνεται να αναθεωρεί την στάση του

Διαδηλωτές έξω από την κινεζική πρεσβεία στην Γιανγκόν της Μιανμάρ, τον Φεβρουάριο του 2021 
___________________________________________________________________________________

Πρόσφατα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο συμφώνησαν να μοιραστούν ευαίσθητα πυρηνικά μυστικά με την Αυστραλία (σύμφωνο AUKUS) για να την βοηθήσουν να αντιμετωπίσει τις ναυτικές φιλοδοξίες της Κίνας στον Ειρηνικό. 

Peter Martin*

Στις αρχές του 2017, η Κίνα φαινόταν να βρίσκεται σε καλό δρόμο. Η οικονομία της ξεπερνούσε τις εκτιμήσεις. Ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ υλοποιούσε την κινεζική Πρωτοβουλία Ζώνη και Οδός για τις υποδομές και ήταν στα πρόθυρα του ανοίγματος της πρώτης υπερπόντιας στρατιωτικής βάσης της Κίνας στο Τζιμπουτί. Το πιο σημαντικό, ο Σι φαινόταν έτοιμος να εκμεταλλευτεί την θέληση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να ξεκινά καυγάδες με συμμάχους των ΗΠΑ και διεθνείς οργανισμούς. Σε μια ομιλία του στο Νταβός τον Ιανουάριο του ίδιου έτους, ο Σι μέχρι που συνέκρινε τον προστατευτισμό με το «κλείσιμο σε ένα σκοτεινό δωμάτιο».

Σχεδόν πέντε χρόνια μετά, το Πεκίνο αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη διεθνή αντίδραση έναντί του εδώ και δεκαετίες. Οι αρνητικές απόψεις για την Κίνα έχουν σχεδόν φτάσει σε ύψη ρεκόρ σε ολόκληρο τον ανεπτυγμένο κόσμο, σύμφωνα με έρευνα του Pew Research Center τον Ιούνιο, η οποία έδειξε ότι τουλάχιστον τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων στην Αυστραλία, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Σουηδία, και τις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τώρα ευρέως αρνητικές απόψεις για την χώρα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, την οποία το Πεκίνο δούλεψε για να φλερτάρει κατά την εποχή του Τραμπ, χαρακτήρισε επίσημα την Κίνα ως «συστημικό αντίπαλο» και οι ηγέτες του ΝΑΤΟ έχουν αρχίσει να συντονίζουν μια κοινή απάντηση στο Πεκίνο. Στο κατώφλι της Κίνας, οι ηγέτες της Αυστραλίας, της Ινδίας, της Ιαπωνίας, και των Ηνωμένων Πολιτειών αναζωογόνησαν την ομάδα κρατών «Quad» ως απάντηση στις ανησυχίες για τις προθέσεις του Πεκίνου. Και πιο πρόσφατα, οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ηνωμένο Βασίλειο συμφώνησαν να μοιραστούν ευαίσθητα πυρηνικά μυστικά με την Αυστραλία για να την βοηθήσουν να αντιμετωπίσει τις ναυτικές φιλοδοξίες της Κίνας στον Ειρηνικό.

Ωστόσο, το Πεκίνο δεν δείχνει κανένα σημάδι αλλαγής πορείας. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες εποχές αντιδράσεων εναντίον της Κίνας, όπως εκείνη που ακολούθησε την σφαγή στην πλατεία Τιενανμέν το 1989, ετούτη δεν οδήγησε σε αναθεώρηση της στάσης του Πεκίνου. Προς το παρόν, οι ηγέτες της Κίνας φαίνεται να έχουν αποφασίσει ότι η πρωτόγνωρη εθνική ισχύς τους, σε συνδυασμό με την γενική κακουχία της Δύσης, σημαίνει ότι ο υπόλοιπος κόσμος θα πρέπει να προσαρμοστεί στις προτιμήσεις του Πεκίνου.


Πολεμιστές λύκοι

Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα έχει αντιμετωπίσει αυξανόμενη διεθνή κριτική για τα πάντα, από την προφανή κράτηση περισσότερων από ένα εκατομμύριο Μουσουλμάνους Ουιγούρους [2] σε στρατόπεδα «επανεκπαίδευσης» έως την σαρωτική καταστολή στο Χονγκ Κονγκ, τις αμφιλεγόμενες βιομηχανικές πολιτικές της, και τον ρόλο της στο ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19. Όλο και περισσότερο, είναι οι διπλωμάτες της Κίνας αυτοί που κάνουν τη μεγαλύτερη ζημιά στην φήμη της χώρας τους. Ευρέως γνωστοί ως «Wolf Warriors», από μια σειρά κινηματογραφικών ταινιών υπερπαραγωγής που απεικόνιζαν Κινέζους ήρωες να νικούν ξένους εχθρούς, έχουν ανοίξει καυγάδες παντού, από τα Φίτζι έως την Βενεζουέλα. Τον Μάρτιο του 2020, ο εκπρόσωπος του Υπουργείου Εξωτερικών, Zhao Lijian, εξόργισε Αμερικανούς αξιωματούχους όταν ισχυρίστηκε ότι η πανδημία της COVID-19 ξεκίνησε μόνο αφότου Αμερικανοί αθλητές είχαν φέρει τον ιό στην Wuhan. Τον περασμένο Νοέμβριο, ο Ζάο ανάρτησε στο Twitter την απεικόνιση ενός Αυστραλού στρατιώτη που κρατούσε ένα μαχαίρι στον λαιμό ενός Αφγανού παιδιού, με αποτέλεσμα ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, Σκοτ Μόρισον, να απαιτήσει μια συγγνώμη. Και τον Σεπτέμβριο, ο νέος πρέσβυς της Κίνας στο Ηνωμένο Βασίλειο, Zheng Zeguang, αποκλείστηκε από το βρετανικό κοινοβούλιο λόγω των κινεζικών κυρώσεων εναντίον Βρετανών βουλευτών.

Οι ελίτ της εξωτερικής πολιτικής της Κίνας έχουν παρατηρήσει το πρόβλημα. Ήδη από το 2018, ο Deng Pufang, γιος του πρώην υπέρτατου ηγέτη Ντενγκ Σιαοπίνγκ, προειδοποίησε ότι η Κίνα θα πρέπει να «γνωρίζει την θέση της» και να «διατηρεί ένα νηφάλιο μυαλό» στην εξωτερική πολιτική της. Τον Μάιο του 2020, το Reuters ανέφερε ότι τα Κινέζικα Ινστιτούτα Σύγχρονων Διεθνών Σχέσεων -μια δεξαμενή σκέψης που συνδέεται με την κύρια υπηρεσία πληροφοριών της Κίνας- είχαν προειδοποιήσει την ηγεσία της χώρας ότι το αντικινεζικό αίσθημα ήταν στο υψηλότερο σημείο του από την εποχή της καταστολής στην Πλατεία Τιενανμέν το 1989. Και τον Σεπτέμβριο του 2020, ο Yuan Nansheng, πρώην γενικός πρόξενος της Κίνας στο Σαν Φρανσίσκο, προειδοποίησε για «ακραίο εθνικισμό» στην κινεζική εξωτερική πολιτική. Ο ίδιος ο Σι έχει αναγνωρίσει τουλάχιστον σιωπηρά το πρόβλημα, προειδοποιώντας σε μια σύσκεψη του Πολιτικού Γραφείου τον Ιούνιο ότι η Κίνα έπρεπε να παρουσιάσει μια «αξιαγάπητη» εικόνα στον κόσμο.

Αλλά ακόμη πιο εντυπωσιακή από την αντίδραση κατά της Κίνας ήταν η αδυναμία της χώρας να αναθεωρήσει την στάση της. Η απάντηση του Πεκίνου στην ραγδαία επιδείνωση των σχέσεων με την Καμπέρα ήταν να αντιμετωπίσει την Αυστραλία με έναν κατάλογο απαιτήσεων για τις οποίες είπε ότι ήταν οι προϋποθέσεις για την βελτίωση των σχέσεων. Οι ηγέτες της Κίνας έχουν επίσης επανειλημμένα τονίσει ότι οποιαδήποτε βελτίωση των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες πρέπει να ξεκινήσει με παραχωρήσεις από την Ουάσινγκτον και έδωσαν στην αναπληρώτρια υπουργό Εξωτερικών, Wendy Sherman, έναν παρόμοιο κατάλογο αιτημάτων όταν επισκέφθηκε την Tianjin τον Ιούλιο.

Οι αξιωματούχοι στην Ουάσιγκτον έχουν αρχίσει να βλέπουν την αδυναμία του Πεκίνου να αλλάξει πορεία ως πλεονέκτημα στον αναδυόμενο ανταγωνισμό μεταξύ των δύο χωρών. Κατά την διάρκεια διμερών συνομιλιών τον Μάρτιο, ο κορυφαίος διπλωμάτης της Κίνας, Yang Jiechi, έκανε κατήχηση στους Αμερικανούς ομολόγους του σχετικά με τις ηθικές αποτυχίες των Ηνωμένων Πολιτειών, συμπεριλαμβανομένων των δολοφονιών μαύρων πολιτών από αστυνομικούς. Σε απάντηση, ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, Jake Sullivan, υπενθύμισε στον Γιανγκ αυτό που αποκάλεσε «μυστική σως» των Ηνωμένων Πολιτειών: την ικανότητα αναγνώρισης και διόρθωσης λαθών. «Μια χώρα με αυτοπεποίθηση», είπε ο Σάλιβαν, «είναι σε θέση να κοιτάζει σκληρά τις δικές της ελλείψεις και να επιδιώκει συνεχώς να βελτιώνεται». Το συμπέρασμα, φυσικά, ήταν ότι η Κίνα φαινόταν να μην μπορεί να κάνει το ίδιο, τουλάχιστον στην εξωτερική της πολιτική.


Φόβος και Φιλοδοξία στο Πεκίνο

Είναι δελεαστικό να δούμε την αδυναμία του Πεκίνου να προσαρμοστεί ως εγγενές χαρακτηριστικό του κινεζικού συστήματος. Σίγουρα, μεμονωμένοι Κινέζοι αξιωματούχοι συχνά φοβούνται τις συνέπειες της παραδοχής λαθών. Αλλά στο παρελθόν, το Πεκίνο ήταν στην πραγματικότητα αρκετά ικανό στην διόρθωση πορείας. Στην δεκαετία του 1950, η Κίνα ξεκίνησε μια επίθεση γοητείας που της έδωσε φίλους στον αναπτυσσόμενο κόσμο και βοήθησε στην οικοδόμηση υποστήριξης για το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) ως την διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Κίνας. Την περίοδο μετά την σφαγή της Πλατείας Τιενανμέν το 1989, Κινέζοι διπλωμάτες βοήθησαν στην αποκατάσταση της χώρας τους στα μάτια του κόσμου, ξεκινώντας μια πορεία επιτυχιών σχεδόν δύο δεκαετιών που κορυφώθηκε με την φιλοξενία των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων το 2008 από την Κίνα στο Πεκίνο.

Αντί για ένα εγγενές ελάττωμα στο μοντέλο διακυβέρνησης της Κίνας, η αποτυχία να αναθεωρήσει την στάση της αυτή την φορά είναι προϊόν της τρέχουσας πολιτικής ατμόσφαιρας στο Πεκίνο. Η υπερβολική εμπιστοσύνη είναι ένα σημαντικό μέρος του προβλήματος. Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση της περιόδου 2008–9, το Πεκίνο άρχισε μια στροφή προς ένα πιο διεκδικητικό στυλ διπλωματίας, που ενισχύθηκε από την πεποίθηση ότι το σύστημά του είχε επικυρωθεί από την ταχεία αντίδρασή του στην οικονομική κατάρρευση. Αυτή η μετατόπιση επιταχύνθηκε δραματικά αφότου ο Σι έγινε επικεφαλής του ΚΚΚ το 2012: έως το 2017, κορυφαίοι Κινέζοι ηγέτες καταδείκνυαν «αλλαγές που δεν είχαν παρατηρηθεί σε έναν αιώνα» και ο Σι είχε δηλώσει δημόσια ότι η Κίνα «πλησιάζει το κέντρο της παγκόσμιας σκηνής» και «[στάθηκε] ψηλά στην Ανατολή».

Σε συνδυασμό με τη νεοεμφανιζόμενη αυτοπεποίθηση του Πεκίνου ήταν η πίστη στην Δυτική -και ιδιαίτερα στην αμερικανική- αδυναμία και παρακμή. Τα λάθη της Ουάσινγκτον στην εξωτερική πολιτική στη Μέση Ανατολή, η αναποφάσιστη απάντησή της στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, και η αμήχανη απάντησή της στην τρέχουσα πανδημία, όλα την έχουν ενισχύσει. Τον Φεβρουάριο του 2020, ο Σι είπε σε στελέχη του κόμματος ότι η κρίση της COVID-19 είχε αποδείξει τα «αξιοσημείωτα πλεονεκτήματα της ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας και του σοσιαλιστικού συστήματος με κινεζικά χαρακτηριστικά».

Ο Σι ευνοούσε εδώ και καιρό μια πιο διεκδικητική στάση για την Κίνα στην παγκόσμια σκηνή. Ακόμη και πριν γίνει πρόεδρος, ο Σι παραπονιόταν για «ξένους με γεμάτη κοιλιά που δεν έχουν τίποτα καλύτερο να κάνουν από το να δείχνουν με το δάχτυλο» στις επιδόσεις της Κίνας για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Μια από τις πρώτες ενέργειές του ως ηγέτης του ΚΚΚ το 2012 ήταν να χαράξει μια ατζέντα για «τη μεγάλη αναζωογόνηση του κινεζικού έθνους», σηματοδοτώντας τις φιλοδοξίες του να ανακτήσει η χώρα τη δίκαιη θέση της στον κόσμο. Έκτοτε, έχει επανειλημμένα δώσει οδηγίες στους διπλωμάτες να υπερασπίζονται την Κίνα πιο επιθετικά, ακόμη και γράφοντας χειρόγραφες σημειώσεις που τους καθοδηγούν να δείξουν πιο «μαχητικό πνεύμα». Το μήνυμα για κάθε φιλόδοξο Κινέζο διπλωμάτη ή προπαγανδιστή είναι σαφές: για να προχωρήσουμε, είναι σημαντικό να ταιριάξουμε με τον θεληματικό τόνο του Σι.

Αλλά οι Κινέζοι αξιωματούχοι ακολούθησαν το παράδειγμα του Σι από φόβο όσο και από φιλοδοξία. Από το 2012, περισσότεροι από 1,5 εκατομμύριο αξιωματούχοι έχουν τιμωρηθεί σε μια σαρωτική εκστρατεία κατά της διαφθοράς που αντιμετωπίζει την πολιτική απιστία ως ένα είδος δωροδοκίας. Διπλωμάτες έπρεπε να παρακολουθήσουν συνεδρίες «αυτοκριτικής» στο Υπουργείο Εξωτερικών και «περιοδικές επιθεωρήσεις» που δοκιμάζουν την πίστη τους στο κόμμα και την προθυμία να ακολουθήσουν εντολές. Παλιοί κανόνες σχετικά με το απόρρητο και την πειθαρχία εφαρμόστηκαν επίσης με νέο ζήλο: ένας κανόνας που χρονολογείται από το 1949, ο οποίος απαγορεύει στους Κινέζους διπλωμάτες να συναντιούνται μόνοι με ξένους, έχει επιβληθεί σε όλους, από τους πρέσβεις έως τους κατώτερους διπλωμάτες σε προγράμματα σπουδών στο εξωτερικό.

Οι Κινέζοι διπλωμάτες ξέρουν πώς να ερμηνεύσουν αυτά τα σήματα. Κατά την διάρκεια των δεκαετιών, ο μηχανισμός εξωτερικής πολιτικής της Κίνας υπέστη πολλαπλούς κύκλους εκκαθαρίσεων, κατά τους οποίους οι συνάδελφοι έδιναν πληροφορίες ο ένας για τον άλλον και τους επιβάλλονταν κυρώσεις επειδή δεν ήταν αρκετά πιστοί στην ατζέντα του καθεστώτος. Κατά την διάρκεια της Πολιτιστικής Επανάστασης, οι πρεσβευτές κλειδώνονταν σε κελάρια, αναγκάζονταν να καθαρίσουν τουαλέτες, και δέρνονταν μέχρι να φτύσουν αίμα. Μεγάλος αριθμός Κινέζων διπλωματών στάλθηκε σε στρατόπεδα επανεκπαίδευσης στην αγροτική Κίνα. Για τους Κινέζους αξιωματούχους της εξωτερικής πολιτικής, η ασφαλέστερη πορεία είναι να ακολουθήσουν το παράδειγμα του Σι και να προσθέσουν λίγο επιπλέον ζήλο για το καλό.


Στα χέρια του Σι Τζινπίνγκ

Η άνοδος της διπλωματίας του «Πολεμιστή Λύκου» στην Κίνα έχει καταστήσει αναποτελεσματικά τα κανονικά διπλωματικά κανάλια με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι επίσημες συναντήσεις έχουν γίνει για τους Κινέζους αξιωματούχους κάτι περισσότερο από ευκαιρίες να επιπλήττουν δημοσίως τους Αμερικανούς ομολόγους τους, ενώ τα δευτερεύοντα κανάλια επικοινωνίας μέσω πρώην αξιωματούχων ή στο περιθώριο επίσημων συναντήσεων έχουν γίνει επίσης λιγότερο αποτελεσματικά, αφού οι Κινέζοι αξιωματούχοι απαγγέλλουν χιλιοειπωμένα σημεία ομιλίας (talking points) από φόβο μήπως χαρακτηριστούν αδύναμοι ή ακόμη και να καταλήξουν σε πολιτικό πρόβλημα. Ο Cui Tiankai, πρεσβευτής της Κίνας στην Ουάσιγκτον μέχρι νωρίτερα φέτος, σταμάτησε να συναντιέται μόνος με ξένους ομολόγους του στα τελευταία χρόνια της θητείας του στο πόστο αυτό, έχοντας πάντα έναν άλλο διπλωμάτη στις συναντήσεις ώστε να παρακολουθεί. Σήμερα, οι περισσότερες προσωπικές επαφές έχουν διακοπεί λόγω της πανδημίας και οι διαδικτυακοί διάλογοι στα δευτερεύοντα κανάλια επικοινωνίας (Track II) μεταξύ πρώην αξιωματούχων παρουσιάζουν λίγα περισσότερα από την επίμονη επανάληψη των ίδιων σημείων ομιλίας.

Όχι ότι οι διπλωμάτες της Κίνας έχουν την δυνατότητα να αποκαταστήσουν την παγκόσμια φήμη της Κίνας μόνοι τους. Οι προηγούμενες αναπροσαρμογές της κινεζικής εξωτερικής πολιτικής υποστηρίχθηκαν από αλλαγές στην εσωτερική πολιτική που έκαναν την χώρα πιο ελκυστική στον έξω κόσμο. Η επίθεση γοητείας της την δεκαετία του 1990, για παράδειγμα, συνοδεύτηκε από μια δέσμευση για οικονομική απελευθέρωση πριν από την ένταξή της στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, μιαν θέληση να βάλει στην άκρη συνοριακές διαμάχες, και μέχρι και δοκιμαστικά βήματα προς την εσωτερική πολιτική μεταρρύθμιση.

Αλλά η κυβέρνηση του Σι δεν έδειξε κανένα σημάδι ότι είναι πρόθυμη να αλλάξει τις υπό την ηγεσία του κράτους βιομηχανικές πολιτικές που έχουν αποξενώσει τις πολυεθνικές εταιρείες, να μετριάσει τις καταστολές στην [επαρχία] Σιντζιάνγκ ή στο Χονγκ Κονγκ, ή να συμβιβαστεί στις εδαφικές διαφορές από τα Ιμαλάια μέχρι τη Νότια Σινική Θάλασσα. Αυτό αφήνει στους Κινέζους διπλωμάτες και προπαγανδιστές ένα μήνυμα δύσκολο, αν όχι αδύνατο να πωληθεί. Όσο όμως χρησιμοποιούν τακτικές «Πολεμιστή Λύκου», δεν χρειάζεται καν να το προσπαθήσουν.
_____________________________________

Peter Martin είναι Δημοσιογράφος και καλύπτει θάματα αμυντικής πολιτικής και Επιχειρησιακής νοημοσύνης του Bloomberg, είναι ο Συγγραφέας του "China’s Civilian Army: The Making of Wolf Warrior Diplomacy,"